Αρχείο κατηγορίας Αναλύσεις

Συνέλευση Αναρχικών για την Κοινωνική & Ταξική Αντεπίθεση:Προγράμματα Voucher ή αλλιώς πώς η κρίση γίνεται ευκαιρία για τα αφεντικά

piramideIWW-3Τα τελευταία χρόνια ζούμε σε μια περίοδο συνολικής συστημικής κρίσης (οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής, οικολογικής και γενικότερα αξιακής). — Οι κρίσεις είναι δομικό στοιχείο του καπιταλισμού, ο οποίος τις γεννά και προσπαθεί να τις διαχειριστεί και να αναπαραχθεί, βγαίνοντας από αυτές με ενδυναμωμένες τις δομές του. — Στο πλαίσιο της διαχείρισης της παρούσας κρίσης από το κράτος, είναι και η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, η υποτίμηση της μισθωτής εργασίας και η προσπάθεια για την πλήρη κατάτμηση της εργατικής τάξης. — Και όλα αυτά πάντα προς όφελος του κεφαλαίου, δηλαδή την προστασία του και την ενίσχυσή του όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα όταν το καπιταλιστικό σύστημα βρίσκεται σε αδιέξοδο. Παράλληλα με την κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας, ως αποτέλεσμα των παραπάνω, έχουμε και την εμφάνιση διαφόρων προγραμμάτων με στόχο την καταπολέμησής της (μόνο τέτοια δεν είναι). Πρόσφατα παραδείγματα αποτελούν τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας και τα πρόγραμματα “επιταγής επαγγελματικής κατάρτισης” (γνωστά και ως voucher). Υπάρχουν τρία προγράμματα voucher και αφορούν τους άνεργους από 18 μέχρι 64 ετών. Μέσω αυτών, κατανέμονται οι άνεργοι-ες που θα επιλεγούν από τον ΟΑΕΔ βάσει μοριοδότησης, σε ιδιωτικές επιχειρήσεις και αφού πρώτα εκπαιδευτούν για 80 ώρες στο αντίστοιχο αντικείμενο στα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΚΕΚ). Η εργασία δεν ξεπερνά τους 5 μήνες (μέσω σύμβασης “ειδικού σκοπού”), ενώ ο “ωφελούμενος” πληρώνεται μέσω ΕΣΠΑ εν είδει επιδόματος, χωρίς να επιβαρύνεται ο εκάστοτε εργοδότης, το οποίο δίνεται σε 2 ή 3 δόσεις και πολλές φορές μήνες αφού έχει πάψει να εργάζεται. Σε περίπτωση δε καθυστέρησης καταβολής του επιδόματος ο “ωφελούμενος” δεν μπορεί νομικά να διεκδικήσει τα χρήματα που του ωφείλονται. Η αμοιβή του ανέργου μηνιαία κυμαίνεται στα 460 και 400 ευρώ για πτυχιούχους και μη αντίστοιχα, ενώ δε δικαιούται συντάξιμα ένσημα παρά μόνο του παρέχεται στοιχειώδης έως μηδαμινή ιατροφαρμακευτική κάλυψη. Επιπλέον ως μη εργαζόμενος εξαιρείται από όλα τα εργασιακά δικαιώματα όπως άδειες, επιδόματα, δώρα κλπ και φυσικά αποκλείεται από το δικαίωμα συμμετοχής σε απεργία. Μπορεί να λείψει το 10% των συνολικών ωρών με σοβαρή αιτιολόγηση και το 20% των ωρών σε περίπτωση σοβαρού ιατρικού προβλήματος, αλλά δεν πληρώνεται για τις απουσίες του και απολύεται χωρίς καμία αποζημίωση ή πληρωμή των δεδουλευμένων σε περίπτωση υπέρβασης των παραπάνω ορίων. Σε όλα τα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και ο ρόλος των ΚΕΚ ως μεσαζόντων/δουλεμπόρων μέσω της επιδότησης που λαμβάνουν στα πλαίσια των προγραμμάτων αυτών. Είναι μάλιστα τόσο μεγάλο το φαγοπότι, αφού από τα 7000 ευρώ που επιδοτούνται για κάθε “ωφελούμενο” τα 5400 πάνε κατευθείαν στα ΚΕΚ, ενώ μόλις τα 1600 πάνε στον “ωφελούμενο”. Δεν είναι λίγες οι καταγγελίες σχετικά με τις μεθόδους που χρησιμοποιούν τα ΚΕΚ ώστε να δεσμεύουν τους ανέργους και να καταρτιστούν εκεί. Υπάρχουν καταγγελίες ανέργων ότι δέχονται τηλεφωνήματα από ιδιωτικά ΚΕΚ με την πρόφαση ότι έχει ξεκινήσει ένα πρόγραμμα (χωρίς να ισχύει κάτι τέτοιο) και να μπουν στη σελίδα τους για να συμπληρώσουν τα στοιχεία τους με σκοπό να τα αποσπάσουν ή ότι μόνο μέσω των συγκεκριμένων ΚΕΚ μπορούν να αιτηθούν τη συμμετοχή τους.  Είναι ξεκάθαρο ότι έχουμε την εμφάνιση ενός νέου οργανωμένου σχεδίου που περιλαμβάνει τη θεσμική κατηγοριοποίηση κυρίως των νέων ως μία κατηγορία εργαζομένων χωρίς εργασιακά δικαιώματα και τη δουλική εργασία ως κανονικότητα. Προφανώς τα voucher δεν αφορούν στην καταπολέμηση της ανεργίας, αντιθέτως την ανακυκλώνουν . Οι εργαζόμενοι στα προγράμματα αυτά έρχονται να καλύψουν τις θέσεις των απολυμένων από τον ιδιωτικό τομέα και τις θέσεις των υπο διωγμό δημοσίων υπαλλήλων. Από την άλλη πλευρά, η ρητορεία της κυριαρχίας περί ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας / ανταγωνιστικότητας αποτελεί την αφορμή για την στήριξη των αφεντικών και του κεφαλαίου μέσω της περαιτέρω μείωσης του εργασιακού κόστους στην παραγωγή.
Η πραγματική στόχευση αυτών των προγραμμάτων είναι η δημιουργία ενός ευέλικτου και απασχολήσιμου εργατικού δυναμικού που θα αναζητά πακέτα απασχόλησης και κατάρτισης χωρίς μόνιμη δουλειά και μισθό και χωρίς κανένα εργασιακό δικαίωμα προγενέστερων εποχών. Ταυτοχρόνως, ένα ζήτημα που προκύπτει από την εμφάνιση των προγραμμάτων voucher είναι το πώς η αναδιοργάνωση στον εργασιακό τομέα τείνει να δημιουργήσει μια συνθήκη στην οποία ο συνδικαλισμός θα είναι αδύνατος. Οι απασχολούμενοι στα προγράμματα αυτά τίθενται σε μια κατάσταση διαρκούς εξάρτησης, γεγονός που συντελεί στη διάσπαση των ενιαίων εργατικών στρωμάτων και στη δημιουργία ελαστικών εργαζομένων, μόνων απέναντι στο κεφάλαιο. Βρισκόμαστε δηλαδή μπροστά σε μία προσπάθεια της κυριαρχίας να κατακερματίσει την εργατική τάξη και ο ταξικός αγώνας να μην γίνεται πλέον με όρους συλλογικούς (εργατική τάξη απέναντι στο κεφάλαιο) αλλά με ατομικούς όρους (μεμονωμένος εργάτης απέναντι στο κεφάλαιο), υποτιμώντας ακόμα περισσότερο την εργασία και απαξιώνοντας την κοινότητα των εργατών.  Σε αντίθεση λοιπόν με τις προπαγανδιστικές φανφάρες, θεωρούμε ότι η ένταση της εφαρμογής αυτών των προγραμμάτων και η διαφαινόμενη αναγωγή τους σε κεντρικό μοντέλο διαχείρισης της ανεργίας, αποτελεί ουσιαστικά την προσπάθεια της παραγωγικής αξιοποίησής της από το κεφάλαιο. Ένα σχέδιο που τέθηκε σε εφαρμογή ήδη προ κρίσης και χτύπησε κόκκινο με την έλευση της και κυρίως μετά το 2010 και χαρακτηρίζεται από την επισφαλοποίηση/ελαστικοποίηση της εργασιακής διαδικασίας, ως μια επαναλαμβανόμενη ανά διαστήματα “κατάρτιση” (ή παροχή “κοινωφελούς έργου”) που απασχολεί την “ανενεργό” εργατική δύναμη.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να αντιληφθούμε ότι ζούμε μια νέα εργασιακή συνθήκη και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπιστεί από τους από τα κάτω και τους εκμεταλλευόμενους. Ενάντια στη διάσπαση, τη μερικοποίηση και τον κατακερματισμό της εργατική τάξης να απαντήσουμε με αυτοοργανωμένες και αδιαμεσολάβητες δομές συλλογικής δράσης. Με τη συμμετοχή σε σωματεία βάσης ανέργων και λαϊκές συνελεύσεις ώστε να οικοδομηθεί ένα μέτωπο αγώνα και αλληλεγγύης, ικανό να οργανώσει τις άμυνες στη νέα επίθεση της εξουσίας και των αφεντικών. Για την ανατροπή των σχέσεων εκμετάλλευσης και εξουσίας και το χτίσιμο ενός νέου κόσμου ισότητας, αλληλεγγύης και ελευθερίας όπου η εργασία δεν θα είναι μια συνθήκη εξαναγκαστικής επιβίωσης αλλά μια δημιουργική κοινωνική διεργασία.

ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΨΑΧΝΕΙΣ ΓΙΑ ΔΟΥΛΕΙΑ-ΚΑΜΙΑ ΕΙΡΗΝΗ ΜΕ ΤΑ ΑΦΕΝΤΙΚΑ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ-ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΣΗ-ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΠΟΙΗΣΗ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Συνέλευση Αναρχικών για την Κοινωνική & Ταξική Αντεπίθεση

αναδημοσίευση απο: https://saktapatra.wordpress.com/

Aριστερός πατριωτισμός: τραγωδία ή φάρσα;

newego_LARGE_t_1101_54461917

 

Πίσω στο 2012, σε μια εκδήλωση για την ”άνοδο του φασισμού” και την έκπληξη αρκετών γύρω από αυτό το φαινόμενο, είχε ειπωθεί ανάμεσα στα άλλα πως η αριστερά δεν πρέπει να αφήσει το έθνος στους φασίστες και τους ακροδεξιούς. Και πως το έθνος είναι άλλο ένα σημείο πάλης όπου οι αριστεροί πρέπει να παρέμβουν και να του προσδώσουν διαφορετικό, φιλολαϊκό, νόημα.

Το παραπάνω είναι ενδεικτικό μιας γενικότερης πολιτικής αντίληψης που επικρατεί σε κομμάτια της αριστεράς, ενσωματωμένα πλήρως εδώ και πολλές δεκαετίες στο Κράτος με διάφορους τρόπους. Μια πατριωτική, εθνικιστική αντίληψη που εκπορεύεται (και) μέσα από την ιστορική πρόσδεσή της στους αστικούς θεσμούς. Πως αλλιώς θα αντιλαμβανόταν το έθνος ως κάτι που είναι προς διεκδίκηση από τους φασίστες και τους ακροδεξιούς.

Και αν τότε, αυτή η θέση, αποκρούστηκε από τοποθετήσεις που την αποδόμησαν, σήμερα έρχεται να εισβάλει στην ‘’κεντρική πολιτική ατζέντα’’ και να δικαιωθεί πανηγυρικά.

Η αριστερά που εγκόλπωνε τέτοιες θέσεις είναι πλέον η εξουσία του τόπου και το έθνος απέκτησε την πλατιά αριστερή του νομιμοποίηση.

Έτσι, από τη μια, η ακροδεξιά πατερίτσα των ΑΝΕΛ, ο Καμμένος στο υπουργείο άμυνας και τα στεφάνια στα Ίμια, και από την άλλη οι κυβερνητικές συγκεντρώσεις στήριξης της εθνικής διαπραγμάτευσης.

Η διαδικασία απόσπασης της συναίνεσης στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των αφεντικών, δεν ολοκληρώθηκε με την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σε κυβέρνηση και το ξεπέρασμα της κρίσης της αντιπροσώπευσης και του τέλους της μεταπολίτευσης. Αντίθετα, βρίσκεται σε μια διαρκή διαδικασία όξυνσης του πατριωτισμού με ‘’αριστερό πρόσημο’’. Σε αυτό το σχέδιο επιστρατεύτηκε τόσο το θέαμα και η αριστοτεχνική μετεκλογική προπαγάνδα της κυβέρνησης όσο η δομημένη από καιρό εθνικιστική ρητορική του ‘’Έθνους υπό νέα γερμανική κατοχή’’ κ.ο.κ.

Έτσι, ο υπουργός Οικονομικών μετατράπηκε σε εθνικό λαϊκό-pop σύμβολο αγώνα ενάντια στους ξένους κατακτητές συμπυκνώνοντας θεαματικά την εθνική ονείρωξη των μεσαίων και μικρομεσαίων τάξεων.

Αντίστοιχα ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών μετατράπηκε σε σύμβολο ‘’λαομίσητο’’ παρουσιαζόμενος ως ναζί που θέλει την καταστροφή της χώρας.

avgi1_3 (1)

Με αυτό τον τρόπο, τόσο η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε πιστή στις προεκλογικές της δεσμεύσεις για ‘’διαπραγμάτευση’’ όσο απέκτησε ευρεία λαϊκή νομιμοποίηση η πολιτική ατζέντα των αφεντικών ενδυόμενη τα εθνικά συμφέροντα.

Η πρώτη φιλοκυβερνητική συγκέντρωση της μεταπολίτευσης που πραγματοποιήθηκε στις 5/2, είχε ως άξονα την κυβερνητική ατζέντα της διαπραγμάτευσης με κεντρικό σύνθημα «Δεν εκβιαζόμαστε, δεν υποκύπτουμε, δεν φοβόμαστε, δεν κάνουμε πίσω, νικάμε». Εννοώντας πως η ελληνική κυβέρνηση και ο λαός δεν εκβιάζονται αλλά ενωμένοι νικάνε, ως απάντηση στους ‘’εκβιασμούς του τραπεζίτη Ντράγκι’’ και της ΕΚΤ.

Η ουσία, βέβαια, βρίσκεται μακριά από το θέαμα: στον ανταγωνισμό των αφεντικών για πιο πλάνο ανάπτυξης θα επικρατήσει στην Ε.Ε: η συνέχιση της σφιχτής λιτότητας, με κύριο εκφραστή την γερμανική αστική τάξη , που εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντά της ή η φιλανθρωπική ανακούφιση των …λαών από την ‘’ανθρωπιστική κρίση’’ και η χαλάρωση της τόσο σφιχτής λιτότητας που εξυπηρετεί τα συμφέροντα άλλων αστικών τάξεων στον ανταγωνισμό τους με τη γερμανική -της ελληνικής συμπεριλαμβανομένης (πάντα στο πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο της Ε.Ε).

Σε κάθε περίπτωση υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής και δεν είναι άλλος από αυτόν της σφοδρής ταξικής υποτίμησης των εργατών πανευρωπαϊκά, έτσι όπως εμείς τη ζήσαμε τα τελευταία χρόνια της εν ελλάδι εκδοχής της καπιταλιστικής κρίσης.

Οπότε είναι απορίας άξιο ποιο ήταν το περιεχόμενο και οι επιδιώξεις των φιλοκυβερνητικών που κατέβηκαν στο σύνταγμα και θα ξανακατέβουν στις 11/2 εφόσον δεν είναι έλληνες (sic) τραπεζίτες.  Είναι δε χαρακτηριστικό πως το κάλεσμα της συγκέντρωσης της 5/2 δημοσιεύτηκε ακόμα και στον καθεστωτικό ηλεκτρονικό τύπο, όπως το έθνος και η ναυτεμπορική.

Η απάντηση είναι πως δεν χρειάζεται να εξεταστεί το καθορισμένο πολιτικό πλαίσιο μιας πράξης και σε τι ακριβώς αυτή προσφέρει υποστήριξη και νομιμοποίηση.

Αρκεί η συναισθηματική επίκληση στις αξίες του έθνους-κράτους, η θυματοποίηση του λαού, η ιστορικιστική αναβίωση των ναζί κατακτητών στα πρόσωπα της γερμανικής κυβέρνησης και βέβαια, το γνήσιο μικροαστικό ένστικτο επιβίωσης, που αγωνιά για την τύχη του ελληνικού κεφάλαιο-κρατικού σχηματισμού και τις προσοδικές κοινωνικές σχέσεις που αυτός εκφράζει και διατηρεί, προκειμένου 7-8 χιλιάδες κόσμου να συγκεντρωθούν έξω από τη βουλή σε μια αναβίωση των αγανακτισμένων. Αυτή τη φόρα, όμως, όχι ενάντια των κακών πολιτικών -μιας και τώρα έχουμε την καλή αριστερή κυβέρνηση, αλλά ενάντια των κακών ξένων δυναστών του έθνους που δεν αφήνουν τις τράπεζές μας να πάρουν ανάσα και υπέρ της κυβέρνησης που προσπαθεί να δώσει τέρμα στα βάσανα του λαού.

Ο Μαρξ έγραψε, συμπληρώνοντας τον Χέγκελ, πως η ιστορία επαναλαμβάνεται πρώτα ως τραγωδία και ύστερα ως φάρσα. Δεν ξέρουμε σε πιο στάδιο επανάληψης της ιστορίας του αριστερού πατριωτισμού είμαστε, αυτό της τραγωδίας ή της φάρσας. Σε κάθε περίπτωση η εποχή για τέτοιου είδους νομιμοποίηση του εθνικισμού είναι εξαιρετικά επικίνδυνη.

Γιατί αν τα ‘’μνημόνια’’, η καταγγελία τους και ο ‘’αντιμνημονιακός αγώνας’’ ήταν το πρώτο μέρος ενός αριστερού πατριωτισμού, η κυβερνητική στήριξη στις εθνικές διαπραγματεύσεις υπέρ της λαϊκής κυριαρχίας και η υπαναχώρηση της ταξικής ανάλυσης έναντι του διαταξικού χυλού, είναι το δεύτερο μέρος. Συμπληρωματικό του πρώτου, σε κάθε περίπτωση.

Στο πλαίσιο αυτό δεν μπορεί να γίνει κατανοητή, με βάση την ταξική ανάλυση, η διακηρυγμένη συμμετοχή της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στις πατριωτικές συγκεντρώσεις τις 11/2. Εκτός βέβαια και αν τα λαϊκά μέτωπα μπορούν να μεταφραστούν σε πατριωτικά -και κάπως έτσι είναι.

Όπως δεν μπορεί να γίνει κατανοητή η δικαιολόγηση και στήριξη των συγκεντρώσεων αυτών αλλά και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ από κάθε είδους και πολιτικής κατεύθυνσης κομματιών του κινήματος.

Από την άλλη, αναρωτιόμαστε που πήγε η περίφημη αριστερή στροφή της κοινωνίας όταν μπροστά στην εθνική διαπραγμάτευση έφτασαν να συναινούν ακόμα και κομμάτια της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Σαφέστατα, δεν υπήρξε ποτέ μια τέτοια. Αντίθετα βαίνει προς ολοκλήρωση η ιστορική πατριωτική στροφή της αριστεράς. Αναγκαστικά λόγω της ουσιαστικής ενσωμάτωσής της στο Κράτος και της ανάληψης καθηκόντων εξυπηρέτησης των συμφερόντων των αφεντικών. Σε καιρούς βέβαια εξαιρετικά επικινδύνους είτε σε ευρωπαϊκό είτε σε ελλαδικό επίπεδο. Με την ευρωπαϊκή ακροδεξιά να καλπάζει και την εγχώρια να έχει σταθεροποιήσει την ύπαρξή της εκφραζόμενη στα ποσοστά των ναζί σε αυτά του ποταμιού και της νέας δημοκρατίας. Και σε κάθε περίπτωση στην πολιτική των αφεντικών.

Αντιλαμβανόμαστε έτσι, μετά από τη πρόχειρη σκιαγράφηση του υπάρχοντος πολιτικού πλαισίου, πως οι ευθύνες των επιλογών είναι τέτοιες που δεν γίνεται να λαμβάνονται ελαφρά τη καρδία. Στο όνομα μιας λαϊκής κυριαρχίας ενός λαϊκού μετώπου και μιας εθνικής διαπραγμάτευσης ή μιας οπορτουνιστικής παρέμβασης στα κυβερνητικά πλαίσια των φιλοκυβερνητικών συγκεντρώσεων και ”ζύμωσης” στο χύμα. Το κίνημα των πλατειών δεν ήταν αθώο, πόσο μάλλον η ξεκάθαρη εθνικοπατριωτική αναβίωσή του με κρατική επικύρωση.

Η εργατική τάξη πρέπει να αντιληφθεί την ιστορική παγίδα των αφεντικών και να μην συναινέσει στην πατριωτική διέξοδο από την κρίση προς την ανάπτυξη. Γιατί εκεί δεν υπάρχει τίποτα πέρα από την έρημο της σκληρής εκμετάλλευσης και της αβίωτης κοινωνικής συνθήκης για κάθε προλετάριο και προλετάρια.

Το οργανωμένο πολιτικά και συνδικαλιστικά κομμάτι της εργατικής τάξης, πιστό σε μια αντικαπιταλιστική και αντικρατική κατεύθυνση οφείλει να καταδείξει τους κινδύνους και τις αντιφάσεις της συγκυρίας και να δουλέψει για την κοινωνική επανάσταση: τη μόνη ρεαλιστική πολιτική.

Μίσος Ταξικό

http://www.provo.gr/aristeros-patriotismos-tragodia-h-farsa/

Παραμύθι η αύξηση του βασικού μισθού στα 751 ευρώ!

484157_494442360593619_687319240_nΠροεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιξε πολύ με το χαρτί της επαναφοράς του κατώτατου μισθού της ΕΓΣΣΕ (Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας) από 586 σε 751 ευρώ και μετεκλογικά συνεχίζει να παίζει με το ίδιο χαρτί, με δηλώσεις ότι είναι μέσα στις προτεραιότητες της κυβέρνησης.
 

Τα κυβερνητικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και ιδιαίτερα ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να επαναφέρουν τον κατώτατο μισθό της ΕΓΣΣΕ στα 751 ευρώ (από 586 για τους εργαζόμενους άνω των 25 ετών και 511 για τους κάτω των 25 ετών). Γιατί στις ΕΓΣΣΕ του 2013 και του 2014, που υπογράφτηκαν από τους αστογραφειοκράτες της ΓΣΕΕ, υπάρχει ρήτρα που προβλέπει ότι σε περίπτωση που καταργηθούν οι διατάξεις με τις οποίες ο κατώτατος μισθός μειώθηκε κατά 22% (32% για τους κάτω των 25) θα γίνουν διαπραγματεύσεις μέσω των οποίων θα καθοριστεί το νέο ύψος του.

Ιδού η ρήτρα που μπήκε στην ΕΓΣΣΕ του 2013: «Περαιτέρω, τα συμβαλλόμενα μέρη ρητώς συμφωνούν ότι, εάν κατά τη διάρκεια ισχύος της παρούσας ΕΓΣΣΕ, με οποιοδήποτε τρόπο αρθεί οποιαδήποτε περιοριστική διάταξη, που έχει επιβληθεί με νομοθετική παρέμβαση στο περιεχόμενο της ΕΓΣΣΕ 2010-2011-2012, τότε θα ξεκινήσουν άμεσες διαπραγματεύσεις για τον καθορισμό των μισθολογικών όρων της ΕΓΣΣΕ, με βάση το πλαίσιο που θα έχει τυχόν διαμορφωθεί».

