Αρχείο κατηγορίας Αντιπληροφόρηση

ΜΜΕ, η πολιτική ως θέαμα, και οι προκλήσεις για την αντιπληροφόρηση – κινηματική ενημέρωση

Ο καπιταλισμός, τουλάχιστον στη νεωτερική και σύγχρονη φάση του, είναι οργανωμένος ως θέαμα. Παράγει και εγκαθιστά έναν ορισμένο τρόπο επικοινωνίας και διάδοσης της πληροφορίας, ο οποίος γίνεται αναγκαίο οργανικό στοιχείο της λειτουργίας του και της αναπαραγωγής του. Τα σύγχρονα αστικά πολιτικά συστήματα, για παράδειγμα, δεν θα μπορούσαν να σταθούν ούτε λεπτό χωρίς τον πολύπλευρα υποστηρικτικό ρόλο των ΜΜΕ. Κι αυτό όχι μόνο λόγω της προπαγάνδας-διαστρέβλωσης-απόκρυψης, αλλά και του ακόμη βαθύτερου (και πιο κρυμμένου) ρόλου τους στη νομιμοποίηση και αναπαραγωγή ενός ολόκληρου συστήματος αξιών και τρόπων ζωής, δίχως τα οποία δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει ο καπιταλισμός.

Συνηθίζουμε τελευταία, λόγω των εξελίξεων, να αναδεικνύουμε το ρόλο των ΜΜΕ στη νομιμοποίηση και διάδοση αντιδραστικών, ρατσιστικών και φασιστικών ιδεών, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και χωρίς την προσφυγή σε τέτοιους λόγους, τα ΜΜΕ νομιμοποιούν και διαδίδουν μαζικά τις βασικές αξίες και ορίζουσες της αστικής κοινωνίας, καθιστώντας τες αυτονόητες και άρα εκτός αναστοχασμού, όπως τον ανταγωνισμό ως φυσική κατάσταση του ανθρώπου, την ιερότητα της ιδιοκτησίας, την ανισότητα ως αναγκαία συνθήκη της λεγόμενης αξιοκρατίας, το ιδιωτικό κέρδος ως φυσικό και αναγκαίο αποτέλεσμα της οικονομικής δραστηριότητας, και πολλά άλλα.

Από την εποχή δε της ανάδυσης της μαζικής πολιτικής, τα ΜΜΕ έχουν λάβει μια καίρια καταστατική θέση εντός της έννοιας της “δημοκρατίας”, αφού σύμφωνα τουλάχιστον με τη φιλελεύθερη θέση η δημοκρατία για να λειτουργήσει απαιτεί την ελεύθερη και όσο πιο πλήρη ενημέρωση του πολίτη, και ταυτόχρονα τον υποτιθέμενο ανεξάρτητο έλεγχό της από τα ΜΜΕ. Το ίδιο το κοινοβουλευτικό παιχνίδι δεν θα μπορούσε να έχει τις διαστάσεις που έχει παρά μόνο ως θέαμα που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια και τα αυτιά εκατομμυρίων ανθρώπων, ικανό να συγκινήσει και να συνεπάρει μαζικά στην “εθνική πολιτική ζωή”, με τους “ηρωϊσμούς” και τις “μεγάλες ιδέες” της αλλά και με τις ίντριγκες και τα παρασκήνιά της.

Όπως αναφέρει σε ένα βιβλίο του ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν, είναι σαν να έχει αντιστραφεί το “πανοπτικόν” του Μπένθαμ, δηλ. η παρακολούθηση των πολλών από τους λίγους (όπως σε μια φυλακή), και να έχουμε περάσει σε μια κατάσταση όπου οι λίγοι (οι “διάσημοι”, οι “διακεκριμένοι”) παρακολουθούνται από τους πολλούς, διαρκώς εκτεθειμένοι στο άγρυπνο μάτι της δημοσιότητας. Ιδιαίτερα δε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, φαίνεται να γίνεται πράξη το “ουδέν κρυπτόν υπό του ήλιου”, αφού τα πάντα μπορούν να γίνουν αμέσως γνωστά σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο, οπουδήποτε κι αν συνέβησαν και όσο κρυφά κι αν οργανώθηκαν.

Έτσι, δίπλα στην παραδοσιακή διάσταση των ΜΜΕ ως “στυλοβάτη της δημοκρατίας” έχουμε πλέον και τη διάσταση της εγκαθίδρυσης ενός καθεστώτος “παγκόσμιας διαφάνειας”, που δίνει υποτίθεται για πρώτη φορά την ευκαιρία ενός μαζικού δημοκρατικού ελέγχου όχι μόνο της “εθνικής ζωής” αλλά και των παγκόσμιων υποθέσεων.

Όσους κλονισμούς κι αν έχει δεχθεί αυτή η αφήγηση, λόγω των αυξανόμενων αποκαλύψεων για τον συγκεντρωτικό οικονομικό και πολιτικό έλεγχο των ΜΜΕ, παραμένει ωστόσο κυρίαρχη, ενώ τα ίδια τα ΜΜΕ παρά τη φθορά τους εξακολουθούν να ελέγχουν την καρδιά και το νου της τεράστιας πλειοψηφίας. Αυτό συμβαίνει γιατί έχει μεταλλαχθεί η ίδια η φύση των ιδιωτών καταναλωτών σε “θεαματικούς καταναλωτές”, δηλ. σε ανθρώπους συνηθισμένους να αποκτούν πρόσβαση στην καταναλωτική ζωή, και άρα και στην πολιτική ως καταναλωτικό θέαμα, με τη μεσολάβηση των ΜΜΕ.

Γιατί “θέαμα” δεν σημαίνει μόνο έλεγχο, καθοδήγηση και εμπορευματική αξιοποίηση της επικοινωνίας και της πληροφορίας, αλλά και έναν ορισμένο τρόπο τυποποίησης της πληροφορίας και της ενημέρωσης, και κυρίως ενοποίησής τους με τον πολιτισμό, την οικονομία και την πολιτική. Ακόμη και η πιο “αθώα” είδηση, αλλά ακόμη και η πιο “αθώα” διαφήμιση, εμπεριέχει και τα τρία αυτά στοιχεία: πολιτισμικές αξίες, οικονομικά συμφέροντα, πολιτικές στάσεις. Αυτό που διαφέρει κάθε φορά είναι η αναλογία τους. Το “θέαμα”, λοιπόν, δεν είναι ένα συγκεκριμένο προϊόν αλλά ο κώδικας μέσω του οποίου κωδικοποιούνται περιεχόμενα με τρόπο που να ξεφεύγουν από το στοχασμό και την κριτική. Γι’ αυτό άλλωστε ο κώδικας αυτός δίνει προνομιακή αξία και θέση στην εικόνα, που μπορεί να επιβάλλεται βίαια, καταιγιστικά και με λιγότερες αντιστάσεις…

Όλα αυτά, πέρα από το επίπεδο της αναγκαίας αποκάλυψης και καταγγελίας, θέτουν σοβαρά ερωτήματα για τον τύπο της πληροφόρησης-ενημέρωσης που αντιστοιχεί στα μέσα και τους σκοπούς του ανταγωνιστικού προς τον καπιταλισμό κινήματος.

