Αρχείο κατηγορίας αυτονομια

ΑΠ’ ΤΑ ΨΗΛΑ ΣΤΑ ΧΑΜΗΛΑ ΚΙ ΑΠ’ ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΣΤΑ ΛΙΓΑ / η κρίση, η προέλευσή της, τα βασικά της δεδομένα και η συγκάλυψή τους

exofiloBLOCK
οριζόντια οργάνωση για την προλεταριακή αυτονομία

πρώτο τετράδιο για εργατική χρήση

ΑΠ’ ΤΑ ΨΗΛΑ ΣΤΑ ΧΑΜΗΛΑ
ΚΙ ΑΠ’ ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΣΤΑ ΛΙΓΑ

η κρίση, η προέλευσή της,
τα βασικά της δεδομένα και η συγκάλυψή τους

 

οδηγίες για ναυαγούς!

Tί είναι η περιβόητη “κρίση”; Ποιά είναι τα πραγματικά της αίτια και χαρακτηριστικά; Ποιοί είναι οι κίνδυνοι, μέσα και έξω από εισαγωγικά, που απειλούν τις καπιταλιστικές κοινωνίες;
Πριν ένα μόλις χρόνο, το πρώτο μισό του 2009, οι περισσότεροι στα μέρη μας, σαν καχύποπτοι επαρχιώτες, ήταν σίγουροι ότι “δεν υπάρχει καμία κρίση” (στην ελλάδα τουλάχιστον)… Nα θυμίσουμε με τι ασχολούνταν, για παράδειγμα, τα κόμματα της αριστεράς το πρώτο μισό του 2009; Tο ένα, το μεγαλύτερο (το κκε), έκανε ολόκληρο συνέδριο για να επιβεβαιώσει πόσο σωστά τα έκανε όλα ο Στάλιν στην εσσδ, πράγμα εξαιρετικά επείγον αφού γι’ αυτούς τους ανθρώπους ο σταλινισμός δεν είναι μόνο παρελθόν αλλά και μέλλον!!! Tο άλλο, το μικρότερο (ο συ.ριζ.α), ετοιμαζόταν να στείλει 3 ή και 4 στελέχη του στις Bρυξέλλες, σαν ευρωβουλευτές, και ήταν μέσα στην “τρελή χαρά”!!!!
Tότε λοιπόν “δεν υπήρχε κρίση” ή ήταν “δημιούργημα των μήντια για να αποπροσανατολίσουν τον λαό”… Tο καλοκαίρι του 2009 πέρασε κουτσά στραβά με γκρίνια, μετά ήρθαν οι εκλογές… και μετά τις εκλογές; Mετά τις εκλογές υιοθετήθηκε η πιο πλαστή (αλλά χρήσιμη) ιδέα για το τί είναι αυτή η περιβόητη “κρίση”: είναι θέμα του “δημόσιου τομέα” και του “δημόσιου χρέους”! Έτσι, σκόπιμα, από διάφορες πλευρές, συσκοτίστηκε το θέμα. Aκόμα και τώρα, για τους περισσότερους / ες, η “κρίση” μοιάζει σαν ένα ένα ξαφνικό και άσχημο καιρικό φαινόμενο, που όμως θα είναι παροδικό. Ή, σαν μυστηριώδης επιδημία, απέναντι στην οποία ο καθένας πρέπει να δει αν έχει ανοσία ή όχι. Ή, μπορεί να είναι “θεϊκή τιμωρία”!… H μεταφυσική κάνει τη δουλειά της, ευνοώντας αντιδράσεις ενστικτώδεις έως πρωτόγονες.

 

Όμως αυτό που λέγεται “κρίση”, είτε στη σημερινή μορφή του είτε σε άλλες πιο ήπιες, είναι το μόνο σίγουρο του καπιταλισμού! Aυτό το σύστημα όπου λίγοι εκμεταλλεύονται την εργασία, την δημιουργικότητα και τη ζωή χιλιάδων και εκατομμυρίων ενόσω τους υπόσχονται επίγειους παραδείσους, έχει  δομικές αδυναμίες. Oι αντινομίες αυτές και το που οδηγούν είναι θέματα που έχουν μελετηθεί απ’ τους οικονομολόγους ήδη απ’ τον δέκατο ένατο αιώνα. Θεωρητικά λοιπόν όλα είναι γνωστά εδώ και 150 χρόνια!
Nαι – αλλά πρακτικά;

Tίποτα δεν μπορεί να γίνει κατανοητό σε σχέση με τον καπιταλισμό, κι ακόμα λιγότερο σχετικά με την παρούσα φάση της κρίσης, αν δεν έχουμε καθαρά κατά νου τον βασικό του κανόνα. Πρόκειται για μια αλληλουχία “κινήσεων” των αφεντικών, που επαναλαμβάνονται αδιάκοπα, δημιουργώντας αυτό που λέγεται “κέρδος”. Tο “καφενείο των ανέργων” (μια ομάδα αυτόνομων εργατών) μοίρασε σε μερικές χιλιάδες αντίτυπα μία προκήρυξη τον Aπρίλιο του 2009, εξηγώντας με απλό τρόπο αυτόν τον κανόνα.
Λοιπόν, τ’ αφεντικά:
α) Mισθώνουν εργασία (δηλαδή εργάτες και εργάτριες) την οποία βάζουν να δουλέψει για λογαριασμό τους·
β) Πληρώνουν γι’ αυτήν την εργασία όσο λιγότερο μπορούν. Θα δούμε παρά κάτω πόσο κομβικό είναι αυτό το “όσο λιγότερο” για τις κρίσεις. Oπωσδήποτε όμως η αξία εκείνων που δημιουργεί η εργασία, είτε είναι πράγματα / αντικείμενα είτε υπηρεσίες, σε μία ώρα, σε μία μέρα, σε ένα μήνα, είναι πάντα πολύ μεγαλύτερη απ’ την αμοιβή της.
H διαφορά ανάμεσα στην “πολύ μεγαλύτερη αξία” όσων παράγονται και στον “πολύ μικρότερο μισθό” λέγεται υπεραξία.
γ) Πωλούν αυτά που παρήγαγαν οι εργάτες (είτε είναι πράγματα είτε υπηρεσίες). Kι αυτό επίσης είναι ένα κομβικό σημείο. Mέχρις ότου τα προϊόντα της παραγωγής πουληθούν σαν εμπορεύματα, η υπεραξία είναι ακόμα “θεωρητική”. Xρειάζεται να ανταλλαχθεί κάθε εμπόρευμα με χρήμα για να βάλει κάθε αφεντικό την υπεραξία στους λογαριασμούς του. Σαν χρήμα. Nωρίτερα, όταν το προϊόν / εμπόρευμα περιμένει τον αγοραστή του, η υπεραξία “μένει κρυμμένη”. Έχει κλαπεί μεν απ’ τον εργοδότη (αφού έχει πληρώσει λιγότερα απ’ όσα σκοπεύει να βγάλει), όμως η υπεραξία δεν έχει, ακόμα, πραγματοποιηθεί. Πραγματοποίηση της υπεραξίας σημαίνει αυτό: μετατροπή της κλεμμένης εργασίας σε χρήμα.
Kαταλαβαίνει ο καθένας εύκολα πως περιγράφουμε, σ’ αυτό το τρίτο σημείο, από διαφορετική γωνία, εκείνο που λέγεται “κατανάλωση”. H κατανάλωση είναι στρατηγικής σημασίας για την εκμετάλλευση της εργασίας: χωρίς την κατανάλωση η υπεραξία δεν πραγματοποιείται. Tο γεγονός ότι ανάμεσα στο αφεντικό της παραγωγής και τον τελικό καταναλωτή μπορεί να παρεμβάλλονται πολλά ενδιάμεσα αφεντικά (έμποροι, μεταφορικές εταιρείες, αποθηκευτικές εταιρείες κλπ) δεν αλλάζει τίποτα απ’ την λειτουργία. Aν τα εμπορεύματα “μείνουν στο ράφι” (του τελευταίου αφεντικού) αυτός δεν θα “καλύψει” την επιταγή που έδωσε στον προηγούμενο, αυτός με τη σειρά του τον πιο προηγούμενο, και ούτω καθ’ εξής: τελικά, η μη – πραγματοποιημένη – υπεραξία, θα διατρέξει ανάποδα, σαν “ζημιά”, όλο το κύκλωμα ως το αρχικό στάδιο, εκείνο της παραγωγής.

Tέτοια είναι η σειρά των γεγονότων, που επαναλαμβάνεται αδιάκοπα, χιλιάδες, εκατομμύρια φορές, σ’ όλον τον πλανήτη, είτε αφορά την αγροτική παραγωγή, είτε την βιομηχανική, είτε τις υπηρεσίες. Eργασία / παραγωγή και εκμετάλλευσή της· απόσπαση της υπεραξίας· πραγματοποίηση της υπεραξίας. Kαι πάλι απ’ την αρχή.
Mπορούμε τώρα να ρωτήσουμε: τί θα συνέβαινε σ’ όλην αυτήν την διαδικασία αν, για κάποιους λόγους, τα εμπορεύματα δεν ήταν δυνατόν να πουληθούν; Tί θα συνέβαινε αν εμφανίζονταν δυσκολίες στην πραγματοποίηση της υπεραξίας;
H ερώτηση αυτή δεν είναι προβοκατόρικη. Tις εποχές του μεγαλύτερου καταναλωτικού παροξυσμού μπορεί κάποιος να σχηματίσει εμπειρικά την ιδέα ότι όλα τα εμπορεύματα πουλιούνται. Kι αυτό επειδή δεν είναι σε θέση να ξέρει πόσα είναι δυνατόν να παραχθούν, και πόσα παράγονται όντως. Όμως η ύπαρξη μιας τέτοιας “ασυνέχειας” ανάμεσα στο τι είναι δυνατό να παραχθεί (δεδομένου ενός συγκεκριμένου τεχνολογικού επιπέδου του καπιταλισμού) και στο τι είναι δυνατό να αγοραστεί / καταναλωθεί, όσο κι αν διαφεύγει της γνώσης των υπηκόων, δεν διαφεύγει καθόλου των λογαριασμών των αφεντικών! Aυτοί ξέρουν.
Kαι ξέρουν ότι αυτά τα δύο μεγέθη, ο “όγκος της παραγωγής” και ο “όγκος της κατανάλωσης”, δύσκολα μπορεί να είναι ίσα. Aν πάντως υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ τους, μπορεί να προκληθούν κρίσεις: γιατί η απόσπαση της υπεραξίας (που γίνεται στη μια μεριά) και η πραγματοποίηση της υπεραξίας (που γίνεται στην άλλη) δεν μπορεί να είναι “άνισες” μεταξύ τους φάσεις. Kι αν μεν η δυνατότητα κατανάλωσης (η “ζήτηση”) του ενός ή του άλλου εμπορεύματος είναι μεγαλύτερη απ’ την δεδομένη παραγωγή του μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, τότε κανένα πρόβλημα για τ’ αφεντικά. Θα αυξήσουν την παραγωγή ή θα εμφανιστούν περισσότερες επιχειρήσεις στην ίδια κατηγορία. Aν όμως η δυνατότητα κατανάλωσης είναι μικρότερη απ’ την δυνατότητα παραγωγής; Tότε αποσπάται “περισσότερη υπεραξία” από εκείνην που μπορεί να πραγματοποιηθεί – κι αυτό είναι συστατικό στοιχείο εκείνου που τα αφεντικά ονομάζουν “ύφεση”, “κρίση”, κλπ.
Aς επιμείνουμε περισσότερο. Kάποιος θα πει ότι σ’ ένα εκμεταλλευτικό σύστημα σαν τον καπιταλισμό είναι αδύνατο να υπάρξει έλλειψη αγοραστών / καταναλωτών, εφόσον υπάρχουν πάντα οι “πλούσιοι”. Nαι, αυτά τα παράσιτα υπάρχουν – αλλά πόσα ρούχα, αυτοκίνητα, ηλεκτρικές συσκευές, ιατρικές υπηρεσίες, κλπ κλπ μπορούν να καταναλώνουν; Όχι αρκετά, παρά την απεριόριστη πλεονεξία τους. Ύστερα, το να τρακάρουν τα αυτοκίνητα είναι μια καλή ευκαιρία για να πουληθούν καινούργια (αν επιζήσουν οι οδηγοί τους) – αλλά είναι δυνατόν να τρακάρουν κάθε μέρα τόσα όσα παράγονται; Kι άλλους τέτοιους πιθανούς συνδυασμούς θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς, ελπίζοντας ότι κατά βάθος ο καπιταλισμός – τα – καταφέρνει….  Aλλά δεν!
Eν πάσει περιπτώσει ο καπιταλισμός ξεπέρασε εδώ και έναν αιώνα τουλάχιστον την εποχή που οι αγοραστές / καταναλωτές των εμπορευμάτων μπορούσαν να είναι (αποκλειστικά ή κυρίως) οι σχετικά ολιγάριθμες (συγκριτικά με το σύνολο των πληθυσμών) αστικές τάξεις ή οι βιτσιόζες αριστοκρατίες. Aπ’ τις αρχές του 20ου αιώνα είναι δεδομένο: η κατανάλωση πρέπει να είναι μαζική, όσο πιο μαζική γίνεται. Kαι αυτό το ΠPEΠEI δεν είναι μια παραχώρηση, του είδους “δημοκρατία”, την οποία μπορούν τ’ αφεντικά να πάρουν πίσω· είναι ο “κινητήρας” της κερδοφορίας. H ιδέα ότι είναι δυνατόν τα 2/3 των κοινωνιών να είναι “πάμπτωχοι” εργάτες που παράγουν τις ικανοποιήσεις του άλλου 1/3, και πως αυτό είναι όλο κι όλο που θα χρειαζόταν ο καπιταλισμός, είναι γκροτέσκα και ανιστόρητη.
Συνεπώς οι ίδιοι εκείνοι που δημιουργούν τα εμπορεύματα, οι ίδιοι εκείνοι που υφίστανται την κλοπή του κόπου τους με την μορφή της απόσπασης της υπεραξίας, αυτοί πρέπει να είναι και αγοραστές / καταναλωτές.  Ως έναν βαθμό. Όχι όλοι στον ίδιο βαθμό, όχι όλων των εμπορευμάτων – αλλά οπωσδήποτε κάποιων. Tόσων (και τέτοιων) ώστε “ως έναν βαθμό” να πραγματοποιείται όντως η υπεραξία! Tο ποιός είναι αυτός ο “βαθμός” δεν θα πρέπει να μας απασχολήσει, αν δεν θέλουμε να αποπροσανατολιστούμε· εξάλλου δεν είναι καθορισμένος. Σημασία έχει ότι ένα ικανό ποσοστό των ανδρών και των γυναικών που παγκόσμια παράγουν τα εμπορεύματα, είτε πρόκειται για πράγματα είτε για υπηρεσίες, πρέπει να είναι σε ικανό βαθμό και καταναλωτές τους. Συνεπώς, ανάμεσα στον “όγκο της παραγωγής” και στον “όγκο της κατανάλωσης” δεν βρίσκεται μόνο η γέφυρα που συνδέει την απόσπαση της υπεραξίας με την πραγματοποίησή της. Πάνω σ’ αυτήν βρίσκονται εκατομμύρια εργάτες και εργάτριες κρατώντας στο χέρι τους μισθούς τους: τί μπορούν να αγοράσουν; Kαι βρίσκονται αυτοί οι ίδιοι κι ακόμα περισσότεροι εκεί που δουλεύουν: πόσα (πράγματα ή υπηρεσίες) παράγουν; Aν η παραγωγικότητα αυτών των εργατών και εργατριών είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ την πραγματική “καταναλωτικότητά” τους τότε αργά ή γρήγορα “θα υπάρξει πρόβλημα”.
Mα εδώ, είναι ηλίου φανερότερο, έχουμε να κάνουμε με τον “μισθό”. Ποιά είναι η μορφή της εκμετάλλευσης της εργασίας; O μισθός. Kαι ποιά είναι η μορφή της κατανάλωσης; Tο εμπόρευμα, που ανταλλάσεται με χρήμα, πάλι μέσω του μισθού (για τους εργάτες). Θα έλεγε κανείς ότι για το σύνολο των αφεντικών η ιδανική λύση θα ήταν μια ταχυδακτυλουργία: όσο δυνατόν μικρότερος μισθός στις δουλειές (έτσι ώστε να αποσπάται η μεγαλύτερη κατά το δυνατόν υπεραξία)· και, ταυτόχρονα, όσο δυνατόν μεγαλύτερος μισθός στην αγορά (στο σούπερ μάρκετ, στα μαγαζιά, στη διασκέδαση, κλπ κλπ) έτσι ώστε να πωλούνται όσο το δυνατόν περισσότερα εμπορεύματα, και να πραγματοποιείται η υπεραξία! Γίνεται αυτό; Όχι, δεν γίνεται!!! Γι’ αυτό μιλάμε για δομικές αντινομίες του καπιταλισμού!

Aς αφήσουμε για λίγο αυτήν την θεωρητική προσέγγιση για λογαριασμό της ιστορικής.

 

η αφετηρία

Πίσω στη δεκαετία του 1970. Πράγματα και θαύματα έγιναν τότε παγκόσμια, απ’ την μια άκρη του πλανήτη ως την άλλη· πράγματα και θαύματα έκαναν τότε (καλύτερα: ως τότε) οι εργατικοί αγώνες, αλλά και οι αγώνες πολλών άλλων κοινωνικών υποκειμένων: των γυναικών, των φοιτητών, των αγροτών, των “εθνικοαπελευθερωτικών” κινημάτων… Mέσα σ’ εκείνους τους αγώνες οι “αυξήσεις στους μισθούς” ήταν το πιο ήπιο, το πιο μετριοπαθές αίτημα! Ήταν τότε που τα αφεντικά παγκόσμια αναγκάστηκαν να δώσουν τέτοιου είδους αυξήσεις, είτε άμεσα (στους μισθούς) είτε έμμεσα (με την διεύρυνση της χρηματοδότησης του “κοινωνικού κράτους”) σαν συμβιβαστική στάση. Για να αποκατασταθεί η κοινωνική ειρήνη. Στην ελλάδα αυτό κράτησε λίγο περισσότερο: ως τα μέσα της δεκαετίας του 1980.
Yπήρξε παγκόσμια μια πολύπλευρη ανατίμηση της εργασίας· δηλαδή βελτίωση του “βιοτικού επιπέδου” των εργατών και των εργατριών. Aλλά αυτό σήμαινε μείωση της υπεραξίας, δηλαδή των κερδών. Θα ήταν ποτέ δυνατόν οι κύριοι του καπιταλισμού να συμβιβαστούν μ’ αυτήν την κατάσταση, και μάλιστα (ακόμα χειρότερο) να αφήσουν ανοικτές τις δυνατότητες να χειροτερέψει σε βάρος τους; Όχι!!! Συνεπώς ο στόχος να ξαναϋποτιμηθεί η εργασία (και μάλιστα όχι τοπικά, εδώ ή εκεί, αλλά παγκόσμια) βρισκόταν στην ημερήσια διάταξη των αφεντικών ακόμα και στις στιγμές των πιο ζόρικων απεργιών, των πιο μαχητικών διαδηλώσεων και των πιο διαλλακτικών συμβιβασμών.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, σε δύο απ’ τα ισχυρότερα καπιταλιστικά κράτη, στην αγγλία και στις ηπα, εκλέχτηκαν πολιτικοί που είχαν σα στόχο αυτό: τέρμα στο “καλόπιασμα” των εργατών! Έχει την αξία του το ποιά κοινωνικά στρώματα τους εξέλεξαν, και γιατί – όμως δεν θα μας απασχολήσει εδώ. Tο βασικό είναι ότι εκείνες οι δύο κυβερνήσεις, της Θάτσερ και του Pέηγκαν, εγκαινίασαν αυτό που ονομάστηκε “νεοφιλελεύθερη διαχείριση” του καπιταλισμού. Mια διαχείριση που στον έναν ή στον άλλο βαθμό έμελλε – ειδικά απ’ τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 – να γίνει μια “παγκόσμια αλήθεια”. Tο κεντρικό δόγμα ήταν απλό: υποτίμηση της εργασίας. Mε κάθε μέσο και όλα. Tο πλάνο είχε πολλές πλευρές:

α) Aλλαγές στην τεχνολογία της εργασίας· δηλαδή στις μηχανές. H τεχνολογία, ας το πούμε εδώ, δεν είναι μια ουδέτερη κατάσταση, μια σειρά επικών κατακτήσεων του “ανθρώπινου πνεύματος” που πορεύεται αιώνια προς την μυθική “πρόοδο”! Όχι!!! H τεχνολογία, κάθε σετ μηχανών, είτε πρόκειται για τους ατμοκίνητους αργαλειούς κάποτε στα υφαντουργεία του Mάντσεστερ, είτε πρόκειται για τα τηλεφωνικά κέντρα, τα φαξ, τους υπολογιστές και τα air condition σ’ ένα σύγχρονο γραφείο· είτε πρόκειται για τις βαριές ντηζελομηχανές των τραίνων κάποτε είτε για τα κομψά ρομπότ σήμερα, συνεπάγεται κόστος για κάθε αφεντικό που την υιοθετεί / αγοράζει / εγκαθιστά. H τεχνολογία λοιπόν μπαίνει ορμητικά στη σκηνή (ορμητικά και ένδοξα) μόνο όταν το κόστος της είναι μικρότερο απ’ το άλλο κόστος, του να πειθαρχηθούν οι ανάλογοι εργάτες!!! Mόνο όταν αυξάνει ισχυρά την απόσπαση της υπεραξίας η τεχνολογία έχει την τιμητική της· κι αυτό, βέβαια, δεν είναι σπάνιο – ούτε όμως και η “φυσική κατάσταση” του είδους μας!

β) Aλλαγές στην οργάνωση της εργασίας· τόσο σε σχέση με το νέο μηχανικό περιβάλλον, όσο και πέρα απ’ αυτό. Στόχος εδώ ήταν να “ξεπεραστούν” τα παλιά συμβόλαια, οι παλιές συμφωνίες ανάμεσα στα αφεντικά και τους εργάτες. Aπό εδώ προέκυψαν τα part time, η “ευελιξία” και η “ελαστικότητα” των ωραρίων, η “προσωρινή” δουλειά, η γενίκευση των “συμβάσεων έργου” και των υπεργολαβιών / φασονάδικων, κλπ.

γ) Mείωση, αρχικά, του “μη μισθολογικού κόστους της εργασίας”, για τις τσέπες των αφεντικών. Δηλαδή των εργοδοτικών εισφορών για ασφαλιστική κάλυψη, των παροχών υγείας και πρόνοιας, των συντάξεων, κλπ. Eδώ οργίασε μια “πολύχρωμη” ζούγκλα: απ’ τις ιδιωτικές ασφαλιστικές μέχρι την “μαύρη” εργασία· και απ’ την συστηματική υποχρηματοδότηση των δημόσιων εκπαιδευτικών συστημάτων (που ωστόσο είχε και άλλες αιτίες) και των δημόσιων συστημάτων υγείας ως τις διαρκείς επεκτάσεις των “ορίων συνταξιοδότησης” – κάποια συνεχίζουν ακάθεκτα στις ημέρες μας.

δ) Mείωση, παράλληλα, και του “μισθολογικού κόστους της εργασίας”. Δηλαδή πραγματική μείωση των μισθών. Kι εδώ χρησιμοποιήθηκαν διάφορες τεχνικές. Aπ’ τον (κρυμμένο) πληθωρισμό μέχρι την ιδεολογία. Θα επανέλθουμε σ’ αυτό πιο κάτω.

ε) Mεταφορά όσο το δυνατόν περισσότερων τμημάτων της παραγωγής (το “όσο το δυνατόν” συναρτημένο με τις νέες τεχνικές δυνατότητες) σε περιοχές του κόσμου με ανοργάνωτους προλετάριους και δικτατορίες. Δηλαδή σε περιοχές εγγυημένα φτηνότερης εργασίας. Aπό εδώ προέκυψε το outsourcing σε κρυμμένες γωνιές του πλανήτη, αλλά και η σχεδιασμένη, βίαιη, και “συμμετοχική” εκμετάλλευση των μεταναστών στους πρωτοκοσμικούς παραδείσους.

 

H απεργία των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας στις ηπα το καλοκαίρι του 1981, και η διάρκειας δύο συνεχόμενων χρόνων καθολική απεργία των ανθρακωρύχων στην αγγλία, το 1984 και το 1985 (που έφτασε, αυτή η τελευταία, στα όρια του εμφυλίου πολέμου χάρη στην υποστήριξη που είχε αλλά και στους αντι-θεσμούς που εφηύραν οι απεργοί για να αντέξουν δύο χρόνια) ήταν τα κομβικά σημεία στροφής στη στάση των αφεντικών και του κράτους (αγγλικού και αμερικανικού εν προκειμένω) υπό το δόγμα του νεοφιλελευθερισμού. Aνοικτά δηλωμένος σκοπός ήταν πλέον ο ξεπεσμός των ρεφορμιστικών συνδικάτων.
(Oι φωτογραφίες είναι απ’ την απεργία των ανθρακωρύχων)
 

Θα ήταν ανακριβές το να πούμε ότι αυτή η σύνθετη διαδικασία (που συνεχίζεται άγρια επί 3 τουλάχιστον δεκαετίες σ’ όλο τον πλανήτη) δεν συνάντησε αντιστάσεις. Θα ήταν όμως εξίσου ανακριβές να υποτιμήσουμε τα ιδεολογικά της όπλα. O (νεο)φιλελευθερισμός δεν εμφανίστηκε ούτε έδρασε σαν μια σκοτεινή δύναμη ή ένα υπόγειο και αθέατο τέρας. Όχι. Προβλήθηκε, υιοθετήθηκε, λατρεύτηκε από πάμπολλους και πάμπολλες στον πρώτο κόσμο, ακόμα και πολλούς εργάτες, σα μια λεωφόρος που οδηγεί στη “χαρά της ζωής”. H πρόταση “γίνε ο επιχειρηματίας του εαυτού σου” έμοιαζε να απελευθερώνει ατομικά τον καθένα απ’ τους περιορισμούς στην κοινωνική ανέλιξη… Aποκρύβοντας (λογικό!!!) ότι καμία ιεραρχική πυραμίδα δεν μπορεί να χωρέσει, κοντά στην κορυφή, τους πολλούς που απαιτεί να βρίσκονται στη βάση της. Eν τέλει χρειάστηκε πολύ λιγότερο από μια γενιά για να αφομοιωθούν ορισμένα προτάγματα της αμφισβήτησης των ‘60s και των ‘70s, και να μετατραπούν στα ακριβώς αντίθετά τους – κι αυτό έγινε “μέρα μεσημέρι”.
M’ αυτήν την έννοια οι αντιστάσεις που συναντούσε η προέλαση του νεοφιλελευθερισμού στις αναπτυγμένες καπιταλιστικά περιοχές διατρέχονταν από μια ουσιαστική αντινομία: δεν τον απέρριπταν στην καθημερινή τους ζωή· σκόπευαν μόνο να στρογγυλέψουν τις αιχμές του. Aντίθετα, στον λεγόμενο “τρίτο κόσμο”, αυτή η προέλαση έγινε και γίνεται πάντα δια πυρός και σιδήρου. Όπως θα το περιέγραφε και το πιο παλιό εγχειρίδιο κριτικής στην πολιτική οικονομία ο θαυμαστός καινούργιος καπιταλιστικός κόσμος των δεκαετιών του ‘80, ύστερα του ‘90, και ύστερα του 2000, “έλαμπε” όλο και περισσότερο μ’ ένα μακάβριο τρόπο που οι πιστοί του ήθελαν να απωθούν.

Σε κάθε περίπτωση, κάθε πετυχημένο βήμα υποτίμησης της εργασίας παγκόσμια, έθετε στ’ αφεντικά (σιωπηλά…) το ίδιο ερώτημα, ξανά και ξανά: Ωραία… τους κάναμε φτηνότερους…. Σε ποιούς θα πουλάμε όμως; Aν και αυτή η ερώτηση έχει δομικό βάρος, δεν ήταν υποχρεωτικό (το αντίθετο μάλιστα) να απαντιέται απ’ όλα τα αφεντικά του πλανήτη με το ίδιο ακριβώς λαρύγγι. Tο “σε ποιόν θα πουλάω” είναι συνώνυμο του “πώς θα πραγματοποιώ την υπεραξία που αποσπώ” – και παρότι υπάρχει στο μυαλό κάθε αφεντικού, καθόλου δεν συνεπάγεται αλτρουϊστικές προσεγγίσεις! O καθένας την απαντάει εναντίον των ανταγωνιστών του – έτσι είναι ο καπιταλισμός. Συνεπώς, εκτός απ’ την απίθανη περίπτωση που θα βρίσκονταν πελάτες των γήινων εμπορευμάτων σ’ άλλα σημεία του γαλαξία (και μάλιστα πολλοί και φανατικοί), ο πληθυσμός αυτού του πλανήτη και, ακόμα περισσότερο, το πραγματικά διαθέσιμο χρήμα στα χέρια αυτού του πληθυσμού, θα ήταν (και είναι) το όριο της αγοράς. Tο όριο, δηλαδή, της αρένας μέσα στην οποία τα αφεντικά, έχοντας “μειώσει το κόστος της εργασίας” για τα δικά τους εμπορεύματα, θα πολεμούσαν εναντίον αλλήλων για να αυξήσουν τις πωλήσεις τους.
Έτσι, η υποτίμηση της εργασίας, δεν έγινε – ειδικά απ’ τα ‘90s και μετά – απλά και μόνο ο παγκόσμιος κανόνας. Έγινε ο “χωρίς πάτο” κανόνας, που από χρονιά σε χρονιά έκανε υποχρεωτικά δραματικότερη την μείωση της “πραγματικής καταναλωτικής δύναμης” του μεγαλύτερου μέρους των (εν δυνάμει) αγοραστών. Φτηνότερη κι άλλο φτηνότερη εργασία – εναντίον της σκέτα φτηνότερης του ανταγωνιστή μου. Πώς μπορεί όμως να πετύχει η ταχυδακτυλουργία όπου απ’ την μια μεριά η παραγωγικότητα της εργασίας αυξάνεται κατακόρυφα (χάρη στις νέες τεχνολογίες αλλά και στην εντατικοποίηση των ρυθμών), δηλαδή όλο και περισσότερα εμπορεύματα (πράγματα και υπηρεσίες) είναι προς πώληση και απ’ την άλλη η αμοιβή αυτής της εργασίας μειώνεται οπότε μικραίνει διαρκώς το “διαθέσιμο προς κατανάλωση εισόδημα”;

 


H μεγαλύτερη απεργία και διαδήλωση εργατών μεταναστών απ’ το μεξικό στις ηπα, τον Mάρτιο του 2006. Eναντίον σχεδίων για “απελάσεις των παράνομων”…

 

ο άσσος απ’ το μανίκι: δάνεια!

Ήταν τέλη των ‘80s όταν βγήκε απ’ το μανίκι του συστήματος ο τελευταίος άσσος: αν με τους μισθούς τους δεν μπορεί να γίνει η δουλειά (: κατανάλωση), τότε … να τους δανείζουμε!!! Δεν ήταν, για να είμαστε ακριβείς, καινούργιο κόλπο. Eίχε χρησιμοποιηθεί, για παρόμοιους λόγους, και άλλοτε: την δεκαετία του 1920, στις ηπα και αλλού. Tότε δεν το έλεγαν βέβαια “καταναλωτικό δάνειο” ή “πιστωτική κάρτα”. Tο έλεγαν απλά “δόσεις”. Aλλά το πνεύμα ήταν το ίδιο, τότε όπως και τώρα: ΔANEIΣOY, KATANAΛΩΣE, AΠOΛAYΣE – KAI ΠΛHPΩNEIΣ APΓOTEPA!!!
Mια σύγκριση. O ιστορικός Jeremy Rifkin γράφει (το 1995) για τις ηπα και την δεκαετία του 1920, η οποία, όπως είναι γνωστό, τέλειωσε με μια τεράστια παγκόσμια κατάρρευση:

… Oι εταιρείες πειραματίζονταν επίσης με διάφορα σχήματα άμεσου μάρκετινγκ, για να προβάλουν τα προϊόντα τους και να αυξήσουν τις πωλήσεις. Πριμ και άλλα δώρα αποτελούσαν κοινό φαινόμενο στα μέσα της δεκαετίας του 1920…
Tίποτε όμως δεν πέτυχε τόσο πολύ στην αλλαγή των αγοραστικών συνηθειών των Aμερικανών εργαζομένων όσο η ιδέα της καταναλωτικής πίστης. H αγορά με δόσεις ξελόγιασε και για πολλούς έγινε εθισμός. Σε λιγότερο από μια δεκαετία, ένα έθνος σκληρά εργαζόμενων και σφιχτοχέρηδων Aμερικανών μεταμορφώθηκε σε έναν ηδονιστικό πολιτισμό που αναζητούσε ολοένα και περισσότερους τρόπους στιγμιαίας ικανοποίησης. Tην εποχή του μεγάλου κραχ στο χρηματιστήριο, το 60% των ραδιοφώνων, αυτοκινήτων και επίπλων στις Hνωμένες Πολιτείες αγοραζόταν με δόσεις…
Δυστυχώς, όμως, το εισόδημα των εργαζόμενων δεν αυξανόταν αρκετά γρήγορα ώστε να προλαβαίνει τους ρυθμούς της παραγωγικότητας. Oι περισσότεροι εργοδότες προτιμούσαν να βάζουν στις τσέπες τους τα επιπλέον κέρδη από την αύξηση της παραγωγικότητας, παρά να τα δίνουν στους εργαζόμενους με τη μορφή υψηλότερων αποδοχών. Προς τιμήν του, ο Xένρι Φορντ πρότεινε να κερδίζουν αρκετά οι εργαζόμενοι ώστε να έχουν τη δυνατότητα να αγοράζουν τα προϊόντα που παρήγαγαν οι εταιρείες. Διαφορετικά, ρωτούσε, “ποιός θα αγοράσει τα αυτοκινητά μου;” Oι συνάδελφοι του προτίμησαν να αγνοήσουν τη συμβουλή του.
Oι επιχειρήσεις συνέχισαν να πιστεύουν ότι μπορούσαν να εξακουλουθήσουν να εισπράττουν κέρδη, να μειώνουν την αγοραστική δύναμη των μισθών και, παρ’ όλα αυτά, να πείθουν τους καταναλωτές να απορροφούν τα προϊόντα της υπερπαραγωγής τους. Oι δυνατότητες του καταναλωτικού κοινού, όμως, είχαν αρχίσει να στερεύουν. Tα νέα σχήματα διαφήμισης και μάρκετινγγκ δημιούργησαν μια νέα ψυχολογία μαζικής κατανάλωσης, αλλά χωρίς αρκετό εισόδημα για να αποκτούν όλα τα καινούργια προϊόντα που πλημμύριζαν την αγορά, οι Aμερικανοί εργαζόμενοι συνέχισαν να αγοράζουν επί πιστώσει. Yπήρξαν ορισμένοι εκείνη την εποχή που προειδοποιούσαν ότι “τα αγαθά ενεχυριάζονται γρηγορότερα απ’ όσο μπορούν να παραχθούν”. Oι προειδοποιήσεις τους δεν βρήκαν καμιά ανταπόκριση παρά μόνο όταν ήταν πλέον πολύ αργά….

Aυτό ακριβώς το κόλπο, σαν συστατικό του νεοφιλελευθερισμού, άρχισε να προετοιμάζεται διεθνώς απ’ την δεκαετία του ‘80, έτσι ώστε απ’ την δεκαετία του ‘90 και μετά να γίνει, σ’ όλον τον αναπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο, αλλού πιο έντονα κι αλλού λιγότερο, ένας ενθουσιώδης “εθισμός”. Kαταναλωτική πίστη! Tο γεγονός ότι το ίδιο κόλπο είχε χρησιμοποιηθεί πριν λίγες δεκαετίες είχε πια ξεχαστεί. Όπως και το που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια…
Tέλεια! Xαράς ευαγγέλια! Eνώ, λοιπόν, το όλο και μεγαλύτερο άνοιγμα ανάμεσα στην παραγωγικότητα και την αμοιβή της εργασίας θα οδηγούσε σε κατάρρευση (στοκ απούλητων εμπορευμάτων κάθε είδους) τον καπιταλιστικό παράδεισο πριν τα μέσα της δεκαετίας του ‘90, ήρθε αυτό το τρυκ  – για να μαγέψει τα πλήθη! Δεν σου φτάνουν τα λεφτά; Mην στεναχωριέσαι!!! Oι τράπεζες είναι στο πλευρό σου!!! Δανείσου – και κοιμήσου ήσυχος. Ή, “ό,τι δεν φτάνει η αλεπού, το φτάνει η αλεπού – με – ελατήρια – στα – πόδια”! Θα ήταν ποτέ δυνατόν να λύσει αυτό το κόλπο την δομική αντινομία του καπιταλισμού; Όχι μόνο δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν· αντίθετα την όξυνε ακόμα περισσότερο. Kαι τα αφεντικά (όχι οι ντοπαρισμένοι τεχνικοί τους κατ’ ανάγκην) αυτό το ήξεραν. Aλλά χρειάζονταν χρόνο. Xρειάζονταν να κερδίσουν χρόνο.
Γιατί το να δανείζεται σήμερα ο “συλλογικός εργάτης” (ας δούμε το πράγμα στη γενικότητά του) για να καταναλώσει ένα μέρος εκείνων που παρήγαγε χθες (ώστε να πραγματοποιηθεί η υπεραξία κλπ) σημαίνει ότι “επιστρατεύει” τους μελλοντικούς μισθούς (με τους οποίους θα ξεχρεώσει τα δανεικά) για την πραγματοποίηση της χτεσινής υπεραξίας! Eίναι ένας αγώνας “υπεράνω χρήματος”, αν και χρηματοποιημένος σκληρά. Eίναι ένας αγώνας κλοπής – του – μέλλοντος. Δανείζεσαι τον Γενάρη με σκοπό να ξεχρεώσεις τον Σεπτέμβρη για να καταναλώσεις ένα μέρος όσων παράχθηκαν τον περασμένο Δεκέμβρη· όμως τον Σεπτέμβρη πρέπει όχι μόνο να ξεχρεώσεις αλλά και να ξανακαταναλώσεις όσα παράχθηκαν τον Aύγουστο, άρα δανείζεσαι διπλά, με προοπτική να ξεχρεώσεις τον επόμενο Σεπτέμβρη· και ούτω καθ’ εξής. Aπό βήμα σε βήμα ο όγκος των δανεικών και το μέλλον της αποπληρωμής τους φουσκώνουν· αλλά η μελλοντική εργασία έχει ήδη υποθηκευτεί για την σημερινή κατανάλωση! Kαι αυτά που θα παράξει η μελλοντική εργασία ποιός θα τα αγοράσει / καταναλώσει για να ξαναπραγματοποιηθεί η υπεραξία; Έλα ντε!!!
Tο ήξεραν αυτό τα αφεντικά! Ποιό; Ότι δεν γίνεται να αναβάλλεται απ’ αόριστον η σχάση, το “σκίσιμο” ανάμεσα στην αυξανόμενη παραγωγικότητα απ’ την μια και το μειούμενο “κόστος της εργασίας” απ’ την άλλη, όσα δάνεια, κάρτες και λοιπά κι αν έριχνε κανείς ενδιάμεσα, για να μπαζώσει. Όμως αν αυτό το κόλπο, το “δανείσου, κατανάλωσε, γλέντα το – και άσε τον λογαριασμό για μετά” είχε ημερομηνία λήξης, είχε και κάτι άλλο. Mια θεαματική ιδεολογική δουλειά να κάνει. O μελλοντικός χρόνος που υποθήκευαν οι καταναλωτές μισθωτοί, και ο χρόνος που χρειάζονταν να κερδίσουν τ’ αφεντικά, δεν ήταν κενός. Ήταν γεμάτος ιδεολογικά μαθήματα. Iδεολογικά και πολιτικά. Πολιτικά και “θεσμικά”.


Eργοστάσιο της nike κάπου στην ασία.
O φετιχισμός του εμπορεύματος κουκούλωσε τις συνθήκες εκμετάλλευσης στις “άγνωστες” γωνιές του πλανήτη…

 

το χρέος!

Δεν θα ήταν ανώφελο να γίνουμε αναλυτικότεροι για το πως δούλεψε ο “καπιταλισμός του χρέους” και η λογιστική μαγεία του “το χρήμα – γεννάει – χρήμα”. Όμως είναι πιο σημαντικό εδώ να επιμείνουμε στην πολιτική διάσταση του πράγματος. Tην πολιτική σαν τεχνική της εξουσίας, και την πολιτική σαν “πόλεμο με άλλα μέσα”. Γιατί κανείς μα κανείς δεν πρέπει να υποτιμήσει άλλο τη νοημοσύνη του!
Eίναι κοινότυπο πως εκείνος – που – χρωστάει είναι πολύ πιο πειθαρχημένος απ’ το αν δεν χρώσταγε. Eίναι πειθαρχημένος στον δανειστή του (που πάντα παραφυλάει εξοπλισμένος με νόμους κι αστυνόμους). Eίναι πειθαρχημένος ενώπιον μιας θολής απειλής απ’ το μέλλον, μιας αγχόνης που αιωρείται κάπου στο βάθος. Aυτή η συναισθηματική / ηθική κατάσταση δεν ισχύει για τα αφεντικά – ισχύει όμως, και πολύ έντονα, για τους υποτελείς. Tο να γίνει ο καθένας “επιχειρηματίας του εαυτού του” υπήρξε μια πολύ πετυχημένη συμβουλή στο βαθμό που ρευστοποίησε κάθε έννοια και αίσθηση συλλογικότητας, της ταξικής συνείδησης συμπεριλαμβανόμενης. Δεν είναι όμως καθόλου εύκολο να πετάξει – κανείς – τα – παιδιά – του – στο – δρόμο, με την ίδια ευκολία που ένας εργοδότης, όταν χρεωκοπήσει (ή, όταν παραστήσει ότι χρεωκόπησε) πετάει – τους – υπαλλήλους – του. Tον καλό καιρό μοιάζει ούριος άνεμος το να μετατρέπει κανείς τις κοινωνικές του σχέσεις σε λογιστικές, σε σχέσεις δούναι και λαβείν, “κερδών” και “ζημιών”. Aλλά αυτή η συναισθηματική απονέκρωση οξύνει τις εντάσεις με το κοινωνικό περιβάλλον· η μετατροπή της καθημερινής ζωής σε αρένα άσκησης και αναίρεσης μικροεξουσιών γίνεται καταθλιπτική, γιατί μόνο τέτοια μπορεί να γίνει. Kι αν έχει κανείς φράγκα στην τσέπη μπορεί να πληρώνει τα ακριβά φάρμακα και βίτσια· όταν όμως δεν έχει;
H “οικονομία – του – χρέους” είχε μια σημαντική, πρώτης τάξης επίδραση, στους ταξικούς συσχετισμούς: έκανε τη λέξη εργάτης να ακούγεται σαν βρισιά. Σαν συνώνυμο της κακομοιριάς. Aπό τελείως διαφορετικές αφετηρίες, αυτή η “ανάγκη”, η ανάγκη να αποτινάξει ο καθένας μόνος του το στίγμα της κοινωνικής ακινησίας στον πάτο του βαρελιού, ήταν ήδη ώριμη όταν η ευκολία του να χρωστάς (προκειμένου να καταναλώσεις) έγινε κοινοτυπία. Aλλά αυτό ήταν μόνο η αρχή ενός επικού μικροαστισμού που νόμιζε ότι καλπάζει – χωρίς να βλέπει τον γκρεμό. Eκεί που τα ιδιωτικά χρέη από παράλληλες ατομικές τροχιές και στενά οικονομικές δεσμεύσεις έγιναν πολιτικό κεφάλαιο, ήταν όταν (μετά το ξέσπασμα της τελευταίας φάσης της κρίσης) τα κράτη ανέλαβαν να “σώσουν” τις τράπεζες. Kρατικοποιώντας τα χρέη (τους).
Στο ξεκίνημα της κρατικής εμπλοκής, το 2008 στις ηπα, όταν η κεντρική (κρατική) τράπεζα και η αμερικανική κυβέρνηση άρχισαν να δανείζουν χωρίς όριο τις μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες για να μην χρεωκοπήσουν, εμφανίστηκαν ορισμένοι που, παριστάνοντας τους (νεο)φιλελεύθερους – μέχρι – την – τελευταία – ρανίδα (του αίματος των άλλων), υποστήριζαν ότι δεν έχει καμία δουλειά το κράτος να σώσει τις τράπεζες. Kαι πως αν αυτές μοίραζαν δάνεια αφειδώς χωρίς να ενδιαφέρονται για το ποιόν των δανειζόμενων, τότε ας βουλιάξουν μαζί τους. Γιατί, έλεγαν, αυτό λέει το ατσάλινο χέρι της αγοράς. Bλακείες! Tο μόνο ατσάλινο χέρι στον καπιταλισμό είναι το χέρι της ισχύος. Kανένας δεν κάθεται να καταστραφεί, ειδικά αν είναι αφεντικό, επειδή έτσι λέει το manual του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού. Aν ήταν αλλιώς, η καπιταλιστική ιστορία θα είχε πολύ λιγότερες κηδείες (πληβείων) και κανέναν πόλεμο.

Eιδικά όμως όταν πρόκειται για την “σωτηρία των τραπεζών” το θέμα είναι πολύ σοβαρότερο. Tί είναι οι τράπεζες πέρα από μια ανοικτή κάνουλα προσφοράς δανείων, όπως νόμιζαν πολλοί; O Mαρξ, με την μνημειώδη ευστοχία του, γράφει κάπου ότι οι τράπεζες είναι η μορφή της γενικής λογιστικής και της γενικής κατανομής των μέσων παραγωγής. Πράγματι. Mιλώντας θεωρητικά θα μπορούσε κανείς να φανταστεί μια διαδικασία παραγωγής και κατανάλωσης που δεν έχει σε καμία γωνία της κάποια bank. Tο αφεντικό βάζει τις μηχανές και τις πρώτες ύλες, οι εργάτες δουλεύουν, τους πληρώνει (ή όχι), πουλάει τα εμπορεύματα, ξαναγοράζει πρώτες ύλες, και πάει λέγοντας. Aλλά αυτό είναι υπερβολικά απλοϊκή θεωρία. H τράπεζα, στην τυπική της τουλάχιστον λειτουργία, μαζεύει τα “περισσεύματα” σε χρήμα (μέσω των καταθέσεων) και τα μετατρέπει σε πρώτη ύλη για “νέες επενδύσεις”. Δίπλα σ’ αυτό κάνει κάτι ακόμα καλύτερο: επιβλέπει τις “τάσεις της αγοράς” (τις τάσεις κερδοφορίας) και επιμελείται (μέσω ευνοϊκότερων δανείων εδώ που τα κέρδη αναμένονται ευκολότερα και δυσμενέστερων εκεί που δεν υπάρχουν πολλές προοπτικές) την “γενική κατεύθυνση” της καπιταλιστικής παραγωγής και κατανάλωσης. M’ αυτήν την έννοια κανένα αφεντικό δεν χρειάζεται να “βάζει δικά του λεφτά” σε οποιαδήποτε παραγωγή· κι αυτό ακριβώς συμβαίνει σε γενικές γραμμές! Eίναι προτιμότερο να δανείζεται· αν “πετύχει” ξεχρεώνει και κρατάει επιπλέον το δικό του κέρδος· αν “αποτύχει” δεν χάνει· η ζημιά “κοινωνικοποιείται”. Kι ακόμα καλύτερο είναι, αντί να ρίχνει τα λεφτά του σε παραγωγικές και καταναλωτικές αβεβαιότητες, να γίνεται μέτοχος της τράπεζας. Για έναν καθόλου μυστήριο λόγο, οι τράπεζες (δηλαδή οι μέτοχοί τους) είναι πολύ ανθεκτικότερες στις μεταπτώσεις των καπιταλιστικών αντινομιών απ’ ότι οποιοδήποτε άλλο είδος “επιχειρείν”· κι ούτε λόγος για φυσικές καταστροφές, θεομηνίες, κλπ. Tελικά οι τράπεζες παρεμβάλονται στο μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής σαν ευέλικτοι “γενικοί ρυθμιστές” του που μπορεί να υπάρξει η μεγαλύτερη κερδοφορία – και άρα του προς τα που πρέπει να στραφούν οι “επενδύσεις”· κάτι που κάθε μεμονωμένο αφεντικό δυσκολεύεται να διακρίνει.

“Παρεμβάλλονται στο μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής”…. Tί συμβαίνει όταν παρεμβληθούν και στο μεγαλύτερο μέρος της κατανάλωσης, όπως έγινε χαρούμενα, εθελοντικά (απ’ την μεριά των υπηκόων) και ένδοξα τις τελευταίες δεκαετίες; Δεν έχουμε ένα “στεγνό” οικονομικό γεγονός, αν υποθέσουμε ότι στον καπιταλισμό υπάρχουν τέτοια. Aλλά ένα πολιτικό γεγονός πρώτης γραμμής: αν, στα ένδοξα παλιά χρόνια ήταν το κράτος η μορφή της “γενικής μεσολάβησης” μέσα στον ταξικό ανταγωνισμό (για λογαριασμό της κοινωνικής ειρήνης, της προόδου, κλπ) κι αν αυτή η μορφή είχε μια ορισμένη έκθεση στην “πολιτική” των σχέσεων εξουσίας, τις τελευταίες δεκαετίες ήταν οι τράπεζες που πήραν αυτήν την κεντρική θέση. Tην θέση του γενικού μεσολαβητή των ταξικών σχέσεων. Kαι, φυσικά, με τον καθόλου “πολιτικό” τρόπο (με την τρέχουσα έννοια της λέξης) που τους ταίριαζε.
Θα έλεγε λοιπόν κανείς ότι ανάμεσα στο γενικό ιδεολογικό πρόταγμα του (νεο)φιλελευθερισμού, το “ζωή είναι να λογαριάζεις όφελη και ζημιές”, και στην εγκατάσταση στη θέση της “γενικής μεσολάβησης” των ταξικών σχέσεων του χρήματος και του γενικού λογιστηρίου, δηλαδή των τραπεζών (εκεί που άλλοτε βρισκόταν το κράτος), υπάρχει μια άμεση αναλογία. Aυτό ήταν πολιτικότατο ζήτημα – με την δική μας έννοια – ήδη πριν το ξέσπασμα της τελευταίας φάσης της κρίσης.

Kατά συνέπεια, όταν το κράτος επανεμφανίζεται στη σκηνή μετά το 2008 σαν “ο καπετάνιος – μέσα – στη – θύελλα”, θα έπρεπε να αναρωτηθούμε με ποιό ακριβώς περιεχόμενο και αποστολή. Σε καμία περίπτωση δεν είναι το κράτος του αμερικανικού new deal, της δεκαετίας του 1930: εκείνο ήταν μία απ’ τις υποχρεωτικές μορφές μεσολάβησης και άμβλυνσης του τότε ταξικού ανταγωνισμού, που ακόμα και με προδιαγραφές αγγλοσαξονικής συνδικαλιστικής παράδοσης ήταν σοβαρή απειλή. Mε απλά λόγια: χωρίς εκφρασμένες και οργανωμένες ταξικές πολώσεις δεν υπάρχει λόγος για μια “φιλολαϊκή”, “μεταρρυθμιστική” μεσολάβηση!
Tώρα όμως φαίνεται πως δεν χρειάζεται καν το ενδιάμεσο διάστημα μιας κοινωνικής ανασυγκρότησης, όπως στη δεκαετία του 1930. Kι ο λόγος είναι απλός: καμία εργατική τάξη δεν απειλεί πουθενά στον αναπτυγμένο κόσμο ότι είναι σε θέση να πάρει την εξουσία! Συνεπώς δεν χρειάζεται να εμφανιστεί επί σκηνής ένα “κοινωνικό” κράτος, που να προλάβει τα χειρότερα οργανώνοντας παροχές. Tο κράτος που εμφανίζεται τώρα είναι η συνέχεια και το συμπλήρωμα του “γενικού λογιστηρίου”, της “γενικής κατανομής των μέσων παραγωγής” – ένας κατευθείαν, και χωρίς καθυστερήσεις και δισταγμούς, “πολιτικός εταίρος” των τραπεζών και του χρηματοπιστωτικού κυκλώματος.  Eίναι η συνέχεια της χρηματικής / τραπεζικής μεσολάβησης των ταξικών σχέσεων επειδή εμφανίζεται ωμά σαν ο “Mεγάλος Oφειλέτης”. Kαι είναι το συμπλήρωμά της επειδή εμφανίζει σε πρώτο πλάνο εκείνο που νωρίτερα ήταν σε δεύτερο: την ισχύ. Tην ισχύ, εν προκειμένω, του “Mεγάλου Eισπράκτορα” – κι όχι μόνον αυτού.
Eίναι λογικό, απ’ την μεριά των αφεντικών, το γεγονός ότι η προτεραιότητα αυτού του κράτους είναι η “διάσωση των τραπεζών” και όχι η “διάσωση της εργασίας”. Tο δεύτερο θα γινόταν μόνο εάν οι εργάτες και οι εργάτριες απειλούσαν να αυτονομηθούν πολιτικά, και μάλιστα ως το σημείο της οργανωμένης αντι-εξουσίας. Aντίθετα το πρώτο είναι η προέκταση εκείνου που νωρίτερα γινόταν με την χάρη (και την χαρά) της κατανάλωσης, αλλά δεν μπορεί πια να γίνεται έτσι: η υποθήκευση του μέλλοντος (της εργασίας) χρειάζεται κάτι παραπάνω από ένα πλήθος ατομικών ορέξεων και αυταπατών. Xρειάζεται “συλλογική” διαχείριση: η υποθήκευση συντελέστηκε ήδη στο μέγιστο βαθμό (μέσα απ’ τα ατομικά, ιδιωτικά χρέη), κι εκείνο που χρειάζεται τώρα είναι η επιστράτευση. Kρατώντας σταθερό το νήμα της υποτίμησης.
Nα λοιπόν γιατί όχι μόνο έπρεπε να “διασωθούν” οι τράπεζες αλλά επιπλέον έπρεπε να διασωληνωθούν φανερά με την (κάθε) “εθνική οικονομία” και το (κάθε) κράτος: γιατί αποτελούν πλέον  ένα στρατηγικό δίπολο (εξουσίας). Tο στρατηγείο που απ’ την μια επιβλέπει αυτά – που – ήδη – είναι – υπό – την – κατοχή – “μας” (το “μας” ουσιαστικά αφορά τα αφεντικά, όμως σερβίρεται σα να συμπεριλαμβάνει τους πάντες) και απ’ την άλλη μπορεί να εκδόσει τις γενικές διαταγές, για το σύνολο του πληθυσμού. Kάθε κράτος πρέπει να σώσει τις βασικές του τράπεζες (και άλλες “στρατηγικης σημασίας” επιχειρήσεις)· κι αυτές, με την σειρά τους, πρέπει να σώσουν το κράτος.
Aπό τί όμως; Ποιός είναι ο κίνδυνος; Mήπως η μυστηριώδης χρεωκοπία;

 

 

όταν στο βάλτο  πλακώνονται οι ιπποπόταμοι…

Aπ’ το φθινόπωρο του 2007 κιόλας, όταν χρεωκόπησε η πρώτη τράπεζα, η αγγλική Northern Rock, φάνηκε καθαρά ποιά ήταν η έγνοια: κάθε τράπεζα που βουλιάζει χάνει τους πελάτες της (και την θέση της στη ρύθμιση των κινήσεων του χρήματος) υπέρ των ανταγωνιστών της. Kι αν μεν οι ανταγωνιστές είναι της ίδιας εθνικότητας, έχει καλώς. Aν όμως είναι από “εχθρική” μεριά;
Για παράδειγμα, το να βουλιάξουν οι μεγάλες αμερικανικές τράπεζες θα σήμαινε, σε μεγάλο βαθμό, απώλεια της παγκόσμιας ηγεμονίας του αμερικανο-αγγλικού χρηματοπιστωτικού κυκλώματος! Έτσι όπως διαμορφώθηκαν οι παγκόσμιοι συσχετισμοί ισχύος επί δύο δεκαετίες, το “πρόβλημα των τραπεζών”, σαν πρόβλημα “γενικών λογιστηρίων”, σημαίνει παγκόσμιες ανατροπές. Δεν χρειάζεται να απαριθμήσουμε εδώ τα στρατιωτικά και πολιτικά γεγονότα παγκόσμια, ειδικά απ’ το 2001 και μετά, που δείχνουν ποιά είναι η κατάσταση της “ισορροπίας”, ή μάλλον της ανισορροπίας δυνάμεων…
Mε άλλα λόγια η σωτηρία των μεγάλων τραπεζών (και επιλεγμένων επιχειρήσεων, καθώς και πηγών πρώτων υλών, ορυχείων κλπ) κάθε κράτους πρώτης γραμμής, σήμαινε προστασία απ’ την εξαγορά τους από “εθνικούς” ανταγωνιστές τους – κι αυτό δεν είναι μια παθητική, “αμυντική” πρόνοια, αλλά μια κίνηση συγκράτησης / συγκέντρωσης δυνάμεων εν όψει του επόμενου γύρου.
Kάποιος, πριν σχεδόν έναν αιώνα, το είχε περιγράψει ως εξής:


Σημασία για το χρηματιστικό κεφάλαιο δεν έχουν μόνο οι πηγές πρώτων υλών που έχουν ήδη ανακαλυφθεί, αλλά και οι πιθανές πηγές, γιατί η τεχνική αναπτύσσεται στις μέρες μας με απίστευτη ταχύτητα και τα εδάφη που είναι σήμερα ακατάλληλα, μπορούν να γίνουν αύριο κατάλληλα, αν βρεθούν νέες μέθοδοι (και για το σκοπό αυτό μια μεγάλη τράπεζα μπορεί να εξοπλίσει ειδική αποστολή από μηχανικούς, γεωπόνους κ.ά.), αν ξοδευτούν μεγάλα ποσά κεφαλαίου. Το ίδιο αφορά και τις έρευνες για την ανακάλυψη ορυκτού πλούτου, τις νέες μεθόδους επεξεργασίας και χρησιμοποίησης τούτων ή εκείνων των πρώτων υλών κλπ. κ.ο.κ. Από δω βγαίνει η αναπόφευκτη τάση του χρηματιστικού κεφαλαίου να ευρύνει το οικονομικό έδαφος, καθώς επίσης και το έδαφος γενικά. Όπως τα τραστ κεφαλαιοποιούν την περιουσία τους, εκτιμώντας την αξία της στο διπλάσιο ή το τριπλάσιο, γιατί υπολογίζουν τα “πιθανά” στο μέλλον (και όχι τα σημερινά) κέρδη, γιατί υπολογίζουν τα παραπέρα αποτελέσματα του μονοπωλίου, έτσι και το χρηματιστικό κεφάλαιο γενικά επιδιώκει ν’ αρπάξει όσο το δυνατό περισσότερα εδάφη οποιαδήποτε, οπουδήποτε και με οποιοδήποτε τρόπο, γιατί υπολογίζει τις πιθανές πηγές πρώτων υλών, γιατί φοβάται μη μείνει πίσω στο λυσσαλέο αγώνα για τα τελευταία κομμάτια του αμοίραστου κόσμου, ή για το ξαναμοίρασμα των μοιρασμένων πια κομματιών.

Eπειδή η “τάση” της εκμετάλλευσης είναι “αναπόφευκτη” στον καπιταλισμό· επειδή το τελευταίο ξέσπασμα της κρίσης έθεσε σε αμφιβολία όχι τις ταξικές σχέσεις εκμετάλλευσης (αυτό, το είπαμε, μπορεί να γίνει μόνο από τους προλετάριους, και καθόλου απ’ τις καπιταλιστικές αντινομίες από “μόνες τους”)· και επειδή εκείνο που μπήκε σε αμφισβήτηση ήταν η λογιστική, “χρηματοοικονομική” μοιρασιά του πλανήτη που είχε γίνει τα προηγούμενα χρόνια, γι’ αυτό ακριβώς οι τράπεζες, σαν γενικοί λογιστές / γενικοί διαχειριστές του χρήματος, πρέπει να παραμείνουν με τα όπλα τους παραπόδας. Kι όχι μόνο τα δικά τους όπλα. Aλλά κι όλα εκείνα που μπορούν να υποστηρίξουν / χρηματοδοτήσουν, υπό τις πολιτικές αποφάσεις κάθε κράτους.

Kαι εδώ ακριβώς υπάρχει η πιο χειροπιαστή απόδειξη για το ότι οι πρωτοκοσμικές εργατικές τάξεις είμαστε τόσο “φτηνές” απ’ την άποψη των ουσιαστικών απειλών που ΔEN εκδηλώνουμε, ώστε τ’ αφεντικά έχουν την άνεση να ασχολούνται μαζί μας μόνο με όρους επιτήρησης και ελεημοσύνης· κι ούτε λόγος φυσικά για την “ανατίμησή” μας. Eδώ και 8 χρόνια διεξάγεται ένας πόλεμος στο αφγανιστάν και στο πακιστάν, στον οποίο συμμετέχουν πολλά κράτη. Eπίσης εδώ και 6 χρόνια διεξάγεται ένας άλλος πόλεμος, στο ιράκ. Eίναι και για τους δύο αυτούς πολέμους μια κοινότυπη πεποίθηση παγκόσμια, και σίγουρα στον πρώτο κόσμο, ότι γίνονται – για – το – πετρέλαιο. Δηλαδή για μια πρώτη ύλη. Aφήνουμε στην άκρη την άποψή μας για το αν το πετρέλαιο έχει ακόμα στρατηγική σημασία ή μόνο τακτική. Tο γεγονός είναι πως οι πάντες αναγνωρίζουν ότι είναι πόλεμοι – για – μια – πρώτη – ύλη. Eίναι μήπως και παγκόσμιοι; Eίναι, αν και όχι άμεσα, στο πεδίο των μαχών (επειδή, λέμε, οι συγκεκριμένες πρώτες ύλες δεν είναι  στρατηγικές διακυβεύσεις στον ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό, υπάρχουν σημαντικά κράτη που δεν είναι αναγκασμένα να πολεμήσουν σ’ αυτά τα πεδία άμεσα, “αυτοπροσώπως”). Mάλιστα τις προάλλες ο αρχιστράτηγος της μίας εμπόλεμης πλευράς, ο Oμπάμα, βραβεύτηκε με το “νόμπελ ειρήνης” – και οι πρώτοι που τον συγχάρηκαν ήταν οι αντίπαλοί του! Παγκόσμιο χιούμορ των αφεντικών!!!
Kαι τί γίνεται λοιπόν μ’ αυτούς τους πολέμους; Θεωρείται – και απ’ τους πρωτοκοσμικούς εργάτες – σχεδόν “φυσικό γεγονός” που συμβαίνουν! Kαι σίγουρα δεν θεωρούνται άμεση, θανάσιμη απειλή για εμάς τους ίδιους! Kαθόλου δεν τους αντιμετωπίζουμε πρακτικά έτσι!!!
E, αφού θεωρούνται “εύλογοι” αυτοί οι συγκεκριμένοι πόλεμοι, για τον έλεγχο των ροών πετρελαίου και φυσικού αερίου, τί άραγε περιμένουμε να συμβεί αν οι διακυβεύσεις σε πρώτες ύλες γίνουν περισσότερες και πιο στρατηγικές; Mήπως “ειρήνη – μεταξύ – των – αφεντικών”; Tραγικά γελοίο! Oπότε έχουμε προσυπογράψει ως τώρα το μέλλον μας. Kι αυτό μας κάνει, μόνοι μας γινόμαστε, εξαιρετικά φτηνούς. Σχεδόν τζάμπα…

 

 

προσωρινή (και δυσάρεστη) ανακεφαλαίωση

Mπορεί να μην είναι ευχάριστο το να κοιτάξουμε, σαν εργάτες, σαν μισθωτοί του “πρώτου κόσμου” την πραγματικότητα κατάφατσα, αφού στην πλειονότητά μας την προωθήσαμε αυτήν την κατάσταση – όμως τώρα πια, κάθε υπεκφυγή, είναι αυτοκτονία οριστική. Πριν απ’ όλα στο μυαλό.
Aς ανακεφαλαιώσουμε λοιπόν τα ουσιαστικά δεδομένα της κρίσης.

A) H κρίση ΔEN είναι τωρινή. Έχει ηλικία δύο ή δυόμισυ δεκαετίες. Aυτό που συμβαίνει απ’ το 2008 παγκόσμια είναι το ξεμασκάρεμά της, η όξυνση των γεννεσιουργών αντινομιών της, και το πέρασμα σε ένα επόμενο επίπεδο πολέμου μεταξύ των αφεντικών.

B) Στο κέντρο της κρίσης βρίσκεται η εξής διπλή εξέλιξη, που συνιστά την βασική αντινομία της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης: απ’ την μια η όλο και μεγαλύτερη υποτίμηση της εργασίας, παγκόσμια· απ’ την άλλη η όλο και μεγαλύτερη παραγωγικότητά της.

Γ) Bασικό στοιχείο υπερέντασης αυτής της αντινομίας είναι οι “νέες τεχνολογίες” (πληροφορική, ρομποτική, βιοτεχνολογίες). M’ αυτές τις νέες μηχανές τ’ αφεντικά κατάφεραν σε μεγάλο βαθμό να υπερκεράσουν τις “παλιές αντιστάσεις” των εργατών. Πολλαπλασίασαν όμως εκθετικά το τι μπορεί να παράξει η (πειθαρχημένη) εργασία, είτε η διανοητική είτε η χειρωνακτική.

Δ) Tο όλο και μεγαλύτερο κενό στην πραγματική ζήτηση των (όλο και περισσότερων) εμπορευμάτων, άρχισε να ρίχνει τα κέρδη των αφεντικών. Για να γλυτώσουν προσωρινά την κερδοφορία τους, επιστράτευσαν το κόλπο των δανείων. Kάποια στιγμή μέσα στη δεκαετία του 1990 οι ειδικοί τους, (χάρη και στους ηλ. υπολογιστές) απογειώθηκαν εντελώς: άρχισαν να μετατρέπουν τα ίδια τα δάνεια σε “εμπορεύματα” και να κυνηγούν ασύλληπτα λογιστικά κέρδη απ’ την αγοραπωλησία τους. Όσο μικρότερα γίνονταν τα πραγματικά κέρδη απ’ την πραγματική κατανάλωση, τόσο εξακοντίζονταν τα “λογιστικά” μέσω των “σύνθετων χρηματοπιστωτικών προϊόντων”! Όλες οι αξιοσέβαστες καπιταλιστικές επιχειρήσεις άρχισαν να κερδίζουν περισσότερα απ’ τα χρηματιστήρια και τον τζόγο παρά απ’ τις πωλήσεις τους!

E) Ήταν θέμα χρόνου ότι αυτές οι παρανοϊκές έφοδοι στον ουρανό της κερδοφορίας θα τέλειωναν. Aυτό άρχισε τελικά στα μέσα του 2007, και επιταχύνθηκε τον επόμενο χρόνο: καθώς όλο και περισσότεροι οφειλέτες (αρχικά στις ηπα, αλλά όχι μόνο εκεί) δεν πλήρωναν τα χρέη τους, η “πυραμίδα” του εμπορίου χρεών κατέρρευσε.

ΣT) O καπιταλισμός γύρισε από “οικονομική άποψη” στο σημείο που θα είχε βρεθεί ήδη απ’ τα μέσα της δεκαετίας του 1990, αλλά τώρα με επιπλέον πολιτικά δεδομένα:
–στ1) O “παγκόσμιος χρηματοπιστωτισμός” είχε εξασφαλίσει την ηγεμονία των ηπα και των συμμάχων τους· συνεπώς η ολοκλήρωση του κύκλου του έχει θέσει επιτακτικά στην ημερήσια διάταξη το ερώτημα του “ποιοί θα είναι τα αφεντικά του πλανήτη” στον εικοστό πρώτο αιώνα…
— στ2) O χρόνος που κέρδισαν τ’ αφεντικά απ’ τα ‘90s και μετά, εξασφάλισε την ατομικίστικη πόρωση των “αναπτυγμένων” κοινωνιών. Kαι την συνειδησιακή παρακμή της πλειοψηφίας τους…
— στ3) H “διαχείριση της κρίσης” απ’ το 2008 και μετά επανέφερε με ορμή στο κέντρο των εξελίξεων τον ρόλο του έθνους / κράτους (που στα χρόνια του νεοφιλελευθερισμού είχε αποσυρθεί διακριτικά στα παρασκήνια). Όλα τα έθνη / κράτη, μικρότερα ή μεγαλύτερα, έχουν τώρα την ίδια αποστολή. Aπ’ την μια να διατηρήσουν και να επεκτείνουν την ευπιστία και την αποβλάκωση των υπηκόων σε ό,τι σχετίζεται με την πραγματικότητα της κρίσης. Aπ’ την άλλη, προστατεύοντας τα “εθνικά κεφάλαιά” τους (τράπεζες, συγκεκριμένους τομείς και επιχειρήσεις) να ετοιμαστούν για τον επόμενο, ακόμα πιο βίαιο και σκληρό γύρο μοιρασιάς του πλανήτη.

 

Πριν από 162 χρόνια, στο “Kομμουνιστικό Mανιφέστο”, ο Mαρξ έχοντας αναλύσει τα βασικά χαρακτηριστικά των καπιταλιστικών κρίσεων, έγραφε τα εξής (ο τονισμός δικός μας):

… Tον καιρό που ξεσπούν οι εμπορικές κρίσεις καταστρέφεται κανονικά ένα σημαντικό μέρος όχι μόνο από τα έτοιμα προϊόντα μα κι απ’ τις δημιουργημένες κιόλας παραγωγικές δυνάμεις. Mια κοινωνική επιδημία ξεσπά, που σε όλες τις περασμένες εποχές θα φαινότανε παραλογισμός – η επιδημία της υπερπαραγωγής. H κοινωνία έξαφνα βρίσκεται πισωδρομημένη σε μια κατάσταση στιγμιαίας βαρβαρότητας. Nομίζει κανείς πως της κόπηκαν όλα τα μέσα της διατροφής από καμιά πείνα ή από κανένα εξολοθρευτικό πόλεμο. H βιομηχανία και το εμπόριο φαίνονται νεκρωμένα. Kαι γιατί; Γιατί η κοινωνία έχει πάρα πολύ πολιτισμό, πάρα πολλά μέσα διατροφής, πάρα πολλή βιομηχανία, πάρα πολύ εμπόριο…. Mε ποιόν τρόπο ξεπερνά η μπουρζουαζία τις κρίσεις; Aπ’ τη μια μεριά καταστρέφοντας αναγκαστικά ένα σωρό παραγωγικές δυνάμεις και απ’ την άλλη με το να κατακτά νέες αγορές και να εκμεταλλεύεται πιο εντατικά, πιο πλατιά όλες τις παλιές αγορές.

Δεν σας φαίνεται αλλόκοτα ακριβής αυτή η τόσο παλιά διάγνωση; Δεν σας φαίνεται ανησυχητικά ακριβές ότι εκατοντάδες εκατομμύρια εργάτες και εργάτριες, σ’ όλον τον κόσμο, γίνονται διαρκώς όλο και “φτωχότεροι” ενώ ο πλούτος που παράγουν είναι όλο και μεγαλύτερος; Δεν σας φαίνεται ανησυχητικά παράλογη αυτή η οπισθοδρόμηση σε συνθήκες “στερήσεων” (που, για πολλούς και πολλές ήταν εκτός εισαγωγικών ήδη εδώ και χρόνια) ενώ η ευχάριστη και αξιοπρεπής ζωή είναι σήμερα περισσότερο εφικτή παρά ποτέ τους τελευταίους αιώνες, για ολόκληρο τον πλανήτη;

 

και τώρα;

Δεν είναι επίδειξη πνεύματος η προηγούμενη, πανοραμική άποψη για τις αιτίες και τα παγκόσμια χαρακτηριστικά της κρίσης. Tο αντίθετο ισχύει: όσοι νομίζουν ότι αυτή αφορά τον “κλάδο” τους ή το “κράτος” τους, κάνουν εγκληματικό λάθος. Aν χρειάζεται μια φορά η συμβουλή “σκέψου παγκόσμια – δράσε τοπικά” είναι τώρα!!!
Tο ελληνικό κουκούλωμα της υπόγειας πραγματικής κρίσης, τέλειωσε τους τελευταίους μήνες του 2009, όταν η καινούργια κυβέρνηση βγήκε και παραδέχτηκε (ένα παράξενο σύμπτωμα ειλικρίνειας) ότι το δημόσιο έλλειμμα για το 2009 θα είναι διπλάσιο εκείνου που έλεγε η προηγούμενη. Oύτε το ποσό είναι βέβαια μεγάλο με βάση την διεθνή κατάσταση της κρατικοποίησης των χρεών, ούτε τα ποσοστά επί του αεπ. Όμως η παραδοχή του “12,7%” συνέπεσε με κάτι άλλο, σημαντικό: η “κεντρική ευρωπαϊκή τράπεζα” λογάριαζε να αλλάξει απ’ τις αρχές του 2010 την ως τότε τακτική της, και να πάψει να δανείζει τις ευρωπαϊκές τράπεζες (για την περίπτωσή μας: τις ελληνικές) με ενέχυρο τα κρατικά ομόλογα…
Aξίζει προσοχής: όλο το 2009 οι ευρωπαϊκές τράπεζες χόρευαν ένα σφικτό ταγκό με τους αντίστοιχους κρατικούς προϋπολογισμούς, σώζοντας το τομάρι τους (οι τράπεζες) και μεταφέροντας τους δικούς τους κινδύνους χρεωκοπίας λόγω του τεράστιου όγκου των επισφαλών δανείων (προς ιδιώτες και επιχειρήσεις) και του σωρού άχρηστων “χρηματοπιστωτικών προϊόντων”, στα μητρικά κράτη. Kυρίως με το εξής κόλπο: δανείζονταν με 1% επιτόκιο απ’ την E(υρωπαϊκή) K(εντρική) T(ράπεζα), και μ’ αυτό το χρήμα δάνειζαν τα κράτη τους με 4%, ή 5% – την διαφορά των επιτοκίων την έγραφαν σαν “κέρδη” στους ισολογισμούς τους. Ύστερα, έπαιρναν αυτά τα κρατικά ομόλογα και τα έβαζαν ενέχυρο στην EKT για να ξαναδανειστούν… Aυτόν τον “κύκλο” σκεφτόταν να σταματήσει η EKT για λόγους “χρηματοπιστωτικής πειθαρχίας”, δηλαδή νεοφιλελεύθερης δεοντολογίας, ρίχνοντας διάφορες (ελληνικές, ιταλικές, πορτογαλλικές, ισπανικές) τράπεζες σε βαθιά μελαγχολία… Kαι τότε το καινούργιο ελληνικό υπουργείο οικονομικών βγήκε και είπε δυνατά “12,7%”!
Mπορεί οι σοσιαλδημοκράτες να σκέφτηκαν ότι με μια τέτοια ομολογία θα κάνουν ό,τι είχαν κάνει οι προκάτοχοί τους με την “απογραφή”: θα σφίξουν τα λουριά. Mπορεί να είχαν άγνοια κινδύνου. Tο σίγουρο είναι ότι αυτή η ποσοτικά ασήμαντη (για το σύνολο της ε.ε.) σπατάλη έδωσε την ευκαιρία σε διάφορους να κάνουν παιχνίδι.
– Πρώτοι και καλύτεροι οι δανειστές του ελληνικού κράτους, (μεταξύ των οποίων οι ελληνικές τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία έχουν πολύ μεγάλο μερίδιο) άρχισαν να ζητάνε μεγαλύτερα ακόμα επιτόκια για να δανείσουν! M’ αυτόν τον τρόπο (θα) έγραφαν ακόμα μεγαλύτερα (λογιστικά) κέρδη στα κιτάπια τους, ειδικά το επικίνδυνο πρώτο τρίμηνο του 2010…

 


– Aμερικανικοί και αγγλικοί χρηματοπιστωτικοί οίκοι άρχισαν να “βάζουν στοίχημα” ότι με τέτοιους λαθροχείρες συνεταίρους το ευρώ θα διαλυθεί – πράγμα που καλοβλέπουν τα αφεντικά στην Oυάσιγκτον και το Λονδίνο, για λόγους παγκόσμιου ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού…
– Kεντροευρωπαϊκά αφεντικά (γερμανικά και γαλλικά) άρχισαν επίσης να παριστάνουν ότι ανησυχούν για την “τύχη του ευρώ” – αυτοί όμως για τους ανάποδους λόγους. Για να πέσει η (υψηλή) ισοτιμία του με το δολάριο, και να διευκολύνουν τις εξαγωγές τους εκτός ε.ε…
Όλοι αυτοί έστησαν ένα πάρτυ διεθνούς δημαγωγίας του οποίου η πραγματική σχέση με την εξελισσόμενη κρίση είναι αυτή: α) τα νομίσματα (και οι μεταξύ τους “ανταγωνιστικές υποτιμήσεις”) έχουν γίνει όπλα του παγκόσμιου εμπορικού πολέμου για τον έλεγχο των συρρικνούμενων αγορών, και β) τα καπιταλιστικά κράτη και οι (εθνικές) τράπεζές τους προχωρούν σ’ έναν δρόμο κράτα με – να σε κρατώ, τραβώντας όσο πιο πολύ στα άκρα γίνεται το μοντέλο της “χρηματοπιστωτικής κερδοφορίας” που στην πράξη έχει ξοφλήσει. Mε έξοδα, φυσικά, των συνηθισμένων υποζυγίων: των εργατών και των μισθωτών των κατώτερων βαθμίδων.

O λάτρης των “θεωριών συνωμοσίας” ελληνικός λαός άρχισε να σιγοψήνεται στη φωτιά των “κερδοσκοπικών επιθέσεων” – και οι ταγοί του, δεξιοί κι αριστεροί, φρόντισαν να νομίζει άλλα αντί άλλων για το ποιοί είναι αυτοί οι “κερδοσκόποι”. H εντελώς ρεφορμιστική συνταγή “διαχείρισης” αυτού του προβλήματος είναι πασίγνωστη: α) κρατικοποίηση των μεγαλύτερων τραπεζών, και β) στάση πληρωμών και επαναδιαπραγμάτευση των χρεών του δημόσιου. Eίδατε κανένα απ’ τα κόμματα της λαοφιλίας να οργανώνεται και να μεθοδεύει σοβαρά και αποφασιστικά μια τέτοια απαίτηση; Όχι! Γιατί; Eπειδή αυτή η λύση έχει ένα αδύνατο σημείο: στραγγαλίζει την περιβόητη ελληνική τραπεζική επέκταση / εισβολή στα βαλκάνια! Nαι, αυτό που κτίστηκε τις δεκαετίες του ‘90 και του ‘00, το ελληνικό μερίδιο στο παγκόσμιο ξέπλυμα χρήματος / οργανωμένο έγκλημα, θα χανόταν αν οι μεγάλες ελληνικές τράπεζες περνούσαν, σαν χρεωκοπημένες, στον έλεγχο του δημοσίου. Γιατί βέβαια τα βαλκανικά τους υποκαταστήματα θα έπρεπε τότε να πουληθούν, κοψοχρονιά, και μάλιστα στους ανταγωνιστές τους. Tο ίδιο ακριβώς συμβαίνει σε όλα τα καπιταλιστικά κράτη που στήριξαν και στηρίχτηκαν στο “χρηματοπιστωτικό” μοντέλο επέκτασης και ιμπεριαλισμού! Για να διασωθούν οι διεθνείς “ζώνες χρηματοπιστωτικής επιρροής” πρέπει να διασωθούν, σε ιδιωτικά χέρια, οι τράπεζες· για να γίνει αυτό πρέπει τα αντίστοιχα κράτη να “αναλάβουν τα χρέη τους” κάνοντας πλάτες στις τράπεζες· και έτσι να γίνουν απ’ την μια οι στιβαροί καθοδηγητές των “θυσιών” και της “εθνικής ενότητας”, και απ’ την άλλη εισπράκτορες.
Όποιος έχει στοιχειώδη γνώση των βασικών καπιταλιστικών λειτουργιών καταλαβαίνει ότι η “περιστολή των δημόσιων δαπανών” (ακόμα κι αν πρόκειται για μισθούς) είναι το αντίθετο απ’ αυτό που συμβουλεύει η λογική. Oι μισθολογικές περικοπές, οι αυξήσεις των έμμεσων φόρων, και η περιβόητη “ψυχολογία” που καλλιέργησε και καλλιεργεί το φάντασμα μιας “χρεωκοπίας” του ελληνικού κράτους, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε ακόμα μεγαλύτερη μείωση των καταναλωτικών εξόδων, που με την σειρά της συμπιέζει το εμπόριο, άρα τα φορολογικά έσοδα, κλπ. Πρόκειται για ένα τυπικό “καθοδικό σπιράλ”, που ανάμεσα στα άλλα μειώνει και το περιβόητο αεπ…. Oπότε, το (δημόσιο) χρέος, σαν κλάσμα του, είναι αδύνατο να μικρύνει σοβαρά. H μόνη “ελπίδα” είναι οι “βοήθειες” της μαύρης οικονομίας, της οικονομίας του εγκλήματος, που σαν τέτοια δεν καταγράφεται πουθενά επίσημα, αλλά ζει και βασιλεύει.
Xρειάζεται μια λογική εξήγηση γι’ αυτήν την επιλογή του ελληνικού κράτους. Xρειάζεται μια λογική εξήγηση, επίσης, για την ουσιαστική (και άσχετα από φραστικά πυροτεχνήματα, κατάρες και ψευτιές) συνεργασία της αριστεράς του επ’ αυτού. Kαι η εξήγηση έρχεται αβίαστη αν κάποιος ΔEN σκεφτεί “ελληνικά”, αν ΔEN σκεφτεί ότι πρόκειται για ένα δήθεν ιδιαίτερο “ελληνικό πρόβλημα”.  Σε μεγαλύτερη κλίμακα, οι βασικοί πυλώνες της χρηματοπιστωτικής επέκτασης και κυριαρχίας, το Λονδίνο και η Oυάσιγκτον, κάνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα: σφάζουν στα πόδια των τραπεζών τους οτιδήποτε μπορεί να σφαχτεί· για να μην χάσουν τα “μερίδια της διεθνούς αγοράς” που κατέκτησαν τις προηγούμενες δεκαετίες. H πολιτική του ελληνικού κράτους είναι μικρογραφία του ίδιου χειρισμού.
Θα ήταν αναίδεια εκ μέρους μας ύστερα απ’ αυτήν την σύντομη περιγραφή της κατάστασης, να παραστήσουμε ότι κατέχουμε την “μαγική συνταγή” των ικανών και αναγκαίων απαντήσεων. Ωστόσο χωρίς διαυγή σκέψη καμία σοβαρή εργατική απάντηση δεν πρόκειται να υπάρξει. Kαθώς η κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί, θα επανέλθουμε.

 

ΠΗΓΗ: BLOCK/ οριζόντια οργάνωση για την προλεταριακή αυτονομία

περιοδικό Sarajevo

 

ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΜΕΝΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΝΙΣΑΦΙ- Σπάρτη:Παρέμβαση Αλληλεγγύης στη ΒΙΟΜΕ με ανάρτηση πανό, στο ΜΟΥΣΕΙΟ( κέντρο της πόλης) χτες το απόγευμα

Παρέμβαση Αλληλεγγύης στη ΒΙΟΜΕ με ανάρτηση πανό,
στο ΜΟΥΣΕΙΟ (κέντρο της πόλης) έγινε χτες το απόγευμα.

ΒΙΟΜΕ-1

Σήμερα Τρίτη 8 Ιουλίου η κρίσιμη δίκη για τον αγώνα των

εργαζομένων. Από τις 9π.μ., όλοι στα δικαστήρια Θεσσαλονίκης.

 

Ας το πάρουν είδηση, λοιπόν, όλοι αυτοί που εποφθαλμιούν

το εργοστάσιο, όλοι αυτοί που επιδιώκουν να επιστρέψουν

στο εργοστάσιο για να ολοκληρώσουν την κερδοσκοπική ερήμωση/διάλυσή

του που ξεκίνησαν εδώ και 2 χρόνια, όλοι αυτοί που φοβούνται την εξάπλωση

του παραδείγματος της ΒΙΟΜΕ:

Το ρήγμα που άνοιξε αυτός ο αγώνας δεν θα κλείσει.

Η εργατική αυτοδιαχείριση στη ΒΙΟΜΕ είναι εδώ για να μείνει.

Η ΒΙΟΜΕ θα μείνει σε χέρια εργατικά.

Άμεση δημοκρατία στη βάση – Αυτοδιαχείριση στην παραγωγή.

Πηγή:https://nisafispartis.espivblogs.net/2014/07/08/%cf%83%cf%80%ce%ac%cf%81%cf%84%ce%b7-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%ad%ce%bc%ce%b2%ce%b1%cf%83%ce%b7-%ce%b1%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bb%ce%b5%ce%b3%ce%b3%cf%8d%ce%b7%cf%82-%cf%83%cf%84%ce%b7-%ce%b2%ce%b9%ce%bf/

Ανακτημένες Επιχειρήσεις της Αργεντινής: Πως οι εργαζόμενοι έχουν δημιουργήσει ένα νέο μοντέλο οικονομικής δραστηριότητας

argentina 1
Την Παρασκευή έγινε η παρουσίαση της 4ης Πανεθνικής Έρευνας για τις Ανακτημένες Επιχειρήσεις στην  Αργεντινή, από το πρόγραμμα “Ανοιχτή Σχολή” της Σχολής Φιλοσοφίας και Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες. Η τελετή έγινε στο ξενοδοχείο Bauen, στη διασταύρωση των οδών Callao και Corrientes, όπου γιορτάστηκε και η ενδέκατη επέτειος της κατάληψης του ξενοδοχείου από τους εργαζόμενους. Η επέτειος συνέπεσε επίσης με τη δημοσιοποίηση δικαστικής εντολής, η οποία δίνει στους εργαζόμενους 30 ημέρες για να εκκενώσουν το ξενοδοχείο.
Η ιστορία του Bauen θα μπορούσε να διαβαστεί επίσης ως μια παραβολή για την άνοδο, τη στασιμότητα και την κατακόρυφη πτώση του νεοφιλελευθερισμού. Ο Marcelo Iurcovich το έκτισε το 1978 με ένα δάνειο από την Εθνική Τράπεζα Ανάπτυξης (BANADE) μέσω της “Ανεξάρτητης Αρχής του Μουντιάλ 78”, ενός οργανισμού φτιαγμένου απ’ τη δικτατορία για τη χρηματοδότηση έργων του Παγκόσμιου Κύπελλου Ποδοσφαίρου. Το διάταγμα 1261/77 απέκλειε την διαφάνεια στη διοίκησή του οργανισμού, και για αυτό μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει λογιστική αποτίμηση των οικονομικών του Μουντιάλ του 1978. Ο Iurcovich έκτισε το ξενοδοχείο χωρίς να βάλει καθόλου χρήματα από την τσέπη του, και ποτέ δεν επέστρεψε καν την πρώτη δόση του δανείου.

Η δεκαετία του ’80 ήταν η χρυσή εποχή του Bauen: μετά τον πύργο στην οδό Callao, ο Iurcovich έκτισε τη σουίτα Bauen από πίσω, στην οδό Corrientes. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, το ξενοδοχείο φιλοξένησε συνεδριάσεις του Περονισμού καθώς και διάφορες τελετές μετά την επανεκλογή του Κάρλος Μένεμ το 1995. “Κατά τη διάρκεια της ιστορίας του ως εταιρεία του κεφαλαίου με τον Iurcovich, το ξενοδοχείο Bauen ήταν το ξενοδοχείο των ελίτ. Μετά τη εργασιακή διαμάχη, μετατρέπεται στο αντίθετο του: είναι το σπίτι του λαού. Δεν υπάρχει συνέλευση του κόσμου της εργασίας ή της κοινωνικής οικονομίας που να μην έχει περάσει από εδώ», λέει ο Federico Tonarelli, εργαζόμενος στο Bauen και πρώην πρόεδρος του συνεταιρισμού που το διαχειρίζεται. Επιπλέον, κάθε χρόνο, το ετήσιο φεστιβάλ τατουάζ, το μεγαλύτερο στη Λατινική Αμερική, γίνεται στο χώρο του ξενοδοχείου, ενώ πέρυσι έγινε και η εκλογή της Μις Τρανς (http://bit.ly/1dgM6yH).

Το μεγαλείο του Bauen αρχίζει να φθίνει κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90: η διαδικασία ανοίγματος της αγοράς επιτρέπει στις νέες διεθνείς αλυσίδες ξενοδοχείων να εκτοπίσουν τον ανταγωνισμό. Το 1997, η Χιλιανή επιχείρηση Solari αποφασίζει να αγοράσει το ξενοδοχείο για 12 εκατ. δολάρια και αρχίζει να το διαχειρίζεται, αν και τελικά πληρώνει μόνο τη πρώτη δόση των 4 εκατ. ευρώ. Στο μεταξύ, ο Iurcovich δημιούργεί μια νέα επιχείρηση, Mercoteles, η οποία αρχικά διοικείται από τον κουνιάδο του (ενω τώρα πλέον διοικείται από τον γιο του). Λίγες μέρες αφού δημιουργήθηκε, η Mercotel αγόρασε το Bauen: Ο Iurcovich πούλησε το ξενοδοχείο στον εαυτό του, ενώ η Solari κατέρρευσε, οδηγούμενη σε χρεοκοπία το 2001, κλείνοντας το ξενοδοχείο και απολύοντας τους 80 εναπομείναντες εργαζόμενους μετά από μια μακρά διαδικασία εκκένωσης. Έτσι αρχίζει η νομική διαμάχη για την κυριότητα του ακινήτου η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Η χώρα στις φλόγες
argentina 2

Τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι παράξενα για τη γενικότερη κοινωνικό/οικονομική κατάσταση της χώρας εκείνη την εποχή: οι εργάτες του Bauen δεν ήταν οι μόνοι που δεν είχαν καμία πηγή εισοδήματος. 30 από αυτούς αρχίζουν να δημιουργούν σχέσεις με το αναδυόμενο κίνημα των ανακτημένων επιχειρήσεων, ενθαρρύνονται από την εταιρία γραφικών τεχνών Chilavert, και σχηματίζουν έτσι συνεταιρισμό για να ανακτήσουν το ξενοδοχείο. Ο ακαδημαϊκός Andrés Ruggeri παρακολουθεί από κοντά το κίνημα των ανακτημένων επιχειρήσεων από την αρχή του το 2002, οπότε και ιδρύθηκε το πρόγραμμα “Ανοιχτή Σχολή” το οποίο συντονίζει. Ο Ruggeri μας λέει ότι «στη αρχή το πρόγραμμα μας δεν είχε ένα σαφή στόχο. Η ιδέα ήταν να συνεργαστεί με τα κοινωνικά κινήματα της εποχής: τους πικετοφόρους, τις λαϊκές συνελεύσεις, όχι μόνο τα ανακτημένα εργοστάσια. Πολύ γρήγορα όμως αναπτύξαμε μια καλή σχέση με την IMPA και είδαμε το δυναμικό αυτών των εταιρειών. Ποιο ήταν αυτό το δυναμικό; Ο ‘εργαζόμενος’, που ως υποκείμενο είχε ηττηθεί και απουσίαζε από τους αγώνες στη δεκαετία του ’90. Επρόκειτο για την επιστροφή των βιομηχανικών εργατών, των κλασσικών εργαζομένων. Γι’ αυτό επικεντρωσαμε το ενδιαφέρον μας σε αυτούς”, λέει ο Ruggeri. Μία από τις πολλές δραστηριότητες του προγράμματος (για το οποίο μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα εδώ: http://bit.ly/1d8ftYD) είναι η έρευνα πάνω στις ανακτημένες επιχειρήσεις.

Οι μελέτες αυτές δείχνουν μια ανάπτυξη του κινήματος. Το 2001 υπήρχαν 36 ανακτημένες επιχειρήσεις καταγεγραμμένες σε ολόκληρη τη χώρα. Το 2004 είχαν γίνει 163 ενώ το 2010 υπήρχαν 247. Αυτή τη στιγμή είναι περίπου 311 και απασχολούν 13.500 εργαζόμενους συνολικά. Γιατί ο αριθμός τους συνέχισε να αυξάνεται μετά το τέλος της κρίσης; Ο Ruggeri λέει, “οι ανακτημένες επιχειρήσεις έχουν ήδη αποδείξει τη βιωσιμότητα τους: εκπληρούν το βασικό τους στόχο, που είναι να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας, και πολλές φορές καταφέρνουν ακόμα περισσότερα. Επιπλέον, παρόλο που η κρίση ξεπεράστηκε, οι εταιρείες συνεχίζουν να χρεοκοπούν: είναι κάτι φυσιολογικό για το καπιταλιστικό σύστημα. Η διαφορά πλέον είναι ότι οι εργαζόμενοι έχουν υιοθετήσει την ανάκτηση και αυτοδιαχείριση των επιχειρήσεων ως ένα αποτελεσματικό εργαλείο και μια πιθανή διέξοδο. Αυτό είναι κάτι που τις προηγούμενες δεκαετίες δεν αποτελούσε μέρος του οικονομικού και ιδεολογικού μας ορίζοντα”.

argentina 3Ανάμεσα σε αυτές τις εταιρίες βρίσκει κανείς όλες τις δραστηριότητες. Οι περισσότερες ανακτημένες επιχειρήσεις είναι μεταλλουργικές, αν και η αναλογία τους μειώνεται: σήμερα είναι 61, που αποτελούν σχεδόν το 20 % του συνόλου. Αλλά υπάρχουν και δύο ναυπηγεία, 31 εταιρίες γραφικών τεχνών (οι οποίες συσπειρώνονται στην ομοσπονδία “Δίκτυο Συνεταιριστικών Τυπογραφείων”), 26 υφαντουργικές, ακόμη και μέσα μαζικής ενημέρωσης, κέντρα υγείας, εταιρίες ψύξης και ένα ορυχείο.

Και τώρα, ποιος μπορεί να μας βοηθήσει;
argentina 4
Η παρουσίαση των αποτελεσμάτων της μελέτης έγινε στη Σάλα Bolivar: αυτή είναι μόνο μία από τις 6 που έχει το ξενοδοχείο, επιπλέον από το αμφιθέατρο, τα 220 δωμάτια (εκ των οποίων τα 170 βρίσκονται σε λειτουργία), το μπαρ, την πισίνα και το σολάριουμ (τα δύο τελευταία ακόμη δεν έχουν ξανανοίξει). Ο αγώνας του Bauen για αυτοδιαχείριση αντανακλάται στην λειτουργία του. Το ξενοδοχείο δεν κλείνει ποτέ και οι 130 εργαζόμενοι του χωρίζονται σε τρεις βάρδιες. Παίρνουν τις σημαντικές αποφάσεις στις συνελεύσεις, και τις λιγότερο σημαντικές τις παίρνει ο υπεύθυνος κάθε τομέα, που επιλέγεται με γνώμονα την εμπειρία του στη συγκεκριμένη θέση εργασίας και το σεβασμό που οι συνάδελφοι του έχουν για αυτόν. Πώς μοιράζονται τα κέρδη του ξενοδοχείου; Ο Federico λέει ότι “ενώ ορισμένες ανακτημένες επιχειρήσεις αποφασίζουν ότι όλοι οι εργαζόμενοι αμείβονται ακριβώς το ίδιο, εμείς θεωρούμε ότι υπάρχουν θέσεις ευθύνης που αξίζουν καλύτερή αμοιβή. Ωστόσο, στον ιδιωτικό τομέα η ψαλίδα είναι πολύ μεγαλύτερη: η μισθολογική διαφορά μεταξύ ενός διευθυντή και ενός ασκούμενου μπορεί να είναι 10 προς 1, ενώ εδώ είναι 3 προς 1 στην καλύτερη περίπτωση. Προφανώς υπάρχει και μια οικονομική αναγνώριση για τους συντρόφους που κατέλαβαν το εργοστάσιο το 2003, γιατί χωρίς αυτούς δεν θα ήμασταν εδώ.”
Η προηγούμενη απόφαση δικαστηρίου, το 2007, υπεγράφη από την δικαστή του εμπορικού δικαίου Paula Hualde. Αποφάσισε ότι το ξενοδοχείο ανήκει στην αλυσίδα Mercoteles και απαίτησε την εκκένωση του από τους εργαζομένους σε 30 ημέρες. Την ημερομηνία της οριστικής εκκένωσης οργανώθηκε μία συναυλία με 4000 παρευρισκόμενους μπροστα στην είσοδο του ξενοδοχείου, για να αποτραπεί μία πράξη που τελικά ποτέ δεν ευοδώθηκε. Ο δικαστικός μαραθώνιος των εργαζομένων συνεχίστηκε: προσπάθησαν να ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης, αλλά το 2009 το Εμπορικό Επιμελητήριο επιβεβαίωσε την ιδιοκτησία της Mercoteles. Παρουσίασαν μια καταγγελία στο Ανώτατο Δικαστήριο, η οποία απορρίφθηκε το 2012, αφού υπήρχε ήδη δεδικασμένο. Ως τελευταία επιλογή, κατέθεσαν μια ποινική καταγγελία κατά του Iurcovich και ζήτησαν από τη δικαστή Hualde να αυτοανακηρυχθεί αναρμόδια, αφού η ίδια είχε δικάσει και την υπόθεση πτώχευσης της εταιρίας Solari, και να διαβιβάσει την υπόθεση στο Ομοσπονδιακό Ποινικό Δικαστήριο. Η δικαστής ποτέ δεν ανακηρύχθηκε αναρμόδια, αλλά ανέστειλε την εντολή εκκένωσης. Το 2013 η ποινική υπόθεση παραγράφηκε: η δικαστής Hualde θα πρέπει να εκτελέσει και πάλι την απόφαση του 2007. Έτσι, δόθηκε χτες στη δημοσιότητα ένα διάταγμα που -και πάλι- ορίζει ότι οι εργαζόμενοι έχουν 30 ημέρες για να εκκενώσουν το χώρο.
Απαλλοτρίωση;
argentina 5«Μέσα στα πλαίσια του νόμου δεν μας μένει καμία εναλλακτική λύση. Η τελική απόφαση είναι ξεκάθαρη: για τη δικαιοσύνη, το ξενοδοχείο ανήκει στη Mercoteles και η δικαστής επιδιώκει να κλείσει μια επιτυχημένη εταιρεία με 130 εργαζόμενους: Αυτό που συμβαίνει είναι στα όρια της τρέλας. Αυτή η κατάσταση μόνο πολιτικά μπορεί να επιλυθεί, αλλά δεν βλέπουμε καμία πολιτική βούληση στο Κογκρέσο», λέει ο Federico. Το τελευταίο σχέδιο νομού για να απαλλοτριωθεί το ξενοδοχείο προς όφελος των εργαζομένων παρουσιάστηκε το 2012, και δεν βρήκε μεγάλη απήχηση μέσα στο κοινοβούλιο. “Εμείς υποστηρίζουμε ότι αν το κράτος κάνει απαιτητά τα χρέη που συνήφθηκαν από τον Iurcovich για την κατασκευή του Bauen, το ξενοδοχείο ανήκει στο κράτος. Και εμείς δεν θέλουμε το κράτος να μας το χαρίσει: να καθίσουμε να βρούμε μια λύση, είτε να το νοικιάσουμε, είτε να μας το παραχωρήσει προσωρινά, είτε να πάρουμε ένα δάνειο, ένα δάνειο για 20 χρόνια για να αγοράσουμε το ακίνητο.”
“Η δικαστής Hualde γνωρίζει ότι η κατάσταση είναι περίπλοκη, και το 2012, μας προσκάλεσε σε μία ακροαματική διαδικασία συμβιβασμού με την Mercoteles. Εκεί ο Iurcovich πρότεινε να μας προσλάβει όλους και πάλι, το οποίο είναι για γέλια αν αναλογιστούμε όλα όσα έχουν συμβεί.”

Η έκθεση της “Ανοιχτής Σχολής” αποκαλύπτει το νομικό καθεστώς των ανακτημένων επιχειρήσεων με βάση ένα δείγμα που περιλαμβάνει 31 από αυτές. Το ξενοδοχείο Bauen  αποτελεί μέρος του 25,8% των επιχειρήσεων που έχουν καταθέσει πρόταση απαλλοτρίωσης στο κοινοβούλιο και περιμένουν να εγκριθεί. Οι προοπτικές δεν είναι ενθαρρυντικές : μόνο στο 16% των περιπτώσεων η ιδιοκτησία απαλλοτριώθηκε υπέρ των εργαζομένων, σε ένα 9,7% έχουν άδεια από το πτωχευτικό δικαστήριο για να εργάζονται προσωρινά και ένα 16% λειτουργεί με το χώρο παραγωγής κατειλημμένο.

argentina 6
Ο Ruggeri υποστηρίζει ότι αυτή η νομική επισφάλεια “είναι το κύριο μειονέκτημα των ανακτημένων επιχειρήσεων. Δεν έχουν την κυριότητα της εταιρίας, ούτε και πρόσβαση σε δάνεια, και βρίσκονται σε διαμάχη με τους πρώην ιδιοκτήτες. Ούτε βέβαια έχουν στην διάθεση τους κεφάλαιο: αυτό που έχουν είναι παλιά ή κατεστραμμένα μηχανήματα και εγκαταστάσεις, και βεβαίως το εργατικό δυναμικό. Επιπλέον, το διοικητικό, τεχνικό ή εμπορικό προσωπικό συχνά είναι το πρώτο κομμάτι των εργαζομένων που εγκαταλείπει τον αγώνα, αφού είναι πιο εύκολο να βρουν δουλειά αλλού. Σε αυτή την περίπτωση, όσοι έχουν απομείνει πρέπει να αποκτήσουν νέες δεξιότητες που πιθανόν δεν φαντάζονταν καν ότι υπήρχαν, γιατί ήταν εκτός του αντικειμένου τους. Από την άλλη, οι πιο ενοχλητικές πτυχές της εργασίας εξαφανίζονται: η εκμετάλλευση, η κακοποίηση. Ανακτάται η αξιοπρέπεια της εργασίας. Αλλάζει ο ρυθμός και το εργασιακό κλίμα. Οι εισπράξεις σταματάνε να προορίζονται αποκλειστικά για τη συσσώρευση κεφαλαίου και την ευημερία του αφεντικού, και έτσι μπορεί να γίνεται καλύτερη διανομή. Αναστρέφεται αυτή η επιχειρηματική λογική της παραγωγής πλεονάσματος με κάθε θυσία, και εμφανίζονται τα ανθρώπινα στοιχεία: Αναδύεται μια αίσθηση αλληλεγγύης, την οποία μπορεί να αντιληφθεί κανείς παρατηρώντας τον μεγάλο αριθμό πολιτιστικών κέντρων και λαϊκών σχολείων που λειτουργούν μέσα στις ανακτημένες επιχειρήσεις”.
Άρθρο: Martin Cortes
http://www.infojusnoticias.gov.ar/nacionales/empresas-recuperadas-informe-de-situacion-y-orden-de-desalojo-contra-el-bauen-3542.html
Μετάφραση: Θοδωρής Καρυώτης
http://www.autonomias.net/2014/03/4-bauen.html

Κάλεσμα για ένα ακηδεμόνευτο συνδικαλισμό… για μια νέα κοινωνία – Γνωριμία με το ελληνικό τμήμα των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου

cropped-cropped-new-iwwgr2

 

Καλώς ήλθατε στο ελληνικό τμήμα των

Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου.

 

Οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου (Industrial Workers of the World) γνωστοί και ως Wobblies, είναι ένα από τα πιο παλαιά και ιστορικά επαναστατικά συνδικάτα διεθνώς. Δημιουργήθηκε το 1905 στο Σικάγο από αναρχικούς, σοσιαλιστές και ριζοσπάστες συνδικαλιστές με στόχο την οργάνωση ενάντια στον καπιταλισμό και τον εξαρτημένο συνδικαλισμό καθώς και την υποστήριξη ενός διαχρονικού οράματος για την οργάνωση και χειραφέτηση όλων των εργαζομένων. Για την IWW, ο ακηδεμόνευτος συνδικαλισμός, ο αντι-ιεραρχικός τρόπος οργάνωσης, η άμεση δράση και η κατάργηση της μισθωτής εργασίας αποτελούν βασικά συστατικά του τρόπου λειτουργίας της.

Οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου (ΙWW) αποτελούν μια διεθνή ένωση εργαζομένων που βασίζεται στην αρχή της αλληλεγγύης, χωρίς αρχηγούς και γραφειοκρατία και χωρίς διακρίσεις όσον αφορά την εθνικότητα, το φύλο ή τη θρησκεία. Είναι μια συνδικαλιστική οργάνωση όπου όλες οι αποφάσεις παίρνονται από τους ίδιους τους εργαζομένους, στη βάση, με δημοκρατικές διαδικασίες. Η IWW εμπνέεται από την πλούσια εμπειρία του επαναστατικού βιομηχανικού συνδικαλισμού, αντλεί διδάγματα από την πείρα των κοινωνικών και εργατικών διεκδικήσεων με βασική πεποίθηση ότι ο καπιταλισμός δεν βελτιώνεται αλλά ανατρέπεται.

Το ελληνικό τμήμα της IWW αποτελεί τον θεμελιώδη οργανωτικό βραχίονα του συνδικάτου με στόχο την συγκρότηση του αγώνα για την χειραφέτηση όλων των εργαζόμενων ενάντια στην μισθωτή εργασία.  Αποτελεί  μια ακηδεμόνευτη συνδικαλιστική ένωση που δεν εξαρτάται από καμία πολιτική παράταξη ή κόμμα, δεν διεκδικεί καμία θέση εξουσίας (πολιτική ή συνδικαλιστική) πέρα από την αυτοδιεύθυνση των ίδιων των εργαζομένων. Η IWW Ελλάδος είναι συλλογικότητα με οριζόντια δομή οργάνωσης ενάντια σε  κάθε διαδικασία που οδηγεί στον «δημοκρατικό» ή οποιονδήποτε άλλον συγκεντρωτισμό, την γραφειοκρατία και την αυθαιρεσία της ηγεσίας.

Στόχος του ελληνικού τμήματος των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου είναι η οργάνωση των αγώνων πέρα από συντεχνιακές σκοπιμότητες, χωρίς διαχωρισμούς ανάμεσα σε δημοσίους και ιδιωτικούς υπαλλήλους, σε ειδικευμένους και ανειδίκευτους εργάτες, σε γυναίκες και άντρες, σε Έλληνες και ξένους. Στοχεύουμε στην αυτοοργάνωση και την άμεση δράση των εργαζομένων μέσα στους χώρους δουλειάς χωρίς καμία άλλη διαμεσολάβηση. Η IWW δεν διαπραγματεύεται με την εργοδοσία ή τους πολιτικούς θεσμούς και βάζει πάντα το ζήτημα της γενικής απεργίας για την κατάργηση του σημερινού εκμεταλλευτικού συστήματος και την ανατροπή του καπιταλισμού.

Σε μια εποχή που η γενικευμένη καπιταλιστική αναδιάρθρωση επιτίθεται στα εργασιακά κεκτημένα που αποκτήθηκαν με αίμα, σε μια εποχή που η άνοδος του φασισμού διαχωρίζει τους εργαζομένους σε έλληνες και «ξένους» και που βαφτίζει ως «λαθραίους» ή παράνομους κάθε έναν που δεν υποτάσσεται στην εθνική ενότητα και στην υποτέλεια που ζητούν τα αφεντικά, ήρθε η ώρα για την συγκρότηση και οργάνωση όλων των εργαζομένων. Για ένα δυνατό και ακηδεμόνευτο συνδικαλισμό.

Σας προσκαλούμε να συμμετέχετε όχι μόνο στον καθημερινό αγώνα ενάντια στους καπιταλιστές αλλά και για να διαμορφώσουμε τη δομή της νέας κοινωνίας μέσα στο κέλυφος της παλαιάς.

 Μάρτιος 2014

κατεβάστε το σε pdf

http://iww.org.gr/?page_id=27

 

ερωτήσεις-απαντήσεις για το πλάνο 30/900

67849_712611002104303_955079994_nMετά την πρώτη παρουσίαση της λογικής του πλάνου 30/900 στην Aθήνα πέρυσι τον Δεκέμβρη διάφορα έχουν ειπωθεί και γραφτεί εναντίον, στη συντριπτική πλειοψηφία τους επιφανειακά, πρόχειρα και κακόβουλα. Oι επεξηγήσεις που ακολουθούν στη συνέχεια με τη μορφή ερωτήσεων / απαντήσεων (α μέρος) είναι πιθανόν άχρηστες σε εκείνους κι εκείνες που είναι πραγματικά εργάτες και εργάτριες και όχι αυτοδιορισμένοι «συνήγοροι της εργατικής τάξης»…. Ωστόσο … ας υπάρχουν!

Eρώτηση: Γιατί «30 ώρες ο βασικός χρόνος εργασίας»;

Aπάντηση: Tον τελευταίο 1,5 χρόνο, και εξαιτίας του είδους «αντιμετώπισης της κρίσης» που ακολουθούν τα εντόπια αφεντικά και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι, έχει επιδεινωθεί ακραία εκείνο που συνέβαινε ήδη εδώ και τουλάχιστον δυο δεκαετίες: το «μοίρασμα της εργασίας» (του χρόνου εργασίας) προς όφελος των εργοδοτών. Tο φάσμα αυτού του μοιράσματος είχε στην μια του άκρη την «μερική απασχόληση» (με διάφορους τύπους αμοιβής) και στην άλλη του άκρη τις «υπερωρίες» που σταδιακά γίνονταν όλο και πιο «υποχρεωτικές». O τυπικά κατοχυρωμένος χρόνος εργασίας των 40 ωρών την εβδομάδα (5 ημέρες επί 8 ώρες) είχε αναθεωρηθεί ουσιαστικά πολύ πριν το 2008, τόσο στην «πραγματική αγορά εργασίας» όσο και στη σχετική νομοθεσία. H «κρίση» έχει επιτρέψει αυτόν τον συγκεκριμένο δρόμο κατανομής και εκμετάλλευσης της εργασίας να γίνει το ένα απ’ τα βασικά υπερόπλα των εργοδότων, και η πόλωση εκτείνεται πια απ’ την μαζική ανεργία στην μία άκρη και την καταναγκαστική εργασία (την υποχρεωτική πειθαρχία στα ωράρια που θέλουν τ’ αφεντικά, ακόμα και απλήρωτα) στην άλλη.
Eν τω μεταξύ, εκείνο που υποστηρίζουμε σαν βασικό στοιχείο της «κρίσης» τόσο στην αόρατη εικοσαετία της όσο και στην ορατή κορύφωσή της μετά το 2008, είναι ότι η «παραγωγικότητα της εργασίας» (δηλαδή: το τι είμαστε σε θέση να παράγουμε σε μια ώρα δουλειάς) έχει τουλάχιστον διπλασιαστεί σ’ όλον τον αναπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο, ανάμεσα στο 1974 και στο 2007. O διπλασιασμός είναι επίσημη παραδοχή των αφεντικών… H δική μας εκτίμηση καθώς και τα στοιχεία που είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα, δείχνουν τουλάχιστον τριπλασιασμό. Kαι μάλιστα αυτή η εκρηκτική μεγέθυνση της «παραγωγικότητάς» μας ως εργατών είναι η ίδια σ’ όλους τους τομείς, απ’ τις αγροτικές εργασίες και τον δευτερογενή ως τις υπηρεσίες. Aυτό σημαίνει πως αυτά που το 1974 παράγονταν με 40 ώρες εργασίας την εβδομάδα, το 2008 παράγονταν σε 20 (επίσημη παραδοχή των αφεντικών) ή και σε 13.
Όχι μόνο οι εργάτες και εργάτριες πουθενά δεν έχουν ωφεληθεί τίποτα απ’ αυτήν την εκρηκτική αύξηση της ίδιας τους της παραγωγικότητας, αλλά επιπλέον, (εξαιτίας των πραγματικών συσχετισμών δύναμης στον ταξικό ανταγωνισμό, είτε τοπικά είτε στο σύνολο του αναπτυγμένου καπιταλιστικά κόσμου) η κατανομή του χρόνου εργασίας εκ μέρους των αφεντικών λειτουργεί σα μόνιμος εκβιασμός σε βάρος μας. Το ΘEΛOYME NA ΔOYΛEYOYME ΛIΓOTEPO σαν βασική μας απαίτηση έχει εξαφανιστεί απ’ τον ορίζοντα και τις συνειδήσεις (μας). Tο «30», λοιπόν, του πλάνου 30/900, έχει στόχο να επαναφέρει στο κέντρο των σκέψεων και των δράσεων ημών των εργατών και των εργατριών την συλλογική, ταξική απαίτηση εκείνου που ήταν πάντα κομβικό για τις συνειδήσεις μας: την γενική μείωση για όλους και όλες του χρόνου εργασίας.

Eρώτηση: Γιατί «900 ο βασικός καθαρός μισθός»;

Aπάντηση: Yπάρχουν άραγε σήμερα μισθωτοί που αγνοούν «πόσο» και «τι» είναι ο βασικός μισθός; NAI – δυστυχώς! Oρισμένοι επιτήδειοι μάλιστα διαδίδουν ότι το πλάνο 30/900 επιδιώκει την MEIΩΣH των μισθών (που είναι πάνω από 900 ευρώ…)
O βασικός μισθός είναι ο μισθός του ανειδίκευτου, και ρυθμίζεται απ’ τις γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Eπίσημα, σήμερα, είναι 650 ευρώ («καθαρά», για 40 ώρες δουλειά την εβδομάδα), αλλά ήδη έχει μειωθεί ακόμα περισσότερο, και μάλιστα επίσημα. Στον τουρισμό, και (με χωριστό νόμο) για όσους / όσες είναι κάτω από 25 χρονών. Σ’ αυτή τη δεύτερη περίπτωση, με την εφεύρεση του «μαθητευόμενος» (τι «μαθητευόμενος» όμως αφού έτσι κι αλλιώς ορίζεται κάποιος σαν «ανειδίκευτος»;) έχει πάει στα 530 ευρώ – πάντα για 40 ώρες δουλειά την βδομάδα. Kαι ούτε κουβέντα τι συμβαίνει στις «μαύρες» σχέσεις εργασίας, ή στις συγκεκαλυμμένες μορφές μισθωτής εργασίας («μπλοκάκια», κλπ) ή σε ότι αφορά μετανάστες / μετανάστριες· εδώ επί 20 τουλάχιστον χρόνια.
Tο σημαντικό είναι ότι πάνω σ’ αυτόν τον «βασικό μισθό» των «ανειδίκευτων» υπολογίζονται τόσα χρόνια OΛOI OI MIΣΘOI, όλων των μισθωτών. Eκείνοι, δηλαδή, που λόγω κάποιας «ειδικότητας» πληρώνονταν στην πρώτη τους δουλειά 1000 ευρώ «καθαρά», έπαιρναν τόσα επειδή, ακριβώς, ο «βασικός» ήταν 650… Eάν ο «βασικός» ήταν 800, τότε ο δικός τους μισθός θα ήταν υψηλότερος.
Mε άλλα λόγια, ο «βασικός μισθός» δεν αποτελεί το διαχωρισμένο χαμηλό «εισόδημα» κάποιων «άτυχων» αλλά την ΓENIKH BAΣH KOΣTOΛOΓHΣHΣ του συνόλου των μισθωτών. Όταν ανεβαίνει ο «βασικός» του «ανειδίκευτου» ανεβαίνουν όλοι οι μισθοί των «ειδικευμένων»· όταν πέφτει ο «βασικός» πέφτουν όλοι.
Στη λογική του πλάνου 30/900 λοιπόν, τα 900 ευρώ σαν βασικός καθαρός μισθός (για 30 ώρες δουλειά την εβδομάδα) είναι ο προσδιορισμός, με τα σημερινά δεδομένα, αυτής της «γενικής βάσης» 2,5 έως 3 φορές πιο ψηλά από εκεί που πέσει σήμερα. Kαι σαν τέτοιος, αφορά το σύνολο των εργατών, είτε «παίρνουν περισσότερα» (από 900 ευρώ, αλλά για περισσότερες ή πολύ περισσότερες ώρες δουλειάς) είτε όχι, είτε δουλεύουν είτε όχι.

Eρώτηση: Δεν είναι «οικονομισμός» το 30/900;

Aπάντηση: Eκείνοι που μιλάνε για «οικονομισμό» κάνουν σκόπιμα το εξής: αποκόβουν το «900» απ’ το «30», και ύστερα αντιλαμβάνονται το «900» σα …. σκέτα λεφτά. Στη λογική του πλάνου 30/900 όμως συμβαίνει το αντίθετο. Πρώτον, το «30» είναι αδιαχώριστο απ’ το «900» και το ανάποδο. Δεύτερον, τόσο το «30» όσο και το «900» είναι πολύ περισσότερα από απλά νούμερα. Eίναι η επιστροφή, στην καρδιά των σκέψεων και των δράσεών μας σαν εργατών, και μάλιστα «εν μέσω κρίσης», της απόλυτας κεντρικότητας που έχει η εργασία (δηλαδή η εργατική τάξη) μέσα στον καπιταλισμό. Σα σχέση αντίθετων συμφερόντων, σαν σχέση σύγκρουσης, σε ότι αφορά αυτές τις δύο διαστάσεις (της σύγκρουσης): τον χρόνο εργασίας, και την «τιμή» της.
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ευφυία για να καταλάβει κανείς ότι σαν (αριθμητική) περιγραφή το 30/900 είναι πολύ περισσότερα από «φράγκα». Kαι γι’ αυτό προκαλεί σε διάφορους εκνευρισμό. Tο 30/900, για παράδειγμα, επειδή αφορά άμεσα το σύνολο της τάξης μας και όχι μόνο κάποιο τμήμα της, ξεπερνάει ριζοσπαστικά κάθε υπαρκτό ή μελλοντικό διαχωρισμό ανάμεσα σε «ντόπιους» και «ξένους», σε «νέους» και «παλιούς» (μισθωτούς), σε «άντρες» και «γυναίκες», σε «ειδικευμένους» και «ανειδίκευτους»… όλα τα κόλπα διαχωρισμού και εσωτερικών σχισμάτων μεταξύ των εργατών. Tο ότι το πλάνο 30/900 μπορεί να το κάνει αυτό με χειροπιαστό, ενιαίο, άμεσο τρόπο είναι «οικονομισμός»;
Mπορούμε να πούμε κι άλλα επ’ αυτού· τα αφήνουμε για μελλοντικό γύρο «ερωτήσεων και απαντήσεων»…

Eρώτηση: Δεν είναι «ρεφορμισμός» το 30/900;

Aπάντηση: Mιλώντας με εννοιολογική ακρίβεια, είναι! Eπειδή, ακόμα κι όταν θα είμασταν σε θέση να το επιβάλλουμε (δηλαδή μετά από πάρα πολύ ιδρώτα και αίμα…) οι σχέσεις εκμετάλλευσής μας απ’ τα αφεντικά δεν θα είχαν αλλάξει. O καπιταλισμός θα έμενε στη θέση του, το ίδιο και τ’ αφεντικά, το ίδιο και η απόσπαση της υπεραξίας, η πραγματοποίησή της, κλπ κλπ.
Aυτό, φυσικά, καθόλου δεν σημαίνει ότι το 30/900, επειδή είναι «ρεφορμιστικό», θα μας … παραχωρηθεί αύριο ή μεθαύριο!!! Σημαντικότερο ωστόσο κρίνουμε το ποιοί, πως – και κυρίως: πότε – αναμένουν… την επανάσταση (που θα σαρώσει κάθε «ρεφορμισμό»). Aπ’ όσο ξέρουμε (και ξέρουμε καλά…) για «επανάσταση» μιλάνε στην ελλάδα διάφοροι αποτυχημένοι ρεφορμιστές, διάφοροι θεολόγοι της απελευθέρωσης, και λοιποί επαγγελματίες (ή και ερασιτέχνες) «φίλοι της εργατικής τάξης». Aπ’ όσο καταλαβαίνουμε (και καταλαβαίνουμε μια χαρά…) καμία επανάσταση του είδους ριζική ανατροπή των σχέσεων εκμετάλλευσης δεν γίνεται με λόγια και συνθήματα. Kαι απ’ όσο παρακολουθούμε πολλοί απ’ αυτούς που έχουν την «επανάσταση» στην άκρη των συνθημάτων τους μας προτείνουν, εν τω μεταξύ, να συμμαχήσουμε με τα αφεντικά (τα «μικρά» και «μεσαία») – κάτι που δεν είναι καθόλου ένα βήμα πιο κοντά στην ριζική ανατροπή των σχέσεων εκμετάλλευσης, αλλά χιλιάδες χιλιόμετρα προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Eν πάσει περιπτώσει, μιας και παραδεχόμαστε ότι το 30/900 «δεν είναι επαναστατικό», είμαστε διατεθειμένοι να απολογηθούμε στα δικαστήρια που θα δημιουργηθούν META την επανάσταση! Aλλά θα απολογηθούμε εκεί και τότε· και όχι σε διάφορους φαντασιόπληκτους ή δόλιους που νομίζουν (ή διαδίδουν) ότι μόλις πεις «επανάσταση» σχεδόν έγινε!!…

Eρώτηση: Δεν είναι εντελώς ουτοπικό το 30/900, ειδικά με τις τωρινές συνθήκες;

Aπάντηση: Πρόκειται για την ακριβώς αντίθετη κατηγορία, σε σχέση με την προηγούμενη. Περί «ρεφορμισμού». Πράγματι, το 30/900 δεν είναι κάτι που θα το φωνάξουμε δυο τρεις φορές δυνατά και θα γίνει. Oύτε και κάτι που θα μας χαριστεί μετά από κανά δυο μέρες απεργία. Eπίσης καθόλου δεν μπορούμε (και δεν θέλουμε) να προδικάσουμε εάν θα μπορούσαμε να το πετύχουμε ύστερα από 1, 2 ή 5 χρόνια! Mπορούμε όμως να θυμίσουμε δύο πράγματα. Tο ένα αφορά τον «ρεαλισμό» μας, σαν εργατών. H χρυσή περίοδος της ευδαιμονίας και της κατανάλωσης, ακόμα και των φαντασιώσεων κατανάλωσης, έκανε μεγάλη ζημιά στα μυαλά και στις συνειδήσεις. Δημιούργησε τον κανόνα ότι «ρεαλιστικό» είναι μόνον ό,τι μπορεί να γίνει αύριο ή μεθαύριο (και, συνήθως, με δανεικά…). Aλλά δεν είναι αυτός ο ορισμός του «ρεαλιστικού» και του «πραγματοποιήσιμου» για τους μαχόμενους εργάτες!!

Δεύτερον, μπορούμε να πούμε τι επιτυγχάνει AMEΣA («τοις μετρητοίς»…) το πλάνο 30/900:

– Πετάει απ’ τα μυαλά μας τα σκουπίδια περί «αλλαγής κυβερνήσεων», «δντ», «τρόϊκας», κλπ, που έχουν λειτουργήσει ήδη για πάνω από ένα χρόνο σαν ένας τεράστιος αποπροσανατολισμός απ’ το ποιά είναι τα δικά μας, τα καθαρά δικά μας, τα εργατικά συμφέροντα…
– Πετάει απ’ τα μυαλά και τις συνειδήσεις μας όλες τις προτροπές περί «εθνικής ενότητας», «σωτηρίας της εθνικής οικονομίας», που θα τις πληρώσουμε πολύ ακριβά σαν εργάτες και εργάτριες (όπως γινόταν πάντα…)
– Bάζει το θέμα “κρίση” στα δικά μας μέτρα: εργασία, εκμετάλλευσή της, υποτίμησή της· πως πολεμάμε εναντίον… Kαι το κάνει πρακτικά, εστιάζοντας σε πολύ συγκεκριμένα αλλά και πολύ βασικά ζητήματα (χρόνος εργασίας, ανεργία, καταναγκασμοί / τιμή εργασίας) και όχι με “λίστες αιτημάτων”…

Ερώτηση: Τι σχέση έχει το πλάνο 30/900 με την ανεργία;

Απάντηση: Στην πρώτη παρουσίαση της σχετικής ανάλυσης, στις 27 Ιούνη (η εισήγηση υπάρχει ολόκληρη εδώ) αναγνωρίσαμε την μαζική ανεργία σαν την μια άκρη του φάσματος της ΥΠΟΤΙΜΗΣΗΣ της εργασίας, το ένα απ’ τα δύο όρια αυτής της τακτικής των αφεντικών. Το άλλο άκρο, το άλλο όριο, είναι η δουλειά 50, 60 ή όσο – πάει ώρες την βδομάδα, για να τα “βγάλει πέρα” ένας μισθωτός. Ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο άκρα είναι το υπόλοιπο φάσμα, δηλαδή η μαύρη / ανασφάλιστη δουλειά, η εξαρτημένη σχέση που εμφανίζεται σαν “ελεύθερο επάγγελμα” (“μπλοκάκια”), τα part time ωράρια, τα σπαστά ωράρια, η ωρομισθία, οι κατά βούληση (του αφεντικού) κακοπληρωμένες ή απλήρωτες υπερωρίες, κλπ. Με δυο λόγια, όταν έχει κάποιος μπροστά του όλο αυτό το φάσμα (που αφορά εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες και εργάτριες, ντόπιους και μετανάστες, στην ελλάδα – και στο σύνολο του καπιταλιστικού κόσμου) πρέπει να καταλάβει το εξής: τα αφεντικά έχουν πια τον απόλυτο έλεγχο της κατανομής του γενικού, διαθέσιμου κοινωνικά χρόνου εργασίας, και χειρίζονται (αυτό τους το μονοπώλιο) μέσα από διάφορες μορφές αλλά πάντα με τον ίδιο στόχο: υποτίμηση, υποτίμηση, υποτίμηση.

Απέναντι και ενάντια σ’ αυτήν την κατάσταση, ένα απ’ τα πιο βασικά συμφέροντά μας σαν εργατών, είναι α) να συνειδητοποιήσουμε ότι η ανεργία δεν είναι μια “διαχωρισμένη κατάσταση”, μια συνθήκη προσωπικής ατυχίας, και β) ότι πρέπει να μπούμε μαχητικά σ’ αυτήν την αρένα της “πολύμορφης” υποτίμησης αναλαμβάνοντας (με την ανταγωνιστική έννοια) ΚΑΙ το θέμα της κατανομής του γενικού, διαθέσιμου κοινωνικά χρόνου εργασίας – υπέρ μας.
Και καταλαβαίνει κανείς εύκολα ότι η γενική μείωση του βασικού χρόνου εργασίας από 40 σε 30 ώρες της εβδομάδα (με αύξηση του βασικού μισθού στα 900 ευρώ καθαρά), μια μείωση δηλαδή του βασικού χρόνου εργασίας κατά 25%, αποτελεί μια δικαιότερη κατανομή της εργασίας, επιτρέποντας σε πάμπολλους άνεργους να βρουν αξιοπρεπή δουλειά. Αλλά αυτό είναι το πιο φανερό στοιχείο (σε σχέση με το θέμα “ανεργία”) του πλάνου 30/900. Το λίγο βαθύτερο είναι πως όλοι αυτοί που δουλεύουν (με οποιοδήποτε καθεστώς) και όλοι αυτοί που δεν βρίσκουν δουλειά, ΕΧΟΥΝ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΚΟΙΝΟ ΣΤΟΧΟ, που αντανακλά και δίνει μορφή στο κοινό – δηλαδή το ταξικό – συμφέρον. Και το ακόμα πιο βαθύ είναι βέβαια ότι αυτός ο κοινός στόχος, το κοινό / εργατικό συμφέρον, δεν κλείνει το μάτι προς διαταξικές συμμαχίες, κλπ.

Ερώτηση: Ακόμα κι αν παραδεχτεί κανείς ότι η λογική του πλάνου 30/900 είναι αρκετά συνεπής και συνεκτική από προλεταριακή σκοπιά, είναι αυτό αρκετό για να υιοθετηθεί από ένα ικανό μέρος των σύγχρονων εργατών και εργατριών;

Απάντηση: Όχι, δεν είναι αρκετό. Και δεν θα είναι για όσο καιρό δουλεύεται (από διάφορες μεριές) η συναισθηματική παγίδευσή μας. Μέσα στις γραμμές της τάξης μας δουλεύουν ακόμα καλά τα απόνερα των “κακών έξεων” που αποκτήθηκαν στα χρόνια της (υποτιθέμενης και εν πολλοίς δανεικής) ευδαιμονίας ή απλά ελπίδας. Για παράδειγμα δουλεύει μια χαρά ο μηχανισμός της απώθησης, που καταλήγει είτε στο “θα τα καταφέρω μόνος μου”, είτε στο “ας ελπίζω ότι το κόμμα / οι άκρες / οι γνωριμίες / τα μέσα θα τα καταφέρουν να με βοηθήσουν, κι ας κάνω υπομονή”. Δουλεύει και ο φόβος, δουλεύει και η καχυποψία· κουβαλάει πολλά η καμπούρα μας, σαν εργατών.

Επιμένουμε όμως, και θα συνεχίσουμε έτσι, στην ΤΑΞΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ (κι όχι σε “ταξικές εντυπώσεις” ή συναισθηματισμούς) για δύο βασικά λόγους. Πρώτον, επειδή η “παραγωγή εντυπώσεων” (με διάφορες μορφές: διακηρύξεις, μεγάλα και παχιά λόγια, “απειλές”, “κατάρες” κλπ) είναι η κατεξοχήν μηχανή της ασυνειδησίας. Και δεύτερον, επειδή ο μεγαλύτερος και ο ουσιαστικότερος συμβιβασμός της τάξης εδώ και τριάντα χρόνια βρίσκεται ακριβώς στο πως σκέφτεται. Πως σκέφτεται τα ίδια τα δικά του βιώματα και τις εμπειρίες ο καθένας· πως αντιλαμβάνεται τα βιώματα και τις εμπειρίες των άλλων, των όμοιών του. Δεν χρειαζόμαστε (και δεν χρειαστήκαμε ποτέ εδώ και μισό αιώνα τουλάχιστον) μια κάποια “επαναστατική ιδεολογία” που με τις ψεύτικες υποσχέσεις της να μας δέσει πάνω σε κάποιο ιερατείο / στρατηγείο της απελευθέρωσής μας. Χρειαζόμαστε όμως μια τετράγωνη, συνεκτική, “σκληρή” προλεταριακή λογική, που να αναλύει και να συνθέτει (ξεκινώντας απ’ τα άμεσα βιώματα αλλά όχι μένοντας σ’ αυτά) ΑΝΑΠΟΔΟΓΥΡΙΖΟΝΤΑΣ κυριολεκτικά την καπιταλιστική εννόηση, αντίληψη του (καπιταλιστικού) κόσμου. Αν η παλιά κουβέντα του Μαρξ για το τέλος της φιλοσοφίας και για το έργο της κριτικής που πρέπει να στήσει τον κόσμο με το κεφάλι επάνω και τα πόδια κάτω έχει σήμερα μιαν αξία, είναι επειδή ΕΜΕΙΣ, σαν εργάτες, σαν τάξη, αντιλαμβανόμαστε την ίδια την ζωή μας με το κεφάλι κάτω και τα πόδια στον αέρα. Και φυσικά έτσι είναι πανεύκολο να μας τσακίσουν.
Είμαστε σίγουροι ότι γι’ αυτήν την αυστηρή, συνεπή, προλεταριακή λογική είναι ικανοί οι πάντες· υπό την προϋπόθεση όμως ότι παίρνουν οριστικά και αμετάκλητα διαζύγιο από φαντασιώσεις, ψευδαισθήσεις, μεγαλοστομίες, εγωκεντρισμούς, ιδιοτέλειες, κλπ.

Ερώτηση: Υπάρχει μια άποψη που υποστηρίζει ότι η απάντηση στην ανεργία είναι η δημιουργία συνεταιριστικών επιχειρήσεων, που μάλιστα ονομάζονται “κολλεκτίβες”.

Απάντηση: Πρώτα πρώτα αυτή η ιδέα είναι παμπάλαιη. Οπωσδήποτε απ’ τον 19ο αιώνα! Δεύτερον, κι αυτό είναι χαρακτηριστικό για το νόημά της, επιδοτείται (ή επιδοτούνταν ως πρόσφατα) απ’ την ευρωπαϊκή ένωση, μέσα από διάφορα προγράμματα “επιχειρηματικότητας”: των νέων, των γυναικών, των ανέργων, των αποφυλακιζόμενων, κλπ κλπ.
Εν πάσει περιπτώσει δεν είμαστε εμείς που θα σπρώξουμε ή θα εμποδίσουμε οποιονδήποτε, κατά μόνας ή με τους φίλους του, να “ανοίξει μια δουλειά”. Πρέπει όμως να θυμίσουμε απλά πράγματα ενάντια στην αποπροσανατολιστική ιδεολογία ότι οι συνεταιριστικές επιχειρήσεις είναι Η λύση για τους ανέργους.

Πρώτα πρώτα αυτές οι ιστορίες χρειάζονται ένα “αρχικό κεφάλαιο”, δηλαδή συγκεντρωμένο χρήμα. Πόσοι και ποιοί άνεργοι έχουν σήμερα καταθέσεις ή περιουσία τέτοιου είδους και μεγέθους ώστε “να ρίξουν ρευστό στο ξεκίνημα μιας επιχειρήσης”;

Δεύτερον, μια επιχείρηση, αδιάφορο αν λέγεται “κολλεκτίβα”, “κομμούνα” ή όπως θέλουν τα μέλη της (η επίσημη ονομασία του είδους “ομόρρυθμη”, “ετερόρρυθμη” κλπ είναι πιο συνεπής…) είναι μια επιχειρήση μέσα στον καπιταλισμό. Έχει δηλαδή ομοειδείς ανταγωνιστές. Κι αυτό σημαίνει πως είτε μπορεί “να πάει καλά”, είτε “να αποτύχει” – με όρους πάντα καπιταλιστικού, επιχειρηματικού ανταγωνισμού. Σε κάθε περίπτωση είναι αποδεδειγμένο (και λογικό) ότι οι “συνεταιριστές”, εφόσον δεν κατέχουν μονοπωλιακή θέση, είναι υποχρεωμένοι για άγνωστης διάρκειας διάστημα (όχι μικρό πάντως) να κάνουν ακόμα και το σκατό τους παξιμάδι προκειμένου να αντέξουν (ως προς τις τιμές αυτών που πουλάνε) τον επιχειρηματικό ανταγωνισμό. Προφανώς όμως εμείς, σαν εργάτες / εργάτριες και σαν συνέλευση του πλάνου 30/900, δεν έχουμε κανένα λόγο να προτείνουμε σε κανέναν άνεργο να ανταλλάξει την μιζέρια της ανεργίας με την ακόμα χειρότερη μιζέρια του “αναδυόμενου” επιχειρηματία. Έχουμε πάμπολλους λόγους ενάντια σ’ αυτό.

Το σημαντικότερο είναι πάντως ότι όσο συγκεντρώνονται οι ιδιοκτησίες (αυτό που λέγεται “συγκεντροποίηση του κεφάλαιου”), κάτι που είναι η κατ’ εξοχήν συνέπεια μιας κρίσης σαν την τωρινή, το όνειρο του “αυτοαπασχολούμενου”, μόνου του ή σε ομάδες των δέκα, είναι απλά ένας φετιχιστικός εφιάλτης. Το κέρδος στον καπιταλισμό παράγεται από την ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, και όχι από την “αυτο-εκμετάλλευσή της” όπως θέλουν να πιστεύουν οι (αριστεροί, “επαναστάτες”, κλπ) μικροαστοί για να έχουν τη συνείδησή τους ήσυχη!
Αυτό σημαίνει δύο τουλάχιστον απλά πράγματα. Οποιοσδήποτε συνεταιρισμός “πηγαίνει καλούτσικα” στο ξεκίνημά του, αργά ή γρήγορα θα χρειαστεί να πατήσει στην εκμετάλλευση της δουλειάς “τρίτων” (εργατών / υπαλλήλων) για να σταθεροποιήσει και να αυξήσει τις επιτυχίες του. Δηλαδή τα κέρδη του. Οπότε η αρχική “κολλεκτίβα” γίνεται νομοτελειακά κανονική επιχείρηση. Αυτό το ξέρουμε πολύ καλά, με “μαθηματική ακρίβεια” ήδη απ’ τα σχετικά “αυτοδιαχειριστικά πειράματα” της δεκαετίας του 1970 και του 1980. Όσοι “κολλεκτιβιστές” επέζησαν επειδή κάποια στιγμή κατάφεραν να τα “πηγαίνουν καλά”, έγιναν κανονικά αφεντικά. Αριστερά, αναρχικά, οικολογικά, antiglobal, και τα λοιπά – αφεντικά πάντως. Και, μιλώντας γενικά, ιδιαίτερα σκληρά.
Επιπλέον, οι συνεταιρισμοί μπορούν να τραβήξουν ελάχιστο, ασήμαντο ποσοστό εργατών. Η συντριπτική πλειοψηφία της εργατικής τάξης παραμένει στη θέση της, το ίδιο η ανεργία και οι υπόλοιπες μορφές εκμετάλλευσης. Συνεπώς, όσοι γουστάρουν “νέα επιχειρηματικότητα”, ας τραβήξουν το δρόμο τους – δεν θα μας λείψουν. Η συνέλευση του πλάνου 30/900 θα συνεχίσει να απευθύνεται στους υπόλοιπους.

ΠΗΓΗ:http://plano30900.gr/%CE%B5%CF%81%CF%89%CF%84%CE%AE%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CE%B1%CF%80%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AE%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%BB%CE%AC%CE%BD%CE%BF-30900/

Πορεία από το Μετρό προς το Πράκτικερ Αιγάλεω, Σάββατο 1 Μάρτη 11πμ

Στις 3 Φλεβάρη ο Στέφανος Βαλαβάνης, υπάλληλος της εταιρίας ΠΡΑΚΤΙΚΕΡ στο Αιγάλεω, αυτοκτονεί στο σπίτι του. Δύο μόλις μέρες πριν η εταιρία τον έχει αναγκάσει σε «οικειοθελή» παραίτηση προκειμένου να μην του καταβάλει αποζημίωση. Τα αφεντικά σκυλεύουν τον αυτόχειρα, οι ρουφιάνοι συνεχίζουν «να κάνουν τη δουλειά τους», το σωματείο νίπτει τας χείρας του και οι συνάδελφοί του σκύβουν πιο πολύ το κεφάλι για να μην έχουν την ίδια τύχη. Οι άνθρωποι σα τον Στέφανο πληθαίνουν όλο και περισσότερο.  Κι αφήνουν τη φροντίδα της μνήμης και της εκδίκησής τους σε όσους δεν σκύβουν το κεφάλι.
Ας είμαστε λοιπόν συνεπείς.

Σάββατο 1 Μάρτη στις 11πμ

Συγκέντρωση στο Μετρό Αιγάλεω και πορεία στο Πράκτικερ

Layout 1

Συνάντηση εργαζομένων αυτοδιαχειριζόμενων εργοστασίων: Προς μια «Οικονομία των εργαζομένων»

FralibΕργαζόμενοι, ακτιβιστές και ακαδημαϊκοί συγκεντρώθηκαν στο κατειλημμένο και αυτοδιαχειριζόμενο εργοστάσιο Fralib στη Μασσαλία για την πρώτη συνάντηση «Οικονομία των εργαζομένων» της Ευρώπης.
Tου Θοδωρή Καρυώτη
Αυτή η πρώτη ευρωπαϊκή συνάντηση συγκέντρωσε όχι μόνο τους εργαζόμενους των αυτοδιαχειριζόμενων κατειλημμένων εργοστασίων από όλη την Ευρώπη (κυρίως Ιταλία, Γαλλία και Ελλάδα), αλλά και ακαδημαϊκούς, ακτιβιστές, συνδικαλιστικές οργανώσεις και οργανώσεις που προωθούν και μελετούν εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης, όπως η Γαλλική Ένωση autogestion και η ισπανική ICEA. Ανάμεσά τους και η ΒΙΟΜΕ.
 
 Η Fralib είναι ένα εργοστάσιο επεξεργασίας και συσκευασίας βοτάνων που βρίσκεται είκοσι τόσα χιλιόμετρα από την νότια γαλλική πόλη λιμάνι της Μασσαλίας. Ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του εργοστασίου, χημικών και ειδών διατροφής γίγαντας Unilever, αποφάσισε πριν από τρία χρόνια να μεταφέρει την παραγωγή του τσαγιού Lipton στο εξωτερικό για να μειώσει το κόστος. Οι 80 εργαζόμενοι, μέσω διαμαρτυρίας και εκστρατειών μποϊκοτάζ, έχουν ζητήσει το εργοστάσιο να παραμένει ανοιχτό και, όταν αυτό αποδείχθηκε αδύνατο, αποφάσισαν να πάρουν την παραγωγή στα χέρια τους.
 
20140131_165752
Οι εργαζόμενοι εδώ πρόσφατα επαναλειτούργησαν τα μηχανήματα του μεγάλου εργοστασίου για την παραγωγή μιας δοκιμαστικής παρτίδας τίλιου και βασίζονται σε τοπικά προϊόντα, και είναι αυτήν την περίοδο που αναζητούν τρόπους για να ξαναρχίσουν την παραγωγή σε πλήρη δυναμικότητα. Η Fralib είναι ένα από μια χούφτα ευρωπαϊκών εργοστασίων που, με ή χωρίς ριζικό ή μετασχηματιστικό λόγο, έχουν μετακινηθεί προς την εργατική αυτοδιεύθυνση της παραγωγής.
Η κατάληψη των επιχειρήσεων από τους εργαζόμενους και η δημοκρατική αυτοδιαχείριση τους μέσα από οριζόντιες διαδικασίες λήψης αποφάσεων είναι μια εδώ και αιώνες παλιά πρακτική. Πιο πρόσφατα, ωστόσο, έχει αναδυθεί ως ένα όλο και πιο συχνό φαινόμενο – κυρίως στην Αργεντινή γύρω στο γύρισμα του αιώνα, το οποίο αριθμεί σήμερα περίπου 300 “ανακτημένες” επιχειρήσεις οι οποίες απασχολούν πάνω από 15.000 εργαζόμενους.
Μπορεί το μοντέλο αυτό να αποτελέσει επίσης μια βιώσιμη λύση στην Ευρώπη, όχι μόνο με την αυξανόμενη ανεργία και τη φτώχεια, αλλά και για την ίδια την εκμετάλλευση και την αλλοτρίωση που βρίσκονται στον πυρήνα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής; Αυτό ήταν το κύριο θέμα «Οικονομία των εργαζομένων” στην πρώτη Ευρωπαϊκή συνάντηση, που πραγματοποιήθηκε στις 31 Ιανουαρίου και την 1η Φεβρουαρίου στο κατειλημμένο εργοστάσιο Fralib. Η ιδέα πίσω από αυτές τις ανεξάρτητες και αυτοχρηματοδοτούμενης εκδηλώσεις γεννήθηκε πριν από επτά χρόνια στην Αργεντινή, με δύο δεκαετίες παράδοση στις καταλήψεις εργοστασίων. Σύντομα παρόμοιες εκδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν στη Βραζιλία και το Μεξικό.
Αυτή η πρώτη ευρωπαϊκή συνάντηση συγκέντρωσε όχι μόνο τους εργαζόμενους των αυτοδιαχειριζόμενων κατειλημμένων εργοστασίων από όλη την Ευρώπη (κυρίως η Ιταλία, η Γαλλία και η Ελλάδα), αλλά και ακαδημαϊκούς, ακτιβιστές, συνδικαλιστικές οργανώσεις και οργανώσεις που προωθούν και μελετούν εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης, όπως η Γαλλική Ένωση autogestion και η ισπανική ICEA.
Περίπου 200 άτομα από δώδεκα χώρες παρακολούθησαν την εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε ανάμεσα στα λαμπερά φώτα των μηχανημάτων συσκευασίας τσαγιού της εταιρείας. Η παράλληλη μετάφραση σε τρεις γλώσσες, που πραγματοποιήθηκε από ακτιβιστής-μεταφραστές του δίκτυο εθελοντών Babels, συνέβαλε στη μείωση του εμπόδιου της γλώσσας και επέτρεψε στις εν λόγω γεωγραφικά απομακρυσμένες εμπειρίες για να ενώσουν τις δυνάμεις τους.
Εκτός από τους οικοδεσπότες της Fralib, στους συμμετέχοντες περιλαμβάνονται οι εργαζόμενοι της Pilpa, ένα καταλυμένο εργοστάσιο παγωτού της Carcassone, οι εργαζόμενοι της Oficina Zero και Rimaflow, δύο πρώην βιομηχανικών χώρων κατειλημμένων από τους εργαζομένους τους και από άλλους ακτιβιστές στη Ρώμη και το Μιλάνο, αντίστοιχα. Και οι εκπρόσωποι της ΒΙΟΜΕ (Vio.Me), μίας από τις λίγες αυτοδιαχειριζόμενες εμπειρίες μέχρι τώρα να έχουν επιτύχει ένα σταθερό – αν και περιορισμένο – εισόδημα για τους εργαζομένους της μέσω της παραγωγής οικολογικών απορρυπαντικών στο καταλυμένο εργοστάσιο τους στη Θεσσαλονίκη. Ένας άλλος παρευρισκόμενος, ήταν ένας εργαζόμενος στο εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας Pigue της Αργεντινής, που προσπάθησε να κάνει παραλληλισμούς ανάμεσα στα πρώτα στάδια του κινήματος της Αργεντινής και το εκκολαπτόμενο ευρωπαϊκό κίνημα. Πολλές περισσότερες εμπειρίες στην εργατική αυτοδιεύθυνση και την συνεταιριστική οικονομία μοιράστηκαν εργαζόμενοι από διαφορετικές περιοχές, όπως η Σερβία, η Ισπανία, το Μεξικό, τη Βενεζουέλα και τη Βραζιλία.
Αν και η βούληση για τον εκδημοκρατισμό της παραγωγής και της αναδιανομής του πλούτου “είναι στο DNA των εργαζομένων”, όπως η Andrés Ruggeri – αργεντινή στρατευμένη ερευνήτρια και ένας από τους κύριους υποστηρικτές της εκδήλωσης – τόνισε, οι εμπειρίες της κατάληψης του εργοστασίου και της αυτοδιαχείρισης είναι τόσο διαφορετικές όπως και τα πολιτικά, οικονομικά και ιστορικά πλαίσια που λαμβάνουν χώρα μέσα Συχνά οι εργαζόμενοι πρέπει να ασχοληθούν με μια μονάδα παραγωγής που είναι παρωχημένη ή παράγει προϊόντα τα οποία δεν έχουν καμία ζήτηση (όπως είναι η περίπτωση της Oficina Zero). Η εφευρετικότητα και η δημιουργικότητα των εργαζομένων σε αυτές τις περιπτώσεις, και κυρίως η στενή συνεργασία τους με την ευρύτερη κοινότητα, μπορεί να βοηθήσει στη μετατροπή της παραγωγής προς την κατεύθυνση πιο χρήσιμων και φιλικών προς το περιβάλλον προϊόντων. Στην περίπτωση των ιταλικών εργοστασίων, αυτή η εκ νέου μετατροπή θα επιτρέψει, μεταξύ άλλων δραστηριοτήτων, την συλλογή και ανακύκλωση ηλεκτρονικού εξοπλισμού.
Στις κοινές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα κατειλημμένα εργοστάσια περιλαμβάνεται η κρατική καταστολή, τα τεράστια γραφειοκρατικά εμπόδια, η έλλειψη ενός κατάλληλου θεσμικού πλαισίου, καθώς και η εχθρότητα των πρώην ιδιοκτητών, πολιτικών κόμματων και γραφειοκρατικών συνδικάτων. Συχνά λειτουργούν σε οικονομίες που βρίσκονται ήδη σε μεγάλη ύφεση (όπως είναι η περίπτωση της ΒΙΟΜΕ και των Αργεντινών εργοστασίων στις αρχές του 21ου αιώνα) και έτσι η επιστροφή στην αγορά και η εξασφάλιση εσόδων είναι ένα δύσκολο κατόρθωμα για να επιτευχθεί.
Κίνδυνοι βρίσκονται επίσης μπροστά στην περίπτωση της οικονομικής επιτυχίας. Πώς μπορούν οι εργαζόμενοι να διασφαλίζουν τον ριζοσπαστικό χαρακτήρα του πειράματος και να αποφύγουν να γίνει μια “εναλλακτική” πολυμετοχική καπιταλιστική επιχείρηση που καθοδηγείται από την αρχή του κέρδος ή τη χρήση της μισθωτής εργασίας; Σε απάντηση σε αυτό, πολλοί από τους συμμετέχοντες στάθηκαν στραμμένοι προς τη στενή σχέση με την ευρύτερη κοινότητα. Δεν αρκεί η παραγωγή να είναι ελεγχόμενη από τους εργαζόμενους, αν και είναι ένα απαραίτητο πρώτο βήμα για να σπάσει ο φαύλος κύκλος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Η παραγωγή θα πρέπει επίσης να είναι κοινωνικά ελεγχόμενη. Θα πρέπει να είναι περιβαλλοντικά και πολιτικά ορθή και θεμελιωμένη στις αξίες του σεβασμού και της αλληλεγγύης.
Οι εργαζόμενοι της ΒΙΟΜΕ επανέλαβαν τις ανησυχίες αυτές, όταν ανακοίνωσαν ότι, στο καταστατικό του επικείμενου συνεταιρισμός που στοχεύει στη νομιμοποίηση των δραστηριοτήτων τους μετά την πρώτη επέτειο της αυτοδιαχείρισης των εργαζομένων, αναγνωρίζουν την φιγούρα του “υποστηρικτή αλληλέγγυου”. Αυτό είναι κάθε μέλος της ευρύτερης κοινότητας που οι ίδιοι δεσμεύεται να καταναλώνουν μια ορισμένη ποσότητα των προϊόντων του εργοστασίου, και σε αντάλλαγμα έχουν το δικαίωμα να έχουν πληροφορίες από πρώτο χέρι σχετικά με την πάλη, να συμμετέχουν στις συνελεύσεις των εργαζομένων, και να βοηθούν στη λήψη αποφάσεων μέσω μιας συμβουλευτικής ψήφου. Μια γέφυρα έτσι χτίστηκε μεταξύ των εργαζομένων και του κοινωνικού ελέγχου της παραγωγής.
Εκτός από το να αποτελεί μια ανταλλαγή ιδεών και εμπειριών, πολλά συγκεκριμένα σχέδια τέθηκαν σε συζήτηση σε αυτή την πρώτη ευρωπαϊκή συνάντηση, καθώς οι εργαζόμενοι, οι ακτιβιστές, οι ακαδημαϊκοί και οι υποστηρικτές που ξεκινάνε εκστρατείες για την προώθηση των προϊόντων των αυτοδιαχειριζόμενων εργοστασίων, συμφώνησαν για την άμεση ανταλλαγή αγαθών μεταξύ των εργοστασίων, αποφάσισαν να θέσουν σε εφαρμογή τα μέσα της δικτύωσης και της συλλογικής λήψης αποφάσεων, και να αναπτύξουν σχέδια που προωθούν την θεωρητική κατανόηση της αυτοδιαχείρισης και την προώθηση της λαϊκής κατανόηση των ζητημάτων γύρω από αυτή, όπως η ιστοσελίδα workerscontrol.net, μια πολύγλωσση ιστοσελίδα με σκοπό τη μελέτη και την προώθηση των αυτοδιαχειριζόμενων χώρων εργασίας. Υπήρχε ακόμη και η αναφορά για την δημιουργία ενός ταμείου αλληλεγγύης που θα δημιουργηθεί από τα τυχόν πλεονάσματα, που ενδέχεται να έχουν στα κατειλημμένα εργοστάσια, το οποίο θα παρέχει χρηματοδότηση για τις νέες προσπάθειες και θα βοηθήσει να κόψει τους δεσμούς με το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα.
Όταν πρόκειται για τη δημιουργία μιας ανθρώπινης οικονομικής δραστηριότητας με βάση την ισότητα και την αλληλεγγύη, δεν υπάρχουν προκαθορισμένοι κανόνες. Η φαντασία των εργαζομένων και τη θέλησή τους να αγωνιστούν για έναν καλύτερο κόσμο είναι τα μόνα όρια. Η εκδήλωση στο Fralib ήταν ενθαρρυντική και ενδυναμωτική για όλους τους εμπλεκόμενους, και θα μπορούσε κάλλιστα να προκαλέσει τη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού κινήματος για την κατοχή των μέσων παραγωγής και για την πραγματική αυτοδιαχείριση των εργαζομένων.
 
Πηγή – Μετάφραση: rebelian στο athens.indymedia
 Η αρχική έκδοση αυτού του άρθρου εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Autonomias.net και αναδημοσιεύτηκε με την άδεια του συγγραφέα στο roarmag.org

ΕΚΔΗΛΩΣΗ-ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑ ΣΕ ΑΕΙ-ΤΕΙ

afisa_ekdilosi_tel.pdf-pages

Έπειτα απο 15 εβδομάδες απεργίας, καταλήψεων και κινητοποιήσεων στα ΑΕΙ-ΤΕΙ και ενώ η κανονικότητα απλώνεται καταθλιπτικά πάνω απο τα αμφιθέατρα, τα εργαστήρια και τα κάτεργα των εργολάβων, εμείς, φοιτητές και εργαζόμενοι που συμετείχαμε απο την πρώτη μέχρι τη τελευταία μέρα στις κινητοποιήσεις,
στις περιφρουρήσεις και τις καταλήψεις, θεωρούμε επιτακτική την ανάγκη για έναν απολογισμό και μια (αυτο)κριτική μακριά απο λογικές που μεθοδεύουν είτε την ηττοπάθεια -και τα κεφάλια μέσα- είτε τη θριαμβολογία -σαν εύκολη δικαιολογία για την απουσία κριτικής και περιεχομένου.

Με βάση αυτά καλούμε σε ανοιχτή πολιτική εκδήλωση – συζήτηση με σκοπό την άμεση ανταλλαγή εμπειριών και την ανάλυση ζητημάτων που τέθηκαν κατά τη διάρκεια του αγώνα όπως:

Ο γραφειοκρατικός συνδικαλισμός και το ξεπέρασμά του, η λογική της ανάθεσης και οι πελατειακές σχέσεις, τα όρια και ο εγκλωβισμός των αγώνων στα
πλαίσια της νομιμότητας, η έλλειψη κριτικής στο «δημόσιο» Πανεπιστήμιο, η ιδιωτικοποίηση-επιχειρηματικοποίηση και η μετακύλιση του κόστους φοίτησης, η αδυναμία σύνδεσης των αγώνων φοιτητών και εργαζομένων και η απαθής ή η εχθρική στάση απέναντι στον αγώνα από μερίδα φοιτητών.

 

Μέλη της απεργιακής επιτροπής του ΕΚΠΑ | Αυτόνομο Σχήμα ΦΜΣ | Ελευθεριακή Παρέμβαση Πολιτικών Μηχανικών | Ελευθεριακή Παρέμβαση Παντείου | Ελευθεριακο Σχήμα ΣΕΜΦΕ | Αυτόνομο σχήμα ΣΚΣ

Ποτέ δουλειά την Κυριακή όλη τη βδομάδα αγώνες ταξικοί – Αυτόνομη Συνέλευση Ζωγράφου

Την Κυριακή 19 Ιανουαρίου πραγματοποιήθηκε από την αυτόνομη συνέλευση Ζωγράφου παρέμβαση σε καταστήματα της γειτονιάς με πανό, προκηρύξεις και τρικάκια ενάντια στο κυριακάτικο άνοιγμα των μαγαζιών.PVzt1ccukSHzIC5hlLjo8