Όλα τα άρθρα του/της Mavri Vanilia

Στο «σκαμνί» η Ελλάδα για τα εργασιακά δικαιώματα

Η Ελλάδα στη «μαύρη λίστα» μαζί με το Μπαγκλαντές για παραβίαση εργασιακών δικαιωμάτων –Στο «σκαμνί» της Διεθνούς Συνδιάσκεψης Εργασίας

Στο «εδώλιο» της Διεθνούς Συνδιάσκεψης Εργασίας θα βρεθεί για τρίτη φορά η Ελλάδα για παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων των εργαζομένων. Το θέμα θα συζητηθεί σήμερα στις εργασίες της 103ης Συνδιάσκεψης που θα διεξαχθεί στη Γενεύη.

Ακόμα μια θλιβερή πρωτιά για την Ελλάδα της δήθεν ανάπτυξης , που ευαγγελίζονται και πιστεύουν τα πολιτικά πρόσωπα της χώρας. Μετά, τον πάτο που πιάσαμε ως χώρα στην ελληνική εκπαίδευση, όπου βρισκόμαστε στην τελευταία θέση ανάμεσα στις Ευρωπαϊκές χώρες, ακόμη ένα «βραβείο» έρχεται να προστεθεί στην τροπαιοθήκη… των κυβερνώντων! Για ποια ανάπτυξη μιλάμε, όταν η Ελλάδα φιγουράρει δίπλα δίπλα με την χώρα του Μπαγκλαντές στη λίστα με την παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων;

Αυτή την Ελλάδα, αυτή την «ανάπτυξη» να την χαίρεστε, χορτάσαμε!

Κατηγορούμενη η Ελλάδα για παραβίαση εργασιακών δικαιωμάτων

Η Ελλάδα κατατάσσεται στη «μαύρη» λίστα των χωρών με σοβαρές παραβιάσεις των εργασιακών και των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, όπως είναι το Μπαγκλαντές, ο Νίγηρας, η Υεμένη, η Δομινηκανική δημοκρατία και η Λευκορωσία.

Η αρχική προσφυγή για το θέμα έχει γίνει από τη ΓΣΕΕ ήδη από το 2010 και αναφέρεται σε μια σειρά από μνημονιακούς νόμους και αποφάσεις, που την τελευταία τετραετία έχουν περιορίσει δραματικά τα δικαιώματα των εργαζομένων. Στη σύνοδο πρόκειται να τονιστεί η ασυμβατότητα του ελληνικού Συντάγματος με τις κυρωμένες διεθνείς συμβάσεις εργασίας, που έχουν οδηγήσει σε εργασιακή απομόνωση, φτωχοποίηση και περιθωριοποίηση μεγάλου τμήματος του πληθυσμού. Στο ίδιο πλαίσιο, εντάσσεται και σχετικό ψήφισμα από το 3ο Συνέδριο της Διεθνούς Συνδικαλιστικής Συνομοσπονδίας με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Αλληλεγγύη για την Ελλάδα».

Στο ψήφισμα γίνεται λόγος για πλήρη αποδόμηση των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων, που επιβλήθηκε από την τρόικα, την ώρα που ασκούνται πιέσεις για να ιδιωτικοποιηθούν βασικά δημόσια αγαθά και υπηρεσίες, όπως είναι η ενέργεια και το νερό. Σημειώνει επίσης ότι το απαράδεκτο επίπεδο της ανεργίας, της μακροχρόνιας ανεργίας και της ανεργίας των νέων, μαζί με την ανθρωπιστική κρίση που εκτυλίσσεται στην Ελλάδα, διαψεύδουν τα πρόσφατα σενάρια επιτυχία.

Επίσης, γίνεται λόγος για να ανακληθούν οι αντιδημοκρατικές, αντικοινωνικές, αντεργατικές και αναποτελεσματικές μνημονιακές πολιτικές και να υιοθετηθούν πολιτικές για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας, τη δημιουργία ποιοτικής απασχόλησης, τη διασφάλιση δίκαιων αμοιβών και βιώσιμων υπηρεσιών υγείας και συνταξιοδοτικών συστημάτων.

Πηγή: Mavrilhsta

Εξοντώνοντας επιστημονικά εργάτες

Πολλοί θα έχετε αναρωτηθεί πως γίνεται και λειτουργεί τόσο άψογο ο μηχανισμός διάλυσης εργατικών σωματείων, συλλόγων, απεργιών, καταλήψεων και εν γένει όλων εκείνων των αντιδράσεων της εργατικής τάξης απέναντι στον πόλεμο που δέχεται. Κι όμως στους καιρούς της κρίσης και ακόμα παλιότερα η αστική τάξη προετοιμαζόταν, πειραματιζόταν και αντιμετώπιζε με επιστημονικό τρόπο την αναζήτηση μια φόρμουλας διάλυσης κάθε εργατικής αντίστασης. Σήμερα 25 Μάη είναι ημέρα ορόσημο για αυτή την προσπάθεια, το γιατί θα το μάθετε παρακάτω.

Θα ξεκινήσουμε με ένα άνθρωπο τον Pearl Bergoff, ένα φτωχοδιάβολο, γιο ενός πλανόδιου έμπορα ψαριών και εκτιμητή γης από το Michigan των ΗΠΑ. Ο πατέρας του τον παράτησε με 50 δολάρια στην τσέπη όταν ήταν 13 χρονών έτσι πήγε στην Νέα Υόρκη για να ενταχθεί στην βιομηχανία της απεργοσπασία που ανθούσε. Όλα αυτά στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα. Αρχικά έκανε τον ρουφιάνο για την Metropolitan Street Railway παρακολουθώντας τους εργάτες για το πως διαχειρίζονταν τα εισιτήρια. Το 1906 “δούλευε” ως απεργοσπάστης για τον James Farley (άλλο “μπουμπούκι” κι αυτός, αξίζει να διαβάσετε το βιογραφικό του εδώ).

Πέρα από τις “υπηρεσίες” του έκανε και τον σωματοφύλακα για τον αρχιτέκτονα και επιχειρηματία Stanford White, έκανε τόσο καλά την δουλειά του που ο White δολοφονήθηκε από τον Harry Kendal Τhaw λόγω της ερωτικής σχέσης του White με την γυναίκα του Thaw. Σαν τίμιος “μεροκαματιάρης” οBergoff δεν έχασε ευκαιρία και πούλησε το ημερολόγιο του θύματος με όλες τις πιπεράτες λεπτομέρειες στην εφημερίδα New York World. Με τα χρήματα που πήρε ίδρυσε μαζί με τον αδερφό του Leo την εταιρία Bergoff Brothers Strike Service and Labor Adjusters έτσι λοιπόν από υπάλληλος στον απεργοσπαστικό κλάδο, έγινε αφεντικό της δικής του εταιρίας απεργοσπασίας. Ανέλιξη μεγάλη βλέπεις… Η εταιρία του αποδείχτηκε πολύ καλή στο “έργο” της με calling card των υπηρεσιών της την έντονη και χωρίς φειδώ βία στις επιχειρήσεις της. Από την απεργία των σκουπιδιάρηδων του 1907 έδωσε διαπιστευτήρια πως είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστική. Η πρώτη όμως μεγάλη παράσταση θα δινόταν δύο χρόνια αργότερα στην Pennsylvania.

Τι έγινε ; Η Pressed Steel Car Company απέλυσε σαράντα άτομα. Όμως μιλάμε για το 1909 τότε που τέσσερα χρόνια πριν διακόσιοι εργάτες αποφάσισαν να ιδρύσουν τηνIWW, έμεινα γνωστοί και ως Wobblies ή διαφορετικά μια από τις πιο λαμπρές σελίδες του αμερικανικού και παγκόσμιου εργατικού κινήματος. Αυτοί λοιπόν οι παλαβοί της ιστορίας για απόλυση μόλις 40 ανθρώπων οργάνωσαν συλλαλητήριο απάντηση 8 χιλιάδων εργατών με δεκαέξι διαφορετικές εθνικότητες. Τα αφεντικά τρελάθηκαν και κάλεσαν τον Bergoff να τους βοηθήσει. Ο τελευταίος δεν καθυστέρησε καθόλου, έστειλε με πλοία και τρένα απεργοσπάστες να συγκρουστούν με τους απεργούς και τους αλληλέγγυους. Αλλά ακόμα και οι απεργοσπάστες που ήταν κατά κύριο λόγοι μετανάστες που μάντρωνε ο Bergoff με την βια και τους φύλαγαν μπράβοι, είχαν ιδιαίτερη “μεταχείριση”. Οι περισσότεροι ήταν είτε θύματα απαγωγής, είτε παραπλανημένοι με παχυλές υποσχέσεις και τους συμπεριφερόταν σαν εμπορεύματα. Για παράδειγμα τους στοίβαζε σε εμπορικά βαγόνια και τους κλείδωνε εκεί χωρίς τροφή, νερό ή ακόμα και κάτι σαν τουαλέτα, για να τους δείξει πιο είναι το αφεντικό. Στο προκείμενο όμως η απεργία μετατράπηκε σε μάχη και αργότερα σε πιστολίδι που στέρησε την ζωή σε 22 απεργούς. Τελικά όμως οι απεργοί νίκησαν. Αυτό όμως δεν έβλαψε τις επιχειρήσεις του Bergoff Που είχε πλέον στην διάθεσή του γύρω στους 10 χιλιάδες απεργοσπάστες ενώ για κάθε επιχείρηση αμειβόταν ως και 2 εκατομμύρια δολάρια… Μιλάμε για πολύ ανέλιξη… Τέσσερα χρόνια μετά το πρώην αφεντικό τουJames Farley τίναξε τα πέταλα και έτσι ο Bergoff αυτό-ανακυρήχθηκε “Βασιλιάς των Απεργοσπαστών”. Μετακόμισε έτσι στο Bayonne του New Jersey και έφτιαξε τομεγαλύτερο γραφείο που είχε δει η πόλη και από εκεί διεύθυνε το “αγαστό” έργο του. Επένδυσε και τοπικά εννοείται καθώς ανακατεύτηκε και στην απεργία των διυλιστηρίων του Bayonne το 1915-1916 με καλό “σκορ” πάλι 4 νεκροί και 34 τραυματίες.

Όμως το 1923 έπεσε αναδουλειά και η επιχείρηση του Bergoff έφθινε τάχιστα. Προσπάθησε να ανακατευτεί στο real estate αλλά απέτυχε και γύρισε στην παλιά του τέχνη. Έτσι λοιπόν αποφάσισε εκεί γύρω στο 1936 να παίξει το τελευταίο το χαρτί και να αφήσει κληρονομιά στο κόσμο την τεχνική του. Για αυτήν κατηγορήθηκε δικαστικά αλλά αθωώθηκε στις 18 Νοέμβρη του 1937. Αποσύρθηκε μετά μιας και του είχε αφαιρεθεί και η άδεια ντετέκτιβ από την πολιτεία της Νέας Υόρκης. Ευτυχώς ψόφησε το 1947… αλλά ποιο ήταν το τελευταίο του χαρτί που ακόμα και σήμερα χρησιμοποιείται ; Το όνομα αυτής είναι η φόρμουλα Mohawk Valley ή αλλιώς τεχνική Bergoff.

O James Rand Jr. ήταν ένα Αμερικανός βιομήχανος που έφερε επανάσταση στην επιχειρηματική μηχανοργάνωση και μηχανογράφηση. Ήταν απόφοιτος του Harvard και τραπεζικός, εκεί κατάλαβε πως για να γίνουν πιο αποδοτικές οι τράπεζες έπρεπε να οργανώσουν τις υπηρεσίες τους, να τις κατηγοριοποιήσουν και ούτε κάθε εξής. Έτσι έφερε το σύστημα της μηχανοργάνωσης και αρχειοθέτησης. Ήταν σημαίνον πρόσωπο της εποχής καθώς την περίοδο της κρίσης έγινε ο άνθρωπος που άκουγαν η κυβέρνηση και οι τραπεζίτες για να αντεπεξέλθουν. Ήταν συνιδρυτής μαζί με τον Frank Vanderlipτης επιτροπής διάσωσης των Αμερικανικών τραπεζών, που μεταξύ άλλων χειρίστηκε την κατάργηση του κανόνα του χρυσού και τον πληθωρισμό του δολαρίου. Μαζί με αυτά ήταν βραβευμένος από την Αμερικανική Συνομοσπονδία Εργασίας (AFL) και συγκεκριμένα τον πρόεδρό της William Green. Όλα αυτά όμως φτάνει να είναι έξω από την πόρτα του. Το 1935 κατηγορείται για χρηματιστηριακή απάτη με τις μετοχές της τότε εταιρίας του αλλά υπέγραψε συμβιβαστική λύση όπου δεσμευόταν να σταματήσει την αγορά μετοχών που θα επηρέαζαν την τιμή των εταιρικών του μετοχών. Ένα χρόνο πριν όμως, το 1934 οι εργάτες στα εργοστάσια παραγωγής γραφομηχανών άρχισαν να οργανώνονται σε σωματεία από την AFL. Στις 8 Μάη του 1934, 6,5 χιλιάδες εργάτες απήργησαν ώστε να αναγνωριστεί το νεοσύστατο σωματείο τους και να κατοχυρωθεί η συλλογική διεκδίκηση μέσω συλλογικών συμβάσεων μεταξύ σωματείου και επιχείρησης. Αυτό δεν άρεσε πολύ στον εργατο-πονιάρη Rand και έτσι άρχισε να παίρνει μέτρα.

Το 1936 ήταν ιδιοκτήτης της εταιρίας κατασκευής γραφομηχανών Remington. Στις 25 Μάη του 1936 οι εργαζόμενοι της Remington Rand Company αποφάσισαν να απεργήσουν, μια απεργία που κράτησε ως τον Απρίλη του 1937.Σε αυτήν ξεδιπλώθηκε η τεχνική Bergoff ή η λεγόμενη και φόρμουλα Mohawk Valley. O Rand Jr. αποφάσισε να συκοφαντήσει τους συνδικαλιστές των εργατών αλλά έβλεπε πως αυτό δεν έφτανε έτσι κατέφυγε στις υπηρεσίες του Bergoff με αποτέλεσμα αυτό το δίδυμο να καταρτίσει μια φόρμουλα εννιά σημείων για την διάλυση σωματείων και απεργιών. Η φόρμουλα έχει ως εξής, όπως αποδίδεται στο περιοδικό The Nation του 1937:

1. Όταν απειλείται να γίνει απεργία χαρακτήρισε τους αρχηγούς του σωματείο ως “αγκιτάτορες” ώστε να τους καταστήσεις αφερέγγυους στην κοινή γνώμη και τους υποστηρικτές τους. Κάνε ψηφοφορία υπό το αυστηρό βλέμμα των ελεγκτών εργασίας ώστε να δείξεις πως το σωματείο είναι αδύναμο. Έτσι μπορείς να παρουσιάσεις λανθασμένα πως οι απεργοί είναι μια μικρή μειοψηφία. Άσκησε οικονομική πίεση μέσω απειλών ότι θα μεταφέρεις το εργοστάσιο. Συγκέντρωσε τραπεζίτες, γαιοκτήμονες, ιδιοκτήτες real estate και επιχειρηματίας σχηματίζοντας μια επιτροπή πολιτών ώστε να ασκούν πίεση και αυτοί.
2. Σήκωσε την σημαία του “νόμου και της τάξης” προκαλώντας την κοινότητα να μαζέψει νόμιμα και αστυνομικά όπλα ενάντια στην φαντασιακή απειλή και να ξεχάσει πως οι εργάτες έχουν ίσα δικαιώματα με όλη την κοινότητα.
3. Κάλεσε μια μαζική συγκέντρωση ώστε να κατευθύνεις την κοινή γνώμη ενάντια στους απεργούς και να ενισχύσεις την επιτροπή πολιτών.
4. Σχημάτισε μια μεγάλη αστυνομική δύναμη που θα τρομάζεις τους απεργούς και να τους προκαλεί ψυχολογικά πίεση. Χρησιμοποίησε για αυτό την τοπική αστυνομία, την πολιτειακή αστυνομία, υπόκοσμο και ειδικές πολιτοφυλακές, αν είναι δυνατόν από άλλες γειτονιές.
5. Πείσε τους απεργούς πως η προσπάθειά τους είναι απέλπιδα με μια κίνηση επιστροφής στην δουλειά. Αυτή θα την καλεί μια οργάνωση μαριονέτα δήθεν πιστών εργατών που θα έχει οργανωθεί κρυφά από τον εργοδότη.
6. Όταν έχουν γίνει αρκετά από τα παραπάνω όρισε μια ημερομηνία για το άνοιγμα του εργοστασίου. Έχοντας λάβει τέτοια πρόταση από την οργάνωση μαριονέτα που ζητά επιστροφή δουλειά.
7. Σκηνοθέτησε το άνοιγμα με θεατρινισμούς. Ανοιχτές πύλες και εργαζόμενους που εισέρχονται μαζικά προστατευμένοι από ισχυρές δυνάμεις ασφάλειας ώστε να δραματοποιήσεις το γεγονός, να το γεμίσεις με υπερβολές και να ενδυναμώσει τον αντίκτυπο της απογοήτευσης.
8. Σπάσε το ηθικό των απεργών με μια συνεχή επίδειξη ισχύος. Αν χρειαστεί μετέτρεψε την κοινότητα σε πολεμικό στρατόπεδο και απέκλεισέ την από τον έξω κόσμο
9. Κλείσε το μπαράζ δημοσιότητας για το θέμα λέγοντας πως το εργοστάσιο είναι σε πλήρη λειτουργία και πως οι απεργοί είναι μια ισχνή μειοψηφία που προσπαθεί να εμποδίσει το δικαίωμα στην εργασία. Με αυτό η καμπάνια τελειώνει και ο επιχειρηματίας έχει σπάσει την απεργία.

Και όπως καταλαβαίνουμε όλοι τα εφήρμοσαν όλα, μάλιστα εφήρμοσαν περισσότερα από αυτά. Ποια ήταν τα εξτρά που εφαρμόστηκαν ; Πολλά αλλά ας τα πάρουμε ένα-ένα.

Χρησιμοποίησαν και ιδιωτικές δυνάμεις ασφάλειας με κυρίαρχα τα γραφεία ντετέκτιβ της εποχής, την ενορχήστρωση ανέλαβε ο Bergoff. Εξόπλισαν τις πολιτοφυλακές με όπλα και συμβατικά αυτοκίνητα ώστε να εκτελούν περιπολίες. Η αστυνομοκρατία και τρομοκρατία έφτασε σε επίπεδο που η εταιρία έβγαλε κάρτες-διαβατήρια που μοίρασε στους κατοίκους και χωρίς αυτά δεν ήταν δυνατή η είσοδος στην πόλη. Φυσικά πλημμύρισαν την περιοχή με απεργοσπάστες παρά τις φιλότιμες προσπάθειες αλληλέγγυων εργατών από γειτονικά εργοστάσια και περιοχές να αρνηθούν. Όμως η κρίση και η μεγάλη ύφεση έκανε τους απεργοσπάστες να τρέχουν πίσω από τις υποσχέσεις για εύκολα λεφτά. Μαζί με αυτά υπήρχε ένα όργιο παραπληροφόρησης πως συγκεκριμένοι εργάτες, συνήθως ηγετικές μορφές του αγώνα επέστρεφαν στην δουλειά ή αποφάσισαν να κλείσουν την απεργία. Έτσι δημιουργούσαν έριδες μέσα στις τάξεις των απεργών μέχρι να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Εξαγόρασε ο Rand Jr και τις τοπικές δικαστικές αρχές που είχαν ιδιαίτερα σκληρή στάση απέναντι στους απεργούς και τους υποστηρικτές τους ρίχνοντας φυλακές για ψύλλου πήδημα. Χαρακτηριστικά δύο έφηβες κοπέλες καταδικάστηκαν σε φυλάκιση ενός μήνα επειδή κουνούσαν ψεύτικους αρουραίους στους απεργοσπάστες. Δημιουργούσαν επίσης πολλές επιτροπές κατοίκων που δήθεν καταδίκαζαν την βία του σωματείου και ζητούσαν την επίμονη λήξη της απεργίας ώστε να επιστρέψουν στην κανονική ζωή τους. Μέχρι και ιεραπόστολους επιστράτευσαν που έμπαιναν στα σπίτια και έβγαζαν αμαρτωλούς τους απεργούς πείθοντας τις οικογένειές τους να ασκήσουν πίεση για να γυρίσουν στον δρόμο του Κυρίου που δεν θέλει φασαρίες. Ενώ όση διαρκούσε η απεργία ο Rand Jr οργάνωνε επιχειρησιακά σωματεία ώστε να δείχνει πως οι εργαζόμενοι θέλουν να δουλέψουν… Παλιά μου τέχνη…

Η όλη μάχη ήταν ιδιαίτερα βίαιη με συνεχόμενες συγκρούσεις που κρατούσαν μέρες και τους εργάτες να επιστρατεύουν κάθε μέσο ώστε να επιβιώσουν από αυτοσχέδιο βόμβες μέχρι τεράστιες μεταλλικές μπάλες. Τελικά μετά από 11 μήνες απεργίας και μια αντίστοιχα πολύμηνη δικαστική μάχη οι εργάτες κέρδισαν την αναγνώριση του σωματείου και την ικανότητα σύναψης συλλογικών συμβάσεων. Αυτό όμως που έμεινε είναι μια θεωρία αντιμετώπισης καταστάσεων κοινωνικής εξέγερσης όπως θα έλεγαν κάποιοι ειδικοί αναλυτές .Δηλαδή για να το πούμε στην γλώσσα μας, εξάλειψης και καταστολής κάθε αντίδρασης. Το ότι την περίοδο της κρίσης έγινε από κοινού παγκοσμίως τέτοιες προσπάθειες πρέπει να μας κάνει να σκεφτούμε πως ο φασισμός ενυπάρχει στο ίδιο το σύστημα που ονομάζουμε καπιταλισμό, οι εκφάνσεις αλλάζουν. Όπως είχα γράψει και σε προηγούμενο άρθρο για το πως οι Ναζιστές αντιμετώπισαν το εργατικό κίνημα όταν ανέβηκαν στην εξουσία (εδώ) ο στόχος ήταν κοινός (για αυτό και η φωτογραφία του Αδόλφου στο post). Ήθελα όμως να παρουσιάσω όμως και την άλλη πλευρά αυτή του λεγόμενου New Deal που δεν ήταν τίποτε άλλο από μια διαφορετικής οπτικής καπιταλιστική απάντηση που στόχο είχε το εργατικό κίνημα. Δεν υπάρχει λοιπόν αντί-φασιστικό κίνημα χωρίς να βάζει ως πρόταγμα την καταστροφή του καπιταλισμού μιας και πολύ απλά θα βρεθεί να παλεύει για ένα φασισμό με διαφορετικό προσωπείο… Τα σχόλια και οι σκέψεις δικές σας όπως πάντα.

 

Πηγή: Mavrilhsta

Ο άνθρωπος που εξεγείρεται: η φιλοσοφία της εξέγερσης στον Μιχαήλ Μπακούνιν και στον Αλμπέρ Καμύ

Πρόλογος Μετάφρασης

Ο Πιοτρ Β. Ριαμπόφ είναι ιστορικός και φιλόσοφος, διδάκτωρ του Παιδαγωγικού Κρατικού Πανεπιστημίου της Μόσχας. Ενεργός στο αναρχικό κίνημα από το 1987, με πλούσια αρθρογραφία, επικεντρώνει το έργο του αφενός στην προβληματική του υπαρξισμού στην σύγχρονη κουλτούρα και αφετέρου στην ιστορία των κινημάτων απελευθέρωσης. Η συνοπτική, συγκριτική θέση του για τον «άνθρωπο που εξεγείρεται» στο έργο του Μπακούνιν και του Καμύ ταξιδεύει εδώ με αφορμή τα 200 χρόνια από τη γέννηση του Ρώσου φιλοσόφου και καλεί σε μια συζήτηση για τον «εξεγειρόμενο» του σήμερα.

Μετάφραση από τα ρωσικά: ΛενΜ, Μάιος 2014

  

Μιχαήλ Αλεξάντροβιτς Μπακούνιν και Αλμπέρ Καμύ… Αυτά τα δυο ονόματα δεν στέκονται τυχαία δίπλα-δίπλα εδώ. Και οι δύο αυτοί στοχαστές, που έζησαν σε διαφορετικές χώρες και σε διαφορετικούς αιώνες, έκαναν την κατηγορία της «εξέγερσης» μια από τις θεμελιωτικές έννοιες των πρωτότυπων διδασκαλιών τους για τον άνθρωπο. Όμως, αν στον Μπακούνιν αυτές συναντιούνται μόνο ξεχωριστά, και όχι ενταγμένες σε ένα σύστημα ιδεών για την εξέγερση, στον Καμύ η εξέγερση γίνεται η σπουδαιότερη κατηγορία. Κατά τη γνώμη του Μιχαήλ Μπακούνιν, η εξέγερση είναι ένα από τα τρία σημαντικότερα γνωρίσματα «κάθε ανθρώπινης, τόσο ατομικής όσο και συλλογικής, παρουσίας στην ιστορία», πλάι στη ζωική φύση και τη νόηση του ανθρώπου. Είναι ακριβώς μέσα από την εξέγερση που δημιουργείται η προσωπικότητα, το έργο, η ελευθερία και συντελείται η ενσάρκωση του ανθρώπου. Με αυτόν τον τρόπο, η εξέγερση παρουσιάζεται ως η σπουδαιότερη και ειδικά ως ανθρώπινη ιδιότητα. Όμως, τι εννοεί ο Μπακούνιν με τη λέξη «εξέγερση» και εναντίον ποιου έχει στραφεί αυτή η εξέγερση;

Αντίθετα με τα διαδιδόμενα στερεότυπα, ο Μπακούνιν, αυτός ο φλογερός εξεγειρόμενος, εννοεί με την εξέγερση κάθε άλλο παρά την ολική άρνηση και την καταστροφή χωρίς όρια. Στα έργα του υποδεικνύει επίμονα τα όρια της εξέγερσης και τη σχετικότητά της. Είναι πεπεισμένος ότι η απόλυτη εξέγερση, η εξέγερση εναντίον της Φύσης ως ολότητας του κόσμου ή εναντίον της «δεύτερης φύσης», δηλαδή της Κοινωνίας, είναι αδύνατη και στερείται κάθε νοήματος. Έξω από την φύση και την κοινωνία, για τον Μπακούνιν, δεν υπάρχει τίποτα, τίποτα το υπερφυσικό και δεν δόθηκε λόγος στον άνθρωπο να βγει από τα πλαίσιά τους. Η Φύση και η Κοινωνία στο σύνολό τους είναι το έδαφος στο οποίο μεγαλώνουμε, το πάτωμα στο οποίο είμαστε καταδικασμένοι να παίξουμε το παιχνίδι μας. Όμως, εναντίον της δεδομένης φύσης και της δεδομένης κοινωνίας, ο άνθρωπος μπορεί και πρέπει να εξεγερθεί, αναμορφώνοντας τον κόσμο και τον ίδιο μέσα στον κόσμο, εγείροντας στον αγώνα ειδικά την ανθρώπινη πραγματικότητα.

Εξάλλου το να δεχτεί κανείς όλα τα δεδομένα του περιβάλλοντος, το να συμφιλιώνεται με όλα τα δαιμόνια και τις ατέλειες του σύμπαντος, σημαίνει για τον Μπακούνιν ότι προδίδει την ανθρώπινη μοίρα, ότι παραιτείται από την ελευθερία. Είναι αδύνατη τόσο η ολική άρνηση της Φύσης και της Κοινωνίας όσο και η απόλυτη αποδοχή της δεδομένης φύσης και της δεδομένης κοινωνίας. Κατανοώντας και τους κανόνες που διέπουν τη φύση, την κοινωνία αλλά και αυτούς τους ίδιους, ο άνθρωπος ταυτόχρονα και μερικώς απελευθερώνεται από την καταπίεση αυτών των κανόνων, επεκτείνει τη ζώνη της αυτονομίας του, υπερνικά τους δεσμούς που τον αλυσοδένουν με τον περιβάλλοντα κόσμο και με αυτόν τον ίδιο.

Επομένως, γίνεται κατανοητό ότι στο πλαίσιο της ανθρώπινης εξέγερσης τεράστια σημασία αποδίδεται στη νόηση και την επιστήμη, με τη βοήθεια των οποίων ο άνθρωπος αποσπάται από τον περιβάλλοντα κόσμο, σαν να «σφετερίζεται», σύμφωνα με την έκφραση του Μπακούνιν, τους κανόνες που διέπουν αυτόν τον κόσμο. Στη διαδικασία αυτής της εξέγερσης, γράφει ο Μπακούνιν, ο άνθρωπος «επιτυγχάνει σταδιακά την αποτίναξη του ζυγού της εξωτερικής φύσης, του ζυγού των δικών του φυσικών ατελειών και… του ζυγού ενός κοινωνικού οργανισμού που έχει καθιερωθεί αυταρχικά».

Εξεταζόμενη από αυτήν την οπτική γωνία, στην ανάπτυξη τόσο του κάθε ξεχωριστού ατόμου, όσο και γενικά, της ανθρωπότητας στο σύνολό της, ενυπάρχει η εξέγερση∙ η εξέγερση που στηρίζεται στην αρχική συνθήκη του περιβάλλοντος και που, ταυτόχρονα, την απαρνείται. Σε μια τέτοια πραγματεία της εξέγερσης όχι ως απόλυτης και μοναδικής πράξης, αλλά ως διαδικασίας, που συνδυάζει στο εσωτερικό της στιγμές άρνησης και δημιουργίας, εκδηλώθηκε με σαφήνεια η αριστοτεχνική διαλεκτική του Μπακούνιν, η οποία βρήκε την έκφρασή της στο διάσημο σύνθημά του: «Στο πνεύμα εκείνου που απαρνείται ενυπάρχει το πνεύμα εκείνου που δημιουργεί, το πάθος για καταστροφή συνυπάρχει με το πάθος για δημιουργία».

Περνώντας από μια γενικά φιλοσοφική εξέταση της εξέγερσης στην συγκεκριμένη μορφή της, ο Μπακούνιν στέκεται σε εκείνα τα είδη εξέγερσης, όπως η εξέγερση του ανθρώπου εναντίον της εξωτερικής φύσης (με τη στενή σημασία της λέξης), εναντίον της εσωτερικής φύσης του και ακριβέστερα, εναντίον του «ζωικού» της στοιχείου, το οποίο εκτοπίζεται από την ελευθερία που καλλιεργείται και ταυτίζεται από εκείνον με την ανθρωπότητα, εναντίον του Θεού ως του ιερού θεμελίου οποιασδήποτε ιδανικής ή πραγματικής τυραννίας, εναντίον οποιασδήποτε εξωτερικής αυθεντίας, που επιβάλλεται στο άτομο έξωθεν και ενσαρκώνεται κυρίως από το Κράτος. Η σχέση του Μπακούνιν με την εξέγερση του ατόμου εναντίον της κοινωνίας δεν είναι μονοσήμαντη. Στις περιπτώσεις, όπου η κοινωνία επηρεάζει το άτομο ωφέλιμα, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της σκέψης και της ελευθερίας, η εξέγερση, φυσικά, δεν χρειάζεται.

Σε εκείνες τις περιπτώσεις, όπου η κοινωνία συνθλίβει και υποδουλώνει το άτομο, που το διαφθείρει, η εξέγερση του ανθρώπου εναντίον της κοινωνίας, στην οποία ζει, καθίσταται απαραίτητη, ως η προϋπόθεση της πνευματικής αυτοσυντήρησής του. Ο Μπακούνιν τονίζει ότι το Κράτος, που πάντοτε εξασκεί επιρροή στον άνθρωπο με τρόπο βάναυσο, εξωτερικό και βίαιο, φαίνεται να προβοκάρει το ίδιο την εξέγερση εναντίον του, και αυτή η εξέγερση είναι πολλές φορές ευκολότερη από την εξέγερση του ανθρώπου εναντίον της κοινωνίας, μιας κοινωνίας που προηγείται του ανθρώπου, τον περιβάλλει και διαμορφώνει, διακριτικά και φυσικά, ένα άτομο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσή της. Σε αυτήν την περίπτωση, λέει ο Μπακούνιν, «ο άνθρωπος πρέπει, τουλάχιστον εν μέρει, να εξεγερθεί εναντίον του εαυτού του, καθώς με όλες τις υλικές, διανοητικές και ηθικές έξεις και επιδιώξεις του, ο ίδιος δεν είναι παρά ένα προϊόν της κοινωνίας».

Συνολικά, συζητώντας για τη σύλληψη της έννοιας της «εξέγερσης» στον Μπακούνιν, πρέπει να σημειωθεί ο πολυδιάστατος και αμφίσημος χαρακτήρας της στη διδασκαλία του μεγάλου ρώσου αναρχικού. Ο Μπακούνιν πραγματεύεται αυτήν την κατηγορία σε διαφορετικά σημεία της δουλειάς του, υπό ελαφρώς διακριτές οπτικές γωνίες, με διαφορετικό βαθμό γενίκευσης. Από τη μια πλευρά ο Μιχαήλ Αλεξάντροβιτς διερευνά την «εξέγερση» με ακραία ευρύτητα, σαν συνώνυμο της ελευθερίας και της ανθρωπότητας, σαν αναπόσπαστο γνώρισμα και στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης, σαν διαδικασία εξέλιξης του ανθρώπου, ο οποίος ταυτόχρονα και αναδύεται από το έδαφος της Φύσης και της Κοινωνίας, και έχει συνδεθεί με αυτό το έδαφος και το αρνείται, το μεταμορφώνει.

Πρέπει να προστεθεί ότι σε αυτές τις σκέψεις άφησε το στίγμα της η ιδέα της γραμμικής προόδου της φύσης και της κοινωνίας που αποτελεί έναν κοινό τόπο για την πλειοψηφία των στοχαστών του 19ου αιώνα. Από την άλλη πλευρά, ερμηνεύει την κατηγορία της «εξέγερσης» πιο στενά, μόνο σαν μια ιδιωτική στιγμή ελευθερίας, σαν ένα από τα συστατικά της, το οποίο ακόμη και σε ό,τι είναι άκρως αρνητικό, δεν εξαντλεί όλο το περιεχόμενό της. Τέλος, συχνά στα έργα του Μπακούνιν γίνεται λόγος για συγκεκριμένες μορφές εξέγερσης εναντίον συγκεκριμένων μορφών και φαινομένων της φύσης και της κοινωνίας, εναντίον της θεϊκής, κρατικής ή κοινωνικής αυθεντίας, εναντίον της εξωτερικής, μη ανθρώπινης φύσης και της εσωτερικής ζωικής φύσης του ανθρώπου. Όπως ήδη σημείωσα, ο Μπακούνιν δεν συστηματοποίησε τις σκέψεις του για την εξέγερση και η ανασκόπηση τους, όπως παρουσιάστηκε εδώ, φαίνεται ελαφρώς απλοποιημένη, αλλά, συνολικά επαρκής για την ανασυγκρότησή τους.

Αυτές οι σκέψεις για την εξέγερση ήταν για τον Μπακούνιν θεμελιώδεις, διότι του επέτρεψαν να καθιερώσει σε έναν κόσμο που συνδέεται με σκληρή νομοτέλεια την ανθρώπινη αρχή, με τρόπο που να χρησιμεύει ως ένα ιδιότυπο ουμανιστικό αντίβαρο στο διακηρυττόμενο από αυτόν καθολικό ντετερμινισμό. Μολονότι αυτές οι σκέψεις δεν αναπτύχθηκαν από τον Μπακούνιν, μπορεί κανείς να υποστηρίξει χωρίς υπερβολή, ότι στη διδασκαλία του για την εξέγερση ο Μιχαήλ Αλεξάντροβιτς ξεπέρασε την εποχή του κατά σχεδόν έναν αιώνα και αποτέλεσε προκάτοχο της υπαρξιστικής φιλοσοφίας της εξέγερσης, του Αλμπέρ Καμύ.

Ο Καμύ προσπαθεί να βρει απάντηση στο σπουδαίο ερώτημα που τέθηκε, με κάθε οξύτητα, στον άνθρωπο της σύγχρονης εποχής: τι μου απομένει να κάνω και θα μπορούσα άραγε να ζήσω, εάν ο Θεός δεν υπάρχει, ο κόσμος δεν έχει νόημα και εγώ είμαι θνητός; Για τον Καμύ, το παράλογο, ως η αρχέγονη, προ και εκτός του ανθρώπου απουσία νοήματος του σύμπαντος, έχει το στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης και ως εκ τούτου επάξια απάντηση του ανθρώπου σε αυτό το παράλογο είναι τελικά η αδιάκοπη, ανέλπιδη και ηρωική εξέγερση. Το να γνωρίζει κάποιος για το θάνατό του, να μην προσπαθεί να ξεφύγει από αυτήν την πικρή γνώση και ωστόσο να ζει, να εισάγει στον παράλογο κόσμο το δικό του ανθρώπινο νόημα, αυτό ήδη σημαίνει να «εξεγείρεται».

Σε μια τέτοια εξέγερση δημιουργούνται όλες οι ανθρώπινες αξίες: το νόημα, η ελευθερία, το έργο, η αλληλεγγύη. Για τον Καμύ, το παράλογο αρχίζει να αποκτά νόημα, όταν δεν υπάρχει συμφωνία με αυτό. Η εξέγερση είναι εξαρχής καταδικασμένη στην ήττα, όπως ο θνητός και μεμονωμένος άνθρωπος και η ανθρωπότητα στο σύνολό της. Ιδίως στην εξέγερση, ο άνθρωπος, το μοναδικό ζώο που είναι ικανό για εξέγερση, για τη συνειδητοποίηση του θανάτου του, της ελευθερίας και της ευθύνης, αξιώνει και τη δική του προσωπική ατομικότητα και την πανανθρώπινη αλληλεγγύη, και το ανθρώπινο νόημα, που εκφράζεται από τον Καμύ στην λακωνική διατύπωση: «Εξεγείρομαι, άρα, υπάρχουμε». Με αυτόν τον τρόπο, η κατηγορία της «εξέγερσης» από μεταφορά ή από στενά πολιτική έννοια μεταμορφώνεται σε σημαντικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ύπαρξης.

Η εξέγερση, για τον Καμύ, έχει ένα δικό της τρόπο ισορρόπησης στην κόψη του ξυραφιού ανάμεσα σε δυο, φαινομενικά αντιτιθέμενες, όμως, στην ουσία συγκλίνουσες ακρότητες: την ακρότητα της ολικής αποδοχής, του κομφορμισμού και την ακρότητα της ολικής άρνησης, του μηδενισμού. Και η πρώτη και η δεύτερη οδηγούν στην καταστροφή του ανθρώπου και του ανθρώπινου κόσμου. Στην πρώτη περίπτωση ο άνθρωπος απαρνείται τον αγώνα, την ελευθερία, τον εαυτό του, δέχεται τον κόσμο συνολικά, όπως είναι, με όλες τις αισχρότητες και το παράλογό του. Στη δεύτερη, χωρίς να υπομένει τον αγώνα, λιποτακτεί, αναπόφευκτα οδεύει στον αμοραλισμό, τη δολοφονία, την αυτοκτονία.

Ο Αλμπέρ Καμύ εξετάζει αναλυτικά όλα τα αδιέξοδα και τους πειρασμούς αυτής της «ουκουμενικής εξέγερσης», σκιαγραφώντας πλούσια τους συλλογισμούς του με λογοτεχνικά, ιστορικά και φιλοσοφικά παραδείγματα. Συνειδητοποιώντας το παράλογο του κόσμου, ο άνθρωπος μπορεί να τρομάξει, να στραφεί αλλού, να διαφύγει στον αντικατοπτρισμό, ή αντίθετα να φύγει από τη ζωή, όπως ο Κυρίλλοφ στους Δαιμονισμένους του Ντοστογιέβσκι. Και οι δυο περιπτώσεις συνεπάγονται αυτοκτονία, διάσπαση της προσωπικότητας και της ανθρώπινης πραγματικότητας. Αντίθετα, το να ζει κανείς, χωρίς να τρέφεται από ψευδαισθήσεις, το να εισάγει στον κόσμο το νόημα, να μετασχηματίζει την οικουμένη, ολοκληρώνοντας τον άθλο του Σίσυφου, αυτό είναι δρόμος, επάξιος του ανθρώπου. Και σε αυτόν το δρόμο η προσωπικότητα διέρχεται από την αρχέγονη μοναξιά και απώλεια κάθε προσανατολισμού στην ουμανιστική αλληλεγγύη ελεύθερων ανθρώπων, που αρνούνται και την αυτοκτονία και τη δολοφονία άλλων ανθρώπων.

Πράγματι, η προσωπικότητα είναι αδιανόητη εκτός της ανθρωπότητας και όλοι οι άνθρωποι είναι ενωμένοι κάτω από ένα κοινό φορτίο, το φορτίο της γνώσης και της ελευθερίας. Ο άνθρωπος που εξεγείρεται δεν χρειάζεται ούτε δούλους, ούτε κυρίους. Χρειάζονται σε εκείνον τέτοιοι ελεύθεροι άνθρωποι. Τέτοιοι άνθρωποι δεν επιδιώκουν να χαθούν στον αντικειμενικό κόσμο, δεν ψάχνουν παρηγοριά στο είδωλο της Προόδου, της Επιστήμης ή στους ιστορικούς μύθους. Είναι ελεύθεροι και υπεύθυνοι, φέρουν με ειλικρίνεια το βαρύ φορτίο τους στη ζωή, χωρίς να προδίδουν την ανθρώπινη μοίρα. Αρνούμενοι το θεό και την αιωνιότητα, υποστηρίζουν την εποχή τους, το δικό τους πραγματικό, το μοναδικό, το ανήσυχο, το ανεπανάληπτο∙ σε τελική ανάλυση, τους εαυτούς τους.

Με το να εξεγείρεται, ο άνθρωπος δεν προσπαθεί να ξεφύγει από τον κόσμο, δεν αποδέχεται τη ολότητά του, αλλά τον μεταμορφώνει και με αυτόν τον τρόπο αυτό-ενσαρκώνεται. Εξετάζοντας του δρόμους και τις διασταυρώσεις της «οικουμενικής εξέγερσης», ο Καμύ δείχνει συγκεκριμένα ότι, στην πολιτική, η ολική άρνηση οδηγεί στην ίδια δουλεία και δικτατορία, όπως και στην ολική αποδοχή της υπάρχουσας τάξης: κάθε Προμηθέας μεταμορφώνεται σε Καίσαρα, κάθε υπεράνθρωπος αρχίζει να έχει ανάγκη από δούλους.

Φωτεινό και υποδειγματικό παράδειγμα εξέγερσης αποτελεί η τέχνη. Ο Καμύ γράφει: «Στην τέχνη δεν υπάρχει ούτε ολική άρνηση, ούτε ολική συμφωνία με αυτό που υπάρχει». Η τέχνη είναι και άρνηση και συμφωνία ταυτόχρονα. Όπως η ολική άρνηση στην τέχνη οδηγεί στον καθαρό φορμαλισμό, στην αποχώρηση και τη διαφυγή από τον κόσμο, έτσι και η ολική αποδοχή έχει ως συνέπεια τον καθαρό «φωτογραφικό ρεαλισμό». Τόσο το ένα όσο και το άλλο είναι απολύτως άγονα, ενώ ο πραγματικός δημιουργός όχι μόνο δέχεται τον κόσμο, χρησιμοποιώντας τα υλικά για τη δημιουργία του, αλλά και τον τροποποιεί, θέτοντας στην στατική ύλη του σύμπαντος το ανεπανάληπτο στίγμα του δικού του στυλ.

Έτσι, με πολυάριθμα παραδείγματα ο Καμύ δείχνει αυτές τις Σκύλες και τις Χάρυβδες της εξέγερσης, χαράζοντας τον προσανατολισμό της τραγικής, όμως ελεύθερης και σκεπτόμενης προσωπικότητας, της αλληλέγγυας με άλλες τέτοιες προσωπικότητες, του Ανθρώπου που Εξεγείρεται. Η φιλοσοφία της εξέγερσης του Καμύ είναι εξαιρετικό επίτευγμα ουμανιστικής σκέψης της σύγχρονης εποχής. Αυτή αναδύθηκε στη φλόγα της αντιφασιστικής Αντίστασης και είχε θεμελιωθεί στην κατανόηση της καταστροφικής εμπειρίας του 20ου αιώνα, που έθεσε υπό αμφισβήτηση την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου. Όμως, πολύ πριν τον Καμύ, στα μέσα του 19ου αιώνα πολλές βαθιές ενοράσεις και διαισθήσεις, που προανήγγειλαν την φιλοσοφία του για την εξέγερση, είχαν διατυπωθεί από τον Ρώσο αναρχικό Μ.Α. Μπακούνιν.

Αυτή η φιλοσοφία της Εξέγερσης, ειλικρινής και ανθρώπινη, βοηθάει τον άνθρωπο που ζει στον σκληρό, συγχυσμένο και παράλογο κόσμο μας, να βρει ένα στέρεο στήριγμα. Όμως, αυτό το στήριγμα, μια άβολη και ταπεινωτική πατερίτσα για τον κακόμοιρο ανάπηρο, είναι το όπλο της αντίστασης, με το οποίο επενδύονται τα χέρια του στρατιώτη που μάχεται στα χαρακώματα της σύγχρονης εποχής.

Πηγή: Eagainst