Υπάρχουν δύο τουλάχιστον κεντρικές προσεγγίσεις (με πολλά παρακλάδια και συνδυασμούς μεταξύ τους): 1) να αναγκάσουμε τα κυρίαρχα ΜΜΕ να ασχοληθούν με “μας”, να πιέσουμε με διάφορους τρόπους για να φτάσει η φωνή μας εκεί, 2) να οργανώσουμε τα ανεξάρτητα μέσα επικοινωνίας και ενημέρωσης του κινήματος.

Η πρώτη προσέγγιση οδηγεί απευθείας στο φετιχισμό του κυρίαρχου θεάματος. Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα, πόσες φορές έχουν γίνει πράγματα (συμβολικές εντελώς συγκρούσεις, θεαματικές ενέργειες, κ.λπ) μόνο και μόνο για να παιχτούν στην τηλεόραση. Ας σκεφτούμε όμως και ότι ακόμη κι αν φτάσει η φωνή του κινήματος στα ΜΜΕ, ακόμη κι αν δεν γίνει το σύνηθες και κραυγαλέο που είναι τα κοψίματα, η διαστρέβλωση κ.λπ., ο αντιπολιτευτικός λόγος δεν διακόπτει τη ροή και το νόημα του θεάματος αλλά λειτουργεί νομιμοποιητικά για το κυρίαρχο θέαμα δίνοντάς του δημοκρατικές περγαμηνές (η μόνιμη επωδός των ΜΜΕ είναι “εμείς δίνουμε μικρόφωνο σε όλες τις απόψεις”). Ή ακόμη, πώς προσαρμόζεται ο αντιπολιτευτικός λόγος προκειμένου να γίνει σχετικά σεβαστός στα ΜΜΕ…

Δε λείπουν τα “φωτογενή” ή “επικοινωνιακά” πρόσωπα. Είναι η ίδια η φύση αυτού του τύπου της επικοινωνίας-ενημέρωσης που είναι εχθρική προς έναν ουσιαστικό αντικαπιταλιστικό και αντιεξουσιαστικό λόγο και παρουσία, γιατί υποβαστάζεται από νοητικές και αισθητικές προϋποθέσεις που εξοβελίζουν κάθε κριτική, ώστε αυτός ο λόγος όταν φιλοξενηθεί εκεί είτε παρουσιάζεται ως “γραφικότητα”, είτε γελοιοποιείται, είτε αποτελεί μια ασήμαντη λεπτομέρεια μέσα στη συνολική ροή του θεάματος.

Η δεύτερη προσέγγιση, που είναι προφανώς σωστή, έρχεται αντιμέτωπη με ένα βαθύτερο ζήτημα από το οποίο έχουν ταλαιπωρηθεί και διαστρεβλωθεί πολλές προσπάθειες μέχρι τώρα. Είναι η υιοθέτηση του ίδιου κώδικα απλώς με διαφορετικά περιεχόμενα, η οποία ενέχει τον κίνδυνο της “θεαματικοποίησης” του κινήματος, δηλαδή της απορρόφησής του εντός του συστημικού θεάματος τελικά. Ο ίδιος φετιχισμός του θεάματος που πριν απευθυνόταν στα κυρίαρχα ΜΜΕ, τώρα απευθύνεται στα δικά μας μέσα ενημέρωσης (π.χ., κάνουμε κάτι μόνο και μόνο για να μπει στο Indymedia…). Αναπαράγεται ο ίδιος διαχωρισμός μιας κεντρικής πηγής πληροφόρησης και καταναλωτών πληροφόρησης, απλώς εναλλακτικής τώρα. Ο ίδιος καταμερισμός “ειδικών”, “διανοουμένων”, “δημοσιογράφων” και “αδαών”. Το ίδιο κυνήγι της θεαματικότητας-ακροαματικότητας.

Τα κινηματικά ανταγωνιστικά μέσα επικοινωνίας-πληροφόρησης δεν πρέπει να είναι ένας αντιπολιτευτικός κρίκος της αλυσίδας του θεάματος, αλλά η εκρίζωση του θεάματος από το χώρο της επικοινωνίας-πληροφόρησης. Η άρση όλων των παραπάνω διαχωρισμών και καταμερισμών, η διαμόρφωση μιας διαφορετικού τύπου δημόσιας σφαίρας ισότιμων δρώντων υποκειμένων, δημιουργών και συνομιλητών, με στόχο τον εμπλουτισμό της θεωρίας και πράξης του κινήματος και την άμεση δράση, και όχι τη διαμόρφωση μιας νέας ιεραρχίας γεγονότων, λόγων, προσώπων ή ομάδων.

Τα δικά μας μέσα δε “δίνουν μικρόφωνο”, γιατί θέλουμε να καταργηθεί το “μικρόφωνο” ως μέσο που κατέχουν κάποιοι διαχωρισμένα από το ίδιο το κίνημα και την πράξη του, γιατί θέλουμε το “μικρόφωνο” να διαχυθεί παντού όπου καθημερινά παράγεται λόγος και πράξη αντικαπιταλιστική-αντιεξουσιαστική, και η έκφρασή τους να είναι όσο το δυνατόν πιο άμεση και αδιαμεσολάβητη.

Τα δικά μας μέσα δε θέλουμε να αντικαταστήσουν απλώς τα κυρίαρχα, αλλά να συμβάλουν στη δημιουργία μιας κουλτούρας που δεν θα έχει ανάγκη τη διαμεσολάβηση του θεάματος, ούτε τη θεαματική επιβεβαίωση, αλλά θα έχει στο κέντρο της την ελεύθερη ανταλλαγή και το μοίρασμα των εμπειριών, των σκέψεων και των αγωνιών αγωνιζόμενων υποκειμένων.

Στον επικοινωνιακό-πληροφορικό καπιταλισμό της εποχής μας, άλλωστε, ακόμη και η εναλλακτική πληροφόρηση ενσωματώνεται στην αξία των εμπορευματοποιημένων ψηφιακών κοινωνικών δικτύων. Στο περίφημο ερώτημα της “αξίας του Facebook”, η απάντηση (όπως έχει δείξει ο Μισέλ Μπάουενς) είναι ότι το περιεχόμενο πληροφορίας που εμείς παράγουμε δίνει την εμπορευματική αξία στο δίκτυο. Και μάλιστα, όσο περισσότερο παράγουμε και διακινούμε τέτοιο περιεχόμενο, τόσο μεγαλύτερη αξία παράγεται. Σήμερα, λοιπόν, το Facebook και το Twitter είναι γεμάτο ανεξάρτητους παραγωγούς εναλλακτικής πληροφόρησης, πολιτισμικού περιεχομένου και ιδεών, και αυτή η άμισθη συνεισφορά τους μετατρέπεται σε οικονομικό κέρδος για τους κατόχους των δικτύων αυτών (για να μην αναφερθούμε στις τεράστιες βάσεις δεδομένων και αυτοφακελώματος που δημιουργούμε). Η απελευθέρωση αυτού του εκρηκτικού, εν δυνάμει επαναστατικού, δυναμικού ανεξάρτητης επικοινωνίας-πληροφόρησης-δημιουργίας από τα δεσμά των εταιριών και του κράτους, η εξάπλωση και σε άλλους τομείς της ζωής των σχέσεων ελεύθερου μοιράσματος που υποβαστάζει αυτά τα δίκτυα, πρέπει να είναι ο στόχος των ανταγωνιστικών κινηματικών μέσων, κάτι που αποτελεί αναγκαίο υλικό όρο για την ανεξαρτησία και την αυτονομία του κινήματος.

