Ο επαναστατικός συνδικαλισμός κατά την διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πόλεμου

CNT-1mayo2010

Το κείμενο που δημοσιεύεται αποτελεί το τέταρτο κεφάλαιο του βιβλίου του V. Damier με τίτλο “Ο αναρχοσυνδικαλισμός στον 20ο αιώνα”, το οποίο βρίσκεται ολόκληρο στο στάδιο της μετάφρασης στα ελληνικά. Αναφέρεται, όχι εκτενώς είναι η αλήθεια, στη σύγκρουση που ξέσπασε εντός του εργατικού κινήματος, σχετικά με τη στάση που έπρεπε να κρατήσει αυτό ενόσω ξεσπούσε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Γίνεται επίσης αναφορά στο αδιέξοδο που προκάλεσε η θετική στάση των ηγετών πολλών συνδικάτων, ως προς την εθνική ρητορική των κρατών που συμμετείχαν στον πόλεμο και από τις δυο μεριές. Το κείμενο, προφανώς, δεν αποτελεί μια εις βάθος ανάλυση του ιστορικού πλαισίου όσο και της κατάστασης του εργατικού κινήματος στην συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Ωστόσο, μεταφέρει το κλίμα στο διεθνές εργατικό, επαναστατικό όσο και αναρχικό κίνημα και την προσήλωση που έδειξαν στα συμφέροντα της εργατικής τάξης -και όχι στην εθνική ή πατριωτική ρητορική της “εθνικής ενότητας”- τα πιο μαχητικά κομμάτια του. Επίσης αναφέρεται στην εσωτερική διαφωνία εντός του αναρχικού κινήματος ανάμεσα σε όσους-ες θεωρούσαν ως “μεγαλύτερο κακό” τον Γερμανικό ιμπεριαλισμό και σε όσους-ες είχαν μια διεθνιστική, αντιμιλιταριστική θέση.

***

Ο επαναστατικός συνδικαλισμός κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου

Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε μια σοβαρή δοκιμασία για τις διεθνιστικές και αντιμιλιταριστικές θέσεις των συνδικαλιστών. Μερικοί από αυτούς(ο Alexander Bergman, ο Antonio Bernando, ο V. Garcia, ο A. Shapiro, o Bill Shatov) υπέγραψαν από κοινού ένα μανιφέστο με τον E. Malatesta και την Emma Goldman, ενάντια στον πόλεμο, αποκηρύσσοντας τον ως έναν επιθετικό πόλεμο και από τις δύο μεριές. Δήλωσαν την πρόθεση τους να “προκαλέσουν εξέγερση και να οργανώσουν την επανάσταση.”[1] Άλλοι (όπως ο C. Cornellisen) υποστήριξαν τη θέση του P. Kropotkin, του Jean Grave, του Charles Malato και ενός αριθμού άλλων επιφανών αναρχικών που συντάχθηκαν με τη μεριά της Αντάντ, μιας και θεωρούσαν τον γερμανικό ιμπεριαλισμό ως “το μεγαλύτερο κακό.”

H παρακμή του επαναστατικού συνδικαλισμού στη Γαλλία παρατηρείται ακόμα και πριν από το πόλεμο. Η πρόοδος της εκβιομηχάνισης έφερε μαζί της μια προσωρινή σταθεροποίηση του βιοτικού επιπέδου και κάποιες αυξήσεις σε μισθούς. Οι απεργίες αποκτούν πιο φιλειρηνικό χαρακτήρα και ανάμεσα στις τάξεις των εργατών και τα συνδικάτα προκύπτει η τάση για επίλυση των προβλημάτων μέσω διαπραγματεύσεων. Οι ηγέτες της CGT (ο γενικός γραμματέας της Leon Jouneux, ο P.Monatte και άλλοι) αναγκάζονταν να λαβαίνουν υπόψιν τους, όλο και περισσότερο, τη πραγματικότητα της βιομηχανικής ανάπτυξης. “Μετά το 1910, οι ιδεολογικές αξιώσεις των επαναστατών συνδικαλιστών και η πραγματική συμπεριφορά των εργατών, εντός της CGT, άρχισαν να αποκλίνουν όλο και περισσότερο…

