Αρχείο κατηγορίας ιστορια

Οι διαμάχες της CNT-FAI, και ο ρόλος των σταλινικών και ρεπουμπλικανικών δυνάμεων στην αντεπανάσταση. Μία συνέντευξη του José Peirats στον Josep Alemany

aaaaaaaaaa

Αναδημοσίευση από : eagainst.com

Μετάφραση- επιμέλεια: Θοδωρής Σάρας

Αναδημοσίευση από Autopoiesis, The Autonomy Way of Life

Πηγή στα Ισπανικά Alasbarricadas

Ένα ολοκληρωμένο αντίγραφο μίας συνέντευξης του 1977 με τον José Peirats, στην οποία ο Ισπανός ιστορικός και πρώην μαχητής της CNT και της FAI αναπολεί τη νεότητα του και συζητάει πολλές από τις διαμάχες που μάστισαν τη CNT πριν και κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, συμπεριλαμβάνοντας και την επιρροή της Ρωσικής Επανάστασης, την αποστολή του Angel Pestaña στη Ρωσία το 1920, την εξέγερση της Αστουρίας τον Οκτώβρη του 1934, την πολιτική συνεργασίας της CNT με την κυβέρνηση κατά τη διάρκεια του πολέμου, και το ρόλο των Σταλινικών στην αντεπανάσταση του ρεπουμπλικανικού κυβερνητικού συνασπισμού ενάντια στα επιτεύγματα της αναρχικής επανάστασης του Ιούλη του 1936.

Εισαγωγικό σημείωμα

Η συνέντευξη αυτή έγινε στη Βαρκελώνη, σε ένα διαμέρισμα του Carretera de Collblanc, όπου μένει η οικογένεια του Peirats από πριν τον πόλεμο. Μέρος αυτής της συνέντευξης δημοσιεύτηκε στην Καταλωνία. Στο Revista d’Opinió Confederal, CNT-AIT, Series II, May 1977, no. 4, pp. 12-24. Το υπόλοιπο μισό σχεδόν της συνέντευξης, δημοσιεύεται για πρώτη φορά. Οι επιμελητές του Anthropos , έχουν μεταφράσει το αρχικό καταλανικό κείμενο στα Ισπανικά, και με την άδεια του συγγραφέα, έχουν αναδιαρθρώσει την αρχική διάταξη της συνέντευξης με σκοπό να παρέχουν μία πιο συνεκτική εκδοχή, που συμφωνεί με τα θέματα που αντιμετωπίζονται.

Στο πρώτο μέρος παρουσιάζουμε όλα τα άμεσα αυτοβιογραφικά μέρη της συνέντευξης και εκείνα που εκφράζουν κάποιες από τις θεμελιώδεις ιδέες του Peirats· στο δεύτερο μέρος της συνέντευξης ο αναγνώστης θα βρει τις απόψεις και μαρτυρίες του José Peirats για διάφορα συγκεκριμένα θέματα.

Σε τι ιδεολογικό περιβάλλον έζησες νέος, πώς μεγάλωναν και πώς ήταν οι νέοι τότε;

Στο ιδεολογικό μου περιβάλλον υπήρχαν πολλές φάσεις αλλά όλες με έναν συγκλίνοντα προσανατολισμό στον αναρχισμό. Στην οικογένεια μου υπήρχαν σοσιαλιστές και ρεπουμπλικανοί ακόμη και αναρχικοί. Κανένας από αυτούς δεν κατάφερε να με επηρεάσει άμεσα. Αλλά σε αυτούς οφείλω την προτίμηση μου στο διάβασμα από νεαρή ηλικία, πριν από την εφηβεία μου. Τα υπόλοιπα ήρθαν αργότερα. Θεωρώ ότι ανήκω στη γενιά του Primo de Rivera. [i]  Εκείνες τις μέρες έκανα πολλούς καλούς φίλους, που διψούσαν αληθινά για διάβασμα. Οι αγαπημένοι μας συγγραφείς, πριν ανακαλύψουμε τους μουσάτους αναρχικούς, ήταν οι διάσημοι Γάλλοι μυθιστοριογράφοι του περασμένου αιώνα. Ποτέ στη ζωή μου δεν φλέρταρα με το μαρξισμό. Τον μελέτησα όμως σε βάθος, με αναφορά στον αναρχισμό, που από τότε είχε κερδίσει την καρδιά μου. Παρά το γεγονός ότι ήμουν πολύ νέος όταν εντάχθηκα στην ομοσπονδιακή οργάνωση, πάντα με προσέλκυαν περισσότερο οι πολιτισμικές δραστηριότητες της: τα ορθολογικά σχολεία, τα κοινωνικά κέντρα (ίδρυσα ένα στο La Torrassa L’Hospitalet) και η ελευθεριακή νεολαία. Αυτό ήταν το ιδεολογικό μου πλαίσιο. H FAI ήρθε αργότερα, αν και στην πραγματικότητα ποτέ δεν ένιωσα άνετα μέσα της, αφού δεν έκανε κάποιες πραγματικές αναρχικές προτάσεις. Η FAI ήταν πάνω από όλα τα άλλα, μία επαναστατική οργάνωση που δήλωνε αναρχική.

Με τι δράσεις ανακατεύτηκες στο ελευθεριακό κίνημα;

Ξεκίνησα τη ζωή μου ως ακτιβιστής εργαζόμενος με τους χτίστες συντρόφους, γράφοντας στο δελτίο τους. Αυτό ήταν το ντεμπούτο μου ως συγγραφέας. Στο κοινωνικό κέντρο La Torrassa τις νύχτες ήμουν δάσκαλος και έπαιζα σε θεατρικά έργα. Ως συνδικαλιστής συμμετείχα στην οργάνωση απεργιών, μποϋκοτάζ και δράσεων σαμποτάζ. Όταν ήταν απαραίτητο κουβαλούσα ένα μικρό πιστόλι στην τσέπη μου, αν και ποτέ δεν πυροβόλησα κάποιον. Ήταν η μόδα της εποχής. Σου είπα για τις εμπειρίες μου στην ελευθεριακή νεολαία και τις αναρχικές ομάδες. Τι άλλο; Φυσικά πέρασα δυο χρόνια ως επιμελητής της Solidaridad Obrera, της ομοσπονδιακής εφημερίδας της Βαρκελώνης και συμμετείχα σε πολλές άλλες εκδόσεις.[ii] Προτιμώ να μην μιλήσω για τα βιβλία μου.

Ποιος ήταν ο προσανατολισμός και το είδος των αναγνωστών στους οποίους στόχευαν οι διάφορες εκδοτικές προσπάθειες;

Οφείλω να παραδεχτώ ότι οι εκδόσεις μας ήταν γενικά χαμηλής ποιότητας με την εξαίρεση των Estudios (Generación Consciente) στη Βαλένθια.[iii] Δεν μας είχε συμβεί να γράψουμε για ένα ευρύτερο κοινό. Οι εκδόσεις μας αφορούσαν κυρίως τους σκοπούς της μάχης και σε μεγάλο βαθμό ήταν σεχταριστικές και δημαγωγικές. Αυτό μας προκάλεσε μεγάλη ζημιά. Ήταν ατυχία να χάσουμε την παράδοση της συγγραφής στα Καταλανικά. Οι Ισπανοί ομιλητές είχαν κυριαρχήσει.

Νομίζω πως η παράβλεψη αυτή κόστισε, να χάσουμε τους Καταλανούς χωρικούς, προσφέροντας τους στο πιάτο των πολιτικών της Esquerra.[iv] Αυτό είναι ένα μάθημα που πρέπει να προσέξουμε.
Μπορείς να μας πεις λίγο για την εμπειρία των κολλεκτιβοποιήσεων;

Η εμπειρία της κολλεκτιβοποίησης γίνεται ξεκάθαρη αν διαβάσεις ολόκληρο τον ελευθεριακό τύπο πριν από την 19 Ιουλίου: την καμπάνια του Isaac Puente με την περίφημη μπροσούρα του, Ελευθεριακός Κομμουνισμός, τα άρθρα του Carbó στη Estudios στη Βαλένθια, τα άρθρα του Martínez Rizo, αν και δεν ήταν αναρχικός… Κοντολογίς, υπήρχε μία ομάδα ανθρώπων που τόλμησαν να προεικονίσουν ένα ελευθεριακό κομμουνιστικό μέλλον. Σε αυτή την περίοδο διαμορφωνόταν ένα περιβάλλον που ευνοούσε το στοχασμό σχετικά με το ζήτημα του τρόπου οικοδόμησης του μέλλοντος. Το περιβάλλον αυτό διαπερνούσε τους ανθρώπους και όταν έφτασε η 19η Ιουλίου το κάναμε πράξη, χωρίς εντολές από οποιαδήποτε επιτροπή. Υπάρχει ένα πράγμα που λίγοι άνθρωποι συνειδητοποιούν και αυτό είναι πως δεν υπήρχε καμία έκδοση ντιρεκτίβας… Έχω ερευνήσει πολύ προσεκτικά τα αρχεία αυτής της εποχής και δεν έχω βρει καμία ντιρεκτίβα από οποιαδήποτε ομοσπονδιακή επιτροπή (αναφέρομαι στις τοπικές, περιφερειακές, και εθνικές ομοσπονδίες, όχι στις επιτροπές των συνδικάτων στις επιχειρήσεις, τις επιτροπές βάσης των εργατών…) ούτε μία ντιρεκτίβα που να έδωσε το σήμα να πραγματοποιηθούν οι κολλεκτιβοποιήσεις.

Οι κολλεκτιβοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν αυθόρμητα από τους εργάτες. Για δύο λόγους: πρώτα γιατί το ήθελαν· και δεύτερα, γιατί οι αστοί, έχοντας τραπεί σε φυγή, άφησαν ελεύθερο το δρόμο για αυτές. Ξέρεις πως όταν κάποιος ανοίγει ένα νέο δρόμο, τον μιμούνται όλοι· ο κολλεκτιβισμός επεκτάθηκε και έγινε μία πραγματικότητα.

Τώρα, η εμπλοκή σε μία μεθοδολογική μελέτη του κολλεκτιβισμού, νομίζω είναι μια δουλειά που δεν έχει ακόμα επιχειρηθεί γιατί λείπουν πολλά στοιχεία να κριθούν Η επανάσταση πραγματοποιήθηκε με έναν τρόπο για να έρθουν έπειτα οι ιστορικοί να τη μελετήσουν. Αυτοί που κάνουν την επανάσταση δεν την γράφουν, την κάνουν. Και αυτό είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε. Τώρα, είναι ο καιρός να πραγματοποιήσουμε αυτό το έργο, να συγκεντρώσουμε όσα στοιχεία της εποχής μπορούμε. Ψάχνουν για μαρτυρίες· οι άνθρωποι τρέχουν σαν τρελοί αναζητώντας έγγραφα. Έρχονται σε μένα και λένε: “Που μπορούμε να βρούμε…;” Υπάρχουν εκείνοι που ενδιαφέρονται για την παιδαγωγική δουλειά της επανάστασης… Όλοι συζητάνε για τον Φερέρ και το Μοντέρνο Σχολείο. Δύσκολα κάποιος μιλάει για τον τρόπου που δομήθηκε η “Comité de l’Escola Nova Unificada” (CENU – επιτροπή για το Νέο Ενιαίο Σχολείο)[v]

Πριν τον πόλεμο, τα συνδικάτα, τα ελευθεριακά κοινωνικά κέντρα, και επίσης συγκεκριμένα άτομα, προώθησαν και μερικές φορές χρηματοδότησαν τα ορθολογικά σχολεία, που είχαν εμπνευστεί από την παιδαγωγική του Φρανσίσκο Φερέρ. Σε αυτά, διδάχτηκαν αγόρια και κορίτσια χωρίς θρησκευτικά και επίσημα δόγματα κάθε είδους, και η διδασκαλία πραγματοποιήθηκε με όσο πιο επιστημονικό τρόπο ήταν δυνατό. Τα σχολεία αυτά αναγνωρίστηκαν όταν σχηματίστηκε επίσημα η CENU και οι καθηγητές της έλαβαν την επίσημη αναγνώριση, που πολλοί από αυτούς δεν είχαν.
Πολιτοφυλακές ή λαϊκός στρατός; Σωστά είχε τεθεί το δίλημμα: πόλεμος ή επανάσταση;

Κάθε επανάσταση είναι ένας πόλεμος και κάθε πόλεμος είναι αντεπαναστατικός. Αυτή η αρχή μπορεί να μας οδηγήσει να καταραστούμε την επανάσταση. Από την άλλη πλευρά, ο πόλεμος μας επιβλήθηκε. Γνωρίζω μόνο δύο τρόπους να κάνεις έναν πόλεμο: μέσω των συνεχών μετώπων ή σε αντάρτικη βάση. Η δεύτερη είναι πιο συνεπής με το Ισπανικό ταπεραμέντο. Σε έναν πόλεμο συνεχών μετώπων, νικητής είναι ο καλύτερος στρατός. Από αυτή την άποψη ήταν λάθος να αποδεχθείς τον κλασικό πόλεμο. Ο ανταρτοπόλεμος θα είχε καλύτερα αποτελέσματα. Στην εποχή της αεροπορίας, έχει τις αδυναμίες του, αλλά είναι ο μοναδικός τρόπος να εξαρθρώσεις έναν καλύτερα οργανωμένο στρατό. Οι αντάρτες πρώτα κερδίζουν ένα έδαφος, και μετά πραγματοποιούν αιφνιδιαστικές επιθέσεις. Αλλά η προετοιμασία είναι απαραίτητη. Η CNT και η FAI δεν εκπαίδευαν τους ανθρώπους τους για ανταρτοπόλεμο αλλά για μάχες στα οδοφράγματα σε μικρές ή μεγάλες πόλεις. Αυτός ήταν λάθος από μέρος των στρατηγών μας.

Πόλεμος ή επανάσταση; Και τα δύο. Εάν κάποιος κάνει πόλεμο αντί για επανάσταση, οι πολιτικοποιημένοι πολιτοφύλακες ή στρατιώτες θα ξέρουν ότι δεν θα γίνει καμιά επανάσταση κι επομένως θα χάσουν τη θέληση τους για μάχη. Στην περίπτωση μας, η αντεπανάσταση στις οπισθοφυλακές ήταν ένας από τους κύριους παράγοντες της ήττας.
Ποια είναι η ισορροπία των δράσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά τα χρόνια της εξορίας;

Πέρα από τις πολυάριθμες αναμετρήσεις, διαμάχες και διαφωνίες, όσον αφορά τη CNT, νομίζω ότι, λαμβάνοντας υπόψη τα σαράντα χρόνια διαχωρισμού από τη γη που γεννηθήκαμε, η μετανάστευση μας μπορεί να προσφέρει μία θετική ισορροπία στο επίπεδο των πολιτισμικών και άλλων καθηκόντων. Ποτέ δεν σταμάτησε η έκδοση εφημερίδων, μπροσούρων, περιοδικών και βιβλίων, μερικά από τα οποία είναι ακόμα πρωτότυπα. Από την άλλη πλευρά, στην εξορία είχαμε παιδιά, ανιψιές και ανιψιούς που δεν θα είναι πια Ισπανοί και θα έχουν ενσωματωθεί σε όλες τις τάξεις και τα επαγγέλματα των χωρών που μας υποδέχτηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο. Αρκετά σύντομα οι απόγονοι μας δεν θα νιώθουν την ισπανική επιρροή σε πολλές χώρες. Στη Γαλλία έχει ήδη σημειωθεί κατά τη διάρκεια του Μάη του 68. Νομίζω, πως εκτός από την Ιουδαϊκή διασπορά, η περίπτωση μας είναι η πιο σημαντική στην ιστορία των μεταναστεύσεων.

Αν αναλογιστούμε την ανάπτυξη του σύγχρονου συνδικαλισμού, που έχει γίνει ένα εργαλείο ενσωμάτωσης στο σύστημα και έχει οδηγήσει στη ανάδυση της γραφειοκρατίας που ελέγχει τους εργάτες, σε ποιο βαθμό οι έννοιες του αναρχισμού και του συνδικαλισμού είναι αντιθετικές;

Το θέμα αυτό ήταν πάντα ζήτημα πολεμικής και θα πιθανά θα συνεχίσει να είναι. Θυμάμαι αρκετά έντονα, όταν πρωτοέγινα αναρχικός, γύρω στα 1927-28: αποδεχόμασταν το πλαίσιο του συνδικαλισμού γιατί δεν υπήρχαν άλλα. Στους λόγους μας στις συνελεύσεις των χτιστών, για παράδειγμα, μιλούσαμε πάντα για τον Ρουσώ, τον Han Ryder, τον Βολταίρο και τους κλασικούς της Ρωσικής Επανάστασης. Και οι χτίστες, με ανέκφραστο βλέμμα μας έλεγαν: “Καλώς θα δούμε όταν τελειώσετε!” Το δελτίο που εκδίδαμε γραφόταν με το ίδιο στυλ. Με αυτό εννοώ, ότι, σε έναν νέο άνθρωπο, καθετί που είχε να κάνει με τα συνδικάτα, την οικονομία, τη βιομηχανία… του φαινόταν ξένο. Τέτοια θέματα φαινόταν να ταιριάζουν περισσότερο σε ανθρώπους με σταθερές ζωές παρά σε ρομαντικούς που γεννήθηκαν για δράση. Αλλά στην ιστορία του αναρχισμού έχουν συνυπάρξει πάντα και οι δύο τάσεις. Η τάση, που συνηθίζαμε να αποκαλούμε παλιούς αναρχικούς· αναφέρομαι στην αρχή του αιώνα, στο 1905-07 και ακόμα νωρίτερα, όταν έγινε η διάσημη απεργία των μεταλλεργατών στα 1902. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου φτιάχτηκε η ομάδα “Tierra y Libertad”, ήταν οι καθαροί δεν ήθελαν να ακούσουν ή να συζητήσουν καθόλου για συνδικάτα, διακήρυσσαν ότι είναι ακέραιοι, καθαροί και συγκεκριμένοι αναρχικοί, και ποιος ξέρει τι άλλο. Και επίσης υπήρχαν οι συνδικαλιστές, οι αναρχοσυνδικαλιστές, επηρεασμένοι σίγουρα σε ένα βαθμό από τη γαλλική CGT, που τότε ήταν αναρχοσυνδικαλιστική. Έτειναν να ασχολούνται με προβλήματα συνδικαλιστικού τύπου, πάντα τόσο άγρια.

Στο βιβλίο του Xavier Quadrat, Socialismo y Anarquismo en Catalunya: Los orígenes de la CNT, υπάρχει μία συζήτηση για την οργάνωση της “Solidaridad Obrera”, που τυπικά ιδρύθηκε το 1907, αλλά που φαίνεται να λειτουργούσε πραγματικά από το 1904. Η οργάνωση εκείνη, με το πέρασμα των χρόνων έγινε η CNT. Υπήρχαν δύο τάσεις μέσα της: οι σοσιαλιστές και οι αναρχικοί. Οι σοσιαλιστές…

Μαρξιστές σοσιαλιστές;

Ναι έτσι περιγράφανε τον εαυτό τους. Ήταν σοσιαλιστές που συνδεόταν με τον Pablo Iglesias. Η UGT σχηματίστηκε το 1888 στη Βαρκελώνη, και η “Solidaridad Obrera” ιδρύθηκε αργότερα, όπως ανέφερα.[vi] Και αυτό που θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης του βιβλίου του X. Quadrat είναι: πώς είναι δυνατό να υπήρχαν σοσιαλιστές στην Solidaridad Obrera, ο συγγραφέας δίνει περισσότερο ή μεγαλύτερη σημασία σε αυτούς από ότι στους αναρχικούς. Και από την άλλη πλευρά γιατί ο συγγραφέας δεν τοποθετείται στο πώς αυτοί οι Καταλανοί σοσιαλιστές δεν εντάχθηκαν στις γραμμές της UGT; Δίνει τη δικαιολογία – ή πιο σωστά το επιχείρημα, αφού είναι ένα καλά τεκμηριωμένο βιβλίο – ότι ο λόγος είναι ο συγκεντρωτισμός του Pablo Iglesias, που ζούσε στη Μαδρίτη, και που έβλεπε τα πάντα από την οπτική του κέντρου, ενώ εδώ οι Καταλανοί σοσιαλιστές έβλεπαν τα πράγματα διαφορετικά, και προτίμησαν να είναι στην “Solidaridad Obrera” παρά στην UGT.
Είσαι ένας από εκείνους τους ανθρώπους που θεωρούν πως η είσοδος της CNT στην κυβέρνηση και το ρεπουμπλικανικό κράτος ήταν καταστροφική για το Ελευθεριακό Κίνημα. Σε ποιο βαθμό, ωστόσο, η γραφειοκρατικοποίηση και ο απολυταρχισμός που διέφθειραν τη CNT απλά τονίζουν μία τάση και μία πραγματικότητα που ήδη υπήρχε;

Προφανώς τίποτα δεν συμβαίνει αυθόρμητα. Θυμάμαι ότι πριν ξεσπάσει το κίνημα είχα ήδη κάνει κριτική σε συγκεκριμένες τάσεις που σίγουρα ευνοούσαν κρυφά σε ένα βαθμό τη συνεργασία με τους πολιτικούς. Και ο Carbó επίσης. (ο Carbó κι εγώ εκδίδαμε μία εφημερίδα που λεγόταν Más Lejos (Μακρύτερα). Ακόμα δημοσίευσα ένα άρθρο κριτικής στον García Oliver, που τον κατέκρινα για κάποιες διακηρύξεις που έκανε και οι οποίες έδειχναν πως συνηγορούσε στην κατάληψη της εξουσίας. Αυτό το άρθρο παρουσιάστηκε στα πρακτικά του συνεδρίου της Σαραγόσα. Η αντιπροσωπεία του συνδικάτου των βυρσοδεψών της Βαρκελώνης εξέδωσε μία πρόκληση για μένα: “Προκαλούμε τον εκπρόσωπο του L’Hospitalet.” “Εντάξει ας δούμε γιατί; Εξηγήστε μου” “Για αυτό” Και άρχισαν να διαβάζουν το άρθρο μου. Το συνέδριο ξέσπασε σε γέλιο. Ο ίδιος ο García Oliver ανέβηκε στο βήμα και είπε: “Παρακαλώ σύντροφοι, αρκετά, σταματήστε να γελοιοποιείτε τους εαυτούς σας” Ο García Oliver είχε ήδη αποκαλύψει τον εαυτό του, κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, ως υποστηριχτή της κατάληψης της εξουσίας· εμείς (μπορούμε να πούμε οι ρεντσκινς) αυτό το αποκαλούσαμε αναρχομπολσεβικισμό. Δηλαδή, η τάση αυτή εκφράστηκε καθαρά. Και αυτό χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η αποδεδειγμένη ολίσθηση του τμήματος των ρεφορμιστών, των Τρειντίστας, εκείνων που επιτάχυναν τη διάσπαση (λοιπόν, δεν ξέρω ποιος έφερε τη διάσπαση· σίγουρα όλοι αυτοί) Στην πραγματικότητα, αυτό που συνέβαινε ήταν πως υπήρχαν πολλές τάσεις που τις αρνιόταν συχνά, αλλά αυτές οι αρνήσεις δεν έπειθαν κανένα, όπως στην περίπτωση των Pestaña, Juan López, που είχε παρατηρηθεί να συμβιβάζονται ιδιαίτερα με τις αρχές, ειδικά στην Καταλωνία.

Τέλος πάντων, ξεκίνησα λέγοντας ότι τίποτα δεν συμβαίνει αυθόρμητα. Όλα τα κινήματα έχουν την ιστορία τους. … Ο αναρχισμός, σε τελική ανάλυση, είναι ένα κίνημα ανθρώπων, και οι άνθρωποι είναι πολύπλοκοι και όλοι έχουμε τις αδυναμίες μας.

largocaballerocabinetministers1

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι (μία από τις πιο ρωμαλέες κριτικές του συνδικαλισμού που συζητιούνται είναι αυτή του Richards, C. Semprún…) που ισχυρίζονται ότι η συμμετοχή της CNT στην κρατική εξουσία και η αποδοχή – τουλάχιστον από ένα μέρος της CNT- της εξουσιαστικής πειθαρχίας, οφειλόταν όχι μόνο στο γεγονός των εξουσιαστικών τάσεων που ήδη είχαν αναδυθεί μέσα στα συνδικάτα, αλλά και στην ίδια τη φύση του συνδικαλισμού.

Η άποψη αυτή βλέπει τα πράγματα με μία συγκεκριμένη ματιά. Βλέπει τα ελαττώματα παρά τις αρετές. Αν και ότι είπες είναι αλήθεια, υπάρχει επίσης και η αντίθετη τάση. Υπάρχουν άνθρωποι που θα θυσίαζαν τα πάντα για τις ιδέες τους. Ήταν τόσο καχύποπτοι που κατηγορούσαν τους πάντες, σαν να είχαν πρόθεση. Σε κάποιες περιπτώσεις οι συνέπειες αυτής της στάσης ήταν ότι οδηγούσαν το άτομο που κριτίκαραν στο να κάνει ακριβώς αυτό για το οποίο το κατηγορούσαν. Αυτή είναι η περίπτωση του Medína González, ενός Ανδαλουσιανού που έγραψε μία μπροσούρα και κάποια αμφίσημα άρθρα. Όλοι όρμησαν πάνω του και νομίζω πως τελικά αυτό το παιδί κατέληξε στα χέρια των κομμουνιστών. Άλλο παράδειγμα είναι αυτό που έγινε με τον Sender. O Sender δεν καλωσορίστηκε από εμάς. Δούλευε για την Solidaridad Obrera, και ήταν ο κύριος ανταποκριτής της στη Μαδρίτη για πάνω από ένα χρόνο· και όταν η εκδοτική ομάδα των μετριοπαθών, καθοδηγούμενη από τον Peiró, σαρώθηκε από το κύμα των εξτρεμιστών, που καθοδηγούνταν από τον Felipe Alaiz, το πρώτο πράγμα που έκανε ο δεύτερος ήταν να αρνηθεί τα άρθρα του Sender. Ο Alaiz ήταν μεγάλος συγγραφέας, ένα άτομο που η εργασία του ήταν φωτεινή· στην πραγματικότητα, ήμουν μαθητής του σε κάποιο βαθμό. Αλλά αυτό δεν με απέτρεψε από το να αντιλαμβάνομαι τα πολλά του ελαττώματα, με την έννοια ότι ήταν κάποιος που έφτασε στην κορυφή, και έπειτα βυθίστηκε.

Κατά τη διάρκεια εκείνων των ημερών υπήρχε μεγάλη αναταραχή που προκαλούνταν από τα πρακτικά προβλήματα. Υπήρχε μία μαξιμαλιστική τάση υπέρ της δράσης, μπορείς να την αποκαλέσεις Μπακουνική, που ισχυριζόταν πως η καταστροφή θα οδηγούσε στην οικοδόμηση. Την ίδια περίοδο, υπήρχαν εκείνοι που έλεγαν, “όχι, είναι αναγκαία για εμάς να έχουμε όσο πιο ακριβή γίνεται την ιδέα και το σχέδιο της επανάστασης που θα πραγματοποιήσουμε”. Εδώ έρχεται ο Isaac Puente. Ο ίδιος ο Carbó έγραψε μία σειρά από φουτουριστικά άρθρα. Και το ίδιο έκανε ο Higinio Noja Ruiz, ένας από τους καλύτερους αναρχικούς συγγραφείς της δεκαετίας του τριάντα. Ήταν η κινητήρια μηχανή πίσω από το περιοδικό Estudios. Ήταν ο μοναδικός αναρχικός αυτής της περιόδου, που έγραψε νουβέλες για μαζικό κοινό. Ενδιαφερόταν για οικονομικά προβλήματα δομικού τύπου, και ήταν επιτυχημένος τόσο όσο δημοσιογράφος και κριτικός τέχνης όσο και ως μυθιστοριογράφος. Επομένως όλες αυτές οι τάσεις υπήρχαν ήδη πριν από τον πόλεμο.

Επομένως τι μαθήματα μπορούμε να πάρουμε από τη συμμετοχή της CNT στην εξουσία;

Καταστροφικά, ολοκληρωτικά καταστροφικά, αφού η CNT ανέλαβε ένα θλιβερό βάρος. Η CNT δεν ήταν σε κατάσταση να αφήσει το δικό της έδαφος και να τοποθετηθεί σε ένα άλλο που ήταν γεμάτο παγίδες και δόλο. Η CNT δεν μπορούσε να προσαρμοστεί σε ένα μήνα, ή σε δύο χρόνια, ή ακόμα και σε τέσσερα χρόνια. Δεν μπορούσε να κάνει αυτή τη μετάβαση, αυτή την αντιστροφή πολιτικού και δεσποτικού τύπου, με τις απάτες και τα ψέμματα της. Ήταν ανίκανη να το κάνει.

Πρώτα από όλα γιατί ήταν συγκρουόμενη με τη δική της ψυχολογία· δευτερευόντως γιατί δεν μπορούσε να αναλάβει ένα πρόγραμμα αυτο-επαναεκπαίδευσης, για επιταχυνόμενη μετατροπή σε μία πολιτική οργάνωση με όλα τα προαπαιτούμενα της, όπως οι υπόλοιπες. Αυτά όλα υποθέτουν ότι η CNT ήταν στο σωστό δρόμο – νομίζω πως όχι. Η CNT δεν μπορούσε ούτε από την τακτική πλευρά ούτε από την πλευρά των αξιών, να αποδεχτεί μία απεριόριστη συνεργασία. Η CNT ήταν ικανή να εμπλακεί σε μία περιορισμένη συνεργασία, χωρίς την ανάγκη να ντύσει τους μαχητές της σαν κλόουν και να τους καθίσει στο σκαμνί, κάνοντας τους να στοιχειώνουν τους διαδρόμους των κυβερνήσεων σαν φαντάσματα.

H CNT θα μπορούσε να εμπλακεί σε μία θετική εργασία χωρίς να αφήνει το δικό της έδαφος, που ήταν τα συνδικάτα, και η οικονομία· η δεύτερη ήταν αποφασιστικός παράγοντας για τον πόλεμο και την επανάσταση.

Και αφήνοντας αυτό το έδαφος όχι μόνο άφηνε τη δική της περιοχή αλλά επίσης υποχρεωνόταν να συγκρουστεί με τους συντρόφους της. Χρειάζεται μόνο να θυμηθούμε εκείνες τις ομιλίες των Μαρξιστών στις οποίες επιτίθενται σε εκείνους που τόλμησαν να κρατήσουν την κλασική θέση.

Δηλαδή, χωρίς εξτρεμισμό, χωρίς να κάνει το τρομακτικό παιδί, χωρίς να κλειστούμε σε μία 100% αδιάλλακτη θέση από φιλοσοφική άποψη, η CNT, με το οικονομικό μοχλό στα χέρια της, με τις κολλεκτίβες, και με τόσα άλλα πράγματα που είχε στην εμβέλεια της, μπορούσε να εξαπολύσει μία αποτελεσματική αντιπολίτευση, ενώ δρώντας διαφορετικά οι εχθροί της CNT κατάφεραν να συντρίψουν την αντιπολίτευση της και να στρέψουν τους ομοσπονδιακούς θεσμούς της εναντίον της. Συμπέρασμα, η συμμετοχή στην κυβέρνηση ήταν αρνητική από κάθε πλευρά.

Η Federica τώρα λέει ότι δεν μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό. Αυτό σημαίνει ότι σε μία παρόμοια κατάσταση θα έκανε το ίδιο πράγμα. Αναρωτιέμαι: πώς μπορεί κάποια να αποκαλεί τον εαυτό της αναρχική όταν αποδέχεται όχι μόνο το γεγονός πως ήταν υπουργός, αλλά και ότι θα ξαναγινόταν μια ακόμα φορά;

Ποιος εκπροσωπεί τη FAI μέσα στο ελευθεριακό κίνημα και ποιες τάσεις υπήρχαν μέσα της; Δεν νομίζεις πως η ομάδα που αποκαλούσες αναρχομπολσεβίκους ήταν από μερικές απόψεις πολύ ελευθεριακοί; Σε ρωτάω για την FAI γιατί μετά τον πόλεμο τόσο οι αστοί όσο και οι μαρξιστές, απεικόνισαν τους μαχητές της FAI ως τέρατα κι εκείνους της CNT ως ευπρεπείς συντρόφους.

Αυτό ανοίγει ένα ολόκληρο αστυνομικό μυθιστόρημα. Εδώ μπροστά σου έχεις δύο ανθρώπους που ήταν μέλη της FAI (κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο J. Peirats συνοδευόταν από τον φίλο του Canela)· ήμουν γραμματέας της τοπικής ομοσπονδίας των ομάδων και ο φίλος μου Canela ήταν γραμματέας της περιφερειακής ομοσπονδίας. Ήμασταν συνολικά αντίθετοι σε έναν ορισμένο τύπο προπαγάνδας της FAI που δεν εκπεμπόταν ακριβώς από την ίδια την FAI. Δηλαδή, υπήρχαν άτομα που δεν ανήκαν στη FAI και επειδή εγώ ήμουν, από την τοπική ομοσπονδία, στη θέση να τους ελέγχω αλλά ήμουν ανίκανος να το κάνω, και υποθέτω ο Canela δεν μπορούσε επίσης να τους ελέγξει από τη θέση της περιφερειακής ομοσπονδίας.

Τα άτομα αυτά ήταν εκείνα που ανέβαιναν στο βήμα, και μιλούσαν στο όνομα της FAI. Και όλα αυτά τα συνειδητοποιήσαμε μέσα από τις εφημερίδες, φτάνοντας στο σημείο μία μέρα να κάνουμε μία συνάντηση με τους Ascaso, García Oliver and Aurelio Fernández στην τοπική ομοσπονδία. Και τους είπαμε αυτό έπρεπε να σταματήσει, δηλαδή πως προκειμένου να μιλάνε με τον τρόπο που μιλούσαν όφειλαν πρώτα να ξεκαθαρίζουν σε τι οργάνωση ανήκαν και ποιον εκπροσωπούσαν. Και η απάντηση τους ήταν πως δεν εκπροσωπούσαν τη FAI, αλλά ήταν σίγουρα εξουσιοδοτημένοι από της Επιτροπές άμυνας, οργανώσεις που υπήρχαν εκείνη την εποχή, και δημιουργήθηκαν ειδικά για να δρουν, σε απεργίες και περιόδους αναταραχών, και πρέπει να το παραδεχτούμε πως σε ένα σημείο ήταν αποτελεσματικές: στις 19 Ιούλη αυτές οι επιτροπές εργάστηκαν αρκετά καλά.

Δηλαδή, υπήρχαν άνθρωποι που μιλούσαν με ένα τρόπο που ανέφερα πιο πάνω, δίνοντας την εντύπωση πως η FAI ήταν μία μυστική Μασονική ή Γιακωβίνικη ομάδα. Μιλούσαν στο όνομα της FAI. Αλλά η αλήθεια είναι πως εμείς, στην τοπική ομοσπονδία, δεν τους ελέγχαμε, αν και είχαν υποστηριχτές μέσα στις γραμμές μας.

Επομένως, όσον αφορά το ερώτημα της επιρροής της CNT και της FAI: η CNT είναι η οργάνωση που σχηματίστηκε το 1910. Επομένως από κοινωνική άποψη είναι μία από τις παλιότερες επαναστατικές οργανώσεις, που έχει υπάρξει ποτέ στην Ισπανία. Στην πραγματικότητα, η CNT και η FAI ήταν δύο ξεχωριστές οργανώσεις. Η σχέση ανάμεσα τους έχει παραποιηθεί μεροληπτικά, αφού η δημιουργία της FAI αποδίδεται στην ανάγκη να ελεγχθεί η CNT. Αυτό είναι λάθος. Όχι και πολύ καιρό πριν, ανακάλυψα τις περιλήψεις των πρακτικών του συνεδρίου της Βαλένθια του Ιουλίου του 1927, όταν ιδρύθηκε η FAI. Ολόκληρα τα πρακτικά αυτού του συνεδρίου δεν υπάρχουν. Έχουν χαθεί. Ευτυχώς, κάποιος συνέταξε τις περιλήψεις αυτές που έπεσαν στα χέρια μου όταν ήμουν γραμματέας της FAI το 1933-36. Σε αυτή την περίληψη των πρακτικών αναφερόταν οι επιτροπές της CNT-FAI, σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Δηλαδή, αναφερόταν η συνεργασία παρά η υπαγωγή της μίας οργάνωσης στην άλλη.

Κατά την επανάσταση, η FAI υιοθέτησε την ίδια πολιτική με τη CNT. Και αυτό μου επέτρεψε να φτάσω σε ένα συμπέρασμα το οποίο είναι πολύ ενδιαφέρον. Έχει ειπωθεί πως η FAI ήταν αυτή που καθοδηγούσε την CNT. Πάντα υποστήριζα το αντίθετο: ήταν η CNT που έδωσε τις εντολές στη FAI· ήταν η CNT που επηρέασε, απορρόφησε και αποτύπωσε στη FAI τα διακριτικά της χνάρια. Η CNT ήταν μία οργάνωση συνδικαλιστικού τύπου και η FAI όφειλε να είναι μία οργάνωση ιδεολογικού τύπου. Προβλήματα οικονομικού τύπου και εκείνα που αναδύθηκαν από το επαναστατικό πλαίσιο της στιγμής που επηρέασαν τη CNT απορροφήθηκαν επίσης και από τη FAI. Επιπλέον όλοι οι μαχητές της FAI προερχόταν από τη CNT: και για τους δύο λόγους, η FAI όφειλε να είναι η αντανάκλαση της CNT. Για αυτό πάντα υποστήριξα ότι η δεν ήταν η FAI που κυριαρχούσε στη CNT, αλλά η CNT κυριάρχησε στη FAI. Αυτό έχει επιβεβαιωθεί κατά τη διάρκεια της επαναστατικής περιόδου: ήταν η CNT που πήρε τα ηνία, και η FAI δεν ήταν τίποτα παρά ένας συνταξιδιώτης, ένας φίλος, μία φτωχή σχέση της FAI.

Έτσι εκείνοι που πήραν την απόφαση να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση – οι García Oliver, Federica Montseny – δεν ήταν μέλη της FAI; Το αναφέρω μόνο γιατί κάποιοι κανονικά τους συνδέουν με τη FAI.

Οι García Oliver, Ascaso και άλλοι είχαν τη δική τους FAI: την ομάδα “Los Solidarios”. Σε κάθε γεγονός, το έχω πει επανειλημμένα ότι υπήρχαν δύο υπουργοί από τη CNT στην κυβέρνηση και δύο υπουργοί της FAI. Επίσημα, ωστόσο, υπήρχαν τέσσερις υπουργοί της CNT. Το γεγονός πως οι υπουργοί ήταν οι Peiró και López από τη μία πλευρά και οι García Oliver και Federica Montseny από την άλλη, δείχνει ξεκάθαρα ότι υπήρχαν δύο ρεύματα: το ρεύμα της FAI και το ρεύμα των συνδικάτων. Είναι αλήθεια πως η Federica Montseny πάντα ταυτιζόταν με τις δράσεις της FAI, αλλά δεν πιστεύω ότι ανήκε σε οποιαδήποτε ομάδα της FAI πριν το κίνημα του 1936.

Όσο για τους García Oliver, Ascaso, Durruti κλπ πάντα υποστήριζα πως είχαν τη δική τους FAI. Ήταν περίπου 30 μέλη. Και αυτή η ομάδα εργαζόταν αυτόνομα. Μιλούσε στο όνομα της FAI, γιατί η FAI ήταν η ασπίδα της, το σπαθί και ο μύθος της. Και φυσικά, ήταν δύσκολο για αυτούς να επινοήσουν μία νέα οργάνωση.

Οι αναρχομπολσεβίκοι ταυτιζόταν με την FAI, αν και η Federica Montseny δεν ήταν μέλος της τάσης αυτής και δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί πως ήταν στην πλευρά του García Oliver. Ο García Oliver, πριν και κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της επανάστασης, είχε ήδη προσδιορίσει τον εαυτό του ως υποστηρικτή της κατάκτησης της εξουσίας. Νομίζω όμως πως είναι αμφισβητήσιμο πόσο ειλικρινής ήταν. Πάντα έλεγα, μεταξύ σοβαρού κι αστείου, πως ο García Oliver ήταν υποστηρικτής της κατάκτησης της εξουσίας κατά τη διάρκεια των πρώτων μερών του Ιουλίου, γιατί ήξερε πως η CNT δεν μπορούσε να κρατήσει την εξουσία μόνη της. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός πως ο García όχι μόνο άλλαξε τη γνώμη του αλλά και κατέληξε στο Υπουργικό Συμβούλιο.

Ο Canela εγώ και τέσσερις ή πέντε ακόμα φτιάξαμε την ομάδα, “Afinitat”. Ήμασταν πάντα σε αντίθεση μέσα στη FAI. Ισχυριζόμασταν πως η FAI θα έπρεπε να υλοποιεί δουλειά ιδεολογικού, αναρχικού και δογματικού τύπου με σκοπό να μπορεί να δικαιολογήσει την ύπαρξη δύο οργανώσεων: η μία που θα μιλούσε για ιδέες και η άλλη που θα αντιμετώπιζε τα προβλήματα συνδικαλιστικού τύπου σαν τη CNT. Πιστεύαμε πως η FAI δεν έπρεπε να είναι ένα αντίγραφο της CNT, γιατί μία από τις δύο θα ήταν περιττή.

Πώς αντέδρασε η CNT στην πορεία των γεγονότων της Ρωσίας που ξεκίνησαν το 1917, όσον αφορά τα νέα της εξόντωσης των Ρώσων ελευθεριακών από τους Μαρξιστές Μπολσεβίκους; Και γενικότερα, τι θέση πήρε η CNT σε σχέση με τη Ρωσική Επανάσταση και τη γραφειοκρατική αντεπανάσταση των Μαρξιστών;

Η ρωσική επανάσταση, όπως όλες οι επαναστάσεις, πάντα, έφερε συγχύσεις ιδεολογικού και τακτικού τύπου. Σε αυτή την εποχή ήμουν πολύ νέο παιδί. Το 1917, δεν ήμουν ακόμα μέλος κάποιας οργάνωσης· συνδέθηκα με κάποια το 1922 στην ηλικία των δεκατεσσάρων. Σε αυτή την ηλικία ήταν αδύνατο να καταλαβαίνω πραγματικά αυτά τα θέματα. Ήμουν σε θέση να τα γνωρίσω αργότερα, μέσω ντοκουμέντων.

Θυμάμαι αρκετά καλά, ως αίτιο σύγχυσις, όταν ο ξάδερφος μου, που ήταν μαχητής, ήρθε στο σπίτι (ήμουν πολύ νέος τότε), και μίλησε στη μητέρα μου για τα σοβιέτ. Ο ξάδερφος μου ήταν μέλος της CNT · είχε ήδη συλληφθεί, και είχε πάρει το βάπτισμα του πυρός. Μίλησε στη μητέρα μου για όλα εκείνα τα πράγματα και για πρώτη φορά άκουσα να μιλάνε για τη δικτατορία του προλεταριάτου, και η ιδέα αυτή σταθεροποιήθηκε στο μυαλό μου. “Γιατί”, είπε ο ξάδερφος μου, “υπάρχει μία καθολική δικτατορία και μία καθολική ψηφοφορία” (είπα στον εαυτό μου: “καθολική ψηφοφορία; Αυτό θα πρέπει να είναι κάποιο είδος κατσαρόλας ή κάτι τέτοιο”) “Υπάρχει η τάση του Μπακούνιν και υπάρχει η τάση του Κάρλ Μάρξ και του Λένιν.” Και τα άκουγα όλα αυτά, και σάστιζα αλλά δεν καταλάβαινα. Αυτές ήταν οι πρώτες μνήμες μου. Αργότερα, όταν πήρα το σπαθί μου και ξεκίνησα για περιπέτεια, τότε ήταν που αναζήτησα τεκμηρίωση για όλα αυτά τα γεγονότα.

Στην Ισπανία ήταν μία εποχή μεγάλης σύγχυσης. Κατά τη διάρκεια της ρωσικής επανάστασης, οι εδώ αναρχικοί οπλίστηκαν ως μπλοκ, γιατί οι Μπολσεβίκοι την ίδια στιγμή έλεγαν πως ήταν αναρχικοί και Μαρξιστές. Eκείνη την περίοδο και οι αναρχικοί και οι CNTίστας αυτοαποκαλούνταν Μπολσεβίκοι όσο και αναρχικοί. Δηλαδή, δεν έκαναν διακρίσεις ανάμεσα τους. Εάν έχεις διαβάσει το βιβλίο του Λένιν, Κράτος και επανάσταση, θα συμφωνήσεις ότι είναι ένα κείμενο, που σίγουρα χρησιμοποιούσε αναρχίζουσα φρασεολογία, αν και το αληθινό του πρόσωπο αποκαλύφθηκε, αυτό το βιβλίο δημιούργησε μεγάλη σύγχυση γιατί εκδόθηκε ακριβώς το 1917. Και το 1918 βγήκε η δεύτερη έκδοση του. Αλλά το Κράτος και επανάσταση δεν τελείωσε ποτέ, διακόπηκε. Ο Λένιν εξήγησε ότι αυτό έγινε γιατί η επανάσταση δεν είχε τελειώσει ακόμα. Αλλά αποδείχθηκε ότι το 1918 έγινε μία δεύτερη έκδοση, στην οποία δεν πρόσθεσε ή αναθεώρησε κάτι, που να δείχνει πως ήδη είχε σύμπλεγμα ενοχής.

Αλλά το βιβλίο αυτό, λαμβάνοντας υπόψη την νοοτροπία της εποχής, τον πυρετό της δράσης που υπήρχε τότε (η ρωσική επανάσταση, η αναταραχή στη Γερμανία και την Ιταλία), μεγάλωνε μόνο τη σύγχυση. Οι σοσιαλιστές καθεαυτοί στην Ισπανία ένιωθαν την πίεση από τους υποστηριχτές της Τρίτης Διεθνούς. Μέχρι ένα σημείο αυτό είναι κατανοητό.

Η συνέπεια όλως αυτών ήταν ότι η CNT αντιμετώπισε επίσημα το πρόβλημα για πρώτη φορά στο συνέδριο του 1919, που αποκαλούμε Κωμωδία, γιατί διεξάχθηκε στην Κωμωδία της Μαδρίτης (οι σοσιαλιστές πάντα το αποκαλούσαν “συνέδριο της κωμωδίας”, θέλοντας να πουν με τον τρόπο τους πως ήμασταν ένα μάτσο κωμικών). Εκεί έγινε μία πολλή διεξοδική συζήτηση. Σε αυτό μπορεί κάποιος να καταλάβει τον αποπροσανατολισμό που επέδρασε σε κάθε άνθρωπο που είχε μία ξεκάθαρη ματιά των πραγμάτων όπως ο Carbó και ο Buenacasa. Ο Carbó έλεγε: “Θέλουμε τη δικτατορία του προλεταριάτου, την αγαπάμε, την υπερασπιζόμαστε, και θα την υπερασπιζόμαστε.” Αυτό έλεγε· κάποιος που ήξερε τον Carbó, και γνώριζε πως ήταν αναρχικός από την κεφαλή μέχρι τα νύχια, θα αναρωτιόταν: πώς ήταν δυνατό ο Carbó να έλεγε ένα τόσο αντιφατικό πράγμα εκείνη τη στιγμή; Οι λόγοι του Buenacasa ήταν επίσης καταστροφικοί. Αντίθετα, υπήρχε ο λόγος του Quintanilla που ήταν ηγέτης της αντιπολίτευσης. Οι λόγοι του Quintanilla του παλιού Αστουριανού συνδικαλιστή, είναι πιο ξεκάθαροι. Ήταν ένας άνθρωπος βαθιά ριζωμένος στο δόγμα (θεωρία) και με όραμα για το μέλλον. Έβλεπε την ανάπτυξη της διαδικασίας της επανάστασης στη Ρωσία και επέτρεψε στον εαυτό του να την κρίνει και να αντιμετωπίσει το ρεύμα των μπολσεβίκων που οδηγούνταν με ακρίβεια από τον Hilari Arlandís (ο οποίος αργότερα θα γινόταν μέλος του Κομμουνιστικού κόμματος)

Οι λόγοι υπέρ της δικτατορίας του προλεταριάτου ήταν το αποτέλεσμα της απουσίας πληροφόρησης και της δημαγωγίας των μπολσεβίκων. Η λέξη επανάσταση είναι κάτι το οποίο κινεί τα μυαλά των ανθρώπων. Όταν μια επανάσταση συμβαίνει, αρχικά υπάρχει μία σύγχυση που ωστόσο αργότερα σκορπίζει. Αλλά το πιο σημαντικό γεγονός της επανάστασης είναι ότι προκαλεί στους ανθρώπους βρασμό και κοχλασμό. Έχει μία τεράστια ελκυστική δύναμη. Και αυτοί οι άνθρωποι ήταν στη μέση αυτής της φάσης. Νομίζω – δεν έχω δει πολλά αντίγραφα αυτού – πως είχε τυπωθεί και ένα περιοδικό που λεγόταν El Soviet. Είχε εκδοθεί από τη CNT.

Τελοσπάντων, η πολεμική που αναπτύχθηκε στο Συνέδριο συνοψίζεται στο λόγο του El Noi del Sucre (ζαχαρόπαιδου), Seguí. Ο Segui φαίνεται πως προσπάθησε να ενώσει τις δύο τάσεις. Πρότεινε η CNT να ζητήσει από την Τρίτη Διεθνή να είναι προσωρινό μέλος, ενώ περίμεναν τη σύγκλιση ενός διεθνούς συνεδρίου στην Ισπανία, ώστε η Διεθνής θα έχει ένα συνεπές δόγμα, που θα αναγνωρίζεται από όλες τις συστατικές ομάδες.

Αυτή ήταν η αιτία της αποστολής του Pestaña. Ο Pestaña πήγε στη Ρωσία, και σύντομα μετά την άφιξη του ξεκίνησε να παρατηρεί μία σειρά ανωμαλιών. Εκεί έκανε φυσικά επαφή με τους αναρχικούς, που είχαν υποστεί τη σφαγή του 1918. Η αντίδραση ενάντια στους Ρώσους αναρχικούς ξεκίνησε το 1918. Και το 1919, όσοι αναρχικοί δεν ήταν φυλακισμένοι ή πεθαμένοι, ξεκίνησαν τον αντιμπολσεβίκικο αγώνα.

Ανάμεσα τους βρίσκουμε για παράδειγμα την Emma Goldman και τον Alexander Berkman, που είχαν απελαθεί από της ΗΠΑ στην χώρα προέλευσης τους, γιατί διεξήγαγαν προπαγάνδα ενάντια στον πόλεμο.
Οι Goldman και Berkman, παρά τις μπολσεβίκικες τάσεις τους (στις ΗΠΑ, η Goldman είχε δημοσιεύσει μία μπροσούρα που υπερασπιζόταν τους Μπολσεβίκους) όταν έφτασαν στη Ρωσία αναγνώρισαν γρήγορα τι γινόταν πραγματικά· η Goldman αντέδρασε πρώτη, αφού ο Berkman ήταν πιο σκεπτικός, του πήρε λίγο περισσότερο να αντιμετωπίσει τα γεγονότα, γιατί σκεφτόταν πως η κατάσταση μπορεί να ήταν το προϊόν αυτοσχεδιασμού, που με το πέρασμα του χρόνου θα έβρισκε το σημείο ισορροπίας της, και η επανάσταση υποβαλλόμενη σε αλλαγές τελικά θα έφτανε τον πραγματικό της σκοπό. Στο τέλος, ωστόσο, πείστηκε πως η κατάσταση ήταν μη αντιστρέψιμη.

Όταν ο Pestaña έφτασε στη Ρωσία το 1920, βρήκε εκεί όλους αυτούς τους ανθρώπους. Και οι μπολσεβίκοι δεν μπορούσαν πια να τον αποπλανήσουν. Έκανε επαφή με του συντρόφους. Τον πληροφόρησαν για την κατάσταση. Οι ίδιοι οι Goldman και Berkman ήταν σε επαφή με αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε ρωσική αντίσταση. Το ίδιο κι ο Κροπότκιν που ζούσε ακόμα. ο Pestaña τον επισκέφτηκε επίσης. Έτσι όταν ο Pestaña επέστρεψε από τη Ρωσία έφερε μαζί του τη διόρθωση. Όταν έφτασε η Βαρκελώνη, βρισκόταν κάτω από τη δικτατορία του Martínez Anido και έτσι ο Pestaña δεν μπορούσε να φέρει την αναφορά του. Η οργάνωση ήταν παράνομη. Λίγο καιρό μετά, η αναφορά του δημοσιεύθηκε με τη μορφή μπροσούρας. Ο Pestaña στάλθηκε στη Ρωσία για να λάβει μέρος στο Δεύτερο Συνέδριο της Τρίτης Διεθνούς, όπου εκπροσωπούσε τη CNT. Στην αναφορά του εξηγεί όλες τις αποτρόπαιες και ύπουλες μηχανορραφίες που οι μπολσεβίκοι και οι λακέδες τους πραγματοποιούσαν πίσω από τις κλειστές πόρτες στο συνέδριο όπου είχαν απόλυτο έλεγχο των διαδικασιών. Η κατάσταση οδήγησε τον Pestaña να γράψει πως “η προεδρία ήταν το συνέδριο και το συνέδριο ήταν μία καρικατούρα.” Δεν αναφέρομαι στο βιβλίο του, Εβδομήντα μέρες στη Ρωσία, αλλά στην επίσημη αναφορά που υπέβαλλε με το όνομα του στην επιτροπή της CNT.

Η μπροσούρα αυτή του Pestaña, δυστυχώς δεν μπόρεσε να τυπωθεί παρά μόνο πολύ αργότερα. Η αναφορά είναι του 1921 από τη φυλακή. Αυτό σημαίνει πως δεν τυπώθηκε ποτέ μέχρι το Ομοσπονδιακό συνέδριο της Σαραγόζα το 1922. Το 1921 ήδη είχε υπάρξει μία αντίδραση γιατί οι Ρώσοι αναρχικοί που δεν είχαν τουφεκιστεί πέτυχαν, με μία απεργία πείνας στην φυλακή της Μόσχας να τραβήξουν την προσοχή στην κατάσταση και τη δίωξη την οποία είχαν υποστεί.

Το 1921 μία άλλη αντιπροσωπεία της CNT πήγε στη Ρωσία. Η αντιπροσωπεία αυτή αποτελούνταν από τους Nin, Maurín, Ibáñez και Hilari Arlandís. Εάν ο Pestaña μπορούσε να μεταφέρει την αναφορά του το 1921, είναι πιθανό πως η οργάνωση θα τη λάμβανε υπόψη ώστε να μην στείλει τους συγκεκριμένους εκπροσώπους, αφού κάποιοι από αυτούς ήταν γνωστοί για της μπολσεβίκικες τάσεις τους. Επίσης, η αποστολή αυτή έγινε κατά τη διάρκεια μίας πολύ άγριας καταστολής με τα πιο σημαντικά στοιχεία της οργάνωσης να είναι στη φυλακή ενώ κάποιοι είχαν δολοφονηθεί κάτω από το νόμο της διαφυγής: αυτή ήταν η μοίρα του Evelio Boal (ενός από τους καλύτερους γραμματείς που είχε η οργάνωση ποτέ, σύμφωνα με τον Buenacasa)

Αυτές ήταν οι συνθήκες που επέτρεψαν τον Nin να γίνει γραμματέας της CNT κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, γιατί η οργάνωση ήταν νέα και τα άπειρα μέλη τον ψήφισαν. Η αναγγελία που αφορούσε την σύγκλιση της Ολομέλειας δήλωνε ότι θα διεξαχθεί στη Βαρκελώνη, αλλά η τοποθεσία στη συνέχεια άλλαξε στη Lérida, όπου ο Maurín είχε μεγάλη επιρροή. Έτσι υπάρχει κάτι πολύ ύποπτο στην ιστορία της εποχής. Τελοσπάντων, αφού η αναφορά του Pestana δεν ήταν ακόμη ευρέως διαδεδομένη, διορίστηκε αυτή η αντιπροσωπεία, που αναχώρησε για τη Ρωσία για να παρακολουθήσει το Πρώτο Συνέδριο της Ένωσης Διεθνούς Συνδικάτων.

Η αποστολή αυτή δεν ήταν ολική καταστροφή αφού η αντιπροσωπεία πρόσβαλε τον ίδιο τον Τρότσκυ. Κάποια στιγμή, ακριβώς στη μέση των διαδικασιών του συνεδρίου, ως αποτέλεσμα των προσπαθειών της Emma Goldman και άλλων αναρχικών που κρυβόταν, έγινε μία ισχυρή διαδήλωση που απαιτούσε την απελευθέρωση των φυλακισμένων που κρατούνταν στις φυλακές Checa στην Taganka. Απειλούσαν, ακριβώς στη μέση του συνεδρίου, ότι εάν οι φυλακισμένοι δεν απελευθερώνονταν θα μιλούσαν μέχρι να αποκαλύπτονταν ολόκληρη η υπόθεση. Οι μπολσεβίκοι φοβήθηκαν και υποσχέθηκαν να τους απελευθερώσουν. Πριν την ικανοποίηση της υπόσχεσης έγιναν πολλές μηχανορραφίες. Η αντιπροσωπεία του Nin έπαιξε ένα ρόλο στην καμπάνια. Αυτό ήταν σχετικά ένα άγνωστο γεγονός που η Emma Goldman σχολιάζει στις αναμνήσεις της… Για τους μπολσεβίκους όλοι οι φυλακισμένοι ήταν συμμορίτες.

Όταν το συνέδριο διακόπηκε οι φυλακισμένοι απελευθερώθηκαν, αλλά τους δόθηκαν πλαστά διαβατήρια. Όταν έφτασαν στους προορισμούς τους, οι αρχές προειδοποιήθηκαν ότι ήταν σοβιετικοί κατάσκοποι. Δηλαδή, ο Λένιν τους έδωσε μερικά διαβατήρια με σκοπό να τους καθηλώσει έξω από τη Σοβιετική Ένωση. Επομένως, για παράδειγμα, όταν οι Goldman και Berkman έφτασαν στη Λιθουανία φυλακίστηκαν. Τελικά, χάρη σε διάφορες διαδηλώσεις, εκείνοι οι σύντροφοι θα μπορούσαν να ζήσουν νόμιμα σε άλλες χώρες.

Εκείνη την εποχή στη Γερμανία υπήρχε μία πολύ μικρή αλλά ενδιαφέρουσα δραστήρια οργάνωση: η FAUD. Η ηγετική της φιγούρα ήταν ο Rocker. Είχε μερικούς ικανούς άνδρες, άνδρες που ήταν στην πραγματικότητα θεμελιωτές του νέου αναρχοσυνδικαλισμού, αφού ο παλιός αναρχοσυνδικαλισμός της CGT ήταν σε υποχώρηση: οι σοσιαλιστές τον ανέλαβαν και εκείνοι που ήταν πρώτα μέρος της αναρχικής τάσης όπως ο Monatte, κινήθηκαν προς τον μπολσεβικισμό.

Η οργάνωση αυτή FAUD, είχε άμεσες σχέσεις με τους Ρώσους αναρχικούς· η γεωγραφική εγγύτητα τους επέτρεπε να θεμελιώσουν κανάλια για την ανταλλαγή πληροφοριών. Η FAUD ήταν η πιο καλά πληροφορημένη οργάνωση χάρη στη Ρωσική πραγματικότητα, που τη διέδιδε σε ολόκληρο τον κόσμο. Δημοσίευσε τις μπροσούρες του Rocker, Μπολσεβικισμός και Αναρχισμός και Σοβιέτ ή Δικτατορία. Έπειτα δημοσίευσε το βιβλίο του Arsinov για το κίνημα του Μακχοβινισμού, που πρωτοδημοσιεύτηκε στην ισπανική γλώσσα στην Αργεντινή.

Το 1922 το εθνικό συνέδριο της CNT έγινε στη Σαραγόζα, μετά την πτώση του καθεστώτος του δήμιου Martínez Anido. Σε αυτό το συνέδριο κάθε τι μπορούσε να λεχθεί. Ο Nin δεν ήταν παρών γιατί παρέμενε στη Ρωσία· ούτε o Maurin ήταν εκεί, πιθανά γιατί δεν είχε καν προσκληθεί. Το μόνο μέρος της αντιπροσωπείας στη διεθνή των κόκκινων συνδικάτων που έλαβε μέρος στο συνέδριο ήταν ο Arlandís: ήταν ολοκληρωτικά συγκλονισμένος. Ο Pestaña και ο Peiró ήταν εκεί. Ο Leval υπέβαλλε μία αναφορά που προκάλεσε φασαρία. Τότε η απόφαση του 1919, που ήταν προσωρινή, αναθεωρήθηκε.

Κάποιοι λένε ότι ο Salvador Seguí ήταν “μαρξιστής avant la lettre”. Νομίζεις ότι αυτή η άποψη είναι αληθινή;

Ειλικρινά, αυτή είναι μία παράλογη άποψη. ο Segui δεν ήταν ποτέ μαρξιστής. Ήταν ένας άνδρας που τοποθετούσε τον εαυτό του στο κέντρο. Πίστευε στην οργάνωση. Απεχθανόταν τον εξτρεμισμό, ήταν ένας εποικοδομητικός άνθρωπος, συνδικαλιστής πάνω από όλα. Δεν υπήρχε τίποτα μαρξιστικό σε αυτόν.

Γιατί οι Ρώσοι αναρχικοί, ακόμα και αν ήταν περισσότεροι από τους μπολσεβίκους, συντρίφθηκαν από τους τελευταίους;

Κοίτα δεν ξέρω αν ήταν περισσότεροι. Συντρίφθηκαν γιατί οι πιο βάρβαροι συντρίβουν πάντα τους λιγότερο βάρβαρους. Εάν αναλύσεις πιο λεπτομερώς τις συνθήκες μέσα στις οποίες λειτουργούσαν οι μπολσεβίκοι, τις πολιτικές τους ικανότητες, τον Ιησουτισμό τους, την ατελείωτη απεραντολογία τους, τα κίνητρα που επικαλούνταν για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους, θα καταλάβεις τη δύσκολη και μειονεκτική θέση στην οποία βρίσκονταν οι αναρχικοί. Πρώτα από όλα, για παράδειγμα, υπήρχε η φτώχεια των ανθρώπων, που απαιτούσε περισσότερες θυσίες. Έπειτα, υπήρχε η Λευκή επίθεση που προσπάθησε να κατακτήσει την περιοχή· και η διεθνής συνωμοσία όλων των μεγάλων δυνάμεων, και τόσοι άλλοι παράγοντες. Όλα αυτά μοιάζανε με τον πόλεμο μας , όταν είχαμε συγκλονιστεί από το θέαμα της Federica Montseny και όλων των άλλων που ήταν στην κυβέρνηση κακολογώντας τις συλλογικότητες. Λέγαμε στους εαυτούς μας: “Τι θέλετε;” Εάν επιλέξουμε κάθε άλλο δρόμο, ολόκληρος ο κόσμος θα στραφεί εναντίον μας, θα πρέπει να σπάσουμε την πολιτική συνεργασιών μας, και η συνεργασία είναι το μόνο πράγμα που κρατάει τον πόλεμο και ο πόλεμος […]” Τελοσπάντων εκείνοι από εμάς που είχαν περάσει μέσω μία τέτοιας κατάστασης θα κατανοούν καλά τη ρωσικής περίπτωση. Οι επαναστάσεις είναι επικίνδυνες γιατί μας οδηγούν σε ένα είδος ψυχολογικής κατάστασης όχι μόνο στο μαζικό επίπεδο, αλλά και στο ατομικό. Η πείνα για παράδειγμα. “Υπάρχει πείνα γιατί η οικονομία δεν έχει ακόμα ανοικοδομηθεί”· ο φόβος των αντιδραστικών δυνάμεων: “πρέπει να συγκεντρώσουμε την κρατική εξουσία σε μία σιδερένια γροθιά προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις στρατιές των Λευκών στρατηγών”· και η απουσία προετοιμασίας του λαού· και το διεθνές εμπάργκο. Και όλα αυτά είναι κρίσιμα, όπως ήταν κρίσιμα στον πόλεμο μας. Χτυπούσαμε τα κεφάλια μας. “Πηγαίναμε προς την καταστροφή” λέγαμε στους εαυτούς μας, “προς την άρνηση αυτού που ήμασταν κάποτε”. Δεν παράπαιε η μάζα του λαού μόνο, αλλά και πολλά άτομα, αρχής γενομένης από τους αρχηγούς, που έκαναν στροφή 180 μοιρών.

Ποιος ήταν ο λόγος για την σταλινική καταστολή και τη δολοφονική εκστρατεία ενάντια στους POUμιστας και τους ελευθεριακούς, ιδιαίτερα ακολουθώντας την πολιτική ηγεμονία των σταλινικών που επιτευχθεί στα γεγονότα του Μάη του 1937;

Οι λόγοι για όλα αυτά θα πρέπει να αναζητηθούν στην επιρροή της GPU, της ρώσικης μυστικής αστυνομίας, στα χέρια της οποίας μπορούμε να πούμε πως δόθηκε η δύναμη της λήψης αποφάσεων όσον αφορά τη δημόσια τάξη. Οι αστυνομικές δυνάμεις ήταν στα χέρια αυτών των ανθρώπων. Δηλαδή, είχαν διεισδύσει τόσο πολύ στο ρεπουμπλικανικό καθεστώς που ήρθε η στιγμή που η κυβέρνηση δεν ήταν πλέον κυβέρνηση. (εάν δεχτούμε ότι μία κυβέρνηση μπορεί να πάψει να είναι κυβέρνηση). Υπήρχε ένα κράτος μέσα στο κράτος. Και αυτό το κράτος μέσα στο κράτος αποτελούνταν, για παράδειγμα από τις μοχθηρές δυνάμεις που απελευθερώθηκαν εδώ από τον Στάλιν, και με την νοοτροπία του Στάλιν, όλα έχουν εξήγηση. Αυτό που συνέβη εδώ δεν ήταν παρά μία αντανάκλαση της ίδιας πολιτικής που είχε εφαρμόσει ο Στάλιν στη Ρωσία. Ξέρεις ότι στη Ρωσία, αντίθετα από τι μπορεί να υποθέσει κάποιος, ο Στάλιν ενάντια στα ίδια τα συμφέροντα της Ρωσίας, δολοφόνησε τους πάντες, ακόμα και τους πιο ταλαντούχους ανθρώπους. Η Ρωσία χρειαζόταν στρατηγούς, αξιωματικούς και αντί για αυτό ο Στάλιν τους ξεφορτώθηκε. Ήταν μία μη πραγματική πραγματικότητα.

Αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να ενεργήσουν με άλλο τρόπο. Ήταν η φυσική εξόντωση όχι μόνο όσων ήταν εχθροί αλλά και όσων από εκείνους δεν θεώρησαν ποτέ τους εαυτούς τους εχθρούς. Ήταν εκκαθάριση απλά και ξεκάθαρα. Υπήρχαν άνθρωποι που ήταν έτοιμοι να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους για να εφαρμοστεί αυτή η εκκαθάριση· δεν είναι οι οι ίδιοι Ρώσοι που έκαναν τη δουλειά. Οι Ισπανοί επίσης ήταν ικανοί να δράσουν με τον ίδιο τρόπο σε συγκεκριμένες καταστάσεις, όταν υπάρχει φανατισμός, όπως υπήρχε τότε, ειδικά εάν δημιουργούνται συμφέροντα γραφειοκρατικού τύπου.

Ποια κοινωνικά και πολιτικά συμφέροντα υποτίθεται υπηρετούσαν οι πράξεις των σταλινικών;

Οι σταλινικοί στην Ισπανία δεν είχαν δικές τους προσωπικότητες. Εκτελούσαν τις διαταγές της Μόσχας και ήταν ικανοποιημένοι με την απόκτηση πολιτικών και στρατιωτικών θέσεων. Τα συμφέροντα τους ήταν εκείνα του σοβιετικού κράτους, όχι εκείνα που είχαν ως Ισπανοί. Ήταν κούκλες ελεγχόμενες από τον Στάλιν, που κολάκευε τις προσωπικές τους φιλοδοξίες. Γενικά μπορούμε να πούμε πως υπήρχαν εκείνοι που δρούσαν κι εκείνοι που σταματούσαν να δρουν. Εκείνοι που δρούσαν ήταν φυσικά οι κομμουνιστές, που από την πλευρά τους δρούσαν εκ μέρους των μυστικών πρακτόρων της CPU. Και εκείνοι που έπαυαν να δρουν ήταν οι ελευθεριακές και οι αστικές δυνάμεις – που φοβόταν την επανάσταση και προτιμούσαν την αντίδραση σε μία πραγματική επανάσταση. Αναφέρομαι πάνω από όλα στους μικροαστούς, όπως η Esquerra Republicana de Catalunya και οι ρεπουμπλικανοί γενικότερα. Σε αυτούς τους ανθρώπους η επανάσταση προκαλούσε μεγαλύτερο φόβο από το φασισμό· ήταν η επανάσταση που τους τρομοκρατούσε πάνω από όλα, σε τέτοιο βαθμό που όταν ήρθε η 19η Ιουλίου, ξέρεις ο Martínez Barrio πρόσφερε στον στρατηγό Mola το υπουργείο πολέμου. Αυτό δείχνει πόσο φοβόταν την επανάσταση· δεν ήθελαν αν συνεχιστεί.

Αργότερα υπήρχε κι ένας ακόμα παράγοντας. Οι κομμουνιστές είχαν έναν τρόπο να δρομολογούν τα πράγματα σε τέτοιες καταστάσεις. Αυτό εκδηλώθηκε επίσης στο Μάη του 68 στο Παρίσι: δεν άφησαν να υπάρξει ένα αριστερίστικο κίνημα στα αριστερά τους. Δεν μπορούν να ανεχθούν την ύπαρξη μίας επανάστασης δίπλα στη δική τους. Πιστεύω πως αυτός ήταν ο λόγος για τη διακήρυξη του πολέμου ενάντια στη CNT. Γιατί ο πόλεμος ήταν ενάντια στη CNT, όχι ενάντια στο POUM. Το POUM βρέθηκε ανάμεσα στη διασταύρωση των πυρών ως ο αδύναμος κρίκος. Αυτό αναλύθηκε αρκετά καλά από τους Broué and Temime στο βιβλίο τους, La révolution et la guerre d’Espagne. Είναι η τεχνική του λουκάνικου να κόβεις ένα μικρό κομμάτι κάθε φορά· καθένας κοιτάζει τον εαυτό του και δεν μπορεί κανείς να τους σταματήσει· κόβουν τα πιο αδύναμα κομμάτια. Όταν οι ρεπουμπλικανοί ήταν στα χέρια τους και είδαν ότι έχουν διαχειριστεί τους σοσιαλιστές, τότε κατευθύνθηκαν προς τη CNT. Το σοσιαλιστικό κόμμα ήταν ήδη διαιρεμένο πριν τον πόλεμο. Αλλά καθώς εξελισσόταν ο πόλεμος, οι κομμουνιστές εκμεταλλεύτηκαν τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις κλίκες του Prieto και του Caballero.

O Prieto (o προστάτης του Negrin) είναι το μόνο κύριο υπεύθυνο πρόσωπο για τον σοσιαλιστικό κρυπτοκομμουνισμό του πολέμου. Ο Prieto δεν ήταν στην πραγματικότητα νεγριστής. Ήταν ένας άνθρωπος με έχθρα ενάντια στον Largo Caballero και διώχτηκε για αυτή την έχθρα στο βαθμό που έπαιζε το παιχνίδι των άλλων, ακριβώς εκείνων που αργότερα, με πλήρη δικαιοσύνη, θα απαλλαχτούν από αυτόν. Η πολιτική του Prieto είναι η πολιτική της εκδίκησης. Ο Largo Caballero ήδη τον είχε αποφύγει πολύ πριν τον πόλεμο. Θυμάσαι τη συνάντηση στην Egea που πραγματοποιήθηκε από την φατρία Cabalero όπου συνελήφθησαν οι Νέοι Σοσιαλιστές; Δεν το ξέχασε ποτέ. Και εκείνοι οι νέοι Σοσιαλιστές ήταν νέοι σοσιαλιστές, αλλά τότε ήταν νέοι ενωμένοι σοσιαλιστές: δηλαδή εκρωσισμένοι. Ο Largo Caballero ενεπλάκει σε αυτή τη μανούβρα της ένωσης των δύο νεολαιίστικων οργανώσεων με την πεποίθηση πως θα απορροφούσε τους κομμουνιστές γιατί οι σοσιαλιστές ήταν η πλειοψηφία. Και το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο: οι σοσιαλιστές καταβροχθίστηκαν. Αυτή είναι μία επιπλέον απόδειξη πως δεν μπορείς να παίζεις την ενότητα με τους κομμουνιστές. Είναι περισσότερο πανούργοι και πάντα περνάει το δικό τους.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου οι κομμουνιστές πέτυχαν να διαιρέσουν το σοσιαλιστικό κόμμα και το UGT. Και αυτό τους έκανε ισχυρούς… Και τελικά επιτέθηκαν στην Κυβέρνηση της Καταλωνίας. Είναι ψέμα πως o νόμος της αυτονομίας καταλύθηκε από τον Φράνκο: είχε ήδη καταλυθεί από τη Ρεπούμπλικα την ίδια, από τον Negrín. Και αν τον κατέλυσε ο Negrín, αυτό έγινε γιατί ο Companys το έκανε πριν την κίνηση του ενάντια στην CNT και το POUM. Ο Companys έσκαβε τον τάφο του. Ο Companys ήταν το χέρι των κομμουνιστών κατά τα γεγονότα του Μαΐου. Ο Companys ήταν το αντεπαναστατικό χέρι για να ανακαλύψει αργότερα πως όταν έφτασε η αντεπανάσταση, ο νόμος της αυτονομίας είχε ακυρωθεί.

Για τους πιο αντικειμενικούς ειδικούς, τα γεγονότα του Μαΐου συνιστούσαν μία πρόκληση, της οποίας στρατηγός και οργανωτής ήταν ο Antonov Ovseenko. Οι σύντροφοι, δηλαδή οι σύντροφοι της ομοσπονδίας, αντέδρασαν, μερικοί με την πίστη πως ήταν μία άλλη 19 Ιουλίου, πως η επανάσταση ήταν σε κίνδυνο, και πως όφειλαν να την υπερασπιστούν· άλλοι που μπορούμε να τους αναφέρουμε ως γραφειοκράτες της οργάνωσης, κατέφυγαν στα δικά τους επιχειρήματα, που για εμένα δεν ήταν πολύ ειλικρινή: είπαν πως είναι καλύτερο να μην αντιδράσουν στην πρόκληση. Νομίζω πως αυτή ήταν η γνώμη εκείνων που είχαν άνετες θέσεις και είχαν γραφειοκρατικοποιηθεί.

Υπήρχε επίσης η ομάδα “οι φίλοι του Ντουρούτι” για την οποία έχουν ειπωθεί σχετικά πολλά αλλά ειλικρινά δεν της δίνω τόσο μεγάλη σημασία. Ήταν άνθρωποι που δεν ανήκαν στην CNT και μιλούσαν μία Γιακωβίνικη γλώσσα: “ας κόψουμε τα κεφάλια τους, να σπάσουμε τις επιτροπές, να τους εκτελέσουμε” Γνωρίζοντας αυτούς τους ανθρώπους, δεν ήταν σίγουρα οι πιο ικανοί να διεξάγουν μία συνεπή εκστρατεία.

Η αγριότερη καταστολή κατευθύνθηκε ενάντια στο POUM. Οι συνθήκες γύρω από τη σύλληψη της κεντρικής επιτροπής του POUM και η απαγωγή του Nin είναι καλά γνωστές. Σκότωσαν τον αναρχικό Berneri σαν λαγό. Υπάρχουν αποδείξεις πως τον απήγαγαν· αυτά τα στοιχεία του PSUC (Partido Socialista Unificado de Cataluña) τον καταδίωξαν και τον έπιασαν.[vii] Όπως έπιασαν και όλους τους ομήρους της ελευθεριακής νεολαίας που την είχαν στα χέρια τους, και πολλοί από αυτούς ξαναεμφανίστηκαν στο νεκροταφείο του Cerdanyola. Ο Alfred Martínez δεν βρέθηκε ποτέ. Εξαφανίστηκε.

Όταν οι δυνάμεις εκστρατείας την κυβέρνησης της Βαλένθια ήταν στο δρόμο για τη Βαρκελώνη, σε κάθε περιοχή από την οποία πέρασαν τα στοιχεία της PSUC και οι ρεμπουμπλικάνοι της Esquerra ενθαρύνθηκαν και κυνήγησαν τα ελευθεριακά στοιχεία.

Δεν μπορούσαν να καταδιώξουν τους ελευθεριακούς εδώ στη Βαρκελώνη γιατί τους φοβόταν πολύ. Εκείνη την εποχή ήμουν στη Lérida. Στη Lérida τους κάναμε να υποχωρήσουν. Δεν τόλμησαν να μας επιτεθούν. Σε εκείνη την πόλη το POUM ήταν η πιο ισχυρή δύναμη, εμείς ήμασταν η δεύτερη πιο ισχυρή δύναμη και αυτοί είχαν μερικούς υποστηριχτές. H PSUC στη Lérida εισήχθηκε.
Υπάρχει μία σύγχρονη εκστρατεία να μυθοποιηθεί ο πρόεδρος Companys. Εκμεταλλεύονται συγκεκριμένα το γεγονός ότι πυροβολήθηκε από τους φασίστες. Ποια είναι η θέση σου για τον πολιτικό ρόλο του πρόεδρου Companys και τη μυθοποίηση της μνήμης του που είναι σε εξέλιξη;

Νομίζω πως θα πετύχουν να δημιουργήσουν το μύθο του Companys. Ωστόσο, μιλώντας όχι μόνο ως αναρχικός αλλά και ως πολίτης, νομίζω πως η πολιτική του πρόεδρου Companys χαρακτηρίζεται από πολλά λάθη κι όχι μόνο κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Ας εστιάσουμε στα γεγονότα του Οκτωβρίου (1934): κανένας πολιτικός άντρας με το κεφάλι στη θέση του, δεν θα συμμετείχε σε ένα τέτοιο σχήμα και με τη συμμετοχή τέτοιων ανθρώπων, όπως έκανε αυτός, βασιζόμενος στις λιγοστές δυνάμεις που είχε στη διάθεση του. Ήταν μία καταστροφική κίνηση. Πρόσθετα, ο Companys δεν θα μπορούσε να νιώθει πως εκπροσωπείται από εκείνους που πολέμησαν στην Αστουρία. Δεν θα μπορούσε να νιώθει πως θα εκπροσωπείται από ό,τι έκαναν ή δεν έκαναν οι σοσιαλιστές στη Μαδρίτη, αφού αμφιβάλλω πως είχαν ιδέα του τι κάνουν. Και ακόμα δεν γνωρίζουμε σήμερα τι σκεφτόταν πως θα κερδίσουν από τα γεγονότα του Οκτωβρίου.

Σε κάθε γεγονός οι πράξεις ενός ατόμου μπορεί να είναι συζητήσιμες όπως σου αρέσει, αλλά εάν έχουν ένα τραγικό αποτέλεσμα, είναι κατανοητό να αναδύονται κάποιες σκέψεις ανθρωπιστικού τύπου. Νομίζω πως όλοι συμπαθούμε τον θάνατο του. Η εκτέλεση του Companys είναι κάτι ατιμωτικό, ντροπιαστικό, εξωφρενικό, βάλε ότι επίθετο θέλεις… Τέλος πάντων, πέρα από αυτό, η δράση του δεν είναι εντυπωσιακή.

Νομίζω πως δεν ήταν ποτέ ο πολιτικός με την κλασική έννοια της λέξης. Έκανε πολλές γκάφες. Επέτρεψε στον εαυτό του να παρασυρθεί από τα στοιχεία που πίστεψε πως μπορούσαν να τον βοηθήσουν αλλά στην πραγματικότητα ήταν αυτά τα στοιχεία που τον ανάγκασαν να παραπαίει. Αυτό έκανε το PSUC. Ο Companys ήταν αυτός που τους έδωσε φτερά. Και ήταν ο Companys που τους βοήθησε και προς το τέλος, το PSUC ήταν ακόμα πιο ισχυρό από την Esquerra Republicana, δεδομένου πως η τελευταία δεν είχε μία μάζα μαχητών που θα μπορούσε να κινητοποιήσει οποιαδήποτε στιγμή, ενώ το PSUC είχε την UGT. Το PSUC είχε καταφέρει να προσελκύσει τα πιο ενεργά στοιχεία των μικροαστών και της αγροτιάς και είχε κατασκευάσει με επιτυχία ένα ισχυρό UGT. Και φυσικά, αυτοί είχαν πάντα υπάρξει η βάση της Esquerra – χωρικοί, εργάτες του λευκού κολάρου – αλλά το PSUC τους κέρδισε με την πλευρά του. Το PSUC διεξήγαγε μία προπαγάνδα ενάντια στους FAIστας κολακεύοντας τους μικρούς και μεγάλους γαιοκτήμονες, σε ένα τομέα που ήταν επίφοβος ανταγωνιστής της Esquerra. Υπονόμευσε τη θέση της και ο Companys συνέχιζε να παίζει το παιχνίδι τους. Ο Companys θα μπορούσε να βασιστεί σε άλλες δυνάμεις.

Επιστρέφοντας στα γεγονότα του Οκτωβρίου· σύμφωνα με τον Munis, το σοσιαλιστικό κόμμα απείλησε να εξεγερθεί, εκτός αν η κυβέρνηση αποδεχόταν την συμμετοχή στο υπουργικό συμβούλιο· στο βορρά η εξέγερση έπαιρνε σοβαρό προβάδισμα μόνο στις περιοχές όπου η γραφειοκρατία του σοσιαλιστικού κόμματος δεν έλεγχε τη βάση. Οι εργάτες ξεκίνησαν την επανάσταση αλλά ο Largo Caballero και η παρέα του χρησιμοποίησαν την εξέγερση των Αστουριανών εργατών ως μοχλό για να αναγκάσουν τον πρόεδρο της ρεπούμπλικας να αποδεχτεί έναν άλλο ρεπουμπλικανικό σοσιαλιστικό κυβερνητικό συνασπισμό.

Αυτή είναι η θέση του βιβλίου μου. Νομίζω πως εκείνοι οι άνθρωποι δεν είχαν πρόθεση να ξεκινήσουν την επανάσταση. Αλλά επίσης προσθέτω ένα ακόμα επιχείρημα· προτιμώ να αναφέρομαι στο έγγραφο του Prieto, που αντέγραψα από μία μπροσούρα του Llopis, που περιλαμβάνει το πρόγραμμα του κινήματος. Εάν το εξετάσεις με λεπτομέρεια θα δεις πως είναι ολοκληρωτικά ένα αστικό πρόγραμμα. Δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά στην κοινωνική επανάσταση. Και εκτός αυτού, στην πραγματικότητα ούτε η Μαδρίτη ούτε οπουδήποτε αλλού στην Ισπανία οι σοσιαλιστές δεν κινητοποίησαν τις δυνάμεις τους.

Νομίζω πως οι λίγοι ηγέτες που κινητοποιήθηκαν σύρθηκαν από τη βάση, μία συγκεκριμένη βάση. Η προέλευση του αστουριανού σοσιαλιστικού κινήματος ήταν βασικά αναρχική. Δηλαδή, στην Αστούρια ήταν αντίθετα από ό,τι ήταν στην Καταλωνία. Όπως στην Καταλωνία οι σοσιαλιστές ήταν ενεργοί αλλά οι αναρχικοί τελικά κυριάρχησαν ως οργάνωση, στην Αστούρια συνέβη το αντίθετο, οι αναρχικοί άναψαν τη φωτιά, οι αναρχικοί εκπαίδευσαν το αστουριανό ταπεραμέντο: αλλά έπειτα έφτασαν οι σοσιαλιστές με τις εκλογικές τους υποσχέσεις και κατέκτησαν το κίνημα των ορυχείων και άφησαν μόνο τα νησιά La Felguera and Gijón. Σε κάθε περίπτωση, ο αστουριανός ανθρακωρύχος ήταν πάντα ένα επαναστατικό στοιχείο. Και άφησε τους αρχηγούς πίσω του. Γιατί αυτό δεν το ήθελαν οι ηγέτες του: ήθελαν απλά να καταφέρουν το φόβο στις καρδιές του Gil Robles και της συντροφιάς του, με σκοπό να τους κάνουν να υποχωρήσουν.

Ο Cruells στο El 6 d’octobre a Catalunya αναφέρει το σύμπλεγμα κατωτερότητας της UGT σε σχέση με τη CNT, όσον αφορά το επαναστατικό ζήτημα, λόγω του γεγονότος πως η UGT (Largo Cabalero) είχε συνεργαστεί με τον Primo de Rivera και μετά με την αστική ρεπουμπλικανική κυβέρνηση. Για να υπερβούν αυτό το σύμπλεγμα έπρεπε να κάνουν κάτι.

Μοιράζομαι την άποψη αυτή γιατί οι σοσιαλιστές συνιστούσαν το στυλοβάτη της ρεπουμπλικανικής θέσης· η κυβέρνηση ήταν ρεπουμπλικανική-σοσιαλιστική. Αυτό τους αποθάρρυνε και ακόμα τους έκανε δύσπιστους γιατί η ρεπούμπλικα έπρεπε να καταφύγει στα όπλα για να καταστείλει την εξέγερση.

Έπειτα, στο Κέντρο, που ήταν η ιδιωτική περιοχή του σοσιαλιστικού κόμματος, η οργάνωση της CNT, ήταν εκεί πάντα μειονότητα, άρχισε να σηκώνει το κεφάλι της – αρχίζοντας με το συνδικάτο οικοδόμων και συνεχίζοντας με τους υπόλοιπους – κερδίζοντας έδαφος.

Και αυτό φυσικά προκάλεσε στους σοσιαλιστές, εάν όχι ένα κόμπλεξ κατωτερότητας, τουλάχιστον ένα σίγουρο βαθμό συναγερμού. Εκείνοι οι άνθρωποι ταράχτηκαν από το συναγερμό και είπαν:
“Εντάξει, εδώ, πρέπει να κάνουμε κάτι ενάντια στη CNT που είναι πάντα στους δρόμους, με απεργίες, συγκρούσεις και έχει μία κρίσιμη στάση και ελκύει τις μάζες.” Ήταν το πλαίσιο που διατύπωσε ο Largo Caballero στις εμπρηστικές ομιλίες του σχετικά με τη δικτατορία του προλεταριάτου. Ήταν το πλέον καταστροφικό πράγμα που θα μπορούσε να κάνει. Βαθμιαία γινόταν πιο καθαρό πόσο ανειλικρινής ήταν. Νομίζω ότι ήταν εκλογική προπαγάνδα. Καθένας ήξερε πως ο Largo Caballero ανακάλυψε τον Λένιν ενώ ήταν στη φυλακή.

Πριν τον Ιούλιο του 1936 έγινε πιθανή μία συμμαχία ανάμεσα στην CNT και την UGT, που σύμφωνα με κάποιους ιστορικούς, θα μπορούσε να έχει αποτρέψει την “ένδοξη εθνική εξέγερση;”

Το γεγονός ότι η UGT ήταν εξάρτημα της PSOE και περιλάμβανε την εκλογική της βάση, καθιστούσε ένα σύμφωνο CNT-UGT σχεδόν απίθανο. Εκτός από αυτό, η CNT, στο συνέδριο της Σαραγόζα, έθεσε ως συνθήκη ενός τέτοιου συμφώνου, τον πρακτικό διαχωρισμό της UGT από το PSOE. Δεν νομίζω πως το σύμφωνο CNT-UGT θα μπορούσε να αποτρέψει το στρατιωτικό πραξικόπημα. Αντί αυτού θα το είχε επισπεύσει. Το επαναστατικό σύμφωνο ανάμεσα σε CNT και UGT στην Αστούρια τρομοκράτησε τα δεξιά στοιχεία, που αστραπιαία ενθάρρυναν το στρατό να ξεσηκωθεί. Έχουμε ήδη δει τι συνέβη το 1934 με το καταστροφικό σχέδιο. Και το λέω με όλο το σεβασμό σε αυτούς που θυσίασαν τις ζωές τους εκεί.

Σε ποιους παράγοντες αποδίδεις την απώλεια εδάφους από το οργανωμένο αναρχικό εργατικό κίνημα μετά τον β’ παγκόσμιο πόλεμο;

Ο κομμουνισμός κάνοντας χρήση της λαϊκιστικής του δημαγωγίας, είχε κλονίσει όλα τα σοσιαλιστικά και πολιτικά θεμέλια του κόσμου. Αυτό που είναι λυπηρό είναι ότι , κάνοντας το, οι κλασικές ανθρωπιστικές αξίες καταπιέστηκαν, περισσότερο από όσο κάποιος φαντάζεται. Αυτοί οι σχολαστικιστές και Ιησουίτες τους 20ου αιώνα μας λήστεψαν τη σημαία της ελευθερίας με σκοπό να της δώσουν ένα σύγχρονο ρετουσάρισμα. Ό,τι δεν έχουν μπορέσει να κατακτήσουν το έχουν συντρίψει. Αυτή η καταραμένη εισβολή, που επηρέασε τις τάξεις των διανοούμενων σε ολόκληρο τον κόσμο, έχει μετατρέψει το νόημα της επαναστατικής αίγλης, που αντιπροσώπευε η αιχμή του δόρατος του αναρχοσυνδικαλισμού, με αποτέλεσμα το εργατικό στρατόπεδο να έχει αποδυναμωθεί.

Από την άλλη πλευρά οι αναρχικοί έχουν προσπαθήσει να αντιμετωπίσουν την κατάσταση αυτή με την εσωστρέφεια και τη διεξαγωγή ενός κυνηγιού μαγισσών ενάντια σε πρόσωπα και πράγματα που υποπτεύονται ως αιρετικούς. Το αποτέλεσμα ήταν να μην αναδυθούν νέες αξίες και να συνεχίζουμε να τρεφόμαστε με την κληρονομιά των παλιών δασκάλων. Εάν αυτή η ολέθρια τάση δεν πάψει και ο άνθρωπος δεν ανακαλύψει την αίσθηση του προσανατολισμού, θα είναι δύσκολο για τον ελευθεριακό συνδικαλισμό να κάνει πρόοδο ξανά. Ένας άλλος παράγοντας της πτώσης είναι ότι το κράτος έχει εισβάλλει σε όλες τις περιοχές. Οι νόμοι της κοινωνικής μεταρρύθμισης έχουν ωφελήσει πολύ τους εργάτες αλλά έχουν κατευνάσει το ασυμβίβαστο πνεύμα τους, εντείνοντας τη διαδικασία της αστικοποίησης μέσα στην καταναλωτική κοινωνία. Τελικά, η βιομηχανοποίηση, με τη συνοδευόμενη τεχνοκρατία, θρυμμάτισε την εργατική τάξη σε κομμάτια, μετατρέποντας την σε θρυμματισμένες κατηγορίες, κι επομένως οδηγώντας την σε απώλεια της ενότητας της. Οι αναρχικοί δεν έχουν βρει ακόμα την τακτική ισορροπία μέσα σε αυτό το διαρκώς μεταβαλλόμενο πλαίσιο.
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικός Anthropos no. 102, November 1989, pp. 26-35.
Μεταφράστηκε από τα ισπανικά τον Οκτώβριο Νοέμβριο του 2013
Πηγή στα Ισπανικά. Alasbarricadas
Επανέκδοση από Libcom.org

 

Σημειώσεις του μεταφραστή

[i]

Ο Primo de Rivera ήταν στρατιωτικός, αριστοκράτης και δικτάτορας της Ισπανίας από το 1923-1930.

[ii]

Η εφημερίδα Solidaridad Obrera ιδρύθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1907, στη Βαρκελώνη, από την εργατική συνδικαλιστική οργάνωση Solidaridad Obrera. Πρωτεργάτες της εφημερίδας ήταν οι Anselmo Lorenzo, Ricardo Mella, και ο José Prat. Η εφημερίδα έχει τυπωθεί, σε διάφορες μορφές μέχρι σήμερα. Από το 2005 εκδίδεται ηλεκτρονικά, και σε έντυπη δωρεάν μορφή. H ηλεκτρονική της διεύθυνση είναι http://soliobrera.cnt.es/

[iii]

Το περιοδικό Generación Consciente από το 1922 είχε αναρχικό χαρακτήρα και επηρέασε τους ελευθεριακούς κύκλους στην Ισπανία. Το Δεκέβριο του 1928 εξέδωσε το τελευταίο της τεύχος (62) και άλλαξε τον τίτλο της σε Estudios Revista Ecléctica μετά την καταστολή και λογοκρισία του τύπου από τη δικτατορία του Primo de Rivera. Οι βασικοί του σκοποί ήταν η εκπαιδευτική, φυσική και πνευματική αναγέννηση των λαϊκών τάξεων. Η ύλη της απλωνόταν από τη σεξουαλικότητα, την ιατρική και την επιστήμη, μέχρι την τέχνη, την εκπαίδευση και την ιστορία. Στις σελίδες της βρίσκει κανείς άρθρα για τον γυμνισμό, την ολιστική ιατρική, τον ελεύθερο έρωτα, τη σεξουαλική εκπαίδευση, τον αντιρατσισμό, τη φυσική τροφή, το φεμινισμό, την ορθολογική εκπαίδευση και άλλα. Με 70.000 αντίγραφα κάθε μήνα η Estudios επηρέασε βαθιά την εργατική τάξη της Ισπανίας. Περισσότερα στοhttps://www.digitaliapublishing.com/recurso/pagina/estudiosgc.pdf

[iv]

Esquerra Republicana de Catalunya (Ρεπουμπλικανική Αριστερά της Καταλωνίας), το κόμμα του Lluís Companys, που είχε ως στόχο τη διακήρυξη της αυτονομίας της Καταλωνίας, στα πλαίσια ενός ομοσπονδιακού ισπανικού κράτους.

[v]

El Consell de l’Escola Nova Unificada (CENU) Επιτροπή που συστάθηκε τον Ιούλιο του 1936 από αντιπροσώπους των εκπαιδευτικών: τέσσερις της CNT, τέσσερις της UGT και τέσσερις της Κυβέρνησης της Καταλωνίας. Ένας από τους αντιπρόσωπους της CNT ήταν ο ορθολογιστής δάσκαλος Philip Ignacio Díez Codina. Το CENU προσπάθησε να καθιερώσει τη βασική εκπαίδευση από την βρεφική μέχρι την ηλικία των 15 ετών, πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια, τεχνική κι επαγγελματική, πανεπιστημιακή και καλλιτεχνική εκπαίδευση. Οι δάσκαλοι της CENU εμπνεόταν από τη φιλοσοφική και ορθολογική πρωτοπορία του Μοντέρνου Σχολείου. Η διακήρυξη της CENU έλεγε: “Η επαναστατική θέληση του λαού καταπιέζεται από το θρησκευτικό σχολείο. Είναι ώρα για ένα νέο σχολείο, που θα εμπνέεται από τις αξίες του ορθολογισμού και της οικουμενικής αδελφοσύνης. Είναι ανάγκη να χτίσουμε το νέο ενιαίο σχολείο που όχι μόνο θα αντικαθιστά το σχολικό σύστημα που κατεδαφίζεται από το λαό, αλλά να δημιουργήσουμε μια σχολική ζωή που εμπνέεται από την καθολική αίσθηση της αλληλεγγύης και να συμφωνήσουμε με τις ανησυχίες της ανθρώπινης κοινωνίας για την εξαφάνιση κάθε είδους προνομίων.” Το βασικό τους σύνθημα ήταν: “από την 1η Οκτώβρη, κανένα παιδί έξω από το σχολείο” Περισσότερα βλέπε στοhttp://cgtense.pangea.org/spip.php?article3060

[vi]

H UGT (Γενική συνομοσπονδία εργατών) ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1888 από τον Pablo Iglesias Posse, έχοντας για βάση το μαρξισμό. Η UGT συνδέθηκε άμεσα με το Σοσιαλιστικό εργατικό κόμμα (PSOE) και μέχρι το συνέδριο του 1920 δεν συνέδεε το συνδικαλισμό με την ταξική πάλη. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Primo de Rivera διατήρησε μία στάση συνεργασίας με το καθεστώς προκειμένου να παραμείνει νόμιμη, σε αντιδιαστολή με την αναρχοσυνδικαλιστική ομοσπονδία CNT. Αντιφατική και διφορούμενη ήταν η στάση καθ’όλη τη διάρκεια της ισπανικής επανάστασης, γεγονός που εξετάζεται και πιο κάτω.

[vii]

Συγκροτήθηκε στις 23 Ιουλίου το 1936, μέσω της ενοποίησης των τεσσάρων αριστερών ομάδων: την καταλανική ομοσπονδία του Ισπανικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (PSOE), το Partit Comunista de Catalunya (Κομμουνιστικό Κόμμα της Καταλωνίας, παράρτημα της Καταλωνίας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ισπανίας, PCE), τη  Unió Socialista de Catalunya (Σοσιαλιστική Ένωση της Καταλωνίας) και το Partit Proletari Català (Καταλανικό Προλεταριακό Κόμμα).

Το κείμενο στα αγγλικά:

Interview with José Peirats – Josep Alemany

Interview with José Peirats – Josep Alemany

 CNTa-1024x1024

 

A complete transcript of a 1977 interview with José Peirats, in which the Spanish historian and former militant of the CNT and FAI reminisces about his youth and discusses many of the controversies that plagued the CNT before as well as during the civil war, including the impact of the Russian Revolution, Angel Pestaña’s mission to Russia in 1920, the Asturian insurrection of October 1934, the CNT’s policy of collaboration with the government during the war, and the role of the Stalinists in the Republican coalition government’s counterrevolution against the anarchist revolutionary achievements of July 1936.

Introductory Note

This interview took place in Barcelona, in an apartment on the Carretera de Collblanc, where the Peirats family has resided since before the war. Part of this interview was published in Catalunya. Revista d’Opinió Confederal, CNT-AIT, Series II, May 1977, no. 4, pp. 12-24. The rest of the interview, approximately half, is published here for the first time.

The editors of Anthropos have translated the original Catalan text to Castilian, and, with the permission of the author, have restructured the original order of the interview in order to provide a more cohesive arrangement of the various topics that are addressed.

We consolidated all the most directly autobiographical parts of the interview and those that express some of Peirats’ fundamental ideas, and present them first; in the second part of the interview the reader will find the opinions and testimonies of José Peirats concerning more diverse and specific topics.

What kind of ideological environment did you experience in your youth and how were the young people raised and what were they like?

In my ideological environment there are many phases but all with a convergent orientation towards anarchism. In my family there were socialists and republicans and even anarchists. None of them was able to influence me directly. But to them I owe my predilection for reading from a very young age, from before adolescence. The rest came later. I consider myself to be of the generation of Primo de Rivera. In those days I made very close friends, with a true hunger for reading. Our favorite authors, before we discovered the bearded ones of anarchy, were the famous French novelists of the previous century. Never in my life did I even flirt with Marxism. But I studied Marxism in depth, with reference to anarchism, which had by then won my heart. Despite the fact that I was very young when I joined the confederal organization I was always most attracted to its cultural activities: rationalist schools, social centers (I founded the one at La Torrassa L’Hospitalet) and the libertarian youth. That was my ideological context. The FAI came later although in fact I never really felt comfortable in it, since it did not make any truly anarchist proposals. The FAI was, above all else, a revolutionary organization that called itself anarchist.

In what kinds of activities were you involved in the libertarian movement?

I began my life as an activist working with the bricklayer comrades. I started by writing in their Bulletin. That was my debut as a writer. At the La Torrassa Social Center I taught at night and acted in plays. As a trade unionist I participated in the organization of strikes, boycotts and acts of sabotage. When necessary I carried a small pistol in my pocket, although I have never fired a gun at anybody. It was the fashion at the time. I told you about my experiences in the Libertarian Youth and the anarchist groups. What else? Oh, I spent two years as editor of Solidaridad Obrera, the confederal newspaper of Barcelona, and I contributed to numerous other publications. I would prefer not to speak of my books.

What was the orientation and kind of reader that the various libertarian publications were aimed at?

I have to admit that our publications were generally of low quality with the exception of Estudios (Generación Consciente) in Valencia. It did not occur to us to write for a broader audience. Our press was principally for combat purposes and was largely sectarian and demagogic. This caused us much harm. It was a misfortune to lose the tradition of writing in Catalan. The Castilian speakers dominated us.

I think that this oversight caused us to lose the Catalan peasantry, whom we served up on a platter to the politicians of the Esquerra. This is a lesson that we must heed.

Could you tell us a little about the experience of the Collectivizations?

The collectivist experience is made clear if you read the entire libertarian press from before July 19: the campaign of Isaac Puente with his famous pamphlet, Libertarian Communism, the articles by Carbó in Estudios in Valencia, the contributions of Martínez Rizo, even though he was not an anarchist…. In short, there was a group of people who dared to prefigure a libertarian communist future. At that time an environment was taking shape that was favorable to reflection concerning the question of how to structure the future. This environment was penetrating the people and when July 19 arrived we put it into practice, without orders from any committee. There is one thing that very few people are aware of and that is that there was no directive issued … I have very carefully scrutinized the documentary record of that time and I have not found any directive from any confederal committee (I am referring to the Local, Regional and National Federations, not to the enterprise trade union committees, the rank and file committees…), not one directive that gave the signal to carry out collectivizations.

The collectivizations were carried out spontaneously by the workers. For two reasons: first, because they wanted to; second, because the bourgeoisie, having fled, had cleared the way for them. Everyone knows that when someone opens up a new road, everyone imitates him; collectivism was amplified and became a reality.

However, to engage in a methodical study of this collectivism, I think is a project that has not yet been undertaken, because many elements are lacking for judgment. The revolution was carried out one way and then the historians come along and study it. Those who make revolution do not write it, they make it. This is the problem we face. Now is the time to carry out this labor, to unite all the elements of judgment of those times that we can.

They are looking for testimonies; people are running around like crazy looking for documents. They come to me and say: “Where can we find…?” There are those who are interested in the pedagogical work of the revolution…. Everyone talks about Ferrer and the Modern School. Hardly anyone talks about how the “Comité de l’Escola Nova Unificada” [Committee of the Unified New School] was structured.

Before the war, the trade unions, the libertarian social centers, and also certain individuals, promoted and sometimes even financed the rationalist schools inspired by the pedagogy of Francesc Ferrer. There, boys and girls were taught without religious or official dogmas of any kind, and teaching was carried out in the most scientific way possible. These schools were officially recognized when the CENU was formed and its teachers were granted the official recognition that many of them lacked.

Militias or popular army? Was the dilemma correctly posed: war or revolution?

Every revolution is a war and every war is counterrevolutionary. This principle might lead us to curse the revolution. On the other hand, war can be imposed upon us. I only know two ways to wage war: by means of continuous fronts or on the basis of guerrillas. The latter method is more consistent with the Spanish temperament. In a war of continuous fronts, the winner is the better army. From this point of view it was a mistake to accept classic warfare. Guerrilla war would have had better results. In the era of aviation, it has its shortcomings, but it is the only way to dislocate a better-organized army. The guerrillas first yield ground, and then carry out surprise attacks. But preparation is needed. The CNT and the FAI did not train their people for guerrilla war but for barricade combat in small or large cities. This was an error on the part of our strategists.

War or Revolution? Both. If one wages war instead of the revolution, the politicized militiaman or soldier will know that there will be no revolution and thus loses his will to fight. In our case, the counterrevolution in the rearguard was one of the main factors of the defeat.

What is the balance sheet of activities carried out during the years of exile?

Despite the numerous confrontations, conflicts and disagreements, as far as the CNT is concerned, I think that, taking into account the forty years of being separated from the land where we were born, our emigration can offer a positive balance at the level of cultural and other tasks. It never stopped publishing newspapers, pamphlets, journals and books, some of which were even original. On the other hand, in exile we had children and nieces and nephews who will no longer be Spanish but who have been integrated in all the classes and professions of the countries throughout the world that welcomed us. Soon enough our descendants will no longer feel the Spanish influence in so many countries. But in France I noted this during the events of May ’68. I think that, aside from the Jewish diaspora, our case is one of the most meaningful in the history of emigrations.

Considering the development of modern trade unionism, which has become an instrument of integration into the system and has given rise to a bureaucracy that controls the workers, to what extent are the concepts of anarchism and anarchosyndicalism antithetical?

This topic has always been the subject of polemics and will probably continue to be. I recall quite vividly, when I first became an anarchist, around 1927-1928: we accepted the trade unionist framework because there were no others. In our speeches at the assemblies of the bricklayers, for example, we always spoke of Rousseau, Han Ryder, Voltaire and the Russian revolutionary classics. And the bricklayers, with vacant stares, told us: “Good, we’ll see when you are done!”. The bulletin that we published was written in the same style. By this I mean that, to a young person, anything that had to do with the trade unions, economics, industry … seemed foreign. Such topics seemed to be more suited to people with more settled lives rather than romantics who were born for action. But in the history of anarchism both tendencies have always coexisted. The anarchist tendency, that we used to call the old anarchists; I am referring to the turn of the century, in 1905-1907 and even before, when the famous metal workers strike took place in 1902. During that time the group, “Tierra y Libertad” was formed, they were the purists, they did not even want to hear or talk about trade unions, they proclaimed they were integral, pure and specifically anarchists and who knows what else. And there were also the syndicalists, the anarchosyndicalists, influenced to a certain degree by the French CGT, which was then anarchosyndicalist. They tended to deal with trade union type problems, which entailed a lot of violence then.

In the book by Xavier Quadrat, Socialismo y Anarquismo en Catalunya: Los orígenes de la CNT, there is a discussion of the “Solidaridad Obrera” organization, which was formally constituted in 1907, but which seems to have been really operative since 1904. That organization, with the passing years, became the CNT. There were two tendencies within it: socialists and anarchists. The socialists….

Marxist socialists?

Yes, that is how they described themselves. They were the socialists associated with Pablo Iglesias. The UGT was formed in 1888 in Barcelona, and “Solidaridad Obrera” was founded later, as I mentioned. And this is what the reader of the book by X. Quadrat will ask himself: how is it possible that there were socialists in Solidaridad Obrera, the author grants them as much or more importance than the anarchists, and on the other hand why does he not tell us why these Catalan socialists did not join the ranks of the UGT? He gives the excuse—or more correctly, the argument, since it is a very well-documented book—that the reason for this was the centralism of Pablo Iglesias, who lived in Madrid, and who saw everything from the point of view of the center, and here the Catalan socialists saw things differently, and preferred to be in “Solidaridad Obrera” instead of the UGT.

You are one of those people who think that the entry of the CNT in the government and the republican state was disastrous for the Libertarian Movement. To what extent, however, did the bureaucratization and authoritarianism that corrupted the CNT merely highlight a tendency and a reality that had already existed?

Obviously, nothing is created by spontaneous generation. I recall that before the movement erupted, I had already criticized certain tendencies that were surreptitiously favorable to a certain degree of collaboration with the politicians. And Carbó did, too (Carbó and I published a newspaper called Más Lejos [Further]). I even published an article critical of García Oliver, whom I reproached for some declarations he made that indicated he was an advocate of the seizure of power. This article turned up in the proceedings at the Zaragoza Congress. The delegate of the Leatherworkers Trade Union of Barcelona issued a challenge to me: “We challenge the delegate of L’Hospitalet.” “All right, let’s see, why? Explain it to me.” “Because of this!” And he began to read my article. The Congress broke out in laughter. García Oliver himself mounted the podium and said: “Please, comrades, enough, stop making fools of yourselves”. García Oliver had already revealed himself, during that period, as a supporter of the seizure of power; we (we may say we were the redskins) called this anarcho-bolshevism. That is, this tendency was clearly expressed. And this is not even taking into account the backsliding evidenced by the sector of the reformists, the Treintistas, of those who precipitated the split (well, I don’t know who brought about the split; surely all of them). In fact, what happened was that there were many tendencies that were often rebuffed, but finally these refutations convinced nobody, as in the case of Pestaña, Juan López … who were noted to have a certain understanding with the authorities, especially in Catalunya.

Anyway, I began by saying that nothing is created by spontaneous generation. All movements have their antecedents…. Anarchism, in the final analysis, is a movement of men, and men are complex and we have our weaknesses.

Caballero government ministers (November 1936). From left to right: Jaume Aigudé i Miró (ERC), Federica Montseny (CNT-FAI), Joan García Oliver (CNT-FAI) and Anastasio de Gracia (PSOE)

There are some people (this is most forcefully argued by such critics of syndicalism as Richards, C. Semprún…) who claim that the fact that the CNT participated in state power and accepted—at least part of the CNT—authoritarian discipline, this was due not just to the fact that authoritarian tendencies had already previously arisen within the trade unions, but also to the very nature of syndicalism itself.

This is looking at things with a very particular focus. It is looking at the defects rather than the virtues. While what you say is true, there is also an opposite tendency. There are people who would sacrifice everything for their ideas. They were so suspicious that they condemned anyone, as if they were trying people for thought crimes. And on occasions the consequences of this attitude were that they really did drive the individual they were criticizing to do precisely what they were accusing him of wanting to do. This was the case with Medína González, an Andalusian who wrote a pamphlet and some quite dubious articles. Everyone put him down and I think that this guy finally ended up in the hands of the communists. Another example is what happened to Sender. Sender did not get a warm welcome from us. He worked for Solidaridad Obrera, and was its chief correspondent in Madrid for more than a year; and just when the editorial team of the moderates, led by Peiró, was swept away by the wave of the extremists, led by Felipe Alaiz, the first thing the latter did was to refuse to accept any more of Sender’s articles. Alaiz was a great writer, an individual whose work was very illuminating; in fact, I was a disciple of his to some extent. But this did not prevent me from perceiving his many defects, in the sense that someone who has risen very high, can then fall very far.

During those days there was a great deal of unrest caused by practical problems. There was a maximalist tendency in favor of action, you could call it a Bakuninist tendency, which claimed that destruction would lead to construction. At the same time, there were those who said, “no, it is necessary for us to have as accurate as possible of an idea and a design of the revolution that we are going to carry out”. This is where Isaac Puente comes in. Carbó himself wrote a series of futuristic articles. And so did Higinio Noja Ruiz, one of the best anarchist writers of the thirties. He was the driving force behind the journal Estudios. He is the only anarchist of that period who wrote novels for a mass audience. He was concerned with economic problems of a constructive type, and he was just as accomplished a journalist and art critic as he was a novelist.

So all these tendencies already existed before the war.

So what lessons can we learn from the CNT’s participation in power?

Catastrophic, overwhelmingly catastrophic, since the CNT took on a heart-rending burden. The CNT was in no condition to leave its own terrain and take up a position on another terrain that was full of traps and deceits. The CNT could not adapt in one month, or in two years, or even in four years. It could not make this transition, this involution of a political, despotic type, with its deceptions and fakery. It was incapable of doing this.

First of all, because it conflicted with its own psychology; secondly, because it could not undertake a program of self-reeducation for an accelerated conversion into a political organization with all the prerequisites of such an organization, like the others. All of this is assuming that the CNT was on the right road—I think it was not. The CNT could not, neither from the tactical point of view nor that of principles, accept unlimited collaboration. The CNT was capable of engaging in limited collaboration, without the need to have to dress up their militants like clowns and make them sit on stools, and make them haunt the hallways of government like ghosts.

The CNT could have engaged in very positive work without leaving its own terrain, which was that of the trade unions, and the economy; the latter was the decisive factor in the war and in the revolution.

And by leaving this terrain not only did it leave its own home territory but it also was obliged to combat its own comrades. We need only recall those speeches of the Marxists in which they insulted those who dared to uphold a classic position.

That is, without extremism, without throwing temper tantrums, without closing ourselves off in a 100% intransigent position from the philosophical point of view, the CNT, with the economic lever in its hands, with the collectives, and with so many things that it had in its reach, could have mounted an effective opposition, while by acting otherwise its enemies managed to crush the opposition of the CNT and turn the confederal institutions against it. In conclusion, participation in the government was negative from every point of view.

Federica now says that it could not have been done any other way. This means that in a similar situation she would do the same thing. I ask myself: how could someone call herself an anarchist when she accepts not just that she was, but even that she would once again be a minister?

Who represented the FAI within the libertarian movement and what tendencies existed within it? Don’t you think that the group that you call anarcho-bolshevik was in some respects very libertarian? I am asking you about the FAI because after the war both the bourgeoisie as well as the Marxists have depicted the militants of the FAI as monsters and those of the CNT as decent fellows.

This opens up a whole detective novel. Here you have right before you two persons who were members of the FAI (during the interview, J. Peirats was accompanied by his friend Canela); I was the secretary of the Local Federation of Groups and my friend Canela was the secretary of the Regional Federation of Groups. We were totally opposed to a certain kind of FAIsta propaganda that was not exactly emitted by the FAI itself. That is, there were individuals who did not even belong to the FAI, because I was, from the Local Federation, in a position to control them but was actually unable to do so, and I assume that Canela could not control them, either, from his position in the Regional Federation.

These individuals were the ones who mounted the podiums, who spoke in the name of the FAI. And we became aware of all of this through the newspapers, and it reached the point where one day we held a meeting with Ascaso, García Oliver and Aurelio Fernández at the Local Federation. And we told them that this had to stop, that in order to speak the way they were speaking they had to first make it clear what organization they belonged to and who they represented. And their response was that they did not represent the FAI, but certain authorized Defense Committees, which were organizations that existed at the time, created specifically for action, for strikes and times of unrest, and up to a point we must admit that they were effective: on July 19, for example, these committees worked quite well.

That is, there were people who were speaking in the manner I mentioned above, thus giving the impression that the FAI was a secret Masonic or Jacobin group. They spoke in the name of the FAI. But the truth is that we, at the Local Federation, had no control over them, although they had their supporters among our ranks.

So, with respect to the question of the influence of the CNT and the FAI: the CNT is an organization that was formed in 1910. It is therefore one of the oldest revolutionary organizations, socially speaking, that has ever existed in Spain. Actually, the CNT and the FAI were two separate organizations. The relation between them has been tendentiously falsified, since the creation of the FAI has been attributed to the need to control the CNT. This is false. Not long ago I discovered the summaries of the minutes of the Valencia Conference of July 1927 where the FAI was founded. The complete minutes of this conference do not exist. They were lost. Fortunately someone drafted summaries of them that fell into my hands when I was secretary of the FAI in 1933-1934. In this summary of the minutes CNT-FAI Committees are mentioned, at local, regional and national levels. That is, it mentioned collaboration, rather than the subordination of one organization to the other.

During the revolution, the FAI adopted the same policy as the CNT. And this allowed me to reach a conclusion that is very interesting. It has been claimed that the FAI was the one that dictated orders to the CNT. I always maintained the opposite: it was the CNT that gave the orders to the FAI; it was the CNT that influenced, absorbed and impressed the FAI with its own distinctive traits. The CNT was an organization of a syndicalist revolutionary type and the FAI had to be an organization of an ideological type. Problems of an economic nature and those that arose from the revolutionary context of the moment that affected the CNT also absorbed the FAI. Furthermore, all the militants of the FAI came from the CNT: for both these reasons, the FAI had to be the reflection of the CNT. That is why I always maintained that it was not the FAI that dominated the CNT, but the CNT that dominated the FAI. This was confirmed during the revolutionary period: it was the CNT that took the lead, and the FAI was nothing but a fellow traveler, a friend, a poor relation of the CNT.

So those who made the decision to join the government—García Oliver, Federica Montseny—were not members of the FAI? I only mention this because people normally associate them with the FAI.

García Oliver, Ascaso and others had their own FAI: the group, “Los Solidarios”. In any event, I have always said that there were two ministers from the CNT in the government, and two ministers from the FAI. Officially, however, there were four ministers from the CNT. The fact that the ministers were Peiró and López, on the one side, and García Oliver and Federica Montseny, on the other, clearly shows that there were two currents: the FAIsta and the trade union currents. It is true that Federica Montseny had always identified herself with the activities of the FAI, but I do not believe she belonged to any FAI grouping prior to the movement of 1936.

As for García Oliver, Ascaso, Durruti, etc., I have already mentioned that they had their own FAI. It had about thirty members. And this group worked autonomously. It spoke in the name of the FAI, because the FAI was its shield, its sword and its myth. And, of course, it would have been hard for them to invent a new organization.

The anarcho-bolsheviks identified with the FAI, although Federica Montseny was not a member of this tendency and could not be considered to be on the side of García Oliver. García Oliver, before and even during the first few days of the revolution, had already defined himself as an advocate of the seizure of power. I think that it is quite questionable whether he was sincere about this, however. I have always said, half seriously and half jokingly, that García Oliver was an advocate of the seizure of power during the first few days of July, because he knew that the CNT could not hold power alone. This is demonstrated by the fact that García changed his mind and not only changed his mind, but ended up where he did: in the cabinet.

Canela, myself, and four or five other people formed the group, “Afinitat”. We were always in the opposition within the FAI. We argued that the FAI should carry out work of an ideological, anarchist and doctrinal type in order to thus be capable of justifying the existence of two organizations: one that spoke of ideas and the other that addressed problems of a trade union type like the CNT. We believed that there should not be an FAI that is a copy of the CNT, because then one of the two was superfluous.

How did the CNT react to the course of events in Russia beginning in 1917, and with regard to the news of the extermination of the Russian libertarians at the hands of the Marxist Bolsheviks? And more generally, what position did the CNT take with regard to the Russian Revolution and the bureaucratic counterrevolution of the Marxists?

The Russian Revolution, like all revolutions, always, entailed confusions of an ideological and tactical type. At the time I was a very young child. In 1917, I was not yet a member of the organization; I joined it in 1922 at the age of 14. At the age of fourteen I was incapable of really understanding these things. I was only to get to know them later, through documents.

I remember quite well, as a cause of commotion, that my cousin, who was a militant, came to this very house (I was very young then), and spoke to my mother about the soviets. My cousin was a member of the CNT; he had already been arrested, and had already passed through his baptism of fire. He spoke to my mother about all these things and for the first time I heard talk of the dictatorship of the proletariat, and this idea became fixed in my mind. “Because,” my cousin told her, “there is universal dictatorship and universal suffrage.” (I said to myself: “Universal suffrage? That must be some kind of casserole or something.”) “There is the tendency of Bakunin and there is the tendency of Karl Marx and Lenin.” And I heard all this, and I was bemused but did not understand it. These were my first memories. Later, when I began to take up the sword and go in search of adventures, that was when we informed ourselves about these things.

In Spain it was a time of great confusion. During the Russian Revolution, the anarchists here were quite agitated because the Bolsheviks would say they were anarchists at one time and Marxists at another time. The anarchists of that period and the cenetistas both called themselves Bolsheviks as well as anarchists. That is, they made no distinctions between them. If you have read Lenin’s book, The State and Revolution, you will agree that it is a text that utilizes an anarchoid phraseology, although its true colors show through, and this book certainly created a great deal of confusion because it was published precisely in 1917. And in 1918 a second edition was published. But The State and Revolution was never finished, it was interrupted. Lenin explained that this was because the revolution itself was still not finished. But it turned out that in 1918 there was a second edition, and he neither added nor revised anything, which indicates that he already had a bad conscience about it.

But this book, taking into account the mentality of that era, the fever for action that existed then (the Russian Revolution, the unrest in Germany and Italy), only increased the confusion. The socialists themselves in Spain felt the pressure from the supporters of the Third International. Up to a point this is understandable.

The consequence of all this was that the CNT officially confronted this problem for the first time at its 1919 Congress, the Congress that we call the Comedia, because it was held at the Comedia de Madrid (the socialists always call it the “Congress of the Comedy”, which is their way of saying that we were just a bunch of comedians). There, a very comprehensive debate took place. There one could perceive the disorientation that affected even people who had a clear view of things like Carbó and Buenacasa. Carbó himself said: “We want the dictatorship of the proletariat, we love it, we defend it, we shall defend it.” That is what he said; anyone who knows Carbó, who knows that he was an anarchist from head to toe, would ask himself: how is it possible that Carbó would say such a contradictory thing at that moment? Buenacasa’s speeches were also catastrophic. In opposition, there was the speech of Quintanilla, who was a leader of the opposition. The speeches of Quintanilla, the old Asturian syndicalist, are much more clear. He was a man more firmly rooted in doctrine and with a vision of the future. He saw the development of the process of the revolution in Russia and he allowed himself to criticize it and to confront the Bolshevizing current that was led by precisely Hilari Arlandís (who was later to join the Communist Party).

The speeches in favor of the dictatorship of the proletariat were the result of a lack of information and the demagogy of the Bolsheviks. The word revolution is something that moves the minds of men. Whenever a revolution takes place there is confusion at first, although this confusion is later dissipated. But the mere fact of a revolution is something that causes men to seethe and to boil. It has an enormous attractive force. And these men were in the midst of this phase. I think—I have not seen any copies of it—that a newspaper was even published that was called El Soviet. It was published by the CNT.

Anyway, this polemic that developed at the Congress is summarized in a speech by El Noi del Sucre [“the sugar boy’], Seguí. It appears that he was trying to unite the two tendencies. He proposed that the CNT request provisional membership in the Third International, while awaiting the convocation in Spain of an international congress so that the International would have a consistent doctrine recognized by all its component groups.

This was the reason for Pestaña’s mission. Pestaña went to Russia, and soon after his arrival he began to notice a series of irregularities. While he was there he naturally made contact with the anarchists, who had been subjected to a massacre in 1918. The reaction against the Russian anarchists began in 1918. And in 1919, the anarchists, those who were not dead or in prison, began to wage an anti-Bolshevik struggle.

Among them we find, for example, Emma Goldman and Alexander Berkman, who had been deported from the United States to their country of origin, for having carried out propaganda against the war.

Goldman and Berkman, despite their Bolshevoid tendencies (in the United States, Goldman had published a pamphlet defending the Bolsheviks), once having arrived in Russia quickly recognized what was really going on there; Goldman was the first to react, since Berkman, who was more sceptical, took a little longer to face the facts, because he thought that the situation might have been the product of improvisation, but that with the passage of time it would find its equilibrium point, undergoing changes and that finally the revolution would reach its true goal. Finally, however, he became convinced that the situation was irreversible.

When Pestaña arrived in Russia in 1920, he found all these people there. And the Bolsheviks could no longer deceive him. He made contact with the comrades. They informed him about the situation. Goldman and Berkman themselves were in contact with what we could call the anarchist resistance. So was Kropotkin, who was still living then. Pestaña visited him, too. So when Pestaña returned from Russia, he brought with him a rectification. What happened was that when he arrived in Barcelona, it was under the dictatorship of Martínez Anido, so Pestaña could not deliver his report. The organization was underground. Some time later, his report was published in the form of a pamphlet. Pestaña was dispatched to Russia to attend the Second Congress of the Third International, where he was the delegate of the CNT. In his report he explains all the outrages and underhanded machinations carried out behind closed doors by the Bolsheviks and their lackeys, at a congress where they had complete control over the proceedings. This situation led Pestaña to write that “the presidency was the congress and the congress was a caricature”. I am not referring here to his book, Seventy Days in Russia, but to the official report he submitted in his name to the Committee of the CNT.

This pamphlet by Pestaña, unfortunately, could not be published until much later. The report is dated 1921, from prison. This means that it was not published until the Confederal Conference of Zaragoza in 1922. In 1921 there had already been a reaction because the Russian anarchists who had not been shot succeeded, by means of a hunger strike in the Moscow prison, in drawing attention to their plight and the persecution to which they were subjected.

In 1921 another CNT delegation went to Russia. This delegation was composed of Nin, Maurín, Ibáñez and Hilari Arlandís. If Pestaña could have delivered his report in 1921, it is possible that the organization would have taken care not to send these particular delegates, since some of them were known for their Bolshevoid tendencies. Also, this was during a period of harsh repression and the most important elements of the organization were in jail and some had been assassinated under the “law of flight”: such was the fate of Evelio Boal (who was one of the best secretaries the Organization had ever had, according to Buenacasa).

It was these circumstances that allowed Nin to become the secretary of the CNT during that period, because the organization was young and its inexperienced members voted for him. The notice concerning the convocation of the Plenum stated that it would be held in Barcelona, but its location was then changed to Lérida, where Maurín had a lot of influence. So there is something very fishy about the whole history of this era. Anyway, since Pestaña’s report was not yet widely disseminated, this delegation was appointed, which left for Russia to attend the First Congress of the Red Trade Union International.

This mission was not a total catastrophe, since the delegation insulted Trotsky himself. At one point, right in the middle of the congress proceedings, as a result of the efforts of Emma Goldman and other anarchists who were in hiding, a loud protest was staged to obtain the release of the prisoners held in the Cheka prison at Taganka. They threatened, right in the middle of the congress, that if the prisoners were not freed they would speak out until the whole affair was totally exposed. The Bolsheviks were frightened and promised to free the prisoners. There were many machinations before they fulfilled their promise. Nin’s delegation played a role in the campaign. This is a relatively unknown fact that Emma Goldman comments on in her memoirs…. To the Bolsheviks, all the prisoners were bandits….

When the Congress adjourned the prisoners were released, but they were given bogus passports. When they arrived at their destinations, the authorities were warned that they were Soviet spies. That is, Lenin gave them some passports in order to screw them once they were outside of the Soviet Union. Thus, for example, when Goldman and Berkman arrived in Lithuania they were imprisoned. Finally, thanks to various protests, these comrades could finally live legally in other countries.

At that time in Germany there was a very small but most interesting and active organization: the FAUD. Its leading figure was Rocker. It had some very capable men, men who were actually the founders of the new anarchosyndicalism, since the old anarchosyndicalism of the CGT was in decline: the socialists were taking it over and those who were at first part of the anarchist tendency, like Monatte, were moving towards Bolshevism….

This organization, the FAUD, had direct contacts with the Russian anarchists; their geographical proximity allowed them to establish channels for the exchange of information. The FAUD was the organization that was most well informed with regard to the Russian reality and was engaged in making it known to the world. It published Rocker’s pamphlets, Bolshevism and Anarchism and Soviet or Dictatorship. Then it published Arshinov’s book about the Makhnovist movement, which was first published in a Spanish language edition in Argentina.

In 1922, the National Conference of the CNT was held in Zaragoza, after the fall of the regime of the executioner Martínez Anido. At this Conference everything could be told. Nin was not present because he remained in Russia; Maurín was not there, either, certainly because he had not even been invited. The only member of the delegation to the Red Trade Union International who attended the Conference was Arlandís: he was totally overwhelmed. Pestaña was there, and so was Peiró. Leval submitted a report that caused an uproar. That was when the 1919 resolution, which was provisional, was revised.

Some people say that Salvador Seguí was a “Marxist avant la lettre”. Do you think there is any truth to this opinion?

Frankly, this is an absurd opinion. Seguí was never a Marxist. He was a man who positioned himself in the center. He believed in the organization. He abhorred extremism, he was a constructive man, a syndicalist most of all. There was nothing Marxist about him.

Why were the Russian anarchists, even though they were more numerous than the Bolsheviks, crushed by them?

Look, I don’t know if there were more numerous. They were crushed because the more brutal will always crush those who are less brutal. If you analyze in a little more detail the conditions within which the Bolsheviks operated, their political skills, their Jesuitism, their endless verbiage, the motives they adduced to justify their actions, one will understand the difficult and disadvantageous situation faced by the anarchists. First of all, for example, there was the poverty of the people, which required many sacrifices. Then, there was the White offensive that attempted to conquer territory; and the international conspiracy of all the great powers, and so many other reasons. All of this was like our war, when we were appalled by the sight of Federica Montseny and all the others who were in the government bad-mouthing the collectives. We told ourselves: “What do you want? If we choose any other way, the whole world will turn against us, we will have to break with our policy of collaboration, and collaboration is the only thing that keeps the war going and the war […]” Anyway, those of us who have passed through such a situation will have a good understanding of the Russian case. Revolutions are dangerous because they lead to this kind of psychological situation not just on a mass level, but on the individual level as well. Hunger, for instance. “There is hunger because the economy has not yet been reconstructed”; fear of the reactionary forces: “We have to concentrate state power in an iron grip in order to confront the troops of the White generals”; and the lack of preparation of the people; and the international embargo. All of these things are crucial, just as they were crucial in our war. We were beating ourselves over the head. “We are heading for catastrophe”, we said to ourselves, “towards the negation of what we once were.” Not only did the mass of the people falter, so did many individuals, starting with the leaders, who made a 180-degree turn.

What was the reason for the Stalinist repression and assassination campaign directed against the POUMistas and the libertarians, especially following the political hegemony the Stalinists achieved after the events of May 1937?

The reasons for all these things must be sought in the influence of the GPU, the Russian secret police, in whose hands one might say that the decision-making powers regarding public order had been placed. The police forces were in the hands of these people. That is, they had so thoroughly infiltrated the republican regime that the time came when the government was no longer a government (if we grant that a government can cease to be a government). There was a state within a state. And this state within a state was composed, for example, of the sinister forces unleashed here by Stalin, and with the mentality of Stalin, everything has an explanation. What happened here was nothing but a reflection of the same policies that Stalin had implemented in Russia. You know that in Russia, contrary to what one would assume, against Russia’s own interests, Stalin murdered everyone, even the most talented people. Russia needed generals, officers and instead Stalin did away with them. It was an unreal reality.

These people could not have proceeded any other way. It was the physical elimination not just of the enemy but also of those who never considered themselves to be enemies. It was a purge, pure and simple. There are people who are ready to offer their services to carry out this purge; it was not the Russians themselves who did the work. The Spaniards are also capable of acting in this manner in certain circumstances, when there is fanaticism, as there was at the time, especially if interests of a bureaucratic type are created.

What social and political interests were the actions of the Stalinists supposed to serve?

The Stalinists in Spain did not have their own personalities. They executed the orders of Moscow and they were satisfied with the acquisition of political and military positions. Their interests were those of the Soviet state, not those that they might have had as Spaniards. They were puppets manipulated by Stalin, who flattered their personal ambitions. In general one can say that there were those who acted and those who ceased to act. Those who acted were, naturally, the communists, who were for their part acting on behalf of the secret agents of the GPU. And those who ceased to act were the liberal and bourgeois forces who feared the revolution and who preferred reaction to an actual revolution. I am referring above all to the petty bourgeoisie, such as the Esquerra Republicana de Catalunya, and the republicans more generally. To these people the revolution caused greater terror than fascism; it was the revolution that terrorized them first of all, to such an extent that when July 19 came around, you know that Martínez Barrio offered general Mola the Ministry of War. This shows how afraid they were of the revolution; they did not want it to continue.

Later there was another factor. The communists have a way of going about things that is always manifested in such situations. It was also manifested in May ’68 in Paris: they do not allow a leftist movement to their left to exist. They cannot tolerate the existence of a revolution alongside their revolution. I believe this was the reason for their declaration of war against the CNT. Because the war was against the CNT, not against the POUM. The POUM was caught in the crossfire, the weakest force. This was analyzed quite well by Broué and Temime in their book, La révolution et la guerre d’Espagne. It is the technique of the sausage that cuts one little slice at a time; everyone looks out for themselves and no one stops them; they cut off the weakest parts. When the republicans were in their hands and they saw how they had managed to divide the socialists, then they went straight for the CNT. The socialist party was already divided before the war. But as the war progressed, the communists exploited the rivalries between the Prieto and Caballero factions.

Prieto (Negrín’s patron) is the single person who is most responsible for the socialist crypto-communism of the war. Prieto was not really a Negrinist. He was a man with a grudge against Largo Caballero and prosecuted this grudge to the extent of playing the game of the others, precisely those who would later, with complete justice, get rid of him. The policy of Prieto is the policy of vengeance. Largo Caballero already shunned him even before the war. Do you remember that meeting in Egea held by the Caballero faction where they captured the Young Socialists? He never forgot this. And those young socialists were young socialists, but then they were young unified socialists, that is: Russified. Largo Caballero engaged in that maneuver of uniting the two youth organizations with the conviction that he would absorb the communists because the socialists were in the majority. And the result was just the opposite; the socialists were devoured. This is just one more proof that you cannot play with unity with the communists. They are more sly and always get their way.

During the war the communists succeeded in dividing the socialist party and the UGT. And this made them powerful…. And finally they attacked the Generalitat of Catalunya. It is a lie that the Statute of Autonomy was abolished by Franco: it had already been abolished by the Republic itself, it was abolished by Negrín. And if Negrín abolished it, this was because Companys had to do it after he made his move against the CNT and the POUM. Companys dug his own grave. It was Companys who played the communist hand during the May Events. Companys played the counterrevolutionary hand and then discovered that when the counterrevolution arrived the Statute of Autonomy was annulled.

For the most objective specialists, the May Events constituted a provocation, whose strategist and organizer was Antonov Ovseenko. The comrades, that is, the confederal comrades, reacted, some with the belief that it was another July 19, that the revolution was in danger and that it had to be defended; others, whom we may refer to as the bureaucrats of the organization, came out with other arguments, which in my view were not very sincere: they said that it is better not to respond to this provocation. I think that this was the opinion of those who had comfortable positions and were bureaucratized.

There was also the Group, “The Friends of Durruti”, concerning which a great deal has been said but to which I frankly do not grant much importance. There were people who were not from the CNT, and they spoke a Jacobin language: “Let’s cut off their heads, smash the committees, shoot them”. Knowing these people, they were certainly not the most capable of waging a coherent campaign.

The harshest repression was directed against the POUM. The circumstances surrounding the arrest of the POUM central committee and the kidnapping of Nin are well known. They killed the anarchist Berneri like a rabbit. There is evidence that they kidnapped him; that elements of the PSUC went after him and they got him. Just as they caught all the hostages of the libertarian youth that they had in their hands, and many of them reappeared in the cemetery of Cerdanyola. Alfred Martínez was never found. He disappeared.

When the expeditionary forces of the Valencia Government were on their way to Barcelona, in every area they passed through the elements of the PSUC and the republicans of the Esquerra were emboldened and hunted down the libertarian elements.

They could not go after the libertarians here in Barcelona because they were afraid to do so. At that time I was in Lérida. In Lérida we made them back down. They did not dare to attack us. In that city the POUM was the most powerful force, we were the second most powerful force and they had few supporters. The PSUC, in Lérida, was an import.

There is currently a campaign underway to mythologize President Companys. They are particularly exploiting the fact that he was shot by the fascists. What is your view of the political role of President Companys and the mythologization of his memory that is currently underway?

I think that they will succeed in creating a myth of Companys. However, speaking not just as an anarchist but as a citizen, I think that the policies of President Companys featured many errors and not just during the war.

Let’s just focus on the events of October [1934]: no statesman with his head screwed on right would participate in such a scheme and join such people, the way he did, counting on such sparse forces as he had at his disposal. It was a catastrophic movement. In addition, Companys could not have felt that he would have the support of those who were fighting in Asturias. He could not have felt that he would have the support of what the socialists in Madrid did or did not do, since I doubt that they had any idea of what they were doing. And we still do not know today what they thought they could gain from the events of October.

In any event, the actions of an individual can be as debatable as you like, but if they have a tragic outcome, some considerations of a humanist type arise which are quite understandable. I think that we all sympathize with his death. The shooting of Companys is something ignominious, shameful, outrageous, any adjective you want…. Anyway, except for that, his activity is not very impressive.

I think that he never was a politician in the classical meaning of the word. He committed many blunders. He allowed himself to be dragged along by elements that he believed could help him but it was in fact just those elements that caused him to falter. That is what the PSUC did. Companys was the one they heaped praise upon. And it was Companys whom they helped to undermine and towards the end, the PSUC was even more powerful than the Esquerra Republicana itself, since the latter did not possess a mass of militants that it could mobilize at a moment’s notice, while the PSUC had the UGT. It had managed to attract the most active elements of the petty bourgeoisie and the peasantry and had successfully constructed a powerful UGT. And of course, this base had always been the base of the Esquerra—the peasants, the white-collar workers—but the PSUC won it over to its side. The PSUC conducted an anti-FAIsta propaganda that flattered the small and large landowners and in this sector it was a formidable competitor of the Esquerra itself. It went on undermining his position and Companys kept playing its game. Companys could have relied on other forces….

Getting back to the events of October; according to Munis, the socialist party threatened to revolt unless the government accepted its participation in the cabinet; in the north, the insurrection only made serious headway in those locations where the bureaucracy of the socialist party could not control the rank and file. The workers started a revolution, but Largo Caballero and company used the insurrection of the Asturian workers as leverage to compel the President of the Republic to accept another republican socialist coalition government.

This is the thesis of my book. I think that those people did not really intend to start a revolution. And I also add one other argument; I am referring to the document of Prieto, which I copied from a pamphlet by Llopis, which includes the program of that movement. If you examine it in detail, you will see that it is a completely bourgeois program. There is no mention of a social revolution. And besides, it is a fact that neither in Madrid nor anywhere else in Spain did the socialists mobilize their forces.

I think that the few leaders who did mobilize were dragged along by the rank and file, a particular kind of rank and file. The origin of the Asturian socialist movement is basically anarchist. That is, in Asturias it was the opposite of the way it was in Catalonia. Just as in Catalonia the socialists were active but it was the anarchists who finally dominated the organization, in Asturias the opposite was the case, the anarchists lit the fire, it was the anarchists who trained the Asturian temperament: but then the socialists arrived with electoral promises and they conquered the miners movement and only left the islands of La Felguera and Gijón. In any event, the Asturian miner had always been a revolutionary element. And he left his leaders behind. Because this is not what his leaders wanted: they just wanted to strike fear into the hearts of Gil Robles and company, in order to get them to back down.

Cruells, in El 6 d’octobre a Catalunya, mentions the inferiority complex of the UGT with respect to the CNT, with reference to the revolutionary question, due to the fact that the UGT (Largo Caballero) had collaborated with Primo de Rivera and then with the republican-bourgeois government. To overcome this complex, they had to do something….

I share this opinion because the socialists constituted the pillar of the republican position; the government was republican-socialist. This discouraged them and even discredited them because the Republic had to resort to arms to suppress the insurrection.

Then, in the Center, which had been the private preserve of the socialist party, the organization, the CNT, which had always been in a minority there, began to raise its head—beginning with the construction trade union and continuing with the rest of them—and it was gaining ground.

And this naturally aroused in the socialists, if not an inferiority complex, at least a certain degree of alarm. These people became alarmed and said: “OK, here, against a CNT that is always in the streets, with strikes, which fights and has a critical attitude and attracts the masses, we have to do something.” It was in this context that Largo Caballero delivered those incendiary speeches about the dictatorship of the proletariat. That was the most catastrophic thing he could have done. Gradually it was becoming more and more clear just how insincere he was. I think that it was electoral propaganda. Everyone knows that Largo Caballero discovered Lenin while he was in prison.

Before July 1936, was an alliance between the CNT and the UGT possible, which, according to some historians, could have prevented the “glorious national uprising”?

The fact that the UGT was an appendage of the PSOE and comprised its electoral base, rendered a CNT-UGT pact almost impossible. Besides, the CNT, at its congress of Zaragoza, imposed, as a condition for such a pact, the practical separation of the UGT from the PSOE. I don’t think that a CNT-UGT pact would have prevented the military coup d’état. Instead, it would have precipitated it. The revolutionary pact between the CNT and the UGT in Asturias horrified all the right wing elements, who rapidly encouraged the military to revolt. We already saw what happened in 1934 with that catastrophic plan. And I say that with all due respect for those who sacrificed their lives there.

To what factors do you attribute the loss of ground by the organized anarchist workers movement after the Second World War?

Communism, making use of its populist demagogy, has shaken all the social and political foundations of the world. What is unfortunate is that, by doing so, the classic humanitarian values have been suppressed, more than one might think.

These scholastics and Jesuits of the 20th century have robbed us of the flag of liberty in order to give it a modern touch-up. What they have not been able to conquer they have crushed. This accursed invasion, which has even affected the intellectual classes of the entire world, has transformed the meaning of the revolutionary mystique that represented the spearhead of anarchosyndicalism, and the workers camp has been seriously weakened as a result.

On the other hand, the anarchists have attempted to confront this situation by withdrawing into themselves and carrying out a witch-hunt against all those persons and things that are suspected of heresy. The result has been that new values have not arisen and that we continue to nourish ourselves on the legacy of the old masters. Unless this pernicious trend ceases and unless man recovers his sense of direction, it will be hard for libertarian syndicalism to once again make progress. Another factor of decline has been the invasion of all domains by the state. Social reform laws have brought many benefits to the workers but they have tranquilized their non-conformist spirit, intensified the process of their embourgeoisification within consumer society. Finally, industrialization, with its accompanying technocracy, has shattered the proletarian class into little pieces, transforming it into a scattering of categories, and it thus lost its unity. The anarchists have not yet found their tactical equilibrium within this constantly shifting context.

Published in Anthropos, no. 102, November 1989, pp. 26-35.

Translated from the Spanish in October-November 2013.

Source in spanish, Alasbarricadas

Republication from Libcom.org

Πηγή:eagainst.com

Διαβάστε σχετικά:Το Φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού/ του Murray Bookchin / (μέρος πρώτο)

Το Φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού / του Murray Bookchin / (μέρος δεύτερο)

ΜΑΡΕΪ ΜΠΟΥΚΤΣΙΝ: ΟΙ ΙΣΠΑΝΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΤΑ ΗΡΩΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ 1868-1936

Mερικές κριτικές σημειώσεις πάνω στο φάντασμα του Αναρχοσυνδικαλισμού του Μ.Μπούκτσιν

ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΡΧΟΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ *

Δείτε σχετικά:Αναρχία και αναρχοσυνδικαλισμός

Ο ΑΝΑΡΧΟΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΙΣΠΑΝΙΑ ΣΗΜΕΡΑ

 

 

 

Βιομηχανική κολλεκτιβοποίηση κατά τη διάρκεια της Ισπανικής Επανάστασης

phoca_thumb_l_kollektivbetrieb8[1]

Αν και ήταν στην ύπαιθρο όπου έλαβε χώρα η μεγαλύτερη αναρχική κοινωνικοποίηση, η επανάσταση έγινε στις μεγάλες και μικρές πόλεις. Σε αυτή την περίοδο σχεδόν 2 εκατομμύρια από τον συνολικό πληθυσμό των 24 εκατομμυρίων εργαζόταν στη βιομηχανία, 70% των οποίων συγκεντρωνόταν στην περιοχή της Καταλωνίας. Εκεί μέσα σε ώρες από τη φασιστική επίθεση οι εργάτες κατέλαβαν υπό τον έλεγχο τους 3000 επιχειρήσεις. Αυτό συμπεριλάμβανε όλες τις υπηρεσίες δημοσίων μεταφορών, ναυσιπλοΐα, ηλεκτρικές και εταιρείες ενέργειας, εργασίες αερίου και νερού, εργοστάσια μηχανών και αυτοκινήτων, ανθρακωρυχεία, τσιμεντοβιομηχανίες, κλωστοϋφαντουργίες και βιομηχανίες χαρτιού, ηλεκτρικών και χημικών προϊόντων, εργοστάσια υαλοποιίας και αρωματοποιίας, τροφίμων και μπυραρίες.

Σε αυτές τις βιομηχανικές περιοχές έγιναν κάποιες από τις πρώτες κολλεκτιβοποιήσεις. Παραμονή του στρατιωτικού πραξικοπήματος κηρύχτηκε από την CNT γενική απεργία. Όμως μόλις τελείωσε η πρώτη περίοδος της σύγκρουσης ήταν καθαρό ότι το επόμενο ζωτικό βήμα ήταν η συνέχιση της παραγωγής. Πολλοί από τους αστούς που συμπαθούσαν τον Φράνκο μετά την ήττα των στρατιωτικών δυνάμεων το σκάσανε. Αμέσως τα εργοστάσια και τα εργαστήρια τους καταλήφθηκαν και λειτούργησαν από τους εργαζόμενους. Κάποιες άλλες μερίδες των αστών ήταν απρόθυμες να κρατήσουν τα εργοστάσια ανοιχτά και κλείνοντας τα προσπάθησαν να συνεισφέρουν έμμεσα στο στόχο του Φράνκο. Κλείνοντας τα εργοστάσια και τα εργαστήρια θα οδηγούσαν σε μεγαλύτερη ανεργία και φτώχεια, που θα μπορούσε να βοηθήσει τον εχθρό. “Οι εργάτες το κατάλαβαν ενστικτωδώς, και ίδρυσαν σχεδόν σε όλα τα εργαστήρια, επιτροπές ελέγχου, που είχαν ως σκοπό να επιτηρούν την πρόοδο της παραγωγής, και να ελέγχουν την οικονομική θέση του ιδιοκτήτη κάθε εγκατάστασης. Σε πολλές περιπτώσεις, ο έλεγχος πέρασε γρήγορα από την επιτροπή ελέγχου, σε μία επιτροπή διαχείρισης, όπου ο εργοδότης συμμετείχε και αμοιβόταν με τον ίδιο μισθό. Με αυτόν τον τρόπο ένας αριθμός εργοστασίων και εργαστηρίων στην Καταλωνία πέρασε στα χέρια των εργατών, που συμμετείχαν σε αυτά.” [1]

Επίσης ήταν μεγάλης σημασίας να δημιουργηθεί χωρίς καθυστέρηση, η πολεμική βιομηχανία με σκοπό να τροφοδοτεί το μέτωπο και να ξανακινήσει το σύστημα μεταφορών προκειμένου πολιτοφύλακες και εφόδια να φτάνουν στο μέτωπο. Επομένως οι πρώτες απαλλοτριώσεις βιομηχανιών και δημόσιων υπηρεσιών έγιναν για να εξασφαλίσουν τη νίκη απέναντι στο φασισμό, με τους αναρχικούς αγωνιστές να αποκτούν πλεονέκτημα της κατάστασης, για να την σπρώξουν άμεσα προς τους σκοπούς της επανάστασης.

Ο ρόλος της CNT

Η κοινωνική επανάσταση μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητή στο πλαίσιο της σχετικά μεγάλης ιστορίας της οργάνωσης και της κοινωνικής πάλης των εργατών στην Ισπανία. Η CNT που ήταν η κύρια δύναμη των κολλεκτιβοποιήσεων, υπήρχε από το 1910 και το 1936 μετρούσε 1.5 εκατομμύρια μέλη. Το αναρχικο-συνδικαλιστικό κίνημα υπήρχε στην Ισπανία από το 1870, και από τη γέννηση του ως τη (μερική) πραγματοποίηση του τελικού ιδανικού του κατά τη διάρκεια της κοινωνικής επανάστασης, είχε μία ιστορία αδιάκοπης συμμετοχής στην έντονη κοινωνική πάλη – “μερικές και γενικές απεργίες, σαμποτάζ, δημόσιες διαμαρτυρίες, συσκέψεις, πάλη ενάντια στους απεργοσπάστες…, φυλακίσεις, μετατοπίσεις, δίκες, εξεγέρσεις, λοκ αουτς, μερικές ένοπλες ενέργειες (attentat)” [2].

Το 1936 οι αναρχικές ιδέες ήταν διάχυτες. Η κυκλοφορία αναρχικών εκδόσεων σε αυτή την εποχή δίνει μία ιδέα: υπήρχαν δύο αναρχικές καθημερινές εφημερίδες, μία στη Βαρκελώνη και μία στη Μαδρίτη, και οι δύο όργανα της CNT με κυκλοφορία μεταξύ 30 έως και 50 χιλιάδες φύλλα. Υπήρχαν περίπου 10 περιοδικά, πρόσθετα στις διάφορες αναρχικές επιθεωρήσεις με κυκλοφορίες πάνω από 70.000 κομμάτια. Σε όλα τα αναρχικά κείμενα, μπροσούρες και βιβλία, καθώς και σε κάθε σύσκεψη σωματείου ή ομάδας, συζητιόταν διαρκώς και συστηματικά το πρόβλημα της κοινωνικής επανάστασης. Επομένως η ριζοσπαστική φύση της ισπανικής εργατικής τάξης, πολιτικοποιημένης μέσω της πάλης και της αναμέτρησης, καθώς και η επιρροή των αναρχικών ιδεών σήμαινε ότι σε μία επαναστατική κατάσταση οι αναρχικοί μπορούσαν να έχουν μαζική λαϊκή υποστήριξη.

Στον πυρήνα της CNT υπήρχε μία μεγάλη δημοκρατική παράδοση. Οι αποφάσεις σε όλα τα τοπικά και άμεσα θέματα όπως οι μισθοί και οι συνθήκες ήταν στα χέρια των τοπικών μελών που συναντιόταν τακτικά στη γενική συνέλευση. Η αμοιβαία βοήθεια και η αλληλεγγύη ανάμεσα στους εργάτες ενθαρρυνόταν και τοποθετούνταν ως ο κύριος δρόμος για νικηφόρες απεργίες. Η CNT οργάνωνε όλους τους εργαζόμενους άσχετα με την ειδικότητα. Με άλλα λόγια, οι εργαζόμενοι ενθαρρυνόταν να διαμορφώσουν ένα γενικό σωματείο από τους τομείς σε κάθε συγκεκριμένη βιομηχανία, παρά χωριστά σωματεία για κάθε διαφορετική δουλειά. Τόσο η δημοκρατική παράδοση όσο και η βιομηχανική φύση της οργάνωσης των σωματείων επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τις επαναστατικές κολλεκτίβες, που γενικά βγήκαν μέσα και σχηματίστηκαν από τα βιομηχανικά σωματεία που ήδη υπήρχαν.

Μία επίσης σημαντική πλευρά της CNT που μετρούσε στη δύναμη της επανάστασης ήταν η χρήση της άμεσης δράσης. “Η CNT πάντα υπερασπιζόταν “την άμεση δράση των εργαζόμενων” ως μέσο επίλυσης των διαφορών. Η πολιτική αυτή ενθάρρυνε την αυτο-εκτίμηση και την αυτοπεποίθηση στα σωματεία και τα μέλη τους – υπήρχε μία επικρατούσα κουλτούρα του “εάν θέλουμε κάτι να επιλυθεί πρέπει να το κάνουμε μόνοι μας” [3] Τελικά η ομοσπονδιακή δομή της CNT που βασίστηκε στην τοπική αυτονομία και που δημιούργησε μία σταθερή αλλά επίσης υψηλά αποκεντρωτική μορφή, ενθάρρυνε την αυτοεκτίμηση και την πρωτοβουλία, απαραίτητες ιδιότητες που συνεισέφεραν τα μέγιστα στην επιτυχία της επανάστασης.

Ο Gaston Leval φωτίζει τη σημασία που είχε η κουλτούρας της άμεσης δημοκρατίας και η αυτοεκτίμηση μέσα στην επαναστατική κατάσταση, όταν συγκρίνει το ρόλο της CNT και αυτό της UGT στην κοινωνικοποίηση των σιδηρόδρομων. Περιγράφοντας τον υψηλά οργανωμένο, αποδοτικό και υπεύθυνο τρόπο με τον οποίο η βιομηχανία των σιδηροδρόμων μπήκε μέσα σε λίγες μέρες ξανά σε τροχιά κάτω από τον επαναστατικό έλεγχο γράφει: “Όλα αυτά επιτεύχθηκαν με τη μοναδική πρωτοβουλία του Συνδικάτου και των αγωνιστών της CNT. Οι άλλοι της UGT στους οποίους κυριαρχούσε ως στοιχείο το προσωπικό των διευθύνσεων είχαν παραμείνει παθητικοί, συνήθως μεταφέραν εντολές από πάνω, και περίμεναν. Όταν δεν ερχόταν ούτε εντολές ούτε αντιεντολές, και οι σύντροφοι μας προηγούνταν, αυτοί απλά ακολουθούσαν το ισχυρό ρεύμα που μετέφεραν μαζί τους.” [4]

Η ιστορία της πάλης και της οργάνωσης και η αναρχοσυνδικαλιστική φύση των σωματείων έδωσε στους αγωνιστές της CNT την αναγκαία εμπειρία της αυτοοργάνωσης και της πρωτοβουλίας, που όταν έφτασε ο καιρός μπορούσε να χρησιμοποιηθεί φυσικά και αποτελεσματικά στην αναδιοργάνωση της κοινωνίας με βάση τις αναρχικές γραμμές. “Είναι ξεκάθαρο, η κοινωνική επανάσταση που έλαβε χώρα τότε, δεν προήλθε από την απόφαση των ηγετικών οργανισμών της CNT… ξέσπασε αυθόρμητα, φυσικά, όχι… γιατί “ο λαός” γενικά έγινε ξαφνικά ικανός να κάνει θαύματα, χάρη στην επαναστατική θεώρηση που ξαφνικά τον ενέπνευσε, αλλά γιατί, και αξίζει να το επαναλαμβάνουμε, ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους υπήρχε μία μεγάλη μειονότητα, που ήταν δραστήρια, δυνατή, οδηγούμενη από το ιδανικό που συνέχιζε μέσα από την πάλη που ξεκίνησε από την εποχή του Μπακούνιν και της Πρώτης Διεθνούς” [5]

Η αναρχική δημοκρατία σε δράση μέσα στις κολλεκτίβες.

Οι κολλεκτίβες βασιζόταν στη εργατική αυτοδιαχείριση των εργασιακών χώρων. Ο Augustin Souchy γράφει: “Οι κολλεκτίβες που οργανώθηκαν κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφύλιο ήταν οικονομικές ενώσεις των εργατών χωρίς ατομική ιδιοκτησία. Το γεγονός ότι τα κολλεκτιβίστικα εργοστάσια διαχειρίζονταν από αυτούς που τα δούλευαν δεν σήμαινε ότι αυτές οι εγκαταστάσεις έγιναν ατομική τους ιδιοκτησία. Η κολλεκτίβα δεν είχε κανένα δικαίωμα να πουλήσει ή να νοικιάσει οποιοδήποτε μέρος του κολλεκτιβοποιημένου εργοστασίου ή εργαστηρίου. Ο νόμιμος φύλακας ήταν η CNT η Εθνική Συνομοσπονδία των Εργατικών Ενώσεων. Αλλά ούτε η CNT είχε το δικαίωμα να κάνει ό,τι την ευχαριστούσε. Κάθε τι έπρεπε να αποφασίζεται και να επικυρώνεται από τους εργαζόμενους μέσω συνεδρίων και συσκέψεων.” [6]

Ακολουθώντας τη δημοκρατική παράδοση της CNT οι βιομηχανικές κολλεκτίβες είχαν μία από τα κάτω προς τα πάνω οργανωτική δομή εκπροσώπησης. Η βασική μονάδα λήψης αποφάσεων ήταν η συνέλευση των εργατών, που με τη σειρά της εξέλεγε τους εκπροσώπους για τη διαχείριση των επιτροπών που θα επιτηρούσαν την καθημερινή δραστηριότητα του εργοστασίου. Αυτές οι εκλεγμένες επιτροπές διαχείρισης εξουσιοδοτούνταν με το να φέρουν σε πέρας τις εντολές που αποφασιζόταν από τις συνελεύσεις και όφειλε να αναφέρεται πίσω και να λογοδοτεί στη συνέλευση των εργαζόμενων. Οι επιτροπές διαχείρισης επίσης επικοινωνούσαν τις παρατηρήσεις τους στην κεντρική επιτροπή διαχείρισης.

Γενικά, κάθε βιομηχανία είχε μία κεντρική επιτροπή διαχείρισης που απαρτιζόταν από εκπροσώπους από κάθε κλάδο εργασίας και εργαζόμενους αυτής της βιομηχανίας. Για παράδειγμα, στην κλωστοϋφαντουργία στην Alcoy υπήρχαν 5 γενικοί κλάδοι εργασίας: ύφανση, παραγωγή νήματος, πλέξιμο, εμπορία πλεκτών και λανάρισμα. Οι εργαζόμενοι σε κάθε μία από αυτές τις ειδικευμένες περιοχές εξέλεγαν έναν εκπρόσωπο να τους εκπροσωπεί στην ευρύτερη βιομηχανική επιτροπή διαχείρισης. Ο ρόλος αυτής της επιτροπής, που είχε επίσης και μερικούς ειδικούς- τεχνικούς, συμπεριλάμβανε την καθοδήγηση της παραγωγής σύμφωνα με τις οδηγίες που παίρναν από τις γενικές συνελεύσεις των εργατών, να συντάσσουν αναφορές και στατιστικές για την πρόοδο της εργασίας και να ασχολούνται με θέματα που αφορούν τα οικονομικά και τον συντονισμό. Με τα λόγια του Gustav Leval “Η γενική οργάνωση βρισκόταν για αυτό από τη μία πλευρά στην εργασία και από την άλλη στη συνθετική βιομηχανική δομή” [7]

Σε όλα τα στάδια, η γενική συνέλευση των εργαζόμενων του Συνδικάτου ήταν το τελικό σώμα λήψης των αποφάσεων. “όλες οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονταν από τις γενικές συνελεύσεις των εργατών,…[που] τις παρακολουθούσαν ευρύτερα και γινόταν τακτικά.. εάν ένας διαχειριστής έκανε κάτι που η γενική συνέλευση δεν τον εξουσιοδότησε, εκθρονιζόταν στην επόμενη συνάντηση” [8] Οι αναφορές από τις διάφορες επιτροπές εξεταζόταν και συζητιόταν στις γενικές συνελεύσεις και τελικά εισαγόταν εάν η πλειοψηφία τις ενέκρινε για χρήση. “Δεν αντιμετωπίζαμε έτσι μία διευθυντική δικτατορία, αλλά μάλλον μία λειτουργική δημοκρατία, στην οποία οι ειδικευμένες εργασίες έπαιζαν το ρόλο τους, τον οποίο ρυθμίζαμε μετά από γενική εξέταση στη συνέλευση” [9]

Προχωρώντας για την Επανάσταση

Το στάδιο της ευρύτερης κοινωνικοποίησης της βιομηχανίας δεν έγινε μέσα σε μία νύχτα αλλά ήταν μία βαθμιαία και εξελικτική διαδικασία. Ούτε όλες οι βιομηχανικές κολλεκτίβες προχώρησαν με τον ίδιο τρόπο παντού, ο βαθμός κοινωνικοποίησης και η ακριβής μέθοδος ποίκιλλε από χώρο σε χώρο. Όπως ειπώθηκε στην εισαγωγή, ενώ κάποιοι εργασιακοί χώροι καταλήφθηκαν άμεσα από τους εργαζόμενους, σε άλλους πήραν τον έλεγχο φτιάχνοντας πρώτα μία επιτροπή ελέγχου, που στόχευε στο να εξασφαλίσει τη συνέχιση της παραγωγής. Από αυτό το επόμενο φυσικό βήμα ήταν να καταληφθεί ο χώρος ολοκληρωτικά από τους εργαζόμενους.

Αρχικά, όταν η συνέχιση της παραγωγής ήταν το πιο πιεστικό καθήκον, υπήρχε μικρός τυπικός συντονισμός ανάμεσα στα διαφορετικά εργαστήρια και τις βιομηχανίες. Η έλλειψη συντονισμού δημιούργησε πολλά προβλήματα όπως σημειώνει ο Leval: “Οι τοπικές βιομηχανίες πήγαν μέσω βημάτων που υϊοθετήθηκαν σχεδόν καθολικά από την επανάσταση… Στην πρώτη φάση, οι επιτροπές προτείνονταν από τους εργαζόμενους που απασχολούνταν σε αυτές [στις οποίες ήταν οργανωμένες] Η παραγωγή και οι πωλήσεις συνέχιζαν σε κάθε μία. Αλλά σύντομα ήταν καθαρό ότι η κατάσταση αυτή οδηγούσε σε ανταγωνισμό ανάμεσα στα εργοστάσια… δημιουργώντας αντιζηλίες που ήταν ασυμβίβαστες με την σοσιαλιστική και ελευθεριακή προοπτική. Έτσι η CNT λάνσαρε το σύνθημα: “όλες οι βιομηχανίες πρέπει να διακλαδίζονται με τα Συνδικάτα, απόλυτα κοινωνικοποιημένες, και το καθεστώς της αλληλεγγύης που έχουμε υπερασπίσει πρέπει να θεμελιωθεί μία και για πάντα.” [10]

Η ανάγκη να διορθωθεί αυτή η κατάσταση – που ενώ οι εργαζόμενοι είχαν πάρει τον έλεγχο των εργασιακών χώρων συχνά λειτουργούσαν ανεξάρτητα και ανταγωνιστικά μεταξύ τους – και η ολοκλήρωση της διαδικασίας κοινωνικοποίησης για να αποφύγουμε τους κινδύνους των μερικά μόνο κολλεκτιβοποιήσεων ήταν ένα καθήκον που πολλοί εργάτες έντονα συνειδητοποιούσαν. Ένα μανιφέστο του Συνδικάτου της βιομηχανίας ξύλου που τυπώθηκε το Δεκέμβρη του 36 τονίζει την απουσία συντονισμού και αλληλεγγύης ανάμεσα στους εργάτες των διαφορετικών βιομηχανιών και εργοστασίων θα οδηγούσε σε μία κατάσταση όπου οι εργάτες στις πιο ευνοημένες και επιτυχημένες βιομηχανίες θα γινόταν οι νέοι προνομιούχοι, αφήνοντας πίσω εκείνους χωρίς πρώτες ύλες στις δυσκολίες τους, και αυτό με τη σειρά του θα οδηγούσε στη δημιουργία δύο τάξεων: “των νέων πλούσιων και των πάντα φτωχών-φτωχών” [11]

Μπροστά σε αυτή την επίδραση έγιναν μεγάλες προσπάθειες από τις κολλεκτίβες να μην ανταγωνίζονται μεταξύ τους για τα κέρδη αλλά και να μοιράζονται τις υπεραξίες κατά μήκος όλων των βιομηχανιών. Έτσι το παράδειγμα των τραμ της Βαρκελώνης, που ήταν ιδιαίτερα επιτυχές, συνεισέφερε οικονομικά στην ανάπτυξη των άλλων συστημάτων μεταφοράς στη Βαρκελώνη και τις βοήθησε με τις προσωρινές τους δυσκολίες. Υπήρχαν επίσης πολλές περιπτώσεις αλληλεγγύης κατά μήκος όλων των βιομηχανιών. Στην Alcoy, για παράδειγμα, όταν το Συνδικάτο τυπογραφίας, χάρτου και χαρτονιού είχε δυσκολίες τα υπόλοιπα 16 συνδικάτα που σχημάτιζαν την τοπική ομοσπονδία της Alcoy έδωσαν οικονομική βοήθεια, που κατέστησε ικανό το Συνδικάτο τυπογραφίας να επιβιώσει.

Ωστόσο το να φέρουν την αναρχική κοινωνία ένα βήμα κοντύτερα ήταν επίσης θέμα αποδοτικής βιομηχανικής οργάνωσης. Στο μανιφέστο που τυπώθηκε από το Συνδικάτο της βιομηχανίας ξύλου δηλωνόταν: “Το συνδικάτο ξύλου έχει θελήσει να προηγηθεί όχι μόνο κατά το δρόμο της επανάστασης, αλλά επίσης να προσανατολίσει την επανάσταση στα συμφέροντα της οικονομίας μας, της λαϊκής οικονομίας” [12] Τον Δεκέμβρη του 36 έγινε μία γενική συνέλευση των συνδικάτων, όπου αναλύθηκε η ανάγκη να αναδιοργανωθεί ολοκληρωτικά το μη αποδοτικό καπιταλιστικό βιομηχανικό σύστημα και να πιεστεί προς την ολική κοινωνικοποίηση. Η αναφορά της συνέλευσης δήλωνε:
«το βασικό ελάττωμα των μικρών βιοτεχνικών καταστημάτων είναι η τμηματοποίηση και η απουσία τεχνικής και εμπορικής προετοιμασίας. Αυτό αποτρέπει τον εκσυγχρονισμό και την σταθεροποίηση σε καλύτερες και αποδοτικότερες μονάδες παραγωγής, με καλύτερες λειτουργίες και συντονισμό… Για εμάς, η κοινωνικοποίηση πρέπει να διορθώσει αυτά τα ελαττώματα και τα συστήματα οργάνωσης σε κάθε βιομηχανία… Για την κοινωνικοποίηση της βιομηχανίας, πρέπει να σταθεροποιήσουμε τις διαφορετικές μονάδες κάθε κλάδου της βιομηχανίας σύμφωνα με το γενικό και οργανικό πλάνο που θα αποφύγει τον ανταγωνισμό και άλλες δυσκολίες που παρακωλύουν την καλή και αποδοτική οργάνωση της παραγωγής και της κατανομής…»[13]

Η προσπάθεια που έγινε για να τελειώσουν με τα μικρά, ανθυγιεινά και ακριβά εργαστήρια και εργοστάσια ήταν σημαντικό χαρακτηριστικό της διαδικασίας της βιομηχανικής κολλεκτιβοποίησης. Όπως και με την περίπτωση της καλλιέργειας της γης, ήταν αισθητό ότι με τη λειτουργία των εργαστηρίων και των εργοστασίων “η διάχυση των δυνάμεων αντιπροσώπευε μία τεράστια απώλεια ενέργειας, μία ανορθολογική χρήση ανθρώπινης εργασίας, μηχανών και πρώτων υλών, έναν άχρηστο διπλασιασμό των προσπαθειών” [14] Για παράδειγμα, στην πόλη του Granollers “Όλα τα είδη των πρωτοβουλιών που έτειναν να βελτιώσουν τη λειτουργία και τη δομή της τοπικής οικονομίας θα μπορούσαν να αποδοθούν στο …[συνδικάτο]. Επομένως σε ένα σύντομο διάστημα, εφτά κολλεκτιβοποιημένα κομμωτήρια στήθηκαν μέσω των προσπαθειών τους, αντικαθιστώντας έναν άγνωστο αριθμό παλιών εγκαταστάσεων. Όλα τα εργαστήρια και τα μικρά εργοστάσια στην παραγωγή παπουτσιών αντικαταστάθηκαν από μία μεγάλη βιομηχανία στην οποία χρησιμοποιούνταν μόνο οι καλύτερες μηχανές, και όπου έγιναν οι αναγκαίες υγειονομικές προβλέψεις για τους εργάτες. Παρόμοιες βελτιώσεις έγιναν στη μηχανική βιομηχανία όπου ένας μεγάλος αριθμός μικρών, σκοτεινών και πνιγερών χυτηρίων αντικαταστάθηκαν από μερικές μεγάλες μονάδες εργασίας στις οποίες ο αέρας και ο ήλιος περνούσαν ελεύθερα… η κοινωνικοποίηση πήγαινε χέρι-χέρι με τον εξορθολογισμό” [15]

barcelonapublictransitposterΗ δημιουργική οδήγηση απελευθερώνεται

Τα τραμ της Βαρκελώνης

Όπως και στην περίπτωση με τις κολλεκτίβες της υπαίθρου, η αυτοδιαχείριση των εργαζόμενων στις πόλεις συνοδεύτηκε με αξιοσημείωτες βελτιώσεις στις εργασιακές συνθήκες, στην παραγωγικότητα και την αποδοτικότητα. Ας πάρουμε για παράδειγμα τα επιτεύγματα των τραμ της Βαρκελώνης. Μόλις πέντε μέρες μετά τη λήξη των συγκρούσεων, οι γραμμές των τραμ είχαν καθαριστεί και επιδιορθωθεί και εφτακόσια τραμ, δηλαδή εκατό παραπάνω από τα συνήθη εξακόσια, εμφανίστηκαν στο δρόμο, όλα βαμμένα διαγώνια με τα κοκκινόμαυρα χρώματα των CNT-FAI. Η τεχνική οργάνωση των τραμ και η κυκλοφοριακή λειτουργία βελτιώθηκαν σε μεγάλο βαθμό, νέα συστήματα ασφάλειας και σηματοδότησης εισήχθησαν και οι γραμμές του τραμ ενισχύθηκαν. Ένα από τα πρώτα μέτρα της κολλεκτιβοποίησης των τραμ ήταν η απόλυση των υψηλόμισθων στελεχών της εταιρείας, γεγονός που επέτρεψε στην κολλεκτίβα να μειώσει τα εισιτήρια των επιβατών. Οι μισθοί πλησίασαν τη βασική ισοτιμία με τους ειδικευμένους εργαζόμενους, που κέρδιζαν μία πεσέτα επιπλέον από τους ανειδίκευτους. Οι εργασιακές συνθήκες βελτιώθηκαν πάρα πολύ, με τους εργαζόμενους να εφοδιάζονται με καλύτερες ανέσεις, και μερικές νέες δωρεάν ιατρικές υπηρεσίες οργανώθηκαν που δεν εξυπηρετούσαν μόνο τους εργαζόμενους των τραμ αλλά και τις οικογένειες τους.

Η κοινωνικοποίηση της Ιατρικής

Η κοινωνικοποίηση της ιατρικής ήταν ένα ακόμα διακεκριμένο επίτευγμα της επανάστασης. Μετά τη 19η Ιουλίου το θρησκευόμενο προσωπικό που είχε διευθύνει τις υπηρεσίες υγιεινής εξαφανίστηκε μέσα σε μία νύχτα από τα νοσοκομεία, τα φαρμακεία και άλλους φιλανθρωπικούς θεσμούς, κάνοντας αναγκαία την άμεση βελτίωση νέων μεθόδων οργάνωσης. Μπροστά σε αυτή την επίδραση δημιουργήθηκε το Συνδικάτο των Υγειονομικών Υπηρεσιών στη Βαρκελώνη το Σεπτέμβριο του 1936. Μέσα σε μερικούς μήνες είχε 7000 ειδικευμένα ιατρικά επαγγελματικά μέλη, πάνω από 1000 ήταν γιατροί διαφορετικών ειδικοτήτων. Εμπνευσμένο από το μεγάλο κοινωνικό ιδανικό ο σκοπός του Συνδικάτου ήταν να αναδιοργανώσει ουσιαστικά ολόκληρη την πρακτική της ιατρικής και των υπηρεσιών δημόσιας υγείας. Το Συνδικάτο ήταν μέρος της Εθνικής Ομοσπονδίας για τη Δημόσια Υγεία, ένα τμήμα της CNT που το 1937 είχε 40.000 μέλη.

Η περιοχή της Καταλωνίας χωρίστηκε σε 35 κέντρα μεγαλύτερης ή μικρότερης σημασίας, εξαρτώμενων από την πυκνότητα του πληθυσμού, με ένα τέτοιο τρόπο που κανένα χωριό ή χωριουδάκι να μην είναι χωρίς υγειονομική προστασία ή ιατρική φροντίδα. Σε ένα χρόνο, στη Βαρκελώνη μόνο, έξι νέα νοσοκομεία δημιουργήθηκαν, συμπεριλαμβάνοντας δύο στρατιωτικά για τις πολεμικές απώλειες. Εννέα νέα σανατόρια εγκαταστάθηκαν σε απαλλοτριωμένες ιδιοκτησίες σε διαφορετικά μέρη της Καταλωνίας. Ενώ πριν την επανάσταση οι γιατροί συγκεντρωνόταν σε πλούσιες περιοχές, τώρα στέλνονταν όπου ήταν περισσότερο απαραίτητοι.

Εργοστάσια και εργαστήρια

Στα εργοστάσια επίσης έγιναν μεγάλες καινοτομίες. Πολλοί εργασιακοί χώροι, με τον έλεγχο των εργαζόμενων, μετατράπηκαν σε παραγωγή πολεμικού υλικού για τα αντιφασιστικά στρατεύματα. Αυτή ήταν η περίπτωση της μεταλλοβιομηχανίας στην Καταλωνία που ανοικοδομήθηκε ολοκληρωτικά. Μόνο μερικές μέρες μετά τη 19η Ιουλίου, για παράδειγμα, η αυτοκινοτοβιομηχανία Hispano-Suiza μετατράπηκε σε εργοστάσιο για θωρακισμένα αυτοκίνητα, ασθενοφόρα, όπλα, και πυρομαχικά για το πολεμικό μέτωπο. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η οπτική βιομηχανία η οποία δεν υπήρχε πριν τη βιομηχανία. Τα μικρά διασκορπισμένα εργαστήρια που υπήρχαν πριν μετατράπηκαν εθελοντικά σε μία κολλεκτίβα που κατασκεύασε ένα νέο εργοστάσιο. “Σε μικρό χρόνο το εργοστάσιο παρήγαγε γυαλιά για την όπερα, κυάλια, τηλέμετρα, όργανα έρευνας, βιομηχανικό γυαλί σε διαφορετικά χρώματα, και ειδικά επιστημονικά όργανα. Επίσης κατασκεύαζε και επιδιόρθωνε οπτικό εξοπλισμό για το μέτωπο… ότι είχαν αποτύχει οι καπιταλιστές να κάνουν, κατορθώθηκε από τη δημιουργική ικανότητα των μελών του Σωματείου των Οπτικών εργαζόμενων της CNT” [16]

Ένα καλό παράδειγμα του επιπέδου μερικών βιομηχανικών κολλεκτίβων είναι η κλωστοϋφαντουργία, που λειτουργούσε αποδοτικά και απασχολούσε “σχεδόν το ένα τέταρτο ενός εκατομμυρίου κλωστοϋφαντουργών σε εργοστάσια διασκορπισμένα σε έναν αριθμό πόλεων… Η κολλεκτιβοποίηση της κλωστοϋφαντουργίας θρυμμάτισε μια και για πάντα το μύθο ότι οι εργάτες ήταν ανίκανοι να διαχειριστούν μία μεγάλη και πολύπλοκη εταιρεία.” [17]

Ένα από τα πρώτα βήματα προς την οικοδόμηση μίας αναρχικής κοινωνίας είναι η ισοστάθμιση των μισθών. Αυτό είναι αναγκαίο για να μπει ένα τέλος με τις διαιρέσεις ανάμεσα στην εργατική τάξη, διαιρέσεις που υπηρετούν μόνο στην αποδυνάμωση της τάξης ως σύνολο. Στις βιομηχανικές κολλεκτίβες αυτό δεν συνέβαινε αμέσως και υπήρχαν αρκετές φορές σχετικά μικρές διαφορές στους μισθούς ανάμεσα στους τεχνικούς και τους ειδικευμένους εργάτες. Οι μισθοί αποφασίζονταν από τους ίδιους τους εργάτες στις γενικές συνελεύσεις των Συνδικάτων. Συχνά οι διαφορές στους μισθούς ανάμεσα στους εργάτες με τεχνική ευθύνη και αυτούς χωρίς, αποφασιζόταν από την πλειοψηφία των εργατών ως ένα προσωρινό μέτρο για να αποφύγουν σε αυτό το στάδιο της επανάστασης τις προκλητικές διαμάχες, και να εξασφαλίσουν με κάθε κόστος την ομαλή λειτουργία της παραγωγής. Οι υψηλόμισθοι διευθυντές ωστόσο απολύθηκαν, και στα πρώην αφεντικά δόθηκε η επιλογή ή να φύγουν ή να δουλέψουν ως κανονικοί εργάτες, το οποίο συχνά αποδεχόταν.

Οι βιομηχανίες, με το ατομικό κέρδος ως παράγοντα υποκίνησης στην οργάνωση της βιομηχανίας να έχει χαθεί, μπορούσαν να αναδιοργανωθούν με πιο αποδοτικό και ορθολογικό τρόπο. Για παράδειγμα υπήρχαν πολλοί σταθμοί ηλεκτρικών γεννητριών διασκορπισμένων σε ολόκληρη την Καταλωνία που παρήγαγαν μικρά και ασήμαντα αποτελέσματα και οι οποίοι, αν και προσαρμοζόταν στα ιδιωτικά συμφέροντα, δεν ήταν στην υπηρεσία του δημόσιου συμφέροντος. Το σύστημα ηλεκτροδότησης αναδιοργανώθηκε πλήρως με μερικούς από τους μη αποδοτικούς σταθμούς να κλείνουν. Αυτό σήμαινε τελικά ότι η εξοικονόμηση εργασίας μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για βελτιώσεις όπως η κατασκευή ενός φράγματος κοντά στο Flix από 700 εργάτες, που προέκυψαν από την αξιοσημείωτη αύξηση της προσφερόμενης ενέργειας.

Συμμετοχή των γυναικών στις κολλεκτίβεςMujeres-Libres-CNT-Mujeres-Vuestra-familia-la-constituyer-todos-los-luchadores-de-la-Libertad

Μία από τις κύριες αλλαγές κατά τη διάρκεια της επανάστασης ήταν η μεγάλη εισαγωγή γυναικών στην εργασία. Η CNT άρχισε να ωθεί σοβαρά τη συνδικαλιστικοποίηση των γυναικών εργατριών. Στην κλωστοϋφαντουργική βιομηχανία, καταργήθηκε η δουλειά με το κομμάτι για τις γυναίκες και η εργασία στο σπίτι ενσωματώθηκε στα εργοστάσια, κάτι που γενικά σήμαινε βελτίωση των μισθών και των ωρών εργασίας. Ωστόσο η ευθύνη της φροντίδας των παιδιών και του σπιτιού είχε μείνει ακόμα στις γυναίκες και πολλές έβρισκαν δύσκολο να εξισορροπήσουν τους πολλαπλούς τους ρόλους. Μερικές φορές η φροντίδα των παιδιών παρεχόταν από τις κολλεκτίβες. Για παράδειγμα, τα σωματεία ξύλου και οικοδομής στη Βαρκελώνη κατασκεύασαν μία περιοχή ψυχαγωγίας με πισίνα, και μετέτρεψαν επίσης μία εκκλησία σε κέντρο καθημερινής φροντίδας και σχολείο για τα παιδιά των εργατών.

Οι Mujeres Libres, η αναρχική οργάνωση των γυναικών, οργανώθηκε σε secciones de trabajo (τομείς εργασίας ) με ευθύνες για συγκεκριμένα σωματεία και βιομηχανίες που συνεργαζόταν με σχετικά συνδικάτα της CNT. Αυτοί οι τομείς εργασίας βοήθησαν να φτιαχτούν κέντρα παιδικής φροντίδας σε εργοστάσια και εργαστήρια καθώς και να λειτουργήσουν σχολεία και προγράμματα εκπαίδευσης (μαθητείας) για να προετοιμάσουν τις γυναίκες για εργασία σε βιομηχανίες. Τα προγράμματα μαθητείας βοήθησαν στην πρόσβαση στην εργασία των γυναικών που είχαν πριν περιοριστεί από τους άντρες τους. Για παράδειγμα, μία από τις πρώτες γυναίκες που οδήγησαν τραμ στη Βαρκελώνη περιγράφει την εργασία της: “έπαιρναν τους ανθρώπους ως μαθητευόμενους, μηχανικούς και οδηγούς, και μας μάθαιναν τι να κάνουμε. Εάν έβλεπες μόνο τα πρόσωπα των επιβατών [όταν έβλεπαν γυναίκες οδηγούς], σκεφτόμουν τους συντρόφους στη μεταφορά, που ήταν τόσο ευγενικοί και συνεργάσιμοι μαζί μας, κυριολεκτικά τους κλωτσούσαν έξω.” [18]

Ωστόσο δεν είναι αλήθεια να πούμε ότι οι γυναίκες στις βιομηχανικές κολλεκτίβες πέτυχαν ισότητα με τους άνδρες. Οι διαφορές στους μισθούς ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες συνέχισαν να υπάρχουν. Επίσης εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις, οι γυναίκες υποεκπροσωπούνταν στις εργοστασιακές επιτροπές και σε άλλες εκλέξιμες θέσεις μέσα στις κολλεκτίβες. Η συνέχιση των παραδοσιακών οικιακών ρόλων των γυναικών ήταν χωρία αμφιβολία ένας από τους παράγοντες, που συνεισέφεραν στην αποτροπή της ενεργότερης συμμετοχής των γυναικών στις κολλεκτίβες και εκείνα τα θέματα, καθώς και άλλα που επιδρούσαν στις γυναίκες πιο συγκεκριμένα (όπως η άδεια μητρότητας) δεν είχαν προτεραιότητα. Αν και μεγάλοι αριθμοί γυναικών εισήχθησαν στην εργατική δύναμη κατά τη διάρκεια της επανάστασης, ισότιμη συμμετοχή στην πληρωμένη εργατική δύναμη δεν επιτεύχθηκε γιατί επίσης η αναρχοσυνδικαλιστική οπτική της κοινωνικής οργάνωσης βασιζόταν στην εργατική δύναμη, και οι άνθρωποι έξω από τις βιομηχανικές κολλεκτίβες αποκλείστηκαν αποτελεσματικά από τις κοινωνικές και οικονομικές διαδικασίες λήψεις των αποφάσεων.

Δυσκολίες και Αδυναμίες

Περιορισμοί

Η επανάσταση στην ύπαιθρο ήταν πιο προχωρημένη από τις κολλεκτιβοποιήσεις που έλαβαν χώρα στις βιομηχανικές περιοχές. Πολλές από τις αγροτικές κολλεκτίβες πέτυχαν να φτάσουν το στάδιο του ελευθεριακού κομμουνισμού, λειτουργώντας με την αρχή “από τον καθένα ανάλογα με την ικανότητα του στον καθένα σύμφωνα με την ανάγκη του” Τόσο η κατανάλωση όσο και η παραγωγή κοινωνικοποιήθηκαν. “Σε αυτές δε συναντούσες διαφορετικά υλικά στάνταρντ της ζωής ή ανταμοιβές, ούτε συγκρουόμενα συμφέροντα περισσότερο ή λιγότερο χωρισμένων ομάδων” [19] Αυτό δε συνέβαινε με την περίπτωση της κολλεκτιβοποίησης στους χώρους εργασίας μέσα στο πλαίσιο του καπιταλισμού, στους εργάτες που λειτουργούσαν εργοστάσια, και πωλούσαν αγαθά και μοιραζόταν τα κέρδη. Αυτό οδήγησε τον Gastov Leval να περιγράψει τις βιομηχανικές κολλεκτίβες ως ένα είδος “εργαζόμενων νεο-καπιταλιστών, μία αυτοδιαχείριση που πατούσε στις δύο βάρκες καπιταλισμού και σοσιαλισμού, που υποστηρίζουμε ότι δεν θα είχε συμβεί εάν η επανάσταση δεν ήταν ικανή να επεκταθεί εξ ολοκλήρου κάτω από την καθοδήγηση των Συνδικάτων” [20]

Τι έγινε…?

Η επανάσταση ωστόσο, ήταν ανίκανη να επεκταθεί λόγω του γεγονότος ότι ενώ η βάση είχε τον έλεγχο των εργοστασίων και επεδίωκε την εργασία της κοινωνικοποίησης, υπήρχε η αποτυχία να σταθεροποιήσει εκείνα τα οφέλη πολιτικά. Αντί την κατάργηση του κράτους στο ξέσπασμα της επανάστασης, όταν χάθηκε η αξιοπιστία του και υπήρχε μόνο στο όνομα, του επιτρέψαν να συνεχίσει να υπάρχει, με την ταξική συνεργασία της ηγεσίας της CNT (στο όνομα της αντιφασιστικής ενότητας) δανείζοντας του νομιμοποίηση. Επομένως υπήρχε μία περίοδο δυαδικής εξουσίας, όπου οι εργαζόμενοι είχαν το μεγάλο στοιχείο ελέγχου στις βιομηχανίες και τους δρόμους αλλά όπου το κράτος ήταν αργά ικανό να ανοικοδομήσει την βάση της εξουσίας μέχρι να μπορέσει να κινηθεί ενάντια στην επανάσταση και να πάρει την εξουσία πίσω. Τα οικονομικά ελαττώματα της επανάστασης: το γεγονός ότι το οικονομικό σύστημα δεν είχε κοινωνικοποιηθεί, ότι η κολλεκτιβοποίηση δεν είχε ενοποιηθεί σε εθνικό επίπεδο, ότι οι βιομηχανικές κολλεκτίβες δεν προχώρησαν παραπέρα, στην καλύτερη, ο συντονισμός στο επίπεδο της βιομηχανίας, συνδεόταν ανεξήγητα με αυτό το κύριο πολιτικό λάθος και την προδοσία των αναρχικών αρχών.

Προκειμένου να επιτευχθεί ο ελευθεριακός κομμουνισμός με την παραγωγή να βασίζεται στην ανάγκη και την κοινοκτημοσύνη των μέσων παραγωγής καθώς και αυτό που παράγεται ήταν αναγκαίο να αντικαταστήσει ολόκληρο το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα με μία εναλλακτική κοινωνικοποιημένη οικονομία βασισμένη στην ομοσπονδιακή ενότητα όλης της εργατικής δύναμης, όπως και ένας τρόπος να παίρνονται συλλογικές αποφάσεις για ολόκληρη την οικονομία. Αυτό απαιτούσε την εγκατάσταση εργατικών συνεδρίων και μία ομοσπονδιακή δομή συντονισμού που θα μπορούσε να ενοποιήσει τις κολλεκτίβες όλης της χώρας και θα επέτρεπε τον αποδοτικό συντονισμό και σχεδιασμό της οικονομίας ως όλου. Αυτό το νέο σύστημα οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης πρέπει να αντικαταστήσει την κυβέρνηση και την καπιταλιστική οικονομίας της αγοράς. Όπως έλεγε ο Κροπότκιν “μία νέα μορφή οικονομικής οργάνωσης αναγκαστικά απαιτεί μία νέα μορφή πολιτικής δομής” [21] Ωστόσο, όσο η καπιταλιστική πολιτική δομή – η κρατική εξουσία – παρέμενε, η νέα οικονομική οργάνωση δεν μπορούσε να αναπτυχθεί και ο ολικός συντονισμός της οικονομίας παρέμεινε στάσιμος.

Η αντεπανάσταση

Οι βιομηχανικές κολλεκτίβες παρεμποδίστηκαν να προχωρήσουν με τον ίδιο τρόπο όπως οι αγροτικές κολλεκτίβες “ως συνέπεια των αντιφατικών παραγόντων και της αντίθεσης που δημιουργήθηκε από τη συνύπαρξη κοινωνικών ρευμάτων που προερχόταν από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις.” [22] Στη βιομηχανική πόλη της Alcoy, για παράδειγμα, όπου τα Συνδικάτα είχαν κερδίσει άμεσα τον έλεγχο όλων των βιομηχανιών χωρίς εξαίρεση, η οργάνωση της παραγωγής ήταν ιδανική. Ωστόσο ο Leval σημειώνει: “το αδύνατο σημείο ήταν, όπως και σε άλλους τόπους, η οργάνωση της διανομής. Χωρίς την αντίθεση των εμπόρων και των πολιτικών κομμάτων, που όλοι τρόμαξαν από τον κίνδυνο της συνολικής κοινωνικοποίησης, που θα ανταγωνιζόταν αυτό “το επίσης επαναστατικό” πρόγραμμα, δεν θα μπορούσε να γίνει κάτι καλύτερο… Οι σοσιαλιστές, δημοκρατικοί και κομμουνιστές πολιτικοί έψαχναν ενεργά να βρουν τρόπο να αποτρέψουν την επιτυχία μας, αλλά και να αποκαταστήσουν την παλιά τάξη ή έστω να διατηρήσουν ό,τι είχε απομείνει από αυτή.” [23] Οι αντεπαναστατικές δυνάμεις ήταν ικανές να ενώσουν την αντεπίθεση τους στις επαναστατικές αλλαγές που γινόταν στην Ισπανία χρησιμοποιώντας την εξουσία του κράτους για να επιτεθούν στις κολλεκτίβες. Από την αρχή το Κράτος παρέμεινε στον έλεγχο κάποιων πηγών, όπως τα αποθέματα χρυσού της χώρας. Μέσω του ελέγχου των αποθεμάτων χρυσού και τη μονοπώληση της πίστωσης από το Ρεπουμπλικανικό κράτος ήταν ικανό να παίρνει πλευρές της οικονομίας από τον έλεγχο της εργατικής τάξης και επομένως να υπονομεύει την εξέλιξη της επανάστασης.

Προκειμένου να κερδίσει τον έλεγχο πάνω στις κολλεκτίβες, να μειώσει το σκοπό τους και να αντιτεθεί στις κινήσεις της εργατικής τάξης στην κατεύθυνση της οικονομικής ενοποίησης και της συνολικής ρύθμισης της από τα κάτω, το Καταλανικό κράτος θέσπισε το Διάταγμα Κολλεκτιβοποίησης του Οκτωβρίου του 1936. Το διάταγμα που “νομιμοποιούσε” τις κολλεκτίβες, τις απέτρεψε από το να αναπτυχθούν ελεύθερα προς τον ελευθεριακό κομμουνισμό μέσω της υποχρέωσης κάθε εργαστηρίου και κάθε εργοστασίου να πουλάει αυτό που παρήγαγε ανεξάρτητα. Το κράτος προσπάθησε να ελέγξει τις κολλεκτίβες μέσω του διατάγματος δημιουργώντας επιτροπές διαχείρισης που ήταν υπόλογες στο Υπουργείο Οικονομίας. Το διάταγμα επίσης επέτρεπε μόνο στα εργοστάσια πάνω των 100 εργαζόμενων να κολλεκτιβοποιηθούν.

Όπως ειπώθηκε νωρίτερα, οι αγωνιστές της CNT πάλεψαν ενάντια σε αυτό το σύστημα και για μεγαλύτερο συντονισμό ανάμεσα στους εργασιακούς χώρους. Στον τύπο και στις συναντήσεις τους στα σωματεία τους και τις κολλεκτίβες εργαζόταν να πείσουν τους συναδέλφους τους για τους κινδύνους της μερικής κολλεκτιβοποίησης, της αναγκαιότητας να κρατήσουν τον έλεγχο της παραγωγής συνολικά στα δικά τους χέρια και της εξάλειψης της εργατικής γραφειοκρατίας που το διάταγμα “κολλεκτιβοποίησης” προσπαθούσε να δημιουργήσει. Οι προσπάθειες τους ήταν μερικά επιτυχημένες, και η βιομηχανική κολλεκτίβα έτεινε προς μεγαλύτερη κοινωνικοποίηση. Ωστόσο υπέφεραν τόσο από την αυξανόμενη δυσκολία να εξασφαλίσουν πρώτες ύλες όσο και από τις συνεχόμενες αντεπαναστατικές επιθέσεις. Έγιναν προσπάθειες να σαμποταριστεί η λειτουργία των κολλεκτίβων. Αυτό συμπεριλάμβανε εσκεμμένες διαλύσεις των ανταλλαγών μεταξύ πόλης και υπαίθρου και τη συστηματική άρνηση εργατικού κεφαλαίου και πρώτων υλών σε πολλές κολλεκτίβες, ακόμα και σε πολεμικές βιομηχανίες, μέχρι να συμφωνήσουν να μπουν κάτω από κρατικό έλεγχο.

Το Μάιο του 37, ξέσπασαν οδομαχίες όταν τα κυβερνητικά στρατεύματα κινήθηκαν ενάντια στις κολλεκτίβες των πόλεων, όπως αυτή της τηλεφωνίας που έλεγχε η CNT στη Βαρκελώνη. Τον Αύγουστο του 1938, όλες οι σχετικές με τον πόλεμο βιομηχανίες τέθηκαν κάτω από τον πλήρη κυβερνητικό έλεγχο.

“Σε όλες τις περιπτώσεις όπου οι κολλεκτίβες υπονομεύθηκαν, υπήρχαν ουσιαστικές πτώσεις τόσο την παραγωγή όσο και στο ηθικό: ένας παράγοντας που σίγουρα συνεισέφερε στην τελική ήττα της Ισπανικής Δημοκρατίας από τις φρανκικές δυνάμεις το 1939” [24]

Συμπέρασμα

Παρά τους περιορισμούς της βιομηχανικής επανάστασης στην Ισπανία, φάνηκε καθαρά ότι η εργατική τάξη είναι ικανή να λειτουργήσει εργοστάσια, εργαστήρια και δημόσιες υπηρεσίες χωρίς τα αφεντικά ή τους διευθυντές να τους καθοδηγούν. Αποδείχτηκε ότι οι αναρχικές μέθοδοι οργάνωσης, με αποφάσεις που παίρνονται από τα κάτω προς τα πάνω, μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά στη μεγάλης κλίμακας βιομηχανία συμπεριλαμβανόμενου του συντονισμού χιλιάδων εργατών σε πολλές διαφορετικές μικρές και μεγάλες πόλεις. Η επανάσταση επίσης μας δίνει μια ματιά στη δημιουργική και κατασκευαστική δύναμη των απλών ανθρώπων όταν έχουν τον έλεγχο πάνω στις ζωές τους. Η Ισπανική εργατική τάξη όχι μόνο κράτησε την παραγωγή μέσα στον πόλεμο αλλά σε πολλές περιπτώσεις την αύξησε μέσα από τη διαχείριση της. Βελτίωσαν τις εργατικές συνθήκες και δημιούργησαν νέες τεχνικές και διαδικασίες στους εργασιακούς χώρους. Δημιούργησαν από το τίποτα, μία πολεμική βιομηχανία χωρίς την οποία ο πόλεμος ενάντια στον φασισμό δεν θα μπορούσε να γίνει. Η επανάσταση έδειξε επίσης ότι χωρίς τον ανταγωνισμό που θρέφεται από τον καπιταλισμό, η βιομηχανία μπορεί να τρέξει με πολύ πιο ορθολογικό τρόπο. Τελικά φανέρωσε πως η οργανωμένη εργατική τάξη εμπνευσμένη από ένα μεγάλο ιδανικό έχει τη δύναμη να μετασχηματίσει την κοινωνία.

Σημείωσεις – Αναφορές

(1) Gaston Leval, Collectives in Spain,
http://dwardmac.pitzer.edu/Anarchist_Archives/leval/collectives.html επίσης μπορεί να ανακτηθεί και από το http://libcom.org/library/collectives-spanish-revolution-gaston-leval
(2) Gaston Leval, Collectives in the Spanish Revolution, Freedom Press, 1975, κεφ. 2, σελ 54.
(3) Kevin Doyle, The Revolution in Spain, http://www.struggle.ws/talks/spain_feb99.html
(4) Gaston Leval, Collectives in the Spanish Revolution, Freedom Press, 1975, κεφ 12, σελ 254
(5) ο.π, κεφάλαιο 4,σελ 80.
(6) Flood et al, Augustin Souchy στο.. I.8.3,

http://www.geocities.com/CapitolHill/1931/secI8.html#seci83

(7) Gaston Leval, Collectives in the Spanish Revolution, Freedom Press, 1975, κεφ 11, σελ 234.
(8) Robert Alexander στο the Anarchist FAQ, I.8.3,

http://www.geocities.com/CapitolHill/1931/secI8.html#seci83

(9) Gaston Leval, Collectives in Spain,

http://dwardmac.pitzer.edu/Anarchist_Archives/leval/collectives.html

(10) Gaston Leval στο the anarchist FAQ, I.8.4
(11) From the Manifesto of the CNT Syndicate of the wood industry, απόσπασμα στο Collectives in
the Spanish Revolution, Gaston Leval, Freedom Press, 1975, κεφ 11, σελ 231.
(12) ο.π, κεφ 11, σελ 230.
(13) Παρατίθεται από Souchy, στο the Anarchist FAQ, section I.8.3,

http://www.geocities.com/CapitolHill/1931/secI8.html#seci83

(14) Gaston Leval, Collectives in the Spanish Revolution, Freedom Press, 1975, κεφ 12, σελ 259
(15) ο.π, κεφ 13, σελ 287.
(16) The Anarchist Collectives: Workers’ Self-management in the Spanish Revolution, 1936-
1939, επιμ. Sam Dolgoff, Free Life Editions, 1974, κεφ 7.

http://www.struggle.ws/spain/coll_innov.html

(17) Augustin Souchy, Collectivization in Catalonia, http://www.struggle.ws/spain/coll_catalonia_ dolgoff.html
(18) Pura Perez Arcos στο Martha A. Ackelsberg, Free Women of Spain, anarchism and the struggle for the emancipation of women, Indiana University Press, 1991, κεφ 5, σελ 125.
(19) Gaston Leval, Collectives in the Spanish Revolution, Freedom Press, 1975, κεφ. 11, σελ 227.
(20) ο.π, κεφ 11, σελ 227.
(21) Kropotkin στο the anarchist FAQ, I.8.14,

http://www.geocities.com/CapitolHill/1931/secI8.html#seci814

(22) Gaston Leval, Collectives in the Spanish Revolution, Freedom Press, 1975, κεφ 11, σελ 227
(23) ο.π, κεφ 11, σελ 239.
(24) Lucien Van Der Walt, The Collectives in Revolutionary Spain, http://www.struggle.ws/spain/coll_l.html

του Deirdre Hogan

το κείμενο στα αγγλικά, στο libcom.org

Μετάφραση – επιμέλεια: Θοδωρής Σάρας

Αναδημοσίευση από autopoiesis.squat.gr

Πηγή: Eagainst.com

ΜΑΡΕΪ ΜΠΟΥΚΤΣΙΝ: ΟΙ ΙΣΠΑΝΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΤΑ ΗΡΩΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ 1868-1936

images(Ο δεύτερος ιστορικός πλους των εκδόσεων Βιβλιοπέλαγος)

 TOY Μ. Κορακιανίτη

Όταν έχεις να κάνεις με ένα επαναστατικό κίνημα, όπως το ισπανικό αναρχικό κίνημα που για ένα χρονικό διάστημα 68 ετών (τα χρόνια που ο Μάρεϊ Μπούκτσιν χαρακτηρίζει «ηρωικά) προετοίμαζε καθημερινά στα έγκατα της κοινωνίας την τελική του έφοδο, δεν νομίζω ότι έχει τόση σημασία να εμμείνεις στην ήττα αυτού του κινήματος και στα αίτιά της.

Για να καταλάβουμε πόσο αφοσιωμένοι ήταν οι ισπανοί εργάτες {για παράδειγμα στη «μαύρη» (καθαρά αναρχική) Σαραγόσα} στην Ιδέα , δηλαδή στο σχέδιο ανατροπής της καπιταλιστικής κοινωνίας, αρκεί να παραθέσουμε το σχόλιο του άγγλου ιστορικού Ρεϊμόντ Καρ ο οποίος υπογράμμιζε ότι «οι απεργίες χαρακτηρίζονταν από την περιφρόνηση απέναντι στα οικονομικά αιτήματα και από τη δύναμη της επαναστατικής τους αλληλεγγύης: οι απεργίες για τους φυλακισμένους συντρόφους ήταν πιο δημοφιλείς από τις απεργίες για καλύτερες συνθήκες».

Όταν η CNT είχε φτάσει να απαριθμεί ένα εκατομμύριο μέλη, βρισκόταν ήδη κάτω από την ανεξίτηλη επίδραση των αναρχικών της FAI και παρόλο που αυτοί οι τελευταίοι δεν ξεπερνούσαν τους τριάντα χιλιάδες και παρόλο που από το ένα εκατομμύριο μέλη της αναρχοσυνδικαλιστικής ομοσπονδίας μόνο ένας περιορισμένος αριθμός μελών θα μπορούσαν να θεωρηθούν αποφασισμένοι αναρχικοί αγωνιστές, η CNT βρισκόταν κάτω από την άμεση επιρροή των αναρχοκομμουνιστικών, αντικρατιστικών, αποκεντρωτικών και αμεσοδημοκρατικών ιδεών και στην πράξη λειτουργούσε σε εντυπωσιακό βαθμό μέσα από αντιεξουσιαστικές δομές.

Σε ό,τι αφορά την ήττα αυτού του ζωντανού, σύνθετου κινήματος με το διαρκή ανταγωνισμό, διασταύρωση κι ώσμωση ανάμεσα στις «μεταρρυθμιστικές» και «ανατρεπτικές» κατευθύνσεις, ο Μπούκτσιν. στον πρόλογο του βιβλίου του για τους ισπανούς αναρχικούς αναφέρει: « ..η αλήθεια είναι ότι δεν έφταιγε η οργάνωση ή το πρόγραμμα τους για την ήττα τους, αλλά η αναποφασιστικότητα των αυτοχρισμένων «ηγετών» τους, για να μην αναφερθώ στις καλά εξοπλισμένες και καλά εκπαιδευμένες δυνάμεις που ρίχτηκαν στη μάχη εναντίον τους, συμπεριλαμβανομένων των μισθοφορικών μαυριτανικών στρατευμάτων και της ισπανικής Λεγεώνας των Ξένων που είχαν τρομακτική προϊστορία μαζικών εκτελέσεων στη Βόρεια Αφρική και αργότερα στην Ισπανία.»

Επειδή όταν αναφερόμαστε στον ισπανικό αναρχισμό ως περίοδο ηρωική, επαναστατικής έξαρσης, έχουμε στο νου μας τα χρόνια του εμφυλίου πολέμου μεταξύ 1936-1939, κάνει εντύπωση η εξομολόγηση του Μπούκτσιν στον πρόλογο του βιβλίου. Γράφει «δεν έγραψα το δεύτερο τόμο αυτού του βιβλίου με θέμα τον εμφύλιο πόλεμο όπως αρχικά είχα την πρόθεση, καθώς μου έγινε σαφές ότι η ηγεσία της CNT-FAI υπέστη έναν τραγικό ξεπεσμό τόσο στις αρχές όσο και στην πρακτική της μετά από το τέλος του καλοκαιριού του 1936. Στα δικά μου μάτια τουλάχιστον ο αναρχισμός και ο αναρχοσυνδικαλισμός στην Ισπανία είχαν φτάσει στα πιο εκπληκτικά και ηρωικά ύψη στην προ του 1936 ιστορία τους..». Προφανώς ο Μπούκτσιν αναφέρεται σε αυτό που ένας άλλος αναρχικός μελετητής της ισπανικής επανάστασης, ο Άγγλος Βέρνον Ρίτσαρντς, (Διδάγματα από την Ισπανική Επανάσταση, εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος), περιγράφει σαν ροπή της ηγεσίας της CNT σε ορισμένες περιστάσεις να εγκαταλείπει τις αρχές χάριν της τακτικής.

Σε αυτό το σημείο εντούτοις αξίζει να σημειώσουμε ότι οι αναρχικοί στην Ισπανία είχαν στην κυριολεξία αλλεργία με εκείνους τους συντρόφους, συνδικαλιστές για παράδειγμα, που τύχαινε να καταλαμβάνουν νευραλγικές, υπεύθυνες, θέσεις- και γι’ αυτό πίστευαν στη διαρκή παρακολούθηση αυτών των συντρόφων και στο διαρκή έλεγχό τους από τα κάτω. Είναι από αυτήν την άποψη χαρακτηριστική η κριτική ενός αναρχοσυνδικαλιστή του Μπουενακάσα, ο οποίος επιχειρηματολογώντας υπέρ της απομάκρυνσης από την αρχισυνταξία της κεντρικής αναρχοσυνδικαλιστικής εφημερίδας, Solidaridad Obrera, του καταξιωμένου αγωνιστή Άνχελ Πεστάνια, εκπροσώπου της μετριοπαθούς αναρχοσυνδικαλιστικής πτέρυγας, ανέφερε- ανάμεσα στα άλλα- ότι ο σύντροφος είχε πέντε χρόνια να δουλέψει ως ωρολογοποιός κι επομένως είχε περιχαρακωθεί στο μηχανισμό της CNT. O ίδιος ο Πεστάνια, ως εκπρόσωπος πάντα μιας μετριοπαθούς, περισσότερο ρεφορμιστικής τάσης, είχε σε άλλη συγκυρία εξοργιστεί με εργαζόμενους που συμμετείχαν σε εργατικές επιτροπές ως έμμισθα στελέχη.

Στην ιστορία του ισπανικού αναρχισμού συναρπαστική και διδακτική ήταν η εκρηκτική συχνά συνύπαρξη αυτών των δύο οργανώσεων, της CNT και της FAI, μέχρι την τελική τους συμπόρευση το 1936. Από τη μια οι μαχητικοί αναρχικοί της FAI, οι οποίοι- δρώντας κυρίως μέσα από τα grupo de afinidad, τις ομάδες εκλεκτικής συγγένειας, με τις σφιχτοδεμένες διαπροσωπικές σχέσεις- ήταν ολόψυχα αφοσιωμένοι στην ανατροπή του καπιταλισμού και γι’ αυτό διατεθειμένοι να χρησιμοποιήσουν την άμεση δράση σε όλες τις εκφάνσεις της. Και από την άλλη μια μαζική αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση, η οποία- παράλληλα με τον γενικό αντιεξουσιαστικό και αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό της- ήταν εκ των πραγμάτων αναγκασμένη να αγωνίζεται για τη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών και εξάλλου χάρη σε αυτήν την ικανότητά της συγκέντρωνε τόσους πολλούς εργάτες. Εντέλει οι αναρχικοί στην Ισπανία-κι αυτό δείχνει τον πλούτο και το μεγαλείο του κινήματός τους-κατόρθωσαν να συνενώσουν αυτές τις διαφορετικές τάσεις, τις περισσότερο ή λιγότερο ριζοσπαστικές, τις περισσότερο ή λιγότερο διαλλακτικές, σε ένα επαναστατικό κίνημα, το οποίο -παρά τις όποιες ελλείψεις του- εξακολούθησε μέχρι το τέλος να συνιστά ένα μοναδικό κοινωνικό πείραμα απελευθέρωσης ιδεών, δυνάμεων και δυνατοτήτων, που βρίσκονταν σε λανθάνουσα κατάσταση μέσα στην ισπανική κοινωνία.

Από τις πιο όμορφες σελίδες του βιβλίου είναι εκείνες που περιγράφουν τόσο την προσωπικότητα και την περιπετειώδη ζωή του ελευθεριακού παιδαγωγού και ιδρυτή του Escuela Moderna, «Σύγχρονου Σχολείου», Φρανθίσκο Φερέρ, όσο και το δίχτυο των πενήντα σχολείων που τελικά ιδρύθηκαν στην Ισπανία, κυρίως στην Καταλονία, βασισμένα στις αρχές του Σύγχρονου Σχολείου. Στα ελευθεριακά αυτά σχολεία δεν ήταν μόνο το περιεχόμενο της διδασκαλίας που ενθάρρυνε την κριτική, ορθολογική σκέψη, αλλά και το γεγονός ότι όταν στα κρατικά σχολεία (που στα περισσότερα η διεύθυνση βρισκόταν στα χέρια κληρικών) οι «απείθαρχοι» μαθητές αναγκάζονταν να γονατίσουν σε στάση μετάνοιας και έπειτα ξυλοκοπούνταν, το Σύγχρονο σχολείο προειδοποιούσε τους δασκάλους ότι έπρεπε να «απέχουν από κάθε υλική ή ηθική τιμωρία διαφορετικά κινδύνευαν να κριθούν ακατάλληλοι για πάντα».

Μια στάση που θα ήταν τελείως αντίθετη με το πνεύμα, που οι ίδιοι οι ισπανοί αναρχικοί καλλιέργησαν, θα ήταν εκείνη της άκριτης εξιδανίκευσης του ισπανικού αναρχισμού . Όπως το θέτει εξάλλου ο Μπούκτσιν στην εισαγωγή του βιβλίου του, όπως σε όλες τις ισπανικές οργανώσεις έτσι και μέσα στις αναρχικές οργανώσεις υπήρξαν τυχοδιώκτες με ιδιοτελή κίνητρα οι οποίοι, όπως, χαρακτηριστικά αναφέρει, «πρόδωσαν τα ελευθεριακά τους ιδεώδη σε κρίσιμες στιγμές του αγώνα».

Όμως η μοναδική αξία του αναρχικού ισπανικού κινήματος βρίσκεται ακριβώς στο γεγονός ότι δεν αντιμετώπισε την υπόθεση των επαναστατικών αλλαγών αποστειρωμένα, με τους αγωνιστές να είναι πιόνια σε μια ιστορική σκακιέρα, στην οποία οι κινήσεις υπαγορεύονται από την αποκλειστική γνώση των ειδικών και από άνωθεν ντιρεκτίβες . Γι’ αυτό ο ισπανικός αναρχισμός όχι μόνο διατήρησε τη φλόγα και τον πλούτο του βιώματος, αλλά και μετέφερε το κέντρο βάρους των ανατροπών στο προσωπικό, σωματικό θα έλεγα, επίπεδο του καθενός, ακριβώς όπως είχε πάντα την τάση να μεταφέρει το κέντρο βάρους των συλλογικών αποφάσεων στη βάση της κοινωνίας, στο καθημερινό, τοπικό επίπεδο. Όπως σημειώνει ο Μπούκτσιν: « Σε αντίθεση με τα μαρξιστικά κινήματα, ο ισπανικός αναρχισμός έδινε μεγάλη σημασία στον τρόπο ζωής, στην πλήρη αναδόμηση του ατόμου σύμφωνα με τις ελευθεριακές κατευθύνσεις. Έδινε ιδιαίτερη αξία στον αυθορμητισμό, στο πάθος και στην πρωτοβουλία της βάσης….. Οι ισπανοί αναρχικοί συζητούσαν με πάθος και τις παραμικρές αλλαγές που θα έφερνε η επανάσταση στον καθημερινό τρόπο ζωής τους και πολλοί από αυτούς εφάρμοζαν όσο ήταν δυνατό αυτές τις αρχές άμεσα στην πράξη… Πολλοί τελειοποιήθηκαν στη γλώσσα εσπεράντο με την πεποίθηση ότι μετά την επανάσταση θα καταργούνταν τα εθνικά σύνορα των χωρών, οι άνθρωποι θα μιλούσαν μια κοινή γλώσσα και θα μοιράζονταν μια κοινή πολιτιστική παράδοση…. Ουδέποτε χρησιμοποιούσαν στις καθημερινές συζητήσεις τους τη λέξη «θεός», έλεγαν salud (= γεια σου) και όχι adios (=στην ευχή του θεού), απέφευγαν τις σχέσεις με τους κληρικούς και τις κρατικές αρχές, δεν νομιμοποιούσαν με το γάμο τις «ελεύθερες ενώσεις» τους, δε βάφτιζαν ούτε νομιμοποιούσαν τα παιδιά τους». Και καταλήγει ο Μπ. « Πρέπει να γνωρίζει κανείς την καθολική Ισπανία για να αντιληφθεί πόσο μεγαλεπήβολη ήταν αυτή η αυτό-επιβαλλόμενη ηθική…».

Στους καιρούς της εξαχρείωσης και του παραλογισμού που ζούμε σήμερα, δεν μπορούμε να μην κάνουμε μια σύγκριση με αυτό που εμείς εδώ στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη την Ευρώπη, μέχρι πρότινος τουλάχιστον, βλέπαμε και ζούσαμε. Σύγκριση για να δώσουμε έδαφος στη φαντασία και στη σκέψη να απεγκλωβιστούν και να αντιπαρατεθούν κριτικά στο παρόν, κι όχι βέβαια για να μπούμε στο μάλλον γελοίο παιχνίδι της μηχανικής μεταφοράς και των εισαγόμενων θαυματουργών λύσεων.

Για μια σκιαγράφηση του που πατάμε εμείς σήμερα και που βρίσκονταν οι ισπανοί αναρχικοί τότε, θα παραθέσω πάλι ένα απόσπασμα από τον πρόλογο του Μπoύκτσιν στο βιβλίο του. Γράφει: « Ο καπιταλισμός σήμερα έχει διεισδύσει στην καθημερινή ζωή περισσότερο από ποτέ. Έχει διαρρήξει τους ισχυρούς κοινοτικούς δεσμούς… Εκείνα τα χρόνια το κεφάλαιο πολιορκούσε μια προφανώς προβιομηχανική κοινωνία, η οποία μπορούσε να του αντισταθεί με την πλούσια ποικιλία της ζωής στις γειτονιές της, στις πόλεις και στα χωριά της. Σήμερα εκείνη η προβιομηχανική κοινωνία παραχωρεί ραγδαία τη θέση της σε μια ιδιαίτερα εμπορευματοποιημένη κοινωνία της αγοράς- όχι απλά σε μια οικονομία της αγοράς- που έχει μετατρέψει ένα μεγάλο μέρος του δυτικού κόσμου σε ένα γιγαντιαίο σούπερ μάρκετ με τους υποταγμένους και μίζερους τρόπους ζωής».

Για να έρθουμε εδώ στα δικά μας, αρκετοί από εμάς γνωρίζουμε στο πετσί μας για το πώς στήθηκε το δικό μας «γιγαντιαίο σούπερ μάρκετ» με τις τραγικές συνέπειες που είχε στις συνειδήσεις, στον τρόπο ζωής και στην ίδια την ανεξάρτητη και κριτική σκέψη.

Κι όταν λέω αρκετοί από εμάς έχουμε γνωρίσει τη ληξιαρχική πράξη γέννησης αυτής της άνευ όρων και ορίων εμπορευματοποίησης στο πετσί μας, εννοώ από άποψη ηλικίας, γιατί αυτή η γενικευμένη πλέον επιδρομή του κεφαλαίου χρονικά δεν τοποθετείται μακριά- εγώ θα έλεγα ότι μπαίνει στην τελική της ευθεία μετά το 1981, με όχημα το λαϊκιστικό μόρφωμα του ΠΑΣΟΚ και του «λαϊκού καπιταλισμού» που αυτό εδραίωσε .

Γνωρίζουμε λοιπόν την τεράστια αφομοιωτική δύναμη αυτού του κυρίαρχου κρατικοκαπιταλιστικού συστήματος με τα απροκάλυπτα ληστρικά του χαρακτηριστικά και τις αποπροσανατολιστικές, αποκοιμιστικές συναινέσεις. ΄Ενα σύστημα, το οποίο μέσα από μια αχαλίνωτη εμπορευματοποίηση των πάντων και ταυτόχρονα γραφειοκρατικοποίηση πολλών όψεων της κοινωνικής ζωής, εξαγόραζε και νάρκωνε τους υπηκόους του με παραμύθια περασμένων εθνικών μεγαλείων, με εορτοδάνεια-διακοποδάνεια και άφθονο πλαστικό χρήμα, με πελατειακές σχέσεις και πάσης φύσεως εξατομικευμένα ή συντεχνιακά αλισβερίσια με την εκάστοτε Εξουσία, με μια συντηρούμενη από τα πάνω ανομία από την οποία μόνον οι ισχυροί και οι ανάλγητοι έβγαιναν και θα βγαίνουν κερδισμένοι.

Δεν μπορεί λοιπόν κανείς να μην κάνει αυτή τη σύγκριση…. και από τη μια να μην απελπιστεί συνειδητοποιώντας πόσο χαμηλά βρίσκεται η ηθική, η αξιοπρέπεια, η φαντασία, η συνείδηση και τα ανακλαστικά αντίστασης της κοινωνίας μας σήμερα (μέχρι στιγμής τουλάχιστον) και από την άλλη, διαβάζοντας τις προσπάθειες και τα εγχειρήματα αυτών των ανθρώπων στην Ισπανία, να μην συνεχίσει αθεράπευτα να ελπίζει, γιατί όπως έλεγε κι ο Σοφοκλής στην Αντιγόνη του : «πολλά τα δεινά κουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει». Δηλαδή «τίποτα δεν είναι πιο τρομερό, θαυμάσιο, ικανο-πραγματοποιητικό απ’ τον άνθρωπο», όπως αυτό το «ανθρώπου δεινότερον» το ερμηνεύει ο Καστοριάδης, χαρτογραφώντας τη δημοκρατική πολιτική σκέψη και στάση ως μια στάση που μαζί με τους άλλους ( στο ίσον φρονείν κι όχι στο μόνος φρονείν) αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεών της και δεν αναζητά έξωθεν νομιμοποιήσεις, θεούς, προφήτες και πάσης φύσεως εθνοσωτήρες.

Ικανός δηλαδή ο κάθε άνθρωπος για το υψηλότερο κι ευγενέστερο, όπως στην Ισπανία τα ηρωικά χρόνια, ικανός να αναλάβει την ευθύνη και τη τύχη της ύπαρξής του και μέσα από αυθεντικές συλλογικές και αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες να χαράξει ο ίδιος τον κοινό δρόμο του. Και από την άλλη ικανός για την πιο χαμερπή κατρακύλα, για την πιο στυγνή υποταγή, να τρέχει να κρύβεται στην ποδιά των ισχυρών, ενός οποιουδήποτε χιτλερίσκου ή λαοφιλή «παντογνώστη» ηγέτη ή κομματόσκυλου ή στην ποδιά μιας φανταστικής υπερπροστατευτικής (αλλά φυσικά τυραννικής) μητέρας, ή ενός φανταστικού, από μηχανής θεού, πατέρα που παραλύει τη σκέψη και την πρωτοβουλία.

Δεν μπορεί κανείς να μην κάνει αυτή τη σύγκριση διαβάζοντας το βιβλίο του Μάρει Μπούκτσιν για τους Ισπανούς Αναρχικούς: τη σύγκριση ανάμεσα στα ηρωικά εκείνα χρόνια και τα χρόνια που εμείς σήμερα σερνόμαστε πίσω από σαθρές (όπως τώρα περίτρανα αποδεικνύεται) « κυρίαρχες αναπτυξιακές επιλογές», που μας τις φόρεσαν σαν ζουρλομανδύα με αντάλλαγμα μια ψευδαίσθηση συμμετοχής σε ένα βιοτικό επίπεδο που ακόμη κι όταν το είχαμε (όσοι από εμάς το είχανε) το πληρώναμε ακριβά με την ηθική, ψυχική και αισθητική υποβάθμιση της ζωής μας.

Σε αυτή τη γραμμή πλεύσης, που προανέφερα – ότι δεν πρέπει να μας ενδιαφέρει απαραίτητα ο προορισμός, το τέλος, « η Ιθάκες» , αλλά το ταξίδι, ο «πηγαιμός για την Ιθάκη»- θα ήθελα να αναφέρω ορισμένες ακόμη όψεις αυτής της μεγάλης πορείας προς τη «γη της ελευθερίας» των ισπανών αναρχοσυνδικαλιστών…..

Μια από τις αρχές των Ισπανών Αναρχικών αφορούσε την ακλόνητη πεποίθησή τους ότι τα μέσα που υιοθετούσαν, οι μέθοδοι πάλης, όχι μόνο δεν μπορούσαν να διαχωριστούν από την ελευθεριακή κοινωνία στην οποία απέβλεπαν, αλλά όφειλαν να απεικονίζουν και να ενσωματώνουν τις βασικές όψεις του comunismo libertario, τον οποίο επιζητούσαν να πραγματώσουν. Γράφει ο Μπούκτσιν: «Αν ένα κίνημα επιδίωκε να δημιουργήσει έναν κόσμο ενωμένο στη βάση της αλληλεγγύης και της αλληλοβοήθειας, όφειλε να διέπεται από τις αρχές του. Αν επιδίωκε μια αποκεντρωτική, αντιεξουσιαστική, ακρατική κοινωνία, όφειλε να είναι δομημένο πάνω σε αυτούς τους στόχους….. οι αναρχικοί τόνιζαν συνεχώς τη σημασία της εκπαίδευσης και την ανάγκη να ζουν σύμφωνα με τις αναρχικές επιταγές- με άλλα λόγια τη ανάγκη να δημιουργήσουν μια αντικοινωνία που θα εξασφάλιζε το χώρο που χρειάζονται οι άνθρωποι για να ανακαλύψουν και να δημιουργήσουν εκ νέου τον εαυτό τους. Επομένως έδιναν μεγαλύτερη σημασία στον ελεύθερο χρόνο και στην ηθική υπεροχή. Περιφρονούσαν τους σοσιαλιστές επειδή τα αιτήματά τους επικεντρώνονταν πρωταρχικά στις μισθολογικές αυξήσεις και τις υλικές βελτιώσεις. Στα μάτια των αναρχικών, η ανάγκη για μείωση των ωρών εργασίας ήταν πολύ πιο σημαντική, γιατί σύμφωνα με τον Ανσέλμο Λορένθο, τον «παππού» του ισπανικού αναρχισμού (1842-1914), οι άνθρωποι «θα έχουν τον ελεύθερο χρόνο να σκέφτονται, να μελετούν….. να ικανοποιούν τα ηθικά τους ένστικτα»

Και σε ένα άλλο απόσπασμα στο τέλος του βιβλίου, στα Συμπεράσματα, ο Μπούκτσιν εξετάζει το κατά πόσο ήταν εφικτή μια κομμουνιστική επανάσταση σε μια βιομηχανικά υπανάπτυκτη χώρα κι αναφέρει πάνω στο ίδιο θέμα τις σκέψεις του διακεκριμένου αναρχικού θεωρητικού Αμπάδ δε Σαντιγιάν, ο οποίος σε ένα έργο με τίτλο Μετά την Επανάσταση, το οποίο συζητήθηκε εκτενώς στα πλαίσια του ισπανικού αναρχικού κινήματος, έγραφε «Κάθε περίοδο στέρησης και φτώχειας παράγει βαρβαρότητα, ηθική οπισθοδρόμηση και μια άγρια μάχη όλων για το καθημερινό ψωμί…. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο στοχεύουμε να εγκαθιδρύσουμε τις καλύτερες οικονομικές συνθήκες, οι οποίες θα λειτουργήσουν ως εγγύηση ίσων και σταθερών σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους. Δεν θα πάψουμε να είμαστε αναρχικοί ακόμη και με άδεια στομάχια, αλλά δεν μας αρέσει να έχουμε άδεια στομάχια». Συνεχίζοντας το συλλογισμό του Σαντιγιάν, ο Μπούκτσιν καταλήγει: « Τέλος, σε μια οικονομία αφθονίας, που θα μπορεί να καλύπτει τις προσωπικές ανάγκες με αντίτιμο ένα στοιχειώδη μόχθο, το άτομο μπορεί να αποκτήσει τον ελεύθερο χρόνο για την πνευματική του καλλιέργεια και την πλήρη συμμετοχή του στην άμεση διαχείριση της κοινωνικής ζωής » Και στη συνέχεια ο Μπούκτσιν, αφού προσυπογράφει την προειδοποίηση του Σαντιγιάν, την άνοιξη του 1936, ότι «ο κομμουνισμός θα είναι το αποτέλεσμα της αφθονίας και χωρίς αυτήν θα παραμείνει απλώς ένα ιδανικό», αναφέρεται στο διφυή, και γόνιμα αντιφατικό χαρακτήρα του αναρχικού οράματος. Γράφει: «Πίστευαν στον «ελεύθερο έρωτα» επειδή πίστευαν στην ελευθερία του ζευγαρώματος πέρα από την πολιτική ή θρησκευτική επικύρωση, αλλά απέφευγαν την ελεύθερη έκφραση της σεξουαλικότητας και τις πολυγαμικές σχέσεις. Οραματίζονταν την ευθυμία στον εργασιακό χώρο, αλλά θαύμαζαν την σκληρή εργασία και σχεδόν εξυμνούσαν τις εξαγνιστικές της ιδιότητες. Στην κοινωνία της «Αρκαδίας» δεν θα υπήρχαν «δικαιώματα χωρίς καθήκοντα και καθήκοντα χωρίς δικαιώματα»… Εντούτοις οι ισπανοί αναρχικοί άφησαν πίσω τους μια απτή πραγματικότητα που έχει ιδιαίτερη σημασία για τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό της. Τα «ηρωικά χρόνια» του κινήματος από το 1868 μέχρι το 1936, σημαδεύτηκαν από μια συναρπαστική διαδικασία πειραματισμού σε οργανωτικές δομές, τεχνικές λήψης αποφάσεων, προσωπικές αξίες, εκπαιδευτικούς στόχους και μεθόδους πάλης».

Δύο αξιοσημείωτα για μένα συμπεράσματα:

1ο) Ο θεσμός όσο δημοκρατικός, αμεσοδημοκρατικός, κι αν είναι, όσο κι αν στη σύλληψη και στην εφαρμογή του αγγίζει το ιδεώδες, παραμένει πάντα ένα κέλυφος, μια εξωτερική μορφή, που αν οι συμμετέχοντες σε αυτόν, οι ζωντανοί, απλοί, καθημερινοί άνθρωποι, δε δραστηριοποιούνται, δε φροντίζουν, δεν αγωνίζονται να δώσουν σάρκα και οστά σε αυτό το εξωτερικό κέλυφος, ο θεσμός αργά ή γρήγορα θα εκφυλιστεί και θα αδειάσει από το όποιο απελευθερωτικό περιεχόμενό του. Ακόμη κι ο πιο τέλεια σχεδιασμένος θεσμός. Αυτό οι cenetistas φαίνεται να το γνώριζαν αρκετά καλά.

Στον πρόλογο για το βιβλίο του Σαμ Ντόλγκοφ «Αναρχικές Κολεκτίβες» (Εκδόσεις Διεθνής Βιβλιοθήκη) ο Μπούκτσιν σημειώνει « Ο όρος «ολοκληρωμένη προσωπικότητα» παρουσιάζεται συχνά στα ντοκουμέντα των Ισπανών αναρχικών και έγιναν ακούραστες προσπάθειες για την ανάπτυξη της προσωπικότητας των ατόμων, τα οποία, όχι μόνο έπρεπε να ενστερνιστούν τις αντιεξουσιαστικές αρχές, αλλά και να δοκιμάζουν να τις εφαρμόζουν στην πράξη. Κατά συνέπεια το οργανωτικό πλαίσιο του κινήματος (όπως εκφράστηκε στην «πρώτη Διεθνή», τη CNT και τη FAI) έπρεπε να είναι αποκεντρωμένο και να επιτρέπει το μεγαλύτερο βαθμό πρωτοβουλίας και λήψης αποφάσεων στη βάση και να παρέχει δομικές εγγυήσεις ενάντια στο σχηματισμό γραφειοκρατίας»

2ο) Ο δρόμος για τη ριζική κοινωνική αλλαγή δεν είναι μια ευθεία. Και δεν πρόκειται ούτε για μια μαγική στιγμή, ούτε για ένα βίαιο συμβάν που, στο όνομα μιας ερμητικής ερμηνείας της Ιστορίας, κάποιοι έρχονται να το εφαρμόσουν πάνω στην κοινωνία σαν ένα είδος ηλεκτροσόκ. Ο Μπούκτσιν και σε αυτό το βιβλίο, αλλά και σε άλλα κείμενά του για το ισπανικό αναρχικό κίνημα, υπογραμμίζει πώς οι ισπανοί αναρχικοί προσπαθούσαν να εξισορροπήσουν τις απαιτήσεις ανάμεσα σε μια αυθεντική δημοκρατία «από τα κάτω» με αποκεντρωμένες διαδικασίες λήψης αποφάσεων και την ανάγκη για συντονισμό και αποτελεσματική κοινή δράση. Όπως σημειώνει « η CNT δοκίμασε να λύσει τα προβλήματά της και στη διάρκεια ευνοϊκών περιόδων το κατάφερε. Υπήρξαν όμως και περίοδοι καταστολής, απότομες και πολλές φορές κρίσιμες στροφές των γεγονότων που την ανάγκασαν να καταργήσει τα ετήσια καθώς και τα τοπικά συνέδρια και να περιοριστεί στη λήψη αποφάσεων από ηγετικές επιτροπές ή «συνέδρια», τα οποία διέφεραν ελάχιστα από απροετοίμαστες συνδιασκέψεις. Ορισμένοι ηγέτες, σε όλα τα επίπεδα της οργάνωσης, ενεργούσαν περίπου με γραφειοκρατικό τρόπο. Η ίδια η συνδικαλιστική δομή δεν είναι απαλλαγμένη από γραφειοκρατικές παραμορφώσεις».

Όπως δείχνει το ισπανικό παράδειγμα η κοινωνική επανάσταση, η αναμόχλευση των πάντων μέχρι να βρεθεί εκείνη η νέα ισορροπία, αρμονία αν θέλετε, που θα απελευθερώνει όσο γίνεται περισσότερες συλλογικές δυνατότητες και θα ελαχιστοποιεί τον αποκλεισμό και την αδικία, αυτή η κοινωνική επανάσταση είναι μια δαιδαλώδης διαδικασία. Ένας δρόμος που περιλαμβάνει πολλά κάθετα και παράλληλα μονοπάτια, πολλούς παράδρομους βαθύτατων πολιτισμικών ανατροπών που θέτουν σε αμφιβολία και διερώτηση το κυρίαρχο φαντασιακό, δηλαδή το συνολικό τρόπο ζωής, τις κυρίαρχες αξίες και αντιλήψεις, τον ίδιο τον τρόπο πρόσληψης της πραγματικότητας από τον καθένα από εμάς.

Γι’ αυτό και στο επίκεντρο αυτής της διαδικασίας σε τελευταία ανάλυση δεν μπορεί να βρίσκεται η απροκάλυπτη ή συγκαλυμμένη επιβολή, αλλά η πειθώ. Τίποτα δεν μπορεί να είναι δεδομένο, με την έννοια του θέσφατου ή του ταμπού για το οποίο απαγορεύεται να σκεφτείς και να μιλήσεις, και τίποτα δεν μπορεί να είναι οριστικό με την έννοια ενός τεχνητού παραδείσου στη μήτρα του οποίου όλες οι αντιφάσεις και τα προβλήματα έχουν διαπαντός επιλυθεί.

Προκειμένου να παραμείνουν τα ξυπνητήρια μιας κοινωνίας που αγνοεί τις ελλοχεύουσες δυνατότητές της, προκειμένου δηλαδή να είναι αυτοί που δείχνουν ένα δρόμο, κι όχι εκείνοι που παίρνουν εργολαβία το όλο εγχείρημα, οι ισπανοί αναρχικοί προτίμησαν να αποφύγουν την καθησυχαστική λαϊκιστική ρητορική περί «της έλευσης γήινων παραδείσων»-ιδιαίτερα όταν γνώριζαν ότι αυτοί οι παράδεισοι, όπου τους έφεραν οι αυτοχρισμένοι κομματικοί γκουρού, οδήγησαν σε νέες επαχθέστερες μορφές σκλαβιάς.

ΠΗΓΗ:Ελευθεριακός Κόσμος

logofinal

Εξοντώνοντας επιστημονικά εργάτες

Πολλοί θα έχετε αναρωτηθεί πως γίνεται και λειτουργεί τόσο άψογο ο μηχανισμός διάλυσης εργατικών σωματείων, συλλόγων, απεργιών, καταλήψεων και εν γένει όλων εκείνων των αντιδράσεων της εργατικής τάξης απέναντι στον πόλεμο που δέχεται. Κι όμως στους καιρούς της κρίσης και ακόμα παλιότερα η αστική τάξη προετοιμαζόταν, πειραματιζόταν και αντιμετώπιζε με επιστημονικό τρόπο την αναζήτηση μια φόρμουλας διάλυσης κάθε εργατικής αντίστασης. Σήμερα 25 Μάη είναι ημέρα ορόσημο για αυτή την προσπάθεια, το γιατί θα το μάθετε παρακάτω.

Θα ξεκινήσουμε με ένα άνθρωπο τον Pearl Bergoff, ένα φτωχοδιάβολο, γιο ενός πλανόδιου έμπορα ψαριών και εκτιμητή γης από το Michigan των ΗΠΑ. Ο πατέρας του τον παράτησε με 50 δολάρια στην τσέπη όταν ήταν 13 χρονών έτσι πήγε στην Νέα Υόρκη για να ενταχθεί στην βιομηχανία της απεργοσπασία που ανθούσε. Όλα αυτά στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα. Αρχικά έκανε τον ρουφιάνο για την Metropolitan Street Railway παρακολουθώντας τους εργάτες για το πως διαχειρίζονταν τα εισιτήρια. Το 1906 “δούλευε” ως απεργοσπάστης για τον James Farley (άλλο “μπουμπούκι” κι αυτός, αξίζει να διαβάσετε το βιογραφικό του εδώ).

Πέρα από τις “υπηρεσίες” του έκανε και τον σωματοφύλακα για τον αρχιτέκτονα και επιχειρηματία Stanford White, έκανε τόσο καλά την δουλειά του που ο White δολοφονήθηκε από τον Harry Kendal Τhaw λόγω της ερωτικής σχέσης του White με την γυναίκα του Thaw. Σαν τίμιος “μεροκαματιάρης” οBergoff δεν έχασε ευκαιρία και πούλησε το ημερολόγιο του θύματος με όλες τις πιπεράτες λεπτομέρειες στην εφημερίδα New York World. Με τα χρήματα που πήρε ίδρυσε μαζί με τον αδερφό του Leo την εταιρία Bergoff Brothers Strike Service and Labor Adjusters έτσι λοιπόν από υπάλληλος στον απεργοσπαστικό κλάδο, έγινε αφεντικό της δικής του εταιρίας απεργοσπασίας. Ανέλιξη μεγάλη βλέπεις… Η εταιρία του αποδείχτηκε πολύ καλή στο “έργο” της με calling card των υπηρεσιών της την έντονη και χωρίς φειδώ βία στις επιχειρήσεις της. Από την απεργία των σκουπιδιάρηδων του 1907 έδωσε διαπιστευτήρια πως είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστική. Η πρώτη όμως μεγάλη παράσταση θα δινόταν δύο χρόνια αργότερα στην Pennsylvania.

Τι έγινε ; Η Pressed Steel Car Company απέλυσε σαράντα άτομα. Όμως μιλάμε για το 1909 τότε που τέσσερα χρόνια πριν διακόσιοι εργάτες αποφάσισαν να ιδρύσουν τηνIWW, έμεινα γνωστοί και ως Wobblies ή διαφορετικά μια από τις πιο λαμπρές σελίδες του αμερικανικού και παγκόσμιου εργατικού κινήματος. Αυτοί λοιπόν οι παλαβοί της ιστορίας για απόλυση μόλις 40 ανθρώπων οργάνωσαν συλλαλητήριο απάντηση 8 χιλιάδων εργατών με δεκαέξι διαφορετικές εθνικότητες. Τα αφεντικά τρελάθηκαν και κάλεσαν τον Bergoff να τους βοηθήσει. Ο τελευταίος δεν καθυστέρησε καθόλου, έστειλε με πλοία και τρένα απεργοσπάστες να συγκρουστούν με τους απεργούς και τους αλληλέγγυους. Αλλά ακόμα και οι απεργοσπάστες που ήταν κατά κύριο λόγοι μετανάστες που μάντρωνε ο Bergoff με την βια και τους φύλαγαν μπράβοι, είχαν ιδιαίτερη “μεταχείριση”. Οι περισσότεροι ήταν είτε θύματα απαγωγής, είτε παραπλανημένοι με παχυλές υποσχέσεις και τους συμπεριφερόταν σαν εμπορεύματα. Για παράδειγμα τους στοίβαζε σε εμπορικά βαγόνια και τους κλείδωνε εκεί χωρίς τροφή, νερό ή ακόμα και κάτι σαν τουαλέτα, για να τους δείξει πιο είναι το αφεντικό. Στο προκείμενο όμως η απεργία μετατράπηκε σε μάχη και αργότερα σε πιστολίδι που στέρησε την ζωή σε 22 απεργούς. Τελικά όμως οι απεργοί νίκησαν. Αυτό όμως δεν έβλαψε τις επιχειρήσεις του Bergoff Που είχε πλέον στην διάθεσή του γύρω στους 10 χιλιάδες απεργοσπάστες ενώ για κάθε επιχείρηση αμειβόταν ως και 2 εκατομμύρια δολάρια… Μιλάμε για πολύ ανέλιξη… Τέσσερα χρόνια μετά το πρώην αφεντικό τουJames Farley τίναξε τα πέταλα και έτσι ο Bergoff αυτό-ανακυρήχθηκε “Βασιλιάς των Απεργοσπαστών”. Μετακόμισε έτσι στο Bayonne του New Jersey και έφτιαξε τομεγαλύτερο γραφείο που είχε δει η πόλη και από εκεί διεύθυνε το “αγαστό” έργο του. Επένδυσε και τοπικά εννοείται καθώς ανακατεύτηκε και στην απεργία των διυλιστηρίων του Bayonne το 1915-1916 με καλό “σκορ” πάλι 4 νεκροί και 34 τραυματίες.

Όμως το 1923 έπεσε αναδουλειά και η επιχείρηση του Bergoff έφθινε τάχιστα. Προσπάθησε να ανακατευτεί στο real estate αλλά απέτυχε και γύρισε στην παλιά του τέχνη. Έτσι λοιπόν αποφάσισε εκεί γύρω στο 1936 να παίξει το τελευταίο το χαρτί και να αφήσει κληρονομιά στο κόσμο την τεχνική του. Για αυτήν κατηγορήθηκε δικαστικά αλλά αθωώθηκε στις 18 Νοέμβρη του 1937. Αποσύρθηκε μετά μιας και του είχε αφαιρεθεί και η άδεια ντετέκτιβ από την πολιτεία της Νέας Υόρκης. Ευτυχώς ψόφησε το 1947… αλλά ποιο ήταν το τελευταίο του χαρτί που ακόμα και σήμερα χρησιμοποιείται ; Το όνομα αυτής είναι η φόρμουλα Mohawk Valley ή αλλιώς τεχνική Bergoff.

O James Rand Jr. ήταν ένα Αμερικανός βιομήχανος που έφερε επανάσταση στην επιχειρηματική μηχανοργάνωση και μηχανογράφηση. Ήταν απόφοιτος του Harvard και τραπεζικός, εκεί κατάλαβε πως για να γίνουν πιο αποδοτικές οι τράπεζες έπρεπε να οργανώσουν τις υπηρεσίες τους, να τις κατηγοριοποιήσουν και ούτε κάθε εξής. Έτσι έφερε το σύστημα της μηχανοργάνωσης και αρχειοθέτησης. Ήταν σημαίνον πρόσωπο της εποχής καθώς την περίοδο της κρίσης έγινε ο άνθρωπος που άκουγαν η κυβέρνηση και οι τραπεζίτες για να αντεπεξέλθουν. Ήταν συνιδρυτής μαζί με τον Frank Vanderlipτης επιτροπής διάσωσης των Αμερικανικών τραπεζών, που μεταξύ άλλων χειρίστηκε την κατάργηση του κανόνα του χρυσού και τον πληθωρισμό του δολαρίου. Μαζί με αυτά ήταν βραβευμένος από την Αμερικανική Συνομοσπονδία Εργασίας (AFL) και συγκεκριμένα τον πρόεδρό της William Green. Όλα αυτά όμως φτάνει να είναι έξω από την πόρτα του. Το 1935 κατηγορείται για χρηματιστηριακή απάτη με τις μετοχές της τότε εταιρίας του αλλά υπέγραψε συμβιβαστική λύση όπου δεσμευόταν να σταματήσει την αγορά μετοχών που θα επηρέαζαν την τιμή των εταιρικών του μετοχών. Ένα χρόνο πριν όμως, το 1934 οι εργάτες στα εργοστάσια παραγωγής γραφομηχανών άρχισαν να οργανώνονται σε σωματεία από την AFL. Στις 8 Μάη του 1934, 6,5 χιλιάδες εργάτες απήργησαν ώστε να αναγνωριστεί το νεοσύστατο σωματείο τους και να κατοχυρωθεί η συλλογική διεκδίκηση μέσω συλλογικών συμβάσεων μεταξύ σωματείου και επιχείρησης. Αυτό δεν άρεσε πολύ στον εργατο-πονιάρη Rand και έτσι άρχισε να παίρνει μέτρα.

Το 1936 ήταν ιδιοκτήτης της εταιρίας κατασκευής γραφομηχανών Remington. Στις 25 Μάη του 1936 οι εργαζόμενοι της Remington Rand Company αποφάσισαν να απεργήσουν, μια απεργία που κράτησε ως τον Απρίλη του 1937.Σε αυτήν ξεδιπλώθηκε η τεχνική Bergoff ή η λεγόμενη και φόρμουλα Mohawk Valley. O Rand Jr. αποφάσισε να συκοφαντήσει τους συνδικαλιστές των εργατών αλλά έβλεπε πως αυτό δεν έφτανε έτσι κατέφυγε στις υπηρεσίες του Bergoff με αποτέλεσμα αυτό το δίδυμο να καταρτίσει μια φόρμουλα εννιά σημείων για την διάλυση σωματείων και απεργιών. Η φόρμουλα έχει ως εξής, όπως αποδίδεται στο περιοδικό The Nation του 1937:

1. Όταν απειλείται να γίνει απεργία χαρακτήρισε τους αρχηγούς του σωματείο ως “αγκιτάτορες” ώστε να τους καταστήσεις αφερέγγυους στην κοινή γνώμη και τους υποστηρικτές τους. Κάνε ψηφοφορία υπό το αυστηρό βλέμμα των ελεγκτών εργασίας ώστε να δείξεις πως το σωματείο είναι αδύναμο. Έτσι μπορείς να παρουσιάσεις λανθασμένα πως οι απεργοί είναι μια μικρή μειοψηφία. Άσκησε οικονομική πίεση μέσω απειλών ότι θα μεταφέρεις το εργοστάσιο. Συγκέντρωσε τραπεζίτες, γαιοκτήμονες, ιδιοκτήτες real estate και επιχειρηματίας σχηματίζοντας μια επιτροπή πολιτών ώστε να ασκούν πίεση και αυτοί.
2. Σήκωσε την σημαία του “νόμου και της τάξης” προκαλώντας την κοινότητα να μαζέψει νόμιμα και αστυνομικά όπλα ενάντια στην φαντασιακή απειλή και να ξεχάσει πως οι εργάτες έχουν ίσα δικαιώματα με όλη την κοινότητα.
3. Κάλεσε μια μαζική συγκέντρωση ώστε να κατευθύνεις την κοινή γνώμη ενάντια στους απεργούς και να ενισχύσεις την επιτροπή πολιτών.
4. Σχημάτισε μια μεγάλη αστυνομική δύναμη που θα τρομάζεις τους απεργούς και να τους προκαλεί ψυχολογικά πίεση. Χρησιμοποίησε για αυτό την τοπική αστυνομία, την πολιτειακή αστυνομία, υπόκοσμο και ειδικές πολιτοφυλακές, αν είναι δυνατόν από άλλες γειτονιές.
5. Πείσε τους απεργούς πως η προσπάθειά τους είναι απέλπιδα με μια κίνηση επιστροφής στην δουλειά. Αυτή θα την καλεί μια οργάνωση μαριονέτα δήθεν πιστών εργατών που θα έχει οργανωθεί κρυφά από τον εργοδότη.
6. Όταν έχουν γίνει αρκετά από τα παραπάνω όρισε μια ημερομηνία για το άνοιγμα του εργοστασίου. Έχοντας λάβει τέτοια πρόταση από την οργάνωση μαριονέτα που ζητά επιστροφή δουλειά.
7. Σκηνοθέτησε το άνοιγμα με θεατρινισμούς. Ανοιχτές πύλες και εργαζόμενους που εισέρχονται μαζικά προστατευμένοι από ισχυρές δυνάμεις ασφάλειας ώστε να δραματοποιήσεις το γεγονός, να το γεμίσεις με υπερβολές και να ενδυναμώσει τον αντίκτυπο της απογοήτευσης.
8. Σπάσε το ηθικό των απεργών με μια συνεχή επίδειξη ισχύος. Αν χρειαστεί μετέτρεψε την κοινότητα σε πολεμικό στρατόπεδο και απέκλεισέ την από τον έξω κόσμο
9. Κλείσε το μπαράζ δημοσιότητας για το θέμα λέγοντας πως το εργοστάσιο είναι σε πλήρη λειτουργία και πως οι απεργοί είναι μια ισχνή μειοψηφία που προσπαθεί να εμποδίσει το δικαίωμα στην εργασία. Με αυτό η καμπάνια τελειώνει και ο επιχειρηματίας έχει σπάσει την απεργία.

Και όπως καταλαβαίνουμε όλοι τα εφήρμοσαν όλα, μάλιστα εφήρμοσαν περισσότερα από αυτά. Ποια ήταν τα εξτρά που εφαρμόστηκαν ; Πολλά αλλά ας τα πάρουμε ένα-ένα.

Χρησιμοποίησαν και ιδιωτικές δυνάμεις ασφάλειας με κυρίαρχα τα γραφεία ντετέκτιβ της εποχής, την ενορχήστρωση ανέλαβε ο Bergoff. Εξόπλισαν τις πολιτοφυλακές με όπλα και συμβατικά αυτοκίνητα ώστε να εκτελούν περιπολίες. Η αστυνομοκρατία και τρομοκρατία έφτασε σε επίπεδο που η εταιρία έβγαλε κάρτες-διαβατήρια που μοίρασε στους κατοίκους και χωρίς αυτά δεν ήταν δυνατή η είσοδος στην πόλη. Φυσικά πλημμύρισαν την περιοχή με απεργοσπάστες παρά τις φιλότιμες προσπάθειες αλληλέγγυων εργατών από γειτονικά εργοστάσια και περιοχές να αρνηθούν. Όμως η κρίση και η μεγάλη ύφεση έκανε τους απεργοσπάστες να τρέχουν πίσω από τις υποσχέσεις για εύκολα λεφτά. Μαζί με αυτά υπήρχε ένα όργιο παραπληροφόρησης πως συγκεκριμένοι εργάτες, συνήθως ηγετικές μορφές του αγώνα επέστρεφαν στην δουλειά ή αποφάσισαν να κλείσουν την απεργία. Έτσι δημιουργούσαν έριδες μέσα στις τάξεις των απεργών μέχρι να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Εξαγόρασε ο Rand Jr και τις τοπικές δικαστικές αρχές που είχαν ιδιαίτερα σκληρή στάση απέναντι στους απεργούς και τους υποστηρικτές τους ρίχνοντας φυλακές για ψύλλου πήδημα. Χαρακτηριστικά δύο έφηβες κοπέλες καταδικάστηκαν σε φυλάκιση ενός μήνα επειδή κουνούσαν ψεύτικους αρουραίους στους απεργοσπάστες. Δημιουργούσαν επίσης πολλές επιτροπές κατοίκων που δήθεν καταδίκαζαν την βία του σωματείου και ζητούσαν την επίμονη λήξη της απεργίας ώστε να επιστρέψουν στην κανονική ζωή τους. Μέχρι και ιεραπόστολους επιστράτευσαν που έμπαιναν στα σπίτια και έβγαζαν αμαρτωλούς τους απεργούς πείθοντας τις οικογένειές τους να ασκήσουν πίεση για να γυρίσουν στον δρόμο του Κυρίου που δεν θέλει φασαρίες. Ενώ όση διαρκούσε η απεργία ο Rand Jr οργάνωνε επιχειρησιακά σωματεία ώστε να δείχνει πως οι εργαζόμενοι θέλουν να δουλέψουν… Παλιά μου τέχνη…

Η όλη μάχη ήταν ιδιαίτερα βίαιη με συνεχόμενες συγκρούσεις που κρατούσαν μέρες και τους εργάτες να επιστρατεύουν κάθε μέσο ώστε να επιβιώσουν από αυτοσχέδιο βόμβες μέχρι τεράστιες μεταλλικές μπάλες. Τελικά μετά από 11 μήνες απεργίας και μια αντίστοιχα πολύμηνη δικαστική μάχη οι εργάτες κέρδισαν την αναγνώριση του σωματείου και την ικανότητα σύναψης συλλογικών συμβάσεων. Αυτό όμως που έμεινε είναι μια θεωρία αντιμετώπισης καταστάσεων κοινωνικής εξέγερσης όπως θα έλεγαν κάποιοι ειδικοί αναλυτές .Δηλαδή για να το πούμε στην γλώσσα μας, εξάλειψης και καταστολής κάθε αντίδρασης. Το ότι την περίοδο της κρίσης έγινε από κοινού παγκοσμίως τέτοιες προσπάθειες πρέπει να μας κάνει να σκεφτούμε πως ο φασισμός ενυπάρχει στο ίδιο το σύστημα που ονομάζουμε καπιταλισμό, οι εκφάνσεις αλλάζουν. Όπως είχα γράψει και σε προηγούμενο άρθρο για το πως οι Ναζιστές αντιμετώπισαν το εργατικό κίνημα όταν ανέβηκαν στην εξουσία (εδώ) ο στόχος ήταν κοινός (για αυτό και η φωτογραφία του Αδόλφου στο post). Ήθελα όμως να παρουσιάσω όμως και την άλλη πλευρά αυτή του λεγόμενου New Deal που δεν ήταν τίποτε άλλο από μια διαφορετικής οπτικής καπιταλιστική απάντηση που στόχο είχε το εργατικό κίνημα. Δεν υπάρχει λοιπόν αντί-φασιστικό κίνημα χωρίς να βάζει ως πρόταγμα την καταστροφή του καπιταλισμού μιας και πολύ απλά θα βρεθεί να παλεύει για ένα φασισμό με διαφορετικό προσωπείο… Τα σχόλια και οι σκέψεις δικές σας όπως πάντα.

 

Πηγή: Mavrilhsta

109 Χρόνια Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου (IWW)

iww1

 

Oι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου (Industrial Workers of the World) αποτελούν το συνώνυμο του ριζοσπαστικού εργατικού συνδικαλισμού στην Αμερική. Πρόκειται για μια άγνωστη και αθέατη πλευρά της Αμερικής και ενός διαχρονικού οράματος για οργάνωση και χειραφέτηση των εργαζομένων.

Οι απαρχές της ίδρυσης.

Από το 1870 και μετά, η οικονομική, πολιτική και κοινωνική αστάθεια κυριαρχούσε στις ΗΠΑ. Από την μία, υπήρχε έντονο ενδιαφέρον στους εργάτες για τις σοσιαλιστικές και τις αναρχικές ιδέες με αποτέλεσμα την μεγάλη εργατική εξέγερση του 1877, τα γεγονότα στο Σικάγο την Πρωτομαγιά του 1886, την απεργία Pullman το 1894, καθώς και τις αιματηρές απεργίες των ανθρακωρύχων στις δυτικές περιοχές των ΗΠΑ το 1890. Από την άλλη, με την καταστολή να εντείνεται, πολλά από τα συνδικάτα που συμμετείχαν στην καθεστωτική Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας (American Federation of Labour) -κάτι αντίστοιχο με την ΓΣΕΕ- επέλεξαν τον δρόμο της υποταγής, τον συντηρητισμό, τα κλαδικά μικροσυμφέροντα, και τον αποκλεισμό γυναικών, μαύρων και άλλων εθνικών ομάδων.

iww2

Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν στην ανάγκη ενός δυνατού συνδικαλιστικού κινήματος, ως απάντηση στην γενικευμένη καταστολή των αφεντικών και οδήγησαν στην δημιουργία των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου (Industrial Workers of the World). Στην ιδρυτική συνάντηση στο Σικάγο τον Ιούνιο του 1905, συμμετείχαν διακόσοι αντιπρόσωποι από την Ομοσπονδία Ανθρακωρύχων των Δυτικών περιοχών των ΗΠΑ και από άλλα μικρότερα συνδικάτα, αναρχικοί και σοσιαλιστές. Με στόχο την οργάνωση ενάντια στον καπιταλισμό και τον εξαρτημένο συνδικαλισμό, το ιστορικό προοίμιο (Preamble) της IWW ήταν και παραμένει διαχρονικό:

«Η εργατική τάξη και τα αφεντικά δεν έχουν τίποτα το κοινό. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία ειρήνη εφ” όσον η πείνα και η ανέχεια συνυπάρχουν ανάμεσα στα εκατομμύρια των εργαζόμενων, ενώ οι λίγοι, που αποτελούν την εργοδοτική τάξη κατέχουν όλο τον παραγόμενο πλούτο. Μεταξύ αυτών των δύο τάξεων η πάλη πρέπει να συνεχιστεί έως ότου οργανωθούν όλοι οι εργαζόμενοι του κόσμου, πάρουν την κατοχή των μέσων παραγωγής, καταργήσουν το σύστημα της μισθωτής εργασίας και ζήσουν σε αρμονία με τη φύση. Αντί του ιδεολογήματος, «μια δίκαιη αμοιβή ανά εργάσιμη ημέρα», πρέπει να υιοθετηθεί το διαρκές επαναστατικό πρόταγμα:Κατάργηση της Μισθωτής  Εργασίας.»

iww3

 

Η επιλογή του τρόπου οργάνωσης

Οι Βιομηχανικοί Εργάτες επέλεξαν να οργανωθούν με βάση τον Επαναστατικό Βιομηχανικό Συνδικαλισμό (Revolutionary Industrial Unionism) και την μέθοδο του «ενός δυνατού και ενιαίου συνδικάτου» (One Big Union) ανά Βιομηχανική δραστηριότητα  (πχ ναυτιλία) και όχι  ανά επιμέρους κλάδο ξεχωριστά ή ειδικότητα (πχ ναυτεργάτες, ή ασυρματιστές). Στόχος ήταν ο συνδυασμός και η ανάπτυξη της άμεσης δράσης και η δημιουργία τοπικών  τμημάτων οργανωμένων από την βάση χωρίς ιεραρχικές διαδικασίες. Οι πρωτεργάτες της IWW πίστευαν ότι με τον τρόπο αυτό θα πετύχαιναν καλύτερα αποτελέσματα και οι διεκδικήσεις τους θα ήταν πιο απειλητικές για την εργοδοσία,  με στόχο την νίκη έναντι του καπιταλισμού διαμέσου της γενικής απεργίας.

iww4

Λίγοι γνωρίζουν ότι με βάση το μοντέλο του Επαναστατικού Βιομηχανικού Συνδικαλισμού, οργανώθηκαν αργότερα μεγάλες Αναρχοσυνδικαλιστικές ομοσπονδίες της Ευρώπης όπως η CNT Ισπανίας που προσπάθησαν να το εφαρμόσουν στην πράξη σύμφωνα με τις τοπικές ιδιαιτερότητες. Η οικονομική άνθιση της παραγωγής κατά την διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου αποδίδεται ως αποτέλεσμα του αγροτικού κολεκτιβισμού, αλλά οφείλεται και στον Επαναστατικό Βιομηχανικό Συνδικαλισμό που ως οργανωσιακή μέθοδος, επιζητά  την ολιστική οργάνωση της παραγωγής από τους εργαζομένους «για να συνεχίσουν την παραγωγή όταν θα έχει νικηθεί ολοκληρωτικά ο καπιταλισμός ώστε να  διαμορφωθεί η δομή της νέας κοινωνίας μέσα στο κέλυφος της παλαιάς». Για τον λόγο αυτό ως την μέγιστη υποστήριξη στους εργαζομένους της CNT Ισπανίας κατά την διάρκεια του Ισπανικού εμφυλίου υπήρξε η “αδελφοποίηση” των δυο συνδικάτων και η αποστολή εθελοντών της IWW στην Καταλονία.

iww5iww6

Ως αποτέλεσμα αυτού του αντιεξουσιαστικού και αντιεραρχικού τρόπου αυτοοργάνωσης από την βάση, δημιουργήθηκαν οι πρώτες τριβές με αφορμή την ιδεολογική στροφή που επιχειρήθηκε από μέλη της σοσιαλιστικής παράταξης, οι οποίοι επιζήτησαν να δημιουργήσουν ένα συνδικάτο που θα είχε σχέση με πολιτικά κόμματα και εκπροσώπηση, κάτι που ο ριζοσπαστικός πυρήνας της IWW αρνήθηκε να αποδεχτεί. Αυτό οδήγησε, στην απόσχιση μικρού αριθμού συνδικαλιστών και την ίδρυση του Σοσιαλιστικού Κόμματος των ΗΠΑ. Οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου κατήγγειλαν τους μπολσεβίκους ότι πρόδωσαν την επανάσταση του 1917, ενώ αρνήθηκαν τα καλέσματα για συμμετοχή στην «κομουνιστική» Τρίτη διεθνή, ενώ από το 1989 υπερψηφίστηκε στην γενική συνέλευση η συνεργασία με την Διεθνή Ένωση Εργαζομένων (IWA – AIT και της φίλιας σχέσης με τον Αναρχοσυνδικαλισμό. Πρέπει να διευκρινιστεί όμως ότι η IWW δεν αποτελεί Αναρχική Πολιτική Οργάνωση, αλλά ούτε κάποια «αριστερή» παραφυάδα.

iww7

Οι δυναμικές κινητοποιήσεις

Παρόλες τις εσωτερικές διαμάχες εντός του συνδικάτου, οι οποίες έληξαν γρήγορα και άδοξα όπως ξεκίνησαν, οι Βιομηχανικοί Εργάτες συμμετείχαν σε πολλές απεργίες όπως αυτή του 1906 στο εργοστάσιο της General Electric στην Νέα Υόρκη. Πρόκειται για την πρώτη καταγεγραμμένη καθιστική διαμαρτυρία στις ΗΠΑ. Η δυναμική της άμεσης δράσης, γρήγορα δυνάμωσε την φήμη της IWW με αποτέλεσμα την αθρόα συμμετοχή εργατών. Την περίοδο από το 1911 ως το 1917, η IWW «σαρώνει» κυριολεκτικά στον Αμερικανικό συνδικαλισμό έχοντας μέσα σε έξι χρόνια 100.000 οργανωμένα μέλη και πλήθος συμπαθούντων και υποστηρικτών, οι οποίοι συμμετείχαν δυναμικά στην μεγάλη απεργία στις υφαντουργίες της περιοχής Lawrence το 1912,  απεργία διάσημη και ως  “Bread & Roses” από την ανακοίνωση των εργατών ότι θέλουν «ψωμί και τριαντάφυλλα» (συμβολισμός για το οικονομικό και βιοτικό επίπεδο που διεκδικούσαν). Η συνέχιση του αγώνα την επόμενη χρονιά στην  μεταξουργία Paterson καθώς και η οργάνωση των μεταναστών εργατών στον Νότο, των μεταλλωρύχων και των εργατών στην εξόρυξη πετρελαίου στα Νοτιοδυτικά, των  υπηρετριών στο Denver και των ξυλεργατών  στην Δύση ανέδειξαν την IWW ως ένα επικίνδυνο κοινωνικό αντίπαλο, αντίθετο στο Αμερικανικό όνειρο που οδηγούσε στην οικονομική εκμετάλλευση εργαζομένων και μεταναστών. Η δύναμη της IWW ήταν οι μετανάστες και οι αποκλεισμένοι από τα καθεστωτικά συνδικάτα.

iww8

 

Η επιτυχία των παρεμβάσεων των Βιομηχανικών Εργατών δημιούργησε πολλές αντιδράσεις. Η ρητορική περί του ταξικού πολέμου, η συντριβή του καπιταλισμού και το sabotage (με το οποίο η IWW εννοούσε την αναποτελεσματικότητα στην παραγωγή διαμέσου της δράσης και όχι την καταστροφή της παραγωγής), αποτέλεσε το φόβητρο των εργοδοτών, της κοινωνικής ελίτ και του κράτους. Για τηνIWW, ο ακηδεμόνευτος συνδικαλισμός, ο αντιιεραρχικός τρόπος οργάνωσης, η άμεση δράση και η κατάργηση της μισθωτής εργασίας, αποτέλεσαν τα συστατικά στοιχεία, ενάντια στο Αμερικανικό όνειρο.

Η ποινικοποίηση & η καταστολή. 

Για τον λόγο αυτό, διατάξεις σε τοπικό επίπεδο ψηφίστηκαν για την περιστολή των δημόσιων εκδηλώσεων και διαδηλώσεων με στόχο την αποδυνάμωση του δικαιώματος του ελεύθερου λόγου (Free Speech). Η IWW οδήγησε τον αγώνα για το δικαίωμα  έκφρασης σε όλη την επικράτεια των ΗΠΑ και συνέβαλε καθοριστικά στην ανάδειξη του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης ιδεών, κάτι που οι σημερινοί Αμερικανοί θεωρούν ως δεδομένο..

iww9

Ως συνέπεια  της γενικευμένης αντίστασης από την IWW και με τον αριθμό των μελών του συνδικάτου να έχει σχεδόν διπλασιαστεί το 1923, πολλές πολιτείες ψήφισαν νόμους ενάντια στον συνδικαλισμό τον οποίο σε πολλές περιπτώσεις παρομοίωσαν ως εγκληματική δραστηριότητα. Στην συνέχεια πολλά ομοσπονδιακά δικαστήρια χαρακτήρισαν τους Βιομηχανικούς Εργάτες, ως ανατρεπτική οργάνωση, οδηγώντας στην σύλληψη πολλών μελών του συνδικάτου, με αποκορύφωμα την επίθεση από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ με αφορμή την δυναμική εναντίωση του συνδικάτου στην εμπλοκή των ΗΠΑ στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου πλήρωσαν ακριβά το αντίτιμο του διεθνισμού τους αρνούμενοι οποιαδήποτε ανάμιξη ή συμμετοχή στον Πόλεμο των αφεντικών.Η βαθιά εργατική & διεθνιστική τους αλληλεγγύη υπαγόρευσε έναν άνισο αγώνα ενάντια στην καθοδηγούμενη προσπάθεια να εμφανιστούν οι ΗΠΑ για πρώτη φορά ως έθνος. Σε αυτήν την απαρχή του αμερικανικού ιμπεριαλισμού η IWW επέλεξε τον δρόμο της αντίστασης με αποτέλεσμα να κατηγορηθεί ως φιλογερμανική και να επακολουθήσει η γενικευμένη διαπόμπευση και φημολογία εναντίων του συνδικάτου και τις δολοφονίες πολλών υποστηρικτών της.

iww10

Οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου σήμερα

Πολλοί νομίζουν ότι μετά την καταστολή του πρώτου παγκόσμιου πολέμου, η IWW διαλύθηκε. Είναι γεγονός ότι την δεκαετία του ’30 το συνδικάτο συρρικνώθηκε με πολλά μέλη του να αποσύρονται από την ενεργή συνδικαλιστική δράση ή να επιλέγουν έναν πιο «νομιμόφρον» αγώνα μέσα στα καθεστωτικά συνδικάτα. Η πρώτη ιστορική της περίοδο τελειώνει με το τέλος τους Ισπανικού εμφύλιου κατά την διάρκεια του οποίου, ανέπτυξε ιδιαίτερα δυναμική προπαγάνδα υπέρ των Ισπανών εργατών και της CNT, τους οποίους αυτόματα θεώρησε και ως δικούς της, -μετά το τέλος του Ισπανικού εμφυλίου- φροντίζοντας για όσους μετανάστευσαν στην Αμερική να βρουν εργασία και να έχουν την ίδια συνδικαλιστική προστασία όπως όλα τα εν ενεργεία μέλη του συνδικάτου.

Μετά το τέλος του δευτέρου πολέμου και μέχρι το 1950 η IWW συνεχίζει να υπάρχει, αλλά η απεύθυνση της είναι μικρή και ξεκινάει την οργάνωση της από την αρχή. Στην εποχή του ψυχρού πολέμου, για μια ακόμα φορά έχουμε την επίθεση του Μακαρθισμού με το πρόσχημα του κομμουνιστικού κινδύνου. Η IWW από φιλογερμανική, μετονομάζεται σε κομμουνιστικό υποχείριο με στόχο την δημόσια καταδίκη. Το 1950 με πρόφαση την κομμουνιστική απειλή, αφαιρείται από την IWW το δικαίωμα της εθνικής συλλογικής διαπραγμάτευσης. Η δεκαετία του ’60 δημιουργεί πρόσφορο έδαφος διαμέσου του αντιπολεμικού κινήματος και τον αγώνα για τα κοινωνικά δικαιώματα. Η επιστροφή στον ριζοσπαστικό συνδικαλισμό γίνεται αυτή την φορά μέσα από ένα πυρήνα νέων εργαζομένων, οι οποίοι βάζουν ξανά την αυτοργάνωση στο προσκήνιο. Δυστυχώς τα ναρκωτικά και η επίφαση της σεξουαλικής απελευθέρωσης οδηγούν την νεανική εξέγερση σε άλλα μονοπάτια εκτός του εργασιακού.

 

iww111

 

Από τις αρχές τις δεκαετίας του ’80 και ύστερα υπάρχει μια σταδιακή ανάπτυξη του συνδικάτου το οποίο επιλέγει να συνεχίζει να δρα τοπικά, αν και έχει κερδίσει το δικαίωμα συμμετοχής στις εθνικές συλλογικές διαπραγματεύσεις, για λόγους διαφάνειας και ελέγχου (Η Αμερικανική Ένωση Εργασίας έχει κατά καιρούς κατηγορηθεί ότι υποστηρίζεται από την Μαφία ή ότι δέχεται χρηματοδότηση από πολυεθνικές). Επιπλέον μετά από αναθεώρηση πολλών δικαστικών αποφάσεων, αρκετές πολιτείες και ομοσπονδιακά δικαστήρια αναγκάστηκαν να παραδεχτούν μεροληπτικές αποφάσεις και σκευωρίες εναντίων μελλών της IWW όπως η καταδίκη σε θάνατο του αγωνιστή Joe Hill το 1915 ή η δολοφονία της οικολόγου Judi Bari από το FBI την δεκαετία του 1970. Σήμερα η IWW δραστηριοποιείται στις ΗΠΑ εκπροσωπώντας τοπικά  (ανά περιοχή και πολιτεία) διάφορα συνδικάτα στον χώρο της τυπογραφίας, της ναυτιλίας, του λιανικού εμπορίου και του πανεπιστημιακού κλάδου. Εκτός Αμερικής υπάρχουν τμήματα στην Αγγλία, τον Καναδά, την Αυστραλία, και την Ηπειρωτική Ευρώπη, αριθμώντας μερικές χιλιάδες μέλη. Μια πιο εκτενή αναφορά  στην πολιτιστική – καλλιτεχνική συνεισφορά και στην δημιουργική εργατική προπαγάνδα των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου έχει ξεκινήσει με το άρθρο «Solidarity Forever» σχετικά με την μουσική των Wobblies, και θα συνεχιστεί με την παρουσίαση του εικαστικού έργου (αφίσες κλπ), σημαντικού μέρους της ιστορίας του συνδικάτου μας. Αξίζει να αναφερθεί ότι η γνωστή μαύρη γάτα (sabocat) της άμεσης δράσης είναι εικαστικό και λεκτικό δημιούργημα  της IWW.

 

iww12

 

Σε μια εποχή εξατομίκευσης, εσωστρέφειας και lifestyle, οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου, αποτελούν μια ιστορική, ηρωική σελίδα στον αγώνα για την ανθρώπινη χειραφέτηση. Τα λόγια του Joe Hill παραμένουν διαχρονικά: «Μην θρηνείται – Οργανωθείτε!!!» και όπως φαίνεται τίποτα δεν έχει τελειώσει για τον ριζοσπαστικό και όχι μόνο συνδικαλισμό.

Αργύρης Αργυριάδης

http://iww.org.gr/?p=803

Guy Fawkes η απομυθοπόιηση του ειδώλου της μάσκας των anonymous

tqGSlVW

31 Γενάρη , η ημερομηνία που είναι η, ας πούμε, επέτειος της θανάτωσης του Guy Fawkes και την ομάδας του, από κάτι που έμεινε κατόπιν γνωστό ως η Συνωμοσία της Πυρίτιδας. Η πεποίθηση που υπερισχύει είναι πως τον 17ο αιώνα επιχείρησε να τινάξει στον αέρα το κοινοβούλιο για να αποσταθεροποιήσει την βρετανική κυβέρνηση.
Ήρθε και η κινηματογραφική version όπου ένας επαναστάτης με την μάσκα του Guy Fawkes καταφέρνει να φέρει τα πάνω κάτω και έτσι η πεποίθηση αυτή πήρε διαστάσεις. Αιώνες αργότερα η μάσκα αυτή που απεικονίζεται στην ταινία και θεωρείται πως είναι ίδια με αυτήν που φορούσε ο Guy Fawkes και οι συνεργάτες του, όταν διοργάνωναν την συνωμοσία τους, θεωρείται το σύμβολο αρκετών χακτιβιστών, αυτών που συνηθίζουν να αποκαλούν ως Anonymous.
Τι επιχείρησε όμως να κάνει ο Guy Fawkes τον 17ο αιώνα; Είναι πράγματι ένα σύμβολο και η πράξη του επαναστατική; Αμέτρητοι άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο τόσους αιώνες μετά τον θεωρούν σύμβολο, έγινε τραγούδι, ταινία, έμπνευση. Σίγουρα θα έχετε διαβάσει τους παρακάτω στίχους που τόσο πολύ αναπαρήγαγαν οι… “χέλληνες” Anonymous (αν υπάρχει τέτοιο πράγμα) και με ευλάβεια επαναλαμβάνουν κάθε 5η Νοέμβρη:

Remember, remember the fifth of November, the Gunpowder Treason and Plot,
I know no reason, why Gunpowder Treason should ever be forgot.

Θυμήσου, θυμήσου την 5η Νοέμβρη, την Προδοσία της Πυρίτιδας και της συνομωσίας
Δεν βρίσκω το λόγο γιατί η Προδοσία της Πυρίτιδας πρέπει ποτέ να ξεχαστεί.

Ο Fawkes (13/04/1570-13/01/1606) ήταν γνωστός μαχητής για την Ισπανία και την καθολική εκκλησία. Σκοπός του λοιπόν ήταν να τελειώσει την προτεσταντική επανάσταση στην Αγγλία και να επαναφέρει την καθολική κυριαρχία.
Κάποιες εκδοχές της ιστορίας του, τον θέλουν μαζί με τους συντρόφους του να έχουν σκάψει ένα λαγούμι κάτω από τα ανάκτορα, προκειμένου να ανατινάξουν στον αέρα την προτεσταντική αριστοκρατία και τα μέλη των δύο οίκων του Αγγλικανικού Κοινοβουλίου. Η αλήθεια όμως, είναι πως αυτό με το λαγούμι δεν συνέβη έτσι ακριβώς. Τούνελ και λαγούμι ποτέ δεν έγινε καθώς θα έπρεπε να αποθηκεύουν και να βγάζουν έξω σε βαρέλια το χώμα και τα μπάζα. Αντιθέτως, υπήρξε ένα κελάρι, τ’ οποίο βρισκόταν κάτω από τα ανάκτορα και αυτό από τύχη, κατάφερε να το νοικιάσει ο Fawkes και η ομάδα του. Έτσι, μέχρι τον Μάρτη του 1605 είχαν γεμίσει το κελάρι με 36 βαρέλια, τα οποία εκτιμάται ότι περιείχαν συνολικά 2,5 τόνους πυρίτιδα.
Από εκεί και πέρα, αν και με μικρές διαφοροποιήσεις που ωστόσο δεν επηρεάζουν την ουσία, η ιστορία είναι πως εξ’ αιτίας ενός γράμματος που έπεσε στα χέρια του Γραμματέα του Κράτους και προειδοποιούσε κάποιους Καθολικούς για την επικείμενη επίθεση, άρχισαν έρευνες με αποτέλεσμα να ανακαλυφθεί και να συλληφθεί ο Fawkes και οι υπόλοιποι, σε μια επιδρομή στο κελάρι το πρωινό της 5ης Νοεμβρίου.

Χριστιανισμός VS Χριστιανισμού:

Πριν περάσουμε στην ουσία, ας δούμε τι συνέβαινε εκείνη την εποχή, καθώς βρισκόμαστε στο 1605, μια πολύ ταραγμένη εποχή, όπου οι εκκλησίες και οι παπάδες έχουν τον πλήρη έλεγχο, εξουσία και πλούτο, ενώ ακόμα, τα ουρλιαχτά από τα μαρτύρια της “ιερής εξέτασης” των καθολικών στοιχειώνουν. Τα διάφορα διάσπαρτα μοναστήρια, καθολικά και προτεσταντικά, κατέχουν μεγάλο πλούτο, σαφώς κλεμμένο και προϊόντα βίας. Αυτό που συμβαίνει είναι πως γίνεται μια μάχη ανάμεσα στις δυο αριστοκρατίες για το ποια θα έχει τον έλεγχο, χρησιμοποιώντας αμφότερες οι πλευρές, ως θύματα τους οπαδούς τους που τους είχαν γαλουχήσει με φόβο για τα θεία και προπαγάνδα. “Τέχνες” που από ανέκαθεν γνώριζε καλά και χρησιμοποιεί διαχρονικά η κάθε θρησκεία, άλλωστε. Όπως και να έχει, ήταν η εποχή που ο χριστιανισμός ήταν στο μεγαλείο του και με το πραγματικό του πρόσωπο. Φόνοι, σκοτωμοί και απέραντη βια, στ’ όνομα του θεού, απλά και μόνο για να υπάρχει μια συγκεκριμένη ελίτ στην εξουσία. Μην ξεχνάμε πως και οι προτεστάντες και οι καθολικοί, είναι χριστιανοί.

Ο ίδιος ο Guy Fawkes, γόνος καθολικής και μάλιστα φανατικής οικογενείας, υπήρξε χαμηλόβαθμος αξιωματικός του στρατού και ως εκ τούτου, δεν εκπλήσσει που βρέθηκε μπροστά σε μια τέτοια περίσταση, καθώς στην ουσία δεν ήταν τίποτε περισσότερο από έναν φανατικό. Έτσι, οι διάφορες συγκυρίες και καταστάσεις τον οδήγησαν σε αυτή την συνωμοσία, καθώς την συγκεκριμένη χρονική περίοδο το ντέρμπι στις σφαγές και την εξουσία, το είχαν κερδίσει οι προτεστάντες.
Φτάνοντας στο χρονικό σημείο, όπου είχε αποφασιστεί η συνωμοσία, είχε εύκολα νοικιαστεί το κελάρι και είχαν αποκτηθεί τα βαρέλια με την πυρίτιδα, αξίζει να δούμε ορισμένες λεπτομέρειες: Ο ίδιος ο Fawkes, όταν γινόταν όλο αυτό με τα βαρέλια δεν ήταν εκεί, μα έλειπε σε ταξίδι στην Ισπανία. Η διαδικασια με την πυρίτιδα και τα βαρέλια έγινε δυο φορές, καθώς την πρώτη ανακαλύψανε πως το μπαρούτι ήταν κατεστραμμένο.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο, ήταν πως είχε εκ’ των προτέρων κανονιστεί ένα σχέδιο διαφυγής προς το Midlands, με την διαφορά πως από τους 13 συνωμότες, αυτό ήταν μόνο για τον Fawkes. Αυτό επειδή, εκτός από δεξιοτέχνης των πυροτεχνημάτων (αυτός θα άναβε το φιτίλι), είχε καταφέρει να πείσει τους άλλους πως ήταν και πολύ ικανός διπλωμάτης, μπορώντας έτσι να πείσει τους υπόλοιπους καθολικούς των Midlands για την ιερότητα και αγνότητα της πράξης του.
Σε αυτό σίγουρα, έπαιξε γεγονός και η εμφάνισή του, καθώς ήταν όμορφος άντρας και με θέρμη στον λόγο του, καθώς αυτά που έλεγε τα πίστευε βαθύτατα και ο ίδιος.

Απεικόνιση του Guy Fawkes

Απεικόνιση του Guy Fawkes

Το τέλος της συνωμοσίας:

Τελικά, όπως γνωρίζουμε η κάθε ιστορια έχει και έναν ρουφ και όχι μόνο και έτσι οι στρατιώτες του βασιλιά, τα ξημερώματα της 5ης Νοέμβρη, έστησαν καρτέρι στον Fawkes, τον οποίο και τελικά συνέλαβαν. Ο Fawkes προσήχθη στο δωμάτιο του Βασιλιά κατά τις μία το πρωί, όπου είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι υπουργοί. Διατηρούσε μια αμυντική συμπεριφορά, μην κρύβοντας όμως τις προθέσεις του. Όταν ο Βασιλιάς τον ρώτησε για ποιο λόγο ήθελε να τον σκοτώσει, ο Fawkes απάντησε ότι ο Πάπας τον είχε αποκηρύξει (εννοώντας τον Βασιλιά), προσθέτοντας ότι:

οι επικίνδυνες αρρώστιες χρειάζονται άμεσες θεραπείες.

Επίσης εξέφρασε στους τοπικούς άρχοντες της Σκωτίας την πρόθεσή του να ανατινάξει και το κτίριο της κυβερνητικής αρχής στη Σκωτία. Στη συνέχεια οδηγήθηκε στον Πύργο του Λονδίνου, όπου και ανακρίθηκε με βασανιστήρια. Αν και τα βασανιστήρια εκείνο τον καιρό απαγορεύονταν, σύμφωνα με την προσταγή του βασιλιά:

αρχικά να χρησιμοποιηθούν ήπια βασανιστήρια, τα οποία όμως να αυξηθούν προς τα χειρότερα, ώστε ο Θεός να επιταχύνει την καλή δουλειά σας.

Ο θεός, πάντα ο θεός, είδατε;

Πάνω υποτίθεται πως είναι η κανονική υπογραφή του Fawkes και κάτω μετά τα βασανιστήρια

Πάνω υποτίθεται πως είναι η κανονική υπογραφή του Fawkes και κάτω μετά τα βασανιστήρια

Αν και ο Fawkes αρχικά άντεξε στα βασανιστήρια, τελικά υπέκυψε σε προφορική ομολογία την 8η Νοεμβρη, ενώ την 10η Νοέμβρη έγινε και γραπτή ομολογία. Χαρακτηριστική είναι η τρεμουλιαστή μορφή της υπογραφής του Fawkes στην ομολογία, μορφή η οποία υποδηλώνει τα συνεχή βασανιστήρια στα οποία βρισκόταν. Από εκεί και πέρα, αντιλαμβανόσαστε και πώς δούλεψαν τ’ αντίποινα, διανθισμένα όπως πάντα, από την χριστιανική διδασκαλία: Ως συνωμότες θεωρήθηκαν όλοι όσοι είχαν ακόμα και εργασιακή ή τυπική σχέση με κάποιον από τους 13 συνωμότες. Η δίκη που ακολούθησε ήταν αρκετά σύντομη (διήρκεσε μόνο μία ημέρα) και το αποτέλεσμα προκαθορισμένο και προαποφασισμένο: ο Fawkes και οι συνεργάτες του καταδικάστηκαν σε κρέμασμα και διαμελισμό για προδοσία και απόπειρα δολοφονίας και εκτελέστηκαν στις 31 Ιανουαρίου του 1606.
Τα μετέπειτα όλου αυτού, μάλλον υπήρξαν άσχημα για τους καθολικούς, καθώς εκτός από τα 200 χρόνια έως ότου αποκτήσουν σχεδόν ίσα δικαιώματα, ενώ η συνωμοσία ως πράξη απλά προσδιορίστηκε ως σχέδιο προδοσίας και, όχι μόνο, δεν βοήθησε αλλά έφερε και πολλούς πιστούς καθολικούς σε δύσκολη θέση. Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως μέχρι και σήμερα αρχηγός της αγγλικανικής εκκλησίας είναι ο εκάστοτε βασιλιάς της αγγλίας. Εξακολουθεί δηλαδή, να υπάρχει ο ίδιος λόγος για τον οποίο αντέδρασαν τότε οι άνθρωποι στις πόλεις της αγγλίας (αν και η μεγαλύτερη αντίδραση προήλθε από την ύπαιθρο). Και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να παραβλέπουμε πως η τότε άρχουσα τάξη, είχε αντιληφθεί πολύ καλά πως ο προτεσταντισμός ευνοούσε τους «αστούς», δηλαδή εκείνους που ευνοούν τον εκχρηματισμό της οικονομίας.

χαρακτική του 1606 από τον Claes (Nicolaes) Jansz Visscher, που απεικονίζει την εκτέλεση του Φωκς

χαρακτική του 1606 από τον Claes (Nicolaes) Jansz Visscher, που απεικονίζει την εκτέλεση του Fawkes

Επαναστάτης; Τρομοκράτης; Ήρωας;

Δεν υπάρχει αμφιβολία, πως σαν πράξη αυτό που πήγαν να κάνουν ο Guy Fawkes και οι συνεργάτες του ήταν γενναίο. Ήταν τόση η δύναμη της πυρίτιδας όπου τα πάντα σε μεγαλη απόσταση θα διαλυόταν, ενώ τα σώματα των παρευρισκομένων στο ανάκτορο θα βρίσκοντας διαμελισμένα αρκετά μέτρα πιο μακρυά.

Τρομοκράτης;

Με τα δεδομένα της εποχής, δεν θα μπορούσε να ειπωθεί κάτι τέτοιο, καθώς ως όρος ήταν ανύπαρκτος.

Επαναστάτης;

Εξαρτάται πώς ορίζει κανείς τον επαναστάτη και την επανάσταση. Αν αυτή γίνεται για να αποτρέψει μια εξουσία και να φέρει στα πράγματα ομότιμα και δίκαια με οριζόντια δομή αποφάσεων τον λαό, προφανώς και νοείται ως επανάσταση.
Αν αυτή γίνεται ώστε να ανατρέψει μια εξουσία και στην θέση της να φέρει μια άλλη, μένοντας πάντα ο λαός ως υποτελής, τότε σίγουρα δεν μπορεί να νοηθεί ως τέτοια.
Και στην περίπτωσή μας ο Guy Fawkes, αυτό που επεδίωκε ήταν το δεύτερο, έχοντας και αναμφίβολα κεκτημένα τα ανταλλάγματα και τίτλους σε περίπτωση που όλα πηγαίναν όπως τα είχε σχεδιάσει.

Αν θέλαμε να το κάνουμε πιο σαφές αυτό, θα ήταν σα να λέγαμε, πως την ημέρα που θα γινόταν η ορκωμοσία στην βουλή, με ας πούμε την υπάρχουσα σύνθεση, να έπιαναν τον Τσίπρα στο υπόγειο που θα πήγαινε να τους ανατινάξει για να αναλάβει μετά αυτός.
Ένα τέτοιο πράγμα ακριβώς και ας χαμογελάτε με το παράδειγμα.

Ήρωας;

Νομίζω το είπαμε ήδη. Η πράξη τους ήταν γενναία, μα δεν ήταν ούτε έξυπνη, ούτε -το κυριότερο- ανιδιοτελής. Σε καμία περίπτωση άλλωστε δεν λογάριασαν τις παράπλευρες απώλειες αθώων ανθρώπων.
Από την άλλη, όπως συμβαίνει με τα πάντα, με το πέρασμα των αιώνων όλα διαστρεβλώνονται και έτσι μετά τον Μάκβεθ, το έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ που εμπνεύστηκε από τις συνωμοσίες εναντίον της ζωής του Βασιλιά Ιάκωβου Α’, τον John Lennon που στο άλμπουμ του John Lennon/Plastic Ono Band του 1970 χρησιμοποιεί ως τελευταίο στίχο το “Remember, remember, the 5th of November” στο τραγούδι με τίτλο “Remember” με μια έκρηξη ν’ ακούγεται αμέσως μετά τους στίχους αυτούς, τις αναφορές στα ποιήματα του T.S.Eliot, μα και η φράση:

ο Guy Fawkes ήταν ιδιοφυΐα

που βρίσκεται χαραγμένη κοντά στο κέντρο του δίσκου Queen is Dead των Smiths, μα και με το βιβλίο: Guy Fawkes or the Gunpowder Plot του Guy Fawkes or the Gunpowder Plot, κάτι που θα το χαρακτηρίζαμε ως ενα ανούσιο μελό ιστορικό ρομάντζο, με τον Guy να παρουσιάζεται σχεδόν ως υπερ-ήρωας, στην εποχή μας ο Guy Fawkes, έχει περάσει στην λίστα των 100 διασημότερων Βρετανών, όπου συν τ’ άλλα, βρίσκονται και…. “προσωπικότητες”, όπως ο David Beckham και στην λίστα των «50 μεγαλύτερων ανδρών του Yorkshire, μπορεί ο καθένας να βγάλει τα συμπεράσματά του. Ακόμα και στον Harry Potter υπάρχει αναφορά, καθώς ο φοίνικας του Dumbledor, ονομάζεται Fawkes, ενώ αν ψάξει κανείς θα βρει άπειρες αναφορές, ποιήματα, ιστορίες και ένα σωρό άλλα σχετικά που χάνονται στα βάθη των αιώνων. Το μόνο βέβαιο πάντως που καταρρίπτει κάθε παρομοίωσή του ως ενός αναρχικού επαναστάτη και άλλα τέτοια, είναι πως ο Guido Fawkes έχει προ πολλού αναχθεί σε εμβληματική μορφή της ριζοσπαστικής Δεξιάς σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

Fawkes

Ο Guy Fawkes σήμερα:

Η μεγαλύτερη σύνδεση ήταν, όπως είπαμε, με την (εμπορικότατη) ταινία V for vendeta και αυτό λόγω της μάσκας και της ομοιότητας με την υπόγεια (μέσω της σήραγγας του μετρό στην ταινία) ανατίναξη του κοινοβουλίου. Βέβαια η διαφορά που υπάρχει είναι πως η ταινία δεν γίνεται με σκοπό να αναρριχηθούν άλλοι στην εξουσία, ούτε στο όνομα καμίας θρησκείας, όπως με τον Fawkes, μα στο όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης και της απαλλαγής από την τυραννία.
Η τραγική ειρωνεία είναι ότι οι χιλιάδες ακτιβιστές που ανά τον κόσμο αγόρασαν τις πάνω από 300.000 μάσκες που κατασκεύασε η “Warner Bros” συνέβαλλαν στο να αυξήσει η πολυεθνική εταιρεία, που συγκαταλέγεται στις 100 μεγαλύτερες στις ΗΠΑ, τα κέρδη της κατά 2 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ίσως, η μεγαλύτερη ειρωνεία σε αυτό, να είναι και η ίδια η δήλωση του Moore, στο Entertainment Weekly:

Ήταν αρκετά ελπιδοφόρο, όταν τις προάλλες, καθώς παρακολουθούσα στις ειδήσεις μια διαμαρτυρία που γίνονταν έξω από τα γραφεία των Σαϊεντολόγων, η κάμερα ξαφνικά έδειξε ένα στιγμιότυπο με διαμαρτυρόμενους οι οποίοι φορούσαν την μάσκα του Guy Fawkes από το V for Vendetta. Το απόλαυσα. Με έκανε να νιώσω μια μικρή θερμή αγαλλίαση μέσα μου.

Επομένως, βλέπουμε πως είναι εντελώς άτοπη και λαθεμένη η σύνδεση του Fawkes, με αναρχικά, antfa και άλλα αντίστοιχα κινήματα. Η όποια σύνδεση και παραλληλισμός γίνεται, είναι είτε εκ’ του πονηρού, είτε από άγνοια, είτε από άλλες σκοπιμότητες.
Η μάσκα αυτή, η οποία υποτίθεται πως είναι ένα αλλοιωμένο πρόσωπο Fawkes (η οποία θυμίζει αρκετά τις βενετσιάνικες μάσκες), μαζί με το υπόλοιπο ντύσιμο, ενός μαυροφορεμένου μα στυλαρισμένου άντρα, συν την απομόνωση του γεγονότος πως ένας άντρας αυτού του στυλ, επιχείρησε να κάψει ένα κοινοβούλιο (την εξουσία), ήταν που την έκαναν και σύμβολο ορισμένων, οι οποίοι και στην πλειοψηφία τους δεν γνωρίζουν την αληθινή ιστορία πίσω από αυτήν.

Τέλος ν’ αναφέρουμε, πως η αγγλική λέξη “guy” προέκυψε από το όνομα του Γκάι Φωκς. Στην επέτειο της 5ης Νοεμβρη, το έθιμο που εορταζόταν σε ολόκληρη την αγγλία, απαιτούσε το κάψιμο στην πυρά ενός ομοιώματος του Fawkes, τ’ οποίο το αποκαλούσαν: guy, με αποτέλεσμα η λέξη να χρησιμοποιείται σαν όρος για “κάποιο πρόσωπο με αλλόκοτη και εκκεντρική εμφάνιση”, όπως αναφέρει το Oxford English Dictionary. Με τον χρόνο, η λέξη χρησιμοποιούταν ως γενικότερη αναφορά σε κάποιον άνδρα, ενώ από τα τέλη του 20ου αιώνα χρησιμοποιείται στον πληθυντικό για άτομα και των δυο φύλων.

ch1

Συνεπώς, είναι ανόητο να μιλάμε για σύμβολα και ηρωισμούς ανθρώπων, μόνο και μόνο επειδή αυτοί έκαναν κάτι κάτι, κάπου, κάποτε, για τ’ οποίο αγνοούμε τις συνθήκες και τις προθέσεις τους. Είναι ανόητο να γινόμαστε κάθε είδους προγονόπληκτοι, φανατισμένοι, θρησκόληπτοι και οπαδοί. Όπως είναι ολοφάνερο το παιχνίδι της εξουσίας και του χρήματος είναι διαχρονικό και το οπλοστάσιό του ακριβώς το ίδιο.

 

από το osarena.net

Ένας Οκτώβρης, 73 χρόνια μετά

 

74385_433428493394921_1811388157_nΜεγάλο εξωτερικό χρέος, χρόνιο εμπορικό έλλειμμα, κρίση δημοσίων εσόδων λόγω της θεσμοθετημένης φοροαπαλλαγής του μεγάλου κεφαλαίου, υψηλή ανεργία, κρατική παρέμβαση για να διασωθεί το τραπεζικό σύστημα.  Τα δύο τρίτα των κρατικών δαπανών αφιερώνονται στην πληρωμή των τοκοχρεολυσίων, τα φορολογικά έσοδα του κράτους είναι χαμηλά γιατί οι πλούσιοι ζούσαν ουσιαστικά αφορολόγητοι, οι έμμεσοι φόροι αποτελούν περίπου το 50% από τα έξοδα των εργαζομένων. Η φασιστική δικτατορία είναι τοποθετημένη και ελεγχόμενη από τον αγγλόφιλο βασιλιά και στέλνει τους ανθρώπους σε μπουντρούμια και εξορίες.

 

Αυτός ο λαός όμως στις 28 Οκτώβρη του ’40 αποφάσισε να αντισταθεί στους ιταλούς φασίστες και ηττήθηκε μόνο όταν επιτέθηκαν και οι γερμανοί ναζί. Αγωνιζόμενοι εν μέσω τριπλής φασιστικής κατοχής και πληρώνοντας με ζωές και καμένα χωριά, οι αντιστεκόμενοι έλληνες κατάφεραν να είμαστε η μοναδική κατεχόμενη χώρα που δεν επιστρατεύτηκε ο πληθυσμός για λογαριασμό των κατακτητών.

 

-Οκτώβρης 2013, η «ελεύθερη» Ελλάδα, σε περίληψη:

 

Άνθρωποι τρέφονται από τα σκουπίδια και κοιμούνται στον δρόμο. Μαθητές συλλαμβάνονται έπειτα από κάλεσμα της αστυνομίας από διευθυντές σχολείων (!!!) επειδή συμμετείχαν σε κατάληψη και άλλοι αποβάλλονται γιατί δεν ήθελαν να συμμετάσχουν στην προσευχή. Η εξέταση σε δημόσιο νοσοκομείο-όσα έχουν απομείνει- απαιτεί εισιτήριο εισόδου. Η εργασία απαξιώνεται, δεν πληρώνεται, φορολογείται βίαια. Οι άνεργοι είναι ενάμιση εκατομμύριο απελπισμένοι άνθρωποι και οι ανασφάλιστοι τρία εκατομμύρια. Τα δημόσια αγαθά (ενέργεια, νερό, μεταφορές, παιδεία, υγεία) ξεπουλιούνται συστηματικά στους παλιούς και νέους «επενδυτές». Η «κοινοβουλευτική δημοκρατία» έχει εκχωρήσει την εξουσία σε τραπεζίτες έλληνες και ξένους. Όποιος αντιστέκεται στο ξεπούλημα και την καταστροφή του τόπου του βαφτίζεται τρομοκράτης. Τα δημόσια μέσα ενημέρωσης καταργήθηκαν μόλις αμφισβήτησαν την «κυβερνητική» προπαγάνδα. Και περίπου τετρακόσιες χιλιάδες έλληνες επέλεξαν να εκπροσωπηθούν στη βουλή από νεοναζιστές τους οποίους εξέθρεψαν τα καθεστωτικά ιδιωτικά μέσα παραπληροφόρησης.

 

Σήμερα όμως κάποια κόκαλα θα τρίζουν… γιατί οι πολιτικοί που διαχειρίστηκαν την εξουσία έχουν καταστήσει την Ελλάδα την πρώτη ευρωπαϊκή αποικία και θα σταθούν σε προσοχή να τιμήσουν όσους αντιστάθηκαν 73 χρόνια πίσω.

 

 Ή θα αφήσουμε τους τραπεζίτες και τα πολιτικά υποχείριά τους να καταστρέφουν το μέλλον των παιδιών μας,  ή ενωμένοι και με αποφασιστικότητα θα πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας, θα γυρίσουμε την πολιτική εκεί που πρέπει, στα χέρια των Πολιτών.

Υ.Γ. : Θεωρούμε αυτονόητο ότι η περυσινή Ύβρις – κατάθεση στεφάνου από τους νοσταλγούς των ναζί και των ταγματασφαλιτών και μάλιστα λίγα μέτρα δίπλα από το άγαλμα του μητροπολίτη του ΕΑΜ Ιωακείμ – δεν θα επαναληφθεί.

Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ

ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ – ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΣΗ– ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Συντονιστικό πρωτοβάθμιων σωματείων

…πάντα το ξέρουμε…

“…δεν πολεμάμε τον φασισμό μαζί με την κυβέρνηση, αλλά σε πείσμα της κυβέρνησης. Ξέρουμε ότι καμιά κυβέρνηση δεν επιθυμεί πραγματικά τη συντριβή του φασισμού, γιατί οι αστοί είναι αναγκασμένοι να καταφεύγουν σε αυτόν κάθε φορά που βλέπουν την εξουσία να κινδυνεύει να τους γλιστρήσει από τα χέρια…”

Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι
Σεπτέμβριος 1936

Αναδημοσίευση από: http://openfreesyndicate.wordpress.com

Η μαύρη εθνική Πηγάδα*

*γραφει ο  Ιός

meligalas. xilioi kaloi xorane skataΕδώ που τα λέμε, έχουν και οι ανά την Ευρώπην νοσταλγοί του ναζισμού το δίκιο τους. Αν δεν τιμήσουν αυτοί τους ομοϊδεάτες τους, οι οποίοι κείτονται στην Πηγάδα του Μελιγαλά, ποιος θα τους τιμήσει;

Για δεκαετίες υπήρξε το σύμβολο του επίσημου αντικομμουνισμού και της διατεταγμένα επιλεκτικής μνήμης του «κράτους των εθνικοφρόνων». Τη δεκαετία του ’80 λειτούργησε ως χώρος συσπείρωσης των νοσταλγών της παλιάς καλής εποχής. Ηρθαν κατόπιν οι καιροί της «εθνικής συμφιλίωσης», και η Πηγάδα του Μελιγαλά πέρασε στα αζήτητα.

 

Μόνο περιθωριακές ακροδεξιές γκρούπες ταξιδεύουν πια κάθε Σεπτέμβρη, για να δώσουν τον τόνο σε μια επιμνημόσυνη τελετή χωρίς πολιτικό αντίκρισμα για τους διεκδικητές του «μεσαίου χώρου».

 

Ωσπου, φέτος, ο ξεχασμένος Μελιγαλάς ξανάγινε είδηση χάρη στο πανευρωπαϊκό ναζιστικό φεστιβάλ «Κύμα Μίσους 2005». Μια συγκέντρωση εγχώριων χρυσαυγιτών, γερμανών νεοναζί, ιταλών φασιστών, ισπανών φαλαγγιτών κι άλλων ομοϊδεατών τους, που προβλέπεται να κορυφωθεί την ερχόμενη Κυριακή με τη δυναμική παρουσία των «κατασκηνωτών» στο ετήσιο μνημόσυνο της Πηγάδας.

 

*Οι επίσημες αντιδράσεις των εκπροσώπων της τοπικής κοινωνίας απέναντι σ’ αυτά τα σχέδια είναι καθαρά εχθρικές. «Ως δήμος, θεωρούμε ότι δεν υπάρχει καμία ταύτιση, ούτε έμμεση ούτε άμεση του χώρου της Πηγάδας με φιλοναζιστικές και φιλοφασιστικές οργανώσεις» εξηγεί στον «Ιό» η δήμαρχος Μελιγαλά, Ελένη Αλειφέρη-Καραθανάση. «Στην Πηγάδα υπάρχουν τα θύματα του Εμφυλίου, πολλοί απ’ αυτούς είχαν πολεμήσει το ναζισμό και το φασισμό. Γενικότερα, θεωρούμε απαράδεκτη την προσπάθεια εκμετάλλευσης των νεκρών της Πηγάδας για πολιτικές σκοπιμότητες».

 

Οσον αφορά τη συμμετοχή των ναζιστών στη φετινή τελετή, η δήμαρχος είναι σαφής: «Στην Πηγάδα υπάρχει ένα θρησκευτικό μνημόσυνο που γίνεται με επιμέλεια και φροντίδα του “Συλλόγου των Θυμάτων Πηγάδας”. Εκεί, ο καθένας είναι ελεύθερος να παραστεί. Αρκεί βέβαια να σέβεται το χώρο και την τελετή. Δεν είναι χώρος ένα μνημόσυνο για συνθήματα πολιτικά, ακραία ή μη… Είναι, κατά τη γνώμη μου, ένας χώρος προσευχής και περισυλλογής και τίποτε άλλο…».

 

*Την ίδια στάση κρατάει και ο οργανωτής του μνημοσύνου, πρόεδρος του «Συλλόγου Θυμάτων Πηγάδας Μελιγαλά» και δημοτικός σύμβουλος Επαμεινώνδας Μανιάτης. «Είμαστε αντίθετοι, διότι αυτοί δεν έχουν καμία σχέση με το μνημόσυνο. Αν έρχονται σαν επισκέπτες, να δουν, είναι δεκτός ο καθένας. Εμείς στο χώρο της Πηγάδας δεχόμεθα όλους τους Ελληνες. Δεν θέλουμε όμως πολιτική εκμετάλλευση, απ’ οπουδήποτε κι αν προέρχεται».

 

Παρατηρούμε ότι η «Χρυσή Αυγή» είναι τακτικός θαμώνας των εκδηλώσεων κάθε Σεπτέμβρη. Ο κ. Μανιάτης το επιβεβαιώνει: «Μία ομάδα έρχεται, και μάλιστα καταθέτουν και στεφάνι. Γιατί εκεί, όποιος μας ζητήσει, βεβαίως επιτρέπουμε να καταθέσει στεφάνι». Παραδέχεται, επίσης, ότι η πολιτικοποίηση ήταν ανέκαθεν συνυφασμένη με την τέλεση του μνημοσύνου:

 

«Ετσι ήτανε από παλιά: ότι εδώ έγινε μια σφαγή από τους αναρχοκομμουνιστές. Αυτή είναι άλλωστε η αλήθεια». Ο ίδιος έχει χάσει τον πατέρα του, εκτελεσμένο από τον ΕΛΑΣ. «Εχω μια πικρία… Σας πληροφορώ, όμως, ότι έχω κάνει παρέα με ανθρώπους αριστερούς, και μάλιστα με ανθρώπους που τους είχαν πάει και στη Μακρόνησο. Ενας κόσμος, απ’ τους παλιούς, με είχαν δει και λέγανε “Τι κάνει αυτός;”».

 

Μακρονησιώτης πολιτικός κρατούμενος ίσον «σφαγέας». Παρά την προσπάθεια του συνομιλητή μας να φανεί μετριοπαθής, αυτή η εξίσωση αποκαλύπτει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα όρια της «εθνικής συμφιλίωσης» σε τούτο τον τόπο.

 

*Σε εντελώς διαφορετικό μήκος κύματος κινείται ανακοίνωση των χρυσαυγιτών Μεσσηνίας στον τοπικό τύπο (17.8.05): «Εμείς», διακηρύσσουν οι οργανωτές του φεστιβάλ για το μνημόσυνο, «θα βρισκόμαστε πάντοτε εκεί για να τιμάμε με την παρουσία μας τους αγνούς έλληνες πατριώτες και τους ηρωικούς μαχητές των Ταγμάτων Ασφαλείας που έδωσαν τη ζωή τους για να μην υποδουλωθεί η πατρίδα μας στους εαμοβούλγαρους κομμουνιστοσυμμορίτες».

 

*Την εικόνα συμπληρώνουν οι δηλώσεις πολιτών στα τοπικά κανάλια: σ’ ένα τυπικό ρεπορτάζ του είδους, σχεδόν όλοι οι ερωτηθέντες τάχθηκαν κατά της παρουσίας των νεοναζί στο μνημόσυνο, φροντίζοντας όμως ταυτόχρονα να ξεκαθαρίσουν ότι «ο χώρος της Πηγάδας είναι ιερός» (BEST 25.8.05).

 

Αυτό που απουσιάζει ολοκληρωτικά από την όλη συζήτηση, είναι η ουσιαστική αποτίμηση του ετήσιου «μνημοσύνου» αυτού καθ’ εαυτού. Το διαπιστώνουμε, πάνω απ’ όλα, ξεφυλλίζοντας τα σχετικά δημοσιεύματα του αθηναϊκού και διεθνούς τύπου. Τι ακριβώς αφορά η επίμαχη τελετή, που ο πανευρωπαϊκός νεοναζισμός φιλοδοξεί να «τιμήσει» (ή να «αμαυρώσει») με την παρουσία του;

 

-Σύμφωνα με τους «New York Times», το ζήτημα αφορά «μια από τις ζοφερότερες ελληνικές επετείους: τη σφαγή 1.400 γυναικών και παιδιών από κομμουνιστές αντάρτες το 1944 στο Μελιγαλά» («Ν.Υ. Times» 10.8.05). Πηγή του δημοσιεύματος, όπως άλλωστε και των περισσότερων σχετικών αναφορών στο Διαδίκτυο, αποτελεί η διαβόητη «Μαύρη Βίβλος του Κομμουνισμού» των Κουρτουά και Σία (βλ. «Ιός» 11.11.2001 & 2.3.2002) -με κάποιες προσαρμογές επί το αντικομμουνιστικότερον, αφού το πρωτότυπο κείμενο μιλάει για «1.400 άντρες, γυναίκες και παιδιά και περίπου 50 αξιωματικούς και υπαξιωματικούς των Ταγμάτων ασφαλείας» που «δολοφονήθηκαν» από τον ΕΛΑΣ (σ. 347).

 

-Κατά την αγγλόφωνη έκδοση της «Καθημερινής», πάλι, στο Μελιγαλά έγινε «σφαγή εθνικιστών αντιστασιακών αγωνιστών και πολιτών» (4.6.05).

 

-Την ίδια ακριβώς διατύπωση υιοθετεί κι η ισραηλινή «Jerusalem Post» (4.6.05), που κατά τα άλλα διαρρηγνύει τα ιμάτιά της για τη χιτλερική μάζωξη.

 

Το απωθημένο παρελθόν

 

9acd39673b78814c9bb85f14f62c5956_l

 

 

 

Αυτό που κανείς -εκτός από τους ίδιους τους ναζί- δεν φαίνεται (ή δεν θέλει) να θυμάται, είναι ποιοι ακριβώς είναι θαμμένοι στην περίφημη Πηγάδα. Η επιλεκτική αυτή αμνησία δεν είναι καθόλου περίεργη.

 

Η διακριτική αποσιώπηση της ταυτότητας των νεκρών αποτελεί συστατικό στοιχείο των «μνημοσύνων» του Μελιγαλά ήδη από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και συνδέεται με τη γενικότερη στρατηγική βάσει της οποίας επιχειρήθηκε στη χώρα μας η «δικαίωση» του ένοπλου δωσιλογισμού.

 

Με δυο λόγια: αυτό που συνήθως αποκρύπτει η φιλολογία περί «αθώων θυμάτων» είναι (α) το ιστορικό γεγονός ότι ο Μελιγαλάς υπήρξε βάση και ορμητήριο των ένοπλων συνεργατών της Βέρμαχτ που το 1943-44 έπνιξαν στο αίμα τη Μεσσηνία και τους γύρω νομούς και (β) ότι το μακελειό του 1944 ήταν το αποτέλεσμα μιας από τις σκληρότερες μάχες που έδωσε ο ΕΛΑΣ, με εξουσιοδότηση του συμμαχικού στρατηγείου και της κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Ας δούμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

 

*Κωμόπολη 2.482 κατοίκων το 1940, ο Μελιγαλάς χρησιμοποιήθηκε το 1941-43 ως βάση ιταλών καραμπινιέρων (1941-43) και μιας διλοχίας γερμανικού στρατού (1943-44).

 

*Οταν την άνοιξη του 1944 οι Γερμανοί συγκρότησαν τα Τάγματα Ασφαλείας, ένοπλους δωσιλογικούς σχηματισμούς με αποστολή την «αξιοποίηση της αντικομμουνιστικής μερίδας του ελληνικού λαού» για τη μετατροπή της αντιφασιστικής Αντίστασης σε εμφύλιο πόλεμο και την «εξοικονόμηση γερμανικού αίματος», εγκαταστάθηκε εκεί το 3ο Τάγμα Ασφαλείας Καλαμών-Μελιγαλά. Την υποστήριξή του ανέλαβε μια «πολιτική επιτροπή», με πρόεδρο τον πολιτευτή Περικλή Μπούτο και μέλη τον κοινοτάρχη, δυο δικηγόρους κι ένα γιατρό (Θεοδωρόπουλος 2001, σ. 133-4).

 

Ο τρόπος με τον οποίο «αξιοποιήθηκε» από τους ναζί αυτή η δωσίλογη «μερίδα του ελληνικού λαού» ήταν αναμενόμενος: Δεν πρόλαβε να εγκατασταθεί το Τάγμα στο Μελιγαλά, και τα γερμανικά αρχεία καταγράφουν τη συμμετοχή του σε «εκκαθαριστικές επιχειρήσεις» των κατοχικών στρατευμάτων. Στηριγμένοι στη Βέρμαχτ, οι ταγματασφαλίτες αναλαμβάνουν να κονιορτοποιήσουν τη μαζική βάση του ΕΑΜ με μαζικές συλλήψεις, βασανιστήρια, εκτελέσεις και κάψιμο σπιτιών, εγκαινιάζοντας ένα φαύλο κύκλο βίας και αντεκδικήσεων, που θα οδηγήσει στις εκτελέσεις των ημερών της Απελευθέρωσης.

 

Η μάχη και η σφαγή

 

Η συμβολή τους στην πολεμική προσπάθεια του Αξονα υπήρξε ουσιαστική. Δεν είναι μόνο ο προϊστάμενός τους, αντιστράτηγος των SS Βάλτερ Σιμάνα που, στην τελική έκθεσή του προς τον Χίμλερ (2.11.44), διαπιστώνει ότι τα Τάγματα Ασφαλείας «ήταν πολύτιμες βοηθητικές μονάδες στην ενεργό καταπολέμηση των συμμοριών». Βρετανική έκθεση του 1944 τονίζει πως «η τοπική γνώση των προσώπων και του χώρου από τα Τάγματα Ασφαλείας, τους προσδίδει μοναδική αξία για τους Γερμανούς, που μπορούν έτσι να κρατήσουν την Ελλάδα με έναν ελάχιστο αριθμό δυνάμεων», (ΔΙΣ 1998, σ. 43). Αποκαλυπτική είναι τέλος η πρακτική της Βέρμαχτ να περιλαμβάνει τους νεκρούς, τραυματίες ή αγνοούμενους ταγματασφαλίτες στους πίνακες των δικών της απωλειών.

 

*Για τη στάση του πληθυσμού, αρκετά εύγλωττες είναι οι μεταπολεμικές αναμνήσεις του υποδιοικητή του Τάγματος Μελιγαλά, ταγματάρχη Καζάκου, για τις εκκαθαριστικές του καλοκαιριού του 1944 στον Ταΰγετο: «Η επιχείρησις αύτη απέβη άκαρπος», σημειώνει, «καθ’ όσον ο ΕΛΑΣ είχεν οργανώσει σχεδόν ολόκληρον την ύπαιθρον (Μεσσηνίας και Λακωνίας) από του εργάτου μέχρι του ανωτάτου τιτλούχου, ώστε επληροφορήθη εγκαίρως φαίνεται την όλην προπαρασκευήν» των Γερμανών και των συνεργατών τους.

 

Αντισυνταγματάρχης πλέον του ελληνικού στρατού, ο συντάκτης των παραπάνω γραμμών φροντίζει πάντως να διευκρινίσει, εν έτει 1955, ότι «η στάσις των Αρχών κατοχής υπήρξε ειλικρινής και φιλική» απέναντι στη μονάδα του (ΔΙΣ 1998, σ. 193). Αναφερόμενος πάλι στην αποχώρηση της Βέρμαχτ, δεν διστάζει να καταγγείλει τους Γερμανούς για «προδοτικήν στάσιν» (σ. 197).

 

 

 

thumb-php

 

 

*Οι Γερμανοί εγκατέλειψαν το Μελιγαλά στις 4.9.1944 και την Καλαμάτα την επομένη. Ο ΕΛΑΣ μπήκε στην μεσσηνιακή πρωτεύουσα στις 9 Σεπτεμβρίου, μετά ολοήμερη μάχη με τον εκεί «λόχο ασφαλείας» και τη χωροφυλακή. Στις 13 Σεπτεμβρίου ήρθε η σειρά του Μελιγαλά, όπου είχαν οχυρωθεί οι εναπομείναντες ταγματασφαλίτες. Οταν η ηγεσία τους απέρριψε το κάλεσμα του ΕΑΜ να καταθέσουν τα όπλα και να τεθούν στη διάθεση της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, το λόγο είχαν τα όπλα. Οι αντίπαλες δυνάμεις ήταν ισοδύναμες αριθμητικά (1.000-1.200 ένοπλοι εκατέρωθεν), ενώ οι αντάρτες διέθεταν την υποστήριξη χιλιάδων χωρικών του εφεδρικού ΕΛΑΣ, που συνέρρεαν από τα πέριξ με αυτοσχέδιο οπλισμό.

 

Η μάχη κράτησε τρεις ολόκληρες μέρες (13-15.9.44). Το τελικό ανακοινωθέν του ΕΛΑΣ αναφέρει ότι σκοτώθηκαν 60 αντάρτες και 800 «ράλληδες». Ο δεύτερος αριθμός περιλαμβάνει προφανώς χοντρικά και τους εκτελεσμένους των επόμενων ημερών.

 

*Παρά τις αντιφάσεις, τις υπερβολές και τις αποσιωπήσεις τους, οι διαθέσιμες αφηγήσεις δίνουν μια γενική ιδέα όσων συνέβησαν μετά τη μάχη: Αρχικά σημειώθηκαν σποραδικοί φόνοι και καταστροφές περιουσιών. Ακολούθησε το ξεκαθάρισμα των συλληφθέντων με συνοπτικές διαδικασίες, από μια επιτροπή με επικεφαλής τους δικηγόρους Βασίλη Μπράβο και Γιάννη Καραμούζη. Από σημειώματα που δημοσιεύθηκαν αργότερα στον τοπικό εθνικόφρονα τύπο προκύπτει ότι αποφασιστικό ρόλο σ’ αυτή τη διαδικασία έπαιξαν οι τοπικές οργανώσεις της Εθνικής Πολιτοφυλακής, στις οποίες είχε ανατεθεί η συγκέντρωση στοιχείων για την προηγούμενη δράση κάθε αιχμαλώτου. Οσοι καταδικάζονταν οδηγούνταν σε ένα εγκαταλειμμένο ξεροπήγαδο έξω απ’ την κωμόπολη (την «Πηγάδα») κι εκτελούνταν.

 

*Πόσοι ήταν; Το 1945, το ιατροδικαστικό συνεργείο του Καψάσκη ανακοίνωσε ότι ξέθαψε 708 πτώματα. Στο μνημείο είναι γραμμένα 787 ονόματα από 61 πόλεις και χωριά. Η εθνικόφρων φιλολογία προβάλλει φυσικά πολύ μεγαλύτερα νούμερα: «περί τους 1.500 εις την Πηγάδα» μετρά ο Κώστας Καραλής (1958), «περί τα 1.800 άτομα πάσης ηλικίας και φύλου» βρίσκουν το Αρχηγείο Χωροφυλακής (1962) και ο καθηγητής Απόστολος Δασκαλάκης (1973), 1.900 τους θέλει ο Κων/νος Αντωνίου (1965), «άνω των 3.500 κατά τους μετριωτάτους υπολογισμούς» τους προτιμά η χουντική ιστορία του ΓΕΣ (1973). Ο Κοσμάς Αντωνόπουλος, πάλι, αναφέρει 2.100 «δολοφονηθέντες», παραθέτει όμως τα στοιχεία μόλις 699. Το βιβλίο που διανέμει ο «Σύλλογος Θυμάτων» περιέχει 1.144 ονόματα, ο συγγραφέας του όμως δείχνει μάλλον αναποφάσιστος: αλλού μιλάει για 1.500 νεκρούς (σ. 118), αλλού για «1.500 και πλέον» (σ. 115), αλλού για πάνω από 2.000 (σ. 26 & 166) κι αλλού για «5.000 εκατέρωθεν» (σ. 23). Σε κάθε περίπτωση, οι αριθμοί περιλαμβάνουν όχι μόνο τους «σφαγιασθέντες» αλλά και τους νεκρούς της τριήμερης μάχης.

 

*Την αντίθετη τάση επιδεικνύουν οι συγγραφείς της εαμικής πλευράς. Η αναλυτικότερη σχετική πηγή υπολογίζει 120 σκοτωμένους στη μάχη και 280-350 εκτελεσμένους στην Πηγάδα (Ξιάρχος 1982, σ. 38), ενώ δεν λείπουν αναφορές μέχρι και σε 1.200 νεκρούς.

 

*Πιο ενδιαφέρουσα απ’ αυτή την… κολοκυθιά αποδεικνύεται η εξέταση του καταλόγου της έκδοσης του «Συλλόγου Θυμάτων». Σε σύνολο 1.144 ονομάτων (οι 108 κάτοικοι Μελιγαλά) υπάρχουν μόνο 18 γυναίκες, 18 ηλικιωμένοι, ένας έφηβος και κανένα παιδί. Ολοι οι υπόλοιποι, το 96,8% του συνόλου, είναι άντρες λίγο πολύ μάχιμης ηλικίας. Κάθε άλλο παρά σφαγή «γυναικόπαιδων», δηλαδή…

 

Μνημόσυνο ακατονόμαστων

 

Ευθύς εξαρχής, οι εκδηλώσεις στη μνήμη των «σφαγιασθέντων» πήραν ρεβανσιστικό χαρακτήρα.

 

*Το πρώτο μνημόσυνο (24.6.45) καταλήγει σε απόπειρα λιντσαρίσματος των αντιστασιακών που κρατούνταν στη φυλακή της κωμόπολης (Β. Κλεφτόγιαννης, «Οπως τα ‘ζησα», σ. 143-4).

 

*Από το Σεπτέμβριο του 1945 η τελετή τυποποιείται, με φαινομενικό οργανωτή την κοινότητα και ουσιαστικό τη νομαρχία. Συμμετέχουν οι πολιτικές, εκκλησιαστικές, αστυνομικές και στρατιωτικές αρχές, τοπικοί πολιτικοί, τα σχολεία. Επί χούντας θα καθιερωθεί και αθλητικό τουρνουά ποδοσφαίρου και ανώμαλου δρόμου, με κύπελλα που αθλοθέτησαν τοπικοί παράγοντες και οι κυλινδρόμυλοι «Ευαγγελίστρια» («Θάρρος» 17.9.67).

 

*Παράλληλα, «διευθετείται» ο χώρος των εκδηλώσεων. Βασιλικό διάταγμα του 1953 συστήνει ερανική επιτροπή με πρόεδρο το μητροπολίτη και μέλη το νομάρχη, το διοικητή Χωροφυλακής κ.ά. Από τον δημοσιευμένο απολογισμό του εράνου, πληροφορούμαστε ότι τη μερίδα του λέοντος «συνεισέφεραν» τα σχολεία και οι φαντάροι: 244.413 και 65.529 δρχ. αντίστοιχα, σε σύνολο 332.614 («Σημαία» 19.9.54). Μ’ αυτά τα λεφτά χτίζεται παρεκκλήσι, «καλλωπίζεται» η Πηγάδα και υψώνεται ένας τεράστιος σταυρός.

 

Η τελική διαμόρφωση (μάντρες, πάρκινγκ κ.λπ.) θα γίνει επί χούντας, με πιστώσεις και επίβλεψη Ασλανίδη.

 

*Η χουντική επταετία γνωρίζει άλλωστε το απόγειο του ιδιότυπου αυτού γιορτασμού. Το 1967 το μνημόσυνο τιμά με την παρουσία του ο Παττακός, εξηγώντας ότι «η 21η Απριλίου απέτρεψε νέον Μελιγαλάν» και ανακοινώνοντας την αναβάθμιση της κοινότητας των 1.800 κατοίκων σε «ιστορικό» δήμο («Εθνος» 18.9.67).

 

*Το 1968 παρευρίσκεται πρώτη φορά ο «ανώτατος άρχων» της χώρας, στο πρόσωπο του αντιβασιλιά Ζωιτάκη («Θάρρος» 24.9.68). Το 1969, η επιμνημόσυνη λειτουργία μεταφέρεται από την κεντρική εκκλησία της κωμόπολης στο χώρο της Πηγάδας και η τροχαία εκδίδει προληπτικές οδηγίες για την κυκλοφορία («Θάρρος» 21.9.69).

 

*Το 1973, ενόψει φιλελευθεροποίησης, οι αρχές δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους για το μνημόσυνο. Ειδικά δρομολόγια λεωφορείων και τρένων μεταφέρουν «προσκυνητάς» απ’ τους γύρω νομούς («Θάρρος» 14-16.9.73).

 

Αποκαλυπτικότερη είναι η «φρονηματιστική» λειτουργία της Πηγάδας τον υπόλοιπο χρόνο. Από τις τακτικές καταχωρίσεις του δελτίου πληροφοριών της νομαρχίας, πληροφορούμαστε ότι μεταφέρονται ομαδικά εκεί για «προσκύνημα» φαντάροι, ευέλπιδες, σπουδαστές επαγγελματικών σχολών, «κλιμάκια φοιτητών», δημόσιοι υπάλληλοι, φιλοξενούμενοι της «Εθνικής Εστίας», ταξιδιώτες των προγραμμάτων του «Εθνικού ιδρύματος» και -φυσικά- ολόκληρα σχολεία.

 

*Μετά τη Μεταπολίτευση ο επίσημος γιορτασμός συνεχίζεται, χωρίς ιδιαίτερους ενθουσιασμούς. Τον τόνο δίνουν τώρα οι δυναμικές εμφανίσεις της ακροδεξιάς: βασιλόφρονες που διαβεβαιώνουν ότι «σύντομα θα επιστρέψει ο Κωνσταντίνος», χουντικοί που προπηλακίζουν τον κοινοτάρχη «διότι ανεφέρθη στην αποκατάσταση του κοινοβουλευτισμού» (1976) και γιουχάρουν το νομάρχη (1977), χιτλερικοί που ψαρεύουν στα θολά νερά μιας εθνικοφροσύνης σοκαρισμένης απ’ την περιθωριοποίησή της… Ο τοπικός τύπος καταγράφει τα συνθήματα: «Τη λύση θα δώσει ο στρατός», «Ο Φλωράκης στο Γουδί», «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους».

 

*Ο κύκλος κλείνει το 1982, όταν το υπ. Εσωτερικών γνωστοποιεί στο δήμο τον τερματισμό της συμμετοχής των επίσημων κρατικών αρχών, «επειδή οι εκδηλώσεις αυτές αποτελούσαν κηρύγματα μισαλλοδοξίας και τροφοδοτούσαν επί 40 χρόνια το διχασμό». Τη σκυτάλη στην οργάνωση του μνημοσύνου παίρνει πια ο «Σύλλογος Θυμάτων Πηγάδας», που ιδρύθηκε το 1980.

 

*Από κοντά και η Ν.Δ., που βλέπει το μνημόσυνο του 1982 ως τη δέουσα απάντηση στην επίσημη αναγνώριση της εαμικής Αντίστασης. Ο νεαρός βουλευτής Αντώνης Σαμαράς ανακοινώνει π.χ. με ειδικό δελτίο τύπου την έλευσή του «για να παραστεί στο Μνημόσυνο των σφαγιασθέντων από τους εαμοκομμουνιστές» («Ελευθερία» 18.9.82). Σταδιακά, ωστόσο, η λογική του «μεσαίου χώρου» επικρατεί και τα φερέλπιδα στελέχη αποφεύγουν πια να δίνουν το παρών.

 

Η σταδιακή αυτή περιθωριοποίηση έχει, ωστόσο, ένα απροσδόκητο αποτέλεσμα: πρώτη φορά τα πράγματα λέγονται με το όνομά τους και οι πεσόντες ταγματασφαλίτες «τιμώνται» ως τέτοιοι. Ενα χαρακτηριστικό των επίσημων γιορτασμών ήταν η διακριτική αποφυγή κάθε αναφοράς στα δωσίλογα Τάγματα Ασφαλείας, με την προσφυγή σε εξωραϊστικά σχήματα λόγου: «αγρίως σφαγιασθέντες υπό αναρχικών στοιχείων», «μαρτυρικώς σφαγιασθέντες εθνικόφρονες πατριώτες», «θυσιασθέντες διά το μεγαλείον και την ελευθερίαν της Πατρίδος», «Ηρωες και Μάρτυρες οίτινες προσεφέρθησαν ολοκαύτωμα εις τον βωμόν της υπερτάτης θυσίας», ακόμη και «αδίκως σφαγιασθέντες διά την ελευθερίαν και τα ανθρώπινα δικαιώματα»!

 

*Μετά το 1982, αντίθετα, οι ομιλητές του «απολίτικου», «οικογενειακού» μνημοσύνου δεν αισθάνονται τέτοιου είδους αναστολές: «Το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και το ΕΛΑΣ υπήρξε χειρότερος κατακτητής από τους Γερμανούς και τους Ιταλούς» διαβάζουμε π.χ. στον πανηγυρικό που εκφώνησε το 1999 η Ειρήνη Δορκοφίκη, διαβεβαιώνοντας τους συγκεντρωμένους ότι ο χαρακτηρισμός των ταγματασφαλιτών ως «προδοτών» και «συνεργατών των κατακτητών» δεν είναι παρά «αισχρή συκοφαντία» των κομμουνιστών και λοιπών «ευρωλιγούρηδων».

 

Στην ομιλία πάλι του 1997, ο δικηγόρος Βασίλειος Δημαρέσης ξεκαθαρίζει: «Οι ηρωικοί νεκροί μας δεν πολέμησαν με Ελληνες, διότι οι Κομμουνιστές έπαυσαν να είναι Ελληνες, τα εγκλήματά τους είναι εγκλήματα ξένων, εγκλήματα γενοκτονίας»!

 

Αραγε, τι απ’ όλα αυτά θα μπορούσαν να «αμαυρώσουν» οι επίσημοι νοσταλγοί του Χίτλερ;

 

Τα ξεχασμένα θύματα

 

Μια ελάχιστα γνωστή πτυχή της τραγωδίας του Μελιγαλά αφορά τα θύματα των «αγρίως σφαγιασθέντων» ταγματασφαλιτών της Πηγάδας. Εδρα ιταλών καραμπινιέρων, γερμανικής διλοχίας και του Τάγματος Ασφαλείας, η κωμόπολη χρησιμοποιήθηκε σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής ως στρατόπεδο συγκέντρωσης, χώρος βασανιστηρίων και τόπος εκτελέσεων αντιστασιακών και ομήρων. Η απουσία μιας ολοκληρωμένης καταγραφής όσων σκοτώθηκαν απ’ τους ταγματασφαλίτες είναι αποκαλυπτική για το κλίμα που επικράτησε στην περιοχή, τόσο κατά τα μετεμφυλιακά χρόνια όσο και αργότερα. Καταφανώς ελλιπή, τα διαθέσιμα στοιχεία είναι ωστόσο διαφωτιστικά.

 

Ο απολογητής των ταγματασφαλιτών Κοσμάς Αντωνόπουλος παραθέτει τα ονόματα 27 ατόμων που εκτελέστηκαν στο Μελιγαλά από τις κατοχικές δυνάμεις. Οι 6 είναι κάτοικοι της κωμόπολης. Από τον πίνακα απουσιάζουν ωστόσο τα περισσότερα ονόματα που γνωρίζουμε από άλλες πηγές («Η Ελληνική Αντίστασις 1941-1945», Αθήναι 1964).

 

Στο «Μεσσηνιακό βιογραφικό λεξικό» του Νίκου Καράμπελα (1962) αναφέρονται τα ονόματα 16 εκτελεσμένων στο Μελιγαλά το 1943-44. Στο δικό του βιβλίο ο Σπύρος Ξιάρχος καταγράφει τρεις ομαδικές εκτελέσεις 22 ατόμων κι άλλους 23 μεμονωμένους φόνους («Η αλήθεια για το Μελιγαλά», Καλαμάτα 1982, σ. 46-47). Απροσδιόριστο παραμένει, τέλος, πόσοι απ’ τους 924 εκτελεσμένους Μεσσήνιους που μνημονεύονται σε πρόσφατη έκδοση, θανατώθηκαν στην έδρα του Τάγματος (Τάσος Αποστολόπουλος, «Μεσσηνιακή εκατόμβη 1940-1944», Καλαμάτα 2000).

 

Αποκαλυπτικότερες είναι κάποιες επιμέρους λεπτομέρειες: Στις 27.4.44 ο ΕΛΑΣ Λακωνίας σκότωσε σε ενέδρα τον γερμανό στρατηγό Κρεντς και 3 συνοδούς του. Ο «Στρατιωτικός Διοικητής Ελλάδος» διέταξε σε αντίποινα τον τουφεκισμό 200 «κομμουνιστών» στο σκοπευτήριο της Καισαριανής κι όσων χωρικών θα συναντούσαν τα στρατεύματά του στην ύπαιθρο μεταξύ Μολάων και Σπάρτης. Οπως διαβάζουμε στη σχετική ανακοίνωση, οι ταγματασφαλίτες του Παπαδόγκωνα έσπευσαν να τιμήσουν με τον τρόπο τους τη μνήμη του γερμανού στρατηγού: «Υπό την εντύπωσιν του κακουργήματος τούτου, Ελληνες εθελονταί εφόνευσαν αυτοβούλως 100 άλλους κομμουνιστάς» («Καθημερινή» 30.4.44). Σαράντα απ’ αυτές τις «αυτόβουλες» εκτελέσεις έγιναν από το Τάγμα Ασφαλείας Καλαμών-Μελιγαλά την Πρωτομαγιά του 1944 – τριάντα στην Καλαμάτα και δέκα στο νεκροταφείο του Μελιγαλά. Μεταξύ των τελευταίων ήταν και μια 18χρονη επονίτισσα, η Ασπασία Ξιάρχου, από τη γειτονική Ανθούσα. Είχε πιαστεί (και βασανιστεί) από τους ταγματασφαλίτες ενώ επέστρεφε από την Καλαμάτα για το μνημόσυνο της μάνας της. Ενας κρατούμενος διέφυγε και, την επομένη, εκτελέστηκαν στη θέση του άλλοι δύο (Γιάννης Σχινάς, «Η εθνική Αντίσταση στη Μεσσηνία», Αθήνα 1984, σ. 98-99).

 

Ακολούθησε στις 15.6.44 ο τουφεκισμός 10 κρατουμένων στο Μελιγαλά (ανάμεσά τους 2 γυναίκες κι ένας ηλικιωμένος ανάπηρος) -σε αντίποινα, προφανώς, για το θανάσιμο τραυματισμό του ταγματασφαλίτη ταγματάρχη Γεωργανά στην Καλαμάτα. Την επομένη, 27 κρατούμενοι, 22 άντρες και 5 γυναίκες, τουφεκίστηκαν από το λόχο Καλαμάτας στις όχθες του Νέδοντα.

 

Δυόμισι δεκαετίες μετά την επίσημη αναγνώριση της ΕΑΜικής Αντίστασης, μάταια θ’ αναζητήσει κανείς στο Μελιγαλά ή τα περίχωρά του κάποιο μνημείο γι’ αυτούς τους πεσόντες. «Δεν έχω ακούσει ποτέ κάτι τέτοιο», ήταν η απάντηση του προέδρου του «Συλλόγου Θυμάτων Πηγάδας» κ. Μανιάτη, όταν τον ρωτήσαμε για τους εκτελεσμένους από το Τάγμα Ασφαλείας. Στην Καλαμάτα, μια λιτή στήλη (χωρίς ονόματα ή αριθμούς) στήθηκε από το Δήμο στο χώρο των εκτελέσεων, μακριά από τα μάτια του κοινού, μόλις το 2002. Η επιγραφή κάνει λόγο για «εκτελεσθέντες πατριώτες από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους», αποφεύγει όμως να αναφέρει την ακριβή ταυτότητα των εκτελεστών.

 

Επιστρέφοντας στην Αθήνα, σταματήσαμε στο επιβλητικό μνημείο για τους 204 εκτελεσμένους της Παλιόχουνης, λίγο πριν από τη Μεγαλόπολη. Απ’ αυτούς, οι 154 είχαν συλληφθεί από ταγματασφαλίτες στην Καλαμάτα και τουφεκίστηκαν απ’ τη Βέρμαχτ σε αντίποινα για την καταστροφή γερμανικής φάλαγγας απ’ τον ΕΛΑΣ. Το τμήμα της επιγραφής που πληροφορεί ότι σκοτώθηκαν «από τους Γερμανούς» έχει σβηστεί με φαιοπράσινη μπογιά.

 

————————————–

 

Διαβάστε:

 

  • Τάσος Κωστόπουλος «Η αυτολογοκριμένη μνήμη. Τα Τάγματα Ασφαλείας και η μεταπολεμική εθνικοφροσύνη» (Αθήνα 2005, εκδ. «Φιλίστωρ»). Η κατοχική δράση των ταγματασφαλιτών, οι διασυνδέσεις και η αντιμετώπισή τους από το μεταπολεμικό «κράτος των εθνικοφρόνων». Εμφαση στην επιχειρηματολογία και τα ιδεολογήματα με τα οποία επιχειρήθηκε (και επιχειρείται ξανά στις μέρες μας) η «δικαίωση» του ένοπλου δωσιλογισμού.

 

  • Ηλίας Θεοδωρόπουλος «Η πηγάδα του Μελιγαλά» (2α έκδοσις, Αθήνα 2001).Προπαγανδιστική έκδοση που διανέμεται από το «Σύλλογο Θυμάτων Πηγάδας Μελιγαλά». Ενδιαφέρον παρουσιάζουν ο αναλυτικός πίνακας με τα στοιχεία των σκοτωμένων και οι φιλοχουντικές κορόνες του συγγραφέα.

 

  • Σπύρος Ξιάρχος«Η αλήθεια για το Μελιγαλά» (Καλαμάτα, Μάιος 1982).Περιγραφή της μάχης του Μελιγαλά από ένα τοπικό εαμικό στέλεχος. Χρήσιμη, κυρίως γιατί διασώζει πολλές κρίσιμες «λεπτομέρειες» που η κυρίαρχη αφήγηση κατά κανόνα αποσιωπά.

 

  • Διονύσιος Παπαδόπουλος«Η ιστορία των Ταγμάτων Ασφαλείας» (εφημ. «Μεσσηνία» 19.5-8.9.1952).Η εκδοχή του (επιζήσαντος) διοικητή των ταγματασφαλιτών του Μελιγαλά, δημοσιευμένη λίγο μετά την αποστρατεία και απαλλαγή του για το αποτυχημένο πραξικόπημα του ΙΔΕΑ. Ακολούθησε η περιγραφή της αιχμαλωσίας και της διάσωσής του, την οποία ο ίδιος αποδίδει στις σχέσεις του με την Ιντέλιτζενς Σέρβις («Μεσσηνία» 15.9-17.11.1952).

 

  • Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, «Αρχεία Εθνικής Αντίστασης» (Αθήνα 1998, 8 τόμοι).Στον 8ο τόμο περιλαμβάνεται η μεταπολεμική (1955) εξιστόρηση της δράσης του Τάγματος Ασφαλείας Καλαμών-Μελιγαλά από τον (επιζήσαντα) υποδιοικητή του, Παναγιώτη Καζάκο.

 

  • Βασίλης Κλεφτόγιαννης«Οπως τα ‘ζησα. Μαρτυρία μιας βασανιστικής πορείας» (Αθήνα 1994).Αυτοβιογραφία ενός ελασίτη από το Μελιγαλά που πήρε μέρος στις μάχες με τους ταγματασφαλίτες της κωμόπολης.

 

(Ελευθεροτυπία, 11/9/2005)

 

 

 

Πηγή: http://parallhlografos.wordpress.com/2013/09/15/%CE%B7-%CE%BC%CE%B1%CF%8D%CF%81%CE%B7-%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CF%80%CE%B7%CE%B3%CE%AC%CE%B4%CE%B1/

 

Πηγή:http://www.iospress.gr/ios2005/ios20050911.htm

Sacco και Vanzetti : 86 χρόνια πριν

«Δεν θα ευχόμουν ποτέ σ’ ένα σκυλί, δεν θα ευχόμουν ποτέ σε ένα φίδι, δεν θα ευχόμουν ποτέ στο πιο χαμερπές και δυστυχισμένο πλάσμα της γης, να περάσει όσα υπέφερα εγώ, για πράγματα για τα οποία δεν είμαι ένοχος. Αλλά έχω πειστεί πως είμαι ένοχος για όλα όσα υποφέρω. Υποφέρω γιατί είμαι ριζοσπάστης και, αλήθεια, είμαι ριζοσπάστης. Υποφέρω γιατί είμαι Ιταλός και, αλήθεια, είμαι Ιταλός. Υποφέρω περισσότερο απ’ όλα για την οικογένειά μου και την αγαπημένη μου, παρά για τον εαυτό μου. Αλλά είμαι τόσο σίγουρος πως έχω το δίκιο με το μέρος μου, ώστε αν μπορούσατε να με εκτελέσετε δυο φορές, και αν μπορούσα να ξαναγεννηθώ ακόμα δύο, θα ζούσα την ίδια ζωή και θα έκανα ότι έχω ήδη κάνει». -Bartolomeo Vanzetti

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στις 15 Απριλίου του 1920, δυο άντρες ληστεύουν και δολοφονούν τον ταμία και έναν φρουρό του εργοστασίου κατασκευής παπουτσιών Slatter and Morrill, αποσπώντας $15.776.

Τρεις εβδομάδες αργότερα οι ιταλοί μετανάστες και διακεκριμένοι αναρχικοί Nicola Sacco και Bartolomeo Vanzetti, κατηγορούνται και συλλαμβάνονται για το έγκλημα, παρά τις σχεδόν ανύπαρκτες αποδείξεις εναντίον τους. Μετά από μια δίκη επτά εβδομάδων, οι Sacco και Vanzetti κρίνονται ένοχοι, με περιστασιακές ενδείξεις, για φόνο και καταδικάζονται σε θάνατο. Επτά χρόνια αργότερα, μετά από πολυπληθείς εφέσεις και την τεράστια δημόσια κατακραυγή, εκτελούνται αμφότεροι για τα «εγκλήματά τους».

Η διαμάχη για την ενοχή τους συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ήταν δυνατόν οι δυο άντρες, μετανάστες ιταλικής καταγωγής, να έχουν μια δίκαιη δίκη, στην Αμερική του 1920, με το αρνητικό της κλίμα κατά των μεταναστών; Η Κόκκινη Απειλή, με την οποία η μεταπολεμική κυβέρνηση των Η.Π.Α. προσπαθούσε να αντιταχθεί στο κύμα απεργιών που σάρωνε τη χώρα, η σκληρή προπαγάνδα εναντίων των μεταναστών και των ριζοσπαστικών οργανώσεων, καθώς και η Επιδρομές Πάλμερ (λυσσαλέες επιθέσεις κατά ριζοσπαστών μεταναστών), συνηγορούν ότι οι λόγοι της εκτέλεσής τους ήταν αποκλειστικά πολιτικοί και κοινωνικοί. Η εκτέλεση των Sacco και Vanzetti δεν είναι άλλο από μια εν ψυχρώ πολιτική δολοφονία.

Καθώς η Αμερική εισέρχεται στη δεκαετία του 1920, η εχθρικότητα προς τους μετανάστες ανέρχεται σε πρωτοφανή επίπεδα. Η Μπολσεβίκικη Επανάσταση του 1917 έφερε στο προσκήνιο τον κομμουνιστικό κίνδυνο και οδήγησε τον Γενικό Εισαγγελέα Alexander Michel Palmer να επιβάλει τις πρακτικές του κατά της Κόκκινης Απειλής, που περιελάμβαναν παραβιάσεις των πολιτικών ελευθεριών και δικαιωμάτων και μελάνωναν την εικόνα των μεταναστών. Στο παράρτημα, στο τέλος του άρθρου, μπορείτε να βρείτε γελοιογραφίες από τις εφημερίδες της εποχής που προπαγανδίζουν αυτές τις θέσεις.

Τα προβλήματα της μεταπολεμικής Αμερικής, τα οποία οφείλονταν σε ψυχολογική, οικονομική και ηγετική ύφεση, συνδυασμένα με τον υπαρκτό φόβο από τη μετανάστευση και την απειλή της αταξίας και του πλουραλισμού στην αμερικανική κοινωνία, οδηγούν στο να καταστήσουν τους ευρωπαίους μετανάστες αποδιοπομπαίους τράγους. Το αποτέλεσμα αυτό έγινε αισθητό, με ιδιαίτερα σκληρό τρόπο, κυρίως στους ξένους ριζοσπάστες, αναρχικούς και κομμουνιστές. Οι Nicola Sacco και Bartolomeo Vanzetti, αμφότεροι μετανάστες και αναρχικοί, ένοιωσαν στο πετσί τους την έκφραση της αμερικανικής προκατάληψης και βίας αυτής της περιόδου.Το κοινωνικό πλαίσιο, η συνάντηση, η κατηγορίες και ο αγώνας Μπαίνοντας η Αμερική στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αρχίζει και η προπαγάνδα των αναρχικών εναντίον του. Συμβουλεύουν τους εργάτες να μην στρατευθούν. Την εποχή εκείνη η μόνη φωνή κατά του πολέμου είναι αυτή των αναρχικών και του I.W.W. (της παγκόσμιας ομοσπονδίας βιομηχανικών εργατών, γνωστών με το όνομα «woobblies»).Το 1919 η Αμερική, παραβιάζοντας τη συνθήκη ειρήνης διώχνει τους εμμιγκρέδες, όπως την Emma Goldmann. Ολόκληρη η χρονιά αυτή είναι μια χρονιά βίας. Δθο μέρες πριν την επιστροφή του Προέδρου Wilson από το Παρίσι, όπου βρίσκονταν στη συνδιάσκεψη για την ειρήνη, δυο μέλη μιας αναρχικής ισπανικής ομάδας, του «Grupo pro Pensa», κατηγορούνται και συλλαμβάνονται στη Φιλαδέλφεια ως επίδοξοι δολοφόνοι του Προέδρου. Λίγο καιρό αργότερα ο δήμαρχος του Seatle, ο οποίος μαχόταν σθεναρά τον «κόκκινο κίνδυνο», λαμβάνει με το ταχυδρομείο μια βόμβα. Την επομένη ο Thomas Hardwick, πρώην πρόεδρος της επιτροπής μετανάστευσης, λαμβάνει ένα παρόμοιο δώρο. Συνολικά παραδόθηκαν 37 τέτοια πακέτα σε διάφορους παραλήπτες, μεταξύ των οποίων ο Olivier Wfendell Ilolmes, πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ και ο γενικός Εισαγγελέας Palmer.

Η 1η Μαΐου ήταν ιδιαίτερα βίαιη: οδομαχίες, τεράστιες συγκεντρώσεις, δολοφονημένοι διαδηλωτές κ.λ.π. Όλα αυτά ενισχύουν την αμερικανική τρομοκρατία. Ο Luigi Galleani, μια προσωπικότητα που έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης στο χώρο των αναρχικών, καταδικάζεται σε απέλαση για τη δημοσίευση του περίφημου Cronaco Soversica. Λίγο μετά, ακολουθούν εκρήξεις βομβών σε αρκετές μεγάλες πόλεις. Το κλίμα της βίας και της τρομοκρατίας που καλλιεργούν οι αρχές, καθώς και τα προβοκατόρικα στοιχεία, προκαλούν την αγανάκτηση του αμερικανικού λαού.


Αμφότεροι οι Sacco και Vanzetti ήταν αφοσιωμένοι αναρχικοί, με ενεργή συμμετοχή στους εργατικούς αγώνες. Το 1916, τον ίδιο χρόνο που ο Sacco συνελήφθη για τη συμμετοχή του στην εργατική συγκέντρωση στη Minnesota, έλαβε μέρος και σε μιαν απεργία ενός εργοστασίου στο Plymouth. Εκεί συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Bartolomeo Vanzetti, ο οποίος ήταν ένας από τους βασικούς διοργανωτές της συγκεκριμένης απεργίας. Όπως οι περισσότεροι αναρχικοί, και οι δύο άνδρες είχαν εναντιωθεί στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.Η απίστευτη φτώχεια στα μεταπολεμικά χρόνια, είχε ως αποτέλεσμα τη δυσαρέσκεια πολλών εργατών με την κρατούσα κατάσταση. Οι αρχές είχαν τρομοκρατηθεί ότι οι αμερικανοί εργάτες θα ακολουθούσαν το παράδειγμα της πρόσφατης ρωσικής επανάστασης, και έκαναν οτιδήποτε περνούσε από το χέρι της ώστε να σκιαγραφήσουν τον κομμουνισμό και τον αναρχισμό ως «μη αμερικανικές πρακτικές» και να εκφοβίσουν τους εργάτες ώστε να κρατηθούν μακριά από την «κόκκινη προπαγάνδα».Τον Απρίλιο του 1920, ο αναρχικός Andrea Salsedo συνελήφθη και κρατήθηκε για οκτώ εβδομάδες. Το πρωί της 3ης Μαΐου, «έπεσε» από ένα παράθυρο του 14ου ορόφου του Υπουργείου Δικαιοσύνης της Νέας Υόρκης. Οι Sacco και Vanzetti, μαζί με άλλους συντρόφους τους, συγκάλεσαν αμέσως μια δημόσια συνάντηση στη Βοστώνη για να διαμαρτυρηθούν για το γεγονός. Ενώ καλούσαν τον κόσμο να υποστηρίξει τη διαμαρτυρία τους, συνελήφθησαν για «επικίνδυνες ριζοσπαστικές δραστηριότητες». Λίγες μέρες αργότερα βρέθηκαν κατηγορούμενοι για ληστεία και φόνο. 


Η υπόθεση έφτασε σε δίκη τον Ιούνιο του 1921 και διήρκεσε επτά εβδομάδες. Τα επιχειρήματα εναντίον του ήταν σχεδόν ανύπαρκτα. Δώδεκα από τους πελάτες του Vanzetti κατέθεσαν ότι την ώρα που γινόταν η ληστεία και οι φόνοι, ο ίδιος τους παρέδιδε ψάρια. Ένας υπάλληλος του ιταλικού προξενείου της Βοστώνης κατέθεσε ότι ο Sacco την ώρα εκείνη βρισκόταν στο γραφείο του για ένα ζήτημα με το διαβατήριό του. Επιπλέον, υπήρξε και αυτόπτης μάρτυρας στη ληστεία και τους φόνους, ο οποίος κατέθεσε πως ούτε ο Sacco, ούτε ο Vanzetti είχαν καμία σχέση με αυτή.

Πρόεδρος της έδρας στην υπόθεσή τους ήταν ο δικαστής Webster Thayer, ο οποίος δήλωσε για τον Vanzetti: «Αυτός ο άνδρας, αν και μπορεί να μην έχει διαπράξει το έγκλημα που του αποδίδουν, είναι εντούτοις ηθικός αυτουργός, γιατί είναι εχθρός των υπαρχόντων θεσμών μας». Ο πρόεδρος των ενόρκων, ένας συνταξιούχος αστυνομικός, απάντησε σε έναν φίλο του, ο οποίος του είπε ότι, κατά τη γνώμη του, οι Sacco και Vanzetti ήταν αθώοι: «Να είναι καταραμένοι. Τους χρειάζεται να κρεμαστούν, όπως και νάχει». Μετά την έκδοση της καταδικαστικής απόφασης που έστελνε τους Sacco και Vanzetti στο θάνατο, ο δικαστής υπερηφανεύτηκε σε έναν φίλο του: «Είδες τι έκανα σε αυτούς τους αναρχικούς μπάσταρδους τις προάλλες;».

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για το γεγονός ότι οι Sacco και Vanzetti δικάστηκαν για τα πολιτικά τους πιστεύω και ότι η δικαστική απόφαση ήταν καθαρά ταξική: έστελνε ένα ξεκάθαρο μήνυμα στην εργατική τάξη των ΗΠΑ: μείνετε μακριά από τις ιδεολογίες του κομμουνισμού και της αναρχίας, διαφορετικά θα αντιμετωπίσετε τις συνέπειες.

 

 


Οι Sacco και Vanzetti πέρασαν τα επόμενα έξι χρόνια στη φυλακή, ενώ οι εφέσεις τους απορρίπτονταν η μία μετά την άλλη. Όλο αυτό το διάστημα οι κινητοποιήσεις σε Αμερική και Ευρώπη, προκειμένου να ματαιώσουν την εκτέλεσή τους, ήταν μεγάλες, χωρίς όμως να φέρουν το πολυπόθητο αποτέλεσμα.

 

 

 

 

 

 

Το νέο της εκτέλεσής τους έκανε το γύρο του κόσμου και έβγαλε στους δρόμους πλήθος διαδηλωτών. Η αμερικανική πρεσβεία στο Παρίσι χρειάστηκε να περικυκλωθεί από ερπυστριοφόρα οχήματα, προκειμένου να προστατευτεί από το εξαγριωμένο πλήθος των διαδηλωτών, στο Λονδίνο η λαϊκή εξέγερση κατέληξε με 40 τραυματείς, το αμερικανικό προξενείο στη .Γενεύη περικυκλώθηκε από ένα πλήθος 5000 μαχητικών ανθρώπων, ενώ τεράστια πλήθη, με μαύρα περιβραχιόνια, πραγματοποίησαν πορείες στους δρόμους της Νέας Υόρκης και της Βοστώνης.
Λίγο πριν την εκτέλεσή του ο Vanzetti είπε: «η τελευταία στιγμή μας ανήκει. Αυτή η αγωνία είναι ο θρίαμβός μας».

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Από το αρχείο του Αθηναικού Indymedia μερικά ιστορικά στοιχεία για την υπόθεση των Nicola Sacco και Bartolomeo Vanzetti , Ιταλών αναρχικών μεταναστών στις ΗΠΑ που συνελλήφθησαν με προσχημα μια δολοφονία και εκτελέστηκαν λογο των πολιτικών τους πεποιθήσεων το 1927. Στο ενδιάμεσο είχε αναπτυχθεί ενα θαυμαστό παγκόσμιο κίνημα αλληλεγγύης που όμως δε κατάφερε να ανατρέψει την καταδικαστική απόφαση.

Εισαγωγή και βιογραφικά στοιχεία

[1] https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=109152

[2] https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1418170

 

Αναλυτικότερα στοιχεία για την υπόθεση:

[α] https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1282783

 

και εδώ έπεται σχετικού άρθρου και η αυτοβιογραφία του Vanzetti που έγραψε μεσα στη φυλακή  https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1326662#1326944

 

Τέλος έχει την αξία του να σημειώσουμε και το άρθρο του ριζοσπάστη για την υπόθεση: https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=74950

σχετικά:https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1487127