Γιατί ο κόσμος είναι όλο και πιο πεινασμένος; Επειδή οι μικροί αγρότες χάνουν την πρόσβαση στις γεωργικές εκτάσεις. Σύμφωνα με την GRAIN, διεθνή μη κερδοσκοπική οργάνωση για την υποστήριξη των μικρών αγροτών, οι μικροί γεωργοί συνήθιζαν να παράγουν το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων, ωστόσο, πλέον κατέχουν μόλις το 25% της γεωργικής γης. Τα εταιρικά και εμπορικά καλλιεργήσιμα εδάφη, οι μεγάλες επιχειρήσεις βιοκαυσίμων και οι κερδοσκόποι εκτοπίζουν τους μικρούς γεωργούς από τη γη τους.
«Οι μικροί γεωργοί χάνουν της γη τους με αυξανόμενους ρυθμούς. Πρόκειται για μια αγροτική αντι-μεταρρύθμιση» εξηγεί ο Henk Hobbelink, συντονιστής της GRAIN. «Η συντριπτική πλειοψηφία των οικογενειών που ασχολούνται με την αγροτική παραγωγή κατέχουν σήμερα λιγότερα από δυο εκτάρια γης για τις καλλιέργειες τους και το μερίδιο αυτό συρρικνώνεται συνεχώς» τονίζει μιλώντας στο IPS. «Αν δεν γίνει κάτι δραστικό για να αντιστραφεί αυτή η τάση, ο κόσμος θα χάσει κάθε ικανότητα να θρέφει τον εαυτό του».
Η έκθεση της GRAIN «Hungry for Land» («Πεινασμένοι για Γη») περιλαμβάνει νέα στοιχεία που δείχνουν ότι οι μικρές καλλιέργειες καταλαμβάνουν λιγότερο από το 25% της καλλιεργήσιμης γης παγκοσμίως και μόλις το 17% αν εξαιρεθούν οι αντίστοιχες εκτάσεις σε Ινδία και Κίνα. Παρ’ όλα αυτά οι μικροκαλλιεργητές εξακολουθούν να παρέχουν το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής τροφίμων καθώς είναι πολύ πιο παραγωγικοί από τους μεγάλους εταιρικούς συνεταιρισμούς.
Σύμφωνα με τις καταγραφές της έκθεσης αν όλοι οι εκμεταλλευτές γης στην Κεντρική Αμερική έφταναν σε παραγωγικότητα τους μικροκαλλιεργητές η περιοχή θα παρήγαγε τρεις φορές περισσότερο φαγητό.
«Κάθε μέρα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με απέλαση από τη γη μας. Είναι κάτι που γίνεται συστηματικά» δηλώνει η Μαρίνα Ντος Σάντος, μέλος του Εθνικού Συντονισμού του Κινήματος των Ακτημόνων της Βραζιλίας. «Θέλουμε γη για να ζούμε και να παράγουμε. Αυτό είναι το δικαίωμά μας και το διεκδικούμε ενάντια στην αρπαγή της γης από τις μεγάλες εταιρείες που το μόνο που επιδιώκουν είναι η κερδοσκοπία».
Το 2014 είναι το Παγκόσμιο Έτος της Αγροτικής Οικογένειας και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών για τη Διατροφή και τη Γεωργία (FAO) καθώς και πολλοί ειδικοί αναγνώρισαν τη σημασία των μικρών γεωργικών επιχειρήσεων για τη σίτιση του κόσμου. Ωστόσο, υπερεκτιμούν την έκταση που καλλιεργείται από μικροκαλλιεργητές.
«Δεν μπορούσα να πιστέψω στα αυτιά μου όταν ο FAO ανακοίνωσε ότι οι μικροκαλλιεργητές διαχειρίζονται το 70% του συνόλου των γεωργικών εκτάσεων. Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εμπειρία της GRAIN, δήλωσε ο Hobbelink.
Οι ερευνητές της οργάνωσης έψαξαν μέσα σε βουνά δεδομένων σε όλες της χώρες καθώς και τις ίδιες τις στατιστικές του FAO αναζητώντας τους ιδιοκτήτες των γεωργικών εκτάσεων. Σε αρκετές χώρες είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς το ιδιοκτησιακό καθεστώς των αγροτικών εκτάσεων ενώ υπάρχουν και διαφορετικοί ορισμού για το πως προσδιορίζεται μια μικρή φάρμα ή ένα οικογενειακό αγρόκτημα. Μερικά γιγαντιαία εταιρικά αγροκτήματα θεωρούνται οικογενειακές επιχειρήσεις.
«Η έκθεσή μας περιγράφει πώς κάναμε την ανάλυσή μας. Ελέγξαμε τα ευρήματά μας από διαφορετικές πηγές και τα δικά μας αποτελέσματα είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα από τον αριθμό που δίνει ο FAO, τονίζει Hobbelink.
«Πρόκειται για μια σημαντική έκθεση και καταλήγει σε αντίστοιχα συμπεράσματα με τη δική μας έρευνα» τονίζει ο Frederic Mousseau, διευθυντής της Oakland Institute, ένα think tank με έδρα τις ΗΠΑ που ασχολείται με θέματα γης διεθνώς. «Οι μικροί καλλιεργητές μπορούν να τροφοδοτήσουν τα μελλοντικά εννέα δισεκατομμύρια ανθρώπων στον πλανήτη εάν έχουν τη γη» σημειώνει ο Mousseau στο IPS.
«Το σημερινό παγκόσμιο σύστημα τροφίμων έχει συσταθεί για να παρέχει καύσιμα και τρόφιμα για τις δυτικές αγορές. Όχι για να ταΐζει τους ανθρώπους» σημειώνει.
Η Ζιμπάμπουε είχε επικριθεί σκληρά από τη διεθνή κοινότητα για την ανακατανομή της γης στους μικροκαλλιεργητές το 2000. Τώρα παράγει πάνω από το 90% των τροφίμων που χρειάζεται η χώρα σε σύγκριση με το 60% – 70% που παρήγαγε πριν από το 2000. «Οι περισσότερες γυναίκες κατέχουν πλέον τη γη τους κάτι που είναι κλειδί για την επισιτιστική κυριαρχία» τονίζει η Elizabeth Mpofu, γενική συντονίστρια της οργάνωσης La Via Campesina.
«Από τη στιγμή που ξέσπασε η επισιτιστική κρίση του 2008 – 2009 από τη Wall Street έως τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα υπήρξε μια βιασύνη να αγοραστούν χωράφια σε όλο τον κόσμο» εξηγεί ο Mousseau. Υπολογίζεται ότι περίπου 250 εκ. εκτάρια στις αναπτυσσόμενες χώρας κατέληξαν στα χέρια εταιρειών μεταξύ του 2000 και του 2011. Το ίδιο συνέβη στις ΗΠΑ.
Σε πολλές περιοχές του κόσμου η τιμή της γης ανέβηκε κατακόρυφα ωθώντας πολλούς αγρότες να την εγκαταλείψουν. «Στις ΗΠΑ το μεγαλύτερο ποσοστό εκτάσεων ανήκει σε εταιρικά συγκροτήματα που προσλαμβάνουν εργάτες και όχι αγρότες» σημειώνει ο Mousseau.
Οι επενδυτές βλέπουν τη γη ως μια ασφαλή επένδυση ειδικά στις ΗΠΑ που δίνονται μεγάλες επιδοτήσεις στις καλλιέργειες. Ως αποτέλεσμα ένα κεφάλαιο περίπου 10 δισ. δολαρίων είναι έτοιμο να επενδυθεί στην αγορά γης, σύμφωνα με την έκθεση του Oakland Institute «Down on the Farm» («Κάτω στα χωράφια»). Επιπλέον τονίζεται ότι κατά τα επόμενα 20 χρόνια, περίπου 400 εκ. στρέμματα ή περίπου το ήμισυ του συνόλου των γεωργικών εκτάσεων των ΗΠΑ, θα αλλάξουν χέρια όταν η σημερινή γενιά θα αρχίσει να συνταξιοδοτείται. «Οι επενδυτές περιμένουν ανυπόμονα να αγοράσουν» καταλήγει η έκθεση.
Σύμφωνα με τον Mousseau αυτά θα είναι άσχημα νέα για την παραγωγή τροφίμων, τη γεωργία, το περιβάλλον και την οικονομία. «Οι ΗΠΑ αλλά και πολλές άλλες χώρες κάνουν προπαγάνδα ότι η εμπορική, μεγάλης κλίμακας γεωργία θα ταΐσει τον κόσμο, θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας και θα συμβάλει στην ανάπτυξη της οικονομίας. Αντ’ αυτού οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να ευνοούν τους μικρούς αγρότες κι όχι τις εταιρείες».
«Τα στοιχεία πολλών μελετών δείχνουν ότι οι μικροί γεωργοί παράγουν περισσότερα τρόφιμα με πιο οικολογικό τρόπο που δεν βλάπτει το έδαφος και το νερό και με πολύ χαμηλότερες εκπομπές CO2» σημειώνει ο Hobbelink. «Οι μικροί γεωργοί δίνουν σε κάθε εκτάριο της πολύτιμης γης τους όλη την προσοχή και τη φροντίδα τους».
Πηγή: tvxs.gr