“Ο συμβιβασμός της Αμιένης , ο οποίος έδειχνε προς το μέλλον, δεν είχε τίποτα να προσφέρει.”[2] Το ξέσπασμα του πολέμου βάθυνε την κρίση του επαναστατικού συνδικαλισμού στη Γαλλία. Το ομοσπονδιακό γραφείο της CGT δεν κήρυξε γενική απεργία ενάντια στο πόλεμο, αλλά εξέδωσε κάλεσμα “για την προάσπιση του έθνους”. Στα χρόνια του πολέμου, εκπρόσωποι της CGT συνεργάστηκαν σε διάφορες “μικτές επιτροπές” που δημιουργήθηκαν από το Κράτος. Την ίδια στιγμή, μια αντιπολίτευση ενάντια στο πόλεμο θα αναδυθεί εντός της οργάνωσης το 1915, με ηγέτες τους Alphonse Merrheim και P.Monatte, και θα συσπειρωθεί γύρω από την εφημερίδα “Η Εργατική Ζωή”(La Vie ouvriere). Κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους οι αριστεροί επαναστάτες συνδικαλιστές σχηματίζουν την Επιτροπή Συνδικαλιστικής Άμυνας (CDS), η οποία, παρά την λήψη μιας ακραίας αντιπολεμικής θέσης που αναφέρονταν στο “Καταστατικό της Αμιένης”, θα πετύχει μεγάλο βαθμό ανεξαρτησίας από τους αριστερούς σοσιαλιστές αντίπαλους του πολέμου.[3] Το 1917 η Επιτροπή θα υποστηρίξει μια απεργιακή δράση των εργατών και θα μιλήσει ενάντια στη χειροτέρευση των συνθηκών εργασίας και την εντατικοποίηση της εργασίας.
Στην Ιταλία, το ζήτημα της στάσης απέναντι στο πόλεμο θα οδηγήσει σε διάσπαση την USI. Μια ομάδα της οποίας θα ηγηθεί ο A.De Ambris, θα υποστηρίξει τη συμμετοχή στο πόλεμο, στη λογική πως αυτό θα οδηγούσε στην “επαναστατικοποίηση” της χώρας (μια θέση που θα ονομαστεί “επαναστατικός παρεμβατισμός”). Ωστόσο, αυτή η ομάδα δεν θα τύχει της υποστήριξης των μελών και των οργανώσεων της USI. Θα εκλεγεί ένας νέος γενικός γραμματέας -ο Armando Borghi. Το 1915 η USI θα υποστηρίξει την ιδέα της γενικής απεργίας ενάντια στο πόλεμο, παρότι δεν είχε τη πρακτική ικανότητα να τη πραγματοποιήσει. Οι υποστηρικτές του “παρεμβατισμού” θα αποβληθούν από αρκετά συνδικάτα.[4] Οι Αμερικάνοι συνδικαλιστές της IWW, ξεκίνησαν αγώνα ενάντια στην είσοδο των ΗΠΑ στο πόλεμο, προκαλώντας ανελέητους διωγμούς από τη κυβέρνηση και τους εθνικιστές. Το 1915, ο πολύ γνωστός ακτιβιστής της IWW Joe Hill, εκτελέστηκε. Το 1916 πέντε μέλη του συνδικάτου εκτελέστηκαν από την αστυνομία, σε μια ατμόσφαιρα εθνικιστικής υστερίας και το 1917, 1200 μέλη της ΙWW απελάθηκαν στην έρημο του Νέου Μεξικό λόγω μιας απεργίας μεταλλωρύχων στην Αριζόνα. Εν το μεταξύ, η IWW θα έχει επιτυχία στην υποστήριξη μεγάλων απεργιών στο Wheatland(California,1915) και στο Mesabi Range(Minessota,1916). Την άνοιξη του 1917, δράσεις σε χώρους εργασίας και δολιοφθορές, που οργανώθηκαν από την IWW, προκάλεσαν σημαντικές απώλειες σε κλάδους της βιομηχανίας -στην υλοτομία και την εξόρυξη χαλκού- που ήταν ζωτικής σημασίας για την συνέχιση του πολέμου. Μεταξύ του 1916 και του 1917, o αριθμός των μελών της IWW μεγάλωσε από 40.000 σε 75.000 και μέχρι το τέλος της άνοιξης του 1917 εκτοξεύτηκε -σύμφωνα με διάφορες πηγές-, μεταξύ 125.000 και 250.000.[5]
Στη Γερμανία, το συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκονταν επί της ουσίας σε παράλυση, σε σύντομο χρονικό διάστημα από την έναρξη του πολέμου και η FVdG και ο τύπος της απαγορεύτηκε. Στη Μεγάλη Βρετανία επίσης, δεν συνέβαινε τίποτα στο επίπεδο της ενεργού δράσης. Όσο ο πόλεμος συνεχιζόταν, τόσο χειροτέρευαν οι ζωές των εργατών. Σε πολλές χώρες ξεσπούσαν απεργίες και ταραχές λόγω πείνας. Αναρχικοί και συνδικαλιστές πήραν ενεργά μέρος σε αυτές. Στη Γαλλία, το Μάιο του 1918, ένα συνέδριο επαναστατών συνδικαλιστών τάχθηκε υπέρ μιας επαναστατικής γενικής απεργίας ενάντια στο πόλεμο. Σε πορείες διαμαρτυρίας, ενεργό ρόλο έπαιξαν ειδικά οι μεταλλεργάτες των περιφερειών της Loire και του Παρισιού, με αποτέλεσμα ουσιαστικές απώλειες για τη βιομηχανία του πολέμου. Το κίνημα καταστάλθηκε, ακτιβιστές στάλθηκαν στο μέτωπο και ο ηγέτης της Επιτροπής Συνδικαλιστικής Άμυνας, Raymond Pericat, καταδικάστηκε για προδοσία ενάντια στο Κράτος.[6]

Στην Ισπανία(ουδέτερη, αλλά οικονομικά βυθισμένη στο πόλεμο), το 1916, εργάτες από όλη τη χώρα διαδήλωσαν ενάντια στην αύξηση του κόστους διαβίωσης. Η χώρα παρέλυσε. Η CNT υπέγραψε μια “επαναστατική συμμαχία” με τη σοσιαλιστική Γενική Ένωση Εργαζομένων(UGT). Το Μάιο-Ιούνιο του 1917 ή Ισπανία βρίσκονταν στο χείλος της επανάστασης. Τον Αύγουστο ξέσπασε γενική απεργία, σε πρωτοφανή για την εποχή κλίμακα, συνοδευόμενη από ένοπλο αγώνα. Το ξέσπασμα καταστάλθηκε μετά από μια μάχη που κράτησε πολλές ημέρες.[7]
Στη Πορτογαλία, οι διαδηλώσεις ενάντια στις αυξήσεις στα κόστη διαβίωσης και την ανεργία, συνεχώς εξελισσόταν σε πράξεις αντίστασης που πολύ συχνά είχαν αυθόρμητο χαρακτήρα. Το Σεπτέμβριο του 1914, θα ξεσπάσουν ταραχές στη Λισσαβόνα και θα υπάρξουν οι πρώτες απώλειες. Την άνοιξη του 1915, άνεργοι εργάτες θα καταλάβουν το υπουργείο γεωργίας και θα το καταστρέψουν. Οι ταραχές και το χάος θα δώσουν τη θέση τους σε απεργίες οργανωμένες από τα συνδικάτα. Μέχρι το 1917, οι επαναστάτες συνδικαλιστές είχαν πετύχει να επικρατήσουν στην Εθνική Ένωση Εργαζομένων(UON), επισκιάζοντας εντελώς τους σοσιαλιστές.
Επανακτώντας τη ψυχραιμία τους μετά το πρώτο σοκ, οι αναρχικοί και οι επαναστάτες συνδικαλιστές προσπαθούν να αποκαταστήσουν τακτικές διεθνείς επαφές. Το 1915, οργανώθηκε ένα διεθνές αντιμιλιταριστικό συνέδριο, στην Ισπανική περιφέρεια της Γαλικίας. Συγκέντρωσε όχι μόνο πολλούς σημαντικούς αναρχικούς της Ισπανικής εργατικής τάξης(όπως ο Angel Pestana, M.Androu, F.Miranda, L.Bouza, Eusebio Carby, Eleuterio Quintanilla και άλλους), αλλά και εκπροσώπους από τη Πορτογαλία(ιδιαίτερα τον M.J. de Sousa), τη Γαλλία, την Αγγλία, την Ιταλία, τη Βραζιλία, την Αργεντινή και τη Κούβα. Στη συνάντηση συζητήθηκε το ζήτημα μιας διεθνούς απεργίας. Η συνάντηση επίσης έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανανέωση της Ισπανικής CNT.[8] Το Δεκέμβριο του 1916, η NAS της ουδέτερης Ολλανδίας, κάλεσε της εργατικές οργανώσεις όλων των χωρών να μαζευτούν σε ένα παγκόσμιο συνέδριο του επαναστατικού συνδικαλισμού, αλλά αυτή η ιδέα δεν πραγματοποιήθηκε έως το τέλος του πολέμου.[9]
Η αδυναμία των εργατικών οργανώσεων να αποτρέψουν το Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η ανικανότητα του “ουδέτερου” συνδικαλισμού και τα ολοένα και αυξανόμενα επαναστατικά αισθήματα των εργαζόμενων μαζών, έκαναν τις αλλαγές στο συνδικαλιστικό κίνημα πιο επείγουσες από ποτέ.
“Ο Μεγάλος Πόλεμος εξαφάνισε τον “ουδέτερο” συνδικαλισμό” σημείωσε αργότερα ο A. Shapiro.[10] Για πολλούς ακτιβιστές έγινε σαφές πως ο συνδικαλισμός από μόνος του ήταν ανεπαρκής, πως ήταν απαραίτητος ο συνδυασμός του αυτοοργανωμένου εργατικού κινήματος με την άμεση δράση κινητοποιημένη από επαναστατικές αρχές.
Σημειώσεις.

[1] “Манифест о войне” [Manifesto about the War] in Анархисты. Документы и материалы [Anarchists. Documents and materials], Vol. 1, 1883-1916 (Moscow, 1998), pp. 584-586.

[2] D. M. Schneider, Revolutionärer Syndikalismus und Bolschewismus (Erlangen, 1974), p. 65.

[3] Ibid.,pp.67-78,100-106; M.Vander Lindenand W.Thorpe(eds.),Revolutionary syndicalism…, pp. 36-37 (n19).
[4] G.Careri, Il sindacalismo autogestionario. L’USI dalle origini ad oggi.(San Benedetto del Tronto, 1991), pp. 43-51; ____, L’Unione Sindacale Italiana pp. 10-11 (n20).
[5] M. Van der Linden and W. Thorpe (eds.), Revolutionary syndicalism…, pp. 211-214 (n9).
[6] D. M. Schneider, Revolutionärer Syndikalismus…, pp.103-105 (n59).
[7] A. Paz, Durruti: Leben und Tode des spanischen Anarchisten (Hamburg, 1993), pp. 21-25.
[8] E. Fernandez, “El Congreso Internacional de la Paz de Ferrol (1915) y la refundacion de la CNT,” CNT, 1999, no. 245 (Abril); No. 246 (Mayo).
[9] B. Aladino, “La Asociacion…,” p. 148 (n56).
[10] A. Shapiro, preface to P. Besnard, L’Anarcho-syndicalisme et l’anarchism…, p. 1 (n27).

Ο επαναστατικός συνδικαλισμός κατά την διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πόλεμου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *