Από τη μία…
Την Κυριακή 30/3 ημέρα ψήφισης του πολυνομοσχεδίου ,στις 18.30 συμμετέχουμε στη συγκέντρωση στο Σύνταγμα ,έξω από τη Βουλή.
Από τη μία…
Την Κυριακή 30/3 ημέρα ψήφισης του πολυνομοσχεδίου ,στις 18.30 συμμετέχουμε στη συγκέντρωση στο Σύνταγμα ,έξω από τη Βουλή.
Ο συνάδελφός μας εργάζεται στη συγκεκριμένη επιχείρηση από τον Σεπτέμβριο του 2013, με τον εξοπλισμό (μηχανάκι, αδιάβροχα, γάντια, κράνος, μπότες κτλ) και τα έξοδα κίνησης (βενζίνη) να επιβαρύνουν τον ίδιο. Αφορμές για τριβές και εντάσεις από πλευράς εργοδοσίας δεν άργησαν να βρεθούν. Η απαίτηση να κάνει περισσότερες δουλειές, απ’ότι του αναλογούσαν αποτέλεσε την αρχή. Εξάλλου ο διανομέας είναι το “παιδί”, το παιδί για όλες τις δουλειές. Είναι λογικό για τα αφεντικά ο εργαζόμενος να γίνεται ‘λάστιχο” και “ελβετικός πολυσουγιάς” όπως και το ωραριό του άλλωστε αλλά και η μισθοδοσία του. Αποκορύφωση, η 19η του Μάρτη όπου τα αφεντικά τον κάλεσαν εκτάκτως στην επιχείρηση έχοντας έτοιμα τα χαρτιά της απόλυσης του και δηλώνοντάς του τη διακοπή της “συνεργασίας” τους. Πως φτάσαμε όμως εδώ;
Τον Δεκέμβριο του 2013, όταν ο εργαζόμενος ζήτησε το δώρο Χριστουγέννων και το επίδομα άδειας που δικαιούταν, η εργοδοσία απάντησε πως κάτι τέτοιο δεν γίνεται. Αντ’ αυτού απαιτούσε από τον συνάδελφο να υπογράψει πως πήρε το δώρο και το επίδομα, δίχως βέβαια να του καταβληθούν, και όλα αυτά υπό την απειλή μιας ενδεχόμενης απόλυσης σε περίπτωση που δε συναινούσε. Μια συνηθισμένη κατάσταση στο εσωτερικό των επιχειρήσεων με τους εργαζόμενους να συναινούν για να μην χάσουν την δουλειά τους. Έτσι ο τζίρος της επιχείρησης είναι διπλός : και δεν δίνουν δεκάρα στους εργαζομένους και εξασφαλίζουν επιπλέον μαύρο χρήμα.
Ο διανομέας δεν το δέχτηκε και δεν ενέδωσε στην απειλή. Επόμενη κίνηση ήταν να προβεί σε καταγγελία στην επιθεώρηση εργασίας διεκδικώντας τα νόμιμα δικαιωματά του. Μόνο τότε του αποδόθηκαν όσα δικαιούνταν, αφού η επιθεώρηση εργασίας τον δικαίωσε πλήρως.
Έπειτα από όσα συνέβησαν δεν είναι δύσκολο να συμπεράνει κανείς πως η απόλυση του συναδέλφου δεν αποτελεί ένα τυχαίο γεγονός, κυρίως αν αναλογιστεί τη χρονική συγκυρία που η εργοδοσία επέλεξε την απόλυση του, έναν μήνα πριν την υποχρεωτική, βάσει νόμου, καταβολή του δώρου Πάσχα. Μια εκδικητική απόλυση, λόγω της διεκδίκησης, από πλευράς του διανομέα, όλων των νόμιμων δικαιωμάτων του, αλλά και παραδειγματική, “προς γνώσιν και συμμόρφωσιν” του υπόλοιπου προσωπικού. Εν ολίγοις, ή κάνεις τα χατίρια των αφεντικών και σκύβεις το κεφάλι ή διεκδικείς τα δικαιωματά σου και απολύεσαι…
Ο συνάδελφος διανομέας δεν είναι μόνος του.
Όσο οι επιχειρήσεις θα θεωρούν τα νόμιμα δικαιώματα των εργαζομένων παράλογα,
Όσο θα νομίζουν ότι θα πλουτίζουν στις πλάτες μας κι εμείς θα μένουμε σκυφτοί και φοβισμένοι,
Όσο θα υποτιμάται η αξιοπρέπεια μας και η ίδια μας η ζωή
Τόσο θα μας βρίσκουν μπροστά τους!
Απαιτούμε :
Άμεση επαναπρόσληψη του συναδέλφου διανομέα
Εξοπλισμός, μηχανάκι και έξοδα κίνησης να παρέχονται από την επιχείρηση.
Ενιαία ειδικότητα και υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας επισιτισμού
πρωτοβάθμειο σωματείο
Συνέλευση Βάσης Εργαζομένων Διανομέων Ιωαννίνων
Αναδημοσίευση από Proledialers
Στο τηλεφωνικό κέντρο OnLineSales στον Κεραμεικό, το αφεντικό υποχρεώνει αρκετούς συναδέλφους να εργάζονται πολλές απλήρωτες ώρες πέραν του κανονικού ωραρίου τους εάν δεν πιάσουν τους καθημερινούς «παράλογους» στόχους της εταιρείας. Σύμφωνα με καταγγελίες που μας έγιναν, δεν είναι λίγες οι φορές που 4ώροι συνάδελφοι αναγκάζονται να κάθονται έως και 3 ώρες παραπάνω απλήρωτοι υπό το φόβο μιας ενδεχόμενης απόλυσης και ουσιαστικά να εργάζονται 6-7 ώρες ημερησίως με το μισθό πείνας 4ώρου (300 ευρώ)… Η εντατικοποίηση της εργασίας και οι απλήρωτες υπερωρίες κάτω από την ασφυκτική πίεση των team leader έχουν αρχίσει να γίνονται καθημερινότητα στο εν λόγω τηλεφωνικό κέντρο… Κατά τ’ άλλα, η συγκεκριμένη εταιρεία έχει ανοίξει και δεύτερο κτίριο απασχόλησης εργαζόμενων στα τηλεφωνικά κέντρα σε σύντομο χρονικό διάστημα – στις πλάτες ποιων, όμως, αν όχι των ίδιων των εργαζομένων της… και των απλήρωτων υπερωριών τους… μέχρι να πιάσουν τον κάθε ανεκπλήρωτο στόχο…
Οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου (Industrial Workers of the World) γνωστοί και ως Wobblies, είναι ένα από τα πιο παλαιά και ιστορικά επαναστατικά συνδικάτα διεθνώς. Δημιουργήθηκε το 1905 στο Σικάγο από αναρχικούς, σοσιαλιστές και ριζοσπάστες συνδικαλιστές με στόχο την οργάνωση ενάντια στον καπιταλισμό και τον εξαρτημένο συνδικαλισμό καθώς και την υποστήριξη ενός διαχρονικού οράματος για την οργάνωση και χειραφέτηση όλων των εργαζομένων. Για την IWW, ο ακηδεμόνευτος συνδικαλισμός, ο αντι-ιεραρχικός τρόπος οργάνωσης, η άμεση δράση και η κατάργηση της μισθωτής εργασίας αποτελούν βασικά συστατικά του τρόπου λειτουργίας της.
Οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου (ΙWW) αποτελούν μια διεθνή ένωση εργαζομένων που βασίζεται στην αρχή της αλληλεγγύης, χωρίς αρχηγούς και γραφειοκρατία και χωρίς διακρίσεις όσον αφορά την εθνικότητα, το φύλο ή τη θρησκεία. Είναι μια συνδικαλιστική οργάνωση όπου όλες οι αποφάσεις παίρνονται από τους ίδιους τους εργαζομένους, στη βάση, με δημοκρατικές διαδικασίες. Η IWW εμπνέεται από την πλούσια εμπειρία του επαναστατικού βιομηχανικού συνδικαλισμού, αντλεί διδάγματα από την πείρα των κοινωνικών και εργατικών διεκδικήσεων με βασική πεποίθηση ότι ο καπιταλισμός δεν βελτιώνεται αλλά ανατρέπεται.
Το ελληνικό τμήμα της IWW αποτελεί τον θεμελιώδη οργανωτικό βραχίονα του συνδικάτου με στόχο την συγκρότηση του αγώνα για την χειραφέτηση όλων των εργαζόμενων ενάντια στην μισθωτή εργασία. Αποτελεί μια ακηδεμόνευτη συνδικαλιστική ένωση που δεν εξαρτάται από καμία πολιτική παράταξη ή κόμμα, δεν διεκδικεί καμία θέση εξουσίας (πολιτική ή συνδικαλιστική) πέρα από την αυτοδιεύθυνση των ίδιων των εργαζομένων. Η IWW Ελλάδος είναι συλλογικότητα με οριζόντια δομή οργάνωσης ενάντια σε κάθε διαδικασία που οδηγεί στον «δημοκρατικό» ή οποιονδήποτε άλλον συγκεντρωτισμό, την γραφειοκρατία και την αυθαιρεσία της ηγεσίας.
Στόχος του ελληνικού τμήματος των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου είναι η οργάνωση των αγώνων πέρα από συντεχνιακές σκοπιμότητες, χωρίς διαχωρισμούς ανάμεσα σε δημοσίους και ιδιωτικούς υπαλλήλους, σε ειδικευμένους και ανειδίκευτους εργάτες, σε γυναίκες και άντρες, σε Έλληνες και ξένους. Στοχεύουμε στην αυτοοργάνωση και την άμεση δράση των εργαζομένων μέσα στους χώρους δουλειάς χωρίς καμία άλλη διαμεσολάβηση. Η IWW δεν διαπραγματεύεται με την εργοδοσία ή τους πολιτικούς θεσμούς και βάζει πάντα το ζήτημα της γενικής απεργίας για την κατάργηση του σημερινού εκμεταλλευτικού συστήματος και την ανατροπή του καπιταλισμού.
Σε μια εποχή που η γενικευμένη καπιταλιστική αναδιάρθρωση επιτίθεται στα εργασιακά κεκτημένα που αποκτήθηκαν με αίμα, σε μια εποχή που η άνοδος του φασισμού διαχωρίζει τους εργαζομένους σε έλληνες και «ξένους» και που βαφτίζει ως «λαθραίους» ή παράνομους κάθε έναν που δεν υποτάσσεται στην εθνική ενότητα και στην υποτέλεια που ζητούν τα αφεντικά, ήρθε η ώρα για την συγκρότηση και οργάνωση όλων των εργαζομένων. Για ένα δυνατό και ακηδεμόνευτο συνδικαλισμό.
Σας προσκαλούμε να συμμετέχετε όχι μόνο στον καθημερινό αγώνα ενάντια στους καπιταλιστές αλλά και για να διαμορφώσουμε τη δομή της νέας κοινωνίας μέσα στο κέλυφος της παλαιάς.
Μάρτιος 2014
κατεβάστε το σε pdf
Θα ήταν πλεονασμός από πλευράς μας να τονίσουμε εκτενώς το πόσο σημαντικές θεωρούμε τέτοιου είδους παρεμβάσεις, ειδικά όταν αυτές πραγματοποιούνται μέσω του συνδυασμού δυνάμεων διαφορετικών συλλογικοτήτων, όπως η συνέλευση ανέργων/ εργαζομένων στην κοινωφελή εργασία και στα προγράμματα ΟΑΕΔ/ΕΣΠΑ, των άνεργων από τις γειτονιές της Αθήνας, του ΣΩ.Β.Α., σωματείων, συνελεύσεων εργαζομένων/ανέργων και συνελεύσεων γειτονιών.
Μαζί με τους παραπάνω, πολιτικές ομάδες αλλά και μεμονωμένα άτομα -που συμμετείχαν στην παρέμβαση μέσω της σχετικής προπαγάνδισης που είχαμε πραγματοποιήσει το προηγούμενο διάστημα σε διαφορετικά καταστήματα του ΟΑΕΔ- συγκεντρωθήκαμε την Πέμπτη 27/2/14 στα γραφεία της Κεντρικής Διοίκησης του ΟΑΕΔ στον Άλιμο, προκειμένου, με αφορμή τα προγράμματα στην κοινωφελή εργασία, να διαμαρτυρηθούμε για το νέο μοντέλο του ανακυκλώσιμου εργαζομένου/ανέργου που επιχειρείται να παγιωθεί από το κράτος. Η ανταπόκριση στο κάλεσμα ήταν, κατά την άποψή μας, πολύ θετική και η πολυάριθμη παρουσία των παρευρισκομένων δυναμική -με πανό, συνθήματα και μαχητική διάθεση.
Όμως, και παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες για μια παρέμβαση με πολύ δυναμικό χαρακτήρα ήταν εξαιρετικά θετικές, θεωρούμε ότι η ευκαιρία αυτή χάθηκε στο πλαίσιο μιας -όπως εξελίχθηκε στη συνέχεια- απογοητευτικής διαδικασίας που δυστυχώς εξελίχθηκε σε διαπραγματευτική/συνδικαλιστική και όχι πολιτική.
Ο προϊστάμενος γραμματέας της διοίκησης Σ. Γκούνης, αντιμέτωπος με δεκάδες εργαζομένους και ανέργους, αποφάσισε να παίξει το ρόλο του “καλού”, “ευαίσθητου” και γεμάτου κατανόηση κρατικού υπαλλήλου. Δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε υψηλόβαθμους δημόσιους υπαλλήλους να παίζουν αυτό το ρόλο. Είναι αυτοί και αυτές που κάθε φορά με ύφος δήθεν αθώο και ενοχικό μας λένε “εγώ παιδιά είμαι μαζί σας, τη δουλειά μου κάνω”. Είναι αυτοί και αυτές που μας χαμογελούν φιλικά και μας καλούν να κάτσουμε μαζί τους να κουβεντιάσουμε, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού τους ότι αν η κατάσταση ζορίσει, μπορούν πάντα να καλέσουν τους μπάτσους για να τους προστατεύσουν. Είναι αυτοί και αυτές που ανέκαθεν επιχειρούν να μας παραμυθιάσουν με τζίφρες, σφραγίδες και δήθεν “επίσημα” χαρτιά, με υποσχέσεις ότι θα μεταφέρουν στον πολιτικό τους προϊστάμενο τα αιτήματά μας, με βλέμμα όλο κατανόηση για αυτό που βιώνουμε. Και την επόμενη μέρα που εμείς δε θα είμαστε εκεί, οι ίδιοι ευαίσθητοι, καλοσυνάτοι και φιλικοί κρατικοί υπάλληλοι θα συνυπογράψουν άλλη μια απόφαση σε βάρος μας, θα σιωπήσουν και πάλι όταν χιλιάδες άνεργοι θα προστεθούν στους ήδη υπάρχοντες χωρίς επίδομα και χωρίς ασφάλιση, θα σκύψουν το κεφάλι και θα σφυρίξουν αδιάφορα όταν πολλές και πολλοί από εμάς θα διαγραφούν από τα μητρώα ανέργων επειδή αρνούνται να κάνουν οποιαδήποτε “δουλίτσα” θέλουν τα αφεντικά.
Όμως η οσκαρικών προδιαγραφών ερμηνεία του Σ. Γκούνη και της κουστωδίας του στην παρέμβαση της 27/2 έπιασε τόπο. Τα πολιτικά αιτήματα παραμερίστηκαν από την περιπτωσιολογία και την προσωπική υπόθεση του καθενός. Μεγάλο μέρος της διαδικασίας αναλώθηκε στη “σωστή” επαναδιατύπωση της εγκυκλίου για τη διαγραφή των ανέργων σε περίπτωση άρνησης θέσης σε πρόγραμμα κοινωφελούς εργασίας, σε συζήτηση φιλολογικού περιεχομένου για κόμματα, τελείες και σωστή χρήση της ελληνικής. Οι επανειλημμένες προσπάθειες μελών όχι μόνο της συλλογικότητάς μας αλλά και άλλων να βάλουμε δυναμικά στο τραπέζι τα πολιτικά μας αιτήματα, απέβησαν άκαρπες.
Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να διευκρινίσουμε το εξής: σε καμία περίπτωση δε θεωρούμε ήσσονος σημασίας τις προσωπικές υποθέσεις όλων όσων παλεύουμε με τρόπο συλλογικό, οριζόντιο και αδιαμεσολάβητο -το αντίθετο. Όμως αυτές αποτελούν απλά την κορυφή του παγόβουνου ως προς τα πολιτικά ζητήματα που πρέπει να αναδειχθούν και κάλλιστα μπορεί να λειτουργήσουν αποπροσανατολιστικά σε αντίστοιχες παρεμβάσεις. Μπορεί να αποδυναμώσoυν το μαχητικό χαρακτήρα της παρέμβασης και ακυρώνουν (σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό) την πολιτική της στόχευση.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ρόλος του κρατικού υπάλληλου ως καλόβολου εξυπηρετητή των αδύναμων, εκπληρώθηκε σε απόλυτο βαθμό. Ταυτόχρονα, οι παρευρίσκοντες-αιτούντες ίσως αποκόμισαν την ψευδή αίσθηση ότι εκείνη τη μέρα κάναμε αυτό που έπρεπε και ότι όλα πήγαν καλά -γεγονός όμως που, κατά την άποψή μας, δεν ισχύει.
Όπως έχουμε υποστηρίξει ξανά σε εισηγήσεις, μπροσούρες και κείμενά μας, τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας και τα αντίστοιχά τους δεν αποτελούν μεμονωμένες, “κακές στιγμές” στο πλαίσιο της κρίσης. Δεν είναι καλά ή κακά ανάλογα με το αν παίρνουμε τα ψίχουλα που είναι να πάρουμε στην ώρα μας ή αν δουλεύουμε σε θέσεις “ανάλογα με τα προσόντα μας”. Αυτού του είδους τα προγράμματα αποτελούν προεικόνιση του μοντέλου εργασίας που μας περιμένει όλους και όλες στο -μάλλον άμεσο- μέλλον, γι” αυτό και είναι θεμελιώδες μας αίτημα η άμεση κατάργησή τους. Και αυτό το αίτημα είναι βαθύτατα πολιτικό ακριβώς γιατί συνδέεται με την άρνησή μας να δεχτούμε στωϊκά και ήσυχα την πραγματικότητα που ετοιμάζουν για εμάς τα αφεντικά. Αντίστοιχα, όταν απαιτούμε επίδομα ανεργίας και πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους τους ανέργους για όλο το διάστημα της ανεργίας, δεν το κάνουμε μόνο επειδή πολλοί/ές από εμάς δεν έχουμε ασφάλιση και δεν παίρνουμε κάποιου είδους επίδομα (οπότε αν έχει αίσιο τέλος η δική μας υπόθεση, θα είμαστε ευχαριστημένοι/ες), αλλά επειδή αντιλαμβανόμαστε πολύ καλά ότι ο καπιταλισμός μας αντιμετωπίζει ως περιττό βάρος, ως φύρα που συστηματικά πρέπει να εκλείψει -και εμείς δεν πρόκειται να τους κάνουμε τη χάρη.
Ακριβώς λοιπόν επειδή το διακύβευμα των καιρών έχει να κάνει κυριολεκτικά με τους όρους ύπαρξής (ή μη ύπαρξής) μας, αρνούμαστε να μπούμε σε οποιαδήποτε διαδικασία περιπτωσιολογικής και συνδικαλιστικής διαπραγμάτευσης με κρατικούς υπαλλήλους. Αντ” αυτού θεωρούμε ότι όσες και όσοι παλεύουμε για τα δικαιώματα των ανέργων και των εργαζομένων, όσοι και όσες έχουμε αντιληφθεί τις πραγματικές προθέσεις του κράτους και των αφεντικών, θα πρέπει να προτάσσουμε αιτήματα πολιτικά που θεωρούμε αδιαπραγμάτευτα και που αποτελούν το μόνο τρόπο να διασφαλίσουμε και τα επί μέρους. Κι αυτό γιατί η ίδια μας η ύπαρξη και οι όροι με τους οποίους θέλουμε να υπάρχουμε είναι αδιαπραγμάτευτοι και δεν πρόκειται ν” αφήσουμε κανέναν να μας τους υπαγορεύσει ή να μας σερβίρει την ψευδαίσθηση ότι “κάτι θα κάνουμε για την υπόθεσή σας” -οι μόνοι που μπορούμε να κάνουμε κάτι για την υπόθεσή μας, είμαστε εμείς.
Βάσει λοιπόν αυτής της λογικής θα συνεχίσουμε να είμαστε στο δρόμο. Θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για τη συνδιοργάνωση παρεμβάσεων και δράσεων και να συνευρισκόμαστε με άλλες συλλογικότητες που μοιράζονται τους προβληματισμούς και τους πολιτικούς μας στόχους. Ταυτόχρονα όμως θα συνεχίσουμε ν” ασκούμε γόνιμη κριτική και να αναστοχαζόμαστε τα αποτελέσματα της δράσης μας, ακριβώς γιατί ως πολιτικά υποκείμενα μπορούμε και πρέπει να το κάνουμε.
Άνεργοι/Άνεργες από τις Γειτονιές της Αθήνας, Μάρτιος 2014
ΚΑΛΕΣΜΑ ΣΕ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ,
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΒΙΑΙΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΩΝ ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΩΝ
ΚΑΙ ΣΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΤΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΠΟΥ ΕΤΟΙΜΑΖΟΥΝ
Τρίτη 1η Απριλίου 2014 στις 18.30
κεντρική αίθουσα Δημαρχείου Χαϊδαρίου
Λεωφόρος Αθηνών 181, Χαϊδάρι
Μπροστά στον καταιγισμό των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης και των διαδοχικών μνημονίων σε κάθε πτυχή της ζωής μας, με την μαζική ανεργία, την ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας, την προϊούσα διάλυση των δημόσιων υπηρεσιών, την πλήρη κατάργηση του όποιου «κράτους πρόνοιας» υπήρχε μέχρι τώρα και την ραγδαία, εν μέσω όλων αυτών, πτωχοποίηση της πλειονότητας, η συστηματική διάλυση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας (με αποκορύφωμα, μέχρι τώρα, την διάλυση του ΕΟΠΥΥ) και η πλήρης ιδιωτικοποίησή τους αποτελεί μιαν από τις πρώτες προτεραιότητες της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης.
Στο χώρο της Ψυχικής Υγείας, ακριβώς τη στιγμή που η κρίση αυξάνει με γεωμετρική πρόοδο και κάνει όλο και πιο πολύπλοκη την εμφάνιση προβλημάτων ψυχικής υγείας σε όλο και πιο πλατειά κοινωνικά στρώματα, ακριβώς την ίδια στιγμή οι υπάρχουσες δημόσιες υπηρεσίες (τα τρία ψυχιατρεία που απέμειναν και οι όποιες άλλες, ανεπαρκέστατες αριθμητικά, διάσπαρτες, κατακερματισμένες και ισχνές υπηρεσίες ψυχικής υγείας) αποδυναμώνονται και οδηγούνται στο κλείσιμο.
Αυτό το βίαιο κλείσιμο/κατάργηση των ψυχιατρείων δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την πάλαι ποτέ επιδίωξη για ένα σύστημα Ψυχικής Υγείας, δημόσιο και δωρεάν, «πέρα από» τον κατασταλτικό και, κατ΄ ουσίαν, αντιθεραπευτικό θεσμό του ψυχιατρείου, ενός οργάνου πρωτίστως κοινωνικού ελέγχου αντί θεραπευτικής φροντίδας και υποστήριξης των ανθρώπων με σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας.
Η μετάβαση «πέρα από» το ψυχιατρικό άσυλο ήταν πάντα συνυφασμένη
–με την δημιουργία ενός ολοκληρωμένου δικτύου κοινοτικών υπηρεσιών, για στήριξη και φροντίδα στον «τόπο κατοικίας» και εντός του κοινωνικού ιστού.
–με μιαν «άλλη ψυχιατρική» που ακούει ισότιμα τον «άλλο», αντί να τον μετατρέπει σε «πράγμα».
–με μια ψυχιατρική που δίνει σημασία και αξία στο βίωμα τουυποκειμένου και πασχίζει για την κατανόηση και την απάντηση στις ανάγκες του, αντί για την ταξινόμηση των εκάστοτε αναγκών σε διαγνωστικές κατηγορίες, που απλώς στιγματίζουν και αποκλείουν, χρήσιμες μόνο για τον κοινωνικό έλεγχο και για τις φαρμακοβιομηχανίες.
–με κοινοτικές υπηρεσίες που θα λειτουργούσαν σε μια λογική προστασίας που σέβεται και στηρίζει την ελευθερία και τα δικαιώματα του προσώπου, σε αντιδιαστολή με τη δήθεν «προστασία» του ασύλου, στην υπηρεσία της «δημόσιας τάξης» (κατά των, υποτίθεται, «επικίνδυνων» διαφορετικών συνανθρώπων μας) και συνυφασμένης με το πνίξιμο της ελευθερίας.
–με κοινωνικά κινήματα και διαδικασίες «από τα κάτω» και όχι με άνωθεν διοικητικούς χειρισμούς.
Το να πάμε «πέρα από» το ψυχιατρείο σημαίνει μια διαδικασία κλεισίματος στη διάρκεια της οποίας θα οικοδομούνταν οι εναλλακτικές κοινοτικές υπηρεσίες έτσι ώστε, για όποια μονάδα κλείνει, να υπάρχει ήδη σε λειτουργία η εναλλακτική μονάδα που θα την αντικαταστήσει.
Το κλείσιμο των ψυχιατρείων που προωθούν τώρα δεν αρκείται καν στην μέχρι τώρα απανθρωποποιητική «καταπιεστική προστασία» του παραδοσιακού ψυχιατρείου. Είναι συνυφασμένο με την πλήρη νεοφιλελευθεροποίηση της οικονομίας που μετατρέπει ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού σε περιττούς, με πρώτους μεταξύ αυτών τους ψυχικά πάσχοντες. Ακόμα και το ψυχιατρείο (πόσο μάλλον ένα «κοινωνικό κράτος») αποτελεί όχι απλώς ένα δυσβάστακτο βάρος για την δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά
αντιστρατεύεται την ίδια τη λογική και τις ανάγκες της «ελεύθερης αγοράς».
Στη θέση τους έχουν αποφασίσει την δημιουργία «δικαστικών ψυχιατρείων» (τουλάχιστον δυο) για την φύλαξη (και όχι για την θεραπεία) των λεγόμενων «ακαταλογίστων» του άρθρου ΠΚ 69, στα πλαίσια της δημιουργίας φυλακτικών καταστημάτων υψίστης ασφαλείας, στη λογική της οικοδόμησης ενός επιτελικού «κράτους ασφαλείας», για την κατασταλτική διαχείριση αυτού που η κυρίαρχη τάξη πραγμάτων κατασκευάζει ως «κοινωνική επικινδυνότητα».
Ήδη τα υπάρχοντα ψυχιατρεία μαραζώνουν και «κλείνουν», μέρα με τη μέρα, «εκ των έσω», χωρίς καν να έχει μπει το οριστικό λουκέτο που ετοιμάζουν. Με την τεράστια μείωση του προσωπικού (σε σημείο αδυναμίας λειτουργίας), με την έλλειψη βασικών υλικών και φαρμάκων, με το πρωτοφανές ποσοστό των ανασφάλιστων ασθενών (πάνω από ένας στους τρεις), που οδηγεί σε αδυναμία ακόμα και προμήθειας της φαρμακευτικής αγωγής που έχουν ανάγκη, με την πτώχευση και την αδυναμία των οικογενειών να παράσχουν την αναγκαία στήριξη. Ήδη προωθείται, με αυταρχικό τρόπο, από την Διοίκηση του ΨΝΑ, το βιαστικό και βάναυσο πέταγμα των ασθενών χρόνιας παραμονής, με πρώτους αυτούς των γηροψυχιατρικών τμημάτων, παντού όπου βρεθεί διαθέσιμος χώρος, στο όποιο ίδρυμα ανά την επικράτεια, καταστρατηγώντας κατάφωρα την όποια θεραπευτική διαδικασία.
Ο δρόμος, που ‘φιλοξενεί’ όλο και περισσότερους ψυχικά πάσχοντες μεταξύ των αστέγων, είναι ο τελικός προορισμός – μια στάση πριν το θάνατο.
Είναι πάνω σε αυτό το έδαφος της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης που έρχεται με φυσικό, όπως πάντα, τρόπο να ακουμπήσει η επαναφορά των ναζιστικών πρακτικών της «στείρωσης» και της «ευθανασίας» από την Χρυσή Αυγή, ως η επαναφορά της «τελικής λύσης» που τότε, όπως και τώρα, έχει ως αφετηρία τους ψυχικά πάσχοντες.
Το ζήτημα της ψυχικής υγείας, το ολοκαύτωμα που ετοιμάζουν, μας αφορά όλους.
Το Χαϊδάρι, πέρα από τις πολύμορφες ιστορικές του παραδόσεις, έτυχε να φιλοξενεί εδώ και δεκαετίες τα δυο ψυχιατρεία – πολλοί εκ των εργαζομένων σε αυτά είναι δημότες του.
Η μοίρα, όπως πάντα σε ολόκληρη τη διαδρομή των νεοφιλελεύθερων πρακτικών στην ψυχική υγεία σε μια σειρά από χώρες, κοινή: στο δρόμο οι ασθενείς, διαθεσιμότητα/κινητικότητα απόλυση των εργαζομένων.
Χωρίς ένα κίνημα από τα κάτω, χειραφετητικό, ενιαιομετωπικό, οργανωμένο και διαρκείας, αυτή η ‘κοινή μοίρα’, όπως η αντίστοιχη σε ολόκληρη την κοινωνία, δεν μπορεί να ανατραπεί. Για αυτό και η αφετηρία, η πρώτη στιγμή ενός κοινωνικού κινήματος για την ψυχική υγεία από το Χαϊδάρι, μπορεί να έχει και μια συμβολική σημασία.
Ένα κοινωνικό κίνημα για την απόκρουση των καταστροφικών τους σχεδίων, που αντιστρατεύεται το βίαιο κλείσιμο των ψυχιατρείων, όχι γιατί είναι αγκυλωμένο στο παραδοσιακό ψυχιατρικό άσυλο, αλλά από τη σκοπιά μιας άλλης, εναλλακτικής και χειραφετητικής προσέγγισης στην ψυχική υγεία.
Καλούμε όλους και όλες στη συγκέντρωση την 1η Απριλίου 2014, 6.30 μμ, στην αίθουσα του Δημαρχείου Χαϊδαρίου, στο Παλατάκι, για ενημέρωση, συζήτηση και από κοινού οργάνωση των επόμενων βημάτων ενός αγώνα διαρκείας,
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΠΟΛΥΜΟΡΦΟ ΚΙΝΗΜΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΕΙΑ
[youtube]https://www.youtube.com/watch?v=hCZI2iVbQBg[/youtube]
Δημοσιεύθηκε στό:http://eleftheriahtipota.blogspot.gr/ (Ελευθερία ή Τίποτα)
Το βίντεο από το κεντρικό δελτίο ειδήσεων της κατηλειμμένης ΕΡΤ3:[youtube]https://www.youtube.com/watch?v=mql8I3QcT74[/youtube]
Το κείμενο που ακολουθεί επιχειρεί να καταγράψει συμπεράσματα από αγώνες στο κλάδο του επισιτισμού στη Θεσσαλονίκη τα τελευταία τρία χρόνια. Λόγος λοιπόν, θα γίνει για τους αγώνες που η γράφουσα συμμετείχε ή/και παρακολούθησε από πολύ κοντά και όχι για όλους, για λόγους που θα εξηγηθούν παρακάτω.
Αρχικά μια σύντομη εισαγωγή: δε χρειάζεται να πούμε ότι οι συνθήκες στον κλάδο πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο τα τελευταία χρόνια, αυτό είναι κοινός τόπος σε όποιον/α πουλάει την εργατική του δύναμη για να ζήσει. Αυτό που αξίζει να επισημανθεί, είναι ότι οι αγώνες οι οποίοι θα αναφερθούν δε θα είχαν ξεκινήσει, ή τουλάχιστον κυκλοφορήσει στη δημόσια σφαίρα, αν δεν υπήρχαν δύο συλλογικότητες που παρεμβαίνουν στον κλάδο της πόλης: η παράταξη της Αντεπίθεσης στον Επισιτισμό, συνδικαλιστικό «όχημα» της ΟΚΔΕ (και η οποία παρεμβαίνει στο «επίσημο» Συνδικάτο Επισιτισμού-Τουρισμού, το οποίο ελέγχεται από το ΠΑΜΕ), και το Σωματείο Σερβιτόρων Μαγείρων Θεσσαλονίκης (που είναι σωματείο βάσης).
Ας γίνει και μια επιπλέον διευκρίνιση: υπήρξαν διάφοροι αγώνες οι οποίοι έληξαν πολύ σύντομα, αφού πετύχαιναν τους στόχους που είχαν θέσει οι εργαζόμενοι/ες σε αυτούς, συνήθως σε μικρά μαγαζιά του κλάδου, οι οποίοι όπως είναι φυσικό δεν πήραν τόσο μεγάλη έκταση αλλά ούτε και ξεδίπλωσαν σχέδια απάντησης από τη μεριά της εργοδοσίας, όσο άλλοι που διήρκεσαν περισσότερο. Παρ’ όλα αυτά, το ΣΣΜ-Θ προσπαθούσε να τους κυκλοφορεί, και μπορείτε να δείτε στα κείμενά του αναφορές (ομοίως και η Αντεπίθεση). Ωστόσο οι αγώνες που κράτησαν αρκετό καιρό είναι αυτοί που είναι και οι περισσότερο γνωστοί και «οικείοι» εντός και εκτός Θεσσαλονίκης, άρα λοιπόν θα γίνουν πολλές αναφορές σε αυτούς.
Έτσι λοιπόν, παρατηρούμε πως οι αγώνες που ξέσπασαν τα τελευταία χρόνια περιστρέφονταν γύρω από το ζήτημα των δεδουλευμένων που δεν καταβάλλονταν και των απολύσεων, με τις εξαιρέσεις των Goody’s και της Pizza Hut όπου το επίδικο ήταν οι επιχειρησιακές συμβάσεις. Ίσως, σε κάποιους και κάποιες τα παραπάνω σαν περιεχόμενο (επί της αρχής τουλάχιστον, μιας και ένας αγώνας μετασχηματίζει στη διάρκειά του και τα περιεχόμενά του) να φαίνονται μερικά ή ανεπαρκή. Σε ένα κλάδο όμως που τα αφεντικά ορίζουν μονοσήμαντα τα φτηνά, μαύρα μεροκάματα, ενίοτε και με τη συνδρομή μπράβων, η ανάδυση στη δημόσια σφαίρα τέτοιων αιτημάτων από τη μεριά των εργαζομένων αποτελεί διεκδίκηση του πλούτου που κλέβουν τα αφεντικά, έναν τρόπο ανατίμησης της εργασίας, αλλά και θέση μάχης. Πράγματι, σε διάφορες περιπτώσεις («Banquet», «Ζωή και Κότα», αλλά και άλλα, «αφανέστερα» περιστατικά) η διεκδίκηση δεδουλευμένων αποτελούσε απάντηση σε απολύσεις που ακολουθούσαν διεκδικήσεις μέσα στο χώρο εργασίας.
Η καταγγελία στην επιθεώρηση εργασίας αποτελεί, συνήθως, την πρώτη κίνηση. Όμως, μιας και ο ρόλος της είναι καθαρά γνωμοδοτικός, όσο και αν προς το παρόν τάσσεται υπέρ του εργαζόμενου, πολλές φορές αποτελεί απλά τόπο διαπραγματεύσεων κατόπιν της κινηματικής πίεσης. Μιας, λοιπόν, και τα μαγαζιά του επισιτισμού είναι η «βιτρίνα» τους και το καλό τους όνομα, αυτό αποτελεί και το τρωτό τους σημείο. Η ανάδειξη της υποτιμημένης εργασίας στους πελάτες, η «δυσφήμηση» που γίνεται με αφίσες στην πόλη, κείμενα και παρεμβάσεις έξω από τα καταστήματα, που προφανώς στόχο έχουν να δημιουργούν κλοιό γύρω από την είσοδο ώστε να αποτρέπονται οι πελάτες να μπουν, και όχι απλά να κάνουν φασαρία, είναι τακτικές πίεσης προς τα αφεντικά. Επιπλέον, στο «Ζωή και Κότα» ανασύρθηκε και μια ξεχασμένη μεθοδολογία, πιάνοντας το νήμα από τις απεργίες στην Pizza Hut το 2001: αυτή του τηλεφωνικού «αποκλεισμού» του τηλεφωνικού κέντρου, που αφενός προκαλεί οικονομική ζημία και σπάσιμο νεύρων στον εργοδότη, και αφετέρου απαιτεί πολύ λιγότερη δυναμική από μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας.
Εδώ όμως χρειάζεται προσοχή: οι αγώνες που έμεναν στο τρίπτυχο αφίσα-κείμενο-παρέμβαση, αν και πολλές φορές νικηφόροι, είναι και αυτοί που τραβούσαν σε βάθος χρόνου (π.χ. στο «Banquet» ή στα «Goody’s» Λ. Πύργου). Και όπως γνωρίζουμε, σε τέτοιες περιπτώσεις ο χρόνος μετράει υπέρ των αφεντικών. Τόσο από οικονομικής άποψης, αφού π.χ. οι απολυμένοι αναγκάζονται να ψάχνουν για δουλειά από ένα σημείο και μετά, που σημαίνει λιγότερο τρέξιμο στον αγώνα ή να μινιμάρουν τις απαιτήσεις τους ώστε να πάρουν τα χρήματα άμεσα (εδώ βέβαια πρέπει να παίζουν το ρόλο τους κίνημα και ταμεία αλληλοβοήθειας), όσο και από πολιτικής, λόγω απομαζικοποίησης των αλληλέγγυων ή αποθάρρυνσης των αγωνιζόμενων. Συνεπώς, έχουμε δει να δουλεύει καλύτερα από άποψη χρόνου ένας σχεδιασμός κλιμάκωσης της πίεσης με πιο δυναμικές ενέργειες, όπως για παράδειγμα αποκλεισμοί των εισόδων του μαγαζιού, πορείες που να καταλήγουν στο κατάστημα, κείμενα στις διευθύνσεις των πελατών που παραγγέλνουν, αφισοκολλήσεις/σπρέυ/μπογιές στη τζαμαρία του μαγαζιού, «κατάληψη» των εξωτερικών τραπεζοκαθισμάτων από τον κόσμο της παρέμβασης κλπ. Ειδικά σήμερα, που η ροή του χρήματος έχει στενέψει σε σχέση με παλιότερα για αρκετά αφεντικά, όλο και περισσότερο εχθρικά βλέπουν τέτοιου είδους «απαιτήσεις» από τη μεριά των εργαζομένων. Τα παραπάνω βέβαια δεν αποτελούν εγχειρίδιο χρήσης, αλλά αναφέρονται ενδεικτικά και εξαρτώνται από την κάθε περίπτωση.
Αν αυτό είναι το οπλοστάσιο του δικού μας στρατοπέδου, αυτό των αφεντικών είναι πολύ ισχυρότερο. Πέρα από τις εκδικητικές απολύσεις σε όσους και όσες βάζουν ζητήματα στο χώρο δουλειάς, οι μηνύσεις σε εργαζόμενους ή αλληλέγγυους και οι ανάλογες αυτόφωρες συλλήψεις, όπως και τα ασφαλιστικά μέτρα είναι πλέον αυτονόητα σε οποιαδήποτε σχεδόν διεκδίκηση δε λήξει εντός λίγων παρεμβάσεων. Κάτι το οποίο εμπεριέχει προσωπικό κόστος όσο τρέχει ο αγώνας, τόσο στο ποινικό κομμάτι, όσο και στο οικονομικό. Ακριβώς το ίδιο αυτονόητη είναι και η παρουσία μπράβων, είτε με προφανή παρουσία ως πλανόμενη απειλή, είτε με ρόλο πυροδότη εντάσεων ώστε να εκμεταλλευτεί την κατάσταση ποινικά η κατασταλτικά το αφεντικό. Το lock out, δε, που έγινε στο «Banquet», αποτέλεσε κίνηση ματ από τη μεριά των αφεντικών, αφού εξάλειψε την εστία συνάντησης των εργαζομένων και άρα την κοινότητα αγώνα που είχαν δομήσει, αλλά και, με έναν τρόπο, απεδαφικοποίησε τον αγώνα. Χρησιμοποιήθηκε επιπλέον αποτελεσματικά και επικοινωνιακά. Είναι μια κίνηση ωστόσο όχι χωρίς κόστος, ακριβώς λόγω των «πάντα διαθέσιμων υπηρεσιών» που παρέχουν τέτοιου είδους επιχειρήσεις και στον κλάδο στη Θεσσαλονίκη δεν έχει συναντηθεί ξανά προς το παρόν.
Περισσότερο ενδιαφέρον έχει, από άποψη στρατηγικής, η ενεργοποίηση των διάφορων δικτύων σχέσεων των αφεντικών. Για παράδειγμα, είδαμε στο «Banquet» πληρωμένα πρωτοσέλιδα στην εφημερίδα «Μακεδονία», επερωτήσεις βουλευτών της ΝΔ, κείμενα στους πελάτες στο «Blé» ενάντια στους διαδηλωτές συνταγμένα από τους διαφημιστές της επιχείρησης ή τοπικά μέσα πληροφόρησης που αναδημοσίευαν κείμενα των «πραγματικών εργαζόμενων» της εκάστοτε επιχείρησης που πλήττονταν από τις κινητοποιήσεις. Στα δίκτυα αυτά σχέσεων, με ελάχιστη επιτυχία προς το παρόν, πρέπει να αναφερθούν και οι προσπάθειες σύνδεσης των εργοδοτών μεταξύ τους, από ανταλλαγή εμπειριών για αντιμετώπιση κινητοποιήσεων και επαφές με την ίδια δικηγόρο έως αποτυχημένες (υπό το φόβο της μεταφοράς των κινητοποιήσεων και στα δικά τους μαγαζιά, και αυτό έχει μια αξία) απόπειρες συνασπισμού με άλλους εργοδότες στην ίδια γειτονιά.
Κι όταν όλα τα άλλα αποτυγχάνουν, επιστρατεύονται οι χρυσαυγίτες; Προφανώς, ο λόγος γίνεται για την περίπτωση του «Ζωή και Κότα». Βλέποντας πίσω, δε θεωρούμε ότι υπήρχε μια ξεκάθαρη στρατηγική από τη μεριά των αφεντικών (π.χ. προβοκάτσια για καταστολή), όσο η απόπειρα ενός εκ των συνεταίρων να χαράξει σκληρή γραμμή απέναντι στις διεκδικήσεις, ως λάθος εκτίμηση της κατάστασης και των αντιδράσεων των αλληλέγγυων. Από τη μεριά της Χ.Α., μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Επιχειρεί ενδεχομένως να στήσει δίκτυα με μαγαζάτορες ως ο θεματοφύλακας της σιγής νεκροταφείου στους εργασιακούς χώρους, ή ακόμη και να αποκτήσει ριζώματα στη Ροτόντα ενάντια στους «ταραχοποιούς».
Σε όλους αυτούς τους αγώνες το ΠΑΜΕ, που ελέγχει και το «επίσημο» Συνδικάτο, ήταν στην καλύτερη απών, κάτι που αποτέλεσε και την πιο συνηθισμένη συνθήκη, ενώ στη χειρότερη μπλεκόταν με άθλιο τρόπο. Όπως στο «Banquet» για παράδειγμα που προσπάθησε να κάνει υπόγειες συνεννοήσεις με τους εργοδότες (αλλά και γενικά με τις αναμενόμενες καταγγελίες απέναντι στο συνδικαλιστικό αντίπαλο της «Αντεπίθεσης»).
Ωστόσο και ο τρόπος που η ίδια η «Αντεπίθεση» βλέπει τους αγώνες είναι πολλές φορές προβληματικός. Κατά τη γνώμη της γράφουσας, πέρα από την ανάθεση των ίδιων των υποκειμένων, την οποία καλλιεργεί, στο παλιό καλό ερώτημα γύρω από το κοινωνικό και το πολιτικό, γύρω από το κόμμα και το κίνημα, τον αγώνα και την οργάνωση, οι ίδιοι δίνουν την επίσης παλιά καλή λενινιστική απάντηση. Αυτό φάνηκε όχι μόνο στο «Banquet», όπου η Επιτροπή Αλληλεγγύης, από την οποία είχε ήδη αποχωρήσει κόσμος εκτός ΟΚΔΕ, ζητούσε τελικά επαναπρόσληψη (γιατί αυτός πρέπει να είναι ο τρόπος να παλεύουμε τις απολύσεις), ενώ οι απολυμένοι δεν είχαν σκοπό να γυρίσουν, αλλά και στον αγώνα στα «Goody’s» Λ. Πύργου. Ενώ ο αγώνας έτρεχε ήδη από την «Αντεπίθεση», καλέστηκαν και άλλοι/ες αλληλέγγυοι/ες που παρόλες τις επιφυλάξεις θεώρησαν ότι ένας εργατικός αγώνας μας αφορά όλους/ες και πρέπει να στηριχτεί. Αποτέλεσμα ήταν το κοινά διαμορφωμένο κείμενο να μη μοιραστεί ποτέ σε παρέμβαση, αφού αποσύρθηκε άμεσα από την «Αντεπίθεση» μιας και ήταν εκτός γραμμής, το ίδιο και τα κοινά συνθήματα. Εφόσον, λοιπόν, εγκαταλείφθηκε έτσι μόνιμα και η προοπτική της ενότητας στη δράση, δεν μπορεί να υπάρξει αποτίμηση αγώνων όπως «Goody’s» Λ. Πύργου, «Pizza Hut» κλπ.
Και λίγα σχόλια για το πώς έβλεπαν οι εργαζόμενοι/ες τους αγώνες. Είναι αδύνατον να βγει ένα γενικό συμπέρασμα, εξαρτάται από το κάθε μαγαζί και τις σχέσεις που είχε καταφέρει να στήσει ο καθένας και η καθεμία στους χώρους δουλειάς πριν την έναρξη της διεκδίκησης. Σίγουρα, δεν είναι άσχετο πάντως το πώς έβλεπαν τον αγώνα και το πόσο τον έτρεχαν με τα υποκείμενα της αλληλεγγύης και την αλληλεπίδραση μαζί τους (ανάθεση ή ανάληψη ευθυνών, δημόσιος λόγος ή μεσολάβησή του, λόγος για την πορεία του αγώνα κλπ). Επιπλέον, στη διάρκεια των αγώνων μετασχηματίζονταν αντιλήψεις (ή τουλάχιστον έμπαιναν ζητήματα), όπως για παράδειγμα γύρω από την αστυνομία ή γύρω από τα αφεντικά. Ενδιαφέρον είχε, πάντως, πώς αυτοί οι αγώνες πυροδότησαν άλλους «μικρότερους» και πώς συναντήθηκαν αυτά τα υποκείμενα, στηρίζοντας οι μεν τους δε, π.χ. στο «Καφεναί» ενόσω έτρεχε το «Banquet», ή στο καφέ ενός παιδότοπου ακριβώς μετά τα «Blé». Όπως ενδιαφέρον έχει και η συγκρότηση του εργοδοτικού μπλοκ μέσα στα μαγαζιά και η ανάδυσή του στη δημόσια σφαίρα. Είτε με λόγο ταυτιζόμενο με τα συμφέροντα του αφεντικού και με κύριο επιχείρημα «οι κινητοποιήσεις στέλνουν κι άλλους εργαζόμενους στην ανεργία», είτε με φυσική παρουσία ενάντια στις παρεμβάσεις που θα υπερασπιστεί μέχρι και με τη βία την επιχείρηση ή τον εργοδότη.
Από την άλλη, αν και αυτοί οι αγώνες κυκλοφορούν, και ένας από τους στόχους τους είναι ακριβώς αυτός, είναι πολύ δύσκολο να σηκωθεί κόντρα στους χώρους δουλειάς που να προκύπτει απλά από την τρέχουσα διεκδίκηση. Για παράδειγμα, στη «Ροτόντα», λόγω του ότι οι διανομείς, από τη φύση της δουλειάς τους δεν είναι αναγκασμένοι να περνάνε ώρες μέσα σε ένα μαγαζί, αλλά αντίθετα κυκλοφορούν και έτσι γνωρίζονται και με τους υπόλοιπους διανομείς της «πιάτσας», γνώριζαν και τα αιτήματα των τριών απολυμένων του «Ζωή και Κότα» (και ακριβώς λόγω της προσωπικής σχέσης με άλλα μαγαζιά όπου υπήρχαν διεκδικήσεις) όπως και τη θετική έκβαση του αγώνα. Όμως, πέρα από το απέναντι αφεντικό που κόλλησε ένσημα εν μέσω κινητοποιήσεων και τα εύσημα του τύπου «καλά του κάνατε», δεν υπήρχε έμπρακτη αντιπαράθεση με τους εργοδότες. Το ίδιο συνέβη και σε άλλες πιάτσες που έχουν υπάρξει είτε δυναμικές παρεμβάσεις, είτε αγώνες. Έπρεπε να υπάρχει ήδη η «μαγιά» που θα ξεχείλιζε όταν δίπλα είχε σκάσει αγώνας. Είναι δύσκολο για έναν τόσο κατακερματισμένο κλάδο να σηκώσει αντιστάσεις, πόσο μάλλον και δημόσιες, όταν μεγάλο κομμάτι των θέσεων εργασίας καλύπτεται μέσω προσωπικών δικτύων και επαφών, ειδικά μέσω κρίσης. Ωστόσο, καλλιεργούν μια κουλτούρα ότι τα αφεντικά δεν είναι ανίκητα, ότι συλλογικά κόσμος σπάει την αίσθηση του φόβου και της ήττας, κι ότι ούτε είναι πάντα πρόθυμοι/ες οι εργαζόμενοι/ες να βάλουν πλάτη για τα μαγαζιά.
Η μέχρι τώρα εμπειρία δείχνει ότι τέτοιου είδους «χτυπήματα», τέτοιου είδους αγώνες, μαζί με το χτίσιμο σχέσεων με τους συναδέλφους στους χώρους εργασίας, είναι αυτά που έχουν νόημα. Δεν έχει σημασία το να φανταζόμαστε γενικές απεργίες ή πλατιές εργατικές μάζες του επισιτισμού, ούτε τα παραπάνω αποτελούν manual για κάθε περίπτωση. Νόημα έχει όταν αυτές οι εμπειρίες κυκλοφορούν, αφήνοντας παρακαταθήκη για άλλους καταπιεζόμενους και εκμεταλλευόμενους, κι όταν κι εμείς εμπνεόμαστε πιάνοντας το νήμα που συνδέει τους αγώνες μας.
Cheerfulness
Μάρτιος 2014
ΠΗΓΗ:http://skya.espiv.net/2014/03/21/οι-αγώνες-στον-επισιτισμό-θεσσαλονίκ/