Τοποθέτηση στη συζήτηση “Συστημική προπαγάνδα VS κινηματική δημοσιογραφία” που έγινε στο πλαίσιο του φεστιβάλ του Ράδιο Ένταση, στις 25 Απριλίου, στη Νομική.

Πηγή: Eagainst

Πατρίδα μας η ελευθερία

Το τελευταίο χρονικό διάστημα η κρίση του καπιταλισμού και η προσπάθεια βίαιης αναδιάρθρωσής του οδηγεί στην εξαθλίωση όλο και μεγαλύτερων κοινωνικών τμημάτων. Το ευρωπαϊκό κεφάλαιο, ως ένας βασικός πυλώνας της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, αναδιοργανώνεται, προσπαθώντας να καταργήσει κάθε εργασιακό δικαίωμα, πληρώνοντας εξευτελιστικούς μισθούς, ιδιωτικοποιώντας κοινωνικά αγαθά (νερό, ρεύμα, υγεία, εκπαίδευση) και μετατρέποντάς τα σε είδη πολυτελείας, λεηλατώντας τη φύση για να  αυξήσει τα κέρδη του. Το κράτος και τα αφεντικά προσπαθούν να εγκαθιδρύσουν τον σύγχρονο ολοκληρωτισμό. Η καταστολή απέναντι σε οτιδήποτε ριζοσπαστικό οξύνεται, με την εθνικιστική και ρατσιστική προπαγάνδα και την ξενοφοβία, με την άνοδο των φασιστικών και νεοναζιστικών μορφωμάτων, με τη δημιουργία φυλακών υψίστης ασφαλείας και στρατοπέδων συγκέντρωσης για όσους το σύστημα θεωρεί είτε επικίνδυνους, είτε περισσευούμενους.

Στα Βαλκάνια, στην Ευρώπη και παγκόσμια οι εξεγέρσεις που ξεσπούν, δίνουν το μήνυμα πως ο κύκλος των αγώνων ενάντια στις βίαιες πολιτικές και οικονομικές επιλογές της εξουσίας δεν έχει κλείσει. Στην Βοσνία- Ερζεγοβίνη η υποτίμηση της εργατικής δύναμης, η ανεργία, η απουσία οποιασδήποτε προοπτικής για το μέλλον, η καταπίεση, η αδιαλλαξία της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας οδήγησαν τον Φλεβάρη στο ξέσπασμα της συσσωρευμένης κοινωνικής οργής. Έχουν περάσει πάνω από δύο δεκαετίες από την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ενός από τα πιο πολυεθνικά κράτη. Στην μεταπολεμική Βοσνία- Ερζεγοβίνη, η διευθέτηση που επιβλήθηκε έφερε βίαιες αλλαγές στη ζωή των ανθρώπων. Η αναγνώρισή της ως ανεξάρτητο κράτος το 1992 πυροδότησε εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των κατοίκων: Σέρβων, Βόσνιων και Κροατών. Οι εμφύλιες συρράξεις συνεχίστηκαν ως το 1995, όπου με την συνθήκη του Dayton επιβλήθηκε και επίσημα η εθνοτική και θρησκευτική διαίρεση του πληθυσμού της Βοσνίας. Η λεγόμενη ειρήνευση βασίστηκε στην εδραίωση των διαχωρισμών και την διάχυση του εθνικιστικού λόγου. Έτσι, με διαιρεμένο το κοινωνικό σώμα, η πολιτική εξουσία και οι ανερχόμενες στην περιοχή οικονομικές ελίτ κατάφεραν να προωθήσουν τα συμφέροντα τους και να κρατήσουν τις οικονομικές και πολιτικές τους καρέκλες.

Η ιδιωτικοποίηση και στην συνέχεια η χρεωκοπία των εργοστασίων στις βιομηχανικές περιοχές της Βοσνίας, καταδίκασε την πλειοψηφία του τοπικού πληθυσμού στην φτώχια και την εξαθλίωση. Ο πλούτος συγκεντρώθηκε μέσα από τις ιδιωτικοποιήσεις στα χέρια πολυεθνικών εταιριών και μιας νέας άρχουσας τάξης, ενώ για τους εργάτες και τις εργάτριες αυτό μεταφράστηκε σε απολύσεις, κακοπληρωμένη ή ακόμα και απλήρωτη εργασία. Το 53% των νέων είναι άνεργοι/ες ακολουθώντας τα ποσοστά ανεργίας της
Ελλάδας και της Ισπανίας.

Η Tuzla, ένα από τα μεγαλύτερα βιομηχανικά κέντρα της πρώην Γιουγκοσλαβίας, είναι το σημείο από όπου ξεκίνησαν όλα. Η πόλη αυτή κατάφερε να κρατήσει το έδαφος της αφιλόξενο για τον εθνικισμό, και να διατηρήσει μια παράδοση οργάνωσης της εργατικής τάξης σε εργατικά σωματεία. Το κύμα των ιδιωτικοποιήσεων είχε άμεσο αντίκτυπο στην ζωή των κατοίκων της πόλης. Οι εργάτες και οι εργάτριες στα εργοστάσια της Tuzla για χρόνια προσπαθούσαν ειρηνικά, μέσα από απεργίες, διαμαρτυρίες έξω από κυβερνητικά κτίρια και απεργίες πείνας να διεκδικήσουν τη βελτίωση των μισθών και των συνθηκών εργασίας τους. Οι μακροχρόνιες αλλά μικρής έντασης κινητοποιήσεις τους συναντούσαν ως τον Φλεβάρη την αδιαλλαξία της εξουσίας.

Η πορεία ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις που κάλεσαν για τις 05/02 προπαγανδίστηκε από το διαδίκτυο και αγκαλιάστηκε από ένα ετερόκλητο πλήθος κόσμου: πλήθος που θέλησε να μετατρέψει την πολύχρονη σιωπή σε ριζοσπαστική πράξη, σε εξέγερση.

Οι χιλιάδες διαδηλωτών/τριών, με μικρή προηγούμενη οργάνωση ήκινηματική εμπειρία, πέρασαν από την βίαιη αντιπαράθεση με τις δυνάμεις καταστολής και τους εμπρησμούς κυβερνητικών κτιρίων και κομματικών γραφείων – κέντρων λήψεων αποφάσεων σε τουλάχιστον 20 πόλεις, στην μεγάλη συμμετοχή στις ανοιχτές συνελεύσεις πόλης (plenums), στην περιθωριοποίηση των πολιτικών κομμάτων, στην οριζόντια λήψη αποφάσεων. Τα κυβερνητικά κτίρια που οι εξεγερμένοι και οι εξεγερμένες οικειοποιήθηκαν δεν ήταν αρκετά μεγάλα για να φιλοξενήσουν τις συνελεύσεις. Και ένα σημείο πολύ σημαντικό: Οι εξεγερμένοι/ες της Βοσνίας κατάφεραν γρήγορα να υπερβούν την εθνική διαίρεση που από το 1995 είχε επιβληθεί, να αμφισβητήσουν και να εναντιωθούν στον εθνικιστικό λόγο, προτάσσοντας απέναντι του τα κοινωνικά/ταξικά αιτήματα, πραγματώνοντας την αλληλεγγύη μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών ομάδων, απομακρυσμένων πόλεων, διαφορετικών εθνικοτήτων.

Η εξέγερση που ξέσπασε ταυτόχρονα, σε διαφορετικές πόλεις κατάφερε να τρέψει πολιτικούς σε φυγή από την χώρα, ή να τους αναγκάσει σε «οικειοθελείς» μειώσεις των παχυλών μισθών τους και σε διαπραγματεύσεις για το πάγωμα των ιδιωτικοποιήσεων. Η έντασή της έδωσε σαφές μήνυμα στην θεσμική αριστερά και στα καθεστωτικά συνδικάτα πως η κοινωνική οργή έχει ξεφύγει από τον έλεγχο τους. Οι υποχωρήσεις της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας δεν έφεραν μεγάλες αλλαγές στην ζωή των κατοίκων της Βοσνίας. Αυτό που αλλάζει το κοινωνικό τοπίο είναι η αλλαγή του κλίματος ηττοπάθειας, η μεταφορά του φόβου στοστρατόπεδο της κυριαρχίας, η αναζήτηση κοινών σημείων αναφοράς για τους από κάτω, η ριζοσπαστικοποίηση των τρόπων οργάνωσης και αγώνα ενός ετερόκλητου πλήθους ανθρώπων.

Ενώ ο ξεσηκωμός στη Βοσνία είχε σαφή αντι-εθνικιστικά χαρακτηριστικά η χρονικά κοντινή εξέγερση στην Ουκρανία πήρε εντελώς διαφορετική τροπή. Στις συγκρούσεις στις κεντρικές πλατείες και τους δρόμους, οι φασίστες κατάφεραν να εδραιώσουν την παρουσία τους και να δημιουργήσουν αφιλόξενο έδαφος για οτιδήποτε ριζοσπαστικό. Οι εκφραστές των ιδεολογημάτων της καθαρής φυλής, του έθνους, του αντι- κομμουνισμού, με την στήριξη της Ε.Ε και των ΗΠΑ και την ισχύ των όπλων επέβαλλαν την δική τους ατζέντα στην εξέγερση και ισχυροποίησαν την θέση τους στην εξουσία.

Τα δύο ακροδεξιά κόμματα ( Σβομπόντα και ο νεοναζιστικός Δεξιός τομέας ) έπιασαν κομβικές κυβερνητικές καρέκλες, προβάλλοντας έτσι και θεσμικά τις πολιτικές τους επιδιώξεις, κηρύσσοντας τον πόλεμο στις εθνοτικές μειονότητες, στην αριστερά, στους αναρχικούς. Η στρατιωτική κατάληψη της Κριμαίας από την Ρωσία ενδυνάμωσε το κίνημα του Maidan. Ο κόσμος συσπειρώθηκε προκειμένου να «υπερασπιστεί» την Ουκρανία, διευρύνοντας το πεδίο στο οποίο οι ακροδεξιοί και οι νεοναζιστές διαχέουν την προπαγάνδα τους και στρατολογούν κόσμο.

Ως άλλος πόλος δημιουργήθηκε το αντι- Maidan, κίνημα το οποίο συγκροτούν παραστρατιωτικοί και μπάτσοι, λούμπεν προλετάριοι και στηρίζεται οικονομικά από τις τοπικές επιχειρήσεις και υπηρεσίες ασφάλειας. Δεν είναι ξεκάθαρο ποιος βρίσκεται στο επίκεντρο της δράσης αυτού του κινήματος, ούτε αυτό έχει ξεκάθαρα ρωσικά εθνικιστικά χαρακτηριστικά. Τα κίνητρα δράσης είναι κυρίως οικονομικά, καθώς οι ένστολοι θέλουν προαγωγές και αυξήσεις, οι επιχειρήσεις τους οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία (με χαμηλές τιμές στις πρώτες ύλες και το αέριο), οι προλετάριοι να βρουν μια δουλειά στην Ρωσία. Όλοι αυτοί συσπειρώνονται γύρω από έναν ασαφή λαϊκιστικό και φιλο-ρωσικό λόγο.

Όσον αφορά στα γεγονότα της Οδησσού την 2η Μάη στην Οδησσό, ο κόσμος που συντάχθηκε είτε με τις ομάδες αυτοάμυνας του Maidan είτε με τις παραστρατιωτικές ομάδες και την τοπική αστυνομία, καθοδηγήθηκε και οπλίστηκε από αυτές και προχώρησε σε μάχη μέχρις εσχάτων, με απολογισμό 40 ανθρώπους νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες. Το πλήθος των ανθρώπων που βγαίνει στους δρόμους ουσιαστικά σέρνεται πίσω από τις αποφάσεις και τις επιλογές είτε της ακραίας αντίδρασης είτε του ρωσικού επεκτατισμού πολεμώντας για τα συμφέροντα των οικονομικών ολιγαρχιών. Οι εξελίξεις δείχνουν πως οι προλετάριοι/ες δεν έχουν τίποτε να κερδίσουν από τέτοιου είδους αναμετρήσεις, αντίθετα αυτές εκμηδενίζουν οποιαδήποτε προοπτική για την αντίσταση και την οργάνωση των από κάτω.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, θα αποτελέσει ήττα για την εργατική τάξη, αν αυτή δεν οργανωθεί στην βάση των κοινών συμφερόντων της και αν δεν στραφεί ενάντια σε οποιουδήποτε είδους οπλισμένους σωτήρες είτε αυτοί είναι τα τάγματα εφόδου και οι πολιτικοί ηγέτες των νεοναζιστικών και ακροδεξιών κομμάτων, είτε η ευρωπαϊκή ένωση, είτε ο στρατός της Ρωσίας ή οι φιλο-Ρώσοι στρατιωτικοί και μπάτσοι.

Στην Ισπανία, το αρχικό σοκ της κρίσης διαδέχτηκε η προσπάθεια των ανθρώπων να μην επιτρέψουν την εξαθλίωση της ζωής τους. Μέσα από τις κινητοποιήσεις τον Μάρτη του 2011 διαμορφώθηκε το κίνημα των indignados. Ενόψει των εκλογών για τις περιφερειακές κυβερνήσεις της Ισπανίας στις 22 Μάη, οι συγκεντρώσεις και οι
διαδηλώσεις στην Μαδρίτη και σε άλλες πόλεις έγιναν πιο μαζικές και επίμονες. Τα πουλημένα συνδικάτα αναγκάστηκαν να κηρύξουν πολυήμερη απεργία. Η απεργία αξιοποιήθηκε με μεγάλες πορείες σε διάφορες πόλεις, οι οποίες όμως δέχτηκαν την άγρια καταστολή της αστυνομίας με τη χρήση δακρυγόνων και πλαστικών σφαιρών.

Το κίνημα των αγανακτισμένων στην Ισπανία, σε αντιστοιχία με το κίνημα των πλατειών στην Ελλάδα, βρέθηκε αντιμέτωπο με τις προβληματικές της ειρηνικής διαπραγμάτευσης.

Τρία χρόνια αργότερα στην Ισπανία όπου οποιαδήποτε κοινωνική συνάθροιση χρειάζεται κρατική άδεια, ένα ετερόκλητο πλήθος ανθρώπων διαδηλώνει και καταλαμβάνει δημόσιους χώρους κόντρα στην απαγόρευση της αστυνομίας. Οι λόγοι που βγάζουν τους ανθρώπους στον δρόμο είναι πολλοί: τα μέτρα λιτότητας, η ποινικοποίηση των εκτρώσεων, οι αλλαγές στην εκπαίδευση, η διαφθορά των πολιτικών, η άνοδος του φασισμού, η καταστολή. Ο κόσμος που συμμετέχει στους κοινωνικούς αγώνες έρχεται αντιμέτωπος με την τρομοκράτηση από τους μπάτσους, και την απαξίωση και την συκοφάντηση από τα ΜΜΕ. Απαντά με την επίμονη παρουσία του στο δρόμο, με τη χρήση μέσων αυτοπροστασίας και αυτοάμυνας, με οδοφράγματα και συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής.

Ο κόσμος που συγκεντρώνεται στους δρόμους και τις κεντρικές πλατείες διεκδικεί τη βελτίωση της ζωής του ενάντια σε ένα σύστημα που τον εξαθλιώνει κάθε μέρα όλο και περισσότερο και την δημιουργία μιας κοινωνίας η οποία δεν θα βασίζεται στο ατομικό συμφέρον, το κέρδος και τον ανταγωνισμό. Οι κινητοποιήσεις στους δρόμους της Ισπανίας δημιουργούν το έδαφος για την ριζοσπαστικοποίηση των αιτημάτων των συγκεντρωμένων και ενισχύουν τους δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ τους.

Η Ισπανία αποτελεί μια ακόμη ψηφίδα στο μωσαϊκό των ξεσηκωμών σε Ευρώπη, Βαλκάνια και ανά τον κόσμο: από την Σλοβενία στην Τουρκία και από την Βουλγαρία και την Ρουμανία στην Βοσνία και την Ισπανία και στις πιο μακρινές μας Αργεντινή, Βραζιλία, Χιλή. Το παράδειγμα της Ουκρανίας υπογραμμίζει τον κίνδυνο οι απαντήσεις των κατώτερων στρωμάτων στις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη υποβάθμιση της ζωής τους. Είτε όταν ποδηγετούνται από νεοναζιστικά
μορφώματα (Maidan), είτε όταν, ελλείψει ταξικής συνείδησης, σύρονται στην έμμεση ή άμεση υποστήριξη εθνικιστικών/καπιταλιστικών συμφερόντων (αντι- Maidan).

Στην Ευρώπη, τα Βαλκάνια και ανά τον κόσμο, οι απαντήσεις που αξίζουν να ακουστούν, οι κραυγές που μπορούν να προκαλέσουν ρωγμές, οι κινήσεις που προκαλούν τριγμούς στις καρέκλες των εξουσιαστών, είναι αυτές που οργανώνονται στην βάση της κοινωνίας και εκφράζονται από αυτήν χωρίς τη μεσολάβηση νέων κομμάτων, «ανθρωπιστών» πολιτικών, αυτόκλητων ή καλεσμένων σωτήρων. Αυτές δηλαδή που εκφράζουν την ανάγκη διαχείρισης κάθε πτυχής της ζωής από την κοινωνία για την κοινωνία .

Καθ’οδόν για τις ακρατικές αταξικές κοινωνίες που θέλουμε να οικοδομήσουμε, ζητούμενο είναι η τάξη μας να εκφράσει τον δικό της λόγο για την εργασία, τις υποδομές που καλύπτουν τις βασικές μας ανάγκες, τον χώρο που ζούμε και τις κοινωνικές σχέσεις που θέλουμε να δημιουργήσουμε. Και προκειμένου να κάνουμε αυτόν τον λόγο πράξη, να τον εδαφικοποιήσουμε μέσα από την δημιουργία οριζόντιων δομών αντίστασης και αγώνας στις σχολές στους χώρους εργασίας, στις γειτονιές μας. Αλλά και να τον υπερασπιστούμε οργανώνοντας την άμυνα μας, την κοινωνική αντιβία απέναντι στην κρατική καταστολή, την βία των ναζιστών και των ακροδεξιών, την αντιδραστική προπαγάνδα. Αυτή η οργάνωση είναι που μπορεί να καθορίσει την έκβαση των τωρινών και των μελλοντικών συγκρούσεων με τον κόσμο της εξουσίας. Τον κόσμο που εμείς θα γκρεμίσουμε για να χτίσουμε στα συντρίμμια μια νέα κοινωνία, στην βάση της ελευθερίας, της ισότητας, της αλληλεγγύης.

Πανό σε plenum στο Mostar: «Η ελευθερία είναι το έθνος μου»

Αναδημοσίευση από: kathodon

Villa Amalias : Η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας – 13/06, 09:00 δικαστήρια Ευελπίδων

Ποιος είναι αυτός που θα μας κρίνει αν και γιατί διαταράσσαμε τη σιωπή;
Ποιος είναι αυτός που χτυπάει και απαιτεί σκασμό και υπακοή;
Ποιος είναι αυτός που νομίζει ότι μπορεί να νικήσει το κρυστάλλινο βλέμμα της ανυποταξίας,
το βλέμμα της σιγουριάς ότι ο αγώνας για να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας ειναι δίκαιος και πάντα επίκαιρος;
Και τότε και τώρα και αύριο και πάντα.

Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα και η απεμπλοκή της χώρας από το οικονομικό αδιέξοδο, είναι ένα ακόμη βήμα για την υλοποίηση του κρατικού στρατηγικού σχεδιασμού που οδηγεί σε ένα σύγχρονο ολοκληρωτικό σύστημα διαχείρισής της. Με παντιέρα την ιδέα της εθνικής ενότητας και σωτηρίας, κράτος και αφεντικά σε αγαστή συνεργασία προχωρούν στην υποτίμηση -με κάθε τρόπο- της ζωής μας, για την υπερτίμηση του ευρώ και της ευρωπαϊκής ένωσης. Καταπάτηση εργασιακών δικαιωμάτων, χιλιάδες απολύσεις, επιστρατεύσεις εργαζομένων, εκατομμύρια άνεργοι, άστεγοι, άποροι, οικογένειες που υποσιτίζονται, ένα σύστημα υγείας να βρίσκεται με μηχανική υποστήριξη, χιλιάδες χρεωμένες οικογένειες, χιλιάδες αυτοκτονίες, λεηλασία της γης και των πόρων της, ιδιωτικοποίηση κοινωνικών αγαθών, πολυάριθμοι φορολογικοί δασμοί, πογκρόμ και διώξεις μεταναστών.

Ο ξεσηκωμός του κόσμου και η εναντίωσή του σε όλα τα προαναφερόμενα ήρθαν μέσα από πολυπληθείς διαδηλώσεις, απεργιακές κινητοποιήσεις, καταλήψεις, άρνηση πληρωμών, οργάνωση των αγώνων του. Παλεύει και αντεπιτίθεται με τα μέσα αγώνα που διαθέτει απέναντι σε ένα κρατικό και μεγαλοκεφαλαιουχικό μηχανισμό που χρόνια τώρα του έχει κηρύξει ένα ανελέητο πόλεμο, ηθικής και υλικής υπόστασης. Παλεύει για όλα εκείνα που θεωρεί αυτονόητα, αλλά που από ό, τι αποδεικνύεται τίποτα δεν είναι αυτονόητο σε έναν κόσμο που το χρήμα και η εξουσία κατέχουν, έστω και αν είναι οξύμωρο, την πρώτη θέση στην κλίμακα αξιών.

Το κράτος απέναντι στις αντιδράσεις του κόσμου, οι οποίες διαταράσσουν την κοινωνική ομαλότητα και θέτουν σε επισφάλεια το πλαίσιο κοινωνικής αποδοχής που χρειάζεται για να συνεχίσει το βδελυγμιαίο και «σωτήριο» έργο του, προχωρά στη χρήση μέσων, όπως επιβολή φόβου, καταστολή και ιδέες ανάκαμψης και ανάπτυξης, που αποδίδουν -κατά αυτό- τα μέγιστα για τους σκοπούς του, με κύρια  όργανα υλοποίησης των προαναφερόμενων την αστυνομία, το δικαστικό σύστημα και τα μμε. Οποιοσδήποτε αντιστέκεται, και ιδιαίτερα σε μεγαλύτερη κλίμακα αυτοοργανωμένα και αντιιεραρχικά, δέχεται την καταστολή, τη δίωξη, την ποινικοποίηση, τη διαπόμπευση, την αλλοίωση των χαρακτηριστικών και των προταγμάτων του αγώνα του.

Η Villa Amalias αποτελεί ένα από τα πιο ηχηρά παραδείγματα του προαναφερόμενου συνδυασμού μέσων χειραγώγησης του κοινού και η εκκένωσή της στις 20/12/2012 δεν ήταν μια τυχαία, χρονικά και τακτικά, επιλογή. Ανεξαρτήτως υπουργού και δημάρχου ή οποιουδήποτε άλλου πιονιού της πολιτικής σκακιέρας, που επιλέχτηκαν για αυτή τη δουλειά, ο σχεδιασμός καταστολής, σπίλωσης και διασποράς του φόβου με το χτύπημα αυτό στη Villa, διαφαίνεται να αριθμεί χρόνια πριν. Με την επιλογή μας να αντισταθούμε και να αντιπαρατεθούμε σε ανοιχτό δημόσιο πεδίο με κράτος, παρακράτος και λοιπούς νταβατζήδες, απέναντι στην επέλασή τους με τον πιο ύπουλο και απάνθρωπο τρόπο και στα σχέδια τους για εκμετάλλευση της περιοχής και των ανθρώπων που ζουν σε αυτήν, μπήκαμε ακόμη περισσότερο στο μάτι τους και στο μυαλό τους για το πως θα απαλλαγούν από την παραφωνία στο εργάκι τους. Αναπτυξιακά σχέδια ανάπλασης και οικονομικής ανάπτυξης του κέντρου (μεταφρ. σε δισεκκατομύρια ευρώ), οικονομική υποβάθμιση και ξεπούλημα της περιοχής, εσκεμμένη συγκεντροποίηση μεγάλου αριθμού μεταναστών και άλλων «περιθωριοποιημένων» ομάδων ανθρώπων στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου της Αθήνας, κρατική επιλογή εμφάνισης των φασιστών -ανεξαρτήτου κομματικής απόχρωσης- και ανάδειξής τους σε σωτήρες και μετέπειτα βουλευτές, είναι μερικά από τα κεφάλαια του έργου.

Κράτος και φασίστες στοχοποίησαν τη Villa, μέσα σε ένα ευρύτερο πεδίο στοχοποίησης των αυτοοργανωμένων, αναρχικών και αντιεξουσιαστικών εγχειρημάτων και δομών, και με τις συνεχόμενες κρατικές και παρακρατικές δολοφονικές επιθέσεις εναντίον των καταληψιών και τη συνεχή σπίλωση και υπονόμευση της κατάληψης, μέσα από τα μμε και τους λοιπούς παρατρεχάμενους «αγανακτισμένους κατοίκους», προετοίμασαν το έδαφος κοινωνικής αποδοχής αυτής της εκκένωσης και ευχαρίστησαν τα συντηρητικά, φοβισμένα, εχθρικά προς αυτή και με μνήμη χρυσόψαρου τμήματα της κοινωνίας.

Η πολιτική διαχείριση του γεγονότος για κράτος, κόμματα και δήμο αποδεικνύονται, και συνεχίζουν να είναι, αντίστοιχα των εξουσιαστικών λογικών τους. Το κράτος χρησιμοποίησε τα σκυλιά του, αστυνομία και μμε, για να ενισχύσει και να περιφρουρήσει τη δράση του. Μέσα σε ένα όργιο δημοσιότητας η κατάληψη χαρακτηρίστηκε εστία ανομίας, εργαστήριο παρασκευής μολότοφ, οι συλληφθέντες καταληψίες πρεζόνια. Τα ματ περιφρουρούν νυχθημερόν και για μήνες το κτήριο, ενώ μετά την ανακατάληψή του από 92 συντρόφους-ισσες και τη σύλληψή τους,  ενισχύθηκαν οι φόβοι τους ότι θα ξαναπαρθεί η Villa, και πέραν της φύλαξης έχτισαν τα πάντα στο κτήριο. Ενάμιση χρόνο σχεδόν από την εκκένωση το κράτος συνεχίζει να οργιάζει και να θριαμβολογεί για την πάταξη της ανομίας και να χρησιμοποιεί ακόμη τη Villa -μέσα και έξω από τη βουλή- όταν θέλει να δείξει έργο και να αντιπαρατεθεί στην αριστερά, ο δήμαρχος  αθηναίων, που στην αρχή δήλωνε άσχετος και άμοιρος ευθυνών, ικανοποιημένος πλέον από την κίνηση νομιμοποίησης του ακινήτου του καμαρώνει για αυτό που έγινε επί των ημερών του, ο φασιστικός άξονας των κομμάτων του συνταγματικού τόξου -και μη- χαμογελά και κλείνει το μάτι στην κυβέρνηση για το δωράκι και ο σύριζα συνεχίζει στο παιχνίδι χρησιμοποιώντας τη villa, όποτε τον βολεύει, ως ένα ακόμη πεδίο αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση. Και όλα αυτά γιατί; Για το μέγιστο πολιτικό όφελος, για όλους τους παραπάνω, που πάντα συγκλίνει σε ένα σημείο: στην εξουσία, είτε διατήρησής της είτε ανάληψής της.

Η κίνηση εκκένωσης και κοινωνικής νομιμοποίησης της ολοκληρώνεται με την ανακοίνωση του δήμου αθηναιών ότι η Villa θα γίνει σχολείο (για 150 μαθητές), την απόφαση χρηματοδότησης γι αυτό από το ΕΣΠΑ με περίπου 3 εκατ. €, και την εκκίνηση εργασιών, όλως τυχαίως, κατά την προεκλογική περίοδο. Η πολιτική και υλική αμοιβή για τον «άσχετο» δήμαρχο αθηναίων και για την παροχή υπηρεσιών του (εκκένωση βίλας, μαζικές συλλήψεις μεταναστών, πάταξη μικροπωλητών, περιθωριοποίηση ανθρώπων, άστεγοι, άποροι, εκατοντάδες σπίτια χωρίς ρεύμα κλπ), ξεκίνησε τον απρίλη του 2012 με την έγκριση χορήγησης κονδυλίου 120 εκατ. € για την ανάπλαση και ανάπτυξη του δήμου. Επιδεικνύοντας προεκλογικά ένα ακόμη ανύπαρκτο έργο εκβιάζει για ψήφους μιας και -κατά τα λεγόμενά του- το μέλλον του δήμου εξαρτάται από αυτόν και τα λεφτά που προσωπικά πήρε! Χωρίς αυτόν και την κυβέρνηση που τον στηρίζει ο δήμος αθηναίων δε θα πάρει φράγκο, οι δημότες του ας τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Σε μια περιοχή που έχει αφεθεί σκοπίμως να διαφεντεύεται από μπάτσους, νταβατζήδες και μισάνθρωπους φασίστες, ο δημοτικός άρχοντας εξαργυρώνει τα αργύρια της δόξας του πάνω στο αίμα ανθρώπων, πάνω στη σύνθλιψη της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Καμαρώστε τον λοιπόν που τον επανεκλέξατε!

Εν κατακλείδι…

Ως Villa Amalias δεν έχουμε να πούμε κάτι παραπάνω πέρα από αυτά που λέμε και στηρίζουμε όλα αυτά τα χρόνια, με ή χωρίς κτήριο. Θα συνεχίσουμε να είμαστε κομμάτι του αναρχικού-αντιεξουσιαστικού χώρου, άνθρωποι που επιλέξαμε το δρόμο της συλλογικής αντίστασης και του αδιαμεσολάβητου αγώνα, της αυτοοργάνωσης των αναγκών και των επιθυμιών μας, που προτάσσουμε το δικό μας πολιτισμό μακριά από life style πρότυπα εναλλακτισμού και υπερκατανάλωσης. Θα συνεχίσουμε να στεκόμαστε αλληλέγγυοι και να είμαστε ίσοι με όλους τους τελευταίους της ταξικής πυραμίδας, μακριά από ψευδόπλαστους διαχωρισμούς φυλής, φύλου, έθνους. Θα συνεχίσουμε να πορευόμαστε και να ορθώνουμε αναχώματα ενάντια σε κάθε ρατσιστική και φασιστική λογική και πρακτική, όποιο προσωπείο φορά αυτή για να μας ξεγελάσει, θα συνεχίσουμε να στεκόμαστε ενάντια σε αυτούς που θέλουν να απομυζήσουν κάθε μέρα και πιο πολύ την ύπαρξή μας και να μας ωθήσουν στον κανιβαλισμό…
Όλα αυτά αποτελούν την πραγματική αιτία για την οποία στις 13/06/2014 καλούμαστε να δικαστούμε και όχι οι γελοίες κατηγορίες που μας αποδίδονται. Η πραγματική αιτία είναι ο φόβος της εξουσίας απέναντι σε αυτό που υπάρχει και που τείνει να γιγαντωθεί. Και είναι διαφορετικό από εκείνη.

Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ

Συγκέντρωση αλληλεγγύης στους/στις συλληφθέντες-είσες καταληψίες από την εκκένωση της Villa Amalias

Δικαστήρια Ευελπίδων (κτ.9) – 13/6/2014 – 09.00

Αναδημοσίευση από: villa-amalias.blogspot.gr

Διεθνές κάλεσμα για πολιτική και οικονομική στήριξη στην υπόθεση του διωκόμενου αναρχικού Θοδωρή Σίψα

Η 5η Μάη του 2010 έχει μείνει στην ιστορία των κοινωνικών-ταξικών αγώνων ως μία από τις μαζικότερες και μαχητικότερες διαδηλώσεις, κατά την οποία μισό εκατομμύριο διαδηλωτές συγκρούονταν για ώρες μπροστά από το κοινοβούλιο ενάντια στην υπογραφή του πρώτου μνημονίου. Η μέρα αυτή στιγματίστηκε από τον εμπρησμό του υποκαταστήματος της τράπεζας Μarfin και το θάνατο από αναθυμιάσεις 3 εργαζομένων μέσα σε αυτήν. Αυτό το τραγικό γεγονός αποτέλεσε το πεδίο όπου η κυρίαρχη προπαγάνδα έστησε ένα χυδαίο ιδεολογικό πόλεμο επιχειρώντας να εγκληματοποιήσει την κοινωνική αντιβία και να στοχοποιήσει όλους τους αντιστεκόμενους και τις αντιστεκόμενες και ιδιαίτερα τον α/α χώρο.

Στις 29/4/2011, επετειακά της 5ης Μάη με βάση ένα ανώνυμο σημείωμα προς την ασφάλεια* απαγάγονται από αστυνομικές δυνάμεις 4 άτομα, εκ των οποίων 3 αναρχικοί, μεταφέρονται στη ΓΑΔΑ χωρίς να γνωρίζουν το λόγο και ενώ για ώρες δε μπορούν να επικοινωνήσουν με κανέναν, έχει αρχίσει μια μεγάλης έκτασης λασπολογία από σύσσωμα τα ΜΜΕ με εξαγγελίες σύλληψης των «δραστών της Μarfin». Ακολουθούν έρευνες στα σπίτια τους, διαδικασίες αναγνώρισης, παραθέσεις φωτογραφιών χωρίς βέβαια να προκύψει κανένα επιβαρυντικό στοιχείο σε βάρος τους. ‘Ετσι, μετά την κατάθεσή τους αφήνονται ελεύθεροι και τα «στοιχεία» μαζί με τις καταθέσεις στέλνονται στον εισαγγελέα, ο οποίος όμως καθώς δε μπορεί να τεκμηριώσει καμία κατηγορία, επιστρέφει το φάκελο πίσω στην αστυνομία και η όλη υπόθεση φαίνεται να οδεύει προς το αρχείο.

Στις 8/5/2013 και χωρίς να έχει προκύψει κανένα στοιχείο, ο ανακριτής αποφασίζει να αποδώσει κατηγορίες για 3 ανθρωποκτονίες και 23 απόπειρες ανθρωποκτονίας στο σύντροφο Θοδωρή Σίψα για την υπόθεση της τράπεζας Marfin. Για τους άλλους δύο συντρόφους δεν προχωράει καμία διωκτική διαδικασία, ενώ το τέταρτο άτομο κατηγορείται για την απόπειρα εμπρησμού ενός βιβλιοπωλείου που βρίσκεται απέναντι από την τράπεζα. Στην απολογία του, το Φεβρουάριο του 2013, ο σύντροφος καταθέτει αυτό που δηλώνει από την αρχή: «Από τη δικογραφία αποδεικνύεται περίτρανα, μέσα από καταθέσεις μαρτύρων, φωτογραφικό υλικό και βίντεο από κάμερες, ότι δεν έχω ουδεμία σχέση με καμία επίθεση σε κανένα χρονικό σημείο εκείνης της μέρας στο κέντρο της Αθήνας». Αφού περάσει από τον ανακριτή, αφήνεται ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, κάτι που είναι εξαιρετικά σπάνιο για κάποιον που αντιμετωπίζει τέτοιου είδους κατηγορίες (χαρακτηριστικός όρος η απαγόρευση συμμετοχής του σε μελλοντικές διαδηλώσεις).

Αρχικά η δίκη ορίστηκε για το Δεκέμβρη του ’13 αλλά αναβλήθηκε λόγω αδυναμίας της πολιτικής αγωγής. Η δίκη ορίστηκε εκ νέου το Μάιο του ’14 αλλά αναβλήθηκε λόγω εκλογών και ορίστηκε για το Δεκέμβρη του ’14. Εδώ να σημειώσουμε ότι τον Ιούλιο του ’13 καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης τρία στελέχη της τράπεζας Marfin για κατηγορίες που αφορούσαν κυρίως την έλλειψη μέτρων πυροπροστασίας στο κτήριο της τράπεζας, καθώς και την μη έγκαιρη εκκένωσή της.

Η περίφημη υπόθεση Marfin στοχεύει στην ποινικοποίηση όλων αυτών των πρακτικών κοινωνικής αντιβίας που έχουν εκφραστεί μέσα από δυναμικές κινητοποιήσεις ενάντια στην υποτίμηση της ζωής, επικεντρώνοντας στον α/α χώρο. Απευθύνεται όμως σε κάθε εν δυνάμει εξεγερμένο κοινωνικό κομμάτι, προβάλλοντας την αντιμετώπιση που του επιφυλάσσει το κράτος «έκτακτης ανάγκης» σε περίπτωση που επιλέξει το δρόμο της αντίστασης. Εμείς από την πλευρά μας ως αναρχικοί/αντιεξουσιαστές δεν θα καταδικάσουμε τη βία από όπου κι αν προέρχεται. Γιατί δεν αποδεχόμαστε κανένα συμψηφισμό ανάμεσα στην κοινωνική, ταξική αντιβία με τη βία της αστυνομίας, τη βία των αφεντικών στους χώρους εργασίας, τη βία των φασιστών ενάντια στους μετανάστες και όσους δεν ταιριάζουν στο «άριο» όραμά τους. Δεν αποδεχόμαστε την εξίσωση της βίας των από πάνω με αυτή των καταπιεσμένων. Στην έκφραση της κοινωνικής αντιβίας στο δρόμο είναι αυτονόητα αρχή μας ότι αυτή στρέφεται ενάντια στο κράτος και τον καπιταλισμό. Η λογική της αδιάκριτης απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής είναι ξένη προς εμάς. Ποτέ δεν οικειοποιηθήκαμε τους όρους της «παράπλευρης απώλειας» ή της «κακιάς στιγμής» ως αναρχικοί. Αυτά είναι τα άλλοθι του κράτους και των αφεντικών προκειμένου να δικαιολογήσουν τις δολοφονίες των μηχανισμών καταστολής, των δολοφονιών στα εργασιακά κάτεργα και τις φασιστικές επιθέσεις. Αυτός είναι ο σάπιος κόσμος της εκμετάλλευσης και της βαρβαρότητας, που προσπαθούμε να καταστρέψουμε και πάνω στα συντρίμμια του να δημιουργήσουμε έναν κόσμο ισότητας, αλληλεγγύης και ελευθερίας.

Η σκευωρία που έχει στηθεί στην πλάτη του συντρόφου Θοδωρή Σίψα δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό κρατικής μεθόδευσης, είναι όμως το πιο εξωφρενικό κατηγορητήριο που έχει αποδοθεί σε αναρχικό που συμμετείχε σε διαδήλωση με στόχο να απονοηματοδοτήσει τη συγκρουσιακότητα και να στιγματίσει ως αντικοινωνικό έναν πολιτικό χώρο που τα τελευταία χρόνια έχει αποκτήσει σοβαρά κοινωνικά ερείσματα μέσα από την συνεχή παρουσία του στους κοινωνικούς-ταξικούς αγώνες. Η υπόθεση του συντρόφου Θοδωρή Σίψα είναι υπόθεση όλων μας. Η δίωξη στο πρόσωπό του είναι μια δίωξη εναντίον όλων μας, εναντίον όλων όσων αγωνίζονται ενάντια στον ολοκληρωτισμό και τη βαρβαρότητα, ενάντια στην υποτίμηση της ζωής και της αξιοπρέπειας. Ο κόσμος του αγώνα, από τον α/α χώρο ως τα σωματεία βάσης και τις συνελεύσεις γειτονιάς δε θα αφήσει κανέναν και καμία μόνο-η στις κατασταλτικές μεθοδεύσεις.

Η δίκη (που αναβλήθηκε λόγω εκλογών για το Δεκέμβρη) αναμένεται να είναι μια αρκετά χρονοβόρα και επίπονη διαδικασία και τα δικαστικά έξοδα αρκετά υψηλά. Η συνέλευση αλληλεγγύης στο Θοδωρή Σίψα βρίσκεται σε συνεχή επαφή και αλληλοενημέρωση με τους δικηγόρους του για το δικονομικό και οικονομικό σκέλος. Μέχρι στιγμής έχουν δαπανηθεί περίπου 12.000 ευρώ και το ποσό που υπολείπεται είναι 8.000 για δικαστικά έξοδα και τεχνική υποστήριξη, με τα δεδομένα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή. Η φύση και η διάρκεια της δίκης, όμως, είναι τέτοια που δεν αποκλείεται τα έξοδα αυτά να αυξηθούν. Η γενικότερη οικονομική ένδεια και επιπλέον η επιβολή τεράστιων ποσών ως εγγυήσεις και δικαστικά έξοδα, που τα τελευταία χρόνια έχουν αποκτήσει το χαρακτήρα ενός παράλληλου οικονομικού πολέμου εναντίον του κινήματος, δεν έχουν επιτρέψει να συγκεντρωθεί το αναγκαίο ποσό.

Αντιλαμβανόμενοι την τεράστια πολιτική σημασία της συγκεκριμένης δίκης τόσο για τον αναρχικό χώρο όσο και για ολόκληρο τον κόσμο του αγώνα, καλούμε κάθε οργάνωση, συλλογικότητα, συνέλευση ή κοινωνικό κέντρο, κάθε ομάδα και άτομο που αναγνωρίζει τον εαυτό του/της ως εν δυνάμει ή εν ενεργεία ευρισκόμενο στο στόχαστρο αυτής της επίθεσης να συμβάλλει στην πολιτική και οικονομική στήριξη της υπόθεσης.

Συνέλευση αλληλεγγύης στον Θ. Σίψα

* Το τελευταίο διάστημα αποτελεί πάγια τακτική της αστυνομίας να προχωράει σε διώξεις αγωνιστών με μοναδικά αποδεικτικά στοιχεία ανώνυμα σημειώματα και τηλεφωνήματα που φτάνουν στην ασφάλεια. Αυτή η τακτική έχει αρχίσει πλέον να αμφισβητείται τόσο από καθεστωτικά ΜΜΕ όσο και από δικαστικούς κύκλους.

Αυτοοργανωμένο ντοκιμαντέρ από την εργατική συλλογικότητα ΔΙΑΚΟΠΤΕΣ: Η τυχαία δίωξη ενός αναρχικού

[youtube]http://www.youtube.com/watch?v=REKCd1asKe4[/youtube]

Πηγή: Resistra