Ψηλά στην ατζέντα των «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», τις οποίες η κυβέρνηση συζητά με την τρόικα, βρίσκεται το Ασφαλιστικό. Η συζήτηση για το «δέον γενέσθαι», που θα πάρει τη μορφή προαπαιτούμενου, θα μπει στην τελική της φάση μόλις δημοσιοποιηθούν οι περιβόητες αναλογιστικές μελέτες, οι οποίες θα δείξουν, ασφαλώς, ένα μαύρο μέλλον για τη «βιωσιμότητα» (με την αστική, λογιστική έννοια του όρου) των ασφαλιστικών ταμείων.
Βέβαια, σ’ ένα οιονεί προεκλογικό κλίμα, η συγκυβέρνηση θέλει ν’ αποφύγει το πικρό ποτήρι ενός ακόμη αντιασφαλιστικού νόμου. Θέλει να το μεταθέσει για την άνοιξη του 2015. Αν έχουν γίνει εκλογές, το ζήτημα θα μεταφερθεί ως καυτή πατάτα στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης. Αν όχι, τότε η συγκυβέρνηση, έχοντας συγκεντρώσει τους 180 βουλευτές για την προεδρική εκλογή, θα αισθάνεται πολιτικά ενισχυμένη για να περάσει και το νέο αντιασφαλιστικό νόμο.
Ο ανεκδιήγητος υπουργός Εργασίας Βρούτσης διαβεβαιώνει με κάθε ευκαιρία, ότι δεν πρόκειται να μειωθούν οι συντάξεις και να αυξηθούν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης. Ως προς το τελευταίο, το όριο έχει πάει στα 67 και τυπικά δεν μπορεί να πάει παραπάνω. Μπορούν, όμως, να γίνουν «μαζέματα» στα χαμηλότερα όρια, τα οποία ισχύουν υπό αυστηρότατες προϋποθέσεις. Κι αυτό σχεδιάζεται ήδη, όπως αποκαλύφθηκε από τις διαρροές που ο ίδιος ο Βρούτσης φροντίζει να κάνει στα παπαγαλάκια του. Ως προς το ύψος των συντάξεων, στο στόχαστρο έχει μπει η κατώτερη σύνταξη, τμήμα της οποίας το εμφανίζουν ως «μπόνους» προς όσους συνταξιοδοτούνται με 4.500 ένσημα. Αναμένεται, λοιπόν, χτύπημα και στην κατώτερη σύνταξη.
Ομως, πυλώντας της σχεδιαζόμενης νέας αντιασφαλιστικής ανατροπής είναι η αύξηση κατά 33% των ελάχιστων ημερών ασφάλισης που πρέπει να έχει ένας εργαζόμενος για να μπορέσει να βγει στη σύνταξη, όταν πιάσει το όριο ηλικίας. Από 4.500 ασφαλιστικά ημερομίσθια (15 πλήρη χρόνια ασφάλισης) σκοπεύουν να αυξήσουν το όριο στα 6.000 ημερομίσθια (20 πλήρη χρόνια ασφάλισης)!
Αυτό το «φασούλι» δεν είναι καινούργιο. Είχε συζητηθεί όταν ετοιμαζόταν το τελευταίο αντεργατικό-αντιασφαλιστικό πολυνομοσχέδιο (νόμος 4093, Νοέμβρης 2012). Κρίθηκε, όμως, πως δεν έπρεπε να προωθηθεί σε εκείνη τη συγκυρία, γιατί κύριος στόχος ήταν η αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 χρόνια. Το κράτησαν καβάντζα για την επόμενη ανατροπή, αφού η αύξηση του ορίου ηλικίας στα 67 θα οδηγούσε (όπως και έγινε) σε ανακοπή του ρυθμού εξόδου στη σύνταξη. Στο ΙΚΑ, για παράδειγμα, ο ρυθμός εξόδου στη σύνταξη έπεσε κατά 40%!
Αν μέχρι τώρα προσανατολίζονταν στη μείωση του ρυθμού εξόδου στη σύνταξη, μέσω της αύξησης των ορίων ηλικίας, τώρα προσανατολίζονται στοναποκλεισμό σημαντικού τμήματος εργαζόμενων από την ίδια τη σύνταξη. Αυτόν το στόχο υπηρετεί η αύξηση του ελάχιστου αριθμού ασφαλιστικών ημερομισθίων από 4.500 σε 6.000.
Μπορούμε να καταλάβουμε για τι «δολοφονικό» μέτρο πρόκειται, αν αναλογιστούμε ότι η πλειοψηφία των εργαζόμενων του ιδιωτικού καπιταλιστικού τομέα βγαίνει στη σύνταξη με ένα μέσο όρο γύρω στα 5.500 ένσημα. Αν μέχρι το 2010, με ανεργία που κυμαινόταν μεταξύ 8% και 13% υπήρχε αυτή η κατάσταση, μπορούμε να φανταστούμε τι θα συμβεί από τώρα και μετά, με την ανεργία να έχει «καρφωθεί» στο 27% και με προοπτική τα επόμενα τουλάχιστον 10 χρόνια να είναι σταθερά πάνω από 20%. Πρέπει ακόμη να συνυπολογίσουμε πως η αύξηση του ορίου ηλικίας στα 67 θα λειτουργήσει συνδυαστικά με τα 6.000 ένσημα κατά τη μεταβατική περίοδο που συνήθως θεσπίζεται. Δηλαδή, κάποιοι θα έχουν τα 4.500 ένσημα, δε θα έχουν όμως το όριο ηλικίας των 67 και έτσι θα αποκλειστούν από τη σύνταξη, αφού δε θα μπορούν να μαζέψουν 1.500 ένσημα σε μια ηλικία 65-70 ετών.