Αρχείο κατηγορίας αναρχοσυνδικαλισμός

8η πανελλαδική Συνδιάσκεψη της ΕΣΕ

eseΣτις 3-5/1/2014 πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη η 8η πανελλαδική Συνδιάσκεψη της Ελευθεριακής Συνδικαλιστικής Ένωσης (ΕΣΕ).

Η Συνδιάσκεψη ξεκίνησε με ειδική συζήτηση στο πλαίσιο της ΕΣΕ με θέμα, «ανεργία και τρόποι οργάνωσης των ανέργων». Στη συζήτηση μεταφέρθηκε η εμπειρία από τη λειτουργία και τη δράση του ΣΩματείου Βάσης Ανέργων (Αθήνας).

Στη Συνδιάσκεψη έγινε απολογιστική παρουσίαση της δράσης των τοπικών ενώσεων (Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων).

Συζητήθηκαν επίσης τα εξής θέματα:

Α. εκτιμήσεις για τη συγκυρία (πολιτική κατάσταση – εργασιακά – εργατικό / συνδικαλιστικό κίνημα

Β. η δράση της ΕΣΕ: μορφές / περιεχόμενα παρέμβασης στους εργασιακούς χώρους και γενικότερα, επαναπροσδιορισμός στρατηγικών και τακτικών.

Γ. το πλαίσιο διεκδίκησης 30/900.

Δ. κοοπερατίβες, αυτοδιαχείριση, συνεργατικά εγχειρήματα, αλληλέγγυα οικονομία

Ε. πανελλαδικοποίηση της ΕΣΕ – πανελλαδικές καμπάνιες

ΣΤ. διεθνείς σχέσεις (συμμετοχή της ΕΣΕ στον Μαυροκόκκινο Συντονισμό).

Η Συνδιάσκεψη πήρε σχετικές αποφάσεις για τα ζητήματα που συζητήθηκαν.

Γενάρης 2014

bannerESE

 

http://ese.espiv.net/

 

header2http://esethessalonikis.gr/

 

Image6http://eseioanninon.squat.gr/

Η γενική απεργία ως μέσο πάλης στη σημερινή συγκυρία

Η ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΩΣ ΜΕΣΟ ΠΑΛΗΣ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ: ΜΙΑ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ

Κατα την διαρκεια του Οκτωβρίου 2013 και με αφορμή την κύρηξη γενικής απεργίας στις 6 Νοέμβρη 2013, αισθανθήκαμε την ανάγκη να μιλήσουμε για το ξέφτισμα των απεργιών το τελευταίο διάστημα, να μελετήσουμε τις επιπτώσεις τους, θετικές ή αρνητικές, στο κίνημα, να διερευνήσουμε το βαθμό επιρροής τους στους αγώνες της εποχής μας. Είναι γεγονός πως η δική μας συνέλευση, θα ήταν δύσκολο να μην επηρεαστεί απο την ύφεση που ακολούθησε των κύκλο κινητοποιήσεων των προηγούμενων χρόνων.

Η ΕΣΕ βρέθηκε στους δρόμους, τις απεργιακές πορείες, τους αποκλεισμούς και τις συνελεύσεις, με την ουσιαστική βοήθεια δεκάδων συντρόφων και συντροφισσών, αλλά και απλών εργαζόμενων που δεν καταγράφονται ως παρουσίες στον ευρύτερο ριζοσπαστικό χώρο της πόλης, οι οποίοι στήριξαν πρωτοβουλίες ή καλέσματα, αμύνθηκαν στις δυνάμεις καταστολής, ξεπάγιασαν απ’ το κρύο στις περιφρουρήσεις της ΒΙΠΕ.

Το κεντρικό σημείο της ανάλυσής μας απο το 2009 οπου δημιουργηθήκαμε, ήταν και παρέμεινε καθ΄όλη αυτή την περίοδο η κομβικότητα της εργασίας στο κοινωνικό γίγνεσθαι, η ανάγκη ξεπεράσματος του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού με δημιουργία και ομοσπονδιοποίηση σωματείων βάσης και η καλλιέργεια εκείνων των συνθηκών που θα επέτρεπαν την πραγματοποίηση μιας γενικής απεργίας διαρκείας, που θα παρέλυε την παραγωγή και θα αποτελούσε ενδεχομένως, ειδικά εν μέσω της συστημικής κρίσης, την πιο αποτελεσματική επιλογή για την ανάσχεση της λυσσαλέας επίθεσης κρατους και αφεντικών.

Προσπαθήσαμε κι εμείς-όπως άλλωστε κι άλλοι- να βρεθούμε σε κάθε απεργία που καλούνταν απο την ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ, να εμπλέξουμε όσο περισσότερο κόσμο μπορούσαμε στις διαδικασίες και και πορείες που διοργανώνονταν, να δράσουμε προπαγανδιστικά αλλα και ουσιαστικά για την ανάδειξη εν τέλει του κεντρικού διακυβεύματος της ανατροπής των μέτρων. Βρισκόμενοι λοιπόν στο σήμερα, αναρωτηθήκαμε για τα αποτελέσματα όλων των παραπάνω, αλλά κυρίως για τον λόγο με τον οποίον θα καλούσαμε ξανά τον κόσμο σε συμμέτοχη στην τελευταία απεργία. Τώρα που οι χιλιάδες έχουν ξαναγυρίσει στον καναπέ, που οι αγανακτισμένοι δεν ανταποκρίνονται στα διαδικτυακά καλέσματα για να πλυμμηρίσουν τις πλατείες και να “ξυπνήσουν”, τώρα που ακόμη και τα γραφειοκρατικά συνδικάτα έχουν χάσει την θεσμική λάμψη τους. Πως καλούμε λοιπόν ξανά κι εμείς σε μια τέτοια απεργία, που δεν έχει καμία ελπίδα ούτε να είναι μαζική, ούτε να έχει δυναμισμό πόσο μάλλον μια πιθανότητα να ανατρέψει έστω ένα μέτρο;

Τόσο πρίν, όσο και κατα την διάρκεια της κρίσης, η μεθοδολογία με την οποία καλούνταν οι γενικές απεργίες, είχε κυρίως δυο χαρακτηριστικά, εντοπισμένα στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ: την εκτόνωση και τον εργοδοτικό χαρακτήρα της συνδικαλιστικής ηγεσίας. Οι γενικές απεργίες καλούνταν “από τα πάνω” και χωρίς ουσιαστική συμμετοχή των απεργών, δεν έβαζαν ζητήματα διάρκειας και οργανωτικού βάθους, χειραγωγούσαν τους εργατικούς αγώνες και εκτόνωναν τη “διάθεση του κόσμου”. Απο την άλλη όχθη, οι πολιτικοποιημένοι συνδικαλιστές του ευρύτερου ριζοσπαστικού χώρου, προέτασσαν τους ακηδεμόνευτους αγώνες και το σύνθημα της γενικής απεργίας διαρκείας.

Η επιλογή αυτού του συνθήματος μοιάζει να ήταν το μοναδικό που μπόρεσε στοιχειωδώς να επεξεργαστεί το κίνημα εν μέσω ραγδαίων εξελίξεων, χωρίς όμως να προσδιοριστεί η αφηρημένη του εννοιολόγηση. Κι αυτό γιατί εστιάζει μόνο στα “γενικά” χαρακτηριστικά της γενικής απεργίας και όχι στο συγκεκριμένο ρόλο της σε κάθε κύκλο κινητοποιήσεων, γιατί υποθέτει μια τελείως γραμμική σχέση μεταξύ της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και “των-από-κάτω” και γιατί συνηθίζει να παραβλέπει (ή να προσπερνά έντεχνα) τις αδυναμίες του κινήματος να θέσει με αυτόνομους πολιτικούς όρους το ζήτημα της γενικής απεργίας.

Yπάρχουν διάφοροι παράγοντες που καθορίζουν απλά και μόνο την διεξαγωγή μια γενικής απεργίας. Παραδείγματος χάριν, η διάθεση του κόσμου και η επιρροή που ασκεί πάνω της ο προπαγανδιστικός μηχανισμος(ΜΜΕ) αλλά και η στρατηγική των ρεφορμιστικών συνδικάτων. Η χειραγωγική εμβέλεια της ΓΣΣΕ/ΑΔΕΔΥ, ή πιο απλά, το κατα πόσο εκπροσωπεί πραγματικές εργατικές κοινότητες για να τις χειραγωγήσει. Η “δουλειά βάσης” πρίν την απεργία ή την κύρηξή της, η οργάνωση ουσιαστικών όρων για την συμμετοχή των εργαζομένων. Η αδυναμία του κινήματος να θέσει στρατηγική βάθους στους εργασιακούς χώρους, πόσω μάλλον να μιλήσει για απεργία διαρκείας με υλικούς όρους. Η αντικειμενική διαπίστωση οτι μια απεργία που καλείται εν μέσω κινηματικών διεργασίων είναι πολύ διαφορετική, αλλά όχι απαραιτήτως πιο ριζοσπαστική, απο τις απεργίες που καλούνται εν απουσία κινήματος. Προφανώς δεν έχουμε καμια “ολοκληρωμένη θεωρία” πάνω σε αυτά τα ζητήματα. Το μόνο που θέλουμε είναι να τα μοιραστούμε σε μια συζήτηση περισσότερο αυτοκριτικής κι όχι έξω απο τον χορό.

Υπάρχει αναμφισβήτητα μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα απογοήτευσης η οποία ήταν ιδιαιτέρως αισθητή στις κινητοποιήσεις του τελευταίου χρόνου. Η φράση “δεν γίνεται τίποτα” κυριαρχεί ακόμη και στις τάξεις των σταθερά εδώ και χρόνια αγωνιζόμενων. Φυσικά είναι γνωστό ότι η απογοήτευση αυτή δεν εμφανίστηκε εν μία νυκτί. Οι περισσότερες γενικές απεργίες καλούνταν εν όψει των νέων – κάθε φορά – μέτρων και κατά κανόνα κορυφώνονταν κατά τη μέρα της ψήφισης. Η πλειοψηφία των διαδηλωτών κατέβαινε στο δρόμο με την προσδοκία να ακυρώσει τα μέτρα, ή έστω με την ελπίδα ότι τα μέτρα μπορούν να ακυρωθούν. Όμως παρά τη μαζικότητα των διαδηλώσεων, τη σφοδρότητα των συγκρούσεων και το συχνά εξεγερσιακό κλίμα τα μέτρα συνέχιζαν να ψηφίζονται κι ο κόσμος επέστρεφε σπίτι του ποντάροντας στην επόμενη μάχη. Αυτή η αντιφατική πεποίθηση, αυτά τα “κομβικά ραντεβου” που όλοι περίμεναν και ποτέ δεν ερχόταν, αποτελεί την κορύφωση και το όριο των γενικών απεργιών του τελευταίου διαστήματος.

Η μαζική και μαχητική διαδήλωση που θα ακύρωνε τα κυβερνητικά μέτρα, αναπτύχθηκε σαν απόρροια του ίδιου του χαρακτήρα της γενικής απεργίας από το ’10 και μετά. Κι αυτό διότι απο τότε και μετά, αλλάζει η ταξική σύνθεση όσων κατεβαίνουν στην απεργία, για να είμαστε πιο ακριβείς, όσων εναντιώνονται στα νέα μέτρα. Η ταξική σύνθεση που προκύπτει από την τεράστια άνοδο της ανεργίας, την κατάρρευση της μεσαίας τάξης και τη γενίκευση των επισφαλών συνθηκών εργασίας βρίσκεται σε αντιστοιχία με την ίδια τη σύνθεση του “απεργιακού σώματος”. Χοντρικά από τη μία πλευρά είχαμε τη κεντρική παρουσία του υποκειμένου που κινείται μεταξύ πανεπιστημίου, επισφάλειας και ανεργίας, και από την άλλη τους εργαζόμενους και τα συνδικάτα του δημόσιου τομέα που βλέπουν όλες τους τις κατακτήσεις και τα δικαιώματα να μπαίνουν ευθέως στο στόχαστρο. Η “τυπική” συμμετοχή των εργαζόμενων στην απεργία παρέμεινε μικρή, παρά την μαζικότητα των διαδηλώσεων, καθώς στα κάτεργα του ιδιωτικού τομέα η λέξη “απεργία” είναι σχεδόν απαγορευμένη.

Το διακύβευμα κάθε γενικής απεργίας, το ραντεβού δρόμου, ήταν πλέον η μέρα και ώρα ψήφισης των μέτρων. Ας θυμηθούμε ότι η κοινωνική έκρηξη της Κυριακής 12 Φλεβάρη ήρθε έπειτα από δύο πρωινά χλιαρών και άμαζων απεργιακών διαδηλώσεων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι γενικές απεργίες έμοιαζαν λιγότερο με το παραδοσιακό παράδειγμα του “απεργιακού μπλοκαρίσματος της παραγωγής” και περισσότερο με εκρήξεις οργής των εκμεταλλευόμενων και καταπιεζόμενων. Θεωρούμε ότι η κατάσταση αυτή αποτέλεσε ένα ξεπέρασμα του αποσπασματικού ή συμβολικού χαρακτήρα των γενικών απεργιών των προηγούμενων χρόνων. Το εκάστοτε “ραντεβού” με την κυβέρνηση έδινε μια αίσθηση πολιτικού διακυβεύματος στους διαδηλωτές. Ήταν αυτό που έκανε τις διαδηλώσεις αποφασιστικές και μαχητικές, αυτό που έκανε τον κόσμο να συγκρούεται επί ώρες με τις κατασταλτικές δυνάμες, να μην εγκαταλείπει το δρόμο, να χτίζει σχέσεις αλληλεγγύης και μοιράσματος, να υποχωρεί, να ανασυντάσσεται, να επιτίθεται. Πολύς κόσμος κατέβηκε για πρώτη φορά στο δρόμο και πίστεψε στη συλλογική δύναμη που αναδυόταν εκείνη τη δεδομένη στιγμή – ότι μπορεί δηλαδή να μπλοκάρει τις κεντρικές πολιτικές αποφάσεις.

Ο πολιτικός αυτός χαρακτήρας της γενικής απεργίας, διάχυτος όσον αφορά την κοινωνική της σύνθεση και συγκεκριμένος όσον αφορά το διακύβευμα στο δρόμο, ενισχύθηκε και κορυφώθηκε από τον κεντρικό ρόλο που διαδραμάτησαν οι κινηματικές διαδικασίες βάσης – αρχικά η συνέλευση της πλατείας Συντάγματος και έπειτα οι λαϊκές συνελεύσεις στις πλατείες των γειτονιών και των επαρχιακών πόλεων. Οι συνελέυσεις αυτές αποτέλεσαν πολύ σημαντικό στοιχείο της έκβασης κυρίως για δύο λόγους: πρώτον, αποτέλεσαν έναν προνομιακό δημόσιο χώρο και χρόνο όπου ζυμώθηκαν πολιτικά ζητήματα, χτίστηκαν σχέσεις αλληλεγγύης και εμπιστοστύνης και προετοιμάστηκε υλικά η παρουσία του κόσμου στο δρόμο και δεύτερον, οι προσυγκεντρώσεις/πορείες που πραγματοποιούνταν στις γειτονιές μετέφεραν το απεργιακό κλίμα σε πολλές γειτονιές της Αθήνας και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη συγκρουσιακότητα και μαζικοποίηση των κεντρικών ραντεβού, όπως για παράδειγμα το διήμερο 28-29 Ιούνη (όπου επιχείρησαν μπλοκάρισμα του Κοινοβουλίου) και τη 12η Φλεβάρη (όπου τα μπλοκ των συνελεύσεων υπήρξαν βασικό σημείο αναφοράς στους φλεγόμενους δρόμους του κέντρου). Παρ’όλα αυτά, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε οτι οι συνελεύσεις αυτές, μαζικοποιήθηκαν σε αυτόν το βαθμό ακριβώς γιατι δεν υπήρχε την δεδομένη στιγμή άλλο κοινωνικό πεδίο έκφρασης, ούτε συνδικάτο που να χαίρει εμπιστοσύνης, ούτε κόμμα να πείσει και να τραβήξει απο το μανίκι τις μάζες.

Ποιο ήταν, λοιπόν, το νόημα των κομβικών ραντεβού; Το μεγαλύτερο κομμάτι του κόσμου προσδωκούσε, ρητά ή άρρητα, ότι με τη μαζική και μαχητική του παρουσία στο δρόμο θα ανατρέψει τα μέτρα, ή και την κυβέρνηση την ίδια. Κάθε φορά που τα μέτρα ψηφίζονταν, ο χρόνος της κοινωνικής δυσαρέσκειας μετρούσε αντίστροφα. Η απογοήτευση που συσσωρευόταν μετά από κάθε χαμένο ραντεβού οδηγούσε στο αδιέξοδο και έδειχνε τα όρια αυτών των κεντρικών ραντεβού. Ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου που κατέβηκε στο δρόμο, υποβοηθούμενο φυσικά απ’ την αριστερή φιλολογία, αντιμετώπισε το ζήτημα των συνεπειών της καπιταλιστικής κρίσης στην καθημερινότητά του σαν ζήτημα κεντρικής πολιτικής απόφασης. Με λίγα λόγια, ότι το μπλοκάρισμα των μέτρων θα φέρει τέλος στην κρίση. Ότι αν η κυβέρνηση πιεστεί και δεν ψηφίσει τα μέτρα (ή αν πέσει και βρεθεί μια κυβέρνηση που δεν θέλει να τα ψηφίσει..), η κρίση θα εξαφανιστεί ως δια μαγείας. Έτσι, παρόλο που οι υλικές συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης γίνονταν όλο και σκληρότερες σε καθημερινό επίπεδο, η αντιμετώπισή τους παρέμενε αφηρημένη. Το αποτέλεσμα ήταν κάτι περισσότερο απο προφανή. Αν εμφανιζόταν μια πολιτική δύναμη που να μπορούσε να εφαρμόσει το παραπάνω πρόγραμμα με όποιον τρόπο, αν μπορούσε δηλαδη να δώσει σάρκα και οστά σε αυτές τις ελπίδες, θα έχαιρε ευρείας αποδοχής. Κι αυτό συνέβη στις εκλογές του 12΄. Για δυο ολόκληρους μήνες, το “απεργιακό τσουνάμι” δεν βρήκε όχθη να ξεβράσει την εκρηκτικότητα του. Αφομοιώθηκε πλήρως απο τις προεκλογικές συγκεντρώσεις και υποσχέσεις.

Με άλλα λόγια το εργατικό κίνημα του προηγούμενου κύκλου αγώνων, έθεσε τα όρια των ταξικών του διεκδικήσεων, στριμόχνωντας τες στις κάλπες. Σύσσωμες οι “αντιμνημονιακές” δυνάμεις, παρά τις επιμέρους διαφορές τους, συμφωνούσαν σε ένα πράγμα. Στο να εκφραστούν οι αγώνες στις εκλογές, παραγνωρίζοντας σκοπίμως την ουσία και την γενουσιοργό αιτία τους. Το οτι κρίση είναι ζήτημα συνεχούς συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ των από πάνω και των από κάτω – είναι ζήτημα ταξικού πολέμου. Οι μάχες αυτού του πολέμου δίνονται καθημερινά στα πεδία της παραγωγής και της αναπαραγωγής, στους εργασιακούς χώρους και τις γειτονιές σε κάθε πεδίο της ζωής.

Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο που επηρέασε σίγουρα την έκβαση των αγώνων του προηγούμενου διαστήματος, είναι η διάσταση, το ενδοταξικό χάσμα που δημιούργησε η κρίση και οι κυβερνητικές επιλογές διαχείρισής της, στο εσωτερικό της εργατικής τάξης. Με απλά λόγια, οι συγκεκριμένες αντιθέσεις σε αυτή την περίοδο, εντός των καταπιεσμένων.Πρόκειται για ένα κομβικό ζήτημα και μια σημαντική πηγή αντιφάσεων των σημερινών αγώνων. Προηγούμενες γενιές εργαζομένων συνηθισμένοι σε τελειως διαφοτερικές συνθηκες εργασίας αλλά και αγώνων, αδυνατούσαν να συναντηθούν με τους νεότερους να κατανοήσουν την ορμητικότητά και την οργή τους. Λέγοντας “παλιά” και “νέα” υποκείμενα αναφερόμαστε στις φιγούρες εργαζομένων που δουλεύουν δίπλα-δίπλα, αλλά η καθεμιά αντιστοιχούσε, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, σε μια διαφορετική εργασιακή ρύθμιση, αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο τα ζητήματα επιβίωσης και είναι συνηθισμένη σε διαφορετικές μορφές αγώνα. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις κινητοποιήσεις στους δήμους. Απ’ τη μια πλευρά έχουμε τους μόνιμους εργαζόμενους των δήμων, οι οποίοι από το καθεστώς σταθερής εργασίας που βρίσκονται τώρα, με πετσοκομμένους μισθούς, μετέωροι μεταξύ διαθεσιμότητας και απόλυσης και κινητοποιούνται, κατά κύριο λόγο, μέσω των παραδοσιακών σωματείων τους. Απ’ την άλλη πλευρά έχουμε τους εργαζόμενους στην κοινωφελή εργασία, την ενοικιαζόμενη εργατική δύναμη που κινείται μεταξύ ανεργίας και επισφάλειας και η οποία αγωνίζεται, μέσω διαδικασιών βάσης, ενάντια στην καθυστέρηση ή μη-καταβολή του μισθού και τις εντατικοποιημένες εργασιακές συνθήκες. Παρόλο που και τα δύο υποκείμενα βρίσκονται σε κινητοποιήσεις συνυπάρχοντας στους ίδιους χώρους εργασίας, οι δυσκολίες να συναντηθούν μεταξύ τους είναι μεγάλες.

Αν θα μπορούσαμε να εξάγουμε κάποια συμπεράσματα για τους αγώνες του προηγούμενου διαστήματος, τόσο ως κριτική αποτίμηση όσο και για την γενική απεργία αυτή καθ΄αυτή, είναι οτι ακόμη και σε περίοδο κρίσης του κεφαλαίου, καμιά κοινωνική διεργασία δεν μπορεί να προεξοφληθεί. Ούτε οι έφοδοι στον ουρανό γίνονται επειδή ο κόσμος πεινάει, ούτε το κράτος μπορεί να επιβάλλει σιγή νεκροταφείου όση καταστολή κια ασκήσει. Αντιστοίχως, η συνδικαλιστική δραστηριότητα δεν μπορεί να παραμένει στατική. Εξελίσσεται, αναδιοργανώνεται, επεξεργάζεται τα λάθη του προηγούμενου διαστήματος.

Το σίγουρο είναι πως όσοι ασχολούμαστε με τον επαναστατικό συνδικαλισμό και τους αγώνες βάσης στους χώρους εργασίας, έχουμε ένα ακόμη ισχυρό επιχείρημα προς τους γραφειοκράτες και όσους τους ακολουθούν: το μοντέλο τους απέτυχε. Κι εναπόκειται στον καθένα και καθεμιά απο μας να επικεντρώσουμε στα καθημερινά υλικά προβλήματα που απασχολούν εμάς και τους συναδέλφους μας για να το αποδείξουμε. Οι δυνατότητες των σημερινών αγώνων προκύπτουν από τα πεδία σύγκρουσης όπου ξεσπούν και ξεδιπλώνονται οι ίδιοι οι αγώνες. Δηλαδή από τις πραγματικές ανάγκες των ίδιων των αγωνιζόμενων και τις κινηματικές προτεραιότητες που προκύπτουν από αυτές. Πρώτον, τον αγώνα ενάντια στις απολύσεις και το ζήτημα του μισθού. Δεύτερον, την αντίσταση στις νέες μορφές διαχείρισης, πειθάρχησης και κατακερματισμού της εργατικής δύναμης, εκεί που ανεργία συναντά την επισφάλεια. Τρίτον, τη δημιουργία κοινοτήτων αγώνα και αλληλεγγύης στο πεδίο της κοινωνικής αναπαραγωγής, είτε με τη μορφή της αλληλοβοήθειας κυρίως και πρώτα με τη μορφή της διεκδίκησης.

Οι δυνατότητες που αναδύονται σ’ αυτά τα πεδία, εκεί που οι αγώνες γίνονται συγκεκριμένοι και εδράζονται στις καθημερινές ανάγκες, αναδεικνύουν τα όρια της γενικής απεργίας και θέτουν σε νέες βάσεις το ερώτημα της σύνδεσης, της οργάνωσης και διεκδικητικής αναβάθμισης των κοινωνικών αντιστάσεων.

404941_367433303363758_570441726_nΕλευθεριακή Συνδικαλιστική Ένωση (ΕΣΕ) Ιωαννίνων

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ

apr_stratoylis

Η Αλληλεγγύη μας στον αγωνιστή Σπύρο Στρατούλη είναι η δικιά μας απάντηση στην ιδεολογική καταστολή και την
άκρατη τρομοκρατία του αστικού-μνημονιακού κράτους. Ο αγωνιστής Σπ. Στρατούλης κρατούμενος των φυλακών Λάρισας στην Ελλάδα, έχει ξεκινήσει απεργία πείνας από τις 11 Νοεμβρίου 2013. Ο αγωνιστής Σπ. Στρατούλης είναι κρατούμενος ήδη 22 χρόνια και σε λίγο καιρό θα αποφυλακιζόταν. Για το λόγο αυτό και στο πλαίσιο της “επανακοινωνικοποίησής” του, η διοίκηση των φυλακών Λάρισας του επέτρεπε καθορισμένες άδειες εξόδου από τη φυλακή. Ξαφνικά, η χορήγηση των αδειών σταμάτησε, γιατί η αστυνομία (κράτος) με την γνωστή της τεχνική, κατασκευής ενόχων, γραφειοκρατικά τον ενέπλεξε σε μια πολιτική υπόθεση με την αυθαίρετη ονομασία “Στέκια Θεσσαλονίκης”. Η αστυνομία-κράτος σαν καλός σύγχρονος χωροφύλακας τυλίγει σε μια κόλλα χαρτί 60 άτομα του ευρύτερου αντιεξουσιαστικού και αναρχικού χώρου, τα οποία συμμετέχουν σε πολιτικές δράσεις που η αστυνομία θεωρεί “παραβατική συμπεριφορά”.

Τα 60 αυτά άτομα, μέχρι να γίνει η δίκη, αφέθηκαν ελεύθερα από τον ανακριτή, αλλά για τον Σπύρο Στρατούλη, η
Διοίκηση και το αρμόδιο Συμβούλιο των φυλακών τού στερεί τις άδειες, στηριζόμενο στη παράγραφο 2 του άρθρου 55 του Σωφρονιστικού Κωδικα, σύμφωνα με την οποία δεν δίδονται άδειες σε κρατουμένους για τους οποίους εκρεμμεί ποινική διαδικασία για αξιόποινη ποινική πράξη σε βαθμό κακουργήματος. Άραγε είναι κακουργηματική πράξη ή όποια πολιτική δράση, θα αναρωτηθεί εύλογα κανείς. Με δεδομένο ότι ο αγωνιστής Σπ. Στρατούλης δεν έχει κριθεί προφυλακιστέος από τον ανακριτή, που σημαίνει ότι δεν κρίνεται ύποπτος φυγής, δεν υπάρχει λόγος να στερηθεί των αδειών του, και έχοντας ήδη εκτίσει μεγάλο μέρος της ποινής του. Η αστυνομία-κράτος για άλλη μια φορά “μεταφράζει” κατά το δοκούν τους νόμους της αστικής δημοκρατίας ώστε να λειτουργεί τελικά η ίδια μεθοδικά σαν παρακράτος. Η αστυνομία-κράτος λειτουργώντας απολυταρχικά και με διαδικασίες θεμιτών και αθέμιτων μέσων προτάσσει την δικιά της άγραφη “ηθική”. Εναντιώνεται στους αγωνιστές-συντρόφους ρίχνοντας κατά μέρος οποιοδήποτε προσωπείο, που θεατρικά κατασκευάζει απο τα ΜΜΕ περί αστικής ισότητας-ισονομίας, καταπατώντας βάναυσα κάθε έννοια δικαίου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ο αγωνιστής Σπ. Στρατούλης έχει πρωτοστατήσει στους αγώνες των φυλακισμένων ενάντια στην αυθαιρεσία και την βία των ανθρωπο-φυλάκων που εξυπηρετούν το μηχανισμό εγκλεισμού και άγριας καταστολής μέσα στίς φυλακές. Ο αγώνας του ειναι πολιτικός απέναντι στους δήμιους του. Ο αγωνιστής Σπ. Στρατούλης είναι ένας ακόμα άνθρωπος-αγωνιστής στη
μακριά λίστα κρατουμένων που βιώνουν πλήρη & αυθαίρετη καταστολή των δικαιωμάτων τους με διαδικασίες που θυμίζουν μεσαίωνα απο ένα κράτος που υποτίθεται σύμφωνα με τους νόμους του, σωφρονίζει. Ομως η δίωξή του είναι πολιτική δίωξη και άρα η εκτελεστική εξουσία (δικαιοσύνη) στο πρόσωπό του δείχνει τον τιμωρητικό της ρόλο, όπως πολλές φόρες παλιότερα. Για πολλοστή φορά το κράτος με την εκτελεστική του εξουσία δημιουργεί συνθήκες και διαδικασίες “λευκών κελίων” έναντι των πολιτικών του κρατουμένων. Η απεργία πείνας είναι ο μοναδικός τρόπος που έχει για να διαδηλώσει την καταπάτηση και την καταστολή που εχει δεχτεί, βάζοντας σε κίνδυνο την ζωή του. Ο αγώνας του είναι απέναντι απο το κράτος που καλλιεργεί και επιβάλει τη βαναυσότητα του με τέτοιο τρόπο, ώστε να τη χρησιμοποιήσει, όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή… της απολυταρχικής του εδραίωσης, των δημίων των εργατών και της καταπατήσης όποιας ελευθερίας έχει κατακτηθεί μέχρι σήμερα.

  • Ο αγώνας του ειναι ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ μας ειναι για την ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ του ΑΓΩΝΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ.
  • Ο ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΣΠ. ΣΤΡΑΤΟΥΛΗΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ.
  • ΖΗΤΑΜΕ ΤΗΝ ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΙΣΤΗ ΣΠ. ΣΤΡΑΤΟΥΛΗ.

                                                                                                                            Αναρχοσυνδικαλιστική Πρωτοβουλία Βόλου

ΣΠΑΜΕ ΤΗΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ – ΔΙΑΔΗΛΩΝΟΥΜΕ ΣΤΙΣ 6 ΣΤΑ ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ / Ανακοίνωση-κάλεσμα της Αναρχοσυνδικαλιστικής Πρωτοβουλίας Ροσινάντε

Σε μία ακόμη κρίση αυταρχικού παραληρήματος του ελληνικού κράτους, από αυτές που του έχουν γίνει συνήθεια τα τελευταία χρόνια, η αστυνομία απαγόρευσε τις… συναθροίσεις στην Αθήνα για σήμερα Τετάρτη 8 Ιανουαρίου, προκειμένου να εμποδίσει διαδήλωση ενάντια στην ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ από την Ελλάδα και τις βασιλικές φιέστες που διοργανώνονται σχετικά. Φυσικά η απόφαση αυτή των χωροφυλάκων, πίσω από την οποία βέβαια κρύβεται η ίδια η κυβέρνηση, δεν μας προκαλεί την παραμικρή έκπληξη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας από τους σκληρότερους μηχανισμούς του Κεφαλαίου σε κρίση. Ρόλος της είναι να παράγει φτώχεια, ρατσισμό και κρατική τρομοκρατία και αυτό κάνει. Όσο για την ελληνική προεδρία, έχει έναν επιπλέον συμβολικό ρόλο, δεδομένου ότι το ελληνικό κράτος αποτελεί μπροστάρη μέσα στην ΕΕ στην διάλυση των εργατικών κατακτήσεων, την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τον ρατσισμό της νομοθεσίας αλλά και τον φασισμό στο δρόμο με την αστυνομική ανοχή και υποστήριξη, την καταστολή των κοινωνικών κινημάτων και των αγωνιστών.

 

Το διάταγμα για την απαγόρευση των συναθροίσεων άλλωστε δεν πέφτει από τον ουρανό ως κομήτης. Έρχεται να προστεθεί στις υπόλοιπες εκφάνσεις του κρατικού φασισμού: τις επιστρατεύσεις των απεργών, τη βία κατά των διαδηλωτών, τα κέντρα κράτησης των μεταναστών, την καθημερινή στοχοποίηση ανθρώπων, την εγκατάλειψη απεργών πείνας στη μοίρα τους, την εκδικητικότητα, όπως την είδαμε να εκφράζεται πρόσφατα με την εκ νέου σύλληψη του απεργού πείνας Σακκά. Η βαρβαρότητα του ελληνικού κράτους είναι πανταχού παρούσα και είναι η δίδυμη αδερφή της βαρβαρότητας του Κεφαλαίου.

 

Ασφαλώς και θα διαδηλώσουμε σήμερα στο κέντρο της Αθήνας, ενάντια στην απαγόρευση και ενάντια στις πολιτικές του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και των κρατών του. Δε χρειαζόμαστε καμία κρατική άδεια για να βγούμε στο δρόμο ενάντια στα κρατικά τραστ του Κεφαλαίου, που υπάρχουν για να οξύνουν τη φτώχεια, την εκμετάλλευση, τον ρατσισμό και την καταστολή. Στο εξάμηνο κατά το οποίο το ελληνικό κράτος θα έχει την προεδρία της ΕΕ, δεν θα τους αφήσουμε στιγμή ήσυχους: ούτε να ασκούν τις βάρβαρες πολιτικές τους ούτε να τις γιορτάζουν.

 

Στις 6μμ καλούμε στα Προπύλαια ενάντια στην απαγόρευση και την καπιταλιστική ολοκλήρωση της ΕΕ

-Στο δρόμο σπάμε την κρατική τρομοκρατία και τις απαγορεύσεις
-Αντιστεκόμαστε στη βαρβαρότητα του Κεφαλαίου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών της, της φτώχειας, του ρατσισμού και της καταστολής
-Οργανώνουμε την τάξη μας στους χώρους δουλειάς,στις γειτονιές και στις πόλεις, για να ροσιναντεπροετοιμάσουμε τη Γενική Αντικαπιταλιστική Απεργία.ροσιναντε

Μετανάστες και Κέντρα κράτησης ή Η Βιομηχανία καταναγκαστικής εργασίας ψηλής κερδοφορίας

Η φτηνή δύναμη εργασίας ήταν πάντα το ζητούμενο στο σύστημα που ζούμε. Ποιός εργοδότης και ποιό κράτος δεν θέλει φτηνότερη εργασία; Η φτηνή εργασία φέρνει κέρδη και οι μόνες καλές αμοιβές είναι γι΄αυτούς που επιβλέπουν την φτηνή παραγωγή και γι΄αυτούς που εξασφαλίζουν τα φτηνά χέρια. Τον ρόλο αυτό παίζουν οι διευθυντές η αστυνομία και οι σύγχρονοι δουλέμποροι. Τον ρόλο της φτηνής εργασίας παίζουν οι πιο αδύναμοι κρίκοι στις κοινωνίες οι μετανάστες, οι άνεργοι, οι γυναίκες, τα παιδιά και οι κρατούμενοι. Από αυτούς τους κρίκους κάποιοι δημιουργούνται τεχνητά δηλαδή με πολιτικό τρόπο, έτσι ώστε να εξυπηρετηθεί η απληστία των αφεντικών . Οι τεχνητοί κρίκοι είναι οι μετανάστες οι άνεργοι και οι κρατούμενοι.
Στην Ελλάδα σύμφωνα με τους ναζί και τα κανάλια διασποράς τρόμου οι μετανάστες είναι δύο εκατομμύρια, σύμφωνα με το κράτος και την ΕΕ που το χρυσοπληρώνει είναι 530 χιλιάδες με χαρτιά και 580 χιλιάδες χωρίς χαρτιά. Το τελευταίο νούμερο δεν είναι υπολογίσιμο με ακρίβεια και θα δούμε γιατί δεν θέλει κανείς να υπολογιστεί με ακρίβεια.
Από το 2008 μέχρι σήμερα η ΕΕ έχει δώσει στο κράτος 380 εκατομμύρια ευρώ σε 4 ταμεία: Το ταμείο ένταξης (20 εκ. περίπου) , το ταμείο προσφύγων (22 εκ. περίπου), το ταμείο επιστροφής η επαναπατρισμού (1 εκ.) και το ταμείο εξωτερικών συνόρων τα υπόλοιπα 337 εκατομμύρια. Από αυτά τα ταμεία τα δυο τελευταία ανήκουν στην Διεύθυνση Οικονομικών της ΕΛΑΣ, δηλαδή στους μπάτσους. Από αυτό το τεράστιο ποσό 162 εκατομμύρια, δηλαδή σχεδόν τα μισά δεν φαίνονται πουθενά! Κάναν στη κυριολεξία φτερά , δεν εμφανίζονται σε καμιά ιστοσελίδα διαφάνειας, δεν υπάρχει κανένα παραστατικό, δεν τα ψάχνει κανένας ΣΔΟΕ και το χειρότερο καμιά τρόικα. Είναι σαν να λεν όλοι «Καλοφάγωτα και σε καλή μεριά».
Σε ποιούς συμφέρει να υπάρχουν άνθρωποι «χωρίς χαρτιά» και κυρίως να είναι κάποιοι από αυτούς μαζεμένοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, ενώ κάποιοι άλλοι χαμένοι στα σύγχρονα γκέτο που λέγονται πόλεις; Μα φυσικά τόσο στους τωρινούς και μελλοντικούς εργοδότες, που βγάζουν τεράστια κέρδη από την εκμετάλλευση της εργασίας τους και στο ίδιο το Κράτος που με το «αζημίωτο» συντηρεί την ρευστότητα και την βία επάνω στους ανθρώπους που καταφεύγουν εδώ ή διέρχονται και καταντούν κρατούμενοι και όμηροι . Επίσης, συμφέρει πολιτικά η διατήρηση της εξαθλίωσης τους, η μη χορήγηση χαρτιών και η παρεμπόδιση της αναχώρησης τους για όπου θέλουν να πάνε. Στην παρουσία τους βασίστηκε το κτίσιμο φασιστικών κομμάτων όπως η ΧΑ και το ΛΑΟΣ, αν αντιμετωπιζόταν σαν ελεύθεροι άνθρωποι με αξιοπρέπεια και ισονομία δεν θα είχε πολιτικό υπόστρωμα να κερδίσει ψήφους η ναζιστική εγκληματική «ιδεολογία».
Μέσα στην ελληνική κοινωνία η υποκρισία του μέσου ανθρώπου ενισχύεται από την παραπληροφόρησή του. Μια χαρά μας βόλευαν, όταν μάζευαν τις σοδειές μας για 10 με 15 ευρώ
μεροκάματο, όταν πρόσεχαν τα παιδιά μας για ψίχουλα χωρίς εισφορές και υγειονομική περίθαλψη, όταν έκτιζαν τα σπίτια μας τζάμπα κι όταν έβγαζαν βιομηχανική παραγωγή για πενταροδεκάρες. Αφού κερδίζαμε από αυτούς και γλεντάγαμε μετά μας φάνηκαν πολλοί, μετά μας φάνηκαν διαφορετικού χρώματος και ύστερα ανακαλύψαμε ότι υπάρχουν και άλλες θρησκείες εκτός από την Ορθοδοξία.
Τότε ήρθε το Κράτος με πολλά λεφτά, που τα μισά πήγαν σε μπατσοτσέπες και εργολάβους να φτιάξει τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα «Κέντρα Κράτησης», γιατί κάπου πρέπει να είναι μαζεμένοι, ώστε να τους διαλέγουν τα αφεντικά. Κάπου πρέπει να ‘ναι οι «διαφορετικοί» χώρια από μας τους όμοιους για να μη φοβούνται οι νοικοκυραίοι και για να τρώνε τα παιδιά το φαί τους. Η σύγχρονη πολιτισμική ξεφτίλα συμπληρώνεται με το βίαιο ένστικτο, που έχουν όλα τα μελή ενός καταπιεστικού μηχανισμού. Έτσι, οι συλλήψεις και κρατήσεις ανθρώπων συνοδεύονται από βία ξυλοδαρμούς, βιασμούς, ακρωτηριασμούς και «αυτοκτονίες» μέσα στα αστυνομικά τμήματα της ΕΛΑΣ. Βία που την αποτυπώνουν και οι ίδιοι οι βασανιστές με βίντεο που τραβάν και αναρτούν στο διαδίκτυο.
Αυτή είναι η αλήθεια, αυτά είναι τα ψυχρά γεγονότα και γι’αυτό όσοι/ες αγωνιζόμαστε για απελευθέρωση, αξιοπρέπεια και ισότητα λέμε ξεκάθαρα:

 

-ΟΧΙ ΣΤΑ ΚΕΝΤΡΑ ΚΡΑΤΗΣΗΣ

-ΟΧΙ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΚΕΡΔΟΥΣ ΠΟΥ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗ ΜΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΧΑΡΤΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ
-ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
-ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΤΕ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΚΡΑΤΑΤΕ ΚΑΙ ΒΑΣΑΝΙΖΕΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΣΑΣ ΔΟΥΛΕΨΟΥΝ ΦΤΗΝΟΤΕΡΑ
-ΟΡΓΑΝΩΘΕΙΤΕ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΞΕΝΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΤΕ ΚΑΛΕΣ ΑΜΟΙΒΕΣ ,ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ
-ΑΡΝΗΘΕΙΤΕ ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΣΚΛΑΒΟΠΑΖΑΡΑ ΚΑΙ ΤΑ ΝΑΖΙΣΤΙΚΑ ΠΑΡΤΥ ΒΙΑΣ ΕΠΑΝΩ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΓΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΚΕΡΔΗ.
-ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΟΥΝ ΤΑ ΚΕΝΤΡΑ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΓΙΑΤΡΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΑΚΤΙΒΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΩΝ ΠΟΥ ΘΑ ΕΛΕΓΧΟΥΝ ΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΘΑ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΥΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΆ ΒΙΑΣ.
Αναρχοσυνδικαλιστική Πρωτοβουλία Ροσινάντε – Τοπική Ένωση Βόλου
ροσιναντε

Ολοκληρώθηκε το 25ο συνέδριο της αναρχοσυνδικαλιστικής ΑΙΤ

25ο συνέδριοΑ

Στις 8 Δεκεμβρίου κορυφώθηκε το συνέδριο  της Asociación Internacional de los Trabajadores, μέσο της οποίας η CNT-AIT είναι συνδεδεμένη με άλλους οργανισμούς επαναστατικού συνδικαλισμού σε διεθνές επίπεδο. Ένα Συνέδριο που οδηγεί σε μία νέα πορεία που θα φέρει στην  Διεθνή στην νέα πρόκληση της επέκτασης της παρουσίας σε έναν κόσμο που ζει δύσκολους καιρούς που πλήττουν ολόκληρη την εργατική τάξη.

Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου έγινε ανάλυση των οργανωτικών θεμάτων που είναι ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση της εσωτερικής λειτουργίας  έτσι ώστε να είναι δυνατόν  να οικοδομηθεί  μια πιο συντονισμένη δράση. Μεγάλο μέρος των προσπαθειών του Κογκρέσου επικεντρώθηκε στον συντονισμό της συνδικαλιστικής δράσης των συνδεδεμένων αυτόνομων ομοσπονδιών. Αξίζει να σημειωθεί το ενδιαφέρον για τη διατήρηση ενός διεθνούς δικτύου που  συντονίζεται από κλάδους παραγωγής.

Η επέκταση παραμένει ένα σημαντικό θέμα που συζητήθηκε εκτεταμένα, αυτή τη φορά με προεξέχοντα τον προσανατολισμό προς την Ανατολική Ασία, με στόχο τη βελτίωση των επαφών που έχουν ήδη καθιερωθεί και την διάδοση των αναρχοσυνδικαλιστικών  ιδεών, όπου δεν υπάρχει ακόμα παρουσία της ΑΙΤ. Η αύξηση στην Ασία της δράσης της συνδικαλιστικής  βάσης έξω από τα παραδοσιακά κάθετα συνδικάτα που συνδέονται με τις κυβερνήσεις και τα κόμματα, με την Κίνα ως το μεγαλύτερο πεδίο αυτής της νέας πραγματικότητας, έχει προκαλέσει το αυξημένο ενδιαφέρον της  Διεθνούς ώστε να  αναπτύξει τις δικές της στρατηγικές για την αύξηση της επιρροής της στην  περιοχή.25ο συνέδριοΒ

Με τον ίδιο τρόπο αναλύθηκε , η σύγκρουση της τρέχουσας καπιταλιστικής εκμετάλλευσης στην ύπαιθρο, όπου παράγονται σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου, ενώ καταγγέλθηκεεπίσης μέσα από την αναρχοσυνδικαλιστική οπτική η  χρηματοπιστωτική κερδοσκοπία στα τρόφιμα, που οδηγούν στην εξαθλίωση της παγκόσμιας κοινωνίας. Η σταδιακή αύξηση των ελευθεριακών προσπαθειών οργάνωσης των ιθαγενών, με βάση τις αρχές της αυτοδιαχείρισης,  διευκολύνει τη διασύνδεση μεταξύ των πρωτοβουλιών παραγωγής και κατανάλωσης με βάση την προοπτική του ελευθεριακού κομμουνισμού.

Το ενδιαφέρον για την ΑΙΤ σε διάφορες χώρες αντανακλάται από την ενσωμάτωση των Φίλων της ΑΙΤ, της αυστριακής FAS και  της SAT της Βουλγαρίας. Ενώ, η αυστραλιανή ASF, που συμπίπτει με τη δυναμική δράση της ένωσης, είναι πλέον φίλος της ΑΙΤ για να μετατραπεί σε τμήμα πλήρων δικαιωμάτων.

Δεν είναι λιγότερο σημαντικό να αναφερθεί το έργο της άψογης οργάνωσης που είχε πραγματοποιήσει η ένωση υποδοχής, CNT-Βαλένθια, επιτρέποντας τη βέλτιστη ανάπτυξη του συνεδρίου. Καθώς και η  διοργάνωση πολιτιστικών ημερίδων επικεντρωμένων σε τρέχοντα θέματα στο πλαίσιο της δραστηριότητας της Διεθνούς Ένωσης, που λειτούργησαν  ως δύναμη ώθησης στο Κογκρέσο. Συζητήθηκαν, μεταξύ άλλων, θέματα όπως η καταστολή της μετανάστευσης από τις φτωχές χώρες μέσω καλυμμένων φυλακών που ονομάζονται Κέντρα Αλλοδαπών (CIE), οι διάφορες οικονομικές και εργασιακές μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών στη Γερμανία, ή εταιρείες ανάκτησης και οι πρωτοβουλίες αυτο-διαχείρισης σε περιόδους οικονομικής κρίσης στην Αργεντινή. Υπήρξε επίσης μια ενδιαφέρουσα συλλογή από ιστορικές αφίσες.

Το τμήμα της Πολωνικής ZSP αναλαμβάνει τώρα  τη Γραμματεία της Διεθνούς , με τη σκληρή δουλειά να συνεχίσει την επέκταση του επαναστατικού συνδικαλισμού και του συντονισμού των αγώνων των διαφόρων τμημάτων.

Συνομοσπονδιακή γραμματεία της Μόνιμης Επιτροπής της CNT.

25ο συνέδριοΓ

ΠΗΓΗ:http://www.kaosenlared.net/component/k2/item/75913-xxv-congreso-de-la-ait-un-paso-más-del-anarcosindicalismo-internacional.html

ΠΗΓΗ:https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1505829

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ-ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ:REBELIAN

Αναρχοσυνδικαλιστικές ιδέες και δράση στην Κωνσταντινούπολη-Anarchosendicalist notions and action in Constantinople

579463_417851918246983_902613417_nΣτις 25 Ιουλίου 1910, κυκλοφόρησε στην Κωνσταντινούπολη, μια επαναστατική εργατική δεκαπενθήμερη εφημερίδα, ο «Εργάτης», με πρωτοσέλιδο σύνθημα «Εργάτες της Τουρκίας ενωθείτε!». Στην εκδοτική ομάδα, η οποία συγκροτήθηκε τον προηγούμενο χρόνο (1909) από τους Στέφανο Παπαδόπουλο, Ζαχαρία Βεζεστένη, Νίκο Γιαννιό και Β. Κουντούρη, συμμετείχαν κυρίως Έλληνες (τα δύο τρίτα των συμμετεχόντων), αλλά δεν αποκλείονταν Τούρκοι, Αρμένιοι και άλλοι. Από τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου, η εφημερίδα έγινε το εκφραστικό όργανο του Σοσιαλιστικού Κέντρου Τουρκίας, στο οποίο συμμετείχε ένα συνδικάτο τυπογράφων με «ηγέτη» τον Ζ. Βεζεστένη καθώς και μια ομάδα εκπαιδευτικών η οποία απαρτίζεται από τους Χ. Θεοδωρίδη, Σ. Γιαννακάκη, Ιορδανίδη, Ιωσήφ Ραφτόπουλο, Αφροδίτη Ικεντζόγλου και Υπατία Αδαμαντίδου.
Όμως τον Δεκέμβριο του 1910, η νεοτουρκική εξουσία με αφορμή ένα επικριτικό άρθρο του Ν. Γιαννιού προς την τότε τουρκική κυβέρνηση στον «Εργάτη», έκλεισε και το Κέντρο και την εφημερίδα και συνελήφθησαν τα μέλη της εκδοτικής ομάδας, από τα οποία ο Β. Κουντούρης φυλακίστηκε, ο δε Γιαννιός απελάθηκε στην Ελλάδα (κατά άλλους δραπέτευσε μετά την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του).
Ο Ζαχαρίας Βεζεστένης, παρά τις συνεχείς διώξεις, συνέχισε τις δραστηριότητές του, μετονόμασε το Σοσιαλιστικό Κέντρο Τουρκίας σε Ομάδα Κοινωνικών Μελετών, αλλά λίγο αργότερα έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη συγκρότηση της Διεθνούς Πανεργατικής Ένωσης, η οποία είχε μέλη κυρίως Έλληνες και μερικούς Εβραίους.
Ήταν μια καθαρά συνδικαλιστική οργάνωση της οποίας η πλειοψηφία των μελών ήταν προσκείμενη στον αναρχοσυνδικαλισμό. Μάλιστα, η οργάνωση βρισκόταν από την αρχή της συγκρότησής της σε άμεση επαφή με τους Βιομηχανικούς Εργάτες του Κόσμου (IWW) των ΗΠΑ, από όπου προμηθευόταν έντυπο υλικό και πληροφορίες που μεταφράζονταν και δημοσιεύονταν στην εφημερίδα της οργάνωσης «Ελεύθερος Άνθρωπος», κυρίως με την ευθύνη του Ζ. Βεζεστένη. Επίσης, ο Ζ. Βεζεστένης είχε επαφές και έστελνε ανταποκρίσεις σε γαλλικές αναρχικές και εργατικές εφημερίδες όπως το «Le Temps Nouveaux» («Οι Νέοι Καιροί») και «Bataille Syndicaliste» («Συνδικαλιστική Μάχη»). Ο ίδιος έγραψε και την μπροσούρα «I.W.W. Πανεργατική. Ο σκοπός, η οργάνωσις και το πρόγραμμά της», που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1920.

.
Όπως εξιστορεί ο Κώστας Σκλάβος (στο βιβλίο του Νάσου Μπράτσου «Εργατικές Ιστορίες»), η Πανεργατική ήταν μια αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση υψηλού επιπέδου, με εσωτερική λειτουργία, συσκέψεις, συζητήσεις μελών κ.λπ. Ο ίδιος ήταν μέλος της κατά το 1920, αλλά είναι άγνωστο πότε, πώς και γιατί διαλύθηκε η οργάνωση αυτή. Κατά πληροφορίες, από την οργάνωση αυτή πέρασαν φυσιογνωμίες του κατοπινού ελληνικού αριστερού κινήματος, όπως ο Σεραφείμ Μάξιμος και άλλοι. Τέλος, με την οργάνωση φέρεται να συνεργάστηκε και ο Έλληνας αναρχικός του Καΐρου Σταύρος Κουχτσόγλους.
Οι αναρχικές ιδέες διαδόθηκαν, επίσης, ανάμεσα στους αρμενικούς κύκλους της Κωνσταντινούπολης. Η αρμενική κοινότητα αριθμούσε τότε περίπου 100.000 άτομα, ενώ στη Θεσσαλονίκη οι Αρμένιοι ήσαν μόνο λίγες εκατοντάδες. Αναρχικοί στην πλειοψηφία τους αποτελούσαν την αριστερή πτέρυγα του Σοσιαλδημοκρατικού Αρμενικού Κόμματος «Χιντσάκ», που είχε ιδρυθεί το 1885 στη Γενεύη και εξέδιδε εφημερίδα με το ίδιο όνομα και η οποία το διάστημα 1893-1894 εκδιδόταν στην Αθήνα.

Anarchosendicalist notions and action in Constantinople

On 25 July,1910 a revolutionary labor’s bi-monthly newspaper with the name “The Worker” was released, having as a front page banner “Turkish workers unite!”. In the publishing group which was created a year before (1909) by Stefanos Papadopoulos, Zaharias Vezestenis, Nikos Yannios and V.Kountouri were participating mostly Greeks (2/3 of the participants), while Turks, Armenians and others were not excluded. During September the newspaper became the vehicle of expression of the “Socialist Center of Turkey” in which a syndicate of publishers was participating with Z. Vezestenis “in head” together with a group of teachers including H. Theodoridi, S. Yannakaki, Iordanidi, Iosif Raftopoulos, Afroditi Iketzoglu and Ipatya Adamantidou.

However, during December of 1910, the Young Turks power, in the pretext of an article criticizing them written by N. Yannios in the “Worker” newspaper against the Ottoman government, members of the publisher’s group were arrested, while the newspaper and the Socialist Center were banned. Members of the publishing group such as V Kountiris were imprisoned, while Yannios was deported to Greece (according to others, he escaped when the prosecution process was initiated).

Despite the perpetual prosecutions against him, Zaharias Vezestenis kept his political activities ongoing, renaming the “Socialist Center of Turkey” to “Group of Social Studies”. Later on he contributed in the formation of the “International Labor Union”, in which Greeks and Jewish citizens mainly took part.

It was a pure syndicalist organization ,while the majority of its members were adherent to anarchosendicalism. From the very start, the organization created bonds with the Industrial World Workers (IWW) of the USA, obtaining printed material and information which was translated and issued in the newspaper of the organization “Eleftheros Anthropos” (Free Man) on behalf of Z. Vezestenis. Furthermore, Vezestenis was keeping contact and sending reports to French anarchist and working newspapers such as «Le Temps Nouveaux» (New Times) and “Bataille Syndicaliste” (Sendicalists’ Battle). What is more he published the “I.W.W- Labor. Targets, Organization and Program” issued at Constantinople in 1920.

As Kostas Sklavos mentions in the book of Nasos Bratsos “Labor Stories”, Panergatiki was an anarchosendicalist organization very well-organized, with internal operation, meetings and debates in between its members etc.  He himself was a member of it in the year 1920,however, it is uknown when, how and why this organization was dismantled. According to information, figures of the following Greek leftist movement, such as Serafim Maximos had a short stay passage   in the organization. Last Stavros Kuhtsoglu, an eminent anarchist from Cairo is known to have collaborated with the syndicate.

Anarchist notions were widespread as well in the circles of the Armenian community of Constantinople. The Armenian community was counting approximately 100.000 citizens in Constantinople, while in Salonica we notice that their numbers were only a few hundred. The anarchists in their majority were parts of the leftist wing of Social-democratic Armenian Party (Hinjak), which was founded in 1885 in Geneva, issuing a newspaper with the same name. We have to note here that during the period 1893-1894 the aforementioned newspaper was issued in Athens.

traslated in English and

posted by efes_dark

ΠΗΓΗ: http://ngnm.vrahokipos.net/apend04.html?start=5

ΠΗΓΗ:https://istanbulizein.wordpress.com/2010/06/15/αναρχοσυνδικαλιστικές-ιδέες-και-δρά/

Απόσπασμα από το βιβλίο “Για μία ιστορία του Αναρχικού κινήματος του Ελλαδικού χώρου”

ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΡΧΟΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ *

*του Γιωργου Σωρου385225_143532552468936_1242669081_nΑυτό το άρθρο επιχειρεί να διασαφηνίσει τη σχέση ανάμεσα στην ελευθεριακή παράδοση και το ιδιαίτερο ρεύμα του αναρχοσυνδικαλισμού εντός αυτής. Αν και κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας μπορεί να βρει κανείς πάμπολλες φιλοσοφικές ή κοινωνικές αντιλήψεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αντιεξουσιαστικές ή αντικρατικές ο αναρχισμός ως κοινωνικό κίνημα των από κάτω συγκροτείται κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα ως αναπόσπαστο τμήμα των εργατικών κινημάτων της εποχής. Τα δύο βασικότερα ρεύματα στο εσωτερικό του αναρχισμού είναι ο αναρχοκομμουνισμός και ο αναρχοσυνδικαλισμός. Και τα δύο αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως τμήμα του κόσμου της εργασίας και οι υποστηρικτές τους παλεύουν στη βάση της κοινωνικής τους θέσης ως εργάτες για την απελευθέρωση της τάξης τους.

Υπάρχουν ακόμα οι συνθετιστές που πιστεύουν στη σύνθεση όλων των τάσεων του αναρχισμού ( από τους αναρχοατομικιστές μέχρι τους αναρχοσυνδικαλιστές ) στα πλαίσια μιας μεγάλης αναρχικής ομοσπονδίας, συγκροτημένης στη βάση ενός μίνιμουμ πλαισίου αντιεξουσιαστικών αρχών που να μην αποκλείουν κανέναν. Ως τρόπο λήψης αποφάσεων που να χωράει όσο γίνεται περισσότερους προκρίνουν την ομοφωνία και τη συναίνεση. Παρά τις ενδεχομένως καλές προθέσεις των εμπνευστών του, το συγκεκριμένο μοντέλο οργάνωσης και δράσης είναι εμφανώς δυσλειτουργικό και πολιτικά ασύμφορο. Ποια είναι η κοινή κατεύθυνση πάνω στην οποία μπορούν να δράσουν πχ. ένας ατομικιστής και ένας ελευθεριακός κομμουνιστής και τι είδους προπαγάνδα πέρα από μια γενικόλογη άρνηση κάθε εξουσίας μπορούν να κάνουν; Πρακτικά σε τέτοιου τύπου οργανώσεις ή η μία τάση θα ηγεμονεύσει επί των υπολοίπων ή θα διαλυθούν στα εξ ων συνετέθησαν.

Οι πλατφορμιστές αντίθετα ( που είναι αναρχοκομμουνιστικής αντίληψης ) συγκροτούνται στη βάση μιας κοινής πλατφόρμας που εκφράζει τις αρχές τους στόχους, το πρόγραμμα και τη στρατηγική της οργάνωσης τους και την οποία κάθε μέλος πρέπει να αποδέχεται και να υποστηρίζει.

Οι ιλλεγκαλιστές τέλος, υιοθετούν την προπαγάνδα μέσω της δράσης, δηλαδή τις ένοπλες επιθέσεις σε κυβερνώντες, τραπεζίτες, κλπ. φθάνοντας ακόμα και σε επιθέσεις σε “αστικά” καφενεία όπως ο Εμίλ Ανρί. Πιο πρόσφατη τάση του Αναρχισμού που εμπνέεται σε μεγάλο βαθμό από αυτούς είναι η εξεγερσιακή τάση χαρακτηριστικός εκφραστής των ιδεών της οποίας μπορεί να θεωρηθεί ο Αλφρέντο Μπονάνο, πρώην πανεπιστημιακός καθηγητής κοινωνιολογίας που συνελήφθη πρόσφατα κατηγορούμενος για συμμετοχή σε ληστεία τράπεζας.

Ο αναρχοσυνδικαλισμός από πολλούς θεωρείται ότι είναι απλά μια λέξη που περιγράφει εκείνο το τμήμα των αναρχικών που αποφάσισαν να ασχοληθούν με τον εργατικό συνδικαλισμό. Με τον συνδικαλισμό ωστόσο ασχολούνται ανέκαθεν αναρχικοί όλων σχεδόν των τάσεων. Οι αναρχοκομμουνιστές ξεκάθαρα δήλωναν υπέρμαχοι του επαναστατικού συνδικαλισμού στους χώρους εργασίας, αλλά και αναρχικοί που στέκονταν ιδιαίτερα επικριτικοί απέναντι στον αναρχοσυνδικαλισμό όπως ο Ιταλός συνθετιστής Ερρίκο Μαλατέστα είχαν πλούσια συνδικαλιστική δράση στη δουλειά τους. Η διαφορά του αναρχοσυνδικαλισμού είναι ότι δίνει προτεραιότητα στο συνδικάτο ως κύτταρο οργάνωσης της μελλοντικής κοινωνίας. Σκοπός του α/συνδικαλιστή δεν είναι να προπαγανδίσει τις αναρχικές ιδέες μέσα στην εργατική τάξη, αλλά η ίδια η τάξη να αποκτήσει οργανώσεις με ελευθεριακή δομή. Για αυτόν ο κόσμος δε χωρίζεται σε αριστερούς, δεξιούς, κεντρώους και αναρχικούς, αλλά σε αφεντικά και εργάτες, σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους. Δεν είναι ένας αναρχικός που προσπαθεί να συναντηθεί με τους εργαζόμενους αλλά ένας εργαζόμενος που συναντά τον αναρχισμό. Για να το πούμε αλλιώς δεν είναι η ιδεολογία του που καθορίζει την κοινωνική του θέση, αντίθετα με βάση την κοινωνική του θέση επιλέγει εκείνη την κοσμοθεωρία που κρίνει πως εκφράζει καλύτερα τις επιθυμίες, τα συμφέροντα και τις ανάγκες του. Έτσι πολλά μέλη εργατικών ελευθεριακών συνδικάτων δεν αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί αλλά και πολλοί αναρχικοί συμμετέχουν σε μη ελευθεριακά συνδικάτα για να προπαγανδίσουν τις ιδέες τους σε μεγαλύτερες μάζες κόσμου ( πχ. σήμερα στη Γαλλία αρκετοί αναρχοκομμουνιστές δε συμμετέχουν στην αναρχοσυνδικαλιστική CNT-F αλλά στα αριστερού προσανατολισμού SUD ).

η αντίληψη αυτή που σε πολλούς -ακόμα και αναρχικούς- στην υπερ-πολιτικοποιημένη Ελλάδα μπορεί να μοιάζει ακατανόητη έχει τις ρίζες της στην ιστορική κόντρα της Α’ Διεθνούς ανάμεσα στους αναρχικούς με πιο γνωστό εκφραστή τους το Μπακούνιν και στους μαρξιστές. Ο Μπακούνιν υποστήριζε ότι οι αφηρημένες ιδέες δύσκολα υιοθετούνται από τις μεγάλες μάζες των εργατών. Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα πολιτικό πρόγραμμα και να καλέσεις όλους τους εργαζόμενους να προσχωρήσουν σε αυτό. Θα ήταν πιο χρήσιμο να ενώσεις τους εργαζόμενους στη βάση του κοινού βιώματος της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης από τα αφεντικά και μέσα από την κοινή ζωή του συνδικάτου , να τους μορφώσεις ώστε να φτάσουν οι ίδιοι να δημιουργήσουν ένα κοινό απελευθερωτικό πρόγραμμα για τους εαυτούς τους. ( Bacounine, 2009 ) Αυτή η ιδέα της προτεραιότητας του κοινωνικού αγώνα έναντι του πολιτικού είναι που πρεσβεύει ο αναρχοσυνδικαλισμός. Και είναι τραγελαφικό άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί να υιοθετούν λενινιστικές λογικές προτεραιότητας της πολιτικής ταυτότητας έναντι της κοινωνικής θέσης στο όνομα της “κοινωνικής απελευθερωτικής δράσης”.

Γενικά στον ελλαδικό χώρο επικρατεί μια σύγχυση πάνω στα διάφορα ιστορικά ρεύματα του αναρχισμού με αποτέλεσμα πολλές φορές να χρησιμοποιούνται όροι δανειζόμενοι από το αναρχικό κίνημα της Ευρώπης οι οποίοι επενδύονται με ένα εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο διάλογος που αναπτύσσεται ανάμεσα στους αναρχικούς του ελλαδικού χώρου για το ποιος είναι και ποιος δεν είναι “κοινωνικός αναρχικός”. Ως κοινωνικοί αναρχικοί εδώ εκλαμβάνονται όσοι στο λόγο τους διάκεινται θετικά απέναντι στην κοινωνία και ως μη κοινωνικοί ή και “αντικοινωνικοί αναρχικοί” ( sic ) όσοι της ασκούν κριτική ως υποταγμένης, αλλοτριωμένης,κλπ. Αντίστοιχα ως αναρχοκομμουνιστές εκλαμβάνονται όσοι αναφέρουν στα κείμενά τους ως τελικό στόχο τον ελευθεριακό κομμουνισμό ενώ ως ατομικιστές ή μηδενιστές όσοι δεν αναφέρουν κάποιο σαφές πρόταγμα και μιλούν για διάχυση του χάους και της αταξίας, κλπ.

Στην πραγματικότητα κοινωνικός αναρχισμός είναι εκείνο το ρεύμα του αναρχισμού που επιλέγει την παρέμβαση μέσα στην κοινωνία ( ως εργαζόμενος στη δουλειά, ως κάτοικος στη γειτονιά, ως φοιτητής στη σχολή ,κλπ. ) με βάση την κοινωνική ιδιότητα και όχι με βάση μια διαχωρισμένη πολιτική-πολιτιστική ταυτότητα και κουλτούρα που στηρίζεται σε έναν άλλο τρόπο ζωής ( lifestyle ) από αυτόν της πλειοψηφίας. Έτσι πχ. σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί κοινωνικός αναρχικός ένας υποστηρικτής του αναρχοπριμιτιβισμού ή της ένοπλης βίας επειδή απλά μιλάει στα κείμενά του με θετικό τρόπο για την κοινωνία. Επομένως κάποιος που ασκεί κριτική ας πούμε στην αλλοτρίωση της σημερινής κοινωνίας μπορεί κάλλιστα να ανήκει στο ρεύμα του κοινωνικού αναρχισμού και το ανάποδο.
Επίσης το πρόταγμα μιας αναρχικής κομμουνιστικής κοινωνίας δεν αρκεί για να θεωρηθεί κάποιος αναρχοκομμουνιστής. Οι ιλλεγκαλιστές οπαδοί για παράδειγμα της “προπαγάνδας μέσω της δράσης” πολλές φορές αναφέρουν ως στόχο τους την αταξική κομμουνιστική κοινωνία, θεωρούν ωστόσο ότι αυτή θα επιτευχθεί μέσα από ενέργειες ένοπλης βίας. Το αναρχοκομμουνιστικό ρεύμα αντίθετα υποστηρίζει ως μέσο δράσης τη δουλειά των αναρχικών μέσα στον κόσμο της εργασίας, μέσα στα συνδικάτα.
Το σύνολο του ρεύματος του κοινωνικού αναρχισμού επίσης υιοθετεί δομές οργάνωσης με μέλη, γραπτές αρχές και αμεσοδημοκρατική λειτουργία λήψης αποφάσεων. Αντίθετα οι αφορμαλιστικές οργανώσεις που λειτουργούν χωρίς μέλη, οργανωτικές δομές και συγκεκριμένες διαδικασίες λήψης αποφάσεων δεν αποτελούν τμήμα της παράδοσης του κοινωνικού αναρχισμού αλλά ορισμένων τάσεων της εργατικής αυτονομίας και της λεγόμενης “νέας αναρχικής σχολής” που δίνει έμφαση στο ατομικό βίωμα, τη δημιουργία απελευθερωμένων ζωνών εντός του υπάρχοντος συστήματος, τη διάδοση μιας εναλλακτικής αντιεξουσιαστικής κουλτούρας, κλπ. Στοιχεία που χωρίς να είναι αρνητικά καθεαυτά αν δε συνδέονται με την παρέμβαση μέσα στο εργατικό κίνημα καταλήγουν απλά ένα ακόμα νεολαιίστικο lifestyle

Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι όλα τα ρεύματα του παραδοσιακού αναρχισμού ( με εξαίρεση τους ιλλεγκαλιστές ) έχουν ως βασική τους προτεραιότητα τη συνδικαλιστική δράση μέσα στους χώρους δουλειάς με τον αναρχοσυνδικαλισμό να προσδίδει απλώς μια ιδιαίτερη βαρύτητα στις κοινωνικές οργανώσεις των εργαζομένων έναντι των ειδικών πολιτικών ομάδων.

Βιβλιογραφικές αναφορές
Bacounine M., ( 2009 ) Για την ελευθερία του καθενός και την ισότητα όλων, Αθήνα, Καινά Δαιμόνια.
Μπούκτσιν, Μ. ( 2005 ) Κοινωνικός ή Lifestyle Αναρχισμός: Ένα αγεφύρωτο χάσμα, Εκδόσεις Ισνάφι.

Πολύ κατατοπιστικό για τη διάκριση ανάμεσα στην “παλιά” και τη “νέα” αναρχική σχολή ή αλλιώς τους αναρχικούς με κεφαλαίο και τους αναρχικούς με μικρό άλφα ( πρόκειται για μια διάκριση ανάλογη με αυτήν του Μπούκτσιν ανάμεσα στον κοινωνικό και το lifestyle αναρχισμό: Μπούκτσιν, 2005 ) που συζητάμε εδώ είναι το παρακάτω άρθρο ενός μέλους της αναρχοκομμουνιστικής NEFAC http://ngnm.vrahokipos.net/home/2011-04-09-12-18-07/276-2011-08-16-10-57-00.html Χαρακτηριστικό της σύγχυσης που επικρατεί στην Ελλάδα είναι ότι του κεφαλαίου Α υπεραμύνονται ομαδοποιήσεις ( που βάση της παραπάνω κατηγοριοποίησης ανήκουν στη νέα σχολή των αναρχικών με μικρό άλφα ) οι οποίες έχουν δημιουργήσει μια αντι-συνδικαλιστική “παράδοση” στη βάση της οποίας “οι αναρχικοί δε θέτουν αιτήματα προς το κράτος και το κεφάλαιο” η οποία εκτός του ότι διαστρέφει την ιστορία των αναρχικών οδηγεί μέσω μιας υπερεπαναστατικής ρητορικής στο ρεφορμισμό όπως πολύ εύστοχα καταδεικνύει ο συγγραφέας του ανωτέρω άρθρου.

ΠΗΓΗ:http://omniasuntcommunia3.blogspot.gr/2012/04/blog-post_6948.html?q=αναρχισμος+και+αναρχοσυνδικαλισμος

* το κειμενο πρωτοδημοσιευθηκε  στο 3ο τευχος του περιοδικου ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ-εκδοση της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΗΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