Χαλκιδική: Ενημέρωση από την πορεία στον Κάκαβο

 

16:00 Οι διαδηλωτές αποχωρούν από τις Σκουριές.

15:25 Απέναντι από το φυλάκιο του εργοταξίου και απέναντι από τις ισχυρές δυνάμεις των ΜΑΤ βρίσκονται αυτήν τη ώρα οι διαδηλωτές, όπως μας ενημερώνει με τη φωτογραφία που ανάρτησε πριν από λίγο η χρήστης του twitter @katerinaelikaki.(πηγή)

12:45 Ο κόσμος άφησε τα αμάξια στο Χοντρό Δέντρο και συνέχισε την πορεία ως τις Κεραίες. Εκεί το συντονιστικό έβγαλε ανακοίνωση  πως όσοι θέλουν να συνεχίσουν την πορεία το κάνουν με δική τους ευθύνη. Παρόλα αυτά ο κόσμος δεν πτοήθηκε και το μεγαλύτερο κομμάτι των διαδηλωτών συνεχίζουν προς το εργοτάξιο στις Σκουριές. Περίπου 100 άτομα έμειναν στο Χοντρό Δέντρο για κάθε ενδεχόμενο.

12:30 Οι διαδηλωτές έφτασαν στο Χοντρό Δέντρο. Σύμφωνα με πληροφορίες στο εργοτάξιο στις Σκουριές βρίσκονται 12 διμοιρίες των ΜΑΤ.

12:10 Ξεκινάει η πορεία προς το Χοντρό Δέντρο.

11:40 Η αυτοκινητοπομπή από Ιερισσό έφτασε στο σημείο συνάντησης στην Μ.Παναγία. Ο κόσμος που συμμετέχει στην πορεία εκτιμάται στα 1500-2000 άτομα.

11:10 Ξεκίνησε η πορεία από Ιερισσό προς τη διασταύρωση Μ.Παναγίας όπου αναμένεται να ενωθούν οι 2 προσυγκεντρώσεις.

πηγη:http://ierissiotes.blogspot.gr/2013/08/blog-post_3.html#more

φωτογραφία από την ανάπτυξη της HELLAS GOLD- ELDORADO .

πηγη:https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1484814

Ενημέρωση για την εγγύηση του Κ.Σακκά από Κ* ΒΟΞ

ΣΑΚΚΑΣ-μπατσοιΑνακοινώνουμε ότι το ποσό της εγγύησης των 30.000 ευρώ του Κ.Σακκά συγκεντρώθηκε.Συγκεκριμένα μαζεύτηκε το ποσό των 30.206 ευρώ με την τελευταία χτεσινή καταμέτρηση.Απο το κουτί που υπήρχε στο Κ ΒΟΞ συγκεντρώθηκαν 8.146 ευρώ.Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ

 

πηγη:

https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1484800

 

υπενθυμιζουμε οτι η απελευθερωση του συντροφου Κ.Σακκα  “συνοδευτηκε” απο βαρυτατους,επαχθεις και εκδικητικους ορους:

–        Απαγόρευση εξόδου από τη χώρα: αυτός είναι όρος που επιβάλλεται παγίως.

–        Εμφάνιση κάθε βδομάδα και συγκεκριμένα κάθε Δευτέρα στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του: συνήθως βάζουν ανά δεκαπενθήμερο, αλλά έχουν ξαναβάλει και κάθε βδομάδα.

–        Χρηματική εγγύηση 30.000 ευρώ: το ποσό είναι εξοντωτικό, αν σκεφτούμε ότι δεν πρόκειται για κάποιον πλούσιο. Εχει επιβληθεί ξανά, όμως, στην περίπτωση του Γ. Σερίφη, ενώ στον Χρ. Τσιγαρίδα είχαν επιβληθεί δύο εξοντωτικές χρηματικές εγγυήσεις, μολονότι αφορούσαν την ίδια υπόθεση.

–        Υποχρεωτική διαμονή στη διεύθυνση κατοικίας του: προκλητικός όρος που παλαιότερα δεν επιβαλλόταν.

–        Απαγόρευση εξόδου από την Αττική: έχει επιβληθεί και στο παρελθόν στους Χρ. Τσιγαρίδα και Γ. Σερίφη.

–        Αφαίρεση διαβατηρίου και ταυτότητας: αυτό δεν το ‘χουμε ξανακούσει. Αλήθεια, πώς θα κυκλοφορεί ο Κ. Σακκάς και τι θα γίνει αν οι μπάτσοι τον σταματήσουν για έλεγχο; Θα περνάει κάποιες ώρες στο αστυνομικό τμήμα, έτσι για πλάκα;

–        Απαγόρευση συνάντησης και κάθε μορφής επικοινωνίας με συγκατηγορουμένους του: και αυτό είναι «από τα άγραφα». Ο Κ. Σακκάς κατηγορείται μαζί με τον Α. Μητρούσια και τον Γ. Καραγιαννίδη για συγκεκριμένες κατηγορίες. Με ποια λογική του στερούν το δικαίωμα να συνεργαστεί μαζί τους για τον καθορισμό της υπερασπιστικής τους γραμμής; Και τι θα κάνει όταν θα πηγαίνει το πρωί στο δικαστήριο, δε θα λέει ούτε καλημέρα στους συγκατηγορούμενούς του, για να μη θεωρηθεί η καλημέρα «μορφή επικοινωνίας» και επομένως παραβίαση περιοριστικού όρου; Πέρα από τη γελοιότητα του πράγματος, εδώ έχουμε και ευθεία παραβίαση του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που αφορά την παρεμπόδιση κατηγορούμενου στο να υπερασπιστεί τον εαυτό του.
Κανενας συντροφος μονος του.Κανενας συντροφος ομηρος στα χερια του κρατους.
Κανενας συντροφος κρατουμενος στα κελια του κρατους.
Κανενας μας δεν ειναι ελευθερος οσο υπαρχουν

συντροφοι που κρατουνται στα κρατικα κλουβια.

“χρυσή αυγή”: ο “εθελοντής” πυροσβέστης γιά όλες τίς δουλειές*

603749_174253942738968_1684404013_n

Η κατάσβεση πυρκαγιάς απαιτεί τόν κατάλληλο εξοπλισμό,μικρά υδροφόρα οχήματα,εκπαίδευση στήν αντιμετωπισή της,γνώση τής μορφολογίας τών δασών καί τών μονοπατιών καί προπαντός αγάπη γιά τή φύση καί τόν άνθρωπο αλλά οι εφοπλιστές,τό κεφάλαιο καί η επιχειρηματικη μαφία πού κινούν τά νήματα τής χρυσής αυγής αρκούνται στήν παρέλαση τής υποκρισίας τους μπροστά στίς κάμερες…

Ο περιφερόμενος θίασος τού μίσους τής χρυσής αυγής είναι πάντα κοντά στόν ελληνα νοικοκυραίο ,αυτόν πού όταν καιγόταν τό δάσος γύρω του έβρεχε τά κεραμίδια τού σπιτιού του,αυτόν πού έβριζε τό “κράτος” όταν δέν ερχόταν υδροφόρα  στό σπίτι του,σαυτόν πού τόν τόπο τόν έχει γιά τσιφλίκι του, σ αυτόν πού τό ‘κράτος” ήταν “καλό” όταν τού έδινε άδεια δόμησης μέσα στό δάσος αλλά “κακό” όταν δέν τού έστελνε  ένα αεροσκάφος νά σβήσει τή φωτιά στό “σπιτάκι του”,σ αυτόν πού ο λόγος ύπαρξης τού δάσους ήταν ο καθαρός αέρας πού τροφοδοτούσε μέ σωληνάκι τό κλιματιστικό τής αστικής του πανούκλας, σ αυτόν πού η “εξωτερική διακόσμηση” τής μεζονέττας τόν αφορούσε μόνο όταν η φωτιά έφτανε στά λαίυλαντ τής αυλής του καί τσουρούφλιζε τό γκαζόν,σ αυτούς τούς λαμπερούς γκουρού τής πολεοδομικής εξουσίας τού τσιμέντου, σ αυτόν πού τό δάσος ήταν ένας τόπος γιά εξάσκηση τής κυνηγητικής του ικανότητας πάνω σέ όποιο ζώο έβλεπε μπροστά του, καί τόπος απόθεσης τών σκουπιδιών τής αλουμινένιας καθημερινότητάς του,σ αυτόν πού όταν καιγόταν η πάρνηθα κρυβόταν πίσω από τόν ‘στρατηγό άνεμο” τού πολύδωρα καί χαζολογούσε στίς παραλίες,σ αυτόν πού πληρώνει χεσμένος τώρα τήν ΔΕΗ  αποκλειστικό υπεύθυνο τής καταστροφής τής πάρνηθας,σαυτόν τόν σκύλο πού κουνάει τήν ουρά του όταν τό “κράτος” τού δίνει ένα κομμάτι  πίττας από τήν εξουσία του,σ αυτόν τόν “πολίτη” πού περιμένει πάντα  τήν διάσωση τής “πολιτιστικής” του κακομοιριάς από τόν επόμενο  εθνοσωτήρα πού θά τού μεταδώσει ξανά τό “κύρος” τής φυλετικής καί “ανθρωπολογικής” του ανωτερότητας”.

 

Εκατοντάδες μέλη εθελοντικών ομάδων δίνουν μάχη κάθε χρόνο στά πύρινα μέτωπα πού κατακαίνε τήν χώρα κάθε χρόνο μέ εξοπλισμό πού πληρώνουν από τήν τσέπη τους,μέ έξοδα μετακίνησης πάλι από τήν τσέπη τους μέ μόνο κίνητρο τήν αγάπη γιά τό δάσος καί τόν άνθρωπο,ποτέ δέν έκατσαν μπροστά από καμμιά κάμερα  γιατί απλά δέν “κάθονται” όταν εξελίσεται μιά φωτιά, μαζί μέ κακοπληρωμένους πυροσβέστες πού τό κράτος δέν τούς πάει ούτε ένα μπουκάλι νερό καί ένα πιάτο φαί διακυνδυνεύουν καί τή ζωή τους στά μέτωπα τής φωτιάς,αλλά τά καλοαναθρεμένα παιδιά τών εφοπλιστών, τών επιχειρηματιών τής νύχτας, τά μπραβάκια τών μαγαζιών,οι ιδιωτικοί σεκιούριτι τού υποκόσμου καί τής  διαδρομής τού μαύρου χρήματος από  τήν  διεφθαρμένη καί βάρβαρη οικονομική ελίτ πού νά τό ξέρουν…. H παρεμπόδιση αυτών τών εθελοντικών ομάδων μερικές φορές από τό κράτος νά συμετέχουν στήν κατάσβεση πυρκαγιών είναι  ένα γεγονός πού δέν έχει αναλυθεί σέ βάθος (ο εφιάλτης τού κράτους γιά ένα οργανωμένο ακτιβιστικό ριζοσπαστικό περιβαντολογικό κίνημα καί μία οργάνωση προστασίας τής φύσης από τά κάτω είναι απ τούς χειρότερους πού έχει) ,παρότι εξοπλισμένες ,άρτια εξοπλισμένες καί γνώστες τών δασών απομακρύνθηκαν από τίς “αρχές” στίς εστίες φωτιάς ενώ η προσφορά τους ηταν καί είναι ανεκτίμητη σέ στιγμές πού καθορίζουν τήν εξέλιξη τών πυρκαγιών…

 

 

 

Η μόνη εθελοντική προσφορά τής χρυσής αυγής στήν κατάσβεση πυρκαγιών είναι όταν θά γίνει η ίδια μέσο πυρόβεσης ,τό παγωμένο “άρειο”  αίμα τών μελών τους θά περιορίσει σέ μεγάλο βαθμό τήν επέκταση τής φωτιάς…..Αν θέλει νά αποφύγει τήν εξέλιξη αυτή μπορεί νά αποδείξει έμπρακτα τό ενδιαφέρον της για αυτό τό τόπο κάνοντας τά μέλη της περιπολίες στά δάση γιά τήν αποτροπή τών εμπρηστών  αντί νά οργανώνει περιπολίες θανάτου καί κακοποίησης μεταναστών…αλλά ποιός ξέρει τί θά αποκαλύψει η σύλληψη τών εμπρηστών…έτσι δέν είναι “χρυσή αυγή”?…….

 

 

 

*από open shit

δημοσιευμενο εδω:https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1484868

 

σχετικα με το θεμα:

Διαψεύδει το Πυροσβεστικό Σώμα την Χρυσή Αυγή για την κατάσβεση στο Μακρόπουλο

 

tvxs.gr/node/134874

 

 

 

Ανακοίνωση εξέδωσε το Πυροσβεστικό Σώμα, με την οποία διαψεύδονται όσα ανήρτησε στην ιστοσελίδα της η Χρυσή Αυγή, ότι δήθεν προσκλήθηκαν μέλη της στην κατάσβεση στην πυρκαγιά στο Μακρόπουλο. Η ανακοίνωση δημοσιεύθηκε μετά τον αποκλεισμό χρυσαυγιτών, που προσήλθαν χθες στο Μαρκόπουλο, υποτίθεται για να πάρουν μέρος στην κατάσβεση. Η προσέλευση της Χρυσής Αυγής ήταν σχεδιασμένη για επικοινωνιακούς λόγους, γιατί σε ανακοίνωση της λίγο αργότερα, υποστήριξε ότι κλήθηκε από την Πυροσβεστική να πάρει μέρος στην επιχείρηση κατάσβεσης.

 

 

 

Ειδικότερα, την Παρασκευή μια ομάδα της Χρυσής Αυγής, με τα διακριτικά του κόμματος, προσπάθησε να συμμετάσχει στην κατάσβεση. Όμως, αποκλείστηκε από τα ΜΑΤ μετά από εντολή του επικεφαλής των πυροσβεστών, αφού, όπως τους είπε, ότι στην κατάσβεση πυρκαγιών παίρνουν μέρος μόνο επαγγελματίες πυροσβέστες ή εκπαιδευμένοι εθελοντές.

 

Στην περιοχή προκλήθηκε ένταση, καθώς τα μέλη της Χ.Α., συνοδευόμενα από τον βουλευτή Ηλία Κασιδιάρη, δεν δέχονταν να αποχωρήσουν και επέμεναν να περάσουν το μπλόκο που είχε στηθεί από κλούβες των ΜΑΤ.

 

Ακολούθησε παραλήρημα της Χρυσής Αυγής μέσω της ιστοσελίδας της, όπου μεταξύ άλλων το κόμμα ισχυρίζεται ότι ήταν ο επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων που κάλεσε μέλη της να συμμετάσχουν στην κατάσβεση.

 

Για το θέμα μάλιστα εκδόθηκε ανακοίνωση και από το Πυροσβεστικό Σώμα, στην οποία διαψεύδονται τα περί πρόσκλησης των χρυσαυγιτών.

 

Στην ανακοίνωσή του το Π.Σ τονίζει:

 

«Αναφορικά με ανακοίνωση του κόμματος της Χρυσής Αυγής στο Μ.Μ.Ε. σχετικά με την πυρκαγιά στο Μαρκόπουλο Αττικής, καθώς και για τη δήλωση που αποδίδεται στον Περιφερειάρχη Αττικής του Πυροσβεστικού Σώματος, επισημαίνεται ότι στις πυροσβεστικές επιχειρήσεις συμμετέχουν επαγγελματίες πυροσβέστες ή εκπαιδευμένοι εθελοντές πυροσβέστες.

 

Ως εκ τούτου σε καμία περίπτωση Ανώτατος Αξιωματικός του Π.Σ. θα καλούσε στην πρώτη γραμμή του πυρός ομάδες ή μεμονωμένους πολίτες που δεν ανήκουν στις ανωτέρω κατηγορίες, με κίνδυνο τραυματισμού ή ακόμα και θανάτου τους.

 

Ειδικότερα, σχετικά με δήλωση που αποδίδεται στον Περιφερειάρχη Αττικής του Π.Σ. ότι “χρειαζόμαστε προσωπικό, φέρτε πάνω τους δικούς σας”, διευκρινίζεται ότι ουδέποτε ειπώθηκε. Κατά τη συνομιλία που είχε με βουλευτή της Χρυσής Αυγής τον παρέπεμψε απλώς σε χώρο στον οποίο δεν υφίστατο κίνδυνος».

 

Η ανακοίνωση του Πυροσβεστικού σώματος ήρθε ως απάντηση στην παραληρηματική ανακοίνωση της Χρυσής Αυγής, η οποία είχε ως εξής:

 

«Μετά την άθλια απαγόρευση της διανομής τροφίμων του Λαϊκού Συνδέσμου, το ξεφτιλισμένο ανθελληνικό κράτος ξεπέρασε πάλι κάθε όριο αθλιότητας. Ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις και διμοιρίες ΜΑΤ απαγόρευσαν στην εθελοντική ομάδα Πολιτικής Προστασίας της Χρυσής Αυγής να μεταβεί στις εστίες πυρκαγιάς του Μαρκοπούλου. Την ώρα εκείνη ο συναγωνιστής και βουλευτής Αττικής Ηλίας Κασιδιάρης βρισκόταν στο σημείο που επιχειρούσαν οι Πυροσβεστικές Δυνάμεις μαζί με τον Περιφερειάρχη Αττικής του Πυροσβεστικού Σώματος, ο οποίος επί λέξει του είπε: “Χρειαζόμαστε προσωπικό, φέρτε πάνω τους δικούς σας”.

 

Η εθελοντική ομάδα πυρασφάλειας της Χρυσής Αυγής, αποτελούμενη από 100 συναγωνιστές, με όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό και εφόδια, βρισκόταν εκείνη την ώρα αποκλεισμένη στους πρόποδες του όρους από τα ΜΑΤ. Όπως παραδέχτηκε ο αρμόδιος αστυνομικός διευθυντής, υπήρχε ρητή εντολή από υπουργείο Προ – Πο για απαγόρευση της πρόσβασης στους Χρυσαυγίτες.

 

Η ξεφτιλισμένη ηγεσία του Προ – Πο προτιμούσε να καίγεται το δάσος, την ώρα που οι επίγειες δυνάμεις δεν επαρκούσαν, παρά να μετείχε στην πυρόσβεση η Χρυσή Αυγή. Για να κατανοήσετε την ανάγκη σε προσωπικό, εκείνη την κρίσιμη ώρα ερχόταν ελικόπτερο Super Puma με πεζοπόρα τμήματα από την Πάτρα! Περιττό να αναφέρουμε ότι εκατοντάδες πολίτες και ο δήμαρχος Μαρκοπούλου, που κινδύνευαν οι οικίες τους από τις φλόγες, απαιτούσαν επί ώρες να επιτραπεί η συμμετοχή της Χρυσής Αυγής στην πυρόσβεση».

 

 

Διαβάστε επίσης το σχόλιο της Αντας Ψαρρά. Η φωτιά δεν σβήνει με φάλλαγες**

φωτογραφια που κυκλοφορησε στο διαδικτυο

 

Πολύ καλά έκανε η πυροσβεστική και εμπόδισε το σόου του Κασιδιάρη και των ομοίων του που με πρόσχημα την «βοήθεια» στην κατάσβεση της πυρκαγιάς έβαλαν όλα τα σήματα και τα ναζιστικά τους αξεσουάρ για να μας πείσουν ότι μόνο με στρατιωτικούς σχηματισμούς και φάλαγγες μπορούμε να οργανώνουμε τη «δράση» μας. Της Άντας Ψαρρά

Με τα αξεσουάρ πηγαίνουν στα νοσοκομεία για αίμα μόνο σε Έλληνες, με τα αξεσουάρ παραταγμένοι μοιράζουν τα τρόφιμα μόνο για Έλληνες με καλυμμένα τα σύμβολα κακοποιούν μετανάστες και με τον ίδιο τρόπο πήγαν χθες σύσσωμοι να μπερδευτούν στα πόδια της πυροσβεστικής.

Ήταν τόσο μεγάλος ο πόνος τους για να σβήσουν τη φωτιά που αντί γι’ αυτό πλακώθηκαν με τους επικεφαλής αν θα περάσουν ή όχι μπροστά από το αστυνομικό μπλόκο. Πόση υποκρισία και γελοιότητα σκόρπησε πάλι ο ελληνοχιτλερικός σχηματισμός των απογόνων του Παπαδόπουλου, που ως γνωστόν έχτισε πρώτος βίλα μέσα στο δρυμό της Πάρνηθας και αποτέλεσε την αφορμή για όλη την μετέπειτα καταστροφή του δάσους.

Την ώρα της καταστροφής οι πατριώτες δεν κάνουν παρελάσεις, παίρνουν ο καθένας ένα κουβά και σβήνουν τις φλόγες και δεν τσακώνονται σε στυλ «βαστάτε με ρε μη σβήσω καμιά φωτιά».

Μια ματιά μόνο στο κοντινό παρελθόν το βράδυ που κάηκε η Πάρνηθα ίσως πείσει και τους πλέον κακόπιστους για το τι κρύβουν οι στρατιωτικές φάλαγγες με το «φιλάνθρωπο» προσωπείο και κυρίως τι σημαίνει στ’ αλήθεια αλληλεγγύη και οδύνη για την καταστροφή της φύσης και τι σημαίνει άλλο ένα εθνικιστικό σόου.

Ιούνιος του 2007 και από ένα σπινθήρα σε κολώνα της ΔΕΗ ανάβει μια φωτιά που χάρη στο «στρατηγό» άνεμο και χάρη στην ανυπαρξία πρόληψης και την αδυναμία συντονισμού και κατάσβεσης καίγεται η Πάρνηθα. Το υπό διωγμό Indymedia εκείνο το βράδυ προσπαθεί να συμβάλλει στην κατάσβεση με πληροφορίες αλλά και με οδηγίες για όσους μπορούσαν να πάνε να βοηθήσουν στο μέτωπο της φωτιάς.

Ήδη λίγους μόνο μήνες πριν οι αναρχικοί σε δελτίο τους έγραφαν: «Πολύ κοντά στην Αθήνα υψώνεται το κατάφυτο ορεινό συγκρότημα της Πάρνηθας που, απροστάτευτο απέναντι στους σχεδιασμούς των κρατιστών και τη βουλιμία των καπιταλιστών, περιμένει την καταστροφή του (…) Με τη φόρα που έχουν πάρει οι καπιταλιστές, αν δεν ανατραπεί η απάθεια και η αδιαφορία απέναντι στους σχεδιασμούς τους, η Πάρνηθα θα έχει την τύχη που είχαν και τα άλλα βουνά της Αττικής που υπέστησαν και εξακολουθούν να υφίστανται πλήθος ανεπανόρθωτων καταστροφών». 

Η χούντα ξεκίνησε να δίνει τις άδειες για την κατασκευή πολυτελών κατοικιών μέσα στο ελατοδάσος ενώ αυτό συστηματικά συνεχίστηκε και επί δημοκρατίας. Πάνω από 3000 στρέμματα είχαν παραχωρηθεί λίγο πριν την μεγάλη πυρκαγιά στα Τουριστικά Ακίνητα για διάφορες κατασκευές ενώ  είχε πραγματοποιηθεί μεγάλη πορεία από τους φίλους του βουνού ενάντια στην παραχώρηση (επί Σουφλιά-Καραμανλή). Η φωτιά «πρόλαβε» όμως και κατέκαψε πάνω από 25000 στρέμματα δάσους.

Οι πολίτες δώσανε μάχη εκείνο το βράδυ χωρίς στολές χωρίς κάμερες και χωρίς απειλές. Πιτσιρικάδες αναρχικοί, αντεξουσιαστές, αριστεροί, δεξιοί ακόμα και μετανάστες που βρέθηκαν εκεί με καλέσματα ή και με δική τους πρωτοβουλία προσπάθησαν να περιορίσουν το κακό.

Μόλις η φωτιά έσβησε άρχισαν νέες κινητοποιήσεις ενάντια στα σχεδιαζόμενα οικιστικά εγκλήματα, συναυλίες και πορείες ενώ μια από τις πορείες αυτές στα καμένα κυνηγήθηκε από ΜΑΤ, έγιναν αναίτιες συλλήψεις πολιτών που σύρθηκαν σε δίκες (για να αθωωθούν αργότερα).

Περιβαλλοντικοί σύλλογοι, οργανώσεις επιστημονικοί φορείς και μεμονωμένοι πολίτες παλεύουν μέχρι σήμερα να κρατήσουν «όρθιο» και κυρίως πράσινο το βουνό. Προσπαθούν και παλεύουν να κρατήσουν ανέπαφο τον λιγοστό οικολογικό πλούτο που έχει απομείνει στη χώρα της αυθαίρετης δόμησης.

Η φωτιά στο Μαρκόπουλο ευτυχώς έσβησε χωρίς τις άχρηστες φάλαγγες των χρυσαυγιτών που βρήκαν πάλι «ευκαιρία» μέσα στην απόγνωση των κατοίκων για να
χτυπήσουν ψηφαλάκια με ψευτοστρατιωτικές μαγκιές.

**Η Άντα Ψαρρά είναι συντάκτρια της Εφημερίδας των Συντακτών

πηγη :tvxs.gr/node/134874

πηγη:tvxs.gr/node/134873

 

 

Τι είναι ο κομμουναλισμός; Η δημοκρατική διάσταση του αναρχισμού **

Εκτυπώσιμη μορφή

Murray Bookchin*

 

Σύνοψη

Η δημοκρατία δεν είναι μια μορφή «διακυβέρνησης», αλλά η αυτο-διεύθυνση της κοινωνίας μέσα από συνελεύσεις πρόσωπο με πρόσωπο. Αυτό σημαίνει ότι οι προτάσεις για τη λήψη των αποφάσεων με ομοφωνία, ουσιαστικά, αντιπροσωπεύουν την ατομικιστική αλτερνατίβα στη δημοκρατία και προϋποθέτουν ένα είδος ομοιομορφίας και ψυχολογικής ομοιογένειας που αποκλείει την ατομική διαφορετικότητα, η οποία συνιστά τη βάση μιας ελεύθερης κοινωνίας. Η δημοκρατία είναι η πολιτική διάσταση του αναρχισμού και ο κομμουναλισμός είναι η πολιτική που στοχεύει στη διαδικασία δημιουργίας ενεργών πολιτών και αυθεντικών κοινοτήτων που συνδέονται μεταξύ τους μέσα από συνομοσπονδίες οι οποίες, τελικά, θα μπορούσαν ν’ αμφισβητήσουν την ύπαρξη του κράτους.

Αυτονομία ή ελευθερία;

Σπάνια λέξεις, κοινωνικά σημαντικές, υπήρξαν περισσότερο θολές και απογυμνωμένες από το ιστορικό τους νόημα απ’ όσο σήμερα. Συχνά λησμονείται ότι πριν από δυο αιώνες η «δημοκρατία» αποδοκιμαζόταν από τους μοναρχικούς και τους ρεπουμπλικάνους (οπαδοί του αβασίλευτου κοινοβουλευτισμού – σ.τ.μ.) ως «εξουσία του όχλου». Σήμερα, η δημοκρατία χαιρετίζεται ως «αντιπροσωπευτική δημοκρατία», ένα οξύμωρο που δεν αναφέρεται σε τίποτα περισσότερο από μια κοινοβουλευτική ολιγαρχία των λίγων εκλεκτών που αντιπροσωπεύουν δήθεν τους ανίσχυρους πολλούς.

Ο «κομμουνισμός», από την πλευρά του, αναφερόταν κάποτε σε μια συνεργατική αλληλεγγύη, της οποίας η ηθική βάση θα βρισκόταν στον αμοιβαίο σεβασμό και σε μια οικονομία στα πλαίσια της οποίας ο καθένας/καθεμία θα προσέφερε κοινωνική εργασία ανάλογα με τις δυνατότητες του/της και θα προμηθευόταν τα προς το ζην ανάλογα με τις ανάγκες του/της. Σήμερα, ο κομμουνισμός συνδέεται με τα σταλινικά γκούλαγκ και απορρίπτεται στο σύνολο του ως ολοκληρωτικός. Ο ξάδελφος του, ο «σοσιαλισμός» – που σήμαινε κάποτε μια πολιτικά ελεύθερη κοινωνία, βασισμένη σε ποικίλες μορφές κολλεκτιβισμού και σε δίκαιες υλικές αποδοχές για την εργασία – είναι αυτή τη στιγμή ταυτόσημος μ’ έναν κάπως ουμανιστικό αστικό φιλελευθερισμό.

Κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, καθώς το σύνολο του κοινωνικού και του πολιτικού φάσματος μετακινήθηκε ιδεολογικά προς τα δεξιά, ο ορισμός του ίδιου του αναρχισμού» δεν έμεινε αναλλοίωτος. Στον αγγλο-αμερικανικό χώρο, ο αναρχισμός απογυμνώνεται από το κοινωνικό ιδεώδες του δίνοντας έμφαση στην προσωπική αυτονομία, μια έμφαση που του αφαιρεί την ιστορική του ζωτικότητα. Ένας στιρνερικός* ατομικισμός – που υποστηρίζει αλλαγές στον τρόπο ζωής, καλλιεργεί πρότυπα εκκεντρικής συμπεριφοράς και ασπάζεται ακόμη ένα φανερό μυστικισμό – κυριαρχεί ολοένα και περισσότερο. Αυτός ο ατομικιστικός «αναρχισμός του τρόπου ζωής» διαβρώνει σταθερά το σοσιαλιστικό πυρήνα των αναρχικών αντιλήψεων για την ελευθερία.

Επιτρέψτε μου να τονίσω ότι στη βρετανική και στην αμερικανική παράδοση, οι όροι αυτονομία και ελευθερία δεν είναι ισοδύναμοι. Επιμένοντας στην ανάγκη να απαλείψει την κυριαρχία σε προσωπικό επίπεδο, η αυτονομία επικεντρώνεται στο άτομο θεωρώντας το ως το βασικό συστατικό και το κέντρο της κοινωνίας. Αντίθετα, ο όρος «ελευθερία», παρά κάποιες χαλαρότερες χρήσεις του, σημαίνει την απουσία κυριαρχίας μέσα στην κοινωνία της οποίας μέλος αποτελεί το άτομο. Η αντίθεση αυτή γίνεται ιδιαίτερα σημαντική, όταν ατομικιστές αναρχικοί εξισώνουν τον κολλεκτιβισμό ως τέτοιον με την τυραννία της κοινότητας επί των μελών της.

Σήμερα, εάν μια θεωρητικός του αναρχισμού όπως η L. Susan Brown μπορεί να ισχυρίζεται ότι «μια ομάδα αποτελεί μια συνάθροιση ατόμων, τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο», εδραιώνοντας έτσι τον αναρχισμό στην αφηρημένη έννοια του ατόμου, έχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε. Η ιδέα βέβαια αυτή δεν είναι καινούργια στον αναρχισμό. Διάφοροι ιστορικοί του αναρχισμού την περιγράφουν ως υπόρρητη στην ελευθεριακή προσέγγιση. Έτσι, το άτομο εμφανίζεται ab nονο προικισμένο με φυσικά δικαιώματα και χωρίς τις ρίζες του στην κοινωνία ή στην ιστορική ανάπτυξη1.

Αλλά από πού προκύπτει αυτό το «αυτόνομο» άτομο; Ποια είναι η βάση των «φυσικών δικαιωμάτων» του, πέρα από την a prior πρόταση και τη θολή διαίσθηση; Τι ρόλο παίζει η ιστορική ανάπτυξη στη διαμόρφωσή του; Ποιες κοινωνικές προϋποθέσεις το γεννούν, το συντηρούν και το θρέφουν; Πώς μπορεί μια «συνάθροιση ατόμων» να αυτο-θεσμισθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να δημιουργήσει κάτι περισσότερο από μια αυτονομία που συνίσταται απλώς στην αποτροπή της προσβολής των «ελευθεριών» των άλλων – ή στην «αρνητική ελευθερία», όπως την αποκάλεσε ο Isaiah Berlin σε αντίθεση προς τη «θετική ελευθερία», που είναι η ουσιαστική ελευθερία και που στη δική μας περίπτωση είναι δομημένη με σοσιαλιστικές αρχές;

Στην ιστορία των ιδεών, η «αυτονομία», αναφερόμενη αυστηρά στην προσωπική «αυτο- εξουσία», έφθασε στο απόγειο της στην περίοδο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με τη λατρεία για τη Libertas. Κατά την περίοδο της εξουσίας του Ιούλιου Κλαύδιου Καίσαρα, ο ρωμαίος πολίτης απολάμβανε ένα μεγάλο βαθμό αυτονομίας ώστε να ικανοποιεί τις προσωπικές του επιθυμίες – και τα σαρκικά πάθη του – χωρίς να αποθαρρύνεται από καμία εξουσία, υπό τον όρο ότι δε θα παρενέβαλε εμπόδιο στην κρατική μακαριότητα. Στην περισσότερο αναπτυγμένη σε θεωρητικό επίπεδο φιλελεύθερη παράδοση του John Locke και του John Stuart Mill, η αυτονομία απέκτησε μια πιο διευρυμένη έννοια που αντιτέθηκε ιδεολογικά στην υπέρμετρη κρατική εξουσία. Κατά το 19ο αιώνα, εάν υπήρξε κάποιο γνωστικό αντικείμενο που κέρδισε το ενδιαφέρον των κλασικών φιλελευθέρων, αυτό ήταν η πολιτική οικονομία, την οποία συχνά αντιλαμβάνονταν όχι μόνο ως μελέτη των αγαθών και των υπηρεσιών, αλλά και ως σύστημα ηθικής. Πράγματι, η φιλελεύθερη σκέψη υποβίβασε γενικά το κοινωνικό σε οικονομικό. Στην υπερβολική κρατική εξουσία αντιτάχθηκε μια υποτιθέμενη οικονομική αυτονομία. Κατά ειρωνικό τρόπο, οι φιλελεύθεροι συχνά επικαλούνταν τη λέξη ελευθερία με την έννοια της «αυτονομίας», όπως κάνουν μέχρι σήμερα2.

Αλλά παρά τους ισχυρισμούς τους περί αυτονομίας και τη δυσπιστία προς την κρατική εξουσία, οι κλασικοί αυτοί φιλελεύθεροι στοχαστές δεν έμειναν συνεπείς σε τελική ανάλυση στην ιδέα ότι το άτομο είναι τελείως ελεύθερο από έννομη καθοδήγηση. Πράγματι, η ερμηνεία που δίνουν στην αυτονομία προϋπέθετε στην πραγματικότητα, πολύ καθαρά, ρυθμίσεις πέρα από το άτομο – δηλαδή τους νόμους της αγοράς. Παρά τα περί ατομικής αυτονομίας, οι νόμοι αυτοί συνθέτουν ένα σύστημα κοινωνικής οργάνωσης στο οποίο όλες οι «συναθροίσεις ατόμων» βρίσκονται υπό την κυριαρχία του περίφημου «αόρατου χεριού» του ανταγωνισμού. Κατά παράδοξο τρόπο, οι νόμοι της αγοράς υπερισχύουν της άσκησης της «ελεύθερης βούλησης» των ίδιων κυρίαρχων ατόμων, που κατά τ’ άλλα συνιστούν τη «συνάθροιση ατόμων».

Καμιά ορθολογικά δομημένη κοινωνία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς θεσμούς κι αν μια κοινωνία αναδυόταν ποτέ ως «συνάθροιση ατόμων, τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο», απλώς θα διαλυόταν. Μια τέτοια διάλυση, σίγουρα, δε θα γινόταν ποτέ στην πραγματικότητα. Οι φιλελεύθεροι, εντούτοις, μπορούν να παραμένουν προσκολλημένοι στην ιδέα της «ελεύθερης αγοράς» και του «ελεύθερου ανταγωνισμού» που καθοδηγούνται όμως από τους «αμείλικτους νόμους» της πολιτικής οικονομίας.

Εναλλακτικά, η ελευθερία (freedom), μια λέξη που έχει κοινές ετυμολογικές ρίζες με τη γερμανική λέξη Freiheit(για την οποία δεν υπάρχει ανάλογη λέξη στις λατινογενείς γλώσσες), έχει ως αφετηρία όχι το άτομο, άλλα την κοινότητα ή πιο πλατιά την κοινωνία. Στον προηγούμενο αιώνα και στις αρχές του δικού μας, καθώς οι μεγάλοι σοσιαλιστές θεωρητικοί επεξεργάστηκαν περαιτέρω τις ιδέες της ελευθερίας, το άτομο και η ανάπτυξή του συνυφάνθηκαν συνειδητά με την κοινωνική εξέλιξη – συγκεκριμένα, με τους θεσμούς που διαφοροποιούν την κοινωνία από τις απλές ομάδες ζώων.

Αυτό που έκανε την οπτική τους μοναδικά ηθική ήταν το γεγονός ότι ως κοινωνικοί επαναστάτες έθεσαν την ερώτηση-κλειδί: σε τι συνίσταται μια ορθολογική κοινωνία; Μια ερώτηση που καταργεί την κεντρική θέση της οικονομίας σε μια ελεύθερη κοινωνία. Εκεί όπου η φιλελεύθερη σκέψη υποβίβαζε γενικά το κοινωνικό σε οικονομικό, διάφορες μορφές σοσιαλισμού (εκτός από το μαρξισμό),, ανάμεσα στις οποίες ο Kropotkin χαρακτήρισε τον αναρχισμό ως την πιο «αριστερή», εξαφάνιζε το οικονομικό μέσα στο κοινωνικό3.

Στο 18ο και στο 19ο αιώνα, καθώς η σκέψη του Διαφωτισμού και τα παράγωγά της έφεραν την ιδέα της μεταβλητότητας των θεσμών στο προσκήνιο της κοινωνικής σκέψης, το άτομο επίσης έγινε αντιληπτό ως δεκτικό αλλαγής. Για τους σοσιαλιστές στοχαστές εκείνης της περιόδου, ο όρος «συνάθροιση» ήταν τελείως ακατάλληλος για να ορίσει την κοινωνία. Θεώρησαν σωστά ότι η ατομική ελευθερία είναι συνυφασμένη με την κοινωνική ελευθερία και όρισαν, πολύ χαρακτηριστικά, την ελευθερία (ως τέτοια) ως μία εξελικτική, όσο και ενοποιητική, έννοια.

Με λίγα λόγια, τόσο η κοινωνία όσο και το άτομο απέκτησαν ιστορική αξία (were historicized) με την καλύτερη δυνατή έννοια του όρου: ως μια αέναα αναπτυσσόμενη, αυτοενεργοποιούμενη και δημιουργική διαδικασία, στα πλαίσια της οποίας τόσο η κοινωνία όσο και το άτομο υπάρχουν το ένα μέσω του άλλου. Υπήρχε η ελπίδα ότι αυτή η απόδοση ιστορικής αξίας θα συνοδευόταν από διαρκώς διευρυνόμενα νέα δικαιώματα και διαρκώς διευρυνόμενες νέες υποχρεώσεις. Στην πραγματικότητα, το μότο της Πρώτης Διεθνούς ήταν η απαίτηση: «όχι δικαιώματα χωρίς υποχρεώσεις, όχι υποχρεώσεις χωρίς δικαιώματα» – μια απαίτηση που αργότερα εμφανίστηκε στις προμετωπίδες αναρχοσυνδικαλιστικών περιοδικών στην Ισπανία και αλλού κατά τον αιώνα μάς.

Συνεπώς, για τους κλασικούς σοσιαλιστές στοχαστές, το να αντιλαμβάνεται κάποιος/ κάποια το άτομο χωρίς την κοινωνία είχε τόσο νόημα όσο και το να αντιλαμβάνεται την κοινωνία χωρίς τα άτομα. Για τους συγγραφείς αυτούς στόχος ήταν η δημιουργία ορθολογικών θεσμών που θα ευνοούν το μεγαλύτερο βαθμό ελεύθερης έκφρασης σε κάθε πλευρά της κοινωνικής ζωής.

Η «τυραννία» της πλειοψηφίας έναντι της ομοφωνίας

Πρώτα απ’ όλα, ο ατομικισμός, όπως έγινε αντιληπτός από τον κλασικό φιλελευθερισμό, στηρίχτηκε σε μια φαντασίωση. Η προϋποτιθέμενη έννοια της κοινωνικής «νομιμότητας» που διατηρείται από τον ανταγωνισμό της αγοράς απείχε πολύ από το μύθο του ολοκληρωτικά κυρίαρχου, «αυτόνομου» ατόμου. Με ακόμη λιγότερες προϋποτιθέμενες έννοιες να τη στηρίξουν, η αξιολύπητα φτωχή, σε θεωρητικό επίπεδο, δουλειά του Max Stirner αποδεχόταν έναν παρόμοιο διαχωρισμό: τον ιδεολογικό διαχωρισμό μεταξύ του εγώ και της κοινωνίας.

Το κεντρικό θέμα που αποκαλύπτει αυτόν το διαχωρισμό – στην πραγματικότητα, αυτή την αντίφαση – είναι το ζήτημα της δημοκρατίας. Λέγοντας δημοκρατία δεν εννοώ φυσικά μια κάποια μορφή «αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης», αλλά αντίθετα την πρόσωπο με πρόσωπο δημοκρατία. Όπως τη χρησιμοποιώ, η δημοκρατία, αναφερόμενη στις ρίζες της στην κλασική Αθήνα, είναι η ιδέα της άμεσης διαχείρισης της πόλεως από λαϊκές συνελεύσεις των πολιτών της. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι παραβλέπω το γεγονός ότι η αθηναϊκή δημοκρατία κηλιδώθηκε από την πατριαρχία, τη δουλεία, την ταξική κυριαρχία και από τον περιορισμό της αναγνώρισης της ιδιότητας του πολίτη μόνο σε άνδρες γνήσιας αθηναϊκής καταγωγής. Αναφέρομαι σε μια αναδυόμενη παράδοση θεσμικών δομών, όχι σ’ ένα κοινωνικό «μοντέλο»4. Ύστερα από αυτό, θα μπορούσαμε να ορίσουμε τη δημοκρατία γενικά ως την άμεση διεύθυνση της κοινωνίας σε συνελεύσεις πρόσωπο με πρόσωπο – στις οποίες η πολιτική διαμορφώνεται από τους/τις κάτοικους – πολίτες και η διαχείριση εκτελείται από εξουσιοδοτημένα συμβούλια εντολοδόχων.

Συχνά οι ελευθεριακοί θεωρούν τη δημοκρατία, ακόμα και με αυτή την έννοια, ως μια μορφή «εξουσίας» – από τη στιγμή που στη λήψη των αποφάσεων επικρατεί μια άποψη της πλειοψηφίας και κατά συνέπεια η τελευταία «εξουσιάζει» τη μειοψηφία. Υποστηρίζουν λοιπόν ότι ως τέτοια η δημοκρατία είναι ασύμβατη μ’ ένα πραγματικά ελευθεριακό ιδανικό. Ακόμα κι ένας τόσο μορφωμένος_ιστορικός του αναρχισμού όπως ο Peter Marshall παρατηρεί ότι για τους αναρχικούς «η πλειοψηφία δεν έχει κανένα δικαίωμα παραπάνω να επιβάλλεται στη μειοψηφία από όσο έχει η μειοψηφία να επιβάλλεται στην πλειοψηφία»5. Διάφοροι ελευθεριακοί έχουν επαναλάβει κατά καιρούς την ίδια ιδέα.

Αυτό που κάνει εντύπωση σε διατυπώσεις όπως αυτή του Marshall είναι η χρήση μιας γλώσσας με μεγάλο βαθμό προκατάληψης. Φαίνεται ότι οι πλειοψηφίες ούτε «αποφασίζουν» ούτε «συζητούν». Αντίθετα, «εξουσιάζουν», «επιβάλλουν», «διατάζουν», «πιέζουν» κ.τ.λ. Θα μπορούσε να θέσει κάποιος/α το λογικό ερώτημα εάν μια ελεύθερη κοινωνία, που όχι μόνο θα επέτρεπε, αλλά και θα ενθάρρυνε το μεγαλύτερο βαθμό διαφωνίας, που τα βήματα των συνελεύσεών της και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας της θα ήταν ανοιχτά στην πληρέστερη έκφραση όλων των αντιλήψεων και που οι θεσμοί της θα ήταν πραγματικά φόρουμ συζήτησης, θα «επιβαλλόταν» σε οποιονδήποτε/οποιαδήποτε, όταν θα έπρεπε να πάρει μια απόφαση που θα αφορούσε το κοινωνικό καλό.

Πώς θα μπορούσε λοιπόν η κοινωνία να πάρει δυναμικές συλλογικές αποφάσεις για τα δημόσια θέματα, πέρα απλώς από τη σύναψη συμβολαίων μεταξύ ατόμων; Η μόνη συλλογική πρακτική που προβάλλεται συνήθως ως εναλλακτική της λήψης αποφάσεων κατά πλειοψηφία είναι η πρακτική της ομοφωνίας. Στην πραγματικότητα, η ομοφωνία έχει καλυφθεί με μυστήριο από δεδηλωμένους «αναρχικούς οπαδούς του πρωτόγονου» (anarcho-primitivists), που θεωρούν ότι η Εποχή των Παγετώνων και οι σύγχρονοι «πρωτόγονοι» ή «αρχέγονοι» λαοί αποτελούν το μεγαλύτερο ανθρώπινο, κοινωνικό και ψυχικό επίτευγμα. Δεν αρνούμαι ότι η ομοφωνία μπορεί να είναι κατάλληλος τρόπος λήψης αποφάσεων σε μικρές ομάδες των οποίων τα μέλη είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους. Αλλά, εξετάζοντας την ομοφωνία με πρακτικούς όρους, η πείρα μού έχει δείξει ότι, όταν μεγαλύτερες ομάδες προσπαθούν να πάρουν αποφάσεις με ομοφωνία, υποχρεώνονται να υιοθετήσουν το χαμηλότερο κοινό διανοητικό παρονομαστή στις αποφάσεις τους: υιοθετείται η λιγότερο αμφιλεγόμενη ή ακόμη και η πιο μέτρια απόφαση που μια πολυάριθμη συνέλευση ανθρώπων μπορεί να επιτύχει, ακριβώς επειδή όλοι πρέπει να είναι σύμφωνοι με αυτήν, διαφορετικά, όσοι διαφωνούν θα πρέπει να αποχωρήσουν από την ψηφοφορία για το συγκεκριμένο ζήτημα. Και το πιο ανησυχητικό είναι το ότι, όπως έχω διαπιστώσει, [η ομοφωνία] επιτρέπει την ανάπτυξη επιβλαβών εξουσιαστικών τάσεων καθώς και απεχθών χειραγωγήσεων, ακόμη κι όταν χρησιμοποιείται στο όνομα της αυτονομίας ή της ελευθερίας.

Ας πάρουμε για παράδειγμα μια πολύ χαρακτηριστική περίπτωση: το μεγαλύτερο βασισμένο στην ομοφωνία κίνημα (στο οποίο συμμετείχαν χιλιάδες άνθρωποι) στο πρόσφατο παρελθόν στις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρξε η Συμμαχία Clamshell (Clamshell Alliance) , που σχηματίστηκε για να αντιτεθεί στην κατασκευή του πυρηνικού αντιδραστήρα του Seabrook στα μέσα της δεκαετίας του 1970 στην πολιτεία New Hampshire. Στην πρόσφατη μελέτη της για το κίνημα, η Barbara Epstein αποκάλεσε το Clamshell «την πρώτη προσπάθεια στην αμερικανική ιστορία να βασιστεί ένα μαζικό κίνημα στη μη βίαιη άμεση δράση», πέρα από το κίνημα πολιτικών δικαιωμάτων στη δεκαετία του 1960. Ως αποτέλεσμα της προφανούς οργανωτικής επιτυχίας του, πολλές άλλες περιφερειακές συμμαχίες εναντίον των πυρηνικών αντιδραστήρων σχηματίστηκαν κατά μήκος των Ηνωμένων Πολιτειών.

Μπορώ προσωπικά να επιβεβαιώσω το γεγονός ότι στην πραγματικότητα, στα πλαίσια της Συμμαχίας Clamshell, η ομοφωνία προωθούνταν από συχνά κυνικούς κουέκερς και από μέλη μιας αμφίβολης «αναρχικής» κοινότητας που βρισκόταν στο Μοntague της Μασαχουσέτης. Αυτή η μικρή, με στενούς δεσμούς φράξια, ενωμένη γύρω από τις κρυφές επιδιώξεις της, μπορούσε να χειραγωγεί πολλά μέλη της Συμμαχίας χαλιναγωγώντας την καλή τους θέληση και τον ιδεαλισμό τους σ’ αυτές τις οπορτουνιστικές επιδιώξεις. Οι de facto ηγέτες της Συμμαχίας καταπατούσαν τα δικαιώματα και τα ιδανικά των αναρίθμητων ατόμων που συμμετείχαν σ’ αυτή και υποβάθμιζαν το ηθικό και τη θέλησή τους.

Προκειμένου αυτή η κλίκα να επιτυγχάνει καθολική ομοφωνία σε μια απόφαση, οι διαφωνούντες αναγκάζονταν συχνά με πλάγιους τρόπους και με ψυχολογική πίεση να αρνηθούν να ψηφίσουν σ’ ένα προβληματικό ζήτημα, αφού η διαφωνία τους θα ισοδυναμούσε ουσιαστικά με βέτο ενός ανθρώπου. Αυτή η πρακτική, που στις αμερικανικές διαδικασίες ομοφωνίας καλείται «παράμερη στάση» (standing aside), πολύ συχνά περιλάμβανε τον εκφοβισμό των διαφωνούντων, μέχρι που αυτοί να αποσύρονται τελείως από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, αντί να εκφράζουν με τίμιο και συνεχή τρόπο τη διαφωνία τους ψηφίζοντας, έστω και ως μειοψηφία, σύμφωνα με τις απόψεις τους. Έχοντας αποσυρθεί, παύουν να αποτελούν πολιτικά όντα – έτσι ώστε να γίνει εφικτή η λήψη μιας «απόφασης». Περισσότερες από μία «αποφάσεις» στη Συμμαχία Clamshell πάρθηκαν ύστερα από άσκηση πίεσης στους διαφωνούντες να σιωπήσουν. Μέσω μιας σειράς από τέτοιους εκφοβισμούς, η «ομοφωνία» επιτυγχανόταν τελικά μόνο αφού τα διαφωνούντα μέλη εκμηδένιζαν το ρόλο τους ως συμμετέχοντες στη διαδικασία.

Σε πιο θεωρητικό επίπεδο, η ομοφωνία φίμωνε την πιο ζωτική πλευρά του διαλόγου, τη διαφωνία. Η συνεχόμενη διαφωνία, ο παθιασμένος διάλογος, που εξακολουθεί να επιμένει ακόμη και αφού η μειοψηφία συμβιβαστεί προσωρινά με μια απόφαση της πλειοψηφίας, είχε αντικατασταθεί στη Συμμαχία Clamshell από βαρετούς μονολόγους και από τον, μη δεκτικό αντίκρουσης, απονεκρωτικό τόνο της ομοφωνίας. Στην πλειοψηφική διαδικασία λήψης αποφάσεων, η νικημένη μειοψηφία μπορεί να αποφασίσει να ανατρέψει μια απόφαση στην οποία ηττήθηκε – είναι ελεύθερη να διατυπώνει με φανερό και επίμονο τρόπο ορθολογικές και δυνάμει πειστικές διαφωνίες. Η ομοφωνία απ’ την πλευρά της δεν τιμά καμιά μειοψηφία, αλλά τις φιμώνει για χάρη του μεταφυσικού «ενός» της «ομοφωνίας» της ομάδας.

Ο δημιουργικός ρόλος της διαφωνίας, πολύτιμος ως ένα διαρκές δημοκρατικό φαινόμενο, τείνει να χαθεί σε μια γκρίζα ομοιομορφία, που απαιτείται από την ομοφωνία. Οποιοδήποτε ελευθεριακό σώμα ιδεών που στοχεύει στην κατάλυση της ιεραρχίας, των τάξεων, της κυριαρχίας και της εκμετάλλευσης, επιτρέποντας ακόμη και στη «μειοψηφία του ενός» του Marshall να σταματήσει τη λήψη μιας απόφασης από την πλειοψηφία της κοινότητας, στην πραγματικότητα περιφερειακών και εθνικών συνομοσπονδιών, θα μετατρεπόταν ουσιαστικά σε μια «γενική βούληση» του Rousseau μέσα σ’ έναν εφιαλτικό κόσμο διανοητικού και φυσικού κομφορμισμού. Σε πιο άγριες εποχές, θα μπορούσε εύκολα «να αναγκάσει τους ανθρώπους να είναι ελεύθεροι», όπως το έθεσε ο Rousseau και όπως οι γιακωβίνοι έκαναν έμπρακτα στα 1793-94.

Οι de facto ηγέτες της Συμμαχίας μπορούσαν να συμπεριφέρονται κατά τέτοιο τρόπο ακριβώς επειδή η Συμμαχία δεν ήταν επαρκώς οργανωμένη και δημοκρατικά δομημένη, ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει τη χειραγώγηση από μια μικρή, καλά οργανωμένη ομάδα. Οι de facto ηγέτες δεν υπόκεινταν σε οποιεσδήποτε δομές ελέγχου της υπευθυνότητας των πράξεών τους. Μόνο ένα μέρος της ευκολίας με την οποία μπορούσαν να χρησιμοποιούν πονηρά τη λήψη αποφάσεων με ομοφωνία για τους δικούς τους σκοπούς έχει αναφερθεί σε μελέτες6.

Στο τέλος οι πρακτικές της ομοφωνίας, με τη «δημοκρατία της αρετής» του Rousseau, έκαναν αυτή τη μεγάλη και συναρπαστική οργάνωση να ναυαγήσει. Θα μπορούσα να προσθέσω ότι μια επιπλέον αιτία καταστροφής της υπήρξε η οργανωτική ελαστικότητα, που επέτρεπε στον οποιονδήποτε περαστικό να συμμετέχει στη λήψη των αποφάσεων και να αποσυνθέτει μ’ αυτόν τον τρόπο την οργάνωση σε βαθμό που να την καθιστά ασπόνδυλη. Τόσο εγώ όσο και πολλοί νεαροί αναρχικοί από το Vermont, που είχαν συμμετάσχει στη Συμμαχία για κάμποσα χρόνια, είχαμε πολλούς λόγους να φθάσουμε στο σημείο να θεωρούμε την ομοφωνία ανάθεμα.

Εάν η ομοφωνία μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς τον καταναγκασμό των διαφωνούντων, πράγμα που είναι εφικτό σε μικρές ομάδες, ποιος θα μπορούσε να έχει αντίρρηση γι’ αυτήν ως διαδικασία λήψης αποφάσεων; Το να υποβιβάζεις όμως ένα ελευθεριακό ιδανικό στο άνευ όρων δικαίωμα μιας μειοψηφίας (ας αφήσουμε κατά μέρος τη «μειοψηφία του ενός») να ακυρώσει μια απόφαση που έχει παρθεί από μια «συνάθροιση ατόμων» σημαίνει ότι πνίγεις τη διαλεκτική των ιδεών που ευδοκιμεί στην αντίθεση, στην αντιπαράθεση, και, ναι, σε αποφάσεις στις οποίες όχι μόνο δεν χρειάζεται να συμφωνούν όλοι, αλλά στις οποίες δε θα πρέπει να συμφωνούν όλοι. Διαφορετικά, η κοινωνία μετατρέπεται σ’ ένα ιδεολογικό νεκροταφείο. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι θα πρέπει να στερείται από τους διαφωνούντες κάθε δυνατή ευκαιρία να αντιστρέψουν τις αποφάσεις της πλειοψηφίας με τη συνεχή συζήτηση και υποστήριξη των θέσεών τους.

δημοκρατία: η πολιτική διάσταση του αναρχισμού

Αναφέρθηκα εκτενώς στην ομοφωνία, επειδή αποτελεί τη συνήθη ατομικιστική πρόταση που προβάλλεται ως εναλλακτική της δημοκρατίας. Συχνά μάλιστα αντιπαρατίθεται ως «άρνηση της εξουσίας» – ή ως άνευ στόχου μορφή προσωπικής αυτονομίας – στην «εξουσία» της πλειοψηφίας. Κατά την άποψή μου, επειδή οι ελευθεριακές ιδέες στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Βρετανία καταφάσκουν με αυξανόμενο ρυθμό την προσωπική αυτονομία, το χάσμα ανάμεσα στον ατομικισμό και στον αντικρατικό κολλεκτιβισμό καθίσταται αγεφύρωτο. Ένας προσωπικός αναρχισμός έχει ριζώσει βαθιά ανάμεσα στους νέους σήμερα. Επιπλέον, χρησιμοποιούν διαρκώς περισσότερο τη λέξη «αναρχία», για να εκφράσουν όχι μόνο μια ατομικιστική στάση, αλλά κι ένα ανορθολογικό, μυστικιστικό, αντιτεχνολογικό και αντιπολιτιστικό σώμα ιδεών, πράγμα που δεν επιτρέπει στους αναρχικούς που εδράζουν τις ιδέες τους στο σοσιαλισμό να αυτοχαρακτηρίζονται με τη λέξη «αναρχικός» χωρίς ένα ποιοτικό επίθετο να τη συνοδεύει. Ένας από τους πιο άξιους και αφοσιωμένους αμερικανούς συντρόφους, ο Haward Erlich, χρησιμοποιεί τον όρο «κοινωνικός αναρχισμός» (social anarchism) ως τίτλο του περιοδικού του, προφανώς για να διαχωρίσει τις ιδέες του από έναν αναρχισμό που εδράζεται ιδεολογικά στο φιλελευθερισμό και πιθανόν και σε χειρότερα πράγματα.

Θα ήθελα να παρατηρήσω ότι χρειάζονται πολύ περισσότερα από ένα ποιοτικό επίθετο, εάν πρόκειται να επεξεργαστούμε με πιο ευρύ τρόπο την αντίληψή μας για την ελευθερία. Θα ήταν πράγματι δυστύχημα, εάν οι αναρχικοί ήταν σήμερα αναγκασμένοι να εξηγήσουν διεξοδικά ότι πιστεύουν στην κοινωνία και όχι σε μια απλή συνάθροιση ατόμων! Πριν από έναν αιώνα, αυτή η πίστη αποτελούσε προϋπόθεση. Σήμερα, ο κλασικός αναρχισμός έχει απογυμνωθεί τόσο πολύ από την κολλεκτιβιστική ουσία του, που τείνει να γίνει απλώς να στάδιο στην προσωπική ζωή των εφήβων και φαντασιοπληξία για τους μεσήλικους μέντορες τους, ένας δρόμος για την «αυτοπραγμάτωση» και το ψεύτικα «ριζοσπαστικό» -ισοδύναμο της ομαδικής ψυχοθεραπείας.

Σήμερα, πρέπει να υπάρχει μια θέση στο πολιτικό φάσμα, όπου ένα σώμα αντιεξουσιαστικής σκέψης, που προωθεί τον οδυνηρό αγώνα της ανθρωπότητας να φθάσει στην πραγματοποίηση της αυθεντικής κοινωνικής ζωής της – την περίφημη Κομμούνα των κομμούνων» (Commune of communes) -, να μπορεί να διατυπώνεται -σαφώς τόσο σε θεσμικό όσο και ιδεολογικό επίπεδο. Πρέπει να υπάρχει ένα μέσο με το οποίο να μπορούν οι με κοινωνικό προβληματισμό αντιεξουσιαστές να αναπτύξουν ένα πρόγραμμα και μια πρακτική για να αποπειραθούν να αλλάξουν τον κόσμο, όχι απλώς τις ψυχές τους. Πρέπει να υπάρχει μια αρένα για μάχη που να μπορεί να κινητοποιήσει τους ανθρώπους, να τους βοηθήσει να αυτο-εκπαιδευτούν και να αναπτύξουν μια αντιεξουσιαστική πολιτική – για να χρησιμοποιήσω τη λέξη στην

κλασική της σημασία – που να μπορεί πράγματι να αντιτάξει ένα νέο δημόσιο χώρο ενάντια στο κράτος και τον καπιταλισμό.

Με λίγα λόγια, πρέπει να αποκαταστήσουμε όχι μόνο τη σοσιαλιστική, αλλά και την πολιτική διάσταση του αναρχισμού: τη δημοκρατία. Χωρίς τη δημοκρατική του διάσταση και χωρίς τον κοινοτικό δημόσιο χώρο, ο αναρχισμός μπορεί πράγματι να σημαίνει μια «συνάθροιση ατόμων, τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο». Ακόμη κι ο αναρχοκομμουνισμός, αν και αποτελεί τον κατά πολύ προτιμότερο επιθετικό προσδιορισμό του ελευθεριακού ιδεώδους, παρ’ όλ’ αυτά διατηρεί ένα δομικό κενό που δε μας λέει τίποτα σχετικά με τους θεσμούς που είναι απαραίτητοι προκειμένου να διευκολυνθεί η κομμουνιστική διανομή των αγαθών. Διακηρύσσει έναν ευρύ στόχο, ένα desideratum – το οποίο έγινε δυστυχώς τρομερά θολό με τη συσχέτιση του «κομμουνισμού» με τον μπολσεβικισμό και το κράτος -, αλλά ο δημόσιος χώρος του και οι θεσμικές του δομές παραμένουν ασαφείς στην καλύτερη περίπτωση και δεκτικές ενός στίγματος ολοκληρωτισμού στη χειρότερη.

Θα ήθελα να προτείνω ότι η δημοκρατική και δυνάμει πρακτική διάσταση του ελευθεριακού σκοπού θα μπορούσε να βρει έκφραση στον όρο «Κομμουναλισμός» (Communalism), ο οποίος, σε αντίθεση με πολιτικούς όρους που κάποτε υποστήριζαν σαφώς μια ριζοσπαστική κοινωνική αλλαγή, δεν έχει κηλιδωθεί ιστορικά. Ακόμα και ορισμοί του Κομμουναλισμού σε συμβατικά λεξικά συλλαμβάνουν σε μεγάλο βαθμό το όραμα για μια «Κομμούνα των κομμούνων», που έχει χαθεί από τις σύγχρονες άγγλο-αμερικανικές τάσεις, που εξυμνούν την αναρχία ως «χάος», ως μυστικιστική «ενότητα» με τη «φύση», ως αυτο-ολοκλήρωση, ως «έκσταση», μα πάνω από όλα ως προσωπική7.

Ο κομμουναλισμός ορίζεται ως «η θεωρία ή το σύστημα διακυβέρνησης [sic] στο οποίο ουσιαστικά αυτόνομες [sic] τοπικές κοινότητες σχηματίζουν μια χαλαρή ομοσπονδία»8. Κανένα λεξικό της αγγλικής γλώσσας δεν έχει βέβαια ιδιαίτερα επεξεργασμένες πολιτικές απόψεις. Εδώ, η χρήση των όρων «διακυβέρνηση» και «αυτόνομες» δε μας δεσμεύουν με αποδοχή του κράτους και του τοπικισμού, ούτε βέβαια του ατομικισμού. Επιπλέον, ο όρος ομοσπονδία (Federation) είναι συχνά συνώνυμος με τον όρο «συνομοσπονδία» (con-federation), που τον θεωρώ ως πιο συμβατό με την ελευθεριακή παράδοση. Αυτό που αξίζει να παρατηρηθεί σχετικά μ’ αυτόν τον (έως τώρα) ακηλίδωτο όρο είναι η εκπληκτική εγγύτητά του με τον ελευθεριακό κοινοτισμό (Libertarian Municipalism), την πολιτική διάσταση της κοινωνικής οικολογίας, που έχω αναπτύξει σε άλλα γραπτά μου.

Ο κομμουναλισμός αποτελεί για τους ελευθεριακούς ένα διαθέσιμο όρο τον οποίο μπορούν να εμπλουτίσουν τόσο εμπειρικά όσο και θεωρητικά. Πιο συγκεκριμένα, ο όρος αυτός μπορεί να εκφράσει όχι μόνο σε τι είμαστε ενάντιοι, αλλά και τι υποστηρίζουμε, δηλαδή τη δημοκρατική διάσταση της ελευθεριακής σκέψης και μιας ελευθεριακής κοινωνίας Λυτός ο όρος παρέχει τις δυνατότητες για μια πρακτική που μπορεί να γκρεμίσει τους τοίχους της απομόνωσης που φυλακίζουν με αυξανόμενο ρυθμό τον αναρχισμό στον πολιτισμικό εξωτισμό και την ψυχολογική ενδοσκόπηση. Βρίσκεται (ο κομμουναλισμός) σε σαφή αντίθεση με τον αποπνικτικό ατομικισμό, που συνυπάρχει άνετα με τον αστικό εγωκεντρισμό και μ’ έναν ηθικό σχετικισμό που καθιστά οποιαδήποτε κοινωνική πράξη άσχετη, στην πραγματικότητα, χωρίς κανένα νόημα σε θεσμικό επίπεδο.

Είναι σημαντικό να τονίσω ότι ο Ελευθεριακός Κοινοτισμός (Libertarian Municipalism) ή ο Κομμουναλισμός – όπως τον αποκάλεσα εδώ – είναι μια αναπτυσσόμενη οπτική, μια πολιτική που στοχεύει να κατορθώσει τελικά την «Κομμούνα των κομμούνων». Ως τέτοιος, προσπαθεί να προσφέρει μια αμεσοδημοκρατική, ομοσπονδιακή επιλογή ως εναλλακτική στο κράτος και σε μια συγκεντρωτική, γραφειοκρατική κοινωνία. Το να αμφισβητεί κανείς/καμιά, όπως έχουν κάνει πολλοί φιλελεύθεροι και οικοσοσιαλιστές, τον ελευθεριακό κοινοτισμό στη βάση τού ότι το μέγεθος των υπαρχουσών αστικών οντοτήτων εγείρει ένα αξεπέραστο λογιστικό πρόβλημα σε σχέση με το κατά πόσο μπορεί να είναι επιτυχημένος ως πρακτική τον μετατρέπει σε μια σκακιστική «στρατηγική» και τον παγιδεύει μέσα στις δεδομένες συνθήκες της κοινωνίας, υπολογίζοντας «οφειλές» και «πιστώσεις» για να αποφασίσει για τις δυνατότητές του για «επιτυχία», «αποτελεσματικότητα», «υψηλά επίπεδα συμμετοχής» κ.τ.λ. Ο ελευθεριακός κοινοτισμός δεν είναι μια μορφή λογιστικού υπολογισμού των κοινωνικών συνθηκών όπως αυτές είναι, αλλά αντίθετα μια μετασχηματιστική διαδικασία που έχει ως στέρεο σημείο εκκίνησης αυτό που μπορεί να αλλάξει στις παρούσες συνθήκες για να κατορθώσει αυτό που πρέπει να είναι σε μια ορθολογική κοινωνία.

Ο ελευθεριακός κοινοτισμός είναι πάνω από όλα μια πολιτική, για να χρησιμοποιήσω τη λέξη με την αυθεντική ελληνική σημασία της, που εμπλέκεται στη διαδικασία αναδημιουργίας αυτού που τώρα αποκαλείται «σώμα ψηφοφόρων» ή «φορολογούμενοι» σ’ ενεργούς πολίτες και της αναδημιουργίας αυτών που τώρα είναι αστικά συνονθυλεύματα σε γνήσιες κοινότητες που να συνδέονται μεταξύ τους μέσω συνομοσπονδιών, οι οποίες θα αντιπαρατεθούν στο κράτος και θα αμφισβητήσουν τελικά την ύπαρξή του. Το να βλέπει κανείς/καμιά τον ελευθεριακό κοινοτισμό με άλλο τρόπο ισοδυναμεί με το να μετατρέπει αυτή την πολύπλευρη, εξελικτική ανάπτυξη σε μια καρικατούρα. Ούτε φυσικά είναι προορισμένος ο ελευθεριακός κοινοτισμός να αντικαταστήσει την αλληλοσυσχέτιση ως τέτοια – για τις οικογενειακές και οικονομικές απόψεις της ζωής -, χωρίς την οποία η ανθρώπινη ύπαρξη είναι αδύνατη σε οποιαδήποτε κοινωνία9.

Είναι αντίθετα μια οπτική και μια εξελισσόμενη πρακτική για την αποκατάσταση και τη διεύρυνση σε μια άγνωστη μέχρι σήμερα κλίμακα του παρακμάζοντος στην εποχή μας δημόσιου χώρου, στον οποίο εισέβαλε το κράτος και σε πολλές περιπτώσεις ουσιαστικά τον εξαφάνισε10. Εάν δεχτούμε το μεγάλο μέγεθος των δημοτικών και κοινοτικών οντοτήτων και την παρακμή του δημόσιου χώρου ως μη επιδεχόμενα αλλαγής δεδομένα, δεν έχουμε άλλη ελπίδα από το να δουλέψουμε με το δεδομένο σε κάθε χώρο της ανθρώπινης δραστηριότητας. Σ’ αυτή την περίπτωση, οι αναρχικοί/ες θα μπορούσαν άνετα να ενωθούν με τους σοσιαλδημοκράτες (όπως αρκετοί έχουν ήδη κάνει για ωφελιμιστικούς σκοπούς) και να δράσουν στο πλαίσιο του κρατικού μηχανισμού, της αγοράς και των εμπορευματικών σχέσεων απλώς για να τα τροποποιήσουν. Πράγματι, με βάση αυτή τη «λογική του κοινού νου», θα μπορούσαμε να βρούμε πολύ πιο δυνατά επιχειρήματα για τη διατήρηση του κράτους, της αγοράς, της χρήσης του χρήματος και των πολυεθνικών από ό, τι για την απλή αποκέντρωση των αστικών συνονθυλευμάτων. Στην πραγματικότητα, πολλά αστικά συνονθυλεύματα υποχωρούν κάτω από το βάρος του μεγέθους τους και αναδομούνται μπροστά στα μάτια μας σε πόλεις-δορυφόρους, έστω και αν οι πληθυσμοί τους και οι φυσικές δικαιοδοσίες τους εξακολουθούν να ομαδοποιούνται κάτω από το όνομα μιας και μόνο μητρόπολης.

Κατά περίεργο τρόπο, αρκετοί αναρχικοί/ες του «τρόπου ζωής» (life-style anarchists), οι οποίοι, όπως οι οραματιστές της Νέας Εποχής, έχουν μια αξιοθαύμαστη ικανότητα να φαντάζονται τα πάντα να αλλάζουν, τείνουν να εγείρουν ισχυρές ενστάσεις, όταν ζητείται από αυτούς/ές να αλλάξουν στην πραγματικότητα όλα τα χαρακτηριστικά της υπάρχουσας κοινωνίας – εκτός από το να καλλιεργούν περισσότερη «αυτοέκφραση», από το να έχουν περισσότερες μυστικιστικές φαντασιώσεις και από το να μετατρέπουν τον αναρχισμό σε μια μορφή τέχνης, αποσυρόμενοι/ες σε μια κατάσταση κοινωνικής βουβαμάρας. Όταν κριτικές του ελευθεριακού κοινοτισμού οικτίρουν τον απαγορευτικά μεγάλο αριθμό ανθρώπων που θα παρακολουθούσαν κοινοτικές ή δημοτικές συνελεύσεις ή θα λειτουργούσαν ως ενεργοί/ές συμμετέχοντες/ουσες σ’ αυτές – και αμφισβητούν το κατά πόσο τέτοιες συνελεύσεις μπορούν να είναι «πρακτικές» σε μεγάλες πόλεις, όπως η Νέα Υόρκη, η Πόλη του Μεξικού και το Τόκιο, μπορώ να απαντήσω ότι μια κομμουναλιστική προσέγγιση θέτει το ζήτημα εάν πράγματι μπορούμε να αλλάξουμε την υπάρχουσα κοινωνία και να κατορθώσουμε την «Κομμούνα των κομμούνων».

Εάν μια τέτοια κομμουναλιστική προσέγγιση φαίνεται τρομερά επώδυνη, δεν μπορώ παρά να υποπτευθώ ότι για τους/τις αναρχικούς/ές του «τρόπου ζωής» η μάχη είναι ήδη χαμένη. Από την πλευρά μου, εάν η αναρχία έφτανε στο σημείο να μη σημαίνει τίποτα περισσότερο από μια αισθητική «αυτοκαλλιέργειας», μια ερεθιστική ταραχώδη διαδήλωση, από κάποια γκράφιτι ή από ηρωικές προσωπικές ενέργειες που ωθούνται από ένα αυτοϊκανοποιούμενο «φαντασιακό», ελάχιστα κοινά σημεία θα είχα μ’ αυτήν. Η ατομικιστική εκκεντρικότητα έγινε πολύ της μόδας, όταν η αντικουλτούρα της δεκαετίας του ’60 μετατράπηκε στην κουλτούρα της Νέας Εποχής στη δεκαετία του ’70 – και έγινε μοντέλο για τους αστούς σχεδιαστές μόδας και τις μπουτίκ τους.

Κομμουναλιστική πολιτική

Ο αναρχισμός, σήμερα, οπισθοχωρεί. Εάν δεν κατορθώσουμε να επεξεργαστούμε τη δημοκρατική διάσταση του αναρχισμού, θα χάσουμε την ευκαιρία όχι μόνο να σχηματίσουμε ένα βιώσιμο κίνημα, αλλά και να προετοιμάσουμε τους ανθρώπους για μια επαναστατική κοινωνική πράξη στο μέλλον. Αλίμονο, γινόμαστε μάρτυρες της τρομακτικής αφυδάτωσης μιας σπουδαίας παράδοσης με τους νεο-καταστασιακούς, τους μηδενιστές, τους πρωτογονιστές, τους ανορθολογιστές, τους εχθρούς του πολιτισμού και τους ομολογούμενους «χαοτικούς», που απομονώνονται στο εγώ τους, υποβιβάζοντας οτιδήποτε έχει να κάνει με δημόσια πολιτική δραστηριότητα σε νεανικές φαιδρότητες.

Τίποτα από τα παραπάνω δεν αρνείται τη σπουδαιότητα μιας ελευθεριακής κουλτούρας, αισθητικής, παιγνιώδους και σε μεγάλο βαθμό εμπνευσμένης από τη φαντασία. Οι αναρχικοί του προηγούμενου αιώνα και μέρους του δικού μας ήταν δικαιολογημένα περήφανοι για το γεγονός ότι πολλοί εμπνευσμένοι καλλιτέχνες, ειδικά ζωγράφοι και λογοτέχνες, στρατεύθηκαν στις αναρχικές ιδέες της πραγματικότητας και της ηθικότητας. Αλλά, η συμπεριφορά που ρέπει προς τη μυστικοποίηση της εγκληματικότητας, της αντι-κοινωνικότητας, της διανοητικής ασυνέπειας, του αντιδιανοουμενισμού και της αταξίας ως αυτοσκοπών είναι απλώς λούμπεν. Τρέφεται από τα κατακάθια του ίδιου του καπιταλισμού.

Ανεξάρτητα από το πόσο μια τέτοια συμπεριφορά επικαλείται τα «δικαιώματα» του εγώ, καθώς καταλύει το πολιτικό μετατρέποντάς το σε προσωπικό ή καθώς διογκώνει το προσωπικό θεωρώντας το μια μεταφυσική κατηγορία, αποτελεί μια a priori αρχή με την έννοια ότι δεν έχει ούτε τις δυνατότητες να στηριχθεί σε κάτι άλλο εκτός από το πνεύμα. Όπως ο Bakunin και ο Kropotkin τόνισαν επανειλημμένα, η ατομικότητα δεν υπήρξε ποτέ χωριστά από την κοινωνία και η εξέλιξη του ατόμου συμβαδίζει με την εξέλιξη της κοινωνίας. Το να μιλάει κανείς για «Το Άτομο» ως διαχωρισμένο από τις κοινωνικές του ρίζες και τις κοινωνικές του περιπλοκές είναι τόσο κενό νοήματος όσο το να μιλάει κανείς για μια κοινωνία χωρίς ανθρώπους και θεσμούς. |

Απλώς και μόνο για να υπάρχουν, οι θεσμοί πρέπει να έχουν μορφή, όπως τόνισα πριν από τριάντα περίπου χρόνια στο δοκίμιο μου «Οι Μορφές της Ελευθερίας» (The Forms of Freedom), ώστε η ίδια η ελευθερία – τόσο η ατομική όσο και η κοινωνική – να μη χάσει τη δυνατότητα να ορισθεί. Οι θεσμοί πρέπει να καθίστανται λειτουργικοί, όχι αφηρημένοι σε καντιανές κατηγορίες, που πλέουν σ’ έναν αραιωμένο ακαδημαϊκό αέρα. Πρέπει να έχουν την απτότητα της δομής, ανεξάρτητα από το πόσο δυσάρεστος μπορεί να είναι ο όρος δομή για τους ατομικιστές ελευθεριακούς: συγκεκριμένα, πρέπει (οι θεσμοί) να παρέχουν τα μέσα, τις πολιτικές και την έμπρακτη πείρα ώστε να είναι δυνατή η λήψη αποφάσεων. Εκτός εάν υπάρχει τέτοια ψυχολογική ομογένεια και τα συμφέροντα της κοινωνίας είναι ενοποιημένα όσον αφορά στο χαρακτήρα τους, ώστε η διαφωνία να είναι κενή νοήματος, τότε πρέπει να υπάρχει χώρος για αντικρουόμενες προτάσεις, συζήτηση, ορθολογική επιχειρηματολογία και πλειοψηφικές αποφάσεις — με λίγα λόγια, δημοκρατία.

Είτε μας αρέσει είτε όχι, μια τέτοια δημοκρατία, εάν είναι ελευθεριακή, θα είναι κομμουναλιστική και θεσμισμένη με τέτοιον τρόπο, ώστε να είναι πρόσωπο με πρόσωπο, άμεση και από τη βάση, μια δημοκρατία που προωθεί τις ιδέες μας πέρα από την αρνητική στη θετική ελευθερία. Μια κομμουναλιστική δημοκρατία θα μας υποχρέωνε να δημιουργήσουμε ένα δημόσιο χώρο – και μια πολιτική, με την αθηναϊκή σημασία του όρου – που θα αναπτύσσεται σε ένταση και τελικά σε αποφασιστική αντιπαράθεση με το κράτος. Συνομοσπονδιακή, αντιιεραρχική και κολεκτιβιστική, βασισμένη στην κοινοτική διαχείριση των μέσων επιβίωσης, παρά στον έλεγχο τους από κατεστημένα συμφέροντα (όπως συμβαίνει με τον εργατικό έλεγχο, τον ιδιωτικό έλεγχο και, πιο επικίνδυνα, με τον κρατικό έλεγχο), μπορεί δικαιολογημένα να θεωρηθεί ως η εξελικτική πραγματοποίηση του ελευθεριακού ιδεώδους ως καθημερινής πράξης 11.

Το γεγονός ότι μια κομμουναλιστική πολιτική συνεπάγεται συμμετοχή σε κοινοτικές και δημοτικές εκλογές – βασισμένη βέβαια σ’ ένα ανυποχώρητο πρόγραμμα, που απαιτεί σχηματισμό λαϊκών συνελεύσεων και συνομοσπονδιοποίησή τους – δεν σημαίνει ότι η είσοδος στα υπάρχοντα κοινοτικά ή δημοτικά συμβούλια συνεπάγεται συμμετοχή σε κρατικά όργανα, όπως η δημιουργία ενός αναρχικού συνδικάτου σ’ ένα ιδιωτικό εργοστάσιο δεν συνεπάγεται συμμετοχή σε καπιταλιστικές μορφές παραγωγής. Για να το διαπιστώσει κανείς αυτό, χρειάζεται μόνο να ανατρέξει στη Γαλλική Επανάσταση στα 1789-94 για να δει πως φαινομενικά κρατικοί θεσμοί, σαν τα δημοτικά «διαμερίσματα» (districts), που θεμελιώθηκαν υπό καθεστώς μοναρχίας το 1789 για να διενεργήσουν εκλογές για τις Γενικές Τάξεις, μετατράπηκαν τέσσερα χρόνια αργότερα σε ευρέως επαναστατικά σώματα ή «τομείς» (sections) που έκαναν σχεδόν πραγματικότητα την «Κομμούνα των κομμούνων». Το κίνημά τους για μια δημοκρατία με βάση τους τομείς (sections) ηττήθηκε κατά τη διάρκεια της σύρραξης στις 2 Ιουνίου 1793 – όχι από τη μοναρχία, αλλά από την προδοσία των γιακωβίνων.

Ο καπιταλισμός δεν πρόκειται να μας παραχωρήσει με γενναιοδωρία τους λαϊκούς, δημοκρατικούς θεσμούς που χρειαζόμαστε. Ο έλεγχος που ασκεί στην κοινωνία σήμερα βρίσκεται παντού, όχι μόνο σ’ αυτά τα λίγα που έχουν απομείνει από το δημόσιο χώρο, αλλά και στα μυαλά πολλών ατομικιστών, αυτοαποκαλούμενων ριζοσπαστών του τρόπου ζωής (self-styled radicals). Ένας επαναστατικός λαός είτε πρέπει να διεκδικήσει τον έλεγχο δεσμών στους οποίους βασίζεται η δημόσια ζωή του – ο Bakounin σωστά θεώρησε ως τέτοιους τα κοινοτικά και τα δημοτικά συμβούλια — ή διαφορετικά δεν έχει άλλη επιλογή από το να αποσυρθεί ο/η καθένας/καθεμία στην ιδιωτική του/της ζωή, όπως ήδη συμβαίνει με επιδημικό τρόπο σήμερα12. Θα ήταν πράγματι ειρωνεία, εάν ο ατομικιστικός αναρχισμός και οι ποικίλες παραλλαγές του, από τον ακαδημαϊκό και το μεταφυσικά ηθικό ως τον χαοτικό και τον λούμπεν, αρνούμενος τη δημοκρατία ακόμα και για χάρη της «μειοψηφίας του ενός» επρόκειτο να κάνει ψηλότερους τους τοίχους του δόγματος που αναπτύσσονται σταθερά γύρω από το ελευθεριακό ιδεώδες κι εάν, συνειδητά ή όχι, ο αναρχισμός επρόκειτο να μετατραπεί σε άλλη μια ναρκισσιστική λατρεία, που ταιριάζει άνετα σε μια αλλοτριωμένη, εμπορευματοποιημένη, ενδοσκοπική και εγωκεντρική κοινωνία.

Σημειώσεις

*Ο Murray Bookchin ήταν καθηγητής της Κοινωνικής Οικολογίας στο Βερμόντ (ΗΠΑ). Έγραψε και δίδασκε θέματα που αφορούν τη σχέση μεταξύ κοινωνικών και οικολογικών προβλημάτων από το 1952. Είναι συγγραφέας 14 βιβλίων κυρίως πάνω σε θέματα κοινωνικής οικολογίας, οίκο-φιλοσοφίας και οικο-αναρχισμού.

Γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου 1921 απεβίωσε 30 Ιουλίου 2006 στο σπίτι του, στην πόλη Burlington της αμερικάνικης πολιτείας Vermont.

Στο παρακάτω κείμενο παρουσιάζεται με συντομία η ζωή και το έργο του Μάρεϊ Μπούκτσιν, όπως επίσης και οι σημαντικότερες προσπάθειες για τη διάδοση της θεωρίας του (κοινωνική οικολογία), δηλαδή του Ινστιτούτου για την Κοινωνική Οικολογία και του προγράμματος για τον Κομμουναλισμό.

Βιογραφικά στοιχεία

Ο Μπούκτσιν γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη τον Ιανουάριο του 1921 από γονείς Ρώσους-εβραίους μετανάστες. Η γιαγιά του, από την πλευρά της μητέρας του, φρόντισε από πολύ νωρίς να εμποτίσει τον μικρό Μάρεϊ με τις ελευθεριακές ιδέες, αφού η ίδια συμμετείχε παλιότερα σε ένα κίνημα που εκδηλώθηκε στην τσαρική Ρωσία. Ο Μπούκτσιν κατά τη διάρκεια της μεγάλης οικονομικής κρίσης του 1929-32, και ενώ ήταν μόλις 9 ετών, οργανώθηκε στην κομμουνιστική νεολαία, αλλά το 1939 μετά το σύμφωνο Μολότωφ- Ρίμπεντροπ (1939) μεταξύ Σοβιετικών και Ναζί διεγράφη λόγω αναρχοτροτσκιστικών αποκλίσεων. Εντωμεταξύ, είχε δηλώσει εθελοντής για το μέτωπο του ισπανικού εμφυλίου, αλλά η αίτησή του απορρίφθηκε λόγω του νεαρού της ηλικίας του. Αργότερα, πέρασε στον τροτσκισμό από τον οποίο γρήγορα απογοητεύτηκε. Υπήρξε εργάτης σε χυτήριο του Νιου Τζέρσεϋ, ενώ ως εργάτης σε αυτοκινητοβιομηχανία κατά τη διάρκεια της μεγάλης απεργίας της Τζένεραλ Μότορς, υιοθέτησε την αντιεξουσιαστική σκέψη. Δημοσίευσε δεκάδες βιβλία, δίδαξε στα «ελεύθερα πανεπιστήμια» της Νέας Υόρκης, στο Στάτεν Άιλαντ (City College University System) και έγινε τακτικός καθηγητής στο Νιου Τζέρσεϋ (Ramapo College). Επίσης, υπήρξε συνιδρυτής του Ινστιτούτου Κοινωνικής Οικολογίας (Institute for Social Ecology) στο Βερμόντ το οποίο διηύθυνε μέχρι το τέλος της ζωής του.

Ο Μπούκτσιν, έπασχε χρόνια από σκλήρυνση κατά πλάκας, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζει προβλήματα κίνησης που συνεχώς επιδεινώνονταν. Τα τελευταία χρόνια μετακινούνταν με αναπηρικό καρότσι και ακολουθούσε βαριά φαρμακευτική αγωγή. Ωστόσο, η ασθένειά του δεν τον εμπόδιζε να δουλεύει ακατάπαυστα μέχρι το τέλος της ζωής του για την ολοκλήρωση του τετράτομου έργου του Η Τρίτη Επανάσταση (The Third Revolution). Τους τελευταίους εφτά μήνες της ζωής του είχε προβλήματα με την καρδιά του.

Η φιλοσοφία και η πολιτική σκέψη του Μπούκτσιν

Είναι δύσκολο να εξετάσει κανείς την πολιτική φιλοσοφία του Μπούκτσιν αξεδιάλυτα από τις γενικότερες φιλοσοφικές παραδοχές που κάνει. Γι’ αυτό πρέπει, πριν αναφερθούμε στο πολιτικό σκέλος της θεωρίας του, να κάνουμε μια σύντομη αναφορά στο φιλοσοφικό πλαίσιο που αποδέχεται. Στο φιλοσοφικό πεδίο ο Μπούκτσιν εισηγήθηκε τον «διαλεκτικό νατουραλισμό». Η Janet Biehl, προσπαθώντας να περιγράψει τον διαλεκτικό νατουραλισμό έδωσε τον παρακάτω ορισμό:

«Ο διαλεκτικός νατουραλισμός είναι μια προσπάθεια να αντιληφθούμε τη φύση ως ένα αναπτυξιακό φαινόμενο, τόσο στο βασίλειο του οργανικού όσο και του κοινωνικού πεδίου. Όλα τα οργανικά φαινόμενα αλλάζουν, και ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι υφίστανται ανάπτυξη και διαφοροποίηση. Σχηματίζονται και ανασχηματίζονται, ενώ δραστικά διατηρούν την ταυτότητά τους μέχρις ότου να εκπληρώσουν τις δυνατότητές τους, εκτός και αν συμβεί κάποιο ατύχημα. Αλλά όσο βλέπουμε τον κόσμο μέσα από μια σύντομη επισκόπηση της εξέλιξής του, βρίσκεται επίσης σε ανάπτυξη, ο διαλεκτικός νατουραλισμός προσεγγίζει τον κόσμο ως μια ολότητα, μέσα από μια αναπτυξιακή προσέγγιση.»

Τη βάση αυτής της θεωρίας αποτελεί η διαλεκτική αντίληψη για την πραγματικότητα. Ο Μπούκτσιν στηριζόμενος στην αναπτυξιακή φύση της πραγματικότητας δίνει μεγάλη βαρύτητα στη διαδικασία του γίγνεσθαι. Έτσι, διαχωρίζει την πρώτη φύση από τη δεύτερη φύση με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Η πρώτη φύση είναι η βιολογική φύση, οι μορφές ζωής στο σύνολό τους και η ανόργανη φύση. Στο πλαίσιο της διαλεκτικής του αντίληψης όμως βλέπει την πρώτη φύση όχι απλά ως το σύνολο των μορφών ζωής και των ανόργανων μερών, αλλά ως τη σωρευτική ανάπτυξη των παραπάνω. Η δεύτερη φύση δεν είναι τίποτε άλλο, από την πολιτιστική, κοινωνική και πολιτική φύση (χοντρικά η κοινωνία) που έχει απορροφήσει την πρώτη φύση. Η δεύτερη φύση όμως δεν αποτελεί την εξέλιξη της πρώτης φύσης, αφού η εξουσιαστική δομή της κοινωνίας δεν ικανοποιεί τον Μπούκτσιν ως ένα απόλυτο στάδιο εξέλιξης. Για τον λόγο αυτό μας παροτρύνει να υπερβούμε τη δεύτερη φύση και να οργανώσουμε ένα σύστημα κοινωνικής και οργανικής συμφιλίωσης, το οποίο θα είναι η τρίτη φύση που ονομάζει «ελεύθερη φύση». Η ελεύθερη φύση αποτελεί ουσιαστικά την ενοποίηση- με οικολογικό τρόπο- της πρώτης και της δεύτερης φύσης.

Ο Μπούκτσιν ονόμασε τη θεωρία του στο σύνολό της «κοινωνική οικολογία». Η επιλογή του όρου αυτού έγινε στη λογική του ότι στην οικολογική σκέψη το σημαντικότερο στοιχείο πρέπει να είναι το κοινωνικό. Σε πολλά κείμενά του υποστήριξε τη θέση ότι «Η τάση του ανθρώπου να κυριαρχεί πάνω στη φύση, είναι επακόλουθο της τάσης του ανθρώπου να κυριαρχεί πάνω στον άνθρωπο». Σε αντίθεση με τον Μαρξ, ο Μπούκτσιν πίστευε ότι η εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο προηγήθηκε της εκμετάλλευσης της φύσης από τον άνθρωπο. Η θέση αυτή είναι θεμελιώδης για την πολιτική που προασπιζόταν ο Μπούκτσιν στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, καθώς αναδεικνύει την ευθύνη της ιεραρχικής δομής της κοινωνίας για τα οικολογικά προβλήματα. Η αστική κοινωνία κατάφερε να στρέψει πρώτα τον άνθρωπο εναντίον του συνανθρώπου του και έπειτα εναντίον της φύσης. Στην ουσία πρόκειται για τη μεταφορά του ανταγωνισμού σε ένα άλλο επίπεδο. Αν αντιληφθούμε λοιπόν αυτή τη σχέση κοινωνίας- φύσης, τότε θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τα περιβαλλοντικά προβλήματα. Αν θέλει ο άνθρωπος να αντιμετωπίσει την οικολογική κρίση πρέπει πρώτα να επιλύσει τα κοινωνικά προβλήματα.

Αφού λοιπόν κατά τον Μπούκτσιν τα οικολογικά προβλήματα είναι κοινωνικά προβλήματα, πρέπει να φροντίσουμε για την επίλυσή τους μέσω της πολιτικής αλλαγής. Ο Μπούκτσιν, σε πολιτικό επίπεδο, υποστηρίζει τον ελευθεριακό κοινοτισμό (libertarian municipalism). Παραθέτουμε ορισμό του ελευθεριακού κοινοτισμού έτσι όπως τον αντιλαμβάνεται ο Μπούκτσιν: «Ο ελευθεριακός κοινοτισμός είναι μια ολιστική προσέγγιση σε μια οικολογικά προσανατολισμένη οικονομία. Οι πολιτικές και οι συγκεκριμένες αποφάσεις που έχουν να κάνουν με τη γεωργία και τη βιομηχανική παραγωγή θα πρέπει να λαμβάνονται από τους πολίτες σε άμεσες, πρόσωπο με πρόσωπο συνελεύσεις- με την ιδιότητά τους ως πολιτών, όχι ως εργατών, αγροτών ή επαγγελματιών, οι οποίοι σε κάθε περίπτωση θα εναλλάσσονταν και οι ίδιοι στις παραγωγικές δραστηριότητές τους. (…) Αντί να εθνικοποιηθεί και να κολλεκτιβοποιηθεί η γη, τα εργοστάσια, τα εργαστήρια και τα κέντρα διανομής, μια οικολογική κοινότητα θα κοινοτικοποιήσει την οικονομία της και θα ενωθεί με άλλες κοινότητες ενσωματώνοντας τους πόρους της σε ένα περιφερειακό συνομοσπονδιακό σύστημα. Η γη, τα εργοστάσια και τα εργαστήρια θα ελέγχονται από λαϊκές συνελεύσεις ελεύθερων κοινοτήτων, όχι από το κράτος- έθνος ή από τους εργάτες- παραγωγούς, που ενδέχεται κάλλιστα να αναπτύξουν ένα ιδιοκτησιακό συμφέρον μέσα σ’ αυτά.»

Με λίγα λόγια, ο Μπούκτσιν υποστήριζε μια αμεσοδημοκρατική οργάνωση της κοινωνίας, η οποία όμως θα αποτελείται από μικρές κοινότητες. Ο ίδιος αντλούσε τις πολιτικές θεωρητικές του παραδοχές από την αντιεξουσιαστική- αναρχική παράδοση. Το 1999 όμως, στην ηλικία των 79 ετών αποφάσισε να μη χρησιμοποιεί πλέον τον όρο «αναρχισμός» για τη θεωρία του, και υιοθέτησε τον «κομμουναλισμό» (communalism), δίχως όμως να φαίνεται μια τόσο σαφής ιδεολογική στροφή στη θεωρία του.

Το Ινστιτούτο Κοινωνικής Οικολογίας

Το Ινστιτούτο για την Κοινωνική Οικολογία (Institute for Social Ecology) ιδρύθηκε το 1974. Σκοπός του Ινστιτούτου είναι η διάδοση των αρχών της κοινωνικής οικολογίας έτσι όπως αυτές διαμορφώθηκαν από τον Μπούκτσιν. Οι ιδρυτές του Ινστιτούτου ήταν ο ίδιος και ο ανθρωπολόγος Νταν Τσόντορκοφ (Daniel Chondorkoff).

Τα προηγούμενα χρόνια το Ινστιτούτο προσέφερε τη δυνατότητα για απόκτηση προπτυχιακού και μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών στην κοινωνική οικολογία. Αυτό γινόταν μέσω της συνεργασίας του με το κολέγιο του Μπέρλιγκτον. Επίσης το Ινστιτούτο προσέφερε δυνατότητα για παρακολούθηση μαθημάτων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού (summer programs). Συγκεκριμένα περιλαμβάνονταν προγράμματα για οικολογικές κατασκευές και καλλιέργειες, θεωρία τεχνών και φυσικά ένα πρόγραμμα εισαγωγής στην φιλοσοφία του Bookchin. Στο παρελθόν έχουν διδάξει στο Ινστιτούτο ο Παύλος Σταυρόπουλος, η Janet Biehl, ο Brian Tokar, ο Matt Hern, η Cindy Milstein, η Chaia Heller, ο Peter Staudenmaier και πολλοί άλλοι.

Η φιλοσοφία του Ινστιτούτου στηρίζονταν στις αρχές της άμεσης δημοκρατίας. Κάθε βδομάδα γίνονταν γενική συνέλευση στην οποία συμμετείχαν με ίση ψήφο οι φοιτητές και οι φοιτήτριες των προγραμμάτων, οι καθηγητές/τριες, ο κηπουρός, οι μάγειρες και οι γραμματείς του Ινστιτούτου. Επίσης, οι φοιτητές/τριες ήταν υποχρεωμένοι να αφιερώνουν εβδομαδιαίως συγκεκριμένο αριθμό ωρών εργασίας σε καθαριότητες, καλλιέργειες και κατασκευές στο χώρο του Ινστιτούτου (αυτό ίσχυε και για τους/τις φοιτητές/τριες που συμμετείχαν στα θεωρητικά προγράμματα).

Επίσης, στα μαθήματα κυριαρχούσαν οι αρχές της ελευθεριακής εκπαίδευσης. Εξετάσεις δεν υπήρχαν, η προσέλευση δεν ήταν υποχρεωτική ούτε και παράδοση εργασιών. Η αίθουσα των μαθημάτων δεν είχαν θρανία, παρά μόνο καρέκλες, και στο πάτωμα ένα χοντρό χαλί για να μπορούν να βολεύονται οι ακροατές κατά το δοκούν. Όταν ο καιρός το επέτρεπε το μάθημα γινόταν έξω στο γρασίδι, κάτω από τη σκιά των δέντρων. Τα τελευταία χρόνια δε, το Ινστιτούτο στεγάζονταν σε μία καταπράσινη πλαγιά που περιτριγυρίζονταν από λίμνες στις οποίες μπορούσε κανείς να κολυμπήσει και με λίγη τύχη να συναντήσει κάποιο ελάφι. Οι περισσότεροι/ες εκ των φοιτητών/τριων φιλοξενούνταν σε καλύβες, μέσα στο δάσος, τις οποίες είχαν κατασκευάσει παλιοί/ές φοιτητές/τριες του Ινστιτούτου.

Από πέρυσι, αν και τυπικά η λειτουργία του δεν έχει τερματιστεί, το Ινστιτούτο υπολειτουργεί. Για την ακρίβεια η φάρμα που στεγαζόταν το Ινστιτούτο πουλήθηκε και η βιβλιοθήκη του (6.000 τόμοι) μεταφέρθηκε στο κολέγιο του Μπέρλιγκτον. Παρ’ όλα αυτά το Ινστιτούτο ανακοίνωσε ότι θα συνεχίζει να συνεργάζεται με το παραπάνω κολέγιο, όπως και με αυτό του Πρίσκοτ (Prescott) δίνοντας τη δυνατότητα για σπουδές. Το καλοκαίρι του 2006 το Ινστιτούτο έστειλε ανακοίνωση στους φίλους του η οποία μεταξύ άλλων ανέφερε τα εξής:

«Αυτό είναι το τέλος μιας εποχής για μας, και μια νέα αρχή για το Ινστιτούτο. Μετά από 31 χρόνια κατά τα οποία υλοποιούνταν προγράμματα στο χώρο του Ινστιτούτου, τόσο για πτυχιούχους, όσο και για μεταπτυχιακούς φοιτητές, τα ενεργά του μέλη έχουμε επαναεπιβεβαιώσει τις βασικές αρχές της κοινωνικής οικολογίας και έχουμε αρχίσει να διαμορφώνουμε τα σχέδιά μας για το μέλλον. Θα συνεχίσουμε την εκπαιδευτική μας αποστολή με στόχο την οικολογική κοινωνία. Επίσης θα συνεχίσουμε να ψάχνουμε συναρπαστικούς νέους τρόπους για να φέρουμε την κοινωνική οικολογία στις τρέχουσες δημόσιες διαμάχες. Το Ινστιτούτο παραμένει πιστό στην κεντρική σημασία ενός αντιεξουσιαστικού, οικολογικού και ουτοπικού οράματος για τον καιρό μας. Επιζητούμε να υλοποιήσουμε την άμεση δημοκρατία στις κοινότητές μας και να θεμελιώσουμε την πρακτική μας εργασία σε ένα συνεκτικό σώμα από πολιτικές, οικολογικές και ηθικές αρχές.»

Το Πρόγραμμα για τον Κομμουναλισμό

Το 1998 ιδρύθηκε η ομάδα Demokratisk Alternativ (Εναλλακτική Δημοκρατία) από ελευθεριακούς σοσιαλιστές και κοινωνικούς οικολόγους της Βόρειας Ευρώπης. Σε διακήρυξη που εξέδωσε η ομάδα το 1998 και το 2000 υποστήριξε ότι ασπάζεται το πρόταγμα του κομμουναλισμού, ειδικά έτσι όπως διαμορφώθηκε από τον Μπούκτσιν. Η διακήρυξη αυτή κυκλοφόρησε σε δίγλωσση έκδοση, στα νορβηγικά και τα αγγλικά.

Παράλληλα δημιουργήθηκε ένα ηλεκτρονικό περιοδικό με το όνομα Κομμουναλισμός (Communalism).[20] Μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού υπήρξε και ο ίδιος ο Μπούκτσιν. Στο περιοδικό αυτό μπορεί να βρει κανείς άρθρα για τον κομμουναλισμό στα αγγλικά και μεταφράσεις στα νορβηγικά, σουηδικά, ισπανικά, τουρκικά και λίαν συντόμως στα ελληνικά.

Το καλοκαίρι του 2006 το σκανδιναβικό Κέντρο για την Κοινωνική Οικολογία (Center for Social Ecology) οργάνωσε συνάντηση κομμουναλιστών σε φάρμα στο Τέλεμαρκ (Telemark) της Νορβηγίας που είχε διάρκεια 9 ημερών (28 Ιουλίου με 6 Αυγούστου). Οι συμμετέχοντες προέρχονταν από τη Νορβηγία, τη Σουηδία, τη Φιλανδία, την Αγγλία, τη Χιλή και την Τουρκία.

Η συνάντηση είχε τον τίτλο Κοινωνική Οικολογία και Κομμουναλισμός και υπήρχαν τρεις άξονες για συζήτηση: κοινοτιστικές πολιτικές, οικολογικός σχεδιασμός και θεωρία της κοινωνικής οικολογίας. Η είδηση του θανάτου του Μπούκτσιν (που συνέβη κατά τη διάρκεια της συνάντησης) έδωσε την ευκαιρία στους συμμετέχοντες να μιλήσουν περισσότερο για τον ίδιο και το έργο του. Οι διοργανωτές ανακοίνωσαν ότι η συνάντηση αυτή θα επαναληφθεί και τον επόμενο χρόνο (το καλοκαίρι του 2007).

Η σημασία του έργου του

Αν και θα χρειαστούν πολλά χρόνια για την αποτίμηση του έργου του Μπούκτσιν θα μπούμε στον πειρασμό να κάνουμε μερικά σύντομα σχόλια. Ο Μπούκτσιν ανανέωσε την αναμφίβολα φτωχή σκέψη της αντιεξουσιαστικής θεωρίας. Κατάφερε να μπολιάσει την πολιτική που πρέσβευε με την οικολογική σκέψη με ποιο αποτελεσματικό τρόπο από αυτόν των μαρξιστών, προσφέροντας ζωή στον αναρχισμό που αργοπέθαινε λόγω της έλλειψης προοπτικών εξέλιξης. Αν και δεν έφερε κάποια κοινωνική αλλαγή, έστησε τα θεμέλια για τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ θεωρίας και πράξης του ελευθεριακού προτάγματος, δίνοντας ελπίδες για πραγματικές αλλαγές. Έτσι, ο αναρχισμός που δεν έτυχε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα επαρκούς θεωρητικής επεξεργασίας, μετά τον Μπούκτσιν, έγινε όχι μόνο γοητευτικός σε ένα ευρύτερο κοινό, αλλά και επίκαιρος. Αν οι αντιεξουσιαστές/ αναρχικοί φρόντιζαν να χρησιμοποιούν περισσότερο τα γραπτά του Μπούκτσιν από αυτά των κλασικών αναρχικών, σαν του Μπακούνιν και του Κροπότκιν, ή από νεόκοπους, σαν του Ζέρζαν (John Zerzan), τότε πιθανότατα θα έκαναν ευρύτερα γνωστή και αποδεκτή τη θεωρία τους. Σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα θεώρησαν ότι είναι πιο χρήσιμο να προβάλλουν δημοφιλείς προσωπικότητες (Τσόμσκι) αντί για δημοφιλείς θεωρίες (κοινωνική οικολογία).

Είναι αναμφίβολο ότι η κοινωνική οικολογία μπορεί να αποτελέσει τη βάση για την ανάπτυξη και την καλλιέργεια μιας πολιτικής-οικολογικής ηθικής. Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει έρθουν κοντύτερα ακόμα και εκείνες οι τάσεις για τις οποίες ο Μπούκτσιν υποστήριζε ότι τις χωρίζει ένα αγεφύρωτο χάσμα.

**Πρώτη δημοσίευση στην Ελλάδα, περιοδικό ¨Δημοκρατία και Φύση¨ τεύχος 1, Μάρτιος 1996.

1.       L. Susan Brown, The Politics of Individualism, Montreal, Black Rose Books, 1993, σελ. 12. Δεν αμφισβητώ την ειλικρίνεια των ελευθεριακών απόψεων της Brown. Θεωρεί τον εαυτό της αναρχοκομμουνίστρια, πράγμα που κάνω κι εγώ. Δεν κάνει όμως καμία προσπάθεια να εναρμονίσει τις ατομικιστικές της απόψεις με οποιαδήποτε μορφή κομμουνισμού. Τόσο ο Μπακούνιν όσο κι ο Κροπότκιν θα είχαν σοβαρές αντιρρήσεις για τη διατύπωσή της σχετικά με το τι συνιστά μια «ομάδα», ενώ η Μάργκαρετ Θάτσερ, καθαρά για δικούς της λόγους, θα μπορούσε να είναι ικανοποιημένη με αυτήν, μιας και είναι παραπλήσια με διαβόητη δήλωση της βρετανίδας πρωθυπουργού, ότι δηλαδή δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνο άτομα. Φυσικά, ούτε η Brown είναι θατσερική, ούτε η Θάτσερ αναρχική. Ανεξάρτητα όμως από το πόσο διαφορετικές μπορεί να είναι με άλλα θέματα, έχουν και οι δύο θεωρητικές καταβολές από τον κλασικό φιλελευθερισμό, που κάνουν δυνατή την κοινή τους κατάφαση περί της «αυτονομίας» του ατόμου. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν μπορώ να αγνοήσω το γεγονός ότι τόσο οι ιδέες του Μπακούνιν και του Κροπότκιν όσο και οι δικές μου δεν αναλύονται σε βάθος στο βιβλίο της (σελ. 156-162) και ότι οι αναφορές της σ’ αυτές χαρακτηρίζονται από σοβαρές ανακρίβειες.

2       Οι φιλελεύθεροι δεν ήταν πάντα σύμφωνοι μεταξύ τους ούτε έμειναν σταθεροί σε σαφώς συνεπή δόγματα. Ο Mill, ένας ελεύθερος στοχαστής, ανθρωπιστής και ωφελιμιστής, εκδήλωσε στην πραγματικότητα ένα μέτρο συμπάθειας για το σοσιαλισμό. Δεν ξεχωρίζω εδώ κανένα συγκεκριμένο φιλελεύθερο θεωρητικό, είτε αυτός είναι ο Mill είτε ο Άνταμ Σμίθ είτε ο Friedrich Hayek. Ο/Η καθένας/καθεμία είχε την ατομική του/της εκκεντρικότητα ή τον προσωπικό του/της τρόπο σκέψης. Αναφέρομαι στο σύνολο του παραδοσιακού φιλελευθερισμού, του οποίου τα γενικά χαρακτηριστικά περιλαμβάνουν μια πίστη στους «νόμους» της αγοράς και του «ελεύθερου ανταγωνισμού». Ο Μαρξ με κανέναν τρόπο δεν έμεινε ανεπηρέαστος από αυτή την επίδραση: κι αυτός προσπάθησε αδυσώπητα να ανακαλύψει κοινωνικούς «νόμους», όπως ο Charles Fourier.

3  Bλ. Kropotikin, «Anarchism», το περίφημο άρθρο στην Encyclopaedia Britannica, που έγινε μια από τις πιο πολυδιαβασμένες του δουλειές. Εκδόμενο στο R.N. Baldwin, Kropotkin’s Revolutionary Pamphlets: A Collection of Writings, by Peter Kropotkin, New York, Vanguard Press, 1927 – Επανέκδοση Dover, 1970.

4 Ποτέ δε θεώρησα την κλασική αθηναϊκή δημοκρατία ως «μονέλο» ή ως «ιδανικό» που θα έπρεπε να διατηρηθεί σε μια ορθολογική κοινωνία. Έχω εκτενώς αναφερθεί στην Αθήνα με θαυμασμό, για ένα λόγο: η πόλις στα χρόνια του Περικλή μας παρείχε μια εντυπωσιακή απόδειξη ότι συγκεκριμένοι θεσμοί όπως διαμόρφωση πολιτικής από μια συνέλευση, κυκλικότητα και περιορισμός των δημόσιων αξιωμάτων και άμυνα από μη επαγγελματικοποιημένο σώμα πολιτών μπορούν να υπάρξουν. Ο κόσμος της Μεσογείου στον 5ο αιώνα π.Χ. βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στη μοναρχική εξουσία και σε καταπιεστικά έθιμα. Το ότι όλες οι κοινωνίες της Μεσογείου χαρακτηρίζονταν από πατριαρχία, δουλεία και το κράτος (συνήθως σε ολοκληρωτική μορφή) κάνει την αθηναϊκή εμπειρία περισσότερο αξιοθαύμαστη γι’ αυτό που μοναδικά εισήγαγε στην κοινωνική ζωή, συμπεριλαμβανομένου και ενός άγνωστου μέχρι τότε βαθμού ελεύθερης έκφρασης. Θα ήταν αφελές να υποθέσει κανείς/μια ότι η Αθήνα μπορούσε να υπερβεί τα βασικά χαρακτηριστικά της σύγχρονής της αρχαίας εποχής, τα οποία εμείς τώρα, ύστερα από 2.400 χρόνια, έχουμε το προνόμιο να κρίνουμε ως άσχημα και απάνθρωπα. Δυστυχώς, σήμερα, αρκετοί/ες είναι πρόθυμοι/ες να κρίνουν το παρελθόν σύμφωνα με το παρόν.

5 Peter Marshall, Demanding the Impossible: A History of Anarchism, London, Harper Collins, 1992, σελ.22.

6 Barbara Epstein, Political Protest and Cultural Revolution: New Violent Direct Action in the 1970’s and 1980’s, Berkeley, University of California Press, 1991, ειδικά τις σελ. 59, 78, 89, 94-95, 167-168, 177. Αν και διαφωνώ με μερικά από τα στοιχεία και τα συμπεράσματα στο βιβλίο της – με βάση τόσο την προσωπική μου εμπειρία όσο και τη γενικότερη γνώση σχετικά με τη Clamshell Alliance – , η Epsteine παρουσιάζει παραστατικά την αποτυχία της ομοφωνίας σ’ αυτό το κίνημα.

7 Η συσχέτιση του «χάους», του «νομαδισμού» και της «πολιτιστικής τρομοκρατίας» με την «οντολογική αναρχία» (σαν να μην είχε μετατρέψει η αστική τάξη τέτοιες φαιδρότητες σε μια «βιομηχανία έκστασης» στις Η.Π.Α.) αναλύεται εξολοκ΄ληρου στο βιβλίο του Hakim Bay (επίσης γνωστού ως Peter Lamborn Wilson) T.A.Z.: The Temporary Autonomous Zone, New York, Automedia, 1985. Η γιάπικη έκδοση Whole Earth Review υμνεί αυτό το φυλλάδιο ως το πιο πολυδιαβασμένο και με τη μεγαλύτερη επιρροή «μανιφέστο» της αμερικανικής νεολαίας της αντικουλτούρας, επισημαίνοντας επιδοκιμαστικά ότι έιναι ευτυχώς απαλλαγμένο από συμβατικές αναρχικές επιθέσεις ενάντια στον καπιταλισμό. Αυτού του είδους τα απομεινάρια από τη δεκαετία του 1960 αντηχούνται με τη μία ή την άλλη μορφή από τα περισσότερα αναρχικά έντυπα που κάνουν τον προαγωγό στους νέους, οι οποίοι δεν έχουν ακόμα κάνει «τα γλέντια τους, πριν έρθει η ώρα να μεγαλώσουν» (ένα σχόλιο που άκουσα , χρόνια μετά, από ακτιβιστές μαθητές στο Παρίσι το 1968)και γίνουν μεσίτες και λογιστές.

Για μια «εκστατική εμπειρία», όπως μαθαίω, οι επισκέπτες στη Lower East Side στη Να Υόρκη μπορούν να δειπνήσουν στο Αναρχικό Café. Εκεί προσφέρεται καλό δείπνο από ένα ακριβό μενού, μια αναπαραγωγή της τοιχογραφίας The Fourth Estate στον τοίχο, ίσως για να βοηθά στη χώνεψη, και ένας μετρ για να ικανοποιεί τους γιάπις πελάτες. Δεν γνωρίζω εάν πωλούνται τα γραπτά του Guy Debord, του Raoul Vaneigem, του Fredy Pearlam και του Hakim Bay ή εάν διατίθενται αντίτυπα των περιοδικώ Anarch: A Journal of Desire Armed, The Fifth Estate και Demolition Derby, αλλά ευτυχώς υπάρχουν αρκετά εξωτικά βιβλιοπωλεία εκεί κοντά όπου μπορεί να τα αγοράσει κανείς/καμιά.

8 The American Heritage Dictionary of the English Language, Boston, Houghton Mifflin Co., 1978.

9 Η ιστορία δεν προσφέρει κανένα «πρότυπο» για τον ελευθεριακό κοινοτισμό, είτε αυτό είναι η Αθήνα του Περικλή ή κάποια φυλή, κάποιο χωριό ή πόλη ή ένα κοινόβιο των χιπις ή ένα βουδιστικό μοναστήρι. Ούτε αποτελεί πρότυπο η «ομάδα συγγένειας» (affinity group) – οι ισπανοί αναρχικοί χρησιμοποιούσαν αυτόν τον όρο ως ισοδύναμο της «ομάδας δράσης» (action group), για να αναφερθούν σε μια οργανωτική δομή της FAI και όχι στη θεσμική βάση μιας ελευθεριακής κοινωνίας.

10 Μια λεπτομερή συζήτηση των διαφορών ανάμεσα στον κοινωνικό χώρο, ο οποίος περιλαμβάνει τους τρόπους με τους οποίους σχετιζόμαστε για την επίτευξη προσωπικών και οικονομικών σκοπών, το δημόσιο ή πολιτικό χώρο και το κράτος σ’ όλες του τις μορφές και τις εξελίξεις μπορεί να βρει κανείς στο βιβλίο μου Urbanization Without Cities, 1987, Montreal, Black Rose Books, 1192.

11 Θα πρέπει να τονίσω ότι δεν αντιπαραθέτω την κομμουναλιστική δημοκρατία με επιχειρήσεις όπως κοοπερατίβες, λαϊκές κλινικές, κομμούνες κ.τ.λ. Δε θα πρέπει όμως να υπάρχει καμία ψευδαίσθηση ότι τέτοιες επιχειρήσεις αποτελούν κάτι περισσότερο από ασκήσεις στο λαϊκό έλεγχο και τρόπους να προσεγγίσουν οι άνθρωποι ο ένας τον άλλο μέσα σε μια υψηλού βαθμού εξατομικευμένη κοινωνία. Καμιά κοοπερατίβα τροφίμων δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις γιγαντιαίες αγορές τροφίμων στο πλαίσιο του καπιταλισμού και καμιά κλινική δεν μπορεί να αντικαταστήσει εργοστάσια ή βιομηχανίες. Θα πρέπει να παρατηρήσω ότι οι ισπανοί αναρχικοί, σχεδόν από την αρχή τους, αντιλήφθηκαν σε όλο τους το μέγεθος τα όρια του κοοπερατιβιστικού κινήματος στα 1880, όταν τέτοια κινήματα ήταν στην πραγματικότητα πιο εφικτά από όσο σήμερα και διαχωρίστηκαν προγραμματικά από τον κοοπερατιβισμό.

12 Για τον Bakunin, «οι άνθρωποι έχουν έναν υγιή, πρακτικό κοινό νου, όταν πρόκειται για υποθέσεις της κοινότητάς τους. Είναι πολύ καλά ενημερωμένοι και ξέρουν πώς να εκλέξουν ανάμεσά τους τους/τις πιο άξιους/ες για τα δημόσια αξιώματα. Γι’ αυτό το λόγο οι κοινοτικές εκλογές αντανακλούν πάντα κατά τον καλύτερο τρόπο την πραγματική θέση και θέληση του λαού». Bakunin on Anarchy, Sam Dolgoff, New York, Alfred A. Knopf, 1972, σελ. 233. Επανέκδοση, Black Rose Books Montreal. Έχω παραλείψει τις απεχθείς παρεμβολές που πρόσθεσε ο Dolgoff για να «τροποποιήσει» το νόημα των λόγων του Bakunin. Θα ήταν ίσως καλό να παρατηρήσουμε ότι ο αναρχισμός ήταν περισσότερο πλαστικός κι ευέλικτος τον προηγούμενο αιώνα απ’ όσο είναι σήμερα.

 πηγη:http://eleftheriakos.gr/node/350

Κερδίσαμε μια μάχη, όχι τον πόλεμο

Sakkas Free

Απόσπασμα από κειμένου του αναρχικού Κ. Σακκά για την υπόθεση του και την απεργία πείνας που έκανε για να μπορέσει να αποφυλακιστεί:
Στις 4/12/10 συλλαμβάνομαι μαζί με τον σύντροφο Αλέξανδρο Μητρούσια στη Νέα Σμύρνη εξερχόμενος από ενοικιαζόμενη αποθήκη, στο εσωτερικό της οποίας βρίσκεται οπλισμός.
Έχω παραδεχτεί από την πρώτη στιγμή τη σχέση μου με τον χώρο αυτό, όπως επίσης και με τα όπλα που βρέθηκαν. Έχω δηλώσει από την πρώτη στιγμή ότι είμαι αναρχικός και ότι η παρουσία μου στον συγκεκριμένο χώρο σχετίζεται με την πολιτική μου ταυτότητα και τις επιλογές που αυτή συνεπάγεται.
Στις 7/12/10 οδηγούμαι στην αρμόδια ανακρίτρια και προφυλακίζομαι με την κατηγορία της συμμετοχής σε άγνωστη τρομοκρατική οργάνωση και για διακεκριμένη οπλοκατοχή.
Στις 12/4/11 και ενώ είμαι ήδη πάνω από τέσσερις μήνες κρατούμενος στις φυλακές Ναυπλίου, καλούμαι εκ νέου από τους ανακριτές Μπαλτά, Μόκκα και χωρίς να έχει προκύψει κανένα καινούργιο στοιχείο, χωρίς να έχει υπάρξει καν εξέλιξη κάποιας έρευνας, προφυλακίζομαι για συμμετοχή στην ε.ο. ΣΠΦ. Αυτό έγινε προφανώς αντιλαμβανόμενοι οι κύριοι ανακριτές πως δεν θα μπορούσε να σταθεί σε μία δικαστική αίθουσα η κατηγορία της συμμετοχής σε μία οργάνωση η οποία στο ενεργητικό της δεν έχει καμία δράση, στην κατοχή των μελών της δεν υπάρχουν βόμβες, προκηρύξεις, χρησιμοποιημένα όπλα, μία οργάνωση που δεν έχει ούτε καν όνομα.
Έχω ξεκαθαρίσει στο παρελθόν – όπως και η ίδια η ε.ο. ΣΠΦ από τη μεριά της – πως δεν είμαι μέλος της εν λόγω οργάνωσης. Δεν το έκανα για να αποφύγω την εκδικητική, κατασταλτική οδύσσεια που επιφυλάσσει η αστική δικαιοσύνη σε όποιον κατηγορείται ως μέλος της, αλλά πολύ απλά γιατί έτσι είναι. Όφειλα να το ξεκαθαρίσω για την αληθή ιστορική καταγραφή. Τόσο για μένα τον ίδιο, όσο και για την ε.ο. ΣΠΦ.
Η αρχική κατηγορία της ένταξης σε άγνωστη τρομοκρατική οργάνωση που αποδόθηκε τόσο σε μένα και τους δύο συντρόφους μου (Μητρούσια, Καραγιαννίδη) όσο και στα υπόλοιπα άτομα που συνελήφθησαν στην ίδια επιχείρηση – παρόλο που δεν είχαν καμία απολύτως σχέση – αποτέλεσε κορύφωση των πολιτικών σκοπιμοτήτων που εξυπηρετήθηκαν από τη ΔΑΕΕΒ εκείνη την περίοδο για λογαριασμό του τότε υπουργού δημοσίας τάξης Χρήστου Παπουτσή, που επιθυμούσε – όπως όλοι οι ομόλογοι του άλλωστε – πάση θυσία την εξάρθρωση τρομοκρατικής οργάνωσης επί των ημερών του. Είναι γνωστό, πως ο εν λόγω υπουργός είχε άμεση εποπτεία της επιχείρησης και μάλιστα αξιολόγησε ο ίδιος τα δεδομένα που του μετέφερε η αντιτρομοκρατική και τέλος έδωσε την εντολή να γίνουν οι συλλήψεις. Όποιος παρακολουθούσε τα καθεστωτικά μέσα εκείνες τις μέρες θα θυμάται τα σενάρια και τις εκτιμήσεις διάφορων δημοσιογραφικών παπαγάλων για το ποιας οργάνωσης μέλη μπορεί να είμαστε, τι σκοπεύαμε να κάνουμε κλπ τα οποία προφανώς τροφοδοτούσε η ΔΑΕΕΒ, μέχρι φυσικά να βγουν τα αποτελέσματα των βαλλιστικών εξετάσεων και να το βουλώσουν… Αργότερα ο κύριος Παπουτσής, στην προσπάθεια του να απολογηθεί για το φιάσκο, δίνοντας συνέντευξη σε γνωστό περιοδικό δήλωσε πως τον “κοροΐδεψε η αντιτρομοκρατική υπηρεσία”(!).
Στις 6/4 του ’12, υπόδικος ακόμα και πλησιάζοντας στη λήξη του 18μηνου (μέγιστο όριο κράτησης βάση του νόμου), προφυλακίζομαι εκ νέου για τη διάπραξη 160 εμπρηστικών και βομβιστικών ενεργειών, την ευθύνη των οποίων έχει αναλάβει η οργάνωση ΣΠΦ. Χαρακτηριστικό είναι πως στη συγκεκριμένη δικογραφία, όχι μόνο δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο εις βάρος μου – δεν μπήκαν καν στον κόπο να κατασκευάσουν αυτή τη φορά – αλλά δεν γίνεται και κάποια αναφορά στο άτομο μου, παρά μόνο στην επίδοση του κατηγορητηρίου. Είναι μία δικογραφία που χωρίς υπερβολή θα μπορούσε με την λογική που χαρακτηρίζει τους εγκάθετους ανακριτές Μπαλτά – Μόκκα, να επιδοθεί στον καθένα. Είναι επίσης χαρακτηριστικό και έκδηλο της σκοπιμότητας αυτής της δίωξης πως οι κύριοι ανακριτές είχαν στα χέρια τους την συγκεκριμένη δικογραφία από την πρώτη στιγμή της σύλληψης μου, γεγονός που τους υποχρέωνε – βάση του νόμου πάντα – να μου επιδοθεί μαζί με την πρώτη δικογραφία. Δηλαδή με λίγα λόγια οι κύριοι αυτοί με προφυλάκισαν με την κατηγορία της ένταξης στην ίδια οργάνωση δύο φορές διαδοχικά(!).
Σήμερα, όντας υπόδικος 2,5 χρόνια ουσιαστικά για απλή οπλοκατοχή (διακεκριμένη οπλοκατοχή διευκρινιστικά και μόνο σημαίνει πως τα όπλα που κατέχει κάποιος, προορίζονται είτε για εμπόριο, είτε για τροφοδότηση τρομοκρατικής οργάνωσης, κάτι το οποίο ούτε προκύπτει, ούτε το αποδέχομαι), οι κύριοι θεσμικά υπερασπιστές της δικαιοσύνης και του νόμου οι οποίοι κρατούν εμένα επειδή τον παραβίασα, αποφάσισαν να παραβλέψουν ακόμα και το σύνταγμα τους – το οποίο ορίζει κάθε επόμενη της πρώτης προφυλάκισης ως μέγιστο όριο τους 12 μήνες – αφού δεν τους αρκεί για να εξυπηρετήσουν την πολιτική τους ηγεσία και να με κρατήσουν ακόμα έξι μήνες όμηρο.
Η υπόθεση του αναρχικού συντρόφου και αγωνιστή Κ. Σακκά είναι γνωστή στους κύκλους του Α/Α χώρου εδώ και τρία χρόνια. Με την πρώτη προφυλάκιση και την αρχή της δεύτερης -με κατασκευασμένα και άθλια κατηγορητήρια- το θέμα άνοιξε αρχικά σε κύκλους έντος του αναρχικού κινήματος της χώρας αλλά σύντομα γνωστοποήθηκε και στο εξωτερικό. Οι πρώτες κινήσεις αλληλεγγύης κατάφεραν, με την επιμονή τους, να φέρουν το θέμα στη θέση που του άρμοζει και να κινητοποιήσουν τελικά ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι κόσμου, εντός και εκτός Α/Α χώρου. Η κλιμάκωση του αγώνα με πορείες, συγκεντρώσεις, αφισοκολλήσεις και συμβολικές επιθέσεις σε καπιταλιστικούς/κυβερνητικούς στόχους μας έφεραν στην τελική ευθεία μιας ποικιλόμορφης στήριξης ενός δίκαιου αγώνα. Στο σημείο αυτό δεν θα κάνουμε ένα χρονολόγιο της υπόθεσης αλληλεγγύης, γιατί όλα αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά.
Θέλουμε να μείνουμε και να μιλήσουμε για την προφυλάκιση του συντρόφου, την δήθεν νομιμότητα, τις κρατικές διαδικασίες και τους νόμους και φυσικά να κάνουμε ένα σχολιασμό πάνω στην πρόσφατη αποφυλάκιση μετά από 38 μέρες απεργίας πείνας.
ΠΡΟΦΥΛΑΚΙΣΗ
Η προφυλάκιση του Κ. Σακκά ξεπέρασε τα 2,5 χρόνια σχεδόν. Ένας κατηγορούμενος για οπλοκατοχή –γιατί όλες οι άλλες κατηγορίες είναι εντελώς ανυπόστατες και κατασκευασμένες από το τρίπτυχο της εξουσίας: δικαστών, κυβέρνησης, αστυνομίας- καταλήγει να κρατείται ετσιθελικά και βάση τρομονόμου στα κολαστήρια της δημοκρατίας.
Την ιδία ώρα αποφυλακίζονται μαχαιροβγάλτες της ΧΑ ,δολοφόνοι μεταναστών εργατών, εργοδότες που δεν πληρώνουν, προστάτες μαγαζιών, πρεζέμποροι, ενώ μεγαλοοφειλέτες κάνουν διακοπές σε νησιά…
Αναφέρουμε τα παραδειγματα όχι γιατί ελπίζουμε στην δικαιοσύνη τους. Δεν περιμένουμε να εφαρμοστεί κανένα ΄΄δίκαιο΄΄, αφού οι νόμοι τους είναι εργαλείο κυριαρχίας, επιβολής και εξαναγκασμού. Τα αναφέρουμε για να καταδείξουμε το μέγεθος της υποκρισίας του ”κράτους δίκαιου”… Το μέγεθος της υποκρισίας αυτών που ευαγγελίζονται το δίκαιο αλλά εξοντώνουν όσους σηκώνουν κεφάλι εναντία στην αδικία. Το μέγεθος της μαύρης προπαγάνδας των ανιστόρητων δημοσιογράφων των καθεστωτικών ΜΜΕ, που υποκρύπτουν συστηματικά την αλήθεια και τα πραγματικά γεγονότα, υπηρετόντας τον δυνάστη που πληρώνει πιο καλά.
Όταν ένας κρατικός μηχανισμός κάνει λάστιχο τους νομούς, εφαρμόζει ένα διάτρητο νομικά και συνταγματικά τρομονόμο ενάντια στους αναρχικούς /αντιεξουσιαστές, όταν τα ματ χτυπάνε ανέργους, εργάτες, αστέγους, τοξικομανείς και οροθετικές ιερόδουλες στους δρόμους μέρα νύχτα, τότε είναι ξεκάθαρο τι συμβαίνει. Ο φασισμός περπατάει στους δρόμους . Η αντίσταση είναι καθήκον. Με κάθε τρόπο, παντού και πάντα. Αυτό έπραξε και ο Κώστας. Σήκωσε την γροθιά του ενάντια στον επελαύνοντα ολοκληρωτισμό. Για αυτό σταθήκαμε διπλά του. Για αυτόν και για χιλιάδες άλλους λογούς.
ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΕΙΝΑΣ
Δανειζόμαστε τις γραμμές από το γράμμα του Ν. Ρωμανού για να αποτυπώσουμε την σημασία και το νόημα της απεργίας πείνας:
Απεργία Πείνας- Η αντίφαση σε θέση μάχης.
Η απεργία πείνας αποτελεί το έσχατο μέσο αγώνα ενός ανθρώπου της επανάστασης. Ιστορικά έχει χρησιμοποιηθεί από ένα ευρύ πολιτικό φάσμα αγωνιστών που αιχμαλωτίστηκαν για την ανατρεπτική τους δράση κυρίως εναντίων δημοκρατικών καθεστώτων.
Από τους νεκρούς απεργούς πείνας της ε.ο Φράξιας Κόκκινος Στρατός(RAF) και θανάτους μαχητών του ΙRΑ και της ΕΤΑ, μέχρι της νικηφόρες απεργίες πείνας αναρχικών συντρόφων όπως ο Χριστόφορος Μαρίνος ο Κώστας Καλαρέμας, τα μέλη του Επαναστατικού Αγώνα και της ε.ο Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς. Τα κοινά σημεία σύνδεσης μπορεί να είναι από ελάχιστα έως ανύπαρκτα υπάρχει όμως μια απόφαση που παραμένει ίδια, <<Μάχομαι μέχρι το τέλος.>>
Φυλακές Αυλώνα
Ιούνιος 2013
Νίκος Ρωμανός
Η αδάμαστη ταυτότητα των πολιτικών κρατουμένων στέκεται ξεκάθαρα ενάντια στο μηχανισμό της καταπίεσης. Με τη στάση τους κάνουν κατανοητό στον καθένα πως, ακόμη και στα χέρια του πολιτικού εχθρού, η αντίσταση δε σταματά και πως η επαναστατική προοπτική παραμένει πάντοτε το επιδιωκόμενο. Μετά από 2,5 χρόνια παράνομου εγκλεισμού ο Κ. Σακκάς προχώρησε σε απεργία πείνας. Όταν ένας άνθρωπος λοιπόν βάζει το σώμα του, την ζωή του, την ύπαρξη του την ιδία στην πρώτη γραμμή του αγώνα, τότε η αλληλεγγύη είναι αυτονόητη. Χωρίς κανένα αντάλλαγμα ο σύντροφος και μείς σταθήκαμε στο δρόμο για να πούμε τα αυτονόητα…
Αυτονόητα όχι για όλους όμως. Βρεθήκαν φωνές σε αυτήν την μισάνθρωπη χώρα, την χώρα που κάθε λογής συστημικό σκουπίδι έχει βήμα στην τβ να πει ότι θέλει, που ήθελαν τον Κώστα νεκρό. Να γίνει επίδειξη της δύναμης του κράτους φώναζαν οι πρετεντεριδες. Να δείξει ποιος κάνει κουμάντο έσκουζαν οι κρανιδιώτιδες. Η ατζέντα γνωστή. Δώστε φόβο στο κοινό, ψαρέψτε ψήφους της ακροδεξιάς. Πάνω στο σώμα ενός ανθρώπου λεφτά, ψήφοι κι η εξουσία να περιφέρει, κάπως έτσι, το άθλιο σαρκίο της.. Σε άλλο πλαίσιο, αλλά με εξίσου περίσσια χυδαιότητα, κινήθηκε και η αριστερά . Μεγαλοστομίες περί νομιμότητας και μέχρι εκεί… Συγκεντρώσεις με βουλευτές και κάμερες κλπ. Ο ίδιος ο Κ. Σακκάς τους εδίωξε όταν πήγαν να τον επισκεφτούν στο κρατικό της Νικαίας.
-Χτυπάμε την αλληλεγγύη ,πριμοδοτούμε το φασισμό. Απονοηματοδοτουμε τις λέξεις, φέρνουμε σύγχυση, λασπολογούμε και δεν απολογούμαστε σε κανέναν.
Ακροδεξιά καθάρματα χορεύουν στην οθόνη του νοικοκύρη και άνθρωποι θάβονται ζωντανοί στα κολαστηρια της δημοκρατιας, χάριν παραδειγματισμού, στοχεύοντας στην κάμψη του αγωνιστικού φρονηματος. Όχι για πολύ όμως..
-Χτυπάμε της δομές αλληλεγγύης, τις κουζίνες, τις καταλήψεις στέγης και πολιτικές, χτυπάμε τον διαφορετικό, παρουσιάζουμε τον αναρχικό σαν τέρας και τρομοκράτη.
Για να φανεί ο Σαμαράς καλός και ο Δενδιας δημοκράτης.. όχι για πολύ όμως. Ο κόσμος σας καταρρέει και το ξέρετε.. Τρεμετε την ωρα που η οργή των καταπιεσμένων και των αποκλεισμενων θα σας σαρώσει και από την στάχτη θα αναδυθεί ο νέος κόσμος της λευτεριάς.
ΑΠΟΦΥΛΑΚΙΣΗ
Ο αγώνας του Κ. Σακκά ήταν σίγουρα στοχευόμενος στην αποφυλάκιση του. Ήταν μια πρώτη νίκη. Όχι ολοκληρωτική όμως. Πέτυχε την απελευθέρωση του αλλά τώρα βρίσκεται σε μια κοινωνία φυλακή, με τα τείχη των απαγορεύσεων να υψώνονται μπροστά του.
– Επιβάλλεται απαγόρευση εξόδου από τη χώρα.
– Κάθε Δευτέρα καλείται να εμφανίζεται στο Α.Τ. της περιοχής του.
– Θα πρέπει να διαμένει στο σπίτι που έχει δηλώσει.
– Δεν επιτρέπεται να ταξιδέψει εκτός του νομού Αττικής.
– Δεν πρέπει να έχει επαφή με τους συγκατηγορούμενους για την υπόθεση της «Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς».
– Για την αποφυλάκισή του καλείται να καταβάλει χρηματική εγγύηση 30.000 ευρώ.
Αυτοί οι όροι αποφυλάκισης αντανακλούν μια νέα μορφή εκδίκησης και τιμωρίας των υποδίκων ή φυλακισμένων αγωνιστών. Οι υπέρογκες εγγυήσεις αλλά και η αδυναμία καταβολής του επιβαλλόμενου πόσου θέτει τους αγωνιστές σε μια ομηρία άνευ προηγούμενου. Η οικονομική εξόντωση του Κ. Σακκά και της οικογενείας του δείχνει ότι το κράτος θέλει να ελέγχει ,και όταν δεν μπορεί να καταστρέφει κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής.
Τίποτα δεν τέλειωσε ούτε για μας, ούτε για τον σύντροφο Κ.Σακκά.
Τίποτα δεν τέλειωσε. Μια νίκη ήρθε, μια άλλη μας περιμένει. Ας μην αφήσουμε το φορτίο μας χάμω. Ας προχωρήσουμε.

Negrorojo

 

 

πηγη:http://eleftheriakiskepsi.blogspot.gr/

Aναμετάδοση της πορείας στο βουνό Κάκαβος της Χαλκιδικής

ραδιοφραγματα

Το Σάββατο 3/8 στις 12μμ το αυτοδιαχειριζόμενο διαδικτυακό ραδιόφωνο των Ραδιοφραγμάτων, θα καλύψει ζωντανά την πορεία στο βουνό Κάκαβος της Χαλκιδικής, ενάντια στα μεταλλεία εξόρυξης χρυσού και σε αλληλεγγύη στους προφυλακισμένους κατοίκους αγωνιστές. Email επικοινωνίας radiofragmta@espiv.net

 

http://radiofragmata.espivblogs.net/

1921 Η Εξέγερση των ναυτών της Κροστάνδης


1921 Η Εξέγερση των ναυτών της Κροστάνδης
Το 1917, η επανάσταση στην Ρωσία ανέτρεψε την τσαρική δυναστεία των Ρομανόφ και γέννησε τις συνθήκες πάνω στις οποίες το κόμμα των μπολσεβίκων πάτησε για να ανέλθει στην εξουσία. Οι μπολσεβίκοι, υποσχόμενοι μια νέα κοινωνία ισότητας και ευμάρειας, το πολιτικό σύστημα γνωστό σήμερα ως “κομμουνισμός”, και έχοντας με το μέρος τους μια μεγάλη μερίδα του στρατού, εκθρόνισε κάθε αυτοκρατορική δύναμη στην Ρωσία και ανέλαβε τα ηνία.
Η πιο πειθήνια και αποτελεσματική στρατιωτική μονάδα που είχαν στην διάθεσή τους, ήταν οι ναύτες της Κροστάνδης.
Η Κροστάνδη είναι ένα νησί – οχυρό, κοντά στα σύνορα της Φινλανδίας. Παραδοσιακά, ο πληθυσμός της Κροστάνδης είχε αναπτύξει τις δικιές του ιδιοτροπίες, οι οποίες έτειναν προς την αμεσοδημοκρατία. Είχαν θεσμοθετήσει μια άτυπη αυτοδιοίκηση, στην οποία συμμετείχαν όλοι με δικαίωμα ψήφου και ρύθμιζαν τοπικά θέματα διαχείρισης. Είχαν ιδρύσει ουσιαστικά μια εμβρυακή μορφή αναρχίας.
Οι ναύτες της Κροστάνδης δεν ήταν φυσικά ντόπιοι, αλλά στρατιώτες με καταγωγή απ’την ηπειρωτική Ρωσία, που όμως μετά την στρατολόγησή τους και εγκατάστασής τους στο νησί, υιοθετούσαν τον τοπικό τρόπο ζωής.
Η ιστορία διηγείται σύντομα αλλά περιεκτικά, πώς οι ναύτες της Κροστάνδης, από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές των κομμουνιστών, σε θεωρία αλλά κυρίως στην πράξη, ήρθαν στηνέσχατη σύγκρουση μαζί τους.συμπληρωση περιγραφηςhttp://anarkismo.wsm.ie/article/19146?userlanguage=pt&save_prefs=true
video -Το ντοκιμαντερ προερχεται απο εδω:
http://video-morfwsh.blogspot.gr/2013/08/1921.html:
ιδιαιτερες ευχαριστιες σε: RageTMGr
[youtube]http://www.youtube.com/watch?v=GIgfXlI9XB0&list=PLC3467F314F50A696&index=1[/youtube]
[youtube]http://www.youtube.com/watch?v=zGSvfuHwKSk&list=PLC3467F314F50A696&index=2[/youtube]

Εξέγερση της Κροστάνδης (Μέρος 3ο)

[youtube]http://www.youtube.com/watch?v=Y2gT_WM_Ntc&list=PLC3467F314F50A696&index=3[/youtube]

Εξέγερση της Κροστάνδης (Μέρος 4ο)

[youtube]http://www.youtube.com/watch?v=tTveMjZpDgo&list=PLC3467F314F50A696&index=4[/youtube]

Εξέγερση της Κροστάνδης (Μέρος 5ο)

[youtube]http://www.youtube.com/watch?v=yymFcr7w2xg&list=PLC3467F314F50A696&index=5[/youtube]

 

 

NO TAV: Σημείο αναφοράς για τη μάχη ενάντια στην καταστροφή των “μεγάλων έργων”* ** ***

*της Έφης Πανοτοπούλου

της Έφης Πανοτοπούλου
Το έργο των τρένων υψηλής ταχύτητας (TAV) αρχίζει στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και αφορά όλους εκείνους που προπαγάνδισαν ανοικτά μια οικονομική και περιβαλλοντική καταστροφή, αναγκάζοντας μια ολόκληρη κοινότητα να υποστεί τις επιπτώσεις, αρκεί τα κέρδη να παραμείνουν στα χέρια αυτών που διαχειρίζονται το συγκεκριμένο έργο.
Σε αυτό έχουν εμπλακεί μεγάλοι επενδυτικοί όμιλοι, πολιτικά κόμματα, ομοσπονδιακά συνδικάτα, η οργανωμένη μαφία, οι οποίοι προσπαθούν να πείσουν τις τοπικές κοινωνίες να συναινέσουν στη διέλευση των νέων φαραωνικών γραμμών.

Την ίδια εποχή, ενάντια στα τρένα υψηλής ταχύτητας αρχίζει να δημιουργείται ένα κίνημα κοινωνικής αντίστασης, το οποίο ακόμη τότε δεν είχε διαμορφώσει τα χαρακτηριστικά ενός μαζικού κινήματος όπως το εννοούμε σήμερα. Μετά το 2000 μπορούμε να μιλάμε για ένα πραγματικό κοινωνικό κίνημα, με τη δημιουργία νέων επιτροπών ΝΟ Ταν. Σημαντικό γεγονός ήταν η μαζική πορεία από το Borgone στο Bussoleno, τον Μάιο του 2003, όπου συμμετείχαν περίπου 15.000 διαδηλωτές απ’ όλη την Ιταλία.

Η πιο σημαντική στιγμή καθ’ όλη τη διάρκεια του εικοσαετή αγώνα ΝΟ TAV σημειώθηκε το φθινόπωρο του 2005 και ιδιαίτερα στις 31 Οκτωβρίου. Οι σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ των διαδηλωτών και των αστυνομικών δυνάμεων στις πλαγιές του Rocciamolone, στη γνωστή «μάχη του Σεγκίνο», σηματοδότησαν την τροπή του κινήματος, γιατί το κράτος προσπάθησε για πρώτη φορά να επιβάλει τις εργασίες της γεώτρησης με τις δυνάμεις καταστολής που διέθετε. Ο θυμός των κατοίκων της κοιλάδας απέναντι στη βία των αστυνομικών δυνάμεων και ο φόβος ότι μπορεί να τοποθετηθούν στην περιοχή τους τα εργοτάξια TAV ξεπέρασε τα όρια την νομιμότητας, κάτι που πολλοί θεωρούσαν μέχρι τότε ανυπέρβλητο εμπόδιο.

Στις 8 Δεκεμβρίου του 2005 εξελίχθηκε η γνωστή «μάχη της Βενάους». Αστυνομικές δυνάμεις επιτέθηκαν στην περιφρούρηση του NO TAV δίπλα στο μέρος όπου θα έπρεπε να γίνουν οι γεωτρήσεις και εκκένωσαν την περιοχή. Οργανώθηκε άμεσα η αντίσταση. Το επόμενο πρωί, 50.000 διαδηλωτές επιτέθηκαν στον αστυνομικό κλοιό και ξεκίνησαν συγκρούσεις μέχρι που κατάφεραν να τον διαλύσουν. Έριξαν τους φράκτες που περιστοίχιζαν το εργοτάξιο και κατέστρεψαν τα μηχανήματα. Η αστυνομία τράπηκε σε φυγή. Η Βενάους ήταν ελεύθερη!

Μια άλλη σημαντική στιγμή ήταν το χειμώνα του 2010 κατά τη διάρκεια της εκστρατείας των γεωλογικών ερευνών, με την επανάληψη των συγκρούσεων μετά από ένα χρονικό διάστημα ύφεσης. Αυτή η φάση των συγκρούσεων με τις δυνάμεις καταστολής οδήγησε στην απόφαση ανακατάληψης και ελέγχου του εδάφους ανοίγοντας το δρόμο προς το σκηνικό της Chiomonte, την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2011.

Καθοριστική και σημαντική ημερομηνία του αγώνα σε εθνικό επίπεδο ήταν η 3η Ιουλίου του ίδιου έτους, καθώς εκείνη την ημέρα σημειώθηκαν οι μεγαλύτερες συγκρούσεις. Επειδή η κυβέρνηση φοβόταν ότι η εξέγερση θα μπορούσε να εξαπλωθεί και ότι θα επαναλαμβανόταν το σενάριο του 2005, αυτή τη φορά επέλεξε ως μέρος για να ξεκινήσει την επίθεση μία απομακρυσμένη και απρόσιτη περιοχή. Ο κρατικός μηχανισμός παρέταξε στην κοιλάδα πολλούς άντρες και οχήματα, αλλά το κίνημα είχε ήδη οργανώσει την αντίσταση ενάντια στις δυνάμεις καταστολής από τους προηγούμενους μήνες. Οι συγκρούσεις ήταν πρωτοφανείς, τουλάχιστον για όσους τις βίωσαν σε προσωπικό επίπεδο. Αμέτρητοι οι τραυματίες από τα δακρυγόνα και άλλοι τόσοι που έφεραν στο σώμα τους τα σημάδια από τα ανελέητα χτυπήματα των αστυνομικών δυνάμεων. Παρ’ όλα αυτά, οι δυνάμεις καταστολής δεν κατάφεραν να τρομοκρατήσουν τους εξεγερμένους, γιατί όλοι, απέναντι στις οπλισμένες και αλαζονικές αστυνομικές δυνάμεις, τραγουδούσαν «la Valsuva paura non ne ha» («Η Βαλσούβα δε φοβάται»). Οι κάτοικοι επέστρεφαν ξανά και ξανά, μέρα με την ημέρα πίσω στα μονοπάτια.

Σπάζοντας τα όρια της διαμαρτυρίας και της νομιμότητας

Απέναντι και ενάντια σε αυτό το έργο υπάρχει η δύναμη ενός κινήματος που δε θα σταματήσει να αντιστέκεται στο διακομματικό λόμπι του SI TAV που θέλει να μοιράσει την τούρτα των 22 δισεκατομμυρίων ευρώ. Το διακύβευμα του αγώνα όμως ξεπερνά κατά πολύ το ζήτημα TAV.

Σε πολλούς κατοίκους της πεδιάδας δόθηκε η ευκαιρία να βιώσουν μια μοναδική εμπειρία και να συνειδητοποιήσουν τον πραγματικό ρόλο του κράτους και του κομματικού μηχανισμού με τις διασυνδέσεις που έχει με τη μαφία και τις επιχειρήσεις. Η σύνθεση των συμμετεχόντων στο κίνημα NO TAV αποτελείται από επιτροπές, ακτιβιστές, άτυπες ομάδες. Η εμπειρία της συλλογικότητας, των ζυμώσεων, της ανταλλαγής απόψεων ανάμεσα σε άτομα διαφορετικής κοινωνικής και ιδεολογικής κουλτούρας ήταν καθοριστικός παράγοντας ώστε να προταθούν και να καταγραφούν νέες ερμηνείες και νέες ιδέες σχετικά με τον τρόπο διεξαγωγής των κοινωνικών αγώνων και συλλογικών διαδικασιών. Οι αποφάσεις για τα πιο σημαντικά γεγονότα παίρνονται μέσα από μια μακρά διαδικασία συνεδριάσεων των επιτροπών και ανοικτών συνελεύσεων. Δεν υπάρχει ένας συγκεκριμένος τρόπος που να καθορίζει τη λήψη των αποφάσεων, αλλά αυτή επιτυγχάνεται μέσα από την ατομική ή συλλογική εμπειρία που έχει διαμορφωθεί σ’ αυτά τα χρόνια του αγώνα και συχνά καθορίζει την επιτυχία μιας πρότασης στη συνέλευση.

Το κίνημα κατάφερε με τα χρόνια να ξεπεράσει αρκετές φορές τα όρια της νομιμότητας εξαιτίας των σκληρών συνθηκών που αντιμετώπισε από την κρατική βία. Οι αντιφάσεις του δημοκρατικού και κρατικού συστήματος από τη μια πλευρά άλλαξαν τη συνείδηση πολλών κατοίκων που μέχρι τότε εμπιστεύονταν τα θεσμικά όργανα, και από την άλλη ενίσχυσαν τη «νομιμότητα» του αγώνα ενάντια στην κρατική ανομία.

Το κίνημα NO TAV είναι σημείο αναφοράς για όσους μάχονται για την προστασία του περιβάλλοντος, ενάντια στην κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος για ατομικό κέρδος. Ένα κίνημα ριζωμένο και ταυτόχρονα ριζοσπαστικό, ικανό να αυτοοργανωθεί, να αντισταθεί, διατηρώντας όλα αυτά τα χρόνια ακλόνητο τον «πυγμαχικό» αγώνα.

Δεν αρκεί, ωστόσο, οι πολιορκίες να απομονωθούν σε μία περιοχή, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι ο αγώνας εξελίσσεται μόνο εκεί, αλλά να εξαπλωθούν παντού, καταστρέφοντας το πολιτικό και στρατιωτικό σύστημα της κυβέρνησης.

Ούτε χρειάζεται κάποιος να έρθει στο Piemonte, αρκεί να πολλαπλασιαστεί η αντίσταση παντού και καθένας να οπλιστεί με ένα αλυσοπρίονο και να προετοιμάσει το δικό του οδόφραγμα.

**ΠΗΓΗ:Από το 11ο τεύχος της εργατικής εφημερίδας Δράση
***συνδεσμος:http://efimeridadrasi.blogspot.gr/2013/08/no-tav.html:

Όλες και όλοι στην πορεία στον Κάκαβο στις 3/8

Κείμενο-κάλεσμα του Ανοιχτού Συντονιστικού Θεσσαλονίκης ενάντια στα μεταλλεία χρυσού για την πορεία στον Κάκαβο στις 3/8

cf80cebfcf81ceb5ceb9ceb1

Ο αγώνας ενάντια στο χρυσό θάνατο μας αφορά

Μετά την καταστροφή του εργοταξίου της Ελληνικός Χρυσός στις Σκουριές, στις 17/2, το κράτος έχει εντείνει και αναβαθμίσει ποιοτικά την καταστολή, διενεργώντας προσαγωγές αγωνιζόμενων που φέρονται ως ύποπτοι, κρατώντας τους για πολλές ώρες στην ασφάλεια, λαμβάνοντας κατά συρροή γενετικό υλικό (DNA), ασκώντας διώξεις με στημένα κατηγορητήρια και βάσει του τρομονόμου και προφυλακίζοντας τέσσερεις από τους διωκόμενους. Η επίθεση αυτή στοχεύει στον εκφοβισμό και την τρομοκράτηση κατοίκων και αλληλέγγυων, στην ποινικοποίηση κάθε αγωνιστικής/πολιτικής σκέψης, στάσης και πρακτικής, στην αποεστίαση της προσοχής από το αναπτυξιακό έγκλημα που συντελείται στην περιοχή και στην αποσυσπείρωση του αγώνα, προκειμένου να διασφαλιστούν τα συμφέροντα της Ελληνικός Χρυσός – Eldorado Gold.

Ειδικότερα μέσω της λήψης και χρήσης γενετικού υλικού, η κυριαρχία επιχειρεί να προσδώσει ένα δήθεν ορθολογικό και επιστημονικοφανές έρεισμα στις παράλογες διώξεις που ασκεί, παρά το γεγονός ότι η μέθοδος ταυτοποίησης DNA δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελέσει αξιόπιστο «αποδεικτικό στοιχείο», μιας και αυτό μπορεί να κατασκευαστεί τεχνητά εξ αρχής, να αναπαραχθεί και να μεταφερθεί από τρίτους κατά βούληση. Επιπλέον, η συλλογή ενός υπερευαίσθητου προσωπικού δεδομένου, όπως το DNA, συνιστά κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αποσκοπεί ξεκάθαρα στη δημιουργία τράπεζας πληροφοριών γενετικού υλικού, δηλαδή σε ένα βιολογικό φακέλωμα πάντα διαθέσιμο προς χρήση από την αντιτρομοκρατική, σύμφωνα με τις εκάστοτε εντολές της εξουσίας.

Στεκόμαστε δίπλα στους διωκόμενους αγωνιστές, αναγνωρίζοντας ότι κάθε φορά που ένα άτομο υφίσταται καταστολή, η επίθεση στοχεύει στον ίδιο τον αγώνα. Έναν αγώνα ενάντια στη λεηλασία των ζωών μας, ο οποίος εξελίσσεται παντού, από το Περού και την Τουρκία, μέχρι την Αλεξανδρούπολη και τις Σκουριές. Έναν αγώνα, του οποίου αναπόσπαστα μέρη συνιστούμε όλες και όλοι.

Αλληλεγγύη στο δίκαιο αγώνα ενάντια στα μεταλλεία χρυσού και σε όλους τους διωκόμενους

Άμεση απελευθέρωση των προφυλακισμένων αγωνιστών

 

ΟΛΕΣ ΚΑΙ ΟΛΟΙ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟΝ ΚΑΚΑΒΟ ΣΤΙΣ 3/8

Προσυγκεντρώσεις: 10πμ στη Μ.Παναγιά (Χοροστάσι) και στην Ιερισσό

 

 

Ανοιχτό Συντονιστικό Θεσσαλονίκης ενάντια στα μεταλλεία χρυσού

nogoldthess.espivblogs.net

  no.gold.thess@espiv.net

 

http://nogoldthess.espivblogs.net

Πορεία στον Κάκαβο – Άμεση απελευθέρωση των 4 προφυλακισμένων, καμία δίωξη στους αγωνιζόμενους ενάντια στα μεταλλεία χρυσού

Κείμενο – Πολιτικό πλαίσιο της επιτροπής αλληλεγγύης στους διωκόμενους του αγώνα ενάντια στην εξόρυξη


Η επιτροπή αλληλεγγύης στους αγωνιζόμενους και διωκόμενους κατοίκους της Χαλκιδικής συγκροτείται (και φιλοδοξεί να πλαισιωθεί περαιτέρω) από πολιτικές και κοινωνικές συλλογικότητες, συνελεύσεις και άτομα που δραστηριοποιούνται ενάντια στην εγκατάσταση των μεταλλείων στη β.α. Χαλκιδική.
Οι διαφορετικές οπτικές και αφετηρίες μας θεωρούμε ότι μπορούν να προσδώσουν, μία συνολικότερη εικόνα της κατάστασης και μία πλούσια και πολύμορφη δράση, σε αμφίδρομη σχέση με την αγωνιζόμενη τοπική κοινωνία, με σχέση ισοτιμίας που επιβάλλει ο κοινός αγώνας και έξω από μικροπολιτικές σκοπιμότητες.

Κοινός μας τόπος επίσης είναι ότι η διαδικασία του αγώνα δε μπορεί παρά να είναι κινηματική, δηλαδή σε ευθεία αντιπαράθεση με την επένδυση και αυτούς που την υποστηρίζουν, με διαδικασίες δημοκρατικές όπου συμμετέχουν ισότιμα οι αγωνιζόμενοι κάτοικοι. 

Αυτή η βάση συνεργασίας επιβάλλεται από τη σοβαρότητα της κατάστασης στην Χαλκιδική και την ευρύτητα των επιπτώσεων που έχει σε πολλαπλά επίπεδα σε όλη την ελληνική κοινωνία η εν λόγω επένδυση.

Η βάση αυτής της σύμπραξης συμπυκνώνεται σε τρία σημεία:

– Εναντίωση στην μεταλλευτική δραστηριότητα και στην υπαγωγή της
β.α. Χαλκιδικής στον μεταλλευτικό κώδικα.

– Αλληλεγγύη και στήριξη των αγωνιζόμενων κατοίκων καθώς και των διωκόμενων του αγώνα.

– Άμεση αποφυλάκιση των προφυλακισμένων Χαλκιδικιωτών και παύση κάθε επόμενης δίωξης.


Στο πρώτο σημείο η εναντίωση μας στη μεταλλευτική δραστηριότητα εν τάχει εδράζεται στα εξής:

* σε πρώτο επίπεδο στην περιβαλλοντική καταστροφή που θα επιφέρει η εξο-ρυκτική διαδικασία (ανοιχτό όρυγμα, στράγγιση υπογείων υδάτων κλπ) στο όρος Κάκαβος, με την πλήρη καταστροφή του σπάνιου φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής, την επικίνδυνη διαδικασία επεξεργασίας των μεταλλευμάτων με την χρήση κυανίου, τη δημιουργία τελμάτων με αρσενικούχα συμπυκνώματα και όλα όσα επιφυλάσσει η βαριά μεταλλευτική βιομηχανία (η πυρομεταλλουργία είναι η πλέον ρυπαντική βιομηχανική δραστηριότητα) για το περιβάλλον και τους ανθρώπους.

* σε δεύτερο επίπεδο η μεταλλευτική δραστηριότητα βρίσκεται σε πλήρη ανταγωνισμό με την όποια τοπική οικονομία είτε είναι αγροκτηνοτροφική είτε τουριστική. Στην περιοχή δε μπορεί να συνυπάρχει η βαριά μεταλλευτική βιομηχανία με καμία άλλη οικονομική δραστηριότητα που δε σχετίζεται με αυτή, με αποτέλεσμα στη βάση του κέρδους να θυσιάζεται και να διαλύεται η τοπική οικονομία και να διχάζεται βαθύτατα η τοπική κοινωνία.

* Τέλος η μεταλλευτική δραστηριότητα αποτελεί έναν τρόπο για την αρπαγή και καταλήστευση κοινών πόρων, οι οποίοι δίνονται βορά στην εταιρεία που αφενός ληστεύει και αφετέρου αποκλείει τους πραγματικούς κατόχους των πόρων και της περιοχής από οποιαδήποτε επιλογή διαχείρισης τους.


Στο δεύτερο σημείο ο μαζικός και πολύπλευρος αγώνας των κατοίκων των πληττόμενων περιοχών ανέδειξε το ζήτημα σε πανελλαδικό και παγκόσμιο επίπεδο. Ο αγωνιζόμενος πληθυσμός ριζοσπαστικοποιείται, φυσικά μέσα στις αντιφάσεις που διέπουν όλη την ελληνική κοινωνία, και αντιλαμβανόμενος την κατάσταση ξεφεύγει από τις συνήθεις θεσμικές διαδικασίες αγώνα, παίρνοντας χαρακτηριστικά τοπικού λαϊκού ξεσηκωμού, δημιουργώντας ρήγματα στις υπάρχουσες δομές. Επί παραδείγματι η Ιερισσός αυτή τη στιγμή είναι μία περιοχή χωρίς δημοτική αρχή και χωρίς αστυνομικό τμήμα.


Αυτή η στάση φυσικά για το κράτος-προστάτη της εταιρείας είναι μία μη αποδεκτή στάση. Στην Ελλάδα του μνημονίου και του σκληρού νεοφιλελευθερισμού η ανταρσία αποτελεί το μεγαλύτερο έγκλημα και πάνω σε αυτή λογική το κράτος αντιμετωπίζει τους αγωνιζόμενους κατοίκους.
* Στοχοποιεί και καταστέλλει ολόκληρες περιοχές και πληθυσμούς, με στόχο την τρομοκράτηση τους και την πάταξη κάθε αντίδρασης.
* Εγκαθιδρύει ένα καθεστώς έκτακτης ανάγκης, όπου όλοι και όλα επιστρατεύονται και επιτάσσονται στη βάση των αναγκών της επένδυσης, με τον μόνο τρόπο που αυτό μπορεί να επιτευχθεί, την ωμή και ξεκάθαρη κρατική και παρακρατική βία. Άλλωστε η ίδια η έννοια της υπαγωγής στο μεταλλευτικό κώδικα υπαγορεύει μία κατάσταση εξαίρεσης, ένα τόπο αυθαιρεσίας του κράτους και του επενδυτή. Ένα τόπο όπου η γη σου υποχρεωτικά απαλλοτριώνεται, ο αγώνας σου υποχρεωτικά καταστέλλεται και η ζωή σου υποχρεωτικά και ολοκληρωτικά υποτιμάται και συνδέεται με μια εταιρεία.


Στο τρίτο σημείο η κοινή μας θέση – πεποίθηση είναι ότι κανένας αγώνας δε μπορεί να προχωρήσει και να τελεσφορήσει νικηφόρα εάν αφήνει πίσω του απώλειες, ανθρώπους στην τύχη τους και ομήρους στις ορέξεις του κράτους.
Οι προφυλακίσεις αγωνιστών χωρίς καν μία νομιμοφάνεια, χωρίς στοιχεία, κουρελιάζοντας το υφιστάμενο δικαιϊκό πλαίσιο, είναι διώξεις φρονηματικές και εκδικητικές με μόνο στόχο την τρομοκράτηση και την διάλυση κάθε αντίστασης στην περιοχή.


Είναι απαράβατη συνθήκη για τη διασφάλιση του αγώνα να αφαιρέσουμε από το κράτος τη δυνατότητα να τρομοκρατεί τον πληθυσμό.
Θεωρούμε ότι η πολιτική και οργανωμένη στάση των αγωνιζόμενων κατοίκων είναι η μόνη ικανή συνθήκη όχι μόνο για να αποφυλακιστούν οι συναγωνιστές που κρατούνται αλλά και για να διασφαλιστεί η επιτυχία του αγώνα.


Τέλος και σε ένα γενικότερο πλαίσιο θεωρούμε ότι αυτό που συμβαίνει στη Χαλκιδική είναι μία πιο εμφανής εικόνα του τι συμβαίνει σε όλη την Ελλάδα, όπου οι κυβερνήσεις κι οι εταιρείες επικαλούμενοι την «ανάπτυξη» με διαδικασίες fast truck, χωρίς δηλαδή καμία κοινωνική νομιμοποίηση επεμβαίνουν δραστικά ενάντια σε περιοχές και πληθυσμούς, το παράδειγμα της Κερατέας ίσως ήταν απλώς το πρελούδιο για την επερχόμενη διαμάχη.


Επιπλέον οι πρακτικές που χρησιμοποιεί το κράτος για να καταστείλει τους αγωνιζόμενους ανθρώπους επεκτείνονται σε όλη την κοινωνία και μαζί τους επεκτείνεται και η κατάσταση εξαίρεσης.


Η πρακτική για παράδειγμα της συλλογής DNA χρησιμοποιήθηκε έξω από κάθε νομικό πλαίσιο σε μεγάλο κομμάτι των Χαλκιδικιωτών, αλλά παράλληλα προσπαθεί να επεκταθεί σε ευρύτερες ομάδες και περιπτώσεις, απειλώντας ευθέως τις ελευθερίες του συνόλου της κοινωνίας.


Ακόμη και το καθεστώς τον εύκολων και με μεγάλη διάρκεια προφυλακίσεων με φρονηματικό χαρακτήρα συνομολογεί πως αυτό που γίνεται στην β.α. Χαλκιδική είναι ένα μόνο κομμάτι αυτού που γίνεται σε όλη τη χώρα.


Η δική μας δράση ως επιτροπή στηρίζεται στις ανοιχτές και αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, φιλοδοξώντας να επιτύχει τη μεγαλύτερη δυνατή κοινωνική συσπείρωση επί του θέματος.


Κομμάτι της συλλογικής μας προσπάθειας αποτελεί :
* η τεκμηρίωση και η ανάδειξη του αγώνα στη Χαλκιδική σε επίπεδο επιστημονικό και τεχνικό
* η αποκαθήλωση των επιχειρημάτων της εταιρείας πάνω στο περιβαλλοντικό, οικονομικό και κοινωνικό ζήτημα
* η αλληλεγγύη και η στήριξη των διωκόμενων σε νομικό, επιστημονικό και ηθικό επίπεδο
* η διάδοση της πληροφορίας του αγώνα και το σπάσιμο του πέπλου σιωπής που έχουν στήσει τα μέσα ενημέρωσης που βρίσκονται σε άμεση συσχέτιση με τα συμφέροντα στην περιοχή, και τέλος
* η εγκαθίδρυση μόνιμης κινηματικής αμφίδρομης επικοινωνίας μεταξύ των κατοίκων στη Χαλκιδική και των αλληλέγγυων στη Θεσσαλονίκη.


Καλούμε όλους τους ενδιαφερόμενους, συλλογικότητες και άτομα που αποδέχονται ένα τέτοιο πλαίσιο συγκρότησης και λειτουργίας, να συμμετάσχουν στις διαδικασίες της επιτροπής και από κοινού να δώσουμε την δυναμική απάντηση που οφείλουμε στο κράτος και τις εταιρείες.


Θεσσαλονίκη Ιούλιος 2013
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΣΤΟΥΣ ΔΙΩΚΟΜΕΝΟΥΣ
ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΞΟΡΥΞΗ ΧΡΥΣΟΥ

 

Σημειώσεις για τον φασισμό*

*Tου Δημήτρη Κωτσάκη

Το θέμα του φασισμού ήταν κεντρικό στις συζητήσεις της δεκαετίας του 1970. Ήταν η εποχή της δεύτερης παγκόσμιας κρίσης, μετά την κρίση της δεκαετίας του 1930, η οποία ήταν καθοριστική για την ανάπτυξη του φασισμού. Αρχή της συζήτησης ήταν η ενότητα στη διαφορά του «παλιού» με τον «νέο» φασισμό. Χαρακτηριστικό ήταν το κείμενο του Αντρέ Γκλυκσμάν στο περιοδικό Μοντέρνοι Καιροί το 1972 με τίτλο «Φασισμοί: παλιός και νέος».[2] Οι σκέψεις που ακολουθούν, συμφωνούν εν πολλοίς με όσα λέγονται στο κείμενο αυτό για τον παλιό φασισμό. Αλλά διαφέρουν ουσια­στικά με όσα λέγονται για τον νέο. Η διαφορά ξεκινάει από την ιστορική θεώρηση του αναπτυσσόμενου μετά την κρίση της δεκαετίας του 1970 κράτους, όπως εκτίθε­ται στο βιβλίο 3 και 1 κείμενα,[3] ως υπερεθνικό ολιγαρχικό κράτος. Οι παρακάτω ση­μειώσεις παρουσιάζουν θέσεις σε βασικά σημεία της περί παλιού και νέου φασι­σμού σημερινής συζήτησης.

Φασισμός

Ας αρχίσουμε με τον όρο «φασισμός». Ο όρος προέρχεται από το ιταλικό fascio (δέ­σμη) που υπάρχει στον τίτλο της πολιτικής οργάνωσης Faascio d Azione Revoluzionaria (FAR), που ίδρυσε ο Μουσολίνι το 1914. Στα ελληνικά το fascio υπάρχει ως δεσμός στον τίτλο της παραστρατιωτικής οργάνωσης Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών (ΙΔΕΑ), που ιδρύθηκε το 1944 για την αντιμετώπιση του «κομμουνιστικού κινδύ­νου».

Σε ό,τι λέγεται εδώ, ως φασισμός εννοείται η ιδεολογική – πολιτική κατεύ­θυνση και η κρατική λειτουργία των δεσμών ολοκληρωτικής εξουσίας, όπως αναπτύσσονται σύμφωνα με τα ακόλουθα. Πρώτον, αρχή του φασισμού είναι ο πόλεμος, το πνεύμα του είναι ο μιλιτα­ρισμό ς. Η βάση της πολεμικής του συγκρότησης είναι το έθνος, αξίωμά του είναι ο εθνικισμό ς (ο λεγόμενος «πατριωτισμός»). Με δεδομένη την ιδεολογική ταυτότη­τα ιταλικού φουτουρισμού και φασισμού κατά τη γέννηση των δύο κινημάτων στις αρχές του 20 αιώνα στους χώρους του πολιτισμού και της πολιτικής αντίστοιχα, χαρακτηριστικό είναι το άρθρο 9 στο Φουτουριστικό Μανιφέστο που συνέταξε ο Μαρινέτι το 1909: «Θα υμνούμε τον πόλεμο —τη μόνη υγιεινή του κόσμου— τον μιλιταρισμό, τον πατριωτισμό». Για να καταλήξει, βεβαίως, στο «θα περιφρονούμε τις γυναίκες».

Δεύτερον, στην εθνική βάση της πολεμικής του συγκρότησης, ο φασισμός συν­θέτει την οικονομική με την πολιτική εξουσία σύμφωνα με τις αρχές που ανέπτυξε ο Χίτλερ στον λόγο που εκφώνησε στη Λέσχη των Βιομηχάνων το 1923. Όπως τις α­ναφέρει ο Γκλυκσμάν στο κείμενο που προαναφέρθηκε, οι αρχές αυτές περιλαμβά­νουν: «την ανισότητα (“οι άνθρωποι έχουν διαφορετική απόδοση”), την ιεραρ­χία (“την απόλυτα αντιδημοκρατική αρχή της χωρίς όρους αυταρχικής εξουσίας πάνω στη βάση, και την απόλυτη υπευθυνότητα στην κορυφή”) και τον νόμο του αρχηγού (fuhrersprinzip)». Με τη σύνθεση οικονομικής και πολιτικής εξουσίας, ο φασισμός μεταφέρει τον εγγενή στην κεφαλαιοκρατική κοινωνία οικονομικό δεσποτισμό στον ανατρεπτικό της αστικής δημοκρατίας πολιτικό δεσποτισμό.

Μορφές του φασισμού

Με την παραπάνω έννοια του όρου, θα διακρίνουμε εδώ δύο ιστορικές μορφές του φασισμού, οι οποίες διαφέρουν ουσιαστικά μεταξύ τους αλλά δεν αντιτίθενται, εί­ναι συμπληρωματικές όψεις του φασιστικού φαινόμενου.

Κρατικός φασισμός: Εδαφική κυριαρχία (πατρίδα)

  • Ο φασισμός ως κρατικός ολοκληρωτισμός.

Εθνικός φασισμός: Ενότητα αίματος (φυλή)

  • Ο φασισμός ως εθνικός ολοκληρωτισμός.

Η εθνική βάση του φασισμού που εδώ αναφέρεται ως «κρατικός φασισμός» είναι πολιτισμική. Στο ιδεολογικό πλαίσιο του κρατικού φασισμού, ο όρος «έθνος» πα­ραπέμπει στο κοινωνικό σώμα, η ταξική ιεραρχία του οποίου ασκεί την ιδεολογική και πολιτική εξουσία στον κοινωνικό χώρο του κράτους: της εδαφικής κυριαρχίας στη γεωγραφική περιοχή που αναφέρεται ως «πατρίδα». Το έθνος, σε αυτά τα συμφραζόμενα, δεν έχει φυλετική βάση. Συγκροτείται από την ιδεολογικά αναπαραγόμενη από το κράτος συλλογική μνήμη των πολιτών του, η ο-ποία συνδέει τη φερόμενη ιστορική καταγωγή του έθνους με τον προδιαγραφόμενο ιστορικό του προορισμό. Και όπου το συνδεόμενο με το «έθνος» κράτος δεν είναι υπαρκτό, όπως στις περιπτώσεις μιας διεκδικούμενης «εθνικής ανεξαρτησίας» ή «ένωσης», η ανα­παραγωγή της συλλογικής μνήμης που συγκροτεί το έθνος είναι έργο μιας θρησκευτικής-πολιτικής «εθνάρχουσας» συλλογικότητας, που διεκδικεί για τον εαυτό της θέση σε μια συγκεκριμένη εδαφική κυριαρχία.

Σε αντιδιαστολή με τον κρατικό φασισμό, η εθνική βάση του φασισμού που εδώ αναφέρεται ως «εθνικός φασισμός» είναι φυλετική. Ο όρος «έθνος», τώρα, παραπέμπει στην ενότητα αίματος των πολιτών του κράτους Το έθνος δεν συγκρο­τείται πολιτισμικά σε ένα κρατικό πλαίσιο, αλλά φυλετικά υπεράνω κρατικών πλαι­σίων. Η κατά τα παραπάνω πολιτισμική ενότητα του έθνους θεωρείται ως συνέπεια της φυλετικής του ενότητας. Υποδειγματική έκφραση του φυλετικού χαρακτήρα του εθνικού φασισμού είναι το 4 από τα 25 σημεία του προγράμματος του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος: «Μόνο μέλη του Έθνους μπορούν να είναι πολίτες του Κράτους. Μόνον αυτοί με γερμανικό αίμα, ανεξαρτήτως πεποιθή­σεων, μπορούν να είναι μέλη του Έθνους. Συνεπώς, κανείς Εβραίος δεν μπορεί να ανήκει στο Έθνος». Υποδειγματική εκδοχή της κρατικής ολοκλήρωσης του εθνικού φασισμού είναι το τρίτο Ράιχ. Υποδειγματική του πράξη, το ολοκαύτωμα.

Έχει ιδιαίτερη σημασία για την κατανόηση του φασισμού η διάκριση της κρατικής πολιτισμικής από την εθνική-φυλετική του μορφή και η ιστορική διαφορά του παλιού από τον νέο φασισμό στην κάθε μία από τις δύο αυτές μορφές του.

Η ιστορική διαφορά των κρατικών μορφών του φασισμού

Αρχίζουμε με τη διαφορά των δύο κρατικών μορφών του φασισμού, παλιού και νέ­ου, οριοθετώντας τις δύο ιστορικές εποχές με την παγκόσμια κρίση του 1970, την κρίση που ορίζει το πέρασμα από το εθνικό κράτος στο υπερεθνικό κράτος, όπως ειπώθηκε στην αρχή.

Παλιός φασισμός

  • Συμπληρωματικότητα αστικής δημοκρατίας και φασισμού στο εθνικό κράτος: ο φασισμός είναι εθνική αστική δικτατορία που αναδύεται από την εθνική αστι­κή δημοκρατία ως καθεστώς έκτακτης ανάγκης.

Νέος φασισμός

  • Συμβολή του φασισμού στη συγκρότηση της ολιγαρχίας του πλούτου στο υπερε­θνικό κράτος: ο φασισμός είναι εγγενές πολιτικό, γραφειοκρατικό, αστυνο­μικό και στρατιωτικό στοιχείο του κράτους της υπερεθνικής αστικής ολιγαρχίας.

Η ουσία της διαφοράς των δύο κρατικών μορφών του φασισμού είναι ότι στον παλιό φασισμό, που αναπτύσσεται στο ιστορικό πλαίσιο του εθνικού κράτους, α­ντιστοιχούν δύο συμπληρωματικά —έχει ιδιαίτερη σημασία η συμπληρωματικότητά τους— πολιτεύματα: η διαπερατή από τον φασισμό αστική δημοκρατία, που αποτε­λεί το κανονικό πολίτευμα της αστικής κοινωνίας, και η συγκροτούμενη από τον φασισμό αστική δικτατορία, ως καθεστώς έκτακτης ανάγκης προς αντιμετώπιση του ταξικού κινδύνου. Ενώ στον νέο φασισμό, που αναπτύσσεται στο ιστορικό πλαίσιο του υπερεθνικού κράτους, αντιστοιχεί ένα και μόνο πολίτευμα: η περιέχουσα φασι­στικά στοιχεία αστική ολιγαρχία.

Το κρίσιμο σημείο της διαφοράς των δύο φασισμών είναι ότι, κατά τον νέο φασισμό, η αστική ολιγαρχία περιέχει φασιστικά στοιχεία, δεν συγκροτεί­ται φασιστικά, δεν είναι καθεστώς κρατικού ολοκληρωτισμού, όπως συμβαίνει με την αστική δικτατορία του παλιού φασισμού. Το καθοριστικό εδώ είναι η ως προς τον φασισμό ομοιότητα των δύο αστικών πολιτευμάτων: του δημοκρατικού και του ολιγαρχικού. Ο φασισμός μετέχει και των δύο, είναι εγγενής στο αστικό πο­λίτευμα εν γένει. Καθώς, από τη μία πλευρά, η αστική δημοκρατία είναι διαπερατή από τον φασισμό, με την έννοια ότι ο φασισμός αναδύεται νόμιμα, με συνταγματι­κά κατοχυρωμένες κοινοβουλευτικές διαδικασίες, από την αστική δημοκρατία ως καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Και, από την άλλη πλευρά, η αστική ολιγαρχία περιέ­χει φασιστικά στοιχεία, με την έννοια ότι η πολιτική, γραφειοκρατική, αστυνομική και στρατιωτική της συγκρότηση χρησιμοποιεί αναγκαστικά, σύμφωνα με τον ολι­γαρχικό της χαρακτήρα, δεσμούς ολοκληρωτικής εξουσίας.

Έχει ιδιαίτερη σημασία για τον νέο φασισμό ότι η εσωτερικότητα των στοιχεί­ων του είναι αρχή του ολιγαρχικού αστικού πολιτεύματος, καθώς και το ποιός είναι ο πολιτειακός χαρακτήρας της αρχής αυτής. Ο παλιός φασισμός ολοκληρώνεται ως εναλλακτική, συμπληρωματική μορφή του αστικού δημοκρατικού πολιτεύματος: καταλαμβάνει την κρατική εξουσία, έχοντας πρώτα συγκροτηθεί εκτός αυτής. Ενώ ο νέος φασισμός ενυπάρχει στοιχειακά στο αστικό ολιγαρχικό πολίτευμα: οι δεσμοί του αναπτύσσονται εντός της κρατικής εξουσίας, την οποία όμως δεν καταλαμβά­νουν. Η ολιγαρχία του πλούτου, ως υπερεθνικό κρατικό σύστημα, μπορεί για λό­γους ταχτικής να κάνει φασιστικές παραχωρήσεις στα εθνικά του υποσυστήματα, όπως συμμετρικά μπορεί να κάνει και δημοκρατικές παραχωρήσεις, αλλά δεν επι­τρέπει τη κατάλυση της ολιγαρχικής του εξουσίας από τα φασιστικά του στοιχεία ή τα δημοκρατικά του κατάλοιπα. Αυτή είναι θεμελιώδης αρχή του αναδυόμενου ολι­γαρχικού κρατικού συστήματος, που απορρέει από τον σύνθετο χαρακτήρα του: υπερεθνικό και αγοραίο. Και δεν έχουμε ακόμη τα στοιχεία για να συζητήσου­με σε πραγματική ιστορική βάση το ναπολεόντειο πέρασμα από την υπερεθνική α­στική ολιγαρχία στην υπερεθνική αστική μοναρχία, που θα κλείσει τον αριστο­τελικό πολιτειακό κύκλο: δημοκρατία – ολιγαρχία – μοναρχία.

Πρέπει εδώ να σημειωθεί μία συνέπεια της ιστορικής διαφοράς των κρατικών μορφών του φασισμού, παλιού και νέου. Στην αναδυόμενη πολιτεία της ολιγαρ­χίας του πλούτου, δεν αντιτίθενται η αντιπροσωπευτική δημοκρατία και ο συμπληρωματικός προς αυτήν φαςιςμόσ. Τα καθεστώτα αυτά ανήκουν στο ιστορικό παρελθόν της αστικής πολιτείας. Η πολιτική αντίθεση τώρα δεν είναι ανάμεσα στη φασιστική και τη δημοκρατική εθνική πολιτεία. Είναι ανάμεσα στην υπερεθνική πο­λιτεία της ολιγαρχίας του πλούτου και την εκτός της πολιτείας άμεση κοινωνική δημοκρατία. Η κοινωνική βάση αυτής της πολιτικής αντίθεσης είναι η αντίθεση ανάμεσα στην κεφαλαιοκρατική οικονομία και την, παράλληλα και ανατρεπτι­κά αναπτυσσόμενη, κοινωνική οικονομία. Ο νέος φασισμός, ως στοιχείο και όχι ως ολική μορφή του ολιγαρχικού πολιτεύματος, είναι οργανικός στον περιορισμό και την καταστολή της αναπτυσσόμενης ενότητας κοινωνικής οικονομίας και άμε­σης δημοκρατίας κατ’ αντίθεση προς την αναπτυσσόμενη κυρίαρχη ενότητα κεφα­λαιοκρατικής οικονομίας και ολιγαρχίας του πλούτου.

Η κατά τον Χίτλερ αρχή της σύνθεσης οικονομικού και πολιτικού δεσποτισμού, που αναφέρθηκε πριν, είναι χαρακτηριστική της οργανικότητας αυτής. Αν ο παλιός φασισμός πραγμάτωνε την αρχή της σύνθεσης των δεσποτισμών με τη φασιστική ανατροπή της αστικής δημοκρατίας, ο νέος φασισμός την πραγματώνει με την ενσωμάτωση στοιχείων του στην ολιγαρχία του πλούτου. Υπάρχει ακόμη μια συνέπεια της ιστορικής διαφοράς των κρατικών μορφών του φασισμού, παλιού και νέου, που πρέπει να σημειωθεί εδώ. Μια συνέπεια που συνδέεται με τη σχέση της κρατικής με την εθνική μορφή του φασισμού: κεντρική στον παλιό φασισμό είναι η εθνική του μορφή, ενώ στον νέο φασισμό κεντρική είναι η κρατική του μορφή. Ο νέος φα­σισμός είναι εθνικός στην κοινωνική του βάση και μόνο, δεν είναι εθνικός στην κρα­τική του κορυφή —δεν μπορεί να είναι, δεδομένου του υπερεθνικού χαρακτήρα του νέου κράτους. Και ο εθνικός φασισμός δεν είναι παρά κρατικό εργαλείο καταστολής του κοινωνικού κινήματος: ένα ιδεολογικό-πολιτικό μέσο πολεμικής κλιμάκωσης των εσωτερικών στον κοινωνικό χώρο του κινήματος εθνικών διαφορών. Παραβλέ­πεται συνήθως μια σημαντική συνέπεια της εργαλειακότητας αυτής. Το κράτος ενι­σχύει —εντός ορίων— τον εθνικό φασισμό, κρατώντας ίσες —όσο του είναι δυνα­τό— αποστάσεις από τις αντιτιθέμενες εθνικές του ενότητες. Αν δεν το κάνει αυτό, υπονομεύει τον στόχο του: την καταστροφική για το κοινωνικό κίνημα υποδαύλιση των εσωτερικών εθνικών του διαφορών.

Η ιστορική διαφορά των εθνικών μορφών του φασισμού

Η διαφορά των δύο εθνικών μορφών του φασισμού προκύπτει από την παραπάνω διαφορά των κρατικών του μορφών.

Παλιός φασισμός

  • Συγκρότηση των πολιτών του έθνους-κράτους σε έναν εθνικό δεσμό ολοκλη­ρωτικής εξουσίας. Κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και ανατροπή της αστικής δημοκρατίας, μέσω της εκχώρησης από το κοινοβούλιο της κρατικής εξουσίας στην ηγεσία του Εθνικού Δεσμού.

Νέος  φασισμός

  • Συγκρότηση πολιτικών, γραφειοκρατικών, αστυνομικών και στρατιωτικών ομά­δων σε κρατικούς δεσμούς ολοκληρωτικής εξουσίας καθοριστικούς για τη λειτουργία της ολιγαρχίας. Χρήση από το κράτος των αυτόνομα συγκροτούμενων εθνικών δεσμών ολοκληρωτικής εξουσίας. Η χρήση έχει ως σκοπό την κατα­στολή του αναπτυσσόμενου στο υπερεθνικό κράτος κοινωνικού κινήματος με την πολεμική κλιμάκωση των εσωτερικών σε αυτό εθνικών διαφορών.

Το κρίσιμο στην κατανόηση του νέου φασισμού είναι η σχέση των δύο μορφών του, της κρατικής και της εθνικής, και η ιδιαίτερη λειτουργία της εθνικής του μορ­φής στο σύγχρονο κράτος. Συγκεκριμένα: η οργανικότητα των στοιχείων του κρατι­κού φασισμού στη συγκρότηση του υπερεθνικού ολιγαρχικού κράτους, και η εργαλειακή χρήση από το κράτος αυτό των πολιτικών σχημάτων του εθνικού φασισμού, αυτόνομων ως προς το κράτος και αντιτιθέμενων στον υπερεθνικό του χαρακτήρα.

Τίθεται βέβαια το ερώτημα: Δεν αντιφάσκει η οργανικότητα των στοιχείων του κρατικού φασισμού στο σύγχρονο υπερεθνικό κράτος με την εθνική βάση του φασισμού γενικά, κρατικού ή εθνικού, όπως εκτέθηκε στην αρχή; Όχι, και εδώ φαίνεται η ιδιαίτερη σημασία που έχει για την κατανόηση του νέου φασισμού η διάκριση της κρατικής-πολιτισμικής από την φυλετική μορφή του έθνους για την οποία έγινε λόγος πριν. Στο έθνος με την κρατική-πολιτισμική του έννοια ανήκουν όσοι έχουν την κρατική υπηκοότητα και μετέχουν της κρατικά αναπαραγόμενης παιδείας. Η πολιτισμική εθνική ενότητα μπορεί να εμπεριέχει μια φυλετική πολλα­πλότητα. Χαρακτηριστικότερο των παραδειγμάτων είναι η εθνική ενότητα των Ηνω­μένων Πολιτειών. Αλλά η εθνική πολλαπλότητα του σύγχρονου υπερεθνικού κρά­τους δεν περιορίζεται στην φυλετική του πολλαπλότητα. Και ούτε αυτή, η φυλετική πολλαπλότητα, είναι το ουσιαστικό του χαρακτηριστικό. Ο υπερεθνικός χαρακτήρας του σύγχρονου κράτους, και συνεπώς η εθνική του πολλαπλότητα, αναφέρεται στις εθνικές ενότητες των κρατών από τα οποία αναδύεται. Το σύγχρονο κράτος είναι «υπερεθνικό» με την έννοια της υπέρβασης των «εθνικών» κρατών της προηγούμε­νης ιστορικής εποχής. Ο όρος «έθνος» εδώ περιορίζεται στις εθνικές ενότητες των έως τώρα εθνικών κρατών. Δεν έχει συγκροτηθεί ακόμα η ιστορική βάση της ανα­φοράς σε ένα υπερκείμενο έθνος, ένα «ευρωπαϊκό έθνος» για παράδειγμα, παρόλο που αναφερόμαστε στον αντίστοιχο πολιτισμό.

Και ποια είναι η εργαλειακή χρήση του εθνικού φασισμού από το σύγχρονο κράτος; Στη λογική της ανάλυση, η χρήση αυτή ακολουθεί μια σειρά πέντε βημά­των. Ας τα δούμε συνοπτικά. (1) Συγκεντρώνονται αλλοεθνείς μετανάστες στις εθνι­κές αγορές εργασίας σε θέσεις φτηνής εργατικής δύναμης. (2) Μέσω της συγκέ­ντρωσης αυτής, μειώνεται η αξία της εργατικής δύναμης και αυξάνεται ο βαθμός εκμετάλλευσης. (3) Η τοπική αύξηση του πληθυσμού λόγω της μετανάστευσης οδη­γεί στην αύξηση της δομικής ανεργίας και, μέσω του ανταγωνισμού για τις θέσεις εργασίας, οδηγεί στη διατήρηση του υψηλού βαθμού εκμετάλλευσης. (4) Ο αντα­γωνισμός οδηγεί στην αποδυνάμωση έως διάλυση των ταξικών εργατικών ενώσεων και την ανάπτυξη εθνικών φασισμών. (5) Η ταξική σύγκρουση κεφάλαιου – εργασί­ας υποκαθίσταται από την φασιστικά διαμεσολαβημένη εθνική σύγκρουση εργασί­ας – εργασίας.

Κοινωνικό κίνημα

Στο καταληκτικό βήμα της παραπάνω ανάλυσης, αντιδιαστέλλεται η ταξική σύ­γκρουση με την εθνική σύγκρουση που την υποκαθιστά. Κεντρικό στην κατανόηση του νέου φασισμού είναι το νέο ταξικό κίνημα, εναντίον του οποίου στρέφεται η υποκατάσταση της ταξικής με την εθνική σύγκρουση, και η διαφορά του από το παλιό ταξικό κίνημα. Η διαφορά των δύο θεμελιώνεται στη διαφορά του βιο­μηχανικού εργάτη, του εργάτη της βιομηχανικής παραγωγής, από τον κοι­νωνικό εργάτη, τον εργάτη της βιοπολιτικής παραγωγής. Η διαφορά του πα­λιού από το νέο ταξικό κίνημα είναι η διαφορά του κινήματος της βιομηχανικής ερ­γασίας από το κίνημα της κοινωνικής εργασίας, στο οποίο αντιστοιχεί ο όρος κοι­νωνικό κίνημα σήμερα. Το νέο ταξικό κίνημα, εναντίον του οποίου στρέφεται ο νέος φασιστικός κοινωνικός πόλεμος, είναι το κοινωνικό κίνημα με την παραπάνω έννοια του όρου.

Ας μην αναπτυχθούν εδώ αναλυτικά οι έννοιες της βιοπολιτικής παραγωγής και του κοινωνικού εργάτη. Ας μείνουμε σε έναν συνοπτικό ορισμό, αναγκαίο δεδο­μένης της πολυσημίας των όρων. Σε ό,τι λέγεται εδώ, κεντρική στη βιοπολιτική πα­ραγωγή σε αντιδιαστολή με τη βιομηχανική παραγωγή είναι μια διττή ενότητα: η ενότητα της «υλικής» και της «πνευματικής» διάστασης της οικονομικής παραγωγής της κοινωνικής ζωής και, στη βάση αυτή, η ενότητα της οικονομικής παραγωγής της κοινωνικήςζωής με την ιδεολογική – πολιτική αναπαραγωγή του κοινωνι­κού συστήματος.[4] Στο βιοπολιτικό κεφάλαιο —το κεφάλαιο της βιοπολιτικής παρα­γωγής— θεμελιώνεται το πολίτευμα της ολιγαρχίας του πλούτου. Στον ταξικό αντί­ποδα του βιοπολιτικού κεφάλαιου βρίσκεται ο κοινωνικός εργάτης της βιοπολιτικής παραγωγής, σε αντιδιαστολή με τον βιομηχανικό εργάτη της βιομηχανικής παραγω­γής.

Καταλήγουμε με ένα κεντρικό στη διαφορά βιομηχανικής-βιοπολιτικής παρα­γωγής ζήτημα, ιδιαίτερα σημαντικό για την ταξική λειτουργία του νέου φασισμού. «Ηεξέγερση των εργοστασίων χαρακτηρίζει την νέα εποχή» έλεγε ο Γκλυκσμάν [5] εκφράζοντας μια κυρίαρχη θέση της δεκαετίας του 1970. Όχι η εξέγερση των εργοστασίων αλλά η εξέγερση των πόλεων λέμε εδώ, έχοντας ορίσει τη «νέα εποχή» —τη μετά τη δεκαετία του 1970 εποχή— ως εποχή της θεμελιωμένης στη βιοπολιτική παραγωγή υπερεθνικής ολιγαρχίας του πλούτου. Λέγοντας αυτό δεν χάνεται, δεν υποκαθίσταται, η εξέγερση των εργοστασίων αλλά αφαιρείται το σφάλμα της κεντρικότητας της στη σημερινή κοινωνική εξέγερση. Ο χώρος των ερ­γοστασίων παραμένει ως χώρος της ανατρεπτικής κοινωνικής δύναμης, αποκτώντας τη θέση που του αντιστοιχεί σήμερα στον κοινωνικό χώρο της πόλης. Ο μετασχημα­τιζόμενος βιομηχανικός εργάτης είναι μια κατηγορία του αναδυόμενου κοινωνικού εργάτη. Το θέμα είναι σημαντικό για την ταξική λειτουργία του νέου φασισμού, κα­θώς και στις δύο εποχές του, παλιά και νέα, ο φασισμός είναι μια καθοριστική ιδεο- λογική-πολιτική κατεύθυνση του κοινωνικού πολέμου —η συμπληρωματική της ο­λιγαρχίας, καθοριστική για την σύγχρονη ταξική κυριαρχία κατεύθυνση. Οι νέοι φα­σιστικοί δεσμοί έχουν ως πρώτο, άμεσο, στόχο την πόλη γενικά. Δεν αρχίζουν από το εργοστάσιο, όπως συνέβαινε με τους παλιούς φασιστικούς δεσμούς. Πρέπει να περιμένουμε ότι στους άμεσους στόχους του νέου φασισμού προτεραιότητα θα έ­χουν οι συλλογικότητες της κοινωνικής οικονομίας και της άμεσης δημοκρατίας. Η κατάληψη και η αυτοδιαχείριση ενός εργοστασίου ανήκει στις δυναμικές μορφές αυτών των συλλογικοτήτων.

Πολιτικές κατευθύνσεις του φασισμού

Μένουμε εδώ ως προς τη διάκριση της κρατικής από την εθνική μορφή του φασι­σμού και την κυριαρχία της κρατικής μορφής στον νέο φασισμό. Σε αυτή τη βάση θα δούμε, κλείνοντας, ορισμένες πολιτικές κατευθύνσεις του φασισμού. Οι κατευθύν­σεις είναι ενδεικτικές, δεν συνιστούν ανάλυση της φασιστικής πολιτικής. Μπορούν να ενταχθούν στις ακόλουθες κατηγορίες, κοινές για τους δύο φασισμούς παλιό και νέο. (1) Προσάρτηση των εξεγερμένων. (2) Καταστολή του κοινωνικού κινήματος. (3) Καταστολή της πρόθεσης κοινωνικού κινήματος.

  1. Προσάρτηση των εξεγερμένων

Μια ιδεολογική κίνηση προσάρτησης που ασκεί ο φασισμός στην εθνική του μορφή είναι, με τα λόγια του Ντιμιτρόφ το 1935, ότι «εκμεταλλεύεται το βαθύ μίσος των εργαζομένων ενάντια στη ληστρική αστική τάξη, ενάντια στις τράπεζες, τα τραστ και τους μεγιστάνες του πλούτου». Και αυτό το κάνει με «μια ραφιναρισμένη αντικαπι- ταλιστική δημαγωγία» πού «ρίχνει συνθήματα» όπως: «Στη Γερμανία το σύνθημα “Το κοινό συμφέρον πάνω από το ατομικό”. Στην Ιταλία “Το κράτος μας δεν είναι κράτος καπιταλιστικό είναι κράτος με σύστημα αυτοδιαχείρισης”. Στην Ιαπωνία “Για μιαν Ιαπωνία χωρίς εκμετάλλευση”. Στις Ενωμένες Πολιτείες “Για τη διανομή των περιουσιών” κλπ.». [6]Αλλά αυτά δεν είναι μόνο αποτέλεσμα αντικαπιταλιστικής δη­μαγωγίας. Κάθε εθνικός φασιστικός οργανισμός περιέχει νοσογόνα για τον βαθύτε­ρο κρατικό του χαρακτήρα αντικαπιταλιστικά κύτταρα στο πνεύμα των χιτλερικών Ταγμάτων Εφόδου (5Α), που τα περιμένει η θεραπευτική νύχτα των μεγάλων μαχαι­ριών την κρίσιμη για την κρατική ενσωμάτωσή του στιγμή. Τα κύτταρα αυτά συνδέ­ονται με την αυτόνομη από το κράτος συγκρότηση των εθνικών δεσμών ολοκληρω­τικής εξουσίας που είδαμε πριν, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες του υπερεθνι­κού χαρακτήρα του καπιταλιστικού κράτους. Και ας μη περιμένουμε, για να ανα­γνωρίσουμε την παρουσία τους, τη συγκλονιστική τους ανάπτυξη στο χιτλερικό πρότυπο των τριών εκατομμυρίων μελών, που συγκρούονταν πολεμικά με την αντι- καπιταλιστική αριστερά στους δρόμους των γερμανικών πόλεων. Είναι αυτά, ακρι­βώς, τα κύτταρα που κάνουν πειστική τη «ραφιναρισμένη αντικαπιταλιστική δημα­γωγία» για την οποία μιλούσε ο Ντιμιτρόφ.

Μια πολιτική κίνηση προσάρτησης των εξεγερμένων, με επίκεντρο τους ανέρ­γους, που ασκεί ο εθνικός φασισμός της κυρίαρχης σε ένα κράτος εθνότητας, ενερ­γοποιεί τα υγιή για τον φασιστικό οργανισμό καπιταλιστικά του κύτταρα. Είναι η υποκατάσταση των πραγματικών εχθρών των εξεγερμένων με πλασμα­τικούς. Το σχήμα είναι απλό: Το κεφάλαιο προσφέρει θέσεις εργασίας. Οι κοινωνι­κές κινητοποιήσεις υπονομεύουν την προσφορά των θέσεων στον εθνικό χώρο. Οι μετανάστες αφαιρούν από τα μέλη του έθνους τη δυνατότητα πρόσβασης στις υπάρχουσες θέσεις. Στην κίνηση αυτή, η προσάρτηση των εξεγερμένων δεν είναι ιδε­ολογική. Για την ακρίβεια, είναι ιδεολογική τόσο μόνο όσο απαιτεί ο συγκεκριμένος πολιτικός της χαρακτήρας και η πολεμική του ολοκλήρωση. Οι εξεγερμένοι, παραμένοντας εξεγερμένοι —αυτό είναι το καθοριστικό— αλλάζουν στρατόπεδο: στρα­τεύονται στον κρατικό πόλεμο κατά του κοινωνικού κινήματος.

  1. Καταστολή του κοινωνικού κινήματος

Η προσάρτηση των εξεγερμένων είναι το πρώτο βήμα της φασιστικής αντιμετώπι­σης του κοινωνικού κινήματος. Το επόμενο βήμα είναι η καταστολή των μη προσαρτημένων. Αρχίζουμε τις μορφές καταστολής του κοινωνικού κινήματος από τον πα­λιό φασισμό. Αναφερθήκαμε ήδη στα χιτλερικά τάγματα εφόδου. Ας δούμε την πρωτογενή, μουσολινική, εκδοχή τους με τα λόγια του Μαλαπάρτε, όπως τα ανα­φέρει το Γκλυκσμάν: «Από τη μια μέρα στην άλλη, συ-κεντρώσεις μελανοχιτώνων γίνονται σε κέντρα που είχαν υποδειχτεί σύμφωνα μ’ ένα σχέδιο κινητοποίησης. Χιλιάδες οπλισμένοι άντρες, μερικές φορές δεκαπέντε ως είκοσι χιλιάδες, ξεχύνο­νταν σε μια πόλη, σ’ επαρχίες, σε χωριά, μετακινούμενοι γρήγορα με τα φορτηγά τους, απ’ τη μια επαρχία στην άλλη. Μέσα σε λίγες ώρες η κατεχόμενη περιοχή βρί­σκονταν σε κατάσταση πολιορκίας. Ό, τι είχε μείνει από σοσιαλιστική ή κομμουνι­στική οργάνωση, εργατικά κέντρα, συνδικάτα, εργατικοί κύκλοι , εφημερίδες, συνε­ταιρισμοί, είχε διαλυθεί και τσακιστεί μεθοδικά … σε διάρκεια δύο – τριών ημερών τα γκλομπς δούλευαν σε έκταση εκατοντάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων. Στο τέλος του 1921 αυτή η ταχτική, εφαρμοσμένη συστηματικά σε μια όλο και πλατύτερη κλί­μακα, είχε τσακίσει την πολιτική και συνδικαλιστική οργάνωση του προλεταριάτου»

Η παρουσίαση της καταστολής του κοινωνικού κινήματος από τον παλιό φασι­σμό έχει εδώ διπλή σημασία. Πρώτα, την αναφορά στον εγγενώς πολεμικό και πλή­ρη χαρακτήρα της φασιστικής καταστολής —πολεμικό, με την στρατιωτική έννοια του όρου, και πλήρη, με την έννοια της εξόντωσης του κοινωνικού κινήματος συνο­λικά, όχι κάποιων εκφράσεών του. Και, στη συνέχεια, την έκθεση της διαφοράς του παλιού με τον νέο φασισμό στο κεντρικό αυτό, για την ύπαρξη του φασισμού, θέμα. Η διαφορά έχει αναπτυχθεί ήδη, ας την δούμε συνοπτικά. Ο νέος φασισμός ασκεί το θεμελιώδες ταξικό του καθήκον με δύο συμπληρωματικούς τρόπους: μέσα από τους δεσμούς (ί35α) του κρατικού φασισμού που στοιχειοθετούν το σύγχρονο ολι­γαρχικό κράτος. Και με την χρήση των αυτόνομα αναπτυσσόμενων δεσμών του ε­θνικού φασισμού. Κεντρικό εδώ είναι το ότι ο νέος εθνικός φασισμός δεν καταλαμ­βάνει —δεν του επιτρέπεται να καταλάβει— την κρατική εξουσία. Συνεπώς, δεν του επιτρέπεται να εφαρμόσει πλήρως τις παραπάνω μορφές καταστολής, αυτές ακρι­βώς που οδηγούσαν στην κατάληψη της εξουσίας. Αλλά η χρήση του στην εξόντωση του κοινωνικού κινήματος του επιτρέπει —ουσιαστικά, του επιβάλλει— να τις ανα­πτύσσει οριακά. Και ποιο είναι αυτό το όριο; Είναι το όριο που απαιτεί η διαβόητη ρητορεία της «ταύτισης των άκρων»: ταύτιση της φασιστικής καταστολής του κοινωνικού κινήματος με την επαναστατική συγκρότηση του κινή­ματος . Θα δούμε αμέσως τη «συνωμοσιολογική» μέθοδο της ταύτισης, περνώντας στην καταστολή της πρόθεσης του κοινωνικού κινήματος.

  1. Καταστολή της πρόθεσης κοινωνικού κινήματος

Η καταστολή του αναπτυσσόμενου κοινωνικού κινήματος δεν αρκεί για την κρατική του αντιμετώπιση. Απαιτείται και η καταστολή της πρόθεσης κοινωνικού κινήματος. Η καταστολή αυτή επιτελείται με ορισμένες τεχνικές του φασισμού στην κρατική του μορφή, για την κατανόηση των οποίων είναι χρήσιμο να δούμε τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες της δεκαετίας του 1970 —τη δεκαετία του περάσματος από τον παλιό στον νέο φασισμό. Η επιλογή έχει σημασία γιατί η κρατική μορφή του νέου φασισμού συγκροτήθηκε υποδειγματικά στα δύο λίκνα της αστικής δημοκρατίας, στη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, τις δεκαετίες 1950-60, στο πλαίσιο του πο­λέμου της Αλγερίας, από την πλευρά της Γαλλίας, και των πολέμων της Κορέας και του Βιετνάμ από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών. Και συγκροτήθηκε πολεμικά ως προς το κοινωνικό κίνημα που αναπτύχθηκε στις δύο αυτές χώρες τη δεκαετία του 60. Θα δούμε τις τεχνικές αυτές όπως παρουσιάζονται στην κατάληξη του κει­μένου του Γκλυκσμάν. Με τη γλώσσα του κειμένου, οι τεχνικές είναι: «συνωμοσιο- λογία», «προβοκάτσια», «μεταρρυθμίσεις».

«Η ανακάλυψη των συνωμοσιών: ένα βράδυ, ο κ. Μαρσελέν στέκεται πε­ρήφανος μπροστά σ’ ένα σωρό από ξύλα που διαβεβαιώνει ότι μαζεύτηκαν μέσα απ’ τις σχολές του Πανεπιστήμιου. Πίσω απ’ αυτή την πυραμίδα των όπλων, καταγ­γέλλει κάποιον μυστηριώδη ξένο καθοδηγητή και αναγγέλλει την απαγόρευση της “Προλεταριακής Αριστεράς”. Ο Μάο Τσε Τουνγκ ξεσκεπάστηκε! Ο Σέρλοκ Μαρσελέν δεν είχε ήδη ανακαλύψει, πίσω από τον Μάη του ’68 τον δάκτυλο της Ανατολικής Γερμανίας; (…) Ο παλιός φασισμός είχε την “εβραιο-μαρξιστική” συνωμοσία του (…) σήμερα ο Μαρσελέν, χορωδία με τον Μπρέζνιεφ, αναγγέλλει τη “διεθνή συνωμοσί­α” του μαοϊσμού» Και, προφανώς, δεν θα μέναμε εκεί. Για να γυρίσου-με στα δικά μας, η τωρινή «συνωμοσία», όπως όλοι ξέρουμε, είναι η συνωμοσία της «τρομο­κρατίας».

«Οι προβοκάτσιες: Για παράδειγμα, καίμε το πανεπιστήμιο της ν^θηηθδ, διαβεβαιώνου-με ότι το έκαναν οι γκωσίστες (αριστεριστές) και τους κλείνουμε φυ­λακή. 100,200,300 μίνι Ράϊχσταγκ. (…) Για να σταματήσει μια ενέργεια με την οποία οι μάζες συμφωνούν ο προβοκάτορας της δίνει μια συνέχεια που οι μάζες καταδι­κάζουν αλλά που φαίνεται “λογική” (…) Οι προβοκάτσιες επεμβαίνουν για να στα­ματήσουν μια μαζική ενέργεια (η προβοκάτσια του Καρτιέ Λατέν απαντάει στην α­περγία της Ρενώ και στην υπόθεση Ζωμπέρ), χρησιμεύουν σαν εισαγωγή σε κυβερ­νητικά μέτρα (το “χτύπημα” στη Δουγκέρκη “αναγγέλλει” την απαγόρευση της Προ­λεταριακής Αριστεράς. Η προβοκάτσια προσπαθεί να διαιρέσει τις μάζες “εν θερμώ”. Η φιλοσοφία της είναι απλή (…) έξω από τις εγκατεστημένες ιεραρχίες δεν υ­πάρχει σωτηρία».

«Οι μεταρρυθμίσεις: αυτές επεμβαίνουν όταν, παρόλη τη φασαρία για συ­νωμοσία και τις προσπάθειες προβοκάτσιας, ένα μαζικό κίνημα κατορθώσει να σπάσει βίαια τη σιωπή και να κινητοποιήσει την κοινή γνώμη. Στόχος τους είναι να επιβάλουν τη σιωπή, να ξανασφίξουν τη μέγγενη των καταναγκασμών που δημι­ουργεί τη “σιωπηλή πλειοψηφία” και γι’ αυτό συνενώνουν τους κατασταλτικούς μηχανισμούς. (…) Βασισμένος στην εμπειρία που είχε από τις αμερικάνικες φυλα­κές, ο Τζάκσον βεβαίωνε ότι αν έπρεπε να δώσει τον ορισμό του φασισμού με μια μόνο λέξη, θα διάλεγε τη λέξη μεταρρύθμιση. Κύρια, αυτές οι μεταρρυθμίσεις δε θυμίζουν το σοσιαλδημοκρατικό ρεφορμισμό αλλά τις φασιστικές “συντεχνίες”. Δεν σχεδιάζουν τη δημιουργία μηχανισμών ταξικής συνεργασίας που θα διαιώνιζαν μι­αν απατηλή ειρήνη, αλλά, χτισμένες σε συνθήκες σύγκρουσης, πρόκειται για μηχα­νές πολέμου».

Έθνος-«φυλή», διαφορετικότητα-«ασθένεια»

Κλείνοντας τις σημειώσεις αυτές για τον φασισμό, θα ήταν χρήσιμο για την κατανό­ηση της φυλετικής του διάστασης με την ευρύτερη σημερινή της σημασία να στα­θούμε για λίγο σε μια από τις «μεταρρυθμίσεις».

Αρχίζουμε με μια παρατήρηση του Γκλυκσμάν, σε συνέχεια των όσων ήδη πα­ρατέθηκαν. «Όταν ο Σμέλκ (παλιός γενικός διευθυντής φυλακών) αναγγέλλει από το ραδιόφωνο ότι “80% των κρατουμένων είναι ψυχοπαθείς” νοιώθουμε να πλησιάζει η μεταρρύθμιση που θα μετατρέψει τις φυλακές σε άσυλα αλά Μπρέζνιεφ. Μέσα στη μεταρρυθμισμένη φυλακή “μοντέλο” του Φλερύ – Μεροζίς, τα ξυλοκοπήματα και το πειθαρχείο δεν εξαφανίστηκαν. Όμως ο ζουρλομανδύας (“ακινητοποίηση”) έχει ενισχυθεί από τις ενέσεις Βάλιουμ που γίνονται με το πρώτο δείγμα “εκνευρι­σμού”. “Η αρρώστια σου είναι οι διαφορετικές σου απόψεις”, γνωματεύουν οι Ρώ­σοι ψυχίατροι.». Τι σημαίνει ως προς ό,τι μας απασχολεί η τροπή της διαφορετικό­τητας σε «αρρώστια»; Δεν είναι δυνατή η ανάπτυξη του μεγάλου αυτού θέματος εδώ. Μία κρίσιμη παρατήρηση μόνο, για τη σύνδεση της φυλετικής εκδοχής της ε­θνικής ενότητας με την ιατρική εκδοχή της ατομικής διαφορετικότητας. Δηλαδή, για την αναγωγή του κοινωνικού-ψυχικού στο βιολογικό-φυσικό στην πληρότητά της: από την ανθρώπινη κοινωνία συνολικά στον άνθρωπο ατομικά.

Γυρνάμε στις αρχές: το 1883, όταν ο Γκάλτον (συγγενής του Δαρβίνου) άνοιγε μαζί με άλλους τον δρόμο για τον κοινωνικό δαρβινισμό και, σε αυτό το πνεύ­μα, εισηγήθηκε την ευγονική, που μετά πενήντα χρόνια ενέπνευσε στο τρίτο Ράιχ την κάθαρση της άριας φυλής. Και κάνουμε ένα άλμα στο σήμερα, που με διάφο­ρους τρόπους ρητούς και άρρητους αναβιώνει ο κοινωνικός δαρβινισμός. Τι θα μπορούσε να εννοεί ο Ουίλσον (βραβείο ΡυΙΐΐζθ^ με όσα μας λέει στο βιβλίο του «Για την ανθρώπινη φύση»; [7] Στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, η «Ελπίδα», λέ­ει ότι «Με τον καιρό θα συσσωρευτεί αρκετή γνώση για τα γενετικά θεμέλια της κοινωνικής συμπεριφοράς» και ότι «θα υπάρξουν τεχνικές» με τις οποίες «μέσω της συμβατικής ευγονικής θα συντελεστεί μια αργή εξελικτική αλλαγή». Και τότε, συνεχίζει, «το ανθρώπινο είδος θα μπορέσει να αλλάξει την ίδια του την φύση». [8] Μέχρι τότε, αλλά —υποθέτουμε— και μετά, ως προς τη γενετική δομή της μετα­βαλλόμενης «φύσης» του ανθρώπινου είδους, θα ισχύει ότι «Οι κοινωνίες μας βα­σίζονται στο σχέδιο των θηλαστικών». Και τι είναι το «σχέδιο των θηλαστικών» στην γενετική του δομή; Είναι ένα σχέδιο κατά το οποίο «το άτομο αγωνίζεται κατά πρώ­το λόγο για την προσωπική αναπαραγωγική του επιτυχία και κατά δεύτερο λόγο για αυτήν των πλησιέστερων συγγενών του». Όσο για τους άλλους, τους μη-συγγενείς κοινωνικούς του εταίρους, το σχέδιο προβλέπει μόνο μια «φειδωλή συνεργασία» έναν «συμβιβασμό για την απολαβή οφέλους».[9] Και τα περί φιλίας, συνα­δελφικότητας και συντροφικότητας, που θεμελιώνουν το ήθος του κοινωνικού κινήματος; Αυτά —το γενετικά ορθό επιβάλλει να θεωρήσουμε ό­τι— αντιστοιχούν, με τα λόγια του Ουίλσον, σε «ένα νοήμον μυρμήγκι (υποθέτοντας προς στιγμή ότι τα μυρμήγκια και άλλα κοινωνικά έντομα κατάφεραν να εξελιχθούν σε όντα με υψηλή νοημοσύνη)». Γιατί; Επειδή το μυρμήγκι, ως κοινωνικό έντομο, σύμφωνα με τον Ουίλσον και πάλι, «μπορεί να θεωρήσει αυτή τη διευθέτηση (την «κατά συμβιβασμό» και μόνο «φειδωλή συνεργασία για την απολαβή οφέλους») βιολογικά βλαβερή και την ιδέα της ατομικής ελευθερίας εγγενώς κακή»(ό.π). Για να συνεννοούμαστε σήμερα, «ατομική ελευθερία» είναι η ελευθερία της ατομι­κής ιδιοκτησίας στην οποία θεμελιώνεται η ελευθερία της αγοράς: η ελευ­θερία που αντιστοιχεί στο γενετικό σχέδιο των θηλαστικών, σε αντιδιαστολή με τη συλλογικότητα και τα συναφή περί φιλίας κτλ που αντιστοιχούν στο γενετικό σχέδιο των κοινωνικών εντόμων. Αυτά λοιπόν ως προς την ανθρώπινη κοινωνία συ­νολικά.

Περνάμε τώρα στον άνθρωπο ατομικά. Το θέμα είναι η «ψυχοπάθεια» και η προς αντιμετώπισή της κλινική μεταρρύθμιση που είδαμε παραπάνω. Δεν είναι μόνο οι φυλακές που μεταρρυθμίστηκαν σε κλινικές. Κάθε κρίσιμος για τη υλο­ποίηση του «σχεδίου των θηλαστικών» κοινωνικός χώρος χρειάζεται σήμερα, σύμ­φωνα με την οπτική του βιολογικού αναγωγισμού, κλινική μεταρρύθμιση. Και πρώ­τα απ’ όλα τα σχολεία. Η συνταγογράφηση φαρμάκων για τη θεραπεία της δι­αφορετικότητας —την επιστροφή στην «κανονικότητα» των σχέσεων— δεν έχει πλέον όριο ηλικίας. Και ένα μικρό παιδί (που δεν έχει ακόμη χρονίσει), αν δεν συμ­μορφώνεται με την «κανονικότητα» των φυσικών και κοινωνικών του σχέσεων υφί- σταται πλέον φαρμακοθεραπεία. Μετά το αντιψυχιατρικό κίνημα της δεκαετίας του 60 (ί3ίπ§, Οοορ-θ^, που αποκάλυψε το ιδεολογικό κάλυμμα της φερόμενης ως «ια­τρικής» αντιμετώπισης της μη αποδεκτής διαφορετικότητας, η ψυχιατρική επιστρέ­φει θριαμβικά σήμερα σε εξουσιαστικούς πολιτισμικούς κύκλους.

Έχει ιδιαίτερη σημασία στο σημερινό πολιτισμικό πλαίσιο να τονιστεί η δυνα­μική της φυλετικής διάστασης του εθνικού φασισμού: ο βιολογικός αναγωγισμός της δεν έχει δεσμεύσεις, δεν έχει λόγο να περιορίζεται στο κοινωνικό σύνολο και στο σύστημα των κοινωνικών σχέσεων, εκτείνεται θεωρητικά σε κάθε άνθρωπο α­τομικά και στην κάθε προσωπική του σχέση. Το θεωρούμενο ότι μεταφέρεται με το «αίμα», είναι ένα βιολογικό σχέδιο, καθολικό για τη φυλή και ατομικό για το κάθε μέλος της. Εάν η δυναμική του νέου κρατικού-πολιτισμικού φασισμού συνδέεται με το εγγενές της κρατικής του υπόστασης, εθνικής και υπερεθνικής, η δυναμική του νέου εθνικού-φυλετικού φασισμού συνδέεται με την καθολικότητα του βιολογικού του αναγωγισμού. Ο εθνικός φασισμός σήμερα ολοκληρώνεται ως γενικά βιολογι­κός και όχι μόνο φυλετικός.

Θα πρέπει εδώ, κλείνοντας, να επαναλάβουμε αυτό που ειπώθηκε στην αρχή: οι δύο μορφές του νέου φασισμού, η κρατική και η βιολογική, διαφέ­ρουν μεταξύ τους αλλά δεν αντιτίθενται, είναι συμπληρωματικές όψεις του φασι­στικού φαινόμενου. Στο φασιστικό πνεύμα, το κράτος είναι ένας κοινωνικός οργα­νισμός κατ’ εικόνα του βιολογικού οργανισμού.

Θεσσαλονίκη Μάρτιος 2013

4   βλ. Κ.Τίσνταλ – Α.Μποτσόλα. 1984. Φουτουρισμός. Μτφρ. Δημοσθένης Κούρτοβικ. Αθήνα: Υπο­δομή. σ.227 4

5  Γκλυκσμάν ό.π σ.28

9   Γκλυκσμάν, ό.π. σ.63


[1]  Δημοσιευμένο στο περιοδικό σημειώσεις της στέπας # 3 Φασισμός και καθημερινή ζωή. εκδόσεις των ξένων Ιούνιος 2013 Θεσσαλονίκη.

[2]  Αντρέ Γκλυκσμάν. 1976. Φασισμοί παλιός και Νέος. Μτφρ. Χριστίνα Σταματοπούλου. Αθήνα: Στο­χαστής.

[3]  Δημήτρης Κωτσάκης. 2012. 3 και 1 Κείμενα. Αθήνα: Εκδόσεις των συναδέλφων.

[4] Για περισσότερα σε σχέση με τη βιοπολιτική παραγωγή βλ 3και 1 Κείμενα ό.π σ.45-55

[5] ό.π. σ.73

[6]   Γκεόργκι Ντιμιτρόφ. 1975. Ο Φασισμός. Μτφρ. Δ.Χ. Αθήνα: Πορεία. Παραθέματα από σ.25

[7]     Εά^αά Ο. ^ίΐδοη. 1998. Για την Ανθρώπινη Φύση. Μτφρ. Αμαλία Ναθαναήλ. Αθήνα: Σύναλμα

[8]    ό.π.σ. 222

[9]   ό.π σ.213

πηγη:http://eleftheriakos.gr/node/597