*Γράφει ο Ιός
Ο Μεταξάς υπήρξε ο ήρωας του «Οχι», ο πρώτος εργάτης, ο πρώτος αγρότης, με λίγα λόγια ο πατέρας μας. Η προπαγανδιστική καρικατούρα της δικτατορίας του 1936 επανέρχεται ως άποψη καθωσπρέπει δημοσιογράφων και ιστορικών
Αν ήταν μόνο ο κ. Μιχαλολιάκος και η παρέα του που λατρεύουν τον Ιωάννη Μεταξά και το καθεστώς της 4ης Αυγούστου κανείς δεν θα παραξενευόταν. Ομως εδώ και μια δεκαετία, από την περίοδο δηλαδή που άρχισε να αμφισβητείται η δημοκρατική τομή της Μεταπολίτευσης του 1974, ακούγονται όλο και συχνότερα από ιστορικούς αναλυτές και δημοσιογράφους καλά λόγια για τον Μεταξά. Κανείς δεν αμφισβητεί βέβαια τον δικτατορικό χαρακτήρα του καθεστώτος 1936-1941, αλλά παράλληλα αναδεικνύονται οι «θετικές του πλευρές», κυρίως σε εθνικό και κοινωνικό επίπεδο. Τα στοιχεία και τα ντοκουμέντα που παρουσιάζουμε σήμερα δεν επιβεβαιώνουν αυτή την εξωραϊσμένη εικόνα του δικτατορικού καθεστώτος. Ισως μάλιστα να ερμηνεύουν και τους λόγους που οδηγούν κάποιους όψιμους θαυμαστές του Μεταξά να ανακαλύπτουν αρετές και επιτεύγματα σ’ αυτή τη μαύρη σελίδα της ελληνικής Ιστορίας.
Το «Οχι», αλλά στα γαλλικά
Εν αρχή βέβαια ην το περίφημο «Οχι». Από την περίοδο της Μεταπολίτευσης αμφισβητήθηκε η μέχρι τότε γενικά παραδεκτή άποψη ότι «το είπε ο Μεταξάς». Από την πλευρά μάλιστα των αναλυτών του ευρύτερου δημοκρατικού χώρου αντιπροτάθηκε το σχήμα που μέχρι τότε πρόβαλλε μόνο η Αριστερά, ότι δηλαδή «το ‘‘Οχι’’ το είπε ο λαός», με τη γενναία στάση του στο μέτωπο. Τώρα τελευταία υπάρχει και ο συνδυασμός των δύο εκδοχών από πολιτικούς που δεν θέλουν να ταυτιστούν με τη δικτατορία, αλλά δεν θέλουν και να ξεκόψουν μαζί της: «Το ‘‘Οχι’’ το είπε και ο λαός και ο Μεταξάς» υποστηρίζουν άνθρωποι όπως ο Αδωνις Γεωργιάδης.
Η συζήτηση είναι βέβαια άχαρη. Αν θέλει κανείς να κυριολεκτήσει, κανείς δεν είπε το «Οχι», ούτε ο Μεταξάς ούτε ο λαός. Το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου 1940, το τελεσίγραφο που επέδωσε ο Ιταλός πρεσβευτής Γκράτσι στον Μεταξά δεν μπορούσε να απαντηθεί ούτε με «ναι», ούτε με «όχι». Ηταν το τελεσίγραφο της κήρυξης πολέμου, το οποίο προετοιμαζόταν τις προηγούμενες ώρες με ιταλικές ανακοινώσεις για εχθροπραξίες στην ελληνοαλβανική μεθόριο. Αυτός είναι ο λόγος που, σύμφωνα με όσα διηγήθηκαν στη συνέχεια οι δύο μόνοι παρόντες της συνάντησης, η φράση που εκστόμισε ο Μεταξάς στα γαλλικά, μόλις διάβασε το τελεσίγραφο, ήταν «Alors, c’est la guerre» («Επομένως έχουμε πόλεμο»).
Στην πραγματικότητα, δηλαδή, επρόκειτο για ένα τελεσίγραφο κήρυξης πολέμου, το οποίο δεν μπορούσε να «απορριφθεί», εφόσον δεν υπήρχε εναλλακτική λύση. Οπως διηγείται ο Κώστας Κοτζιάς, ο Μεταξάς δήλωνε στους στενούς του συνεργάτες ότι οι Ιταλοί κήρυξαν πόλεμο. Δεν υπήρχε θέμα κάποιας –έστω και ατιμωτικής–διαπραγμάτευσης: «Κυρ Κώστα έχουμε πόλεμο… οι Ιταλοί μάς τον κήρυξαν» («Ελλάς, ο πόλεμος και η δόξα της», Αθήνα 1947, σ. 28).
Το πραγματικό κλίμα εκείνου του βραδιού αποτυπώνει ο υπουργός Ναυτιλίας του Μεταξά Αμβρόσιος Τζίφος, ο οποίος μετείχε στην πρώτη κυβερνητική σύσκεψη το ξημέρωμα εκείνης της ιστορικής νύχτας: «Εξάλλου η προθεσμία του τελεσιγράφου ήτο τρίωρος, ήτοι ώς τας 6 το πρωί, ώστε δεν εδίδετο καν καιρός διά οιανδήποτε ενέργειαν, έστω και αν υπήρχε η παραμικρά διάθεσις» (ανέκδοτες «Αναμνήσεις», περιλαμβάνονται σε παράρτημα του «Ημερολόγιου Μεταξά»).
Πού βρέθηκε λοιπόν το «Οχι»; Μα ήταν μια εύστοχη δημοσιογραφική έμπνευση (εφημ. «Ελληνικό Μέλλον», 30.10.1940), η οποία μετατράπηκε γρήγορα σε βασικό προπαγανδιστικό σλόγκαν ενός καθεστώτος, το οποίο ήδη λειτουργούσε με ολοκληρωτικές μεθόδους χρησιμοποιώντας κάθε λογής ύμνους για τον «Εθνικό Κυβερνήτη».
Εκ των υστέρων, βέβαια, το «Οχι» έχει ενσωματωθεί στη μυθολογία των υπερασπιστών του Μεταξά. Ο Κοτζιάς, λ.χ., στο ίδιο βιβλίο, το αναφέρει ως γεγονός και το συνοδεύει με μια εξίσου επινοημένη κίνηση του Μεταξά: «Τότε ηκούσθη η φωνή της Ελλάδος! Ηκούσθη η επιταγή των χιλιετηρίδων από του στόματος του Ελληνος Πρωθυπουργού: ΟΧΙ! Κτυπώντος συγχρόνως τον γρόνθον του με ζωηρότητα και έμφασιν επί της τραπέζης» (σ. 27). Se non è vero, è ben trovato, που θα έλεγε κι ο Γκράτσι.
Κανένα «Οχι» δεν υπάρχει και στις καταγραφές εκείνων των ημερών στο Ημερολόγιο. Αντίθετα υπάρχουν διατυπώσεις που θα μπορούσαν να ερμηνευτούν και ως το «Οχι του λαού»! Το πρωί της 28.10 ο Μεταξάς δείχνει έκπληκτος («Φανατισμός του λαού αφάνταστος») και την επομένη αρχίζει να ανησυχεί («Με ανησυχεί η υπεραισιόδοξος Κοινή Γνώμη»).
Για να ενισχύσουν εκ των υστέρων την εικόνα του αποφασισμένου «εθνικού ηγέτη», οι απολογητές της 4ης Αυγούστου έχουν ξεχωρίσει μια μυστηριώδη καταγραφή από το Ημερολόγιο Μεταξά, ενάμιση χρόνο νωρίτερα: «Φοβερά απόφασίς μου εν περιπτώσει ιταλικής απειλής» (18.3.1939). Αλλά η ιταλική απειλή είχε εκδηλωθεί με όλες τις μορφές στο διάστημα αυτών των δεκαεννιά μηνών, με αποκορύφωμα τον τορπιλισμό της «Ελλης». Ο Μεταξάς και η «φοβερά απόφασίς» του έμειναν απολύτως αδρανείς. Υπάρχει αντίθετα μια άλλη καταγραφή στο Τετράδιο των Σκέψεων του Μεταξά, λίγες μέρες πριν από τον θάνατό του (2.1.1941), στην οποία ομολογείται το απόλυτο αδιέξοδο και η απελπισία του δικτάτορα από την «προδοσία» των ομοϊδεατών του Χίτλερ και Μουσολίνι:
«Η Ελλάς έγινε από της 4ης Αυγούστου Κράτος αντικομμουνιστικό, Κράτος αντικοινοβουλευτικό, Κράτος ολοκληρωτικό, Κράτος με βάση αγροτική και εργατική, και κατά συνέπεια αντιπλουτοκρατικό. Δεν έχει βέβαια κόμμα ιδιαίτερο να κυβερνά. Αλλά κόμμα ήτανε όλος ο λαός, εκτός από τους αδιόρθωτους κομμουνιστάς και τους αντιδραστικούς παλαιοκομματικούς. Επομένως, αν ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι αγωνιζότανε πραγματικά για την ιδεολογία που υψώνανε για σημαία, έπρεπε να υποστηρίζουν παντού την Ελλάδα με όλη τους τη δύναμη. Ακόμα και να ανεχότανε αν τα άμεσα συμφέροντα ή και η ανάγκη από τη γεωγραφική της θέση έφερνε την Ελλάδα κοντά στην Αγγλία. Λοιπόν, το εναντίον, η Ελλάδα έμεινε μακριά από την Αγγλία –εκτός από την απαραίτητη και αλλιώς αναγκαία φιλική σχέση. Η Ελλάδα καμιά βοήθεια ούτε έδωσε ούτε υπεσχέθη εις την Αγγλία. Επομένως η Ιταλία, που ωστόσο ανεγνώριζε την συγγένεια του ελληνικού καθεστώτος προς το δικό της, έπρεπε να είναι φιλικώτατη προς την Ελλάδα, ειλικρινά και πιστά φιλικώτατη. Και όμως ήτανε εχθρική. Από εξ αρχής εχθρική. Και στο τέλος επεζήτησε να την κατακτήση και την υποδουλώση. Για τον Χίτλερ το πράγμα δεν είναι και τόσο φανερό. Βέβαια δεν περίμενε κανείς να μεταχειριζότανε βία απάνω στην Ιταλία για να την σταματήση. Αλλά περίμενα, εγώ τουλάχιστον, ότι δεν θα είχε ευθύς εξ αρχής ξεπουλήσει την Ελλάδα στην Ιταλία σαν να ήτανε άψυχο αντικείμενο και χωρίς αξία μάλιστα. Επομένως και αυτός πηγαίνει, σχετικά με την Ελλάδα, στην κατηγορία του Μουσολίνι. Λοιπόν και ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ απέναντι της Ελλάδος δεν ωδηγηθήκανε από κανένα από τα ιδεολογικά ελατήρια που υψώνανε ως σημαία του αγώνα των. Το εναντίον, κτυπώντας την Ελλάδα, κτυπούσανε τη σημαία αυτή».
Το καταπληκτικό αυτό κείμενο δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για το πώς σκεπτόταν ο Μεταξάς μέχρι το τέλος της ζωής του και κάτω από ποιες συνθήκες οδηγήθηκε η χώρα στον πόλεμο. Εξηγεί ακόμα την φαινομενική τυφλότητα των σύγχρονων εθνικοσοσιαλιστών μπροστά στα πασίγνωστα εγκλήματα του ναζισμού στην Ελλάδα.
Το ΙΚΑ και το «Οκτάωρο»
Υπάρχει όμως και η δεύτερη γραμμή άμυνας των νοσταλγών του Μεταξά. Είναι η λεγόμενη «κοινωνική πολιτική» του καθεστώτος που πιστώνεται στον «Εθνικό Κυβερνήτη». Πρόκειται για άλλον έναν προπαγανδιστικό μύθο της Τετάρτης Αυγούστου, ο οποίος αναπαράγεται με ευκολία από τα σημερινά μέσα ενημέρωσης. Ακούσαμε, λ.χ., τη Σοφία Παπαϊωάννου πριν από λίγα χρόνια να απαριθμεί τα στοιχεία του μύθου αυτού στην εκπομπή «Φάκελοι» του Αλέξη Παπαχελά: «Στον κοινωνικό τομέα ο Μεταξάς ίδρυσε το ΙΚΑ, έφερε τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, βοήθησε οικονομικά τους αγρότες, επέβαλε το Οκτάωρο και το εξαήμερο στην εργασία» (Mega, 27.10.2006).
Καταρχήν ο νόμος για τις κοινωνικές ασφαλίσεις είχε ψηφιστεί από το 1932 (ν. 5733, κυβέρνηση Βενιζέλου) και συμπληρώθηκε το 1934 (ν. 6298, κυβέρνηση Λαϊκού Κόμματος). Η θέσπισή του αποτελούσε ένα από τα πρώτα αιτήματα του εργατικού κινήματος. Ο νόμος για τις Συλλογικές Συμβάσεις είχε ψηφιστεί από το 1935! Και είναι πραγματικά ανέκδοτο να συγκαταλέγονται οι Συλλογικές Συμβάσεις στα θετικά ενός καθεστώτος που κατήργησε τον ελεύθερο συνδικαλισμό, ενώ ο Μεταξάς είχε προετοιμάσει ήδη προτού κηρύξει τη δικτατορία το νόμο περί υποχρεωτικής διαιτησίας.
Οσο για το Οκτάωρο, υπήρχε από το 1920 ο ν. 2269 «περί κυρώσεως συμβάσεως της Διεθνούς Συνδιασκέψεως της Εργασίας περί περιορισμού των ωρών εργασίας εν ταις βιομηχανικαίς επιχειρήσεσιν εις οκτώ καθ’ ημέραν και 48 καθ’ εβδομάδα», μεσολάβησαν πολλοί νόμοι, τους οποίους συνόψισε το 1932 το διάταγμα «περί κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως των περί οκταώρου εργασίας διατάξεων». Το μόνο που έκανε ο Μεταξάς είναι ότι επέκτεινε την ισχύ του νόμου σε κάποιες ακόμα κατηγορίες βιομηχανιών!
Οταν ο βασιλιάς Γεώργιος τον διόρισε πρωθυπουργό, μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου Δεμερτζή, τον Απρίλιο του 1936, ο Μεταξάς ξεκαθάρισε στις προγραμματικές του δηλώσεις τον τρόπο που θα χειριστεί τα εργασιακά και κοινωνικά ζητήματα:
«Μετά μεγάλης συμπαθείας παρακολουθεί η Κυβέρνησις τα εκκρεμή ζητήματα του εργατικού κόσμου και μετά σταθερότητος θα επιδιώξη την επίλυσιν των δικαίων αιτημάτων αυτού, εξασφαλίζουσα παγιωτέρους κατά το δυνατόν όρους συνεργασίας μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Εν των κυριωτέρων μέσων προς επιτυχίαν του σκοπού τούτου θεωρεί την ευρείαν εφαρμογήν των συλλογικών συμβάσεων εργασίας εν συνδυασμώ προς την οργανικωτέραν ρύθμισιν των εκ των συλλογικών συγκρούσεων εργασίας προκυπτόντων ζητημάτων. […] Θα επιδιώξη να θέση εις βαθμιαίαν και τμηματικήν εφαρμογήν τον θεσμόν των κοινωνικών ασφαλίσεων, λαμβάνουσα παραλλήλως τα προσήκοντα μέτρα διά την συνθετικήν ολοκλήρωσιν της σχετικής νομοθεσίας» (25.4.1936).
Στη σχετική συζήτηση που ακολούθησε (27.4.1936) πίεσαν προς την κατεύθυνση να εφαρμοστεί ο νόμος περί κοινωνικών ασφαλίσεων όχι μόνο ο Σοφούλης (των Φιλελευθέρων), αλλά και ο Ι.Θεοτόκης (του Εθνικού Λαϊκού Κόμματος). Αλλά αποκαλυπτική ήταν η αντίδραση δυο έμπειρων κοινοβουλευτικών.
Προηγήθηκε ο Γεώργιος Καφαντάρης του Κόμματος Προοδευτικών: «Θα επεθύμουν να έχω μίαν πληροφορίαν επί της περικοπής των προγραμματικών δηλώσεων, της αναφερομένης εις τον θεσμόν των κοινωνικών Ασφαλίσεων, εις την οποίαν αναφέρεται ότι η Κυβέρνησις θα επιδιώξη την τμηματικήν και βαθμιαίαν εφαρμογήν του θεσμού τούτου. Τι ακριβώς εννοεί η Κυβέρνησις λέγουσα βαθμιαίαν και τμηματικήν εφαρμογήν; Θα γίνη εφαρμογή κατά περιφερείας ή κατ’ επαγγελματικάς τάξεις ή κατά κλάδους ασφαλίσεως; Αναμένω την απάντησιν. Εν πάση περιπτώσει, κεκηρυγμένος υπέρ αμέσου και ολοκληρωτικής εφαρμογής του θεσμού των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δεν εγκρίνω τον προτεινόμενον υπό της Κυβερνήσεως τρόπον».
Ακολούθησε ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου του Εργατικού και Αγροτικού Κόμματος: «Ο κ. Πρόεδρος της Κυβερνήσεως, αφού έχει ήδη εψηφισμένον νόμον, αφού έχει αρχίσει τρόπον τινά έστω και επ’ ελάχιστον την συγκρότησιν της υπηρεσίας αυτής, αντί να θέση εις λειτουργίαν τον νόμον, έρχεται και μας λέγει ότι θα τεθή τμηματικώς και βαθμιαίως. Πού το ευρήκεν αυτό ο κ. Πρόεδρος της Κυβερνήσεως να ομιλή περί τμηματικής και βαθμιαίας λειτουργίας των κοινωνικών Ασφαλίσεων; Δεν γνωρίζω εάν εις τας προγραμματικάς του δηλώσεις εις άλλας εκλογάς υπεσχέθη ποτέ ότι θα μεταβάλη τον νόμον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Πώς τώρα ομιλεί περί τμηματικής και βαθμιαίας λειτουργίας αυτών; Εις το παρελθόν, εν τω νόμω των Κοινωνικών Ασφαλίσεων έγινε μία κατάχρησις. Ιδρύθησαν διάφορα Ταμεία ασφαλίσεων, όχι βέβαια διά να στερεωθούν αι Κοινωνικαί Ασφαλίσεις, αλλά διά να ικανοποιηθούν ατομικαί αξιώσεις εκατοντάδων φίλων της κρατούσης Κυβερνήσεως. Πρόκειται δε με την τμηματικήν και βαθμιαίαν λειτουργίαν των κοινωνικών Ασφαλίσεων να συνεχισθή αυτή η τακτική της αποσυνθέσεως των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, χάριν ατομικών αξιώσεων ωρισμένων τινών φίλων των κομμάτων. […] Ημείς, όμως, ελάχιστοι όντες, εναντιούμεθα απολύτως εις την τμηματικήν και βαθμιαίαν λειτουργίαν των Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Ηθελον να γνωρίζω ποία των πολιτικών μερίδων εδώ θα υπεστήριζε την τμηματικήν και βαθμιαίαν λειτουργίαν των κοινωνικών ασφαλίσεων ή ποία πλειοψηφία της βουλής είναι πρόθυμος να υποστηρίξη τοιαύτην λύσιν καθ΄υπόδειξιν της Κυβερνήσεως».
Γνωρίζουμε ότι η κυβέρνηση Μεταξά έλαβε τότε ψήφο εμπιστοσύνης από όλες τις πτέρυγες της βουλής εκτός από την Αριστερά. Οι φόβοι του Καφαντάρη και του Παπαναστασίου αποδείχτηκαν δικαιολογημένοι. Γιατί μπορεί ο Μεταξάς να ήταν αυτός που έκοψε την κορδέλα στα εγκαίνια του ΙΚΑ, κατά την εύστοχη παρατήρηση του Αντώνη Λιάκου («Το Βήμα», 28.10.2007), αλλά η τύχη των Κοινωνικών Ασφαλίσεων στη χώρα μας σφραγίστηκε από την πολιτική της δικτατορίας. Οσο για τους ίδιους τους δύο δημοκράτες πολιτικούς που αντέδρασαν σ’ αυτή την προδικτατορική εμφάνιση του Μεταξά στη Βουλή, είχαν από μέρους του την ανάλογη αντιμετώπιση. Ο πρώτος εξορίστηκε, ενώ ο δεύτερος τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό μέχρι τον θάνατό του (17.11.1936). Και βέβαια το πρώτο που έκανε ο Μεταξάς είναι να τοποθετήσει επικεφαλής στο ΙΚΑ έναν δικό του άνθρωπο, τον Σπύρο Κορώνη, στη θέση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, τον οποίο επίσης έστειλε στην εξορία.
Δείγμα των πραγματικών σχέσεων του Μεταξά με αυτά τα πάγια εργατικά αιτήματα είναι το γεγονός ότι για να επιβάλει τη δικτατορία στις 4.8.1936 επικαλέστηκε πρόσχημα την εξαγγελθείσα μεγάλη απεργία, η οποία είχε ως βασικά αιτήματα ακριβώς αυτά!
Η κοινωνική προσφορά της δικτατορίας Μεταξά δεν είναι δηλαδή τίποτα άλλο παρά δημιούργημα των προπαγανδιστικών μηχανισμών της ίδιας της δικτατορίας. Ο ίδιος ο δικτάτορας είχε πιστέψει τα δικά του ψέματα, όπως διαπιστώνουμε από αυτά που έγραφε στο Ημερολόγιό του: «Εργατικόν Συνέδριον. Αφοσίωσις συνέδρων. Αγροτικόν Συνέδριον Λαρίσης. Αφοσίωσις αγροτικού κόσμου» (Νοέμβριος 1937).
Υπάρχει βέβαια και η «πνευματική» ουρά στη φιλομεταξική μυθολογία. Στην ίδια εκπομπή του Mega ακούσαμε ότι «επί ημερών του Μεταξά αναβίωσε η αρχαία τραγωδία και ξεκίνησαν οι παραστάσεις στα αρχαία θέατρα. Ιδρυσε τη Λυρική Σκηνή και αναβίωσε το Εθνικό Θέατρο».
Μόνο που όλα αυτά ήταν για τους λίγους και τους εκλεκτούς. Αυτό που παρέλειψε να πει η εκπομπή είναι ότι για τους πολλούς εφαρμόστηκε ένα καθεστώς λογοκρισίας, φίμωσης και πνευματικής κατατρομοκράτησης. Οπως αποδεικνύεται και από ντοκουμέντα σε άλλες στήλες, το καθεστώς δεν ήταν σε θέση να ανεχτεί ούτε τα αρχαία κείμενα που μπορούσαν «να παρεξηγηθούν», όπως ο «Επιτάφιος» του Περικλή, ενώ απαγορεύτηκε στο Εθνικό Θέατρο να ανέβει η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Μια από τις πρώτες ενέργειες της μεταξικής δικτατορίας ήταν να κάψει τα «ύποπτα» βιβλία που κατασχέθηκαν από σπίτια, εκδόσεις και βιβλιοπωλεία, αντιγράφοντας τις ενέργειες του χιτλερικού καθεστώτος. Εκδόθηκε κατάλογος με εκατοντάδες «κομμουνιστικά βιβλία» που απαγορεύονταν, στον οποίο περιλαμβάνονταν έργα του Τολστόι, του Καζαντζάκη, του Ρολάν, του Φρόιντ, του Σπινόζα και του Καντ!
Για τα πνευματικά εφόδια των λογοκριτών του καθεστώτος αρκεί να σημειωθεί ότι περιέλαβαν στην απαγόρευση και δυο κλασικά αντικομμουνιστικά και εθνικοσοσιαλιστικά πονήματα, το «Εβραίοι και Κομμουνισμός» του Χέρμαν Φεστ και της Σίτσας Καραϊσκάκη και το «Τι εστί Μπολσεβικισμός» του Αριστείδη Ανδρόνικου, μόνο και μόνο προφανώς επειδή είχαν την τρισκατάρατη λέξη στον τίτλο. Και για την ειρωνεία της Ιστορίας: δύο από τα βιβλία που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των απαγορευμένων είναι το «8 ώρες δουλειά την ημέρα» (Στ. Παπαδόπουλου) και «Το οκτάωρο» (Ι. Γκεντ).
Μένει ένα ερώτημα. Για ποιο λόγο αναπτύσσεται αυτό τον καιρό από καθεστωτικούς δημοσιολόγους κάθε είδους όλη αυτή η παραπλανητική φιλολογία για τα «καλά» της 4ης Αυγούστου; Αν το ερώτημα ήταν δύσκολο να απαντηθεί πριν από λίγα χρόνια, σήμερα, την εποχή των Μνημονίων, είναι πολύ απλό. Η όψιμη νοσταλγία της 4ης Αυγούστου ισοδυναμεί με την υποστήριξη ενός πολύ γνώριμου και πολύ σύγχρονου ιδεολογήματος: ότι δηλαδή ένας ορισμένος πολιτικός αυταρχισμός μπορεί να συνοδεύεται από φιλολαϊκές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, τις οποίες εμποδίζει ο «πολύς» κοινοβουλευτισμός, ο συνδικαλισμός και εν τέλει η δημοκρατία.
……………………………………………………………………………………………………………………………………
Η… 5η Αυγούστου
Για τον μύθο της κοινωνίας που είχε χτίσει η 4η Αυγούστου και για το κλίμα που κυριαρχούσε ακόμα και μεταξύ των στελεχών της τις παραμονές της επίθεσης των Γερμανών διαθέτουμε μια μαρτυρία εκ των έσω. Περιλαμβάνεται σε πληροφοριακό σημείωμα του «Αστυνομικού Διευθυντή Αλεξανδρουπόλεως» και αφορά τις απόψεις του Κωνσταντίνου Κοτζιά, υπουργού του Μεταξά και παρ’ ολίγον διαδόχου του. Το έγγραφο φυλάσσεται στο αρχείο Χρηστίδη, στο ΕΛΙΑ.
«Ο κ. Κοτζιάς περιοδεύσας ανά την Θράκην εύρε κατάστασιν πράγματι αξιοθρήνητον από απόψεως ηθικού και δεν είναι δυνατόν παρά να επηρεασθή απ’ αυτής. Τας ενεργείας και τας κινήσεις του χαρακτηρίζει νευρικότης.