Η περιοριστική διάταξη που μπήκε στην ΕΓΣΣΕ αναφέρεται στην αρχή της Σύμβασης και είναι η εξής: «Στο περιεχόμενο της ΕΓΣΣΕ, 2010-2012 επιβλήθηκαν νομοθετικές παρεμβάσεις, όπως ενδεικτικά, η μείωση κατά 22% των κατώτατων αμοιβών και κατά 32% για τους νέους, καθώς και η αναστολή ισχύος της ρήτρας για τις τριετίες, ανάμεσα σε άλλα». Αυτές οι εξοντωτικές μειώσεις στην ΕΓΣΣΕ επιβλήθηκαν με την 6η Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (ΦΕΚ 38Α, 28.2.2012).

Επομένως, οι καπιταλιστές του ΣΕΒ και οι αστογραφειοκράτες της ΓΣΕΕ συμφώνησαν ότι σε περίπτωση που καταργηθεί μερικά ή ολοκληρωτικά η 6η Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, δε θα επανέλθει αυτόματα ο κατώτατος μισθός στα 751 ευρώ, αλλά θα γίνουν νέες διαπραγματεύσεις, οι οποίες θα αυξήσουν ελάχιστα τα 586 και 511 ευρώ της ΕΓΣΣΕ, ώστε να υπολείπονται κατά πολύ των 751 ευρώ! Οπως θα δούμε στη συνέχεια, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ έσπευσε να δικαιολογήσει αυτή τη στάση των αστογραφειοκρατών συνδικαλιστών.

Η ρήτρα αυτή μπήκε και στην ΕΓΣΣΕ του 2014, ως άρθρο 5 και όχι ως προοίμιο, με το ίδιο ακριβώς  (και λεκτικά) περιεχόμενο, γιατί προφανώς οι καπιταλιστές και οι αστογραφειοκράτες της ΓΣΕΕ οσφραίνονταν πολιτικές εξελίξεις και κυβερνητική αλλαγή και ήθελαν να προστατεύσουν το νέο πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου από την εργατική κατακραυγή, παίρνοντας πάνω τους την ευθύνη.

Το Σεπτέμβρη του 2014, σχετικά πρόσφατα δηλαδή, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Ι. Παναγόπουλος συναντήθηκε με τον τότε υπουργό Ανάπτυξης της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ Ν. Δένδια. Οταν στη συνέντευξη που δόθηκε ο Παναγόπουλος κλήθηκε να σχολιάσει την υπόσχεση του ΣΥΡΙΖΑ για επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ με νομοθετική ρύθμιση, απάντησε: «Εγώ θα έλεγα ότι η νομοθετική παρέμβαση απαιτείται για την επαναφορά, δίνοντας επίσης κι ένα πολιτικό μήνυμα, αλλά από εκεί και πέρα πρέπει ελεύθερα ν’ αφεθούν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι να συνάπτουν τις συλλογικές συμβάσεις».

Εκανε μια παύση και έσπευσε να διευκρινίσει τι εννοεί με το «από εκεί και πέρα»:«Οπως το πετσόκομμα του κατώτερου μισθού με νόμο προκάλεσε σοκ, ενδεχομένως και η επαναφορά με νόμο να προκαλέσει άλλο σοκ που δεν ξέρω αν η αγορά εργασίας μπορεί να το αντέξει. Θα έπρεπε όμως να γίνει ως πολιτικό μήνυμα και ας καθίσουμε ταυτόχρονα και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».

Δεν παρέλειψε να πετάξει και τη μπηχτή του στο ΣΥΡΙΖΑ: «Πολύ φοβούμαι ότι κάποιοι δεν ξέρουν και την πραγματικότητα στην αγορά εργασίας». Εσπευσε δε να εξηγήσει τι εννοεί: «Και εάν βρισκόταν κάποιος κι έλεγε να κάνουμε 1.000 ευρώ τον κατώτερο μισθό, θα τον πλήρωνε η αγορά; Και σήμερα που είναι 510 για τους νέους μέχρι 24 ετών και 586 από κει και παραπάνω, ξέρετε ότι έχουμε διαρκείς καταγγελίες, ότι δεν τα πληρώνουν οι εργοδότες; Αρα δεν είναι ένας νομικός βολονταρισμός η λύση, η λύση είναι να μπορέσουμε να βρούμε το πραγματικό επίπεδο ισορροπίας που θα δίνει και ανάσα στους εργαζόμενους και θα διατίθενται και πόροι προς την κατανάλωση, αλλά βεβαίως να μπορεί και η αγορά να τους πληρώνει χωρίς να καταστρέφουμε την παραγωγική διαδικασία»!

Θα μπορούσαμε να πούμε πολλά σχολιάζοντας τα λεγόμενα αυτού του ξεδιάντροπου εργατοπατέρα που δεν κρατάει ούτε τα προσχήματα, φτάνοντας στο σημείο να ισχυρίζεται ότι τον κατώτατο μισθό των 751 ευρώ δεν μπορεί να τον πληρώσει η αγορά (δηλαδή οι καπιταλιστές εργοδότες) και πως αν δοθούν τα 751 ευρώ θα καταστραφεί η παραγωγική διαδικασία! Παίρνοντας αφορμή από τα λεγόμενά του ότι η αγορά δεν μπορεί να πληρώσει τα 751 ευρώ και ότι εάν το κάνει θα καταστραφεί η παραγωγική διαδικασία, θυμίζουμε πως η ΕΓΣΣΕ μέχρι τέλος του 2009 κάλυπτε μόνο ένα 15% της εργατικής τάξης, ενώ το 85% καλυπτόταν από τις κλαδικές και άλλου τύπου συμβάσεις. Ο κατώτατος μισθός και το κατώτατο μεροκάματο των κλαδικών συμβάσεων ήταν μεγαλύτερα απ’ αυτά που δίνονταν σύμφωνα με την ΕΓΣΣΕ. Αφού λοιπόν, σύμφωνα με τον Παναγόπουλο, ο κατώτατος μισθός της ΕΓΣΣΣΕ καταστρέφει την παραγωγική διαδικασία, αντιλαμβάνεστε τι θα συνέβαινε αν σήμερα, σε περίοδο κρίσης, οι καπιταλιστές αναγκάζονταν να πληρώνουν το 85% των εργατών και εργαζόμενων με βάση τις κλαδικές συμβάσεις. Γι’ αυτό και ο φίλος των καπιταλιστών, που ενδιαφέρεται πρωτίστως (για να μην πούμε αποκλειστικά) για τα συμφέροντά τους, πέταξε στο πυρ το εξώτερον τις κλαδικές συμβάσεις.

Είναι φανερό ότι το αποτέλεσμα μιας νέας διαπραγμάτευσης των καπιταλιστών του ΣΕΒ και των άλλων τμημάτων της αστικής τάξης με τους εργατοπατέρες τύπου Παναγόπουλου για την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, θα είναι αποτυχημένο. Στην καλύτερη περίπτωση, θα καταλήξουν σε συμφωνία για λίγα ευρώ παραπάνω από τα 586 και 511. Αυτό το γνωρίζει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και γι’ αυτό ανήγγειλε από το βήμα της ΔΕΘ νομοθετική ρύθμιση για την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ.

Η εργατική τάξη δεν πρέπει να δει μόνο το τυράκι. Πρέπει να δει και τη φάκα. Και ποτέ να μην ξεχνάει τα σοφά λόγια του Μαρξ: αντί για το συντηρητικό σύνθημα «ένα δίκαιο μεροκάματο για μια δίκαιη εργάσιμη ημέρα», η εργατική τάξη πρέπει να γράψει στη σημαία της το επαναστατικό σύνθημα «κατάργηση του συστήματος της μισθωτής εργασίας».

ΚΟΝΤΡΑ – ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ 31 ΓΕΝΑΡΗ

Οι εργαζόμενοι ξεπούλησαν τον αγώνα, με ιταμή συναίνεση στον εκβιασμό του Μπακατσέλου!

γράφει η blackgcat

αρχείο λήψης

Σήμερα στα περίπτερα έκανε την επανεμφάνισή της η εφημερίδα Αγγελιοφόρος που είχε αναστείλει την έκδοσή της από τα τέλη του περασμένου χρόνου (12/2014). 

 

Η αναστολή είχε έρθει ως αποτέλεσμα της επίσχεσης εργασίας των 110 εργαζομένων της Εκδοτικής Βορείου Ελλάδος, συμφερόντων των Αλέξανδρου  Μπακατσέλου, Σταύρου Ψυχάρη και Γιώργου Μπόμπολα, που διεκδικούσαν τα δεδουλευμένα 7 μηνών. Η επίσχεση, όμως, διεκόπη από τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων χτες Τρίτη 27 Γενάρη (95 από τους 110 επέστρεψαν στην εργασία τους). 

 

Οι εργαζόμενοι ουσιαστικά δέχτηκαν τον εκβιασμό του Μπακατσέλου, ο οποίος αντί για 7 μηνιάτικα κατέβαλε μόλις δύο μισθούς. Όμως δεν είναι μόνο αυτό που μας κάνει να μιλάμε για υποχώρηση των εργαζομένων. Μακάρι να διαψευσθούμε αλλά με αυτήν την υποχώρηση άνοιξαν την κερκόπορτα για το μαύρο εργασιακό τους μέλλον, εγκαταλείποντας ταυτόχρονα τα όπλα της συλλογικής διεκδίκησης.

 

Η διακοπή της επίσχεσης και η επιστροφή στη δουλειά, υλοποιήθηκε αφού ουσιαστικά παραιτήθηκαν από τις εργατικές τους συλλογικές διεκδικήσεις προς όφελος της εργοδοσίας, και αυτό δεν αποτελεί απλώς συμβιβασμό, αλλά υποταγή στις εργοδοτικές αυθαιρεσίες. Συγκεκριμένα, για να επιστρέψουν στην εργασία, υπέγραψαν ατομικά ιδιωτικά συμφωνητικά που τους δεσμεύουν να άρουν όλες τις κατασχέσεις εις χείραν τρίτων και τις συντηρητικές κατασχέσεις κινητής και ακίνητης περιουσίας, και επίσης, δεσμεύονται και να μην προβούν σε κατασχέσεις για οφειλές. Να σημειώσουμε ότι οι πιστωτές της εργοδοσίας παραμένουν πλήρως οχυρωμένοι και νομικά με προσωρινή διαταγή ενάντια στην εργοδοσία. 

 

Η παραίτησή  τους από αυτό το δικαίωμα σημαίνει ότι στην προδιαγεγραμμένη πορεία της επιχείρησης προς την πτώχευση, δεν θα έχουν κανένα νομικό όπλο να διεκδικήσουν οφειλές της εργοδοσίας προς τους εργαζόμενους. Και μάλιστα συναινούν για την υπαγωγή της εταιρείας στο πτωχευτικό άρθρο 99. Ουσιαστικά, η κακοδιαχείριση της εργοδοσίας μένει στο αλώβητο χωρίς ευθύνες που σκοπεύει να τη βγάλει καθαρή μέσω της πτώχευσης, και που φυσικά εκβίασε τους εργαζόμενους στο να είναι συμμέτοχοι σε αυτό, εγκαταλείποντας τον συλλογικό αγώνα. Η αίτηση για υπαγωγή στο άρθρο 99 που θα συζητηθεί στις 13 Φεβρουαρίου 2015, προβλέπει ξεκάθαρα μαζικές απολύσεις, κρατώντας μόνον 65 άτομα, επί συνόλου 110 μισθωτών.

 

Οι εργαζόμενοι συναίνεσαν επιπλέον να καταργηθεί η τακτική μισθοδοσία και συμφώνησαν στη καθυστερημένη καταβολή μισθών.  Η εργοδοσία του «Αγγελιοφόρου», η οποία υπακούει στις εντολές του Βασίλειου Μπακατσέλου, υιού του βιομήχανου Αλέξανδρου Κ. Μπακατσέλου, αναλαμβάνει, ως συμβαλλόμενη στη συμφωνία, την υποχρέωση αφενός μεν να καταβάλει από τις αρχές Μαρτίου ένα μισθό ανά μήνα σε όλους τους υπαλλήλους, αφετέρου δε να καταθέσει στο τέλος Απριλίου 2015 πρόταση για την εξόφληση των οφειλόμενων μισθών σε δόσεις.

Βάσει των όρων των ιδιωτικών συμφωνητικών, οι εργαζόμενοι αποδέχονται επί της ουσίας τη ρύθμιση της ροής της μισθοδοσίας τους με καθυστέρηση τουλάχιστον 4 μηνών, προσβλέποντας (!) σε ευνοϊκότερους όρους αποπληρωμής κατά τους επόμενους μήνες.

 

Όλα τα παραπάνω δε έγιναν δεκτά από -επιτρέψτε μου τα εισαγωγικά – “συνδικαλιστικά” σωματεία της ΕΣΗΕΜ-Θ, της ΕΠΗΕΘ και της ΕΤΗΠΤ-Θ για λογαριασμό των μελών τους. 
Τονίζουμε ότι το ξεπούλημα του αγώνα δεν έχουν αποδεχθεί περίπου 15 μισθωτοί, οι οποίοι είτε συνεχίζουν την επίσχεση εργασίας είτε έχουν καταθέσει νέες αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων κατά της εταιρίας, ώστε να επιτύχουν την προσωρινή επιδίκαση των μισθών τους.

Στην ανακοίνωση για την σημερινή επανακυκλοφορία της εφημερίδας αναφέρεται ότι: “Έπειτα από σχεδόν 30 ημέρες απουσίας, … απευθύνεται και πάλι στους αναγνώστες της, φιλοδοξώντας να κατακτήσει το μερίδιο αγοράς που έχασε”. Το μερίδιο αγοράς που τόσα χρόνια κατείχε, το καρπώθηκε η οικογένεια Μπακατσέλου με υφαρπαγή της εργατικής δύναμης, και τώρα με το επιχείρημα “καραμέλα” περί κρίσης, οι οικογένειες Μπακατσέλου, Μπόμπολα, Ψυχάρη, θα συνεχίσουν να καρπώνονται αυτά που χρόνια έβγαλαν ξεζουμίζοντας τους εργαζόμενους, και την κρίση θα την πληρώσουν και πάλι οι εργαζόμενοι…. και το χειρότερο; με τη συναίνεση και τις ευλογίες των εργαζομένων.

 

omnia sunt communia

 

Το δίπολο της ταξικής ανισότητας και του κατασταλτικού κράτους

Αναδημοσίευση από Praxis 

Το δίπολο της ταξικής ανισότητας και του κατασταλτικού κράτους

correll 58 2

 

γράφει η Γεωργία Δούκουρη

 

Οι εργαζόμενοι «χαιρέτησαν» το 2014, και υποδέχτηκαν το νέο έτος με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, με επίθεση του κράτους ως νομιμοποιημένου κατασταλτικού μηχανισμού διαχείρισης των συγκρούσεων για την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων εξουσίας.

 Στις 28/12/2014, ο απεργιακός αγώνας ενάντια στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας[1], έξω από τον Ιανό, δέχτηκε την επίθεση εργοδοσίας και κράτους. Η αγριότητα της επίθεσης των δυνάμεων καταστολής με χρήση χημικών και βία, είχε τη «νομιμοποιητική» του βάση στη μήνυση που κατέθεσε η εργοδοσία του Ιανού. Ακολούθησαν συλλήψεις[2] ως απάντηση στην ενότητα της απεργιακής περιφρούρησης. Η καταστολή συνεχίστηκε έξω από το Α.Τ. Ακροπόλεως, όπου πλήθος είχε συγκεντρωθεί ως αλληλεγγύη στους προσαχθέντες, με νέες συλλήψεις αλλά και βιαιοπραγίες μάλιστα μπροστά στα μάτια δικηγόρων (ΑΔΕΔΥ, ΕΙΝΑΠ, κ.α.)[3].

 

Στις 5/1/2015 επαναλαμβάνεται η ιστορία, αυτή τη φορά με πρωταγωνιστές τους εργάτες της «Γενικής Ανακυκλώσεως Α.Ε.» Είναι δεύτερη φορά μέσα σε διάστημα ενός χρόνου, που οι εργάτες του εργοστασίου πραγματοποιούν δυναμικές κινητοποιήσεις, καθώς η εργοδοσία καθυστερεί την καταβολή δεδουλευμένων που μπορεί να φτάνει μέχρι και τους 8 μήνες, ενώ πάγια διεκδίκησή είναι τα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας[4], η ανανέωση των συμβάσεων, η καταβολή δώρων, κ.α. Η απάντηση της εργοδοσίας στις κινητοποιήσεις, ίδια όπως στην περίπτωση του Ιανού: κατέθεσε μήνυση εναντίον των απεργών (αφού προηγουμένως είχε προσπαθήσει να λειτουργήσει απεργοσπαστικά, φέρνοντας άλλους εργάτες να δουλέψουν στο εργοστάσιο, οι οποίοι όμως αποχώρησαν μετά από συζήτηση με τους απεργούς), και τα ΜΑΤ επιτέθηκαν στην περιφρούρηση. Συνελήφθησαν 33 άτομα, (απεργοί και αλληλέγγυοι/ες), ενώ στις 7/1 αστυνομικοί «επισκέφτηκαν» σπίτια απεργών[5].

 

 Οι δύο αυτές περιπτώσεις, αποτελούν παράδειγμα ενός δίπολου: της αύξησης της ανισότητας, και της οχύρωσης του κατασταλτικού κράτους. Ο κρατικός μηχανισμός εμφατικά τα τελευταία χρόνια, έχει εντείνει τα αντανακλαστικά αντιμετώπισης ενός εσωτερικού «εχθρού». Η εσωτερική καταστολή έχει στη φαρέτρα της τόσο τη σχετική νομιμοποίηση (απόφαση του ΣτΕ για παρακολούθηση με κάμερες πορειών κ.λπ, «κουκουλονόμος», απαγόρευση συναθροίσεων κ.ο.κ.), όσο και εκτελεστικές δυνάμεις κατασταλτικού μηχανισμού (ΜΑΤ, ΥΜΕΤ, ΔΙ.ΑΣ., ΔΕΛΤΑ.). Ο στόχος είναι ένας: η μη όξυνση της αντίδρασης απέναντι στην ραγδαία μεταβολή των κοινωνικών σχέσεων, αποτόκου της ανηλεούς αντεργατικής και αντιλαϊκής επίθεσης. Επιδίωξη είναι η αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων εκμετάλλευσης και η καθυπόταξη των διεκδικήσεων.

 

 Σε συνθήκες κοινωνικού ανταγωνισμού και σύγκρουσης αντιμαχόμενων κοινωνικών ομάδων, το αστικό κράτος ως όργανο του κεφαλαίου εντείνει απροκάλυπτα την καταστολή των εργατικών αγώνων. Οι κινητοποιήσεις ενάντια στην εντατικοποίηση της δουλειάς, και την ελαστικοποίηση της εργασίας, τους πενιχρούς μισθούς, την κατάργηση κεκτημένων όπως η κυριακάτικη αργία, απαντήθηκαν με δακρυγόνα, χημικά, με επιθέσεις κατασταλτικών δυνάμεων κ.λπ. Οι Μονάδες Αποκατάστασης της Τάξης λειτουργούν, όπως νοηματοδοτεί η ονομασία τους: αποκαθιστώντας την κεφαλαιακή «τάξη», όταν αυτή διαρρηγνύεται από τη συλλογική διεκδίκηση, διασφαλίζοντας την εξουσία της αστικής τάξης κανονικοποιώντας την υφαρπαγή της εργατικής δύναμης και των εργατικών δικαιωμάτων.

 

 Η ποινικοποίηση του αγώνα σε τόπους δουλειάς, αλλά και σε συλλογικές εργατικές διεκδικήσεις, επιχειρούν τη διάσπαση της ενιαίας συλλογικής δράσης, με στρατηγικά μηνύματα, που είτε λοιδορούν τον εργατικό αγώνα (π.χ. η απάντηση του Ιανού για τα γεγονότα της 28ης/12 αναφέρεται σε «συνδικαλιστές ανταγωνιστικών βιβλιοπωλείων»), είτε περνούν στο συλλογικό φαντασιακό ότι η αντίσταση είναι και παράνομη, καταφεύγοντας στην αστική δικαιοσύνη με μηνύσεις. Αρωγός στην προσπάθεια αυτή, είναι και τα Μ.Μ.Ε. Για παράδειγμα και εξετάζοντας τις παραπάνω περιπτώσεις, τα ΜΜΕ, έχουν εξαρχής τοποθετηθεί υπέρ του αιτήματος του κεφαλαίου για την κυριακάτικη εργασία, και η όποια προσπάθεια αντίστασης σε αυτή αναπαράγεται ως «αντιδημοκρατικό χάπενινγκ»[6].

 

 Στην περίπτωση της καταστολής στη «Γενικής Ανακυκλώσεως Α.Ε.», τα κυρίαρχα Μ.Μ.Ε. σιωπούν. Και η σιωπή λειτουργεί ενισχυτικά της αυταρχικής διαχείρισης των εργατικών αγώνων, καθώς η αποσιώπηση ή διαστρέβλωση για την καταστολή και ποινικοποίηση που αυτοί δέχονται, νοηματοδοτεί μια απόλυτη εξουσία, στην οποία οι διεκδικητές φαντάζουν «ανυπεράσπιστοι». Πώς άλλως να εξηγήσει κανείς τη δήλωση στις 16/1/2015, του απερχόμενου υπ. Δημοσίας Τάξης, κ. Β. Κικίλια, ότι «οι αστυνομικοί δεν οπλοφορούν στις πορείες»;

 

 Το κρατικό μονοπώλιο της βίας, λειτουργεί ως παράγοντας εκφοβισμού απέναντι στη συλλογικοποίηση, καθώς ασκώντας βία προκλητικά ενώ απρόκλητα, ταυτίζει τις διεκδικήσεις με τον «εσωτερικό εχθρό», ένα «εχθρό» που δεν βρίσκει συμμάχους είτε σε μια απολιτίκ κοινωνία ισχνής ταξικής συνείδησης, είτε στην τέταρτη εξουσία που κατά περίπτωση σιωπά, ή στοχοποιεί.

 

 Και όσο βαθαίνει η κρίση, τόσο βαθαίνει και η καταστολή λειτουργώντας ως μηχανισμός διαχείρισης των εργατικών διεκδικήσεων. Και μιας και έχουμε μπροστά μας τις εκλογές της 25ηςΓενάρη, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον το ερώτημα, πως μια εν δυνάμει και αυτοαποκαλούμενη αριστερή κυβέρνηση, θα διαχειριστεί το διαχρονικό δίπολο κοινωνική ανισότητα/καταστολή. Η θεσμική και υλικοτεχνική εξόπλιση των αστυνομικών και όχι ο αφοπλισμός[7], πως θα αντιμετωπίσει άραγε τους «περήφανους φασίστες»[8] των κλιμακίων της ελληνικής αστυνομίας; Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι, μια «αριστερή» κυβέρνηση προασπίζεται το δρόμο της συνέχειας και όχι της ρήξης, συνακόλουθα την αναπαραγωγή κοινωνικών σχέσεων ανισότητας. Και ο μόνος τρόπος επιβολής είναι η κατασταλτική διαχείριση των εργατικών διεκδικήσεων.

 


 

[1] Τον περασμένο Δεκέμβρη πέρασε ως τροπολογία μέσα στον νέο νόμο για το ΕΣΠΑ το άνοιγμα των καταστημάτων «κάθε τελευταία Κυριακή του χρόνου», νομιμοποιώντας έτσι το κυριακάτικο άνοιγμα των καταστημάτων αντί για 7 σε 8 Κυριακές του χρόνου, κατόπιν αιτήματος των επιχειρηματιών του κλάδου. Το ΣτΕ, με προσωρινή του απόφαση τον περασμένο Σεπτέμβριο (2307/14), κρίνει παράνομη την πιλοτική λειτουργία των καταστημάτων και τις 52 Κυριακές του χρόνου σε 10 περιοχές της χώρας, την ακύρωση της οποίας ζήτησαν: ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΣΕΛΠΕ. Οι κινητοποιήσεις ενάντια στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας στην Αθήνα, καλούνται πρωτίστως από το Συντονιστικό Δράσης Ενάντια στην Κατάργηση της Κυριακάτικης Αργίας και τα «απελευθερωμένα» ωράρια, που δημιουργήθηκε μετά από πρωτοβουλία – κάλεσμα του Συλλόγου Υπαλλήλων Χάρτου Αττικής.

 

[2] Πέντε προσαγωγές εκ των οποίων οι τέσσερις μετατράπηκαν σε συλλήψεις (δύο εκ των οποίων αφορούσαν απλούς περαστικών).

 

[3] Να σημειώσουμε ότι η εκδίκαση της υπόθεσης για τις 4 συλλήψεις έξω από το βιβλιοπωλείο Ιανός αναβλήθηκε για τις 18 Φεβρουαρίου 2015, ενώ η εκδίκαση της υπόθεσης για τις 3 συλλήψεις έξω από το ΑΤ Ακροπόλεως αναβλήθηκε επ’ αόριστο.

 

[4] Δύο εργάτες έχασαν τη ζωή τους στο εργοστάσιο τα τελευταία 4 χρόνια, ενώ παρά την ανθυγιεινή εργασία δεν παρέχεται ο κατάλληλος εξοπλισμός.

 

[5]  Μετά από την εξέταση της εργατικής διαφοράς στην Επιθεώρηση Εργασίας στα Άνω Λιόσια  μετά από προσφυγή των απεργών της Γενικής Ανακύκλωσης, της Ένωσης Μεταναστών Εργατών  και του Σωματείου Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ασπρόπυργου-Ελευσίνας, η εργοδοσία δεσμεύτηκε να αποσύρει τις μηνύσεις εναντίον των απεργών που «νομιμοποίησαν» την επίθεση των ΜΑΤ, και υποχώρησε σε αρκετές από τις εργατικές διεκδικήσεις. Οι εργαζόμενοι βρίσκονται σε αναμονή της υλοποίησης των δεσμεύσεων της εργοδοσίας.

 

[6]Αναφορά στην έντυπη έκδοση της Καθημερινής, 30/12/2014 «Αντιδημοκρατικό χάπενινγκ στον «Ιανό» της Σταδίου». Και είναι επίκαιρο το ερώτημα του Μ. Μπρεχτ, «Γιατί να λέμε βίαια τα νερά ενός ποταμού και όχι τις όχθες που τα περιορίζουν;».

 

[7] Σύμφωνα με το Δ.Τ.20/1/2015 για τη συνάντηση αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ με το προεδρείο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων (ΠΟΑΣΥ).

 

[8] Η αναφορά αφορά στη γνωστή υπόθεση των Δοκίμων στη Σχολή της ΕΛ.ΑΣ. που ανέδειξε η καθηγήτρια εγκληματολογίας Αναστασία Τσουκαλά. 

Εργαζόμενοι/ες υπό πίεση: Μικρό αλμανάκ εργατικής εκμετάλλευσης στο χώρο του βιβλίου

Όπως λένε όμως και τα διάφορα νεοφιλελεύθερα τσιράκια των αφεντικών: «η κρίση γεννάει ευκαιρίες». Αυτό που δεν εξηγούν ωστόσο, είναι ότι αυτές οι «ευκαιρίες» δεν έρχονται από τον ουρανό αλλά οικοδομούνται πάνω σε στυγνή εργασιακή εκμετάλλευση.

 

αρχείο λήψης

Ζώντας σε αυτή τη «νέο – Βικτωριανή» εποχή, νομίζεις πως τ’ αφεντικά θέλουν να σε κάνουν να πιστέψεις πως είναι μικροί Θεοί με αποκλειστικά δικαιώματα επί της άθλιας επιβίωσης που έχουν υποβάλλει στους υποτακτικούς τους, τους εργαζόμενους. Ειδικότερα όμως σε «χώρους» που τα αφεντικά πουλάνε και αγοράζουν «πνευματικά αγαθά – προϊόντα», η γκάμα των τρόπων εκμετάλλευσης αλλάζει ανάλογα με την θέση που έχει η κάθε επιχείρηση στον εκδοτικό χώρο και σχετικά με το πόσο αντιπροσωπεύει την υψηλή, τη μαζική, την οποιαδήποτε κουλτούρα.

Αυτοί οι τρόποι εκμετάλλευσης συνδέονται άμεσα και με το εκάστοτε «φαντασιακό» του εργοδότη για τον εαυτό του και την ευγενή τάξη του (ειδικά για τους εκδότες και βιβλιοπώλες, αυτό έχει και μία «αύρα» πνεύματος). Απαιτούν και επιβάλλουν διάφορα στυλ και «φόρμες» λειτουργικής (για αυτούς και τις επιχειρήσεις τους) συμπεριφοράς,  διάφορες νόρμες αξιολόγησης, ελέγχου και πειθάρχησης στο προσωπικό τους. Επίσης, καθορίζουν τις βασικές αρχές του ανταγωνισμού μεταξύ των εργαζομένων τους.

Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα όταν πρόκειται να περάσει κάποιος υποψήφιος  τον Γολγοθά των συνεντεύξεων και των κανιβαλικών τους αξιολογήσεων. Αυτή την εποχή της κρίσης λοιπόν, που είναι περισσότεροι οι άνεργοι οι οποίοι διαγκωνίζονται για μία κακοπληρωμένη θέση  με τις χειρότερες συνθήκες εργασίας και με πολύ χαμηλούς τους γενικότερους όρους ύπαρξης τριγύρω μας, οι περισσότεροι εργαζόμενοι  προσπαθούν να κρατηθούν στην δουλειά τους με κάθε κόστος απέναντι στο αφεντικό και αρκετές υποχωρήσεις σχετικά με τις συλλογικές ταξικές διεκδικήσεις.

Οι εκδόσεις GUTENBERG που είναι γνωστές για το «επίπεδο» των επιλογών και το ακαδημαϊκό προφίλ τους, πρωτοτυπούν και σε αυτό το περιβάλλον της κρίσης. Ενώ οι υπόλοιποι εκδότες, για την επιλογή ενός εξωτερικού πωλητή θα τον εξουθενώσουν με συνεχόμενες συνεντεύξεις – εκθέσεις  μάνατζμεντ, μάρκετινγκ, ανθρωπο-διοίκησης κλπ, οι βαθύτατα πνευματώδεις αυτοί εκδότες/αρωγοί της πνευματικής ανάπτυξης του τόπου μας, βρήκαν κάποιον καλύτερο τρόπο για να αξιολογήσουν τους υποψήφιους  πωλητές τους. Να δίνουν λοιπόν αυτοί οι υποψήφιοι «λιγούρηδες»,  γραπτές εξετάσεις  με θέμα:

«Η συμβολή της ανάγνωσης του ποιοτικού βιβλίου στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας»…

…και τι να πει κάποιος εχέφρων για την κατάντια και την ακαδημαϊκή ξεφτίλα τους, που για να μπορέσει να δουλέψει κανείς άνεργος ως εξωτερικός πωλητής  «ποιοτικών βιβλίων» πρέπει να διαθέτει κρίση (εκτός φυσικά και των πτυχίων, του προφίλ και της προϋπηρεσίας) για τις δοσοληψίες κράτους και αφεντικών και τα σχετικά αποδεικτικά θεωρήματα για όλα όσα συνδέονται με την συνολικότερη μεθόδευση στην  κρατική και ιδιωτική εκπαίδευση, τις βιβλιοθήκες – μίζες, τις γενικότερες και ειδικότερες εκδόσεις  για τους μαθητές, σπουδαστές, φοιτητές  και τους διάφορους ειδικούς, μαζί και με τους γενικότερους  καταναλωτές τους. Για να μπορεί κάποιος να πουλάει σε βιβλιοπωλεία της Αθήνας και της επαρχίας, βιβλία των Πεσσόα, Νίτσε, Τ. Μαν, κ.α., μαζί με επιστημονικά συγγράμματα και βιβλία θα πρέπει να γνωρίζει, πως στην «ιστορία του μέλλοντός» του θα κρίνεται από το αφεντικό με τον τρόπο που θέλει αυτό.

Στον αντίποδα όμως της παραπάνω περίπτωσης των μεγάλων εκδοτών που εμπορεύονται υψηλή κουλτούρα, μεγάλες διασυνδέσεις κλπ,  βρίσκονται οι χειρότερες περιπτώσεις των κάθε λογής καταστημάτων bazaar βιβλίου (Ιανός, mega bazaar, nakas book bazaar, public, Ποθητός κλπ) που φυτρώνουν σαν μανιτάρια κάθε μέρα.

Όλοι αυτοί οι τύποι έχουν εκμεταλλευθεί πλήρως την κρίση που έριξε την τιμή του βιβλίου που (συνήθως) παρέχεται σαν απόθεμα στοκ και πουλάνε τρελά – με ποσοστά κέρδους πολύ μεγάλα. Για τους εργαζόμενους εδώ, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα αφού έχουν να αντιμετωπίσουν αυθαιρεσίες και υπερβολές αρκετά κραυγαλέες. Όπως συνεχόμενα τεστ αξιολόγησης για όλα τα υπερβολικά στα οποία καλούνται να είναι συνεπείς. Μιλάμε για τεστ στους υπολογιστές, στην εταιρική μορφή, στα προϊόντα και στον εταιρικό ανταγωνισμό, συνεχόμενα, απλήρωτα και εκτός ωραρίου. Επίσης η πλειοψηφία των εν λόγω εταιρειών επιβάλει ατομικές συμβάσεις εξαήμερης εργασίας και ελαστικών ωραρίων που δεν αναγνωρίζουν επιδόματα και προσαυξήσεις. Αλλά συνδυάζονται με εκβιαστικούς όρους που αφορούν τον τόπο εργασίας και ποινικές ρήτρες για τα «μυστικά» της εταιρείας. Φυσικά η  αμοιβή για όλα τα παραπάνω διαμορφώνεται, στην καλύτερη των περιπτώσεων, στα κατώτατα όρια της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, ενώ υπάρχει και το σενάριο απουσίας σύμβασης ή μη δήλωσης ενός μέρους του μηνιαίου μισθού, με ότι αυτό συνεπάγεται.

‘Όσον  αφορά την διασφάλιση της  ευλαβικής  τήρησης  του ημερήσιου  πρωτοκόλλου εργασιών που επιβάλλεται από τους εργοδότες προς τους εργαζόμενους, έχουν επινοηθεί διάφοροι τρόποι (επόπτες, mystery shoppers, κάμερες, η ανάσα του αφεντικού) που όλοι όμως συγκλίνουν στο εξής: κάθε εργαζόμενος είναι επιτηρούμενος και υπεύθυνος να δίνει λόγο για οτιδήποτε θελήσει ο εργοδότης και οι σαδιστές μανατζεράδες σύμβουλοι του για την εύρυθμη –όπως την ορίζουν- λειτουργία της επιχείρησης τους. 

Το πρόβλημα εδώ, εντοπίζεται και στην γενικότερη στάση αρκετών εργαζομένων που έχουν αφομοιώσει – προσαρμόσει τον προσανατολισμό και την στάση ζωής  τους πάνω στους στόχους και  το  κέρδος του αφεντικού.Δηλαδή, π.χ. μπορεί να δουλεύουν ώρες παραπάνω απλήρωτα, εκβιάζοντας με την στάση τους και τους υπόλοιπους σε αυτήν την τακτική ή να καθαρίζουν τουαλέτες και να κάνουν γενική καθαριότητα, εξωτερικές δουλειές, ταμείο στο τέλος της βάρδιας και λογιστικές εργασίες καταγραφών οικονομικών στοιχείων, τιμολογίων κλπ, χωρίς  αυτά να προβλέπονται στη σύμβασή τους και φυσικά χωρίς να πληρώνονται. Αρκετοί από αυτούς, έχουν καταπιεί τους χειρότερους εργασιακούς όρους και τις συνθήκες σκληρής εντατικοποίησης στον ημερήσιο όγκο εργασιών κανονικά και με το χρονόμετρο, μαζί και με την απειλή της απόλυσης για κάθε άρνηση στις ακραίες απαιτήσεις των από πάνω.

Όπως λένε όμως και τα διάφορα νεοφιλελεύθερα τσιράκια των αφεντικών: «η κρίση γεννάει ευκαιρίες». Αυτό που δεν εξηγούν ωστόσο, είναι ότι αυτές οι «ευκαιρίες» δεν έρχονται από τον ουρανό αλλά οικοδομούνται πάνω σε στυγνή εργασιακή εκμετάλλευση. Ο χώρος του ξενόγλωσσου βιβλίου είναι η πιο χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση τα τελευταία χρόνια μέσα στον γενικό χώρο του βιβλίου. Η εισαγωγή και εμπορία ξενόγλωσσου βιβλίου μετατράπηκε σταδιακά στην Ελλάδα, από ολιγοπώλιο σε σχεδόν μονοπώλιο, με πρώην μεγάλες εταιρίες να κλείνουν (Ευσταθιάδης, Απόλλωνας) και πρώην μεσαίες (Τσιγαρίδας) να αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ταχύτερα αναπτυσσόμενη επιχείρηση στον χώρο του βιβλίου τα τελευταία χρόνια, τον Τσιγαρίδα, επικρατούν ίσως οι χειρότερες εργασιακές συνθήκες στον χώρο αυτό.

Έτσι, ενώ υπογράφεις ατομική σύμβαση πενθήμερου – οκτάωρου, σου διατυπώνεται ξεκάθαρα από την αρχή ότι «εδώ δουλεύουμε καθημερινά εννιάωρο και δυο Σάββατα το μήνα». Αυτό το ωράριο βέβαια ισχύει για την υπόλοιπη περίοδο, καθώς στην εργασιακή ζούγκλα του σχολικού Σεπτέμβρη, όπου η αποθήκη στον Κολωνό δουλεύει για ένα σχεδόν μήνα σε 24ωρη βάση, κανείς δεν φεύγει πριν το δωδεκάωρο με τον μέσο όρο στις 14-15 ώρες  και φυσικά όλα τα σαββατοκύριακα.

Οι υπερωρίες (πάντα μετά το «συμφωνημένο» εννιάωρο, και στους διανομείς μετά το δεκάωρο!!!) δίνονται ‘’μαύρες’’ με ένα συγκεκριμένο ποσό μεταξύ 3-4 € την ώρα, ανάλογα την ειδικότητα και το αν είσαι μόνιμος ή εποχιακός, ανεξάρτητα αν τις κάνεις μέρα ή νύχτα, καθημερινές ή Κυριακές. Κι αν νομίζει κανείς ότι όλα τα παραπάνω ισχύουν μόνο για έναν μήνα, και τον υπόλοιπο χρόνο τα πράγματα κυλούν ομαλά, είναι γελασμένος. Οι πιέσεις για υπερωρίες, στους μόνιμους πια, υπάρχουν όλο τον χρόνο, καθώς τα άτομα δεν είναι ποτέ αρκετά για τον όγκο δουλειάς που υπάρχει. Όσο για την πληρωμή των υπερωριών εκτός της σχολικής περιόδου του Σεπτέμβρη, η οικογένεια Τσιγαρίδα κάνει όπως λέει και η λαϊκή ρήση τον «κινέζο».

Όπως είναι αναμενόμενο, αυτή η εντατικοποιημένη εργασιακή συνθήκη δημιουργεί εργατικά ατυχήματα, κυρίως στους διανομείς, σπασμένα νεύρα και σώματα που δεν ξεκουράζονται ουσιαστικά ποτέ, ενώ πολλοί εποχιακοί και μη συνάδερφοι που δεν αντέχουν αυτή την ‘’ειδυλλιακή ατμόσφαιρα’’ παραιτούνται. Τέλος, ελάχιστες συμβάσεις μονίμων είναι αορίστου χρόνου, ώστε όλοι να βρίσκονται σε μια εργασιακή ομηρεία χωρίς τα στοιχειώδη δικαιώματα.

 

 

Το θέμα μας δεν είναι όμως μόνο η καταγραφή αυτών που μας κάνουν οι εργοδότες. Σε κάθε περίπτωση θα μπορούσαν -αν ήθελαν- οι περισσότεροι εργαζόμενοι, να δημιουργηθούν μοριακές –στην αρχή – αρνήσεις, αντιστάσεις και αργότερα συλλογικές απαντήσεις και από τους άνεργους υποψήφιους και από τους ήδη εργαζόμενους (…). Αλλιώς δεν θα υπάρξει στο «ιστορικό μας μέλλον» εργασία που να μην έχει γίνει κόλαση…

 

   - Εργαζόμενοι/ες υπό πίεση
pressurized@espiv.net

https://athens.indymedia.org/post/1538944/

Ομάδα Ψυχολόγων για τα 5μηνα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας του ΟΑΕΔ

gerexpres1Το παρόν κείμενο είναι αποτέλεσμα μιας συζήτησης που αναπτύχθηκε μεταξύ ψυχολόγων οι οποίοι εργάστηκαν κατά τα προηγούμενα έτη στα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας του ΟΑΕΔ. Λόγος για να γραφτεί ήταν η ανάγκη να καταθέσουμε την εμπειρία μας και να μοιραστούμε την εικόνα που εμείς είδαμε μέσα από τα προγράμματα αυτά, ως η ελάχιστη κίνηση που μπορούμε να κάνουμε για να εναντιωθούμε στα όσα συμβαίνουν εις βάρος μας.

Αφορμή, στάθηκαν οι εξαγγελίες για τις νέες “θέσεις εργασίας” που έρχονται πάλι μέσω ΟΑΕΔ και η προοπτική που αυτές σκιαγραφούν για όλους όσους ζούμε και εργαζόμαστε σε αυτόν τον τόπο.
Τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας ή αλλιώς 5μηνα του ΟΑΕΔ, ισοδυναμούν με ένα -όχι και τόσο νέο εργασιακό καθεστώς (βλ τα προγενέστερα stage) στο πλαίσιο του οποίου προσλαμβάνονται άνεργοι για να εργαστούν σε διάφορες υπηρεσίες και οργανισμούς για 5 μήνες. Οι άνεργοι μπορεί να είναι πτυχιούχοι οποιασδήποτε ειδικότητας ή απόφοιτοι υποχρεωτικής εκπαίδευσης και δεν υπόκεινται σε κάποιο ηλικιακό όριο, αρκεί να είναι άνω των 18. Επομένως, είναι προγράμματα που απευθύνονται σε όλους και όχι μόνο στους νέους ή στους νεοεισερχόμενους στον εργασιακό στίβο. Οι ψυχολόγοι που συμμετείχαν στα προγράμματα αυτά απορροφήθηκαν από δήμους, σχολεία Α’ βάθμιας και Β’ βάθμιας εκπαίδευσης, διευθύνσεις υγείας, παιδικούς σταθμούς, ΚΑΠΗ κ.α.
Τι σημαίνει 5μηνο για έναν ψυχολόγο;Τα πεντάμηνα απασχόλησαν ψυχολόγους στηριζόμενα στη δημοφιλή, αλλά εσφαλμένη αντίληψη ότι ο ψυχολόγος είναι ένας γιατρός και σαν τέτοιος πρέπει να θεραπεύει προβλήματα μέσα σε λίγες- το πολύ- μέρες. Στη βάση αυτής της λογικής του «χαπιού», οι ψυχολόγοι έπρεπε μέσα σε 5 μήνες να παράσχουν υποστηρικτικό έργο και μάλιστα όχι σε μία, αλλά σε τρεις ή και πλέον διαφορετικές δομές αφού, λόγω των αυξημένων αναγκών, τοποθετήθηκαν σε περισσότερες από μια υπηρεσίες ο καθένας. Μπορούσαμε δηλαδή να δούμε έναν ψυχολόγο να δουλεύει σε πέντε διαφορετικά σχολεία την εβδομάδα, τη στιγμή που οι ανάγκες ενός και μόνο σχολείου απαιτούν από εκείνον/-η καθημερινή παρουσία.
Μπορεί όμως να παραχθεί ουσιαστικό έργο μέσα σε 5 μήνες (4 για την ακρίβεια αν αφαιρέσουμε γιορτές και αργίες) και υπό αυτές τις συνθήκες; Αν υπήρχε έστω και ένας ψυχολόγος στην ομάδα έργου που σχεδίασε τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, είναι βέβαιο ότι θα απαντούσε αρνητικά. Μέσα σε ένα τόσο περιορισμένο και επιβαρυμένο χρονοδιάγραμμα, δεν υπάρχει η δυνατότητα για σχεδιασμό και φυσικά ούτε για υλοποίηση δράσεων, πόσο μάλλον όταν δεν υπάρχει καμία προοπτική παράτασης ή ανανέωσης της συνεργασίας. Ίσως η ανάγκη για περισσότερο χρόνο να ακούγεται παράξενη σε κάποιον ο οποίος δεν εργάζεται στο χώρο της ψυχικής υγείας. Ακούγεται ακόμη και ελιτίστικη ή ειρωνική σε μια εποχή που όλοι και όλα τρέχουν με τρελούς ρυθμούς. Όμως ο χρόνος για τον ψυχολόγο, όπως και για όποιον άλλον καταπιάνεται με επαγγέλματα των ανθρωπιστικών επιστημών, είναι κομμάτι της δουλειάς του, είναι εργαλείο, είναι ό,τι και η άρτια κατάρτισή του και το καθαρό του μυαλό. Ως επαγγελματίες ψυχικής υγείας γνωρίζουμε τον πρωταρχικό ρόλο που παίζει στη δουλειά μας η ανάπτυξη σχέσης με τον αποδέκτη των υπηρεσιών. Η σχέση αυτή δεν μπορεί ούτε να επισπευσθεί ούτε να εξαναγκαστεί εντός της διορίας των 5 μηνών. Δεν είναι λοιπόν υπερβολή να πούμε ότι το επάγγελμα του ψυχολόγου δε χωρά στα 5μηνα διότι το μόνο που μπορείς να αρχίσεις και να τελειώσεις με υπευθυνότητα σε αυτά, είναι μια σειρά ομιλιών και τίποτα παραπάνω.
Η δουλειά στα εν λόγω προγράμματα, επιβαρύνθηκε επιπλέον από την παντελή έλλειψη πλαισίου που κανονικά θα έπρεπε να συνοδεύει την πρόσληψη μας. Ποιος θα ήταν ο ρόλος του ψυχολόγου, οι αρμοδιότητες και οι στόχοι της δουλειάς του ήταν κάτι που δεν το γνώριζε κανείς, ούτε ο ψυχολόγος ούτε ο ίδιος ο φορέας υποδοχής. Στις συμβάσεις δεν διευκρινίστηκε ποτέ το είδος της εργασίας ούτε και το αν ο ρόλος μας θα ήταν διαγνωστικός, θεραπευτικός, συμβουλευτικός κ.ο.κ Κάποιες διευκρινιστικές διατάξεις που στην πορεία εστάλησαν, περιείχαν αφηρημένου τύπου γενικότητες, δυσερμήνευτες και καθόλου βοηθητικές σε πρακτικό επίπεδο. Ποτέ επίσης δεν υπήρξε πρόβλεψη για εποπτεία, έννοια άμεσα συνυφασμένη με το επάγγελμά μας. Ξέρουμε πολύ καλά ότι ο ψυχολόγος δεν λειτουργεί αυτόνομα και όπου κι αν δουλεύει, οφείλει να έχει εποπτεία προκειμένου να παραμένει βοηθητικός για τους ανθρώπους με τους οποίου συνεργάζεται. Το αποτέλεσμα όλων αυτών των ελλείψεων οδήγησε σε μια χαοτική κατάσταση εξαιτίας της οποίας δεν χάθηκε μόνο επιπλέον χρόνος αλλά επιβαρύνθηκε και ο κάθε εργαζόμενος ξεχωριστά. Στην Ελλάδα όπου οι ψυχολόγοι εκλείπουν από τις δημόσιες υπηρεσίες και άρα δεν υπάρχει εμπειρία συνεργασίας και μια πεπατημένη στην οποία θα μπορούσαμε να ανατρέξουμε, ο κάθε ψυχολόγος κλήθηκε να μπαλώσει ο ίδιος την ανοργανωσιά των προγραμμάτων αυτών. Σε αυτήν την προσπάθεια έπρεπε να αντιμετωπίσει τις υπέρμετρες απαιτήσεις του κάθε φορέα υποδοχής αλλά και τις αντιστάσεις που συνεπάγεται η είσοδος μιας νέας ειδικότητας σε χώρους που δεν είχαν συνηθίσει την παρουσία της. Και όπως είναι αναμενόμενο όταν αφήνεις κάποιον ξεκρέμαστο με την οδηγία “κάνε ότι καταλαβαίνεις”, δεν λείπουν ούτε τα λάθη ούτε οι αυθαιρεσίες.
Τι σημαίνει 5μηνο για όλους μας ως εργαζόμενους και ως πολίτες;
Ωστόσο, είναι μυωπικό να κοιτάζουμε τα 5μηνα αποκλειστικά και μόνο από τη σκοπιά ενός ψυχολόγου που εργάζεται σε αυτά. Το θέμα των 5μήνων μας αφορά όλους γιατί έχει προεκτάσεις που μας επηρεάζουν όλους.
Τα 5μηνα του ΟΑΕΔ ισοδυναμούν με μια τεράστια παρανομία από πλευράς κράτους. Χωρίς την ανάγκη πλέον να συγκαλυφθεί η αυθαιρεσία, στο κείμενο της ίδιας της προκήρυξης αναγράφεται επί λέξη ότι οι αμοιβές ορίζονται «α) σε 19,6 ευρώ ημερησίως και όχι μεγαλύτερο από 490,00 ευρώ μηνιαίως για τους ανέργους άνω των 25 ετών και β) σε 17,1 ευρώ ημερησίως και όχι μεγαλύτερο από 427,00 ευρώ μηνιαίως για τους ανέργους κάτω των 25 ετών, κατά παρέκκλιση των νόμιμων αμοιβών που προβλέπονται από την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και τις οικείες συλλογικές συμβάσεις». Κατά παρέκκλιση της νομιμότητας επίσης, εξαφανίζονται και όλα τα εργασιακά δικαιώματα, δεν παρέχεται καμία απολύτως κάλυψη σε περίπτωση ασθένειας, δεν παρέχεται άδεια και φυσικά δεν καλύπτεται κανένα ατύχημα στο χώρο εργασίας. Πρόκειται δηλαδή για μια ωμή εργασιακή συνθήκη απογυμνωμένη από οτιδήποτε ήταν υπέρ της προστασίας του εργαζομένου μέχρι τώρα. Γι’ αυτό άλλωστε και οι εργαζόμενοι στα προγράμματα αυτά δεν αποκαλούνται εργαζόμενοι, αλλά «ωφελούμενοι» μιας και η νέα αυτή συνθήκη απαιτεί και νέους όρους για να συνεννοούμαστε.
Παρόλο που η προκήρυξη σου έδινε τις αφορμές να υποπτευθείς αυτό που ακολουθεί, στην πραγματικότητα μόνο μέσα από την ίδια την πράξη ήταν δυνατό να αντιληφθεί κανείς περί τίνος πρόκειται. Όσοι έτυχε να τοποθετηθούν σε σχολεία, κατάλαβαν εκ των υστέρων ότι ο μισθός τους μειώθηκε στα 215 και στα 187 ευρώ αντίστοιχα (ανάλογα την ηλικία) για το μήνα του Πάσχα, καθώς τα σχολεία κλείνουν για διακοπές δύο εβδομάδες. Σε άλλες περιπτώσεις που οι εποπτικοί φορείς (πχ δήμοι) φρόντισαν να καλύψουν τις μέρες που οι υπηρεσίες ήταν κλειστές, οι εργαζόμενοι της κοινωφελούς εργασίας τοποθετήθηκαν σε άλλες θέσεις, ασχέτως αντικειμένου, προκειμένου να δικαιολογήσουν τα 19,60/17,1 ευρώ την ημέρα. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, κατέληγαν να βγάζουν φωτοτυπίες σε κάποιο γραφείο ή να κάθονται απλά περιμένοντας να περάσει η ώρα. Μια ακόμη ενδιαφέρουσα ανακάλυψη που ποτέ δεν αναφέρθηκε στους όρους πρόσληψης, ήρθε μετά το τέλος των 5μηνων όταν οι εκ νέου άνεργοι διεκδίκησαν κάποια άλλη θέση εργασίας. Ενημερωθήκαμε τότε ότι, με εντολή του υπουργείου, τα 5μηνα δεν λογαριάζονται σαν εργασιακή εμπειρία αλλά σαν προγράμματα εκπαίδευσης ανέργων, οπότε ο εργαζόμενος είναι ένας εκπαιδευόμενος που δεν εκπαιδεύεται αλλά δουλεύει(!). Σε περίπτωση δε που μπροστά σε αυτές τις εξαθλιωμένες συνθήκες αποφάσιζες να μην συνεχίσεις στα 5μηνα, παρόλο που επιλέχθηκες, τότε έπρεπε να “πληρώσεις” με την απώλεια της κάρτας ανεργίας σου, αφού σου παρεχόταν δουλειά και εσύ την αρνήθηκες.
Είναι προφανές ότι τα 5μηνα δεν στήθηκαν για να παρέχουν έργο «κοινωφελούς χαρακτήρα» ούτε για να αναβαθμίσουν την ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών, όπως διατείνονται οι εμπνευστές τους. Στήθηκαν καθαρά ως σύστημα ανακύκλωσης ανέργων και “μαγειρέματος” των δεικτών ανεργίας. Πατάνε στη λογική του να δουλέψουν “λίγοι για λίγο” μέχρι να επιστρέψουν ξανά στην αποθήκη ανεργίας και να χρησιμοποιηθούν άλλοι, προκειμένου να πούμε ότι κάτι γίνεται. Για την υλοποίησή τους δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός ούτε κανένας κεντρικός έλεγχος. Αποτέλεσμα ήταν σε πολλές περιπτώσεις να “στριμώχνονται” διάφορες ειδικότητες σε υπηρεσίες, όπου δεν υπήρχε όχι απλά η ανάγκη για τις ειδικότητες αυτές, αλλά ούτε καν χώρος να στεγαστούν τόσα άτομα. Έτσι, κάποιοι βρέθηκαν να δουλεύουν χωρίς αντικείμενο ή να απασχολούνται σε εντελώς άσχετα με την ειδικότητά τους αντικείμενα.
Σε εμάς που εργαστήκαμε στα 5μηνα, είναι ξεκάθαρος ένας ακόμη λόγος ύπαρξης τους. Τα 5μηνα αποτελούν επιλογή από πλευράς κράτους και χρησιμοποιούνται για να συνηθίσει σταδιακά ο άνεργος πληθυσμός την έννοιά τους. Να συνηθίσει δηλαδή σε κάτι καινοφανές που ουσιαστικά δε σου παρέχει τίποτα αλλά λειτουργεί στη λογική του «από το τίποτα, καλύτερο». Όταν αυτά, που πριν από χρόνια θα θεωρούνταν εργασιακή εξαθλίωση, περάσουν σαν κάτι συνηθισμένο, δεν θα είναι αδύνατη και η εφαρμογή τους για την κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών της κοινωνίας, κάτι που γίνεται ήδη σε ένα βαθμό άλλωστε. Δεν αποκλείεται δηλαδή μελλοντικά να δούμε 5μηνους δασκάλους ή καθηγητές και να τελούμε όλοι υπό καθεστώς ολιγόμηνων συμβάσεων χωρίς εργασιακά δικαιώματα.
Ποιον λοιπόν ωφελεί αυτή η «κοινωφελής εργασία»; Σίγουρα όχι εμάς που εργαστήκαμε σε αυτά τα προγράμματα και σίγουρα ούτε και κανέναν εργαζόμενο σε αυτή τη χώρα. Είναι προγράμματα που στήνονται από την τρέχουσα πολιτική τάξη για να εξυπηρετήσουν την τρέχουσα πολιτική τάξη. Είναι στην πραγματικότητα μια παγίδα που εγκλωβίζει όλους όσους έχουμε παραμείνει εντός της χώρας σε ένα διαρκές και ψυχοφθόρο ιδιότυπο καθεστώς ανεργίας.
Σίγουρα όλοι πιεζόμαστε οικονομικά και ψυχολογικά όμως αν αφεθούμε στο βάρος των παραπάνω πιέσεων δημιουργούμε ακόμη πιο γόνιμο έδαφος για εκμετάλλευση. Είναι θεωρούμε ευθύνη μας να μην σιωπούμε μπροστά στην εργασιακή αναξιοπρέπεια που βιώνουμε, συνηθίζοντας ως δεδομένη την εξαθλίωση και την παρανομία από πλευράς κράτους. Είναι επιπλέον ευθύνη μας να ανοίγουμε αυτό που βιώνουμε σε όσους δεν το γνωρίζουν και να μην αρκούμαστε σε ψευτοπαρηγοριές τύπου «τι να κάνουμε, από το τίποτα κάτι είναι και αυτό». Όπως όλοι, έτσι κι οι ψυχολόγοι αναζητούμε ευκαιρίες για να είμαστε δημιουργικοί κι όχι να δουλεύουμε χωρίς απολαβές και δικαιώματα ή να εξαναγκαζόμαστε σε αχρηστία μέσα από θέσεις εργασίας χωρίς αντικείμενο. Η παρουσία μας σε όλους τους εργασιακούς χώρους που προέβλεψαν τα 5μηνα κρίνεται και από εμάς απαραίτητη ωστόσο δεν μπορεί η λειτουργία μας σε αυτούς να ετεροκαθορίζεται. Άνθρωποι που δεν γνωρίζουν το αντικείμενό μας και δεν λαμβάνουν υπόψιν τους όρους μας δεν μπορούν να αποφασίζουν για εμάς χωρίς εμάς. Οι αποδέκτες των υπηρεσιών ψυχικής υγείας δεν μπορεί να εξαναγκάζονται σε 5μηνες σχέσεις με αναλώσιμους ψυχολόγους τη στιγμή που η σταθερότητα είναι αναγκαία προϋπόθεση της θεραπευτικής διαδικασίας. Τέλος, η παροχή ψυχοκοινωνικής κάλυψης μέσα από δημόσιους φορείς δεν μπορεί να απαξιώνεται με αυτόν τον τρόπο και να καθίσταται μονόδρομος ο ιδιωτικός τομέας, ειδικά όχι σήμερα. Το παρόν κείμενο δεν έχει να προσθέσει κάτι νέο σε όλα όσα έχουν κατά καιρούς ειπωθεί για τη μορφή που παίρνει η εργασία και οι συνθήκες διαβίωσης στην Ελλάδα σήμερα. Καταθέτουμε όμως αυτή την εμπειρία γιατί ήταν ανάγκη μας να κοινοποιήσουμε σε όλους τους συναδέλφους και μη, το αδιέξοδο που ζήσαμε, όχι τόσο σαν αποφόρτιση αλλά σαν μια ελάχιστη αντίσταση στα όσα βλέπουμε σιγά σιγά να μας πνίγουν.
Καταθέτουμε αυτό το κείμενο γιατί δεν μπορεί σαν επαγγελματίες ψυχικής υγείας να εθελοτυφλούμε μπροστά στα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Γιατί ο ρόλος μας στην προαγωγή της ψυχικής υγείας στην κοινωνία δεν μπορεί να ξεκινά και να τελειώνει μέσα σε ένα γραφείο ή μια υπηρεσία. Γιατί πιστεύουμε ότι οι λύσεις των κοινωνικο-πολιτικών ζητημάτων με τα οποία είμαστε όλοι αντιμέτωποι δεν βρίσκονται στις επιπλέον εκπαιδεύσεις ή στην ψυχοθεραπεία μας, αλλά στις μικρές νησίδες αντίστασης που μπορούμε να δημιουργήσουμε συλλογικά.
Καταθέτουμε λοιπόν αυτό το κείμενο ως προτροπή σε εμάς τους ίδιους, αλλά και σε όποιον το διαβάζει, για αναζήτηση και δημιουργία των δικών του νησίδων. Για να μην συνηθίσουμε το απαράδεκτο του χθες σαν το φυσιολογικό του σήμερα.
Ομάδα ψυχολόγων που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα
omadapsy@googlegroups.com

 

Αναδημοσίευση από: Άνεργοι -ες στις γειτονιές της Αθήνας

Μια προσπάθεια αποτίμησης του αγώνα στο Κέντρο Υγείας Ζαγκλιβερίου

αναδημοσίευση από σκυα.

 

Πριν μερικά χρόνια κάποιες απόπειρες απολύσεων σε ένα Κέντρο Υγείας (Κ.Υ.) λίγα χιλιόμετρα έξω από την Θεσσαλονίκη στέκονται αφορμή να ξεκινήσει ένας πολύχρονος αγώνας που καταφέρνει να θέσει στο κέντρο του το ζήτημα της υγείας μέσα από την δημιουργία μιας διαφορετικού τύπου σχέσης μεταξύ υγειονομικών και χρηστών υπηρεσιών υγείας. Ο αγώνας στο Ζαγκλιβέρι και στα γύρω χωριά, καταφέρνοντας να συνενώσει διαφορετικές κατηγορίες εργαζομένων του Κ.Υ. μαζί με κατοίκους της περιοχής ντόπιους και μετανάστες, αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους αγώνες στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, λόγω της ριζοσπαστικότητας και των αυτόνομων χαρακτηριστικών που έλαβε. Προκειμένου να κυκλοφορήσει η συγκεκριμένη κινητοποίηση συστάθηκε στην Αθήνα μια πρωτοβουλία αλληλεγγύης με σκοπό να κάνει γνωστά τόσο τα περιεχόμενα, όσο και να συμβάλλει στην έμπρακτη στήριξή του. Η πρωτοβουλία αλληλεγγύης διοργάνωσε τον Ιανουάριο του 2007 δημόσια εκδήλωση με τους πρωταγωνιστές αυτού του αγώνα, την οποία εξέδωσε λίγο καιρό μετά σε μορφή μπροσούρας, προτού παύσει την δράση της. Παρόλα αυτά, τα γενικότερα συμπεράσματα από αυτήν την εμπειρία έμειναν σε εκκρεμότητα. Κάποιοι από τους συμμετέχοντες τότε στην πρωτοβουλία αυτή με την συλλογικότητα Νομάδες Αντιροής είχαμε αναλάβει να δημοσιεύσουμε ένα κείμενο συνολικής αποτίμησης πάνω τόσο στην σημασία του συγκεκριμένου αγώνα, όσο αναφορικά και με την εμπειρία εμπλοκής μας με την πρωτοβουλία αλληλεγγύης. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν συνέβη αφού το κείμενο που είχε γραφτεί με σκοπό να έρθει προς συζήτηση ουδέποτε συζητήθηκε: η συλλογικότητα των Νομάδων έπαψε να υφίσταται μετά τον Δεκέμβρη του 2008 δίνοντας την θέση της στην δημιουργία της συνέλευσης που πήρε το όνομα για την κυκλοφορία των αγώνων. Το παρακάτω (εσωτερικό) κείμενο που γράφτηκε στις αρχές του 2009, αν και σε αρχικό στάδιο, έθετε κάποιες κατευθύνσεις που καθόρισαν μια στάση απέναντι σε επόμενους αγώνες και κινήσεις ανάλογης μορφής, πάνω σε ζητήματα που επανέρχονται και που μοιάζουν σήμερα αυτονόητα ή δεδομένα. Ένας αγώνας που έστω κι αν δείχνει μακρινός χρονικά, παραμένει κοντινός πρακτικά.

(Επιμέλεια: F.G.A.)

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΣΤΟ ΖΑΓΚΛΙΒΕΡΙ

Μετά την συμμετοχή μας στην πρωτοβουλία αλληλεγγύης για τον αγώνα των κατοίκων και των υγειονομικών στο Ζαγκλιβέρι, θεωρήσαμε ότι έπρεπε να αποτιμήσουμε αυτή μας την εμπειρία, να βγάλουμε όποια πολιτικά συμπεράσματα ήταν δυνατόν και να τα καταγράψουμε για χρήση μελλοντική. Έχουμε σκοπό να το κάνουμε αυτό σε κάθε αγώνα που συμμετέχουμε με σκοπό να μένει σαν κριτική αποτίμηση που θα μας βοηθά να αντλήσουμε διδάγματα για μελλοντικές παρεμβάσεις και για να μπορούμε την πείρα μας να την μοιραζόμαστε και να την συζητάμε και με άλλους.

Α) Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΟ ΖΑΓΚΛΙΒΕΡΙ

Συζητώντας πάνω στα αίτια του αγώνα θελήσαμε καταρχήν να δούμε τα χαρακτηριστικά εκείνα που τον έκαναν ιδιαίτερο και που, συν τοις άλλοις, τράβηξαν και μας κοντά του.

Σε αυτά συγκαταλέγεται, καταρχήν, η κινητοποίηση για αρκετούς μήνες των κατοίκων από τα χωριά της περιοχής που μέσα από επιτροπές που έφτιαξαν, χωρίς την διαμεσολάβηση των συνήθων τοπικών παραγόντων, διεκδίκησαν μαχητικά τα αιτήματά τους. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι οι επιτροπές δημιουργήθηκαν από ανθρώπους που δεν είχαν καμία προηγούμενη ενασχόληση με τα κοινά, άνθρωποι δηλαδή χωρίς ιδιαίτερη πολιτική, ή και, κινηματική πείρα, γυναίκες αγροτικών περιοχών και ηλικιωμένοι, ως επί το πλείστον. Μια ομάδα ευάλωτη δηλαδή με την πρώτη ματιά και σχετικά “κλειστή” από ευρύτερα ερεθίσματα.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό που είναι ενδιαφέρον, όσο και προκλητικό σε επίπεδο ανάλυσης, ήταν η συνάντηση των εργαζόμενων στο κέντρο υγείας, με τους αποδέκτες των υπηρεσιών υγείας. Δηλαδή, από την μια εκείνων που υπόκεινται στην εργασιακή εκμετάλλευση και από την άλλη εκείνων που έχουν ανάγκη την εργασία των πρώτων για να επιβιώσουν. Είναι δηλαδή το δίπολο εργαζόμενου-πελάτη μόνο που τώρα οι τροχιές δεν είναι σύγκρουσης, αλλά αλληλεγγύης. Ο αγώνας στο Ζαγκλιβέρι είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις που απέτυχε η παρέμβαση της εξουσίας του κεφαλαίου που σκοπό έχει πάντα να πολώνει αυτή τη σχέση ώστε να εμφανίζει ξένους τους μεν στους δε, να τους διαχωρίζει και τέλος να τους αντιπαραθέτει, μέσα στην αγορά σαν πωλητές υπηρεσιών-καταναλωτές και αντίστοιχα στην πολιτική σφαίρα σαν δημοσίους υπαλλήλους-πολίτες. Ακριβώς επειδή στις σύγχρονες συνθήκες έκρηξης του τριτογενή τομέα, σε πολλούς αγώνες ερχόμαστε αντιμέτωποι με την πόλωση αυτής της σχέσης γι’ αυτό είναι σημαντικό να εντοπίσουμε τους λόγους που στην συγκεκριμένη περίπτωση είχαμε την αξιοποίησή της προς όφελος του ανταγωνισμού.

Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο του αγώνα ήταν ότι έγινε γύρω από το ζήτημα της υγείας. Και αυτό όχι μόνο γιατί σπανίζουν σήμερα οι αγώνες με αιτήματα μη οικονομικά, αλλά και γιατί το ζήτημα της υγείας είναι εκ των πραγμάτων ένα “δύσκολο” ζήτημα. Ένα ζήτημα που εμπλέκει τεράστια συμφέροντα, που εμφανίζονται στους αποδέκτες της περίθαλψης, άλλοτε με τη μορφή της επιστημονικής αυθεντίας, άλλοτε με την μορφή του οικονομικού εκβιασμού, άλλοτε με την μορφή του μονοπωλίου του ελεγχόμενου από την κεντρική εξουσία. Είναι δύσκολο λοιπόν να αρθρώσεις λόγο ανταγωνιστικό ότι εξαρτάται απ’ αυτό η υγεία σου και των δικών σου ανθρώπων.

Αυτά θα χαρακτηρίζαμε σαν πολύ ιδιαίτερα στοιχεία του αγώνα γύρω απ’ το κέντρο υγείας, αλλά παράλληλα δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ξεκίνησε από μια συλλογικότητα που θέλησε να θέσει το ζήτημα της οργάνωσης στους χώρους δουλειάς αδιαμεσολάβητα και μακριά από τις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες. Έχουμε δηλαδή ουσιαστικά δύο αγώνες που διεξάγονται παράλληλα και αλληλοτροφοδοτούνται: ένας των εργαζομένων και ένας των κατοίκων, ο καθένας με τις δικές του οργανωτικές δομές που όμως συντονίζονται. Και αυτό το λέμε γιατί οι κινητοποιήσεις αφορούσαν πολλά ζητήματα και συνεχίζονται μάλιστα μέχρι σήμερα.

Εκτιμώντας λοιπόν την σημασία αυτού του αγώνα ερχόμαστε στο γιατί κρίνουμε ότι ξεκίνησε. Το ότι υπήρχαν τα προβλήματα που υπήρχαν στην περιοχή ασφαλώς ήταν η βάση που συσπείρωσε τους κατοίκους. Αυτό όμως που έχει σημασία από κινηματική σκοπιά είναι τα ιδιαίτερα στοιχεία που υπήρξαν και έκαναν δυνατό αυτό τον αγώνα σε αντίθεση με περιπτώσεις που και πάλι υπάρχουν χίλιες αιτίες, αλλά τίποτα συλλογικό δεν γίνεται. Οι αγώνες σαν κοινωνικά γεγονότα δεν υπάγονται ασφαλώς σε οποιαδήποτε απλοϊκή νομοτέλεια. Μπορούμε πάντοτε όμως να ψηλαφούμε παράγοντες καθοριστικούς, στάσεις υποκειμένων σημαντικές, επιλογές που πήγαν μπροστά τα πράγματα και κοινωνικοϊστορικές συνθήκες που λειτούργησαν προς όφελος του αγώνα.

Σε σχέση μ’ αυτό, λοιπόν, σίγουρα σημαντικό ρόλο έπαιξε η στάση των δύο συντρόφων που λειτούργησαν σαν αρχικός πυρήνας για την συσπείρωση, των εργαζομένων στο κέντρο υγείας αρχικά και στην συνέχεια με την όλη στάση τους κατάφεραν σε κρίσιμες καμπές του αγώνα να βοηθήσουν προς την ανάπτυξή του και την ποιοτική του βελτίωση. Έχει τεράστια σημασία να εντοπίσουμε ακριβώς τους τρόπους με τους οποίους έγινε αυτό, δεδομένου του, στην καλύτερη περίπτωση, ατυχούς τρόπου που συνηθίζουν τα πολιτικά υποκείμενα να παρεμβαίνουν στους κοινωνικούς αγώνες, προσπαθώντας στην καλύτερη περίπτωση να εξάγουν πολιτικές μεθόδους και στάσεις που μπορεί να έχουν κάποια αξία μόνο στα πλαίσια πολιτικών δράσεων –για να μην αναφερθούμε βέβαια στις περιπτώσεις που επιχειρείται το καπέλωμα των αγώνων προς όφελος πολιτικών επιδιώξεων.

Αντίθετα, στο Ζαγκλιβέρι οι σύντροφοι επέλεξαν καταρχήν τον δύσκολο δρόμο του να λειτουργήσουν συλλογικά, για ζητήματα που τους αφορούσαν και τους ίδιους, βλέποντας έτσι τους γύρω τους στην πράξη ως ίσους και όχι με τον αέρα εκείνου που “σαν ανώτερος άνθρωπος” έρχεται να ενδιαφερθεί για ζητήματα που τον ίδιο δεν τον επηρεάζουν, αλλά παρόλα αυτά κινητοποιείται “για το καλό των άλλων”. Πατώντας σε σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί σε βάθος χρόνου, είχαν χτιστεί μέρα-την-μέρα, στιγμή την στιγμή, σχέσεις καθημερινής αλληλοεκτίμησης και σεβασμού. Παρεμβαίνοντας όχι σαν ειδήμονες ή “ιδεολογικά καθαροί” ή σαν οι “προχωρημένοι” της ιστορίας, ξεκαθαρίζοντας την θέση τους κάθε φορά, αλλά σεβόμενοι και την εκάστοτε θέση του κόσμου που συμμετείχε, αναγνωρίζοντας τελικά πως η κινηματικές διαδικασίες πλάθουν τα αγωνιζόμενα υποκείμενα και οι πειραματισμοί σ’ αυτό το επίπεδο ούτε καταστρέφουν τις διαδικασίες ούτε τις “λερώνουν”, αλλά αντίθετα είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξή τους.

Εκεί θα πρέπει να εντοπίσουμε την ιδιαιτερότητα που έκανε δυνατό το ξεκίνημα των κινητοποιήσεων.

Αν η αρχή όμως είναι το ήμισυ του παντός θα πρέπει τώρα να μας απασχολήσει, τι ήταν το άλλο μισό που οδήγησε στην μεγέθυνση των συλλογικοτήτων, στην επέκταση του αγώνα και στην νικηφόρα έκβασή του, τουλάχιστον σε ότι αφορά στο πρώτο κεντρικό αίτημα που ήταν η μη απόλυση των γιατρών, δεδομένου ότι όπως προείπαμε οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και τι στάθηκε εμπόδιο στην παραπέρα μεγέθυνση του αγώνα, αφού για να έχουμε μια χρήσιμη κινηματικά εικόνα θα πρέπει να σκεφτόμαστε και τα μεν και τα δε.

Εκείνο που τροφοδότησε ασφαλώς τις διαδικασίες ήταν από την μια οι άθλιες συνθήκες εργασίας που σε μας είναι γνωστές συνήθως από την επαφή μας με το σύστημα υγείας σαν ασθενείς και από την άλλη οι προβληματικές συνθήκες περίθαλψης που μας είναι για τους ίδιους λόγους δυστυχώς, επίσης γνωστές. Αυτές οι συνθήκες τροφοδότησαν τον αγώνα, αυτές καθόρισαν την σύσταση των αγωνιζόμενων υποκειμένων, αυτές έθεσαν και τα όρια του.

Εκτός από τους εργαζόμενους στο κέντρο υγείας, που κινητοποιήθηκαν μέσω της «Σύσκεψης εργαζομένων» και που αποτελούνταν από άνδρες και γυναίκες διαφόρων ειδικοτήτων και κοινωνικών προφίλ, στις επιτροπές κατοίκων η πλειοψηφία των συμμετεχόντων ήταν γυναίκες με παιδιά, οι συγγενείς τους και ηλικιωμένοι. Εκείνοι δηλαδή ακριβώς που έχουν περισσότερο ανάγκη τις υπηρεσίες υγείας. Αλλά και αυτό είναι το προκλητικό για κάθε γραμμική ανάγνωση, που είναι επίσης εξαιρετικά ευπαθείς κοινωνικές ομάδες και σε μειονεκτική θέση σε ένα περιβάλλον όπως αυτό της επαρχίας, τουλάχιστον όσον αφορά τις γυναίκες.

Από την άλλη, απουσιάζουν από τον αγώνα οι νέοι παρ’ ότι λόγω θέσης θα είχαν μεγαλύτερη ευχέρεια κινητοποίησης. Και εδώ φαίνεται πως υπάρχει και ένα όριο του αγώνα. Ότι δηλαδή μη καταφέρνοντας να ανοιχτεί στις μικρότερες ηλικίες, που είναι και οι πιο παραγωγικές και δραστήριες, δεν κατάφερε να πάει ακόμα παραπέρα και να γίνει αφορμή για ευρύτερες κινητοποιήσεις, αφού μην ξεχνάμε κάθε αγώνας διαμορφώνει σχέσεις και στάσεις που επηρεάζουν ευρύτερα το περιβάλλον που πραγματοποιείται και πάνε πολύ πιο μακριά από τους άμεσους στόχους που τίθενται. Γι’ αυτό και, παρεμπιπτόντως, η κινητοποίηση των γυναικών τις περιοχής, με ό,τι αυτό σημαίνει για τις συνθήκες της επαρχίας, δεν θα πρέπει να βλέπουμε ότι έπαιξε απλά το ρόλο του μέσου για την κατάκτηση της νίκης, αλλά και της διαδικασίας σπασίματος των συντηρητικών σχέσεων που υπήρχαν και δημιουργίας νέων πιο προοδευτικών. Διαδικασία που όσο ο αγώνας συνεχιζόταν, βάθαινε και έτσι εξηγείται ο πολλαπλασιασμός των αιτημάτων με το καιρό και η ποικιλομορφία τους.

Ένα άλλο στοιχείο που θεωρούμε ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του αγώνα και θετικά και αρνητικά ήταν η έλλειψη πείρας των αγωνιζόμενων υποκειμένων. Αυτό, σίγουρα, στάθηκε αρκετές φορές εμπόδιο στην διάρκεια του αγώνα για προφανείς λόγους. Ήταν όμως και θετικό τελικά γιατί βοήθησε να διεξαχθεί ο αγώνας χωρίς τις στρεβλώσεις που εμφανίζονται συχνά σε κινητοποιήσεις που παρεμβαίνουν αγωνιστές με ισχυρές πολιτικές απόψεις.

Τέλος, ένα σημαντικό στοιχείο για την εξέλιξη των κινητοποιήσεων ήταν ότι ο αγώνας διεξήχθη σε ένα σύμπλεγμα επαρχιακών κοινοτήτων, αρκετά μακριά δηλαδή από την μητρόπολη. Αυτό τον περιόρισε κατά πολύ και ως προς το ότι βρισκόταν μακριά από συστάδες αγωνιστών που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν –αν και πάλι μπαίνει το ζήτημα ότι θα μπορούσαν και να τον βλάψουν–, αλλά κυρίως μακριά από τους μαζικούς κοινωνικούς χώρους των μεγάλων πόλεων, στους οποίους θα μπορούσαν να αναζητηθούν σύμμαχοι.

Αυτή η απόσταση από τις μεγάλες πόλεις και ο κίνδυνος της απομόνωσης του αγώνα ήταν που έκανε και απαραίτητη την ύπαρξη της πρωτοβουλίας αλληλεγγύης.

Β) Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Η πρωτοβουλία αλληλεγγύης ήταν το αποτέλεσμα της αυθόρμητης πρότασης από κάποιους συντρόφους, κατά την διάρκεια ενημέρωσης που πραγματοποιούσαν οι δύο σύντροφοι της «Σύσκεψης» σε ανοιχτή εκδήλωση. Δεν ήταν λοιπόν προσχεδιασμένη ενέργεια και δεν είχε γι’ αυτό τον λόγο κάποιο ιδιαίτερο σκεπτικό από πίσω, πέραν εκείνου που υποδήλωνε το όνομά της. Εδώ θα πρέπει να προσθέσουμε όμως ότι για μερίδα αριστεριστών -κάποιοι απ’ τους οποίους συμμετείχαν στην πρωτοβουλία- είναι συνήθης πρακτική η δημιουργία επιτροπών αλληλεγγύης για διάφορα θέματα και επομένως η παραπάνω άποψη περί έλλειψης ιδιαίτερου σχεδίου γύρω απ’ το τι θα έκανε η πρωτοβουλία αφορά μάλλον τον υπόλοιπο κόσμο, μεταξύ των οποίων και τα μέλη της ομάδας μας που συμμετείχαν.

Το βέβαιο όμως είναι ότι δεν ήταν προσχεδιασμένη ενέργεια και γι’ αυτό ο κόσμος που την απάρτιζε ήταν εξαρχής ετερόκλητος τόσο πολιτικά όσο και από πλευράς κινήτρων ανάμιξής του στην πρωτοβουλία. Υπήρχαν, καταρχήν, οι φίλοι και παλιοί σύντροφοι των δύο συντρόφων της σύσκεψης, που κινητοποιήθηκαν αρχικά εξαιτίας της φιλικής σχέσης και του προσωπικού ενδιαφέροντος, υπήρχαν κάποιοι αριστεριστές και κάποιοι αναρχικοί που είδαν την πρωτοβουλία μέσα στα κλασικά, θα λέγαμε, πλαίσια αλληλεγγύης και τέλος τα μέλη των νομάδων που κινητοποιηθήκαμε με κίνητρο τον ιδιαίτερο ριζοσπαστισμό που εμφάνισε ο αγώνας.

Τα διαφορετικά κίνητρα που έφεραν τον κόσμο στην πρωτοβουλία οδήγησαν γρήγορα και σε διαφορετικές αντιλήψεις γύρω απ’ τους συγκεκριμένους στόχους που θα έπρεπε να έχει. Από την μια, εκείνοι που είχαν προσωπικές σχέσεις με τους συντρόφους, οι αριστεριστές και οι αναρχικοί έβλεπαν την πρωτοβουλία σαν ένα ακόμα μέσο για την επίτευξη των αιτημάτων που είχε θέσει ο αγώνας στο Ζαγκλιβέρι και έβλεπαν τον ίδιο τον αγώνα σαν συνέχεια των αγώνων που δίνονται γενικά στο χώρο της υγείας (δηλ. απεργίες, συγκεντρώσεις, παραστάσεις διαμαρτυρίας από συνδικαλιστές του κλάδου κτλ.). Από την άλλη, τα μέλη της ομάδας μας κυρίως και κάποιοι σύντροφοι ατομικά, χωρίς να έχουμε προσωπικές σχέσεις με τους συντρόφους απ’ την Θεσσαλονίκη στην πλειοψηφία μας και, έχοντας ήδη προβληματισμούς από τον τρόπο που έχουμε δει να λειτουργούν πρωτοβουλίες αλληλεγγύης στο παρελθόν, θεωρούσαμε ότι καλύτερες υπηρεσίες στους αγωνιζόμενους του Ζαγκλιβεριου, αλλά και συνολικά στον ανταγωνισμό θα προσφέρονταν με την διερεύνηση του αγώνα, με την ανάδειξη των νέων στοιχείων που έφερνε (δηλαδή του αδιαμεσολάβητου χαρακτήρα του, της συνάντησης διαφόρων κοινωνικών υποκειμένων, της ριζοσπαστικότητας κτλ.) και την όσο γινόταν πιο πλατιά προπαγάνδιση γύρω από αυτά, με λίγα λόγια την κυκλοφορία του. Ενώ δηλαδή οι πρώτοι θεωρούσαν ότι στόχος μας θα έπρεπε να είναι η διακίνηση ψηφισμάτων σε συνδικαλιστές, το μάζεμα υπογραφών, η χρήση των μήντια για να προκληθεί ντόρος γύρω απ’ το θέμα και έτσι να ασκηθεί πίεση στους διοικούντες για την ικανοποίηση των αιτημάτων, εμείς θεωρούσαμε ότι έπρεπε πρώτα να επεξεργαστούμε τα δεδομένα του αγώνα και στην συνέχεια να βρούμε τρόπους προώθησής του στους άμεσα ενδιαφερόμενους θεωρώντας ότι η καλύτερη εξέλιξη θα ήταν η δημιουργία με αφορμή τις κινητοποιήσεις στο Ζαγκλιβέρι και άλλων εστιών αντίστασης. Ενώ δηλαδή οι μεν έβλεπαν εργαλειακά την πρωτοβουλία, θεωρώντας ότι έπρεπε κυρίως να διεκπεραιώνει, οι δε θεωρούσαμε ότι η πρωτοβουλία θα έπρεπε να είναι μια πλήρης διαδικασία που να συναντιέται τακτικά, να επεξεργάζεται τα ζητήματα που άπτονται του αντικειμένου της και να βάλει στόχους δράσης για την διεύρυνση του αγώνα και στην Αθήνα.

Αυτή η διάσταση σημάδεψε όλη την πορεία της πρωτοβουλίας, οδήγησε σε αποχωρήσεις και τριβές και κορυφώθηκε κατά την προετοιμασία της μοναδικής δημόσιας εκδήλωσης που οργάνωσε η πρωτοβουλία. Για να μην απαριθμήσουμε περιττές λεπτομέρειες θα πούμε μόνο ότι ενώ η άποψη των πρώτων ήταν ότι χρειαζόμαστε μια εκδήλωση στο κέντρο της Αθήνας, που να απευθύνεται σε αγωνιστές και συνδικαλιστές, με προσκεκλημένους γνωστούς συνδικαλιστές του χώρου της υγείας, που να έχει σαν αντικείμενο την παρουσίαση των προβλημάτων της και να επικεντρώνει στις διώξεις που ασκούνταν στην σύσκεψη, η δεύτερη άποψη ήθελε εξαρχής μια διαφορετική εκδήλωση που να προσπαθεί να βάλει το ζήτημα του αγώνα στους άμεσα ενδιαφερόμενους δηλαδή σε υγειονομικούς και ασθενείς κατά βάση, που να μην θυματοποιεί τους αγωνιστές, αλλά αντίθετα να δείχνει τα σημεία της δύναμής τους, και αυτό για να προβληματίσει γύρω απ’ το περιεχόμενο του αγώνα. Γι’ αυτό και προτάθηκε η εκδήλωση να γίνει στο αμφιθέατρο της κατειλημμένης ιατρικής, γι’ αυτό υπήρξε η επιμονή τον κύριο και μοναδικό λόγο στην εκδήλωση να τον έχουν οι αγωνιζόμενοι, δηλαδή μέλη των επιτροπών κατοίκων και μέλη της σύσκεψης, γι’ αυτό και δόθηκε τόση σημασία απ’ την πλευρά μας στη προπαγάνδισή της.

Η αντίθεση που δημιουργήθηκε οδήγησε ουσιαστικά και στην διάλυση της πρωτοβουλίας. Η παραπάνω περιοδολόγηση δεν γίνεται όμως για να δείξουμε πόσο καλοί ήμασταν εμείς μέσα στην πρωτοβουλία, αλλά για να φανούν οι λόγοι που καταλήξαμε σήμερα στα συγκεκριμένα συμπεράσματα, τα οποία είναι:

Πρώτον ότι τα λάθη μας ήταν αποτέλεσμα και του ότι ήμασταν -οι Νομάδες- μια νέα διαδικασία, που μπήκε χωρίς προετοιμασία στην πρωτοβουλία. Μέσα όμως από την εμπειρία μας αυτή μας προέκυψε το πόσο σημαντικό είναι το ζήτημα της κυκλοφορίας των αγώνων. Αποφασίσαμε λοιπόν ότι θα πρέπει να το επεξεργαστούμε πιο συγκεκριμένα και πιο συστηματικά, τι εννοούμε με αυτό και πώς επιτυγχάνεται.

Δεύτερον, ότι τα ζητήματα διαφορετικών αντιλήψεων που υπήρχαν δεν ήταν απλά δευτερεύοντα ζητήματα πάνω στα οποία διαφωνούσαμε επιδεικνύοντας σχολαστικισμό, αλλά ουσιαστικά ζητήματα που καθόρισαν την επιτυχία του εγχειρήματος. Η επιτυχία της εκδήλωσης στην οποία συνεισφέραμε στον μεγαλύτερο βαθμό αυτό αποδεικνύει. Αν είχαμε υπάρξει διαλλακτικοί σήμερα δεν θα υπήρχε το ντοκουμέντο της εκδήλωσης που αποτελεί χρήσιμο εργαλείο αγώνα με τις καταγραφές που περιέχει, αλλά ένα απονευρωμένο κείμενο κριτικής στο υπουργείο υγείας.

Τρίτον, ότι η προσπάθειά μας να λειτουργήσουμε συναινετικά στα πλαίσια της πρωτοβουλίας με σκοπό να διατηρηθεί η πολυσυλλεκτικότητα της πέρα από ιδεολογικοπολιτικές καθαρότητες, που ούτως ή άλλως αντιπαθούμε, αποδείχθηκε μάλλον προβληματική. Αυτό όχι όμως γιατί ήταν κακή σαν πολυσυλλεκτικότητα, αλλά γιατί δεν ήταν τέτοια. Γιατί με λίγα λόγια ήταν η συνάντηση αγωνιστών του α/α χώρου και όχι μια τυχαία συνάντηση αλληλέγγυων με κριτήρια ταξικά ή κοινωνικά. Έτσι το παρελθόν του καθενός βάραινε στις πράξεις του περισσότερο απ’ την λογική του. Καταλήγουμε επομένως ότι σε άλλες περιπτώσεις θα είμαστε πολύ πιο προσεκτικοί σε σχέση με τις συμπράξεις που επιλέγουμε.

Τέταρτον, αποτιμώντας συνολικά την εμπλοκή μας στην πρωτοβουλία, παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε θεωρούμε πως ήταν θετική. Και γιατί μας επέτρεψε να δούμε από πιο κοντά τον αγώνα και να γνωρίσουμε καλύτερα τα ίδια τα υποκείμενά του, προμηθεύοντάς μας εξαιρετικά σημαντικές εμπειρίες αγώνα, αλλά και γιατί αναγνωρίζουμε πως ήταν μια προσπάθεια που βοήθησε και τον ίδιο τον αγώνα, κυρίως ηθικά, αφού κατάφερε σε κρίσιμες στιγμές να στείλει το μήνυμα στους ίδιους τους αγωνιζόμενους ανθρώπους ότι δεν είναι μόνοι, να τους ενθαρρύνει. Και επομένως παρότι ήταν εξαιρετικά επίπονη, δεν ήταν μια χωρίς νόημα προσπάθεια.

Νομάδες Αντιροής

Σχετικές δημοσιεύσεις

Για τον αγώνα «κοινωφελών» στην ΗΔΙΚΑ Α.Ε.

Η ΣΦΗΚΑ / ΤΕΥΧΟΣ 7

 

idika-300x266φωτογραφία από τη συμβολική κατάληψη του γραφείου του Διευθύνοντα Συμβούλου της ΗΔΙΚΑ (28/3/14)

 

 

Η αναδιάρθρωση των γραφειοκρατικών λειτουργιών του ελληνικού κράτους που η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία έχει ντύσει με τον προπαγανδιστικό όρο «εξορθολογισμός του δημόσιου τομέα» και εμφανίζεται με το πρόσχημα του «λιγότερου και αποδοτικότερου κράτους» περιλαμβάνει, ανάμεσα στα άλλα, την ηλεκτρονική ψηφιοποίηση στοιχείων και ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων που αφορούν την σχέση μεταξύ πολιτών και Δημοσίου. Η άκρως κερδοφόρα αυτή δουλειά έχει ανατεθεί σε συγκεκριμένους φορείς ανάμεσα στους οποίους είναι και η ΗΔΙΚΑ (Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε.). Στον εν λόγω φορέα, στον οποίο το προηγούμενο διάστημα απασχολήθηκαν «κοινωφελείς» εργαζόμενοι, έγιναν μια σειρά κινητοποιήσεις από τους ίδιους με αποκορύφωμα την λευκή απεργία και την κατάληψη του γραφείου του Διευθύνοντα Συμβούλου με σκοπό την εκπλήρωση των αιτημάτων τους. Στην παρακάτω συνέντευξη με «κοινωφελώς» εργαζόμενη στην ΗΔΙΚΑ, μέλος της «Συνέλευσης ανέργων/εργαζομένων στην «κοινωφελή εργασία» και στα προγράμματα ΟΑΕΔ/ ΕΣΠΑ» (Συνεκοχ), αλλά και της συνέλευσής μας συζητάμε για τον αγώνα που δόθηκε ενάντια στα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας στον φορέα αυτόν.

(επιμέλεια: F.G.A.)

Πού και πότε δούλεψες στην «κοινωφελή» εργασία;

Έκανα αίτηση για απασχόληση στην «κοινωφελή εργασία» τον Νοέμβρη του 2013 και προσλήφθηκα για το 5μηνο Δεκέμβρη 2013-Μάιο 2014 στην Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης (ΗΔΙΚΑ Α.Ε.) μαζί με άλλους 56 κοινωφελείς, καλύπτοντας θέσεις για πάγιες και διαρκείς ανάγκες σε αυτό το χώρο εργασίας.

Γνώριζες καθόλου για το πρόγραμμα πιο πριν;

Είχα μια ιδέα για το τι συνέβαινε σε αυτά τα προγράμματα από άλλους γνωστούς και συντρόφους που είχαν δουλέψει το προηγούμενο διάστημα. Ήξερα δηλαδή πως τα κοινωφελή φαίνεται να εγκαινιάζουν μια νέα εργασιακή συνθήκη, χωρίς εργασιακά δικαιώματα, με καθυστερήσεις στο μισθό και άλλα «ωραία», αλλά ήμουν διατεθιμένη να πάρω το ρίσκο κι αν μπορέσω να το αντιπαλέψω εκ των έσω.

Αξίζει νομίζω να αναφέρω και κάποιες διαφορές αυτού του προγράμματος με τα προηγούμενα ΚΟΧ. Πρώτα απ’ όλα, ο ήδη πενιχρός μισθός μειώθηκε κι άλλο σε σχέση με το ακριβώς προηγούμενο πρόγραμμα που έτρεχε μέχρι Σεπτέμβρη, καθώς μετακύλησε –ως δια μαγείας– τον μισθό από τα 625 καθαρά (για νέους άνω των 25 ετών) στα 490 καθαρά, κατά παρέκκλιση της συλλογικής σύμβασης εργασίας… Σαν να μην έφτανε αυτό, στα πλαίσια μείωσης των επίσημων ποσοστών ανεργίας και περαιτέρω πειθάρχησης του εφεδρικού εργατικού δυναμικού, μετά τη Δημόσια Πρόσκληση, ακολούθησε απόφαση που ενημέρωνε πως θα «τιμωρούσε» όσους άνεργους αρνούνταν τη θέση που είχαν αιτηθεί, με διαγραφές από τα μητρώα του ΟΑΕΔ και ό,τι συνεπάγεται αυτό (έλλειψη περίθαλψης, αδυναμία λήψης επιδόματος ή συμμετοχής σε κάποιο επόμενο πρόγραμμα λόγω μηδενισμού μορίων κ.ά.). Εν ολίγοις, αν αρνιόσουν να συμμετέχεις έπαιζε να σε διαγράψουν από τα μητρώα του ΟΑΕΔ.

Επίσης, ευτυχώς κατ’ εμέ, καταργήθηκαν οι ΜΚΟ ως μεσάζοντες στην κοινωφελή εργασία και τον ρόλο τους μαζί με την καταβολή των μισθών την ανέλαβε ο ΟΑΕΔ. Πιστεύω πως χάρη στις εντάσεις και τους αγώνες της προηγούμενης περιόδου το θέμα που είχε προκύψει με την καθυστέρηση μισθών τουλάχιστον βελτιώθηκε και σε αυτά τα ΚΟΧ, αν εξαιρέσουμε το πρώτο δίμηνο, η καταβολή του μισθού ήταν γενικά πιο τακτική.

Τέλος, σε αντίθεση με τα προηγούμενα κοινωφελή προγράμματα, αυτήν τη φορά δεν υπογράφαμε καμία σύμβαση, στην ουσία δεν είχαμε κανένα έγγραφο για το τι θέση ακριβώς καλύπτουμε και με τι συνθήκες εργασίας, καθώς όλη η διαδικασία έγινε ηλεκτρονικά, χωρίς καν να απαιτείται η υπογραφή μας. Στην ΗΔΙΚΑ μάλιστα, στην αρχή έπρεπε να επιμείνω πολύ για να πάρω αντίγραφο ακόμη και αυτού του εγγράφου, γιατί δεν ήταν αυτονόητο να σου το δώσει η γραμματεία.

Με τι ακριβώς ασχολείται η ΗΔΙΚΑ;

Η ΗΔΙΚΑ αναλαμβάνει έργα πληροφορικής και επικοινωνιών για φορείς κοινωνικής ασφάλισης όλης της Ελλάδας. Αυτό περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ψηφιοποίηση εγγράφων που μέχρι τώρα βρίσκονταν σε έντυπη μορφή, διασταύρωση των στοιχείων των ασφαλισμένων μεταξύ των φορέων του δημοσίου και ενημέρωση των δεδομένων για να εκτελούνται οι όποιες ενέργειες σωστά. Για παράδειγμα, ένα έργο που έχει αναλάβει η ΗΔΙΚΑ είναι η περίφημη ηλεκτρονική συνταγογράφηση, ένα άλλο η ενημέρωση των ληξιαρχικών πράξεων, εντοπίζοντας ποιοι λαμβάνουν σύνταξη θανόντος κτλ. Γενικά, υπάρχει στο μέλλον ένας απώτερος στόχος για την βαθμιαία ενοποίηση των πολιτών σε μια βάση δεδομένων και η ΗΔΙΚΑ σίγουρα θα παίξει ρόλο σε αυτό.
Πάντως, όλοι οι ασφαλισμένοι της χώρας είναι καταγγεγραμμένοι στην ΗΔΙΚΑ. Επομένως, ο ρόλος της, αλλά και η σχέση που διατηρεί με τα διάφορα αρμόδια υπουργεία και δη το Υπουργείο Εργασίας την καθιστούν βασικό πυλώνα στην υλοποίηση του νεοφιλελεύθερου σχεδίου. Παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στην αιχμή, όμως, η κατάσταση που επικρατεί στον φορέα αυτόν ελάχιστα διαφέρει από άλλους ανάλογους φορείς. Με άλλα λόγια, ούτε αυτός ο φορέας έχει ξεφύγει από την ευρύτερη «εργασιακή αναδιάρθρωση», δηλαδή τις μεγάλες περικοπές θέσεων σταθερών εργαζομένων. Θέσεις που κληθήκαμε να καλύψουμε εμείς, ως κοινωφελείς εργαζόμενοι.

Γνώριζες πού θα απασχοληθείς από πριν; Πώς έγινε η κατανομή των θέσεων;

Όχι, δεν είχα κάποια ενημέρωση από πριν για το πού θα με βάλουν, το μόνο που γνώριζα είναι πως επειδή είχα κάνει αίτηση ως πτυχιούχος, θα έπρεπε να απασχοληθώ σε τμήμα και θέση σχετική με το αντικείμενο. Η κατανομή έγινε επί τούτου την πρώτη μέρα δουλειάς από μια προϊστάμενη της διεύθυνσης πληροφορικής.

Η ΗΔΙΚΑ είχε προκηρύξει θέσεις για 60 άτομα, εκ των οποίων προσλήφθηκαν αρχικά 51 και προς τον Μάιο προσλήφθησαν νομίζω άλλοι 5. Οι θέσεις που καλύψαμε ποικίλλαν. Οι περισσότεροι κλήθηκαν να δουλέψουν ως διοικητικό προσωπικό, κάποιοι ως χειριστές μηχανής με βάρδιες, άλλοι ως εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό και άλλοι μόνο κατ’ευφημισμόν, καθώς εντάχθηκαν σε πόστα που είτε πράγματι δεν είχαν δουλειά ή η δουλειά δεν μοιραζόταν κατάλληλα για να τους συμπεριλάβει, λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης ή για άλλους λόγους που παρέμειναν αδιευκρίνιστοι. Ωστόσο, στα τμήματα που υπήρχε ανάγκη, ο φόρτος εργασίας ήταν αρκετός και οι ρυθμοί εντατικοποιημένοι. Εκτός αυτού, κάποιοι από εμάς απασχολήθηκαν σε εργασίες που απαιτούσαν ειδίκευση ή κάποια εργασιακή εμπειρία.

Πώς οργανωθήκατε οι κοινωφελείς στην ΗΔΙΚΑ; Τι αφορούσε ο αγώνας σας;

Αρχικά, ήθελα να αδράξω την ευκαιρία για να κινήσω μια διαδικασία στην εταιρία για το ζήτημα της κοινωφελούς εργασίας, επικαλούμενη αρχικά τον πενιχρό μισθό, την έλλειψη σύμβασης και λοιπές παρατυπίες που ακύρωναν την εργατική νομοθεσία, ευελπιστώντας να κατακτηθεί κάτι επί τούτου. Ωστόσο, στην αρχή όχι μόνο ήταν δύσκολο να βρεθείς και να μιλήσεις με κόσμο (ήμασταν διασπασμένοι σε δυο κτίρια και σε επιμέρους γραφεία χωρίς να έχουμε ξανασυναντηθεί πέρα από την πρώτη μέρα), αλλά ακόμα κι όταν αναφερόταν το ενδεχόμενο συνέλευσης στο μόνο μέρος που μπορούσες να βρεις συναδέλφους, το κυλικείο, δεν αναγνωριζόταν αρχικά μια τέτοια αναγκαιότητα είτε αντιμετωπιζόταν καχύποπτα ή με αδιαφορία. Καλώς ή κακώς, όμως, η πραγματικότητα για άλλη μια φορά μας ξεπέρασε.

Η αφορμή δόθηκε με την καθυστέρηση του πρώτου μισθού κατά 2 μήνες και το χάσιμο κάποιων μεροκάματων, λόγω του ότι δεν φάνηκε να χτύπησε σωστά η ηλεκτρονική κάρτα μέσα από την οποία καταγράφονταν οι παρουσίες μας στη δουλειά. Οφείλω να ομολογήσω πως η πρώτη μαζική συνέλευση που πραγματοποιήσαμε (πραγματοποιήθηκε μια προηγούμενη χωρίς ιδιαίτερη προσέλευση) δεν θα είχε επιτευχθεί χωρίς τη βοήθεια του Σωματείου της ΗΔΙΚΑ, το οποίο καλύπτει το τακτικό προσωπικό, που μας έφερε σε επαφή μεταξύ μας και μας βοήθησε στην καλύτερη προπαγάνδιση της συνέλευσης, οπότε διαπιστώσαμε πως ακόμα και τα ωράρια εργασίας μας στα 2 κτίρια ήταν διαφορετικά.

Η πρώτη συνέλευση, που έγινε υπό την παρουσία του προέδρου του σωματείου όπως είχε ζητηθεί από κάποιους συναδέλφους, ήταν ιδιαίτερα επιτυχής, με τη συμμετοχή περί των 30 ατόμων από τους 51, ιδιαίτερα αγανακτισμένων και προβληματισμένων για την τρέχουσα κατάσταση. Τέθηκαν διάφορα ζητήματα, πέρα από την καθυστέρηση του μισθού και τα χαμένα ημερομίσθια, όπως η απουσία αδειών ασθενείας ή το ζήτημα άδειας εγκυμοσύνης (από τη στιγμή που δούλευαν έγκυες και χρόνια πάσχοντες στην εταιρία), αλλά και η αδυναμία θεώρησης βιβλιαρίου υγείας για όσο χρονικό διάστημα εργαζόμαστε (αφού τα ένσημα φαίνονται αρκετούς μήνες μετά την λήξη του προγράμματος) σε μια εταιρία, μάλιστα, όπως η ΗΔΙΚΑ που το κατεξοχήν της αντικείμενο είναι η ασφάλιση.
Επίσης, διαπιστώσαμε πως διάφοροι συνάδελφοι είχαν κληθεί να υπογράψουν ένα κείμενο-φάντασμα πως αν λείψουν μια ώρα θα χάσουν όλο το ημερομίσθιο, σύμφωνα με κάποιον κανονισμό του ΟΑΕΔ που μόνο οι υπεύθυνοι της ΗΔΙΚΑ που το κυκλοφόρησαν τον είχαν ανακαλύψει. Δυστυχώς, αυτό το χαρτί δεν έφτασε ποτέ στα δικά μου χέρια…

Από την πρώτη συνέλευση αποφασίσαμε να κινηθούμε κλιμακωτά για να διεκδικήσουμε άδειες, περίθαλψη, τακτική πληρωμή και αποζημίωση των χαμένων ημερομισθίων. Έτσι, αρχικά αποφασίσαμε να απευθυνθούμε εγγράφως στη διοίκηση, πρωτοκολλόντας τα αιτήματά μας και να κινηθούμε ανάλογα με τις απαντήσεις που θα λαμβάναμε, όπως και έγινε. Καθώς δεν βρίσκαμε ανταπόκριση για συνάντηση των εκπροσώπων που είχαν οριστεί από τη συνέλευσή μας με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο για τα ζητήματα που μας απασχολούσαν, προχωρήσαμε σταδιακά σε μαζικό μοίρασμα κειμένων σε όλα τα τμήματα ζητώντας την συμπαράσταση του τακτικού προσωπικού, σε παράσταση διαμαρτυρίας με 10λεπτη συμβολική κατάληψη στο γραφείο του Συμβούλου και σε ολοήμερη λευκή απεργία, που ήταν και το αποκορύφωμα των δράσεων μας.

Να αναφέρω πως στην παράσταση διαμαρτυρίας ήρθαν κάπου 6 συνάδελφοι από το τακτικό προσωπικό και μας στήριξαν που, προσωπικά, το βρήκα ελπιδοφόρο και συγκινητικό. Από την άλλη, την ημέρα της λευκής απεργίας – την οποία την προπαγανδίζαμε και ως ολοήμερη συνέλευση, για να παρακάμψουμε τυχόν τυπικά γραφειοκρατικά κολλήματα που θα μπορούσαν να επικαλεστούν για να μας εμποδίσουν – συναντηθήκαμε (οι εκπρόσωποι) με τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, ο οποίος αγνοούσε τα γεγονότα και το καθεστώς απασχόλησής μας και μην έχοντας εκτελεστικές αρμοδιότητες, δήλωνε αναρμόδιος να μας βοηθήσει.

Η λευκή απεργία όπως είπα ήταν το αποκορύφωμα των δράσεών μας. Κι αυτό όχι μόνο γιατί μετέπειτα η προσέλευση στις συνελεύσεις μειώθηκε σημαντικά, αλλά γιατί στη διάρκειά της – ενόψει της συνάντησης με τον Πρόεδρο του ΔΣ – έγινε η πιο ώριμη συνέλευση, όπου μίλησαν σχεδόν όλοι, υπήρχε συντονιστής και διατηρούνταν ένας σύντομος χρόνος ομιλίας χωρίς να μακρυγορεί κάποιος και μονοπωλεί την κουβέντα. Επίσης, είχε έρθει για στήριξη και το Σωματείο Μισθωτών Τεχνικών (ΣΜΤ) εκείνη την ημέρα, που είχε μια προηγούμενη παρουσία στο χώρο μοιράζοντας κείμενα για του ΚΟΧ, το οποίο μας κάλεσε και στην επικείμενη γενική απεργία της επόμενης εβδομάδας.

Σε όλο τον αγώνα μας επίσης είχαμε τη συμπαράσταση του Σωματείου. Οι μαζικές συνελεύσεις και κινητοποιήσεις γενικά τράβηξαν ένα μήνα με αποτέλεσμα, μετά την λευκή απεργία και ενόψει του Πάσχα, η συμμετοχή να πέσει κατακόρυφα. Εν τέλει, ο Διευθύνων Σύμβουλος αποφάσισε να μας δει όλους μόλις 6 εργάσιμες μέρες πριν την απόλυση μας, που από αρκετούς εκλήφθηκε βέβαια ως κοροϊδία, ωστόσο οι περισσότεροι παρευρεθήκαμε. Γενικά, τα γεγονότα είναι πολλά για να καταγραφούν λεπτομερώς, αλλά για περισσότερα μπορεί κανείς να δει το σχετικό δελτίο τύπου που στείλαμε λίγο πριν την απόλυσή μας [1].

Οι συνελεύσεις πού και κάθε πότε γίνονταν;

Οι συνελεύσεις γίνονταν συνήθως κάθε βδομάδα λίγο μετά το σχόλασμα των συναδέλφων από το ένα κτίριο και λίγο πριν το σχόλασμα των συναδέλφων από το άλλο κτίριο, καθώς υπήρχε αναντιστοιχία στα ωράρια. Όταν η συμμετοχή έπεσε πολύ, έγινε μια προσπάθεια να κάνουμε αρκετά νωρίτερα τη συνέλευση, σε περίπτωση που έφταιγε και αυτό, αλλά επικαλέστηκε η Διοίκηση κάποια γραφειοκρατικά κολλήματα και έβαλε χέρι στο σωματείο και έτσι, δεν τα καταφέραμε, καθώς το Σωματείο μας παραχωρούσε το δικό του χώρο για τις συνελεύσεις.

Η πρώτη συνέλευση έγινε τέλη Φλεβάρη νομίζω και μέχρι την Πρωταπριλιά, που έγινε η λευκή απεργία, η συμμετοχή δεν ήταν σίγουρα λιγότερη από 23 – μετρημένα – άτομα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως παρέμεναν όλοι μέχρι το πέρας της κουβέντας. Επίσης, στην συνέλευση ήταν παρών ο Πρόεδρος του Σωματείου, όπως αρχικά είχε ζητηθεί, αν και στην πορεία και αυτό άλλαξε.

Είχαμε φτιάξει και mailing list που ανέβαιναν τα πρακτικά της συνέλευσης, οι αποφάσεις, ενημερώσεις, χρήσιμα links και βέβαια, όλα τα κείμενα για να εγκριθούν. Βέβαια, πολλοί λίγοι απαντούσαν, με αποτέλεσμα, μετά από ένα διάστημα, η έλλειψη απάντησης να εκλαμβάνεται ως ok για την έγκριση ενός κειμένου παραδείγματος χάρην. Ωστόσο, στόχος ήταν να υπάρχει από τη μια, διαφάνεια και από την άλλη, συλλογική ευθύνη για τα πράγματα. Κανα-δυο φορές άνοιξε κι ένας διάλογος αντιπαράθεσης για κάποιο ζήτημα, μάλιστα κάνα 2 άτομα διαχώρισαν παντελώς τη θέση τους, αλλά ήταν αρκετά εποικοδομητικός και δεν νομίζω ότι θα ήταν το ίδιο εύκολο να γίνει στη συνέλευση, λόγω έλλειψης χρόνου, συντονισμού της κουβέντας ή και υπομονής.

Ποιος ήταν ο ρόλος του σωματείου σε αυτόν τον αγώνα; Τι σχέσεις υπήρχαν με τους ΚΟΧ;

Η επαφή με το σωματείο έγινε αρχικά μέσω προσωπικής συζήτησης την ώρα που μοιραζόταν ένα κείμενο που αφορούσε το τακτικό προσωπικό της ΗΔΙΚΑ. Παρότι μας αναγνώριζαν ως εργαζόμενους, δεν υπήρξε δική τους πρωτοβουλία να βγάλουν πρώτοι κάποιο σχετικό κείμενο ή να έρθουν να μας συναντήσουν επί τούτου εξαρχής. Ωστόσο, μετά από την «αυτο-οργάνωσή» μας, στάθηκαν αλληλέγγυοι και μας στήριξαν στις συνελεύσεις και τις κινητοποιήσεις μας.

Το σωματείο, άλλωστε, ήταν αυτό που μας έφερε σε επαφή με τους υπόλοιπους κοινωφελείς που αγνοούσαμε ποιοι ήταν και πού βρίσκονταν. Επίσης, όπως είπα, μας παραχώρησε το χώρο του στο κτίριο για να πραγματοποιήσουμε τις συνελεύσεις μας. Η συμμετοχή του Προέδρου μάς έδωσε μια καλύτερη εικόνα για τη λειτουργία της ΗΔΙΚΑ και τη στάση της Διοίκησης. Ακόμα, μας βοήθησε στην προπαγάνδιση των κειμένων μας εντός της εταιρίας, ανοίγοντας και το ίδιο το ζήτημα στο τακτικό προσωπικό με συζήτηση και σχετική του ανακοίνωση για τα κοινωφελή προγράμματα.

Ωστόσο, το ίδιο το σωματείο διεπόταν από ένα σωρό αντιφάσεις, που προσπαθούσε να τις ξεπεράσει χωρίς να το επιτυγχάνει πάντα, πράγμα που ενίοτε οδηγούσε σε (υπόγειες) παρεξηγήσεις που φαίνεται πως λειτούργησαν διασπαστικά. Για παράδειγμα, ενώ από τη μια εξέφραζε δημόσια πως ήθελε να έχει έναν παρατηρητικό ρόλο στη συνέλευση, αποφεύγοντας να τη χειραγωγήσει, από την άλλη, η άποψη του προέδρου σε πιο τεχνικά/θεσμικά ζητήματα είχε βαρύνουσα σημασία, καθώς του αναγνωριζόταν αυτή η ιδιότητα. Συνεπώς, χωρίς να γίνεται εσκεμμένα, ορισμένες φορές υπερίσχυε η άποψη του προέδρου ως προς το πώς να κινηθούμε, εξού και προχωρήσαμε κλιμακωτά στις δράσεις μας και καθυστερήσαμε, δεδομένου του χρόνου που είχαμε, να πιέσουμε σε μια συνάντηση με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο (ΔΣ).

Επίσης, οι αδυναμίες που ως συνέλευση δεν καταφέραμε να επιλύσουμε ενδεχομένως οδήγησαν σε άτυπους ρόλους. Για παράδειγμα, η μη προετοιμασία του κόσμου για τα ζητήματα που τίθονταν στη συνέλευση και η αδυναμία συντονισμού της κουβέντας, πολλές φορές έδινε περισσότερη βαρύτητα σε όποιον είχε έναν πιο συγκροτημένο λόγο ή ένα σχέδιο για το πώς να κινηθούμε, παρά τις προσπάθειες να υπάρχει ισότιμη συμμετοχή, να ακουστούν όλες οι γνώμες, ακόμα και να υπάρχει ψηφοφορία για κάποια ζητήματα και διαφάνεια μέσω συνεχών ενημερώσεων και τη χρήση και της mailing list.

Έπαιξε κάποιο ρόλο η ΣΥΝΕΚΟΧ και η σύσκεψη [2] στον αγώνα σας;

Καταρχάς, προσωπικά αν δεν ήμουν μέλος αυτής της συλλογικότητας δεν ξέρω αν το ίδιο εύκολα θα μπορούσα να πάρω την πρωτοβουλία να καλέσω μια συνέλευση ή να έχω τη συγκεκριμένη δράση, όπως η κόντρα με τον Διευθύνων Σύμβουλο την τελευταία μέρα. Είναι διαφορετικό να γνωρίζεις πως υπάρχει κόσμος και εκτός της φάσης που μπορεί να σε στηρίξει, να συζητήσεις κτλ.

Επίσης, στα πλαίσια της σύσκεψης μπήκε και το ζήτημα συμμετοχής στην παρέμβαση στον ΟΑΕΔ. Θυμάμαι είχαμε σηκώσει χέρια τουλάχιστον 8 άτομα για να πάμε αλλά τελικά ακυρώθηκε στην πορεία της συζήτησης καθώς, καλώς ή κακώς, μπήκε σε προτεραιότητα να ξεκαθαρίσουμε το τοπίο στην εταιρία και μετά να κινηθούμε προς τα έξω. Πάντως, έδινε σίγουρα κουράγιο και ελπίδα το γεγονός ότι υπήρχε κόσμος, πέρα από εμάς στην ΗΔΙΚΑ, που ασχολούταν με το ζήτημα. Υπήρχε η ανάγκη και η επιθυμία για συνεύρεση με άλλους κοινωφελείς και είναι κρίμα που δεν επιτεύχθηκε σύντομα κάποιο ραντεβού στο δρόμο, όσο τα πράγματα ήταν εν βρασμώ στην ΗΔΙΚΑ.

Γιατί αραίωσε ο κόσμος από τις διαδικασίες;

Θεωρώ πως ένα σωρό παράγοντες συντέλεσαν σε αυτό, εκ των οποίων κάποιους τους έχω ήδη αναφέρει. Το κύριο πιστεύω πως ήταν οι διαρκείς κινητοποιήσεις χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα. Αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι συνελεύσεις γίνονταν κάθε βδομάδα και κρατούσαν πάνω από ώρα με αποτέλεσμα να είναι κουραστικές κάποιες φορές και το γεγονός ότι είχε εκλεχτεί αντιπροσωπεία και ο κόσμος δε θεωρούσε ότι είχαμε κάτι άλλο να πούμε σε σχέση με τα αιτήματα έπαιξε ρόλο. Επίσης, είχε βγει η απόφαση του Υπουργείου [3] που, αν και τονιζόταν στη συνέλευση να μην μας πτοήσει και πως οφείλουμε να συνεχίσουμε για εμάς και τους επόμενους κοινωφελείς, σίγουρα έδωσε μια αίσθηση ματαιότητας σε κάποιο κόσμο. Ακόμα, η μετέπειτα καχυποψία με το σωματείο ίσως έδιωξε κόσμο. Επίσης, υπήρξαν διαφωνίες για κάποια αιτήματα, πχ ορισμένοι ήθελαν παράταση της «σύμβασης», με το οποίο αρκετοί διαφωνούσαμε, με αυτούς τους όρους τουλάχιστον, οπότε κι εκείνοι δεν προσέρχονταν πλέον στην συνέλευση. Τέλος, ο χρόνος περνούσε, ο Διευθύνων Σύμβουλος ήταν άφαντος και μετά το Πάσχα μας έμενε λίγο διάστημα απασχόλησης ακόμα, οπότε ο αγώνας άρχισε να θεωρείται χαμένος. Α, θεωρώ σημαντικό και το γεγονός πως δεν υπήρξε ένας συντονισμός με άλλους κοινωφελείς ή κάποιος αγώνας αλλού για να έρθουμε σε επαφή.

Εγώ πιστεύω πως μπορούσαμε να το τραβήξουμε σε μεγαλύτερα επίπεδα, από το να περάσουμε σε αποκλεισμό του δρόμου, να ζητήσουμε στήριξη από τη σύσκεψη για μεγαλύτερη κινητοποίηση κι ανάδειξη του ρόλου της ΗΔΙΚΑ κ.ά, που ποτέ δε δόθηκε η ευκαιρία να συζητηθούν λόγω της εξέλιξης.

Τι πιστεύεις ότι πετύχατε με τις κινητοποίησεις; Τι ανέδειξε αυτός ο αγώνας;

Με μια πρώτη ματιά, κάποιος θα μπορούσε να διακρίνει μια ματαιότητα έπειτα από τόσες κινητοποιήσεις. Ωστόσο, πιστεύω πως υπάρχουν πράγματα που επιτύχαμε και τα θεωρώ ιδιαίτερα αξιόλογα και πρωτόγνωρα.

Καταρχάς, νομίζω ήταν ο πρώτος αγώνας με τέτοια συμμετοχή –αναλογικά– σε χώρο εργασίας, που γίνεται από κοινωφελείς και ξεπερνά το αίτημα της καταβολής μισθού, περνώντας σε περαιτέρω εργασιακά δικαιώματα. Και μόνο το γεγονός ότι χωρίς να γνωριζόμαστε καθόλου μέσα σε έναν μήνα καταφέραμε να κάνουμε τόσα πράγματα είναι ελπιδοφόρο.

Αντίστοιχα, ήταν ένας αγώνας που προσπάθησε με έναν τρόπο να συνδεθεί με το τακτικό προσωπικό και που το σωματείο στο χώρο εργασίας συντέλεσε σε αυτό. Επίσης, σε όλες τις συνελεύσεις τονιζόταν η σημασία να κατακτήσουμε κάτι και να μην πτοούμαστε από τις θεσμικές αποφάσεις [3], ειπωνόταν δηλαδή πως δεν αφορά μόνο εμάς τώρα, μας αφορά και ως μελλοντικούς άνεργους και ως μελλοντικούς εργαζόμενους.

Όσον για τα πρακτικά αποτελέσματα, πράγματι, μπορεί να μην πετύχαμε όλα όσα ζητούσαμε, όμως, τα ημερομίσθια που χάθηκαν λόγω των καρτών αναπληρώθηκαν από εκεί που στην αρχή η γραμματεία ισχυριζόταν πως δεν μπορούσε να γίνει τίποτα.

Δεύτερον, η καταβολή του μισθού, τουλάχιστον από την πλευρά της ΗΔΙΚΑ, δεν ξανακαθυστέρησε. Τρίτον, όλο και περισσότεροι πήγαιναν να πάρουν την αναγγελία πρόσληψης από τη γραμματεία και γενικότερα, είχαμε γίνει ενοχλητικοί, επομένως πιστεύω πως αποφεύχθηκαν στη συνέχεια λάθη που θα μπορούσαν να μας προκαλέσουν.

Επίσης, αν και με μεγάλη καθυστέρηση, καταφέραμε να συναντηθούμε με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και να τον εκθέσουμε δημοσίως (και με το δελτίο τύπου), ενώ πάρθηκε πίσω και η αυθαίρετη ανακοίνωση του «λείπεις ώρα, σου κόβεται μέρα». Με λίγα λόγια, στην ΗΔΙΚΑ τουλάχιστον πιστεύω πως σίγουρα θα το ξανασκεφτούν να ξαναπροσλάβουν κοινωφελείς στο μέλλον.

Από την άλλη, αυτός ο αγώνας ανέδειξε και όρια και αντιφάσεις. Για παράδειγμα, ανέδειξε τις συγκρούσεις μεταξύ των διαφορετικών εργασιακών σχέσεων στην ίδια εταιρία και κατά πόσο μπορούν ή όχι να χτιστούν γέφυρες επικοινωνίας υπεράνω υποψίας ή χειραγώγησης, δηλαδή την ανάγκη σύνδεσης με το τακτικό προσωπικό, αλλά και τις αντιφάσεις που ενέχει αυτή η σύνδεση.

Επίσης, η λογική της ανάθεσης δεν εξαλείφτηκε και μάλλον λειτούργησε ανασταλτικά μετά από ένα σημείο, αλλά η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω αν θα μπορούσαν να είχαν γίνει πολύ διαφορετικά τα πράγματα. Τέλος, ανέδειξε την ανάγκη για μαζικότητα και εξάπλωση αυτών των αγώνων, ώστε να υπάρχει αλληλοτροφοδότηση και η δράση να συνεχίζεται στους χώρους εργασίας.

Όπως και να ‘χει, αφήνει μια σημαντική παρακαταθήκη που ελπίζω να αξιοποιηθεί για να έχουμε ακόμη περισσότερους και πιο επιτυχείς αγώνες μέχρι την πλήρη κατάργηση αυτών των προγραμμάτων.

Σημειώσεις:

[1] Βλ. το Δελτίο τύπου εργαζόμενων 5μηνης απασχόλησης στην ΗΔΙΚΑ Α.Ε..

[2] Για τη σύσκεψη συλλογικοτήτων ανέργων και την κινητοποίηση στα κεντρικά του ΟΑΕΔ στον Άλιμο στις 27/02 βλ.Απολογισμός του αγώνα ενάντια στα κοινωφελή (από Άλιμο ως Καισαριανή).

[3] Για την απόφαση βλ. σχετικά links:
https://ergatis.files.wordpress.com/201 … b5cebb.pdf
http://www.alfavita.gr/sites/default/fi … xolisi.pdf

Για το νέο voucher άνεργων αποφοίτων Α.Ε.Ι./Τ.Ε.Ι. έως 29 ετών

Σχετικά με το νέο πρόγραμμα voucher ‘’Επιταγή διασύνδεσης με την αγορά εργασίας ανέργων αποφοίτων ΑΕΙ/ΤΕΙ’’.

Για τo πρόγραμμα άνοιξε η ηλεκτρονική πλατφόρμα στις 22 Δεκέμβρη και θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι τις 31 Δεκέμβρη.Ένα πράγμα που μας απασχόλησε,διαβάζοντας την πρόσκληση είναι ότι δεν γίνεται ”αντιληπτό” το αντικείμενο της εργασίας των εργαζομένων.Τα ΚΕΚ εξακολουθούν να παίρνουν αυξημένη επιδότηση,σε σχέση με τα περσινά προγράμματ,ενώ οι ”ωφελούμενοι” μικρότερη!!!!Επισημαίνουμε ότι είναι πρόγραμμα για 8 περιφέρεις και όχι πανελλαδικό,πράγμα που μας κάνει λίγο πιο ξεκάθαρο τον ρόλο των ΚΕΚ ή των κοινοπραξιών των ΚΕΚ!Έχει προστεθεί ένας project manager στην επιτήρηση του προγράμματος,ως μέλος ΔΕΠ και τέλος είναι αυξημένες οι ώρες τις θεωρίας.

Ας τα δούμε λοιπόν πιο αναλυτικά.

1 – Γενικά για το πρόγραμμα

Το πρόγραμμα αυτό αφορά  άνεργους αποφοίτους ΑΕΙ/ΤΕΙ και θα απορροφήσει μέχρι 7.000 ‘’ωφελούμενους’’ έως 29 ετών. Δεν είναι πανελλαδικό, αλλά θα ανοίξει σε οχτώ περιφέρειες: Ανατ. Μακεδονία και Θράκη, Θεσσαλία, Ήπειρο, Ιόνια Νησιά, Δυτική Ελλάδα, Πελοπόννησο, Βόρειο Αιγαίου και την Κρήτη.

Αντικείμενο του προγράμματος είναι «Θέματα αγοράς εργασίας, περιβάλλον επιχειρείν» ενώ ως συγκεκριμένα αντικείμενα της κατάρτισης περιγράφονται τα: υγεία και ασφάλεια στην εργασία, βασικές αρχές εργατικού δικαίου, εκμάθηση σύνταξης βιογραφικού, εύρεσης εργασίας, συνέντευξη με εργοδότη, επαγγελματικό προσανατολισμό, εφαρμογές Η/Υ και επαγγελματική συμπεριφορά. Η κατανομή των 7.000 θέσεων δεν γίνεται βάσει του διαχωρισμού ΑΕΙ/ΤΕΙ αλλά βάσει της περιφέρειας.

2 – Θεωρία-πρακτική-επιδότηση

Για τους εργαζόμενους

Για το σύνολο των 1040 ωρών (208 θεωρία και 832 πρακτική), οι εργαζόμενοι παίρνουν 3.120 ευρώ σε τρεις δόσεις.

  • Η πρώτη δόση δίνεται μετά την ολοκλήρωση της θεωρίας και αντιστοιχεί σε 624 ευρώ.
  • Η επόμενη δόση αντιστοιχεί σε 1.248 ευρώ και δίνεται μετά την ολοκλήρωση των 416 ωρών της Α΄φάσης της πρακτικής που έχει αντικείμενο την προσαρμογή και ενσωμάτωση στο εργασιακό περιβάλλον.
  • Η τελευταία δόση δίνεται μετά το τέλος των 416 ωρών της Β΄φάσης της πρακτικής που έχει αντικείμενο την ανάπτυξη δεξιοτήτων.

Για τα ΚΕΚ

Το ποσό που παίρνουν τα ΚΕΚ είναι 3.302 ευρώ και καταβάλλονται σε δυο δόσεις.

  • Η Α΄δόση καταβάλλεται στα ΚΕΚ μετά την ολοκλήρωση της θεωρίας και αντιστοιχεί σε 1.981,2 ευρώ 
  • Η Β΄δόση καταβάλλεται μετά την ολοκλήρωση της πρακτικής άσκησης και αντιστοιχεί σε 1.981,2.

Τα χρήματα που παίρνουν τα ΚΕΚ καλύπτουν το ασφαλιστικό κόστος για θεωρία και πρακτική αλλά μόνο για την ασφάλεια σε είδος (κλάδος ασθένειας και ΟΧΙ συντάξιμη).

3 – Μοριοδότηση για τους υποψήφιους

Η μοριοδότηση γίνεται βάσει των εξής κριτηρίων επιλογής:

1.Βαθμός κτήσης πτυχίου

2.Ηλικία υποψηφίου

  1. Ετήσιο φορολογητέο εισόδημα (έτος αναφοράς είναι το 2013)
  2. χρόνος ανεργίας.

4 – Για τις επιχειρήσεις του προγράμματος

Επιχείρησεις που έχουν ως τακτικό προσωπικό 0-4 άτομα μπορούν να «προσλάβουν» μέσω του προγράμματος 1 εργαζόμενο, ενώ επιχειρήσεις με προσωπικό 5 άτομα και άνω μπορούν να «προσλάβουν» αριθμό ίσο με το 30% του τακτικού προσωπικού. Αν η επιχείρηση εξαντλήσει τον αριθμό συμμετεχόντων στο πρόγραμμα που δικαιούται, δεν μπορεί να επιλεγεί ξανά στο συγκεκριμένο πρόγραμμα.

α – Δεσμεύσεις επιχείρησης για τις απολύσεις!!

Παρά τις διαρκείς καταστρατηγήσεις από την πλευρά των επιχειρήσεων των διατάξεων για την απαγόρευση των απολύσεων του τακτικού προσωπικού προκειμένου να μπορούν να ενταχθούν στα προγράμματα αυτά, δεν υπάρχει ούτε σε αυτό το πρόγραμμα καμία επιπλέον πρόβλεψη. Πολύ προβληματικό είναι ότι δεν υπάρχει ούτε καν δέσμευση  ή κίνητρα για τις επιχειρήσεις για να συνεχιστεί η εργασιακή σχέση ενός ποσοστού των συμμετεχόντων στο πρόγραμμα (όπως υπήρχε σε προηγούμενα προγράμματα).

Η μόνη δέσμευση που υπάρχει είναι να μην προχωρήσει η επιχείρηση σε μείωση του αριθμού εργαζομένων από την ημερομηνία δημοσίευσης της πρόσκλησης και για όσο συμμετέχει στη δράση. Αν, όμως, υπάρξει απόλυση θα πρέπει εντός 10 ημερών να προχωρήσει σε νέα πρόσληψη εργαζομένου (εκτός προγράμματος και όχι ασκούμενος). Επομένως ακόμα και αυτή η μικρή δέσμευση αναιρείται με την πρόσληψη εκτάκτου προσωπικού ενώ στις προαναφερθείσες μειώσεις δεν περιλαμβάνονται οι απολύσεις για σπουδαίο λόγο.  

5 – Πάροχοι Συμβουλευτικών Υπηρεσιών ,project manager και επιβλέπων πρακτικής

Σε αυτό το πρόγραμμα εκτός του Πάροχου Συμβουλευτικών Υπηρεσιών που ορίζεται από τα ΚΕΚ και έχει την ευθύνη της σύνδεσης των συμμετεχόντων με τις επιχειρήσεις, του Επόπτη Πρακτικής που επίσης ορίζεται από τα ΚΕΚ και έχει την ευθύνη της παρακολούθησης της πρακτικής και του Επιβλέποντα της πρακτικής που είναι εργαζόμενος στην επιχείρηση υποδοχής και έχει την ευθύνη της παρακολούθησης της πρακτικής του συμμετέχοντα, έχει οριστεί και ένας project manager ο οποίος πρέπει να μέλος ΔΕΠ (διοικητικό προσωπικό στα Πανεπιστήμια) που να έχει εμπλακεί στην υλοποίηση σχετικών έργων.

 

Πηγή: V for Voucherades

Παράγοντας στατιστικές πληροφορίες για το ελληνικό κράτος: η σκοπιά ενός μόνιμα ελαστικού «ιδιώτη συνεργάτη» της ΕΛ.ΣΤΑΤ.

Ένα εξαιρετικό κείμενο που αποτυπώνει απόλυτα τις συνθήκες εργασίας ενός λεγόμενου ιδιωτικού συνεργάτη της ΕΛΣΤΑΤ. Απλήρωτα σεμινάρια που μπορεί να φτάσουν και τις 7 ώρες, κακοπληρωμένη δουλειά που δεν ανταποκρίνεται στις δηλωμένες διαθέσιμες ώρες, φυσικά ανασφάλιστη εργασία, την αρνητική αντιμετώπιση του δείγματος που ουσιαστικά μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε ακύρωση του ερευνητή, καθυστερήσεις στις πληρωμές, εργοδοτική αντιμετώπιση από τους υπαλλήλους της ΕΛΣΤΑΤ και πολλά ακόμα………

Αναδημοσίευση απο ΣΦΥΚΑ τεύχος 7 

Περιπλανώμενος με την κάρτα ανεργίας μου στην αγορά εργασίας τα τελευταία 2 χρόνια, [1] έχω υπάρξει και σε μια «απασχόληση» που δεν εναλλάσσεται και έχει αποδειχθεί σταθερή στον χρόνο που μου απορροφά και στο ποσό χρημάτων που μου ανταποδίδει. (Όχι και τόσο) προφανώς, είναι μια δουλειά, που όπως πολλές τη σήμερον ημέρα, δεν θεωρείται δουλειά αλλά εξωτερική συνεργασία, δεν έχει σταθερό μισθό, πληρώνει πολύ καιρό μετά το πέρας της εργασίας μέσω απόδειξης δαπανών και ταυτόχρονα καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες μιας δημόσιας υπηρεσίας. Αυτή η εργασία που δεν θεωρείται εργασία πραγματοποιείται κατά κύριο λόγο από φοιτητές, ανέργους, επισφαλώς εργαζόμενους ή νοικοκυρές που ερευνούν, συλλέγουν και καταγράφουν τα στατιστικά στοιχεία του ελληνικού κράτους γύρω από τις δραστηριότητες της ελληνικής κοινωelstat-300x259νίας και αποκαλούνται «Ιδιώτες Συνεργάτες» (Ι.Σ.) της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.). Με άλλα λόγια, στο κείμενο που διαβάζετε θα προσπαθήσω να εξηγήσω πως π.χ. γίνεται να παράγονται τα ποσοστά της ανεργίας (της κύριας έρευνας της ΕΛ.ΣΤΑΤ. τα δεδομένα της οποίας όλοι επικαλούμαστε όταν μιλάμε για το ζήτημα) μέσα από την εργασία ενός (τυπικά) ανέργου. Καθόλου εύκολη διαδικασία όπως θα καταλάβετε, ιδιαίτερα επειδή οι σκέψεις που θα μοιραστούμε προέρχονται από ατομικά βιώματα που δεν έχουν συναντηθεί σε κάποια αγωνιστική κινητοποίηση με άλλα αντίστοιχα βιώματα συναδέλφων, αν εξαιρέσουμε τις απογραφές του 2011 και του αγώνα που δόθηκε τότε [2].

Όλα ξεκινάνε με τη συμπλήρωση μιας φόρμας στο διαδύκτιο, ανά 8 μήνες μετά από κάποια διαφήμιση σε κάποιο site του στυλ «νέες θέσεις εργασίας από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.». Στη φόρμα συμπληρώνεις τα στοιχειά σου, την προηγούμενη συμμετοχή σου σε ανάλογες έρευνες, τρεις περιοχές που σε ενδιαφέρουν να εργαστείς και πόσο χρόνο μπορείς να διαθέσεις (40, 80 ή 120 ώρες τον μήνα, αν θυμάμαι καλά, οι επιλογές), αν επιθυμείς έρευνες σε νοικοκυριά ή επιχειρήσεις [3] και δηλώνεις ότι οι αμοιβές σου από παροχή υπηρεσιών το προηγούμενο έτος δεν ξεπερνούν τα 4.900 ευρώ. Πατώντας το «κλικ» γίνεσαι μέρος του «Μητρώου Ιδιωτών Συνεργατών» της ΕΛ.ΣΤΑΤ.» όπου ανάλογα με την προηγούμενη εργασιακή σου εμπειρία σε στατιστικές έρευνες/δημοσκοπήσεις) και τις σπουδές σου βαθμολογείσαι [4] σε σχέση με τις θέσεις εργασίας που ζητά η κάθε στατιστική έρευνα σε κάθε περιοχή (που εκτιμώ ότι κυμαίνονται από 200 ως 1000 θέσεις πανελλαδικά, σε ένα έτος οπότε φαντάζομαι εργάζονται σε διαφορετικές φάσεις κάμποσες χιλιάδες άτομα με αυτό το καθεστώς).

Ουσιαστικά, ο τρόπος επιλογής προάγει αυτούς που έχουν εργαστεί στο παρελθόν και δεν τα έχουν παρατήσει. Το μεγαλύτερο κομμάτι της πρόσκλησης της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για τη συγκεκριμένη απασχόληση, εξηγεί ότι ο «συνεργάτης» διαγράφεται από το «Μητρώο Ι.Σ.», καθώς και από το επόμενο που θα βγει στις παρακάτω περίπτώσεις: Αν αρνηθεί κάποια έρευνα που θα του προσφερθεί, ουσιαστικά αν δεν απαντήσει ουσιαστικά εντός 48 ωρών με ΝΑΙ στο SMS που θα του σταλεί και θα τον ενημερώνει ότι επιλέχθηκε. Αν παρατήσει στη μέση μια έρευνα που ξεκίνησε. Αν δεν ανταποκριθεί καλά στη δουλειά του (π.χ. παραδώσει πολύ λίγα στατιστικά δελτία) και αξιολογηθεί αρνητικά. Από την πλευρά των αφεντικών πρόκειται σίγουρα για έναν αρκετά αποδοτικό τρόπο να αξιολογούν αυτό το διάχυτο εργατικό δυναμικό, να ξεσκαρτάρουν αυτούς που δεν έχουν τόση όρεξη για δουλειά και να μη σπαταλάνε τόσο χρόνο στο να επιλέγουν και να αντικαθιστούνε τους κάθε φορά «συνεργάτες», δίνοντας ως ανταμοιβή σε όσους αντέχουν απλά τη συνέχιση της εργασίας. Από εργατική σκοπιά πάλι πρόκειται για μια ακόμα διαδικασία πειθάρχησης μας που στόχο έχει να απολέσουμε το παραμικρό στοιχείο προσωπικής επιλογής και προγραμματισμού πάνω στον χρόνο και τις συνθήκες τις εργασίας μας (βλ. και την ανάλυση της συλλογικότητας μας για το workfare ως επιβολή της εργασίας στους ανέργους [5]).

Προσέξτε: Δεν υπογράφουμε κάποια σύμβαση εργασίας με υποχρεώσεις και δικαιώματα, μόνο μια υπεύθυνη δήλωση ότι «η παροχή υπηρεσιών δεν θεωρείται ότι υποκρύπτει σχέση εξαρτημένης εργασίας». Όμως υποχρεούμαστε ως «εξωτερικοί» να είμαστε διαθέσιμοι κάθε στιγμή και ώρα που θα επιλέγουμε από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. ανεξάρτητα του τι άλλο κάνουμε στη ζωή μας για να επιβιώσουμε. «Καλά», θα ρωτήσει κάποιος άσχετος με τις σύγχρονες επισφαλείς συνθήκες εργασίας, «σου προσφέρεται δουλειά σε τέτοια περίοδο κρίσης κι εσύ έχεις το θράσος να γκρινιάζεις ότι σου επιβάλλεται;» Προτεινόμενη απάντηση: «Ναι, γιατί κάνω ταυτόχρονα 2-3 τέτοιες δουλειές για να επιβιώσω και προσπαθώ να καθορίσω στο ελάχιστο τον τρόπο που θα ανταπεξέλθω χωρίς να πάθω υπερκόπωση, μαλάκα». Εναλλακτικά, μπορούμε να δούμε τις συνθήκες εργασίας αυτής της υποτίθεται «φοβερής ευκαιρίας για δουλειά».

Κατ’ αρχήν, μπορεί να υποχρεούσαι να εργάζεσαι όποτε σου ζητήσουν κάτω από τις δικές τους συγκεκριμένες προθεσμίες, αλλά η πληρωμή γίνεται στην καλύτερη 5 μήνες, στην χειρότερη ενάμιση χρόνο, μετά την παράδοση των στατιστικών δελτίων. Άλλη μια εργασία δηλαδή που πρέπει για τ’ αφεντικά να εκτελεστεί χωρίς να πρέπει να τους απασχολεί ο τρόπος επιβίωσης των εργαζομένων, της κάλυψης των καθημερινών και μηνιαίων τους εξόδων. Την ΕΛ.ΣΤΑΤ. αναλόγως δεν την απασχολεί αν λόγω αυτής της δουλειάς για τον ΟΑΕΔ μπορεί και να θεωρηθούμε εργαζόμενοι (θεσμικά το τοπίο θεωρείται ακόμα «γκρίζο», υποκείμενο στην καλή διάθεση των υπαλλήλων που θα το πάρουν χαμπάρι), ούτε φυσικά το πώς θα αποκτήσουμε ασφάλεια υγείας. Αυτός άλλωστε είναι κι ο λόγος που μεγάλο κομμάτι των «Ι.Σ.» έχουν ταυτόχρονα τη φοιτητική ιδιότητα και συγκατοικούν με γονείς που του καλύπτουν μεγάλο μέρος αυτών των αναγκών.

Έπειτα, αυτή η εργασία, όποτε πληρώνεται, πληρώνεται με το κομμάτι και υπόκειται σε παρακράτηση φόρου 25%. Το δεύτερο σημαίνει ότι το ¼ των χρημάτων που δικαιούσαι μπορεί να τα πάρεις μέχρι και 2μιση χρόνια μετά την παράδοση της εργασίας σου, στη φορολογική δήλωση της επόμενης χρονιάς από αυτής που θα πληρωθείς. Μπορεί βέβαια και να μην τα πάρεις ποτέ αναλόγως των υπόλοιπων εισοδημάτων ή της ακίνητης περιουσίας που διαθέτεις [6]. Τ’ ότι δουλεύεις με το κομμάτι σημαίνει ότι ο χρόνος που χρειάζεσαι για να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους των νοικοκυριών που αποτελούν το δείγμα δεν ταυτίζεται με το χρόνο που πληρώνεσαι, αφού ένα σημαντικό κομμάτι του δείγματος (40-50% στις περισσότερες έρευνες που οι ειδοποιήσεις στα νοικοκυριά δεν στέλνονται ταχυδρομικώς από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.) αντιστοιχεί σε κενά διαμερίσματα ή σε κατοίκους που δεν έχουν χρόνο/διάθεση να απαντήσουν και σπανίως δίνεται η δυνατότητα αντικατάστασης που μειώνει την αξιοπιστία της έρευνας (τ’ ότι το δείγμα επιλέγεται με τυχαίο τρόπο κι όχι π.χ. από γνωστούς). Οπότε ένας «Ι. Σ.» αντιμετωπίζει συνεχώς την αντίστοιχη ταλαιπωρία και άγχος ενός εξωτερικού υπαλλήλου/πλασιέ προϊόντων που ο (μελλοντικός) «μισθός» του ταυτίζεται με τον αριθμό των προσώπων που θα πείσει μέσω των επικοινωνιακών μέσων που θα χρησιμοποιήσει να διαθέσουν κάποιο χρόνο συνεργασίας.

Στις αντιξοότητες του επαγγέλματος προστίθεται ο μικροαστικός φόβος ενός σημαντικού κομματιού της ελληνικής κοινωνίας, με τους εργαζόμενους πόρτα-πόρτα να θεωρούμαστε a priori ύποπτοι εισβολείς με στόχο να πλήξουμε την ασφάλεια της ιδιοκτησίας τους. Τέλος, για έναν ενεργό πολιτικά «Ι.Σ.» όπως του λόγου μου, δεν μπορεί να μην επισημανθεί η σχιζοφρένεια του να προσπαθείς να πείσεις αγανακτισμένους με τις πολιτικές του ελληνικού κράτους συμπολίτες (που δεν είναι επίσης λίγοι) για την επιστημονική/πολιτική ουδετερότητα της εργασίας σου, που δεν έχει ως στόχο το «φακέλωμα» των προσωπικών τους δεδομένων [7]. Πιο πολύ πετυχαίνει η ταξική ειλικρίνεια του «άνεργος είμαι κι εγώ και βγάζω ένα μεροκάματο πληρωνόμενος με το κομμάτι», ενώ αντίθετα η επίκληση στο υποχρεωτικό βάση νόμου της συμμετοχής στην έρευνα μπορεί να προκαλέσει μικρές αντικρατικές εκτονώσεις στο πρόσωπο σου με φόντο κλειστές πόρτες σκοτεινών πολυκατοικιών (υποσημείωση: οι μετανάστες στα υπόγεια αποδεικνύονται σχεδόν πάντα φίλοι μας, όπως και αρκετοί φοιτητές που καταλαβαίνουν βάσει και της δικιάς τους εμπειρίας).

Όσο ενδιαφέρον κι αν έχει ο συγχρωτισμός με τον «κοσμάκη εκεί έξω» (και, πιστέψτε με, έχει για το τι λέμε εμείς οι «πολιτικοποιημένοι») 2-3 καθαρές ώρες door-to-door εργασίας τα απογεύματα, τα Σ/Κ ή τις αργίες συνιστούν μια ιδιαίτερα κοπιαστική και αλλοτριωτική συνθήκη (πόσο μάλλον αν την κάνεις παράλληλα με πρωινή απασχόληση…) που αποτελεί την υλική βάση αυτής της παραγωγικής διαδικασίας. Σε αυτήν πρέπει να προσθέσουμε τη μίζερη συμπληρωματική δουλειά γραφείου, υποβοηθητικών τηλεφωνημάτων, εισαγωγής των δεδομένων σε υπολογιστές (που επιζητούν να αποφύγουν οι «μόνιμοι»), την παρακολούθηση απλήρωτων σεμιναρίων για την κάθε έρευνα και τον χρόνο και τα έξοδα μετακίνησης στο κτίριο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. (στα Καμίνια) για την παραλαβή/παράδοση του υλικού. Εντέλει, όλα τα παραπάνω αποτελούν εργασία που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες της ΕΛ.ΣΤΑΤ., χωρίς την οποία δεν θα μπορούσε να παράγει το υλικό της που αξιοποιείται μετά από πολιτικούς/κοινωνικούς και επιστημονικούς φορείς πανευρωπαϊκά ως αντικειμενικό δεδομένο για την εξαγωγή κοινωνιολογικών συμπερασμάτων και την χάραξη των αντίστοιχων πολιτικών. Η ιδιαίτερη φύση, από την άλλη, της εργασίας (μη ύπαρξη συγκεκριμένου, σταθερά ορισμένου χρόνου και χώρου εργασίας) δίνουν το νομικό πάτημα στην ΕΛ.ΣΤΑΤ. να την εκμεταλλεύεται ως εξωτερική «συνεργασία».

Ανεξάρτητα από την άποψη των νεοφιλελεύθερων αφεντικών μας [8] για την φύση της εργασίας μας, αυτή απαιτεί όπως είδαμε σταθερές και πιεστικές υποχρεώσεις από τις ζωές μας κάθε μήνα και ως αντάλλαγμα μας αμείβει (σε περίπτωση που επιλέξουμε το ανώτατο χρόνο εργασίας ανά μήνα) με 2.500-3.000 ευρώ καθαρά σε ετήσια βάση, σε 8-9 δόσεις που κατά μέσο όρο κυμαίνονται από 150 ως 450 ευρώ. Ένα ποσό με το οποίο δεν ζει προφανέστατα κανείς μόνος του, αλλά είναι μια χαρά για τον χρόνο που μπορεί να διαθέσει ένας/μια φοιτητής/τρια. Το βασικό πρόβλημα που απασχολεί επομένως εμάς τους «Ιδιώτες Συνεργάτες» είναι η απίστευτη γραφειοκρατία και αυθαιρεσία που εμποδίζει την όσο το δυνατόν εγκυρότερη καταβολή των δεδουλευμένων μας, κεντρική αφορμή άλλωστε της αγωνιστικής κινητοποίησης των ανέργων/εργαζομένων που συμμετείχαμε στην πανελλαδική απογραφή της ΕΛ.ΣΤΑΤ. το 2011. Παρά την υπαρκτή ανάμνηση της ελπιδοφόρας κοινότητας αγώνα που φτιάχτηκε τότε σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα και επέβαλλε με καταλήψεις κτιρίων την επιτάχυνση της διαδικασίας πληρωμής, δεν υπήρξε κάποια οργανωτική συνέχεια που να ορθώνει κάποιο συλλογικό ανάχωμα στην εκμετάλλευση/ελαστικοποίηση της εργασίας μας ή έστω να βοηθάει στη σύσφιξη συναδελφικών δεσμών που θα τα βάλουν με την ατομικοπόιηση και τον κατακερματισμό μας. Οι «Ι.Σ.» συναντιόμαστε μόνο στα σεμινάρια, συμμετέχουμε σε διαφορετικές έρευνες, σε διαφορετικές περιοχές και εν γένει τραβάμε ο καθένας το δικό του δρόμο.

Λόγω αυτής της έλλειψης, μέχρι στιγμής οι αντιδράσεις απέναντι στο μοντέλο εργασίας περιορίζονται μόνο στην ατομική «γκρίνια», σε ατομικά σαμποτάζ ή απλά στο να παρατήσεις τη δουλειά και να πρέπει να αντικατασταθείς τελευταία στιγμή. Όταν λέμε «γκρίνια», εννοούμε π.χ. ότι παίρνουμε συνεχόμενα τηλέφωνα και ψάχνουμε τους αρμόδιους για τις καθυστερήσεις Ή οι σεκιουριτάδες του κτιρίου διπλοτσεκάρουν τα στοιχεία μας πριν μπούμε και δεν μας αφήνουν χωρίς συνοδεία στο κτίριο, γιατί υποστηρίζουν ότι μια αγανακτισμένη συναδέλφισσα έφτασε έξω από το γραφείο του πρόεδρου για να διαμαρτυρηθεί για την απληρωσιά της. Όταν λέμε σαμποτάζ, π.χ. καθυστερούμε να παραδώσουμε το υλικό που μας ζητείται γιατί «δεν έχουμε λεφτά να πληρώσουμε το εισιτήριο του λεωφορείου». Η απάντηση εκεί είναι ότι θα θεωρηθεί άρνηση εργασίας, θα διαγραφούμε από το Μητρώο και μπορεί να μην πληρωθούμε και ποτέ. Σε τέτοιες (ρητές ή άρρητες) κόντρες μπορούμε να συναντήσουμε και τη σημαντική συναδελφική υποστήριξη από τους «μονίμους»/προϊστάμενους μας, που μας «καλύπτουν» σε σχέση με τα χρονικά περιθώρια παράδοσης που έχουμε ξεπεράσει. Μια άλλη μορφή ατομικού σαμποτάζ είναι η προσπάθεια συμπλήρωσης δελτίων, χωρίς να ακολουθείς όλες τις τυπικότητες που προσδίδουν αξιοπιστία στην έρευνα και αυξάνουν τον χρόνο εργασίας (π.χ. αποφεύγοντας να πάρεις τηλέφωνα για επιβεβαίωση στοιχείων που πρέπει να ξανατσεκάρεις ή αντικαθιστώντας όσους από το δείγμα αρνούνται να συμμετάσχουν στην έρευνα με πιο φιλικούς γείτονες τους κι άλλα πολλά που καλό θα ήταν να μην τα διαβάσουν τ’ αφεντικά της ΕΛ.ΣΤΑΤ.).

Στην περίπτωση της έρευνας για την ανεργία (εργατικού δυναμικού) παρατηρούνται οι μεγαλύτερες καθυστερήσεις πληρωμών, ως κι ενάμιση χρόνο μετά την παράδοση του υλικού, με την ΕΛ.ΣΤΑΤ. να επικαλείται ως αιτία τους ελέγχους που γίνονται για την παράδοση παραπάνω καινούριων δελτίων των αναμενόμενων από μερικούς συναδέλφους (και ενώ αυτό αποτελεί ζητούμενο από τους προϊσταμένους μας) [9], ή την ύπαρξη φορολογικών εκκρεμοτήτων από άλλους συναδέλφους, γεγονός που μπλοκάρει την πληρωμή όλων. Γι’ αυτό τον λόγο έχει τύχει τα τελευταία δυο χρόνια ν’ ανταλλάξουμε mail με κάποιους συναδέλφους και να έχουμε ανέβει να διαμαρτυρηθούμε 7-8 άτομα μαζί στα γραφεία των υπευθύνων που συνήθως μας πετάνε «μπαλάκι» ο ένας στον άλλον, μέχρι τον πρόεδρο που φυσικά δεν ασχολείται με εμάς τους «εξωτερικούς», ακόμα κι αν πρωτοκολλούμε αίτηση συνάντησης μαζί του. Αυτές οι πιο «αυθόρμητες» διαδικασίες διαμαρτυρίας όμως δεν έχουν αναπτυχθεί σε κάποιο πιο οργανωμένο και σταθερό επίπεδο συναδελφικής επαφής.

Το αν αυτή η οργανωμένη και μαχητική συναδελφική επαφή θα βρει ένα τρόπο να αυτοθεσμιστεί -ξεπερνώντας τις δομικές δυσκολίες συνδικαλιστικής οργάνωσης που νομίζω ότι σκιαγραφήθηκαν στο κείμενο/εργατική εμπειρία που διαβάζετε- αποτελεί ένα συνεχές ζητούμενο στις σύγχρονες συνθήκες ελαστικής/επισφαλούς εργασίας. Μπορούμε να είμαστε σίγουροι μόνο για τις αποτυχημένες συνταγές οργάνωσης, τύπου σωματείο ή (λενινιστικό) κόμμα, που μας προσφέρονται μέχρι στιγμής. Μπορούμε να είμαστε επίσης σίγουροι ότι σ’ αυτήν την προσπάθεια δεν έχει ερευνηθεί όσο θα έπρεπε η δυναμική νέων μέσων οργάνωσης, όπως π.χ. η χρήση των social media (και στην περίπτωση της ΕΛ.ΣΤΑΤ. των mailing listμέσω των όποιων επικοινωνούνε μαζικά μ’ εμάς για κάθε έρευνα). Μπορούμε ακόμα να είμαστε βέβαιοι ότι όσο σταθεροποιούμαστε οι μόνιμα ελαστικοί και μαθαίνουμε να επιβιώνουμε μέσα σε ένα συνεχές περιβάλλον υποτίμησης της εργατικής μας δύναμης, αυξάνονται οι υποκειμενικές δυνατότητες οργάνωσης μας. Μπορούμε, τέλος, να είμαστε 100% βέβαιοι ότι τίποτα δεν θα γίνει προς αυτή την κατεύθυνση αν δεν το προσπαθήσουμε.

πολυεργαλείο

Σημειώσεις:

[1] Βλ. ενδεικτικά «Το Workfare στη ζωή μου (ή 56 μέρες κοινωφελούς εργασίας στον πολιτισμό)», η Σφήκα, τ.6, Μάρτιος 2014, http://skya.espiv.net/το-workfare-στη-ζωή-μου-ή-56-μέρες-κοινωφελούς-ε/και «Δευτέρες χωρίς λιακάδα, πόρτα, πόρτα, διπλοθεσίτης δημοσίου» στοhttp://polyergaleio.blogspot.gr/2012/10/blog-post.html

[2] Βλ. τα κείμενα «Ο αγώνας των απογραφέων – (συμπεράσματα από) Μία μικρή νίκη με μεγάλη, ίσως, σημασία», Σφήκα, τ. 2-3, Απρίλης-Μάης 2012 και το «Όταν κάποιοι επισφαλείς οργανώνονται – ο αγώνας των απογραφέων/τομεαρχών» στο http://polyergaleio.blogspot.gr/2011/12/blog-post_04.html

[3] Η έρευνα σε επιχειρήσεις γίνεται σε εργάσιμες μέρες και ώρες και επειδή δεν έχω εικόνα για τις συνθήκες εργασίας σε αυτή την κατηγορία, ό,τι γράφεται σε αυτό το κείμενο έχει να κάνει με την κατηγορία των ερευνών σε νοικοκυριά.

[4] Εγώ δούλεψα πρώτη φορά τον Οκτώβρη του ’12 μετά από αίτηση που έκανα τον Απρίλη για να εργαστώ το οχτάμηνο από Μάη ως Δεκέμβρη. Φαντάζομαι μέτρησαν τα μόρια που είχα από τη συμμετοχή μου στις πανελλαδικές απογραφές της ΕΛ.ΣΤΑΤ. το 2011. Μέχρι σήμερα έχω συμπληρώσει άλλες 3 φορές την ίδια φόρμα και έκτοτε εργάζομαι κάθε μήνα του 8μηνου στο οποίο αιτούμαι.

[5] Βλ. «Workfare: η συνέχεια της ανεργίας με άλλα μέσα», σ.κυ.α., Ιούνιος 2013,http://skya.espiv.net/2013/07/07/workfare-η-συνέχεια-της-ανεργίας-με-άλλα-μέσα/

[6] Π.χ. αν είσαι άνεργος (για τον ΟΑΕΔ) που κατοικείς σε δικό σου διαμέρισμα 50 τ.μ. με 3.000 ευρώ εισόδημα το 2013 από «ελευθέρια επαγγέλματα» (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) και άλλα 3.000 από μισθωτές υπηρεσίες (π.χ. από 8μηνη σύμβαση στα ΕΛΤΑ) ξεπερνάς το αφορολόγητο των 4.900 και αντί να σου επιστραφούν τα 650 ευρώ της παρακράτησης καλείσαι να πληρώσεις 150 ευρώ φόρο.

[7] Άποψη του γράφοντος είναι ότι τα ερωτήματα των ερευνών γίνονται από την σκοπιά των αποριών που έχουν τα αφεντικά (ή καλύτερα ότι η επιστήμη της στατιστικής δεν μπορεί παρά να μιλά την αντικειμενοποιημένη γλώσσα του κεφαλαίου και των κατασκευασμένων κοινωνικών ταυτοτήτων). Π.χ. ένας γενικά άνεργος που δούλεψε μια ώρα την εβδομάδα αναφοράς της έρευνας ή ένας voucheras που συνεχίζει να ανανεώνει την κάρτα του στον ΟΑΕΔ ως «ωφελούμενος-άνεργος» θεωρείται εργαζόμενος στις έρευνες της ΕΛ.ΣΤΑΤ., πολλοί σταθερά εργαζόμενοι με μπλοκάκι «αυτοαπασχολούμενοι», τα ατυχήματα στην μετάβαση από και προς την δουλειά δεν θεωρούνται εργατικά ατυχήματα κι άλλα πολλά. Αυτό βέβαια είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από την αφέλεια πολλών πολιτών που φοβούνται ότι το ελληνικό κράτος έχει ανάγκη την ΕΛ.ΣΤΑΤ. για να καταγράψει πληροφορίες γύρω από το πρόσωπο τους και την οικονομική τους δραστηριότητα.

[8] Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. τα τελευταία χρόνια και ιθύνων νους της μαζικοποίησης του συγκεκριμένου ελαστικού μοντέλου είναι ο πρώην έμμισθος συνεργάτης του ΔΝΤ Α. Γεωργίου. Θεωρείται επίσης ένας από τους κύριους υπεύθυνους για το «μαγείρεμα» των στατιστικών στοιχείων σε σχέση με το χρέος το 2009, έτσι ώστε να δικαιολογούν την προσφυγή της χώρας στους ξένους δανειστές.

[9] Η έρευνα εργατικού δυναμικού διενεργείται για τέσσερα τρίμηνα σ’ ένα δείγμα 17 περίπου νοικοκυριών κάποιων τετραγώνων μιας περιοχής σε όλη την Ελλάδα. Το πρώτο τρίμηνο διενεργείται κανονικά η έρευναdoor-to-door και τα επόμενα τρίμηνα απλά επανεπιβεβαιώνονται και γενικά αντιγράφονται τα στοιχεία που έχουν δοθεί αρχικά (γεγονός που σε περίοδο ύφεσης διατηρεί γενικά τα στοιχεία της ανεργίας στα προηγούμενα επίπεδα). Τα καινούρια δελτία αμείβονται με 10 ευρώ καθαρά το νοικοκυριό, ενώ τα επαναληπτικά με 3,5 ευρώ, γεγονός που ωθεί τους «Ι.Σ.» που έχουν χρόνο να προσπαθούν να βρουν νοικοκυριά του δείγματος που δεν απάντησαν στο πρώτο τρίμηνο για να πληρωθούν παραπάνω καινούρια δελτία.

Ταξικό Μέτωπο: Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗΣ ΑΡΓΙΑΣ ΜΑΣ ΑΦΟΡΑ ΟΛΟΥΣ

16
Ακόμα μία Κυριακή μέσα στο χρόνο προγραμματίζουν κράτος και αφεντικά να είναι ανοιχτά τα μαγαζιά.Πιο συγκεκριμένα την τελευταία Κυριακή του χρόνου στις 28 Δεκεμβρίου επιδιώκουν να ανοίξουν τα εμπορικά καταστήματα. Η συγκεκριμένη διάταξη περιλαμβάνεται στο πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε πρόσφατα στη Βουλή και αφορά το «ΕΣΠΑ 2014-2020» αλλά και άλλες ρυθμίσεις.

Η κατάργηση της Κυριακάτικης Αργίας δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά μονάχα το χώρο του εμπορίου.Αποδεικνύεται πως η απόφαση που πήρε το ΣτΕ, κάτω από την πίεση που ασκεί ο διαρκής αγώνας ενάντια στην κατάργηση της Κυριακής ως αργίας δεν μπορεί να γίνει ανεκτή από την πολιτική και οικονομική εξουσία. Δεν είναι τυχαίο πως την Παρασκευή 7/11 παρενέβησαν υπέρ του ανοίγματος των καταστημάτων για όλες τις Κυριακές του έτους ο ΣΕΒ (βιομήχανοι), ο ΣΕΤΕ (μεγαλοξενοδόχοι) και ο ΣΕΛΠΕ (πολυκαταστήματα). Ο ΣΕΒ και οι παρατρεχάμενοι του δεν μπορούν να αποδεχτούν ότι η γραμμή τους δεν θα εφαρμοστεί. Αλήθεια, υπάρχει ακόμη κανένας που έχει αμφιβολία, ότι πίσω από αυτή την παρέμβαση των βιομηχάνων, κρύβεται η προσπάθεια τους για την κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας συνολικά για όλη την κοινωνία;

Εάν το συνδυάσουμε με τα θέματα που «συζητήθηκαν» στο Παρίσι μεταξύ κυβέρνησης και τρόικα αντιλαμβανόμαστε πως η κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας αποτελεί σημαντικό στόχο των εκμεταλλευτών μας στη διαρκή προσπάθειά τους να μας ξεζουμίσουν. Ενδεικτικά,  της συνολικής επίθεσης που δεχόμαστε αλλά και της αγαστής συνεργασίας κράτους και κεφαλαίου, είναι ορισμένα από τα θέματα της συζήτησης. Π.χ η Κατάργηση της προσαύξησης 75% στο ημερομίσθιο της Κυριακής, η Επανεξέταση του 40% της αποζημίωσης που παίρνουν όσοι αποχωρούν με σύνταξη και 35ετία χωρίς όριο ηλικίας από ΔΕΚΟ, τράπεζες, καθώς και όσοι φεύγουν με τις προϋποθέσεις πλήρους συνταξιοδότησης, από ΙΚΑ, με 5.500, 10.000 και 10.500 ημέρες ασφάλισης, η αύξηση του ανώτατου ποσοστού των εργαζομένων υπό δοκιμή (ασκούμενοι) στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κ.α.

Επομένως γίνεται ξεκάθαρο πως ο αγώνας που δίνεται από τους εμποροϋπάλληλους αλλά και άλλους εργαζόμενους ενάντια στην κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας είναι και δικός μας αγώνας. Οι εργαζόμενοι στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς γνωρίζουμε πολύ καλά πόσο δύσκολο είναι να δουλεύουμε βάρδιες, αργίες και Κυριακές. Απαιτούμε να πληρωνόμαστε την αυτονόητη προσαύξηση και πρέπει να στηρίξουμε όπως μπορούμε τον αγώνα που διεξάγεται. Δεν πρέπει να έχουμε καμία αυταπάτη. Εάν η Κυριακάτικη αργία καταργηθεί όσοι από εμάς δουλεύουμε σε κυλιόμενο ωράριο θα δούμε το εισόδημά μας να μειώνεται ακόμα περισσότερο. Θέλουν μια κοινωνία τσακισμένη και υποταγμένη. Θέλουν εργαζόμενους με σκυμμένο κεφάλι χωρίς δικαιώματα.

Σε μια συνθήκη όπου όλα είναι ρευστά και η επίθεση εναντίων μας οξύνεται διαρκώς, δεν επιτρέπεται καμία ολιγωρία. Η αποπροσανατολιστική αναμονή των εκλογών, μόνο εις βάρος μας θα λειτουργήσει. Δεν έχουμε να δώσουμε πίστωση χρόνου σε κανένα. Εδώ και τώρα να υπερασπιστούμε τα συμφέροντά μας.

Στην σχεδιαζόμενη πρόθεση των αφεντικών να ανοίξουν ακόμα μία Κυριακή τα μαγαζιά μπορούμε και πρέπει να βρεθούμε απέναντί τους. Αν δεν τους σταματήσουμε σήμερα στο εμπόριο, τότε αύριο θα δούνε και άλλοι κλάδοι να αμφισβητείται η Κυριακάτικη αργία. Να σταθούμε δίπλα στους εμποροϋπάλληλους που απεργούν, μαζί με τον κόσμο του αγώνα. Ένάντια σέ ολες τίς αντεργατικές απαιτήσεις των αφεντικών, πού μεταξύ αλλων προωθούν νεκρανάσταση του αντεργατικου Ν.330 του Λάσκαρη. Να πραγματοποιήσουμε στάση εργασίας την Κυριακή 28/12 τις ώρες που σκοπεύουν να ανοίξουν τα μαγαζιά τους.

 

Ταξικό Μέτωπο

Πρωτοβουλία εργαζομένων στις Συγκοινωνίες

taxikometopo.wordpress.com

taxikometopo@gmail.com