Το φετινό Νοέμβρη, συμπληρώνονται 4 δεκαετίες από την ιστορική εξέγερση του Πολυτεχνείου, ένα γεγονός το οποίο αποτέλεσε την κορύφωση του αντιδικτατορικού αγώνα. Η σημερινή συγκυρία της «επετείου» της εξέγερσης βρίσκει τους εκμεταλλευόμενους να δέχονται μια ολομέτωπη επίθεση από το κεφάλαιο και το αστικό κράτος.
Η γενικότερη κατάσταση πριν την εξέγερση είναι λίγο πολύ γνωστή στο μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας. Η απίστευτη κρατική καταστολή κατά τη διάρκεια της επταετίας, περιελάμβανε απαγόρευση της κυκλοφορίας κατά τις βραδινές ώρες, ποινικοποίηση συνδικαλιστικής δράσης, συλλήψεις για το παραμικρό και κράτηση στην ασφάλεια, πράγμα το οποίο εμπεριείχε άγριους βασανισμούς. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό της βιαιότητας του καθεστώτος πως χιλιάδες άνθρωποι στάλθηκαν σε εξορίες στα ξερονήσια, απλά και μόνο λόγω των πολιτικών τους φρονημάτων ως «προληπτικώς εκτοπισμένοι». Ακόμα οι δολοφονίες από άτομα που στελέχωναν τον κρατικό μηχανισμό ήταν συχνές, ενώ οι έννοιες «ατομικές ελευθερίες» και «προσωπική ζωή» ήταν ουσιαστικά κενά γράμματα λόγω της κατασκοπείας, του φακελώματος και του χαφιεδισμού.
Θεωρούμε λοιπόν πως ήταν φυσικό επακόλουθο από τους καταπιεζόμενους να αντισταθούν και να εξεγερθούν ενάντια σε αυτό το ολοκληρωτικό καθεστώς και να προτάξουν τις επιθυμίες τους για μια καλύτερη και δικαιότερη ζωή. Η εξέγερση του Νοέμβρη δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αντίθετα πριν από αυτήν είχαν εκδηλωθεί διάφορες αντιδικτατορικές δράσεις, είτε με την απόπειρα δολοφονίας του Παπαδόπουλου από τον Παναγούλη, είτε από μια σειρά φοιτητικών κινητοποιήσεων όπως η κατάληψη της Νομικής και πορείες.
Οι κρίσιμες μέρες του Πολυτεχνείου δεν ήταν μια ειρηνική γιορτή ή μια αναίμακτη διαμαρτυρία, όπως θέλει να παρουσιάσει η αστική προπαγάνδα, η οποία σκοπεύει στην αποπολιτικοποίηση του αγώνα και την παρουσίαση του ως γεγονός ξένου προς την ταξική πάλη στον ελλαδικό χώρο. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου είχε αιτήματα παρότι αυτά ήταν διασκορπισμένα και δεν είχαν συνδεθεί μεταξύ τους και αυτό φαίνεται από το εύρος τους. Ειδικότερα μια μερίδα ήθελε επιστροφή στην αστική δημοκρατία, ενώ υπήρχαν και συνθήματα για γενικευμένη ανατροπή του συστήματος και οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας. Επίσης να τονίσουμε πως η εξέγερση ήταν βουτηγμένη στο αίμα και αυτό το φανερώνουν όχι μόνο οι δολοφονημένοι τη νύχτα που μπήκε το τανκ, αλλά και οι χιλιάδες που βασανίστηκαν στα κολαστήρια της χούντας είτε τραυματίστηκαν σε συγκρούσεις τις μέρες εκείνες έξω από το Πολυτεχνείο.
Η συμβολή των ημερών του Πολυτεχνείου στο γενικότερο αντιδικτατορικό αγώνα όπως αναφέραμε ήταν η μέγιστη, έπειτα από λίγες μέρες ο Παπαδόπουλος ανατρέπεται και λιγότερο από ένα χρόνο μετά «επιστρέφει» η αστική ομαλότητα. Όμως τελικά αυτή η νίκη ενάντια στη χούντα των συνταγματαρχών έφερε μια δικαιότερη ζωή? Τις τύχες της Ελλάδας ανέλαβε αμέσως μετά ο «εθνάρχης» Κ. Καραμανλής με το σύνθημα «Καραμανλής ή τανκς», ο οποίος για να κατευνάσει τις εξεγερτικές διαθέσεις των εκμεταλλευόμενων και να εξασφαλίσει τη διάσωση του καπιταλισμού έκανε σειρά μέτρων. Ένα από αυτά ήταν η δημιουργία των ΜΑΤ , έμπνευση του πρωθυπουργού της χούντας Μαρκεζίνη. Επιπλέον πολλά στελέχη της χούντας ή άτομα που ευνοήθηκαν από το καθεστώς συνέχισαν ακόμα να έχουν σημαντικό ρόλο στην αστική δημοκρατία (πχ Λαμπράκης του Βήματος).
Για μας το καθεστώς της 21ης Απριλίου δεν ήταν κάτι ενάντιο ή ξένο προς το οικονομικό αλλά και πολιτικό κατεστημένο της εποχής, το οποίο εξαφανίστηκε μετά το πολυτεχνείο. Το ερώτημα που μπορεί να θέσει κανείς είναι «για ποιο λόγο τότε ανέβηκε στην εξουσία; Δεν θα μπορούσαν να κάνουν αυτό το έργο οι πολιτικές δυνάμεις που κυριαρχούσαν πριν;» Για να απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα πρέπει να ανατρέξουμε στην εποχή εκείνη. Οι λαϊκές μάζες μετά από χρόνια αρχίζουν να εξεγείρονται, ενάντια στο καταπιεστικό μετεμφυλιακό καθεστώς των βασανιστηρίων, των δολοφονιών, της λογοκρισίας με αποτέλεσμα να υπάρξει έντονη ιδεολογική πόλωση. Μεγαλειώδεις πορείες και συγκεντρώσεις και απεργίες ανά την Ελλάδα που συχνά κατέληγαν σε συγκρούσεις με τα σώματα ασφαλείας. Η βίαιη καταστολή και τα όργια του παρακράτους αδυνατούν να θέσουν την κατάσταση υπό έλεγχο και να επαναφέρουν τη «νομιμότητα». Η αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό κοιτάνε αμήχανα την κατάσταση και αντιλαμβάνονται ότι προκειμένου να επιβάλλουν τα συμφέροντα των ντόπιων και των ξένων αφεντικών πρέπει να παρθούν μέτρα τα οποία ακόμα και η αστική δημοκρατία με τα δεδομένα της εποχής αδυνατεί να λάβει. Αυτόν ακριβώς το ρόλο έρχονται να παίξουν οι συνταγματάρχες. Έρχονται να δώσουν μία προσωρινή λύση στην πολιτική αστάθεια που δημιουργήθηκε μετά τα Ιουλιανά το 1965 για την αστική τάξη, σε βάρος των καταπιεζόμενων και των ελευθεριών του αλλά παράλληλα το πολιτικό της κατεστημένο (πχ Καραμανλής) όταν επιστρέφει παρουσιάζεται στα μάτια του κόσμου ως λυτρωτικό. Έτσι και σήμερα η αστική τάξη καταφεύγει σε ολοκληρωτικές μεθόδους (από επιστρατεύσεις απεργών, εισβολή κατασταλτικών δυνάμεων σε καταλήψεις, στην ΕΡΤ, στις Σκουριές, μέχρι το ξεπούλημα των κοινωνικών αγαθών και την υποτίμηση της εργασίας των εκμεταλλευόμενων ) προκειμένου να σταθεροποιήσει την κυριαρχία της και να διασφαλίσει τα κέρδη του κεφαλαίου.
Ως αναρχικοί θεωρούμε πως το δίπολο «δημοκρατία και δικτατορία» στα πλαίσια του αστικού κράτους και του καπιταλισμού στην ουσία είναι ψευδές, καθώς και οι δύο αποτελούν εκφάνσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Σε περιόδους εντατικοποίησης των ταξικών (και όχι μόνο) αγώνων ακόμα και αυτές, οι περιορισμένες αστικές ελευθερίες, που αποτελούν κεκτημένα αιματοκυλισμένων αγώνων και δε χαρίστηκαν από κανέναν, πνίγουν κράτος και κεφάλαιο. Αυτό γίνεται στις μέρες μας πλέον προφανές μιας και όπως προαναφέραμε τα φαινόμενα βίαιης καταστολής, τρομοκρατίας και φίμωσης από την πλευρά του κράτους είναι πλέον καθημερινά.
Από κείνες τις μέρες αποκομίζουμε την μαχητικότητα της κοινωνίας και τον αγώνα ενάντια στην κυρίαρχη τάξη και τους λακέδες της για μια καλύτερη ζωή και είναι μεγάλης σημασίας για μας να τονιστεί πως η μόνη ουσιαστική απάντηση που μπορεί να δοθεί από τους καταπιεζόμενους είναι οι αδιαμεσολάβητοι και οργανωμένοι από τη βάση ταξικοί αγώνες σε κάθε πεδίο δράσης για την υπεράσπιση των κεκτημένων μας σε πρώτο χρόνο και με τελικό στόχο την ολοκληρωτική ανατροπή του υπάρχοντος συστήματος και την οικοδόμηση μιας κοινωνίας απελευθερωμένη από την εκμετάλλευση.
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΔΙΠΟΛΟ «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ή ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ»
ΠΡΟΤΑΣΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ
senza classi
ελευθεριακή συλλογικότητα
Οι «χρυσαυγίτες» στο Πολυτεχνείο του ’73
Ο στενός συνεργάτης του Μιχαλολιάκου Γιάννης Περδικάρης στο βιβλίο του «Χρυσή Αυγή – Πολιτικός Οδοδείκτης», που το υπογράφει με το ψευδώνυμο Ιων Φιλίππου, αποκαλύπτει τη δολοφονική και παρακρατική δράση των νεοφασιστών.
Ειρωνεία της ιστορίας: Η πιο πρόσφατη συμβολή στην ιστοριογραφία περί Πολυτεχνείου φέρει την υπογραφή ενός φανατικού εθνικοσοσιαλιστή! Συνιδρυτής της Χρυσής Αυγής, στενός συνεργάτης του Μιχαλολιάκου και συγγραφέας των βασικών ιδεολογικών κειμένων της οργάνωσης, ο Γιάννης Περδικάρης ήταν φοιτητής στη Σχολή Μηχανολόγων του Μετσόβιου την περίοδο της εξέγερσης.
Στο βιβλίο του περί Χρυσής Αυγής που μόλις κυκλοφόρησε με το ψευδώνυμο Ιων Φιλίππου, ο Περδικάρης περιγράφει τον ιδιαίτερο ρόλο της ομάδας Μιχαλολιάκου, η οποία ανήκε τότε στο «Κόμμα Τετάρτης Αυγούστου», την οργάνωση του Κώστα Πλεύρη, τη μόνη οργάνωση που επέτρεπε τη λειτουργία της το δικτατορικό καθεστώς.
«Αντιφρονούντες»…
«Την πρώτη βραδιά της εξέγερσης», γράφει ο Περδικάρης, «μια μεγάλη ομάδα εκατό νεολαίων ξεκίνησε από τα γραφεία της Τετάρτης Αυγούστου με κατεύθυνση τους δρόμους πέριξ του Πολυτεχνείου. Εκεί συναντήσαμε και αρκετούς άλλους αντιφρονούντες [με τον όρο αυτό περιγράφει τους χουντικούς, αντιφρονούντες δηλαδή προς το φοιτητικό κίνημα] και “αντιφρονούντες”, δηλαδή παρακρατικούς και ασφαλίτες.
»Αργότερα, οι αντιφρονούντες πύκνωσαν σημαντικά, ώστε σε μια σύσκεψη του δρόμου στις 11.00 τη νύχτα, αποφασίστηκε η οργάνωση εισβολής στο Πολυτεχνείο. Η έλλειψη σχεδιασμού αλλά κυρίως στιβαρής ηγετικής ομάδας, αποσόβησε τελικά μια τέτοια εξέλιξη. Έτσι, επιδοθήκαμε μέχρι πρωίας στην παρεμπόδιση και αποτροπή της τροφοδοσίας των εγκλείστων από τις εξωτερικές ομάδες περιφρούρησης, περιφερόμενοι στους κήπους του Μουσείου, την Τοσίτσα και την Στουρνάρη. Πρέπει να σημειώσω ότι η ηγεσία της Τετάρτης Αυγούστου εκείνες τις ημέρες ήταν άφαντη (σ.σ.: καρφί για τον Πλεύρη)».
http://www.efsyn.gr/?p=149451