Επωφελήθη της ευκαιρίας διά να χύση δηλητήριον εναντίον του εκλιπόντος μεγάλου κυβερνήτου και της οικογενείας του, των υπουργών του και της καταστάσεως της 4ης Αυγούστου, εις την οποίαν αποδίδει όλα τα σημερινά, δυσάρεστα βέβαια διά τον θρακικόν λαόν γεγονότα, και ετόνισεν όπου και αν ευρίσκετο, ότι αυτός θα ηγηθή κινήματος, διά να δημιουργήση την 5ην Αυγούστου, η οποία θα σβύση την φαύλον και αμαρτωλήν 4ην Αυγούστου.
Διεκήρυττε ότι ήτο πάντοτε αντίθετος προς τας μεθόδους και τας κατευθύνσεις και τας ιδέας του μεγάλου αρχηγού, ότι κατ’ επανάληψιν είχε παραιτηθή, αλλά δεν έκαμνε δεκτήν την παραίτησίν του διά να εκμεταλλεύηται την δημοτικότητά του, ότι διά να καλύπτη τας πράξεις του απέδιδεν εις αυτόν Γερμανοφιλίαν, ότι πολλάκις τον ύβρισε, χωρίς να τολμήση να τον αντικρύση, ότι ήτο δούλος των παθών και της κλίκας του.
Απεκάλει την σύζυγόν του Μέγαιραν και την κόρην του κ. Λ.Μ. [Λουκία –Λουλού- Μαντζούφα] Μεσσαλίναν. Ελεγεν ότι η νεολαία της Ελλάδος είχε παραδοθή εις χείρας κιναίδων, πορνών, διαφθορέων και ότι ήτο ατιμία η συμμετοχή κάθε νέου εις αυτήν.
Ακόμη έλεγεν ότι εκείνοι εκ των υπουργών του, που απετέλουν το στενόν περιβάλλον του, ήσαν και διεφθαρμένοι, αυτός δε μέσα εις την κατάστασιν αυτήν της λωποδυσίας, της ασωτείας και του βούρκου ήτο πραγματικός εθνομάρτυς, αποτελεί δε το μεγαλύτερον ευτύχημα διά την χώραν ο θάνατος του Ιωάννου Μεταξά» (12.3.1941).
…………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Ο επιτάφιος της δημοκρατίας
Η μεταξική δικτατορία συνδέεται με ευθεία φίμωση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, εφόσον το καθεστώς της 4ης Αυγούστου δεν ανεχόταν καμιάς μορφής δημοκρατία. Η προφανής αντίφαση του «Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού» οδηγούσε τα στελέχη του κρατικού μηχανισμού στην απόλυτη γελοιότητα, όπως αποδεικνύει το παρακάτω έγγραφο (αρχείο Χρηστίδη, ΕΛΙΑ):
«Ιωάννινα 26.2.1937
Αριθ. Πρωτ. 534
Προς τους κ.κ. Διευθυντάς των Σχολείων της ΙΒ΄ Εκπαιδευτ. Περιφερείας
Λαβόντες υπόψη ότι αντινομίαι παρουσιαζόμεναι κατά την παροχήν της διδασκομένης ύλης δι’ ην δεν είνε πρόσφορον έδαφος η παιδική ηλικία δυνατόν να δημιουργήσουν παρά τοις μαθηταίς θλιβεράς παρανοήσεις εις βάρος του επιδιωκομένου σκοπού παραγγέλλομεν υμίν
α) όπως κατά την διδασκαλίαν των φυσικών μαθημάτων μη προβαίνητε εις την ανάπτυξιν της Δαρβινείου θεωρίας ως και των μαθημάτων των σχετικών με την επί της γης εμφάνισιν του ανθρώπου […]
β) όπως κατά την διδασκαλίαν των αρχαίων Ελληνικών εν τη Στ΄ Γυμνασιακή τάξει παραλείπητε τον Επιτάφιον του Περικλέους, αντικαθιστώντες τούτον διά τινος πλατωνικού διαλόγου, διότι το εν τω Επιταφίω υπέροχον τη αληθεία εγκώμιον των δημοκρατικών ιδεωδών δυνατόν να εκληφθή κακώς υπό των μαθητών ως έμμεσος επίκρισις της σθεναράς κυβερνητικής πολιτικής και των εν γένει τάσεων της σημερινής πολιτείας.
Λέγομεν δε κακώς, διότι κατ’ ουσίαν τον πραγματικόν θρίαμβον των δημοκρατικών ιδεωδών και της καλώς εννοουμένης ελευθερίας απεργάζεται η εθνική κυβέρνησις πατάσσουσα τας δημαγωγικάς ροπάς και πάντα αποσυνθετικόν σπόρον.
Επειδή όμως η εφηβική ηλικία δεν είνε ικανή διά την υψηλήν αφαίρεσιν και την επίμοχθον αναζήτησιν της αληθείας ευκόλως δε ρέπει προς τον σχηματισμόν πεποιθήσεων στηριζομένων επί του συναισθηματικού μόνον κόσμου καλόν είνε όπως αι λαμπραί του Θουκυδίδου σελίδες αφεθούν διά τα έτη εκείνα κατά τα οποία η Ελληνική νεότης ωριμωτέρα πλέον θ’ ακούση από του στόματος των Πανεπιστημιακών διδασκάλων την ανάλυσιν του κάλλους των αρχαίων κειμένων.
Αλλως υπάρχει πιθανότης ότι θα επιφέρουν το αυτό αποτέλεσμα φθοροποιόν και διαλυτικόν, το οποίον επέφερον κατά την εποχήν του πελοπονησιακού πολέμου απαγγελλόμενοι προς τον άστατον δήμον των Αθηναίων υπό του στόματος του μεγάλου Περικλέους παρουσιάσασαι τόσον θαυμασίως εστολισμένας τας λαμπράς δημοκρατικάς κατακτήσεις εις τον στερούμενον ισχυρού νοητικού οργάνου αθηναϊκόν όχλον συντελέσασαι εις το ν’ αποκτήση ούτος αλόγιστον περί της δυνάμεώς του πεποίθησιν συντρίβων διά της αναρχικής του επάρσεως το θαυμάσιον έργον το οποίον εις καλυτέρους καιρούς αι αυταί δημοκρατικαί ιδέαι είχον δημιουργήσει.
Εντελλόμενοι όπως ακριβώς τηρήσητε τ’ ανωτέρω παραγγελλόμενα παρακαλούμεν υμάς κ.κ. συνάδελφοι, όπως μη αποδώσητε εις αντιδραστικόν πνεύμα τας αντιρρήσεις μας ταύτας, αλλά μόνον εις το καλώς εννοούμενον συμφέρον των μαθητών και εις το ευρύτερον και ανώτερον συμφέρον της Πατρίδος.
Ο Γενικός Επιθεωρητής της ΙΒ΄ Περιφερείας
Δ. Παπούλιας»
………………………………………………………………………………………………………………………………………….
Διαβάστε
● Σπύρος Λιναρδάτος «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου» (εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1965) «Η 4η Αυγούστου» (εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1966).
Τα δύο κλασικά βιβλία για την ανατομία της μεταξικής δικτατορίας από τον γνωστό δημοσιογράφο και ιστορικό. Κεφάλαια για την υποτιθέμενη κοινωνική πολιτική του Μεταξά.
● Σπύρος Λιναρδάτος «Η εξωτερική πολιτική της 4ης Αυγούστου» (εκδ. «Διάλογος», Αθήνα 1975).
Η πορεία προς τον πόλεμο του 1940-41 και οι αντιφάσεις του μεταξικού καθεστώτος. Ειδικό κεφάλαιο για την απουσία πολεμικής προετοιμασίας, παρά τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες της δικτατορίας.
● Μαρίνα Πετράκη «Ο μύθος του Μεταξά. Δικτατορία και προπαγάνδα στην Ελλάδα» (μτφρ. Μάρα Μοίρα, εκδ. Ωκεανίδα, Αθήνα 2006).
Ο ρόλος της προπαγάνδας στο καθεστώς της Τετάρτης Αυγούστου.
● Αρχείο Χριστόφορου Χρηστίδη (ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ)
Τεκμήρια της μεταξικής δικτατορίας στο αρχείο του επιμελητή του «Ημερολογίου Μεταξά».
Επισκεφτείτε
● «Η νέα γραμμή Μεταξά» http://www.iospress.gr/ios2006/ios20061105.htm
Η αναθεώρησή της.
● «Οι μεταξικοί μύθοι και ο βελούδινος εθνικισμός – το ΙΚΑ και το 8ωρο» http://jungle-report.blogspot.gr/2008/07/8.html
Ανατροπή των προπαγανδιστικών μύθων για την «κοινωνική πολιτική» της μεταξικής δικτατορίας από το ερευνητικό ιστολόγιο.
………………………………………………………………………………………………………………………………
ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥ: Τάσος Κωστόπουλος, Αντα Ψαρρά, Δημήτρης Ψαρράς ios@efsyn.gr
Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, 3-4.8.2013
σχετικα:http://vathikokkino.com/2013/08/%CE%B8%CE%B1%CF%85%CE%BC%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%83-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CE%BE%CE%B1-%CE%BF%CE%B9-%CE%BA%CF%81%CF%85%CF%86%CE%BF%CE%AF-%CF%84%CE%B5%CF%84%CE%B1%CF%81/
Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936
http://ciaoant1.blogspot.gr/2013/08/4-1936.html
«η αυτοκρατορία ήταν η μόνη δυνατή μορφή διακυβέρνησης σε μια εποχή που η αστική τάξη είχε χάσει πια την ικανότητα να κυβερνά το έθνος και η εργατική τάξη δεν είχε ακόμα αποκτήσει αυτή την ικανότητα»
– Κ. Μαρξ
Το Γενάρη του 1936, έγιναν βουλευτικές εκλογές με απλή αναλογική. Πρώτο κόμμα αναδείχτηκε το «Λαϊκό Κόμμα» του Τσαλδάρη, που εξέλεξε 143 βουλευτές, ενώ το κόμμα των «Φιλελευθέρων» του Σοφούλη εξέλεξε 142.
Το «Παλλαϊκό Μέτωπο» (συνεργασία ΚΚΕ – ΑΚΕ), έβγαλε 15 έδρες. Μονοκομματική κυβέρνηση δεν μπορούσε να αναδειχτεί. Ετσι, ο Σοφούλης, άρχισε επαφές με τον Τσαλδάρη, αλλά δεν επιτεύχτηκε συνεργασία.
Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση, ο Ι. Μεταξάς, σε συνεργασία με τον Εγγλέζο πρεσβευτή Ουάτερλοου, το Παλάτι, με αστούς πολιτικούς (των «Λαϊκών» και των «Φιλελευθέρων»), προετοιμάζουν το έδαφος για εγκαθίδρυση δικτατορίας.
Με βάση το «Σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα», το «Παλλαϊκό Μέτωπο» θα έδινε ψήφο ανοχής στην κυβέρνηση Σοφούλη και στο προεδρείο της Βουλής, ενώ η κυβέρνηση θα ακύρωνε αναδρομικά τη διάταξη του εκλογικού νόμου, που αφαιρούσε τα εκλογικά δικαιώματα όσων είχαν καταδικαστεί με το «Ιδιώνυμο», θα καταργούσε τις επιτροπές ασφάλειας, θα έδινε αμνηστία σ’ όλους τους πολιτικούς κρατούμενους, τους εξόριστους, θα διέλυε τις φασιστικές οργανώσεις, θα καθιέρωνε πάγιο εκλογικό σύστημα την απλή αναλογική, θα μείωνε την τιμή του ψωμιού, θα απαγόρευε την προσωποκράτηση για οφειλές προς το Δημόσιο μέχρι 3.000 δρχ., θα προχωρούσε στην εφαρμογή της Κοινωνικής Ασφάλισης, και θα καθιέρωνε 5χρονο χρεοστάσιο χωρίς όρους για τα χρέη των αγροτών σε τράπεζες και ιδιώτες.
Ολο αυτό το χρονικό διάστημα, υπήρχε η υπηρεσιακή κυβέρνηση Δεμερτζή, που στις αρχές Μάρτη 1936 τοποθέτησε στο υπουργείο Στρατιωτικών τον Ι. Μεταξά. Στο μεταξύ, ο Ελευθέριος Βενιζέλος από το Παρίσι είχε στείλει επιστολή, που υποστήριζε δικτατορική λύση, σαν τη μόνη δυνατή λύση της πολιτικής κρίσης, δηλαδή των δυσκολιών για δημιουργία κυβέρνησης. Τελικά, η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ανατέθηκε από τον Γεώργιο τον Β’ στον Δεμερτζή, που στις 14 Μάρτη σχημάτισε τη δεύτερη κυβέρνησή του. Σ’ αυτήν την κυβέρνηση, ο Μεταξάς έγινε αντιπρόεδρος, ενώ παρέμεινε και υπουργός των Στρατιωτικών και της Αεροπορίας.
Σε αυτές τις συνθήκες, στελέχη και των δύο αστικών παρατάξεων διατυπώνουν απόψεις υπέρ μιας δικτατορικής «λύσης» ή εκφράζουν το «θαυμασμό» τους στα πρόσωπα του Μουσολίνι και του Χίτλερ. Ας σταχυολογήσουμε τα εξής χαρακτηριστικά:
Στις 5 Μάρτη του ’33 ενώ έβγαιναν τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών, ο Ν. Πλαστήρας είπε στον Ελευθέριο Βενιζέλο: «Χάνουμε τας Αθήνας! Θα γίνουν ταραχές, συλλήψεις βενιζελικών, δολοφονίες και Κύριος οίδε τι άλλο! Γι’ αυτό εγώ σκέπτομαι να πάω στους συνοικισμούς, να εξεγείρω τους πρόσφυγας και να τους φέρω εις την πόλιν για να ζητήσουν εγκαθίδρυσιν δικτατορίας. Θα κάμουμε ό,τι και στην Ιταλία, που, χάρις, στο φασισμό, προοδεύει.»
Απαντώντας ο Βενιζέλος προέβη σε διάφορες φιλοφρονήσεις για το Μουσολίνι: «Η Ιταλία επήγαινε καλά, διότι εκεί υπήρχε δικτάτωρ. Εγώ δε νομίζω, αγαπητέ φίλε στρατηγέ Πλαστήρα, ότι είσαι ικανός να κάμης τον δικτάτορα ως ο Μουσολίνι. Οχι μόνον δεν είσαι ικανός, αλλά δεν έχεις και την πλειάδα, τας εκατοντάδας των εκλεκτών συνεργατών του Μουσολίνι!»
Ο Μεταξάς, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Καθημερινή» στις 6 Γενάρη του ’34 είπε: «Συνεπώς δι’ ημάς τους Ελληνας, το πρόβλημα δεν είναι πώς θα μείνωμεν εις τον κοινοβουλευτισμόν, αλλά διά ποίας θύρας θα εξέλθωμεν εξ αυτού. Διά τας θύρας του κομμουνισμού ή διά τας θύρας του εθνικού κράτους» ενώ στις 3 Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς είπε στη Βουλή ότι «η λύσις του πολυπλόκου ελληνικού πολιτικού και κοινωνικού προβλήματος ουδόλως δύναται πλέον να επιτευχθή διά της συνεχίσεως εφαρμογής κοινοβουλευτικών μεθόδων».
Ο Γ. Κονδύλης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα του Ναζιστικού Κόμματος της Γερμανίας «Λαϊκός Παρατηρητής», στις 7 Απρίλη ’34 δήλωνε: «Ο κοινοβουλευτισμός είναι ανίκανος να κυβερνήσει. (…) Το σύστημα διευθύνσεως του Χίτλερ είναι μια θαυμάσια ιδέα η οποία πρέπει να αποβή καρποφόρος».
Ο Γεώργιος Παπανδρέου -που τον είπαν και «γέρο της δημοκρατίας»- έγραψε στην «Καθημερινή», την 1η Ιούλη του ’34: «Πιστεύω ότι η Δικτατορία ημπορεί εις ωρισμένας περιστάσεις να αποτελέση ιστορικήν ανάγκην δι’ έναν τόπον. Οταν την επιβάλλη ο υπέρτατος νόμος της σωτηρίας της Πατρίδος».
Στις 13 Απρίλη πέθανε ο Δεμερτζής. Ο βασιλιάς όρισε πρωθυπουργό τον Ι. Μεταξά. Τον όρκισε το ίδιο απόγευμα, δίχως να πάρει τη γνώμη της Βουλής! Παρ’ όλ’ αυτά όλα τα αστικά κόμματα έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μεταξά! Μόνο οι βουλευτές του «Παλλαϊκού Μετώπου» την καταψήφισαν, όπως και οι Γ. Παπανδρέου, Κ. Βλαχοθανάσης και Ανδρ. Δενδρινός. Υπήρξαν και 4 αποχές. Τα «υπέρ» ήταν 241 ψήφοι.
Στις 30 Απρίλη, η Βουλή ενέκρινε ψήφισμα, με το οποίο διέκοπτε τις εργασίες της για πέντε μήνες μέχρι τις 30 Σεπτέμβρη. Αλλά δεν τις ξανάρχισε, αφού στις 4 Αυγούστου 1936 κηρύχτηκε η δικτατορία.
Στις 4 Αυγούστου του 1936, ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς ενημέρωνε το λαό με διάγγελμά του, που δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» και τοιχοκολλήθηκε στους δρόμους της Αθήνας και του Πειραιά πως «η Κυβέρνησις (…) προέβη, τη εγκρίσει της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως εις την κήρυξιν του Στρατιωτικού Νόμου καθ’ άπασαν την χώραν, και την διάλυσιν της Βουλής»
Ο λόγος που επέβαλε αυτήν την απόφαση, σύμφωνα με τον Μεταξά, ήταν η πεποίθηση της κυβέρνησης ότι «βρίσκεται στα πρόθυρα οργανωμένης κινήσεως προς ανατροπήν του κοινωνικού καθεστώτος» από τους κομμουνιστές.
Πίσω από την προπαγάνδα της δικτατορίας, κρύβονταν πραγματικές ανάγκες της αστικής τάξης της χώρας. Απ’ τη μια η ανάγκη για θωράκιση και σταθερότητα του αστικού πολιτικού συστήματος, η ανάγκη για μια κυβέρνηση που θα εφάρμοζε μια πολιτική πυγμής, με αποφασιστικότητα και χωρίς καθυστερήσεις και θα έδινε «διέξοδο» στις ενδοαστικές αντιθέσεις.
Απ’ την άλλη, όταν μιλούσαν για «κομμουνιστικό κίνδυνο», γνώριζαν πως δεν απειλούνταν άμεσα από το κίνημα της εργατικής τάξης, επιθυμούσαν όμως μια κυβέρνηση που θα έβαζε στην άκρη τον λαϊκό παράγοντα, που θα τσάκιζε το λαϊκό κίνημα. Υπήρχαν επίσης σημαντικά γεγονότα, με κορυφαία την εξέγερση του λαού της Θεσσαλονίκης τον Μάη του ’36, τα οποία δυσκόλευαν τις κινήσεις και τους χειρισμούς της αστικής τάξης.
Ο ίδιος ο Μεταξάς, σε ομιλία του, αφού είχε επιβληθεί η δικτατορία, τον Νοέμβρη του ’38 έλεγε χαρακτηριστικά: «Και είναι δι’ εμέ απορίας άξιον εάν δεν εγνώριζαν πως εις τα 1936 όταν η φορά των πραγμάτων και η θέλησις του Βασιλέως με έφεραν τον Απρίλιον εις την εξουσίαν, πως λέγω τότε, αντί να εξαναστούν εκείνοι που ενόμιζαν ότι ο κοινοβουλευτισμός είναι η μόνη σωτηρία της χώρας, διότι ήξευραν καλά τας σκέψεις μου, τα σχέδια και τας ιδέας μου, αντί, λέγω να εξαναστούν, να με καταψηφίσουν και να με κάμουν να φύγω εκ της εξουσίας, μου έδωκαν όλοι ομόθυμον την εμπιστοσύνην εις την τότε υπάρχουσαν Βουλήν».
Τα πράγματα είναι έτσι ακριβώς όπως τα περίεγραφε ο δικτάτορας. Τα αστικά κόμματα έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στον Μεταξά γνωρίζοντας ότι επιθυμούσε την κατάργηση του κοινοβουλευτισμού. Γι’ αυτό και δεν έμειναν μόνο στην ψήφο εμπιστοσύνης αλλά στις 30 Απρίλη δέχτηκαν και τη διακοπή της λειτουργίας της Βουλής ως τις 30 Σεπτέμβρη!
Σχεδόν σύσσωμος ο αστικός Τύπος τάχθηκε στο πλευρό της δικτατορίας. Ορισμένες εφημερίδες μάλιστα είχαν ταχθεί υπέρ της επιβολής της προτού εκδηλωθεί (π.χ. «Καθημερινή», «Εστία», «Ελεύθερον Βήμα»).
Με την αρθρογραφία του, ο αστικός Τύπος ενίσχυε την προπαγάνδα για τους λόγους επιβολής της δικτατορίας, αλλά ταυτόχρονα αποκάλυπτε και τις πραγματικές επιδιώξεις της αστικής τάξης.
Ο Μεταξάς υποδέχεται στην Αθήνα τον ναζί Γκαίμπελς, στις 20 Σεπτεμβρίου 1936
Το «Εθνος» την 5η Αυγούστου ’36 βγήκε με τίτλο: «Η κυβέρνησις έλαβε δραστικά μέτρα προς την περιφρούρησιν του αστικού καθεστώτος», ενώ ο Γεώργιος Βλάχος εκδότης της «Καθημερινής» έγραφε, στις 7 Αυγούστου ’36: «Η από της παρελθούσης Τρίτης επιβληθείσα νέα τάξις πραγμάτων εις την Ελλάδα, δεν ευρίσκει απλώς σύμφωνον την εφημερίδα αυτήν. Την ευρίσκει εν μέρει υπεύθυνον. Διότι από μακρού χρόνου η εφημερίς αυτή συνέστησε και ηυχήθη όπως έλθη ημέρα, κατά την οποίαν το κράτος του κοινοβουλευτισμού και των ελευθεριών αντικαταστήση, έστω και προς καιρόν, νέον κράτος επιβολής και αυστηρότητος».
Η «Εστία» ήταν ακόμα πιο αποκαλυπτική, αφού έγραφε πως η επιβολή της δικτατορίας «δεν δύναται βεβαίως να χαρακτηρισθή ως απροσδόκητος», στη συνέχεια περίγραφε την κατάσταση αστάθειας του αστικού πολιτικού συστήματος λόγω των ενδοαστικών αντιθέσεων. Εγραφε η εφημερίδα: «Δεν πρόκειται μόνον περί της χρεωκοπίας του κοινοβουλευτισμού, ανίκανου και εις άλλας χώρας του κόσμου να ανταποκριθή προς τας πολλαπλασιασθείσας ανάγκας του κρατικού οργανισμού, χρεωκοπίας, η οποία επεδεινώθη από την αισχράν κομματικήν φαυλοκρατίαν και από τον αιματηρόν πολλάκις εσωτερικόν διχασμόν. Πρόκειται κυρίως περί της βαθμιαίας εξουδετερώσεως του Κράτους, ως έννοιας επιβαλλούσης τον σεβασμόν, την εκτίμησιν και δι’ αυτής την τάξιν, την κοινωνικήν ευρυθμίαν, την πρόοδο της χώρας και την ευημερία του Λαού».
Η ανάγκη της απρόσκοπτης προώθησης των συμφερόντων της αστικής τάξης υπογραμμίζονταν και στην εφημερίδα «Ακρόπολις»: «Το κύριον χαρακτηριστικόν του (σ.σ. του καθεστώτος της δικτατορίας) είναι η απόλυτος και απεριόριστος εξουσία. Καμμιά αντίδραση, κανένα πρόσκομμα, κανένα εμπόδιον, τυπικόν ή ουσιαστικόν, δεν περιορίζει την εξουσίαν αυτήν και δεν αντιτάσσεται εις αυτήν. (…) Ημπορεί να εργασθή απερίσπαστος, ανενόχλητος, με όλας της τας δυνάμεις».
Δουλέψτε όλη μέρα για ψίχουλα και μη μας φέρνετε αντιρρήσεις, ούτε να ζητάτε καλύτερες συνθήκες, ωράρια, μισθούς. Η Κίνα έτσι έγινε υπερδύναμη, διότι εμείς οι καπιταλιστές αυτές τις συνθήκες θέλουμε για να προοδεύσουμε. Τσιμουδιά λοιπόν.
Οι συνθήκες για το εργατικό και το κομμουνιστικό κίνημα στην Ελλάδα είχαν δυσκολέψει από τα σκληρά αντιδραστικά κατασταλτικά μέτρα της κυβέρνησης Βενιζέλου, ειδικά ενάντια στο ΚΚΕ, κυρίως μετά το διαβόητο νόμο για το «Ιδιώνυμο». Η διεθνής οικονομική κρίση χτύπησε και την ελληνική οικονομία. Η βιομηχανική παραγωγή, σε σύγκριση με το 1928, μειώθηκε το 1931 κατά 14,8%. Η αξία της αγροτικής παραγωγής, από 11 δισ. δρχ. το 1929, έπεσε στα 5 δισ. δρχ. το 1931. Οι εξαγωγές σταφίδας και καπνού μειώθηκαν κατά 30% την ίδια περίοδο, ενώ οι άνεργοι από 50.000 το 1929, έφτασαν τις 200.000 το 1931. Η άρχουσα τάξη σ’ αυτές τις συνθήκες ενισχύει τη διαπλοκή της με το ξένο κεφάλαιο, κυρίως το εγγλέζικο, και έχουμε ένταση της διείσδυσής του στην Ελλάδα.
Στα χρόνια της 4ης Αυγούστου, μέσω της έντασης της εκμετάλλευσης των εργαζομένων αλλά και της άμεσης κρατικής παρέμβασης στην οικονομία (δημόσια έργα κτλ.) αυξήθηκε σημαντικά η καπιταλιστική κερδοφορία.
Ταυτόχρονα, προχώρησε σημαντικά η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και η σύμφυση του τραπεζικού με το βιομηχανικό κεφάλαιο. Ενδεικτικό είναι το εξής στοιχείο: Μονάχα μια τράπεζα (Τράπεζα Αθηνών) κατείχε το 15% όλων των ανώνυμων εταιρειών της χώρας.