Στο αρχείο τέθηκε από τον Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου Πειραιά η υπόθεση του ναυαγίου στο Φαρμακονήσι, δικαιοσύνη ζητούν οι επιζήσαντες. Ενημέρωση από τη χτεσινή συνέντευξη τύπου που παραχώρησαν στο ΔΣΑ η Ομάδα Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών, το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και το Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών
Συνέντευξη τύπου παραχώρησαν χτες στο ΔΣΑ η Ομάδα Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών, το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και το Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών, με αφορμή την απόφαση του Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου Πειραιά να θέσει στο αρχείο την υπόθεση του ναυαγίου στο Φαρμακονήσι στις 20/1/2014 που είχε ως συνέπεια τον πνιγμό 11 ατόμων, γυναικών και παιδιών. Πρόκειται για μια απόφαση που απαλλάσσει των ευθυνών τους όλους τους εμπλεκόμενους λιμενικούς, καθώς και τους εντολείς τους.
Παρόντες στη συνέντευξη τύπου ήταν 4 από τους επιζήσαντες και οι Ελένη Σπαθανά από την Ομάδα Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών, Μαρία Παπαμηνά και Βίκυ Τσιπουρά από το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, Κλειώ Παπαπαντολέων από την Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και Γιάννα Κούρτοβικ από το Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών. Σύντομες παρεμβάσεις πραγματοποίησαν και εκπρόσωποι της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας.
«Δεν ενεργοποιήθηκε κανένας από τους υποχρεωτικούς μηχανισμούς έρευνας και διάσωσης, παρότι πρώτιστη ευθύνη είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής. Δεν εφαρμόστηκε κανόνας διάσωσης, αλλά αστυνόμευσης. Η μεταχείριση και η συμπεριφορά απέναντι στους πρόσφυγες από τις λιμενικές αρχές δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά», επισήμανε η Ελένη Σπαθανά.
Στη συνέχεια πήρε το λόγο η Μαρία Παπαμηνά, η οποία εστίασε λεπτομερώς στην απόφαση του Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου Πειραιά. Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, η ογκώδης δικογραφία κρίθηκε «νομικά αβάσιμη, γιατί δε γίνονται επαναπροωθήσεις στην Ελλάδα κι η εντολή που είχε το πλήρωμα του εμπλεκόμενου σκάφους από την προϊσταμένη αρχή, στην οποία απευθύνθηκαν, ήταν να τους φέρουν στην ξηρά με ασφάλεια». Αξιολογούνται ως «αναξιόπιστες» οι μαρτυρίες των διασωθέντων περί «ρυμούλκησης της βάρκας προς την Τουρκία» και «αξιόπιστες» οι αρχικές καταθέσεις τους στη Λέρο, «με διερμηνείς που δε μιλούσαν τη γλώσσα των διασωθέντων», «παραβλέπονται αντιφάσεις σχετικά με το χρόνο εντοπισμού του σκάφους, όπου επέβαιναν οι πρόσφυγες», δεν εκτιμάται ως σημαντική «η κοπή του σκοινιού που συνέδεε το σκάφος του λιμενικού με εκείνο των προσφύγων από τους ίδιους του λιμενικούς», ενώ υποστηρίζεται ότι «κανένα ηλεκτρονικό μέσο του λιμενικού και του στρατού δεν μπορούσε να καταγράψει κανένα στοιχείο εκείνο το βράδυ»!
Στην ακαταλληλότητα των διερμηνέων αναφέρθηκε και η Κλειώ Παπαπαντολέων, οι οποίοι ούτε μιλούσαν, ούτε γνώριζαν την ελληνική γλώσσα ή την αφγανική διάλεκτο, ενώ, σύμφωνα με την ίδια την απόφαση του Ναυτοδικείου Πειραιά, στη λήψη των αρχικών καταθέσεων στο Λιμεναρχείο της Λέρου παρενέβαιναν «παρένθετα πρόσωπα», που δεν κατονομάζονται. Σχολίασε, εξάλλου, πρόσφατο Δελτίο Τύπου της Πανελληνίας Ένωσης Αξιωματικών του Λιμενικού Σώματος, σύμφωνα με το οποίο ζητείται «δια νόμου» η εξασφάλιση της ατιμωρησίας των λιμενικών υπαλλήλων κι η αναίρεση της προστασίας των θυμάτων.
«Βρισκόμαστε εδώ για να καταγγείλουμε τις ευθύνες της πολιτικής και της στρατιωτικής ηγεσίας, οι οποίες ενισχύουν την πολιτική των επαναπροωθήσεων που οδηγεί σε χιλιάδες νεκρούς. Έχουμε σοβαρές ευθύνες όχι μόνο όσων εμπλέκονται στο περιστατικό, αλλά και των εντολέων τους, καθώς και τεράστια προσπάθεια συγκάλυψης», τόνισε η Γιάννα Κούρτοβικ, προσθέτοντας: «Οι ίδιοι οι λιμενικοί έκοψαν το σκοινί που κρατούσε ημι-βυθισμένη τη βάρκα, αποφασίζοντας ως Θεοί για το θάνατο των ανθρώπων. Υπήρξε παρέμβαση στη λήψη των καταθέσεων στη Λέρο, η οποία έγινε με κεντρική διεύθυνση. Στην απόφαση δεν υπάρχει αναφορά στο πρόσωπο ή το φορέα που έδινε τις εντολές. Αποδείχτηκε ότι ήταν η Διεύθυνση Προστασίας Θαλασσίων Συνόρων (ΔΙΠΘΑΣ) κι όχι το Ενιαίο Κέντρο Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (ΕΚΣΕΔ)». «Θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για τη δικαίωση των 11 νεκρών», κατέληξε.
«Θέλουμε δικαιοσύνη, δεν μπορεί να κλείσει τόσο εύκολα αυτός ο φάκελος. Θέλουμε υποστήριξη από την ελληνική και την ευρωπαϊκή κοινωνία. Η αδικία γίνεται απέναντι και στην ελληνική κοινωνία», υπογράμμισε ο Σάφι Ενσανουλά, ένας εκ των επιζώντων προσφύγων, ο οποίος διατύπωσε και το παράπονό του απέναντι στους δημοσιογράφους, γιατί δημοσιοποίησαν μόνο ένα 20% «από όσα είχαμε πει, αυτό που θέλει η εξουσία». «Τίποτα δε θα φέρει πίσω τις γυναίκες και τα παιδιά μας. Αλλά, αν δεν ξαναξεκινήσουν οι ανακρίσεις, οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Αιγαίο θα συνεχιστούν. Πολλοί πρόσφυγες έχουν πεθάνει, μετά το τραγικό συμβάν στο Φαρμακονήσι», τονίζουν σε χτεσινή επιστολή τους οι διασωθέντες.
Να σημειωθεί ότι οι διασωθέντες πρόσφυγες δεν έχουν υπαχθεί σε κάποιο καθεστώς προστασίας, απλώς τους έχει χορηγηθεί μια εξάμηνη αναστολή εκτέλεσης απέλασης, η οποία χρειάζεται να ανανεωθεί…
ΠΗΓΗ:HIT&RUN