100 κεράκια για την ΕΣΗΕΑ συν έναν αιώνα πίσω στην εργασιακή σκλαβιά

ESIEA1Η διοργάνωση μιας φανταχτερής και γυαλιστερής φιέστας κρύβει σχεδόν πάντα, εκτός από τη βρωμιά, ένα σωρό σκοπιμοτήτων. Την εξαίρεση στον κανόνα δεν αποτελεί, φυσικά, και αυτή που διοργανώνει το ΔΣ της ΕΣΗΕΑ για τα 100 χρόνια ύπαρξης του σωματείου με τα εγκαίνια σχετικής έκθεσης από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Για να γίνει κατανοητή η προκλητικότητα ενός τέτοιου εορτασμού και μιας τέτοιας εκδήλωσης, που αφορά αποκλειστικά και μόνο τους καρεκλοκένταυρους διοικούντες του σωματείου και διόλου τη συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων, πόσο μάλλον τους περισσότερους από τους μισούς που είναι άνεργοι, αρκεί μια μικρή «διείσδυση»  σε αυτό καθαυτό το σωματείο.
Τι είναι λοιπόν η ΕΣΗΕΑ; Όπως τουλάχιστον τη γνωρίζουμε, πρόκειται για ένα σωματείο στο οποίο την απόλυτη εξουσία την κατέχουν τα εναλλασσόμενα -πρωτίστως δεξιά και δευτερευόντως αριστερά- Διοικητικά Συμβούλια. Έχοντας την αλαζονεία  να αγνοούν τις αποφάσεις των εργαζομένων για απεργιακές κινητοποιήσεις ή να επιβάλουν αποφάσεις για άσφαιρες απεργίες, κάτι που έχει συμβεί επανειλημμένα τα τελευταία χρόνια.
Σε ολόκληρη την ιστορία του σωματείου  μια θέση στο ΔΣ της ΕΣΗΕΑ ήταν πάντα ένα υψηλό σκαλοπάτι για μια θέση σε ένα υπουργικό, άντε βουλευτικό θώκο. Τα τελευταία χρόνια πρόεδρος του μεγαλύτερου σωματείου των δημοσιογράφων στη χώρα ήταν  επί 3 συνεχόμενες διετίες ο Πάνος Σόμπολος, ένας αστυνομικός συντάκτης. Τα ίδια χρόνια που κυριαρχούσε σχεδόν σε όλες τις διαδηλώσεις το σύνθημα «Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι». Σήμερα η Ένωση έχει και πάλι πρόεδρο προερχόμενη από τη Δεξιά παράταξη και το εκκλησιαστικό ρεπορτάζ, Μαρία Αντωνιάδου. Λόγος για τον οποίο το σωματείο μπορεί να περηφανεύεται για τις άψογες σχέσεις του με την Εκκλησία, από την οποία ελεούνται και μερικοί άνεργοι συνάδελφοι με κάποιες κούτες τροφίμων, μέσω εκκλησιαστικής ΜΚΟ.
Τα σημερινό ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, που αποφάσισε ξεδιάντροπα τη διοργάνωση αυτής της φιέστας μη ζητώντας την άποψη των μελών του, προφανώς θεωρεί ότι δεν έχει περάσει στα κιτάπια της Ιστορίας το γεγονός ότι η ιδρυτική διακήρυξη της Ένωσης -της τότε Ενώσεως Συντακτών Αθηναϊκών Εφημερίδων (ΕΣΑΕ)- υπογράφηκε από κάποιους λίγους συναδέλφους το 1914, έπειτα από το θάνατο ενός άπορου δημοσιογράφου, η κηδεία του οποίου έγινε με έρανο των συναδέλφων του, καθώς εκείνα τα χρόνια οι περισσότεροι δημοσιογράφοι ήταν άποροι. Εκατό χρόνια μετά, οι περισσότεροι δημοσιογράφοι είναι και πάλι άποροι ή στα όρια της φτώχειας. Με την απόλυτη ευθύνη του σημερινού ΔΣ και όλων που πέρασαν τα τελευταία χρόνια από τον 6ο όροφο της ΕΣΗΕΑ, δεξιών και αριστερών ανεξαιρέτως, οι περισσότεροι συνάδελφοι είναι άνεργοι, ενώ οι υπόλοιποι δουλεύουν με μισθούς πείνας και σε συνθήκες εργασιακών κάτεργων.

Πάγια αιτήματα της Ένωσης από την ίδρυσή της ήταν η περίθαλψη, η ασφάλιση, η πρόνοια, η κατοχύρωση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος, και η αλληλοβοήθεια των μελών της, όπως τουλάχιστον καταγράφεται στο ιστορικό του ίδιου του  σωματείου. Εκατό χρόνια διαδρομής, λοιπόν, και σήμερα τα ίδια αιτήματα παραμένουν εξίσου…  πάγια. Με τα ΔΣ να περνούν το ένα μετά το άλλο, στεκούμενα σθεναρά αντίθετα και υπονομευτικά απέναντι σε κάθε διεκδίκηση των εργαζομένων του κλάδου και επιδιώκοντας ουσιαστικά την εργασιακή ειρήνη, όταν στο ένα μετά το άλλο τα μαγαζιά οι εργοδότες, έχοντας αποκομίσει τεράστια κέρδη μέσα από παράλληλες επιχειρηματικές δραστηριότητες, κήρυσσαν ιερό για τα συμφέροντά τους πόλεμο.

Η ιστορία της ΕΣΗΕΑ υποδεικνύει ότι υπήρχε ανέκαθεν μια εμμονή των ΔΣ στο να παραμείνει ένα κλειστό σωματείο για λίγους αποκλείοντας από αυτό τους υπόλοιπους συναδέλφους. Ετσι, περίπου 20 χρόνια μετά την ίδρυσή του σωματείου (το 1935),οι μη εγγεγραμμένοι σε αυτό δημοσιογράφοι ήταν αριθμητικά περίπου όσοι και τα εγγεγραμμένα μέλη του. Λόγος για τον οποίο δέκα χρόνια μετά (1945) συντάκτες ημερήσιων εφημερίδων  που δεν εγγράφονταν από την ΕΣΗΕΑ ίδρυσαν την Ένωση Συντακτών Αθηναϊκού Τύπου (ΕΣΑΤ). Εκατό χρόνια μετά, το σωματείο παραμένει κλειστό, επιμένοντας να μην αναγνωρίζει ως μέλη τα 2/3 των συναδέλφων, επιμένοντας σε ένα πεπαλαιωμένο καταστατικό και μη αναγνωρίζοντας τη γέννηση και ύπαρξη των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης, των νέων σκλαβοπάζαρων του κλάδου, ούτε φυσικά και των εργαζομένων σε αυτά. Αντ’ αυτού,  το σημερινό ΔΣ,  σε μια μοναδική πρωτοτυπία για τα συνδικαλιστικά χρονικά,  καταρτίζει ανεπιτυχώς «Μητρώο δημοσιογράφων-μη μελών της Ενώσεως» εμπαίζοντας για άλλη μια φορά τους ακάλυπτους σε πολλαπλά επίπεδα συναδέλφους στα sites, την ίδια στιγμή που ανέχεται ως μέλη της ΕΣΗΕΑ διευθυντές και κάθε λογής “σκυλιά” της εργοδοσίας.
Βέβαια, η ΕΣΗΕΑ δεν ήταν πάντα ένα γραφειοκρατικό και  παραδομένο στα αφεντικά σωματείο. Εντούτοις, η αγωνιστικότητά της εξαντλείται στο μακρινό πλέον παρελθόν, σχεδόν 40 χρόνια πίσω. Με τη μαχητική, ανυποχώρητη  απεργία των δημοσιογράφων το 1975 για την υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, που λύγισε τελικά τους εκδότες που αναγκάστηκαν να δεχτούν 30% αυξήσεις στους τότε πενιχρούς μισθούς. Στα χρόνια της τρόικας ούτε η κατάργηση των ΣΣΕ , ούτε η επαναφορά των πενιχρών μισθών, ούτε οι συνθήκες γαλέρας, που έχουν επιβληθεί εκβιαστικά και εξαναγκαστικά, αποτελούν λόγους  για τα τελευταία ΔΣ της ΕΣΗΕΑ ώστε να προχωρήσουν στην κήρυξη αγωνιστικών κινητοποιήσεων. ΟΙ χιλιάδες απολύσεις, οι ατομικές συμβάσεις εργασίας, η μαύρη εργασία, ακόμη και το λουκέτο στην ΕΡΤ δεν αποτέλεσαν και δεν αποτελούν λόγους για τα μέλη των ΔΣ  του σωματείου για την κήρυξη διεκδικητικών και άρα, επίμονων κινητοποιήσεων στον κλάδο.
Στα χρόνια της τρόικας, τα ΔΣ της ΕΣΗΕΑ συνεχίζουν να προσπερνούν την επίθεση που δέχεται ολόκληρη η εργατική τάξη επιμένοντας να διαχωρίζουν τους εργαζόμενους δημοσιογράφους από αυτήν, κηρύσσοντας απεργίες ξεχωριστά  στο όνομα της (πλαστής) ανάγκης της ενημέρωσης. Όταν μεγαλοδημοσιογράφοι και ξεπουλημένοι «συνάδελφοι» (από τις όποιες αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας έχουν απομείνει) γίνονται τα φερέφωνα της τρόϊκας και, με αξιοθαύμαστη ευκολία, της εκάστοτε εξουσίας. Παραπληροφορώντας, λασπολογώντας και προβοκάροντας συστηματικά τις εργατικές διεκδικήσεις  και τις «φωνές» αντίστασης ενάντια στην άγρια καταστολή και τη σαπίλα της εξουσίας. Ζητήματα τα οποία οι εργατοπατέρες της ΕΣΗΕΑ δε γνωρίζουν, δε βλέπουν και δεν ακούν. Και πώς να το κάνουν άλλωστε, όταν η αποκαλουμένη «κίτρινη δημοσιογραφία» ήταν ανέκαθεν  μοχλός πίεσης γι’ αυτούς, προκειμένου τα ΜΜΕ (σε ένα ανάμικτο, κατά τα λοιπά, «μίξερ» ρόλων που περιλαμβάνει παραδόξως εκδότες και εργαζόμενους μαζί) να μπορέσουν να διατηρήσουν τη θέση τους ως «τέταρτη εξουσία» και σε κάποιες χρονικές περιόδους να την αναβαθμίσουν -κατά τα λοιπά, όπως και οι προηγούμενες τρεις εξουσίες , πάντα για τον ίδιο κοινό σκοπό, την… εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.
Για όλους  αυτούς τους λόγους -και για ακόμη άλλους τόσους- τα εγκαίνια της έκθεσης για τα 100 χρόνια της ΕΣΗΕΑ με την παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας καθίστανται προσβλητικά για την κατάσταση που έχει περιπέσει ο κλάδος. Πέρα από την ανέλιξη των συνδικαλιστικών παραγόντων που αποσκοπούν να ωφεληθούν προσωπικά από αυτή τη διοργάνωση και πέρα από την ξευτίλα του γεγονότος ότι στα εγκαίνια της έκθεσης την Κυριακή θα γίνει και βράβευση τριών πρώην  αριστερών πρόεδρων της ΕΣΗΕΑ, (Μανωλάκος, Κιάος, Τρίμης), προσβάλλεται  η ίδια μας η ταξική νοημοσύνη. Και, πέρα από τα όποια «πολιτικά» παιχνίδια κρύβονται πίσω από αυτή την αδιευκρίνιστου κόστους φιέστα, αυτό που τελικά θα μετρήσει είναι το πώς θα την κρίνει η βάση των άνεργων και εργαζομένων στον κλάδο.  Μπροστά στην έπαρση που τους διακατέχει, οι μετέχοντες στο σημερινό ΔΣ της ΕΣΗΕΑ δεν φαίνεται να το έχουν υπολογίσει.
Συνέλευση εργαζομένων, ανέργων και φοιτητών στα ΜΜΕ

 

 

 

 

 

 

 

ΠΗΓΗ:100 κεράκια για την ΕΣΗΕΑ συν έναν αιώνα πίσω στην εργασιακή σκλαβιά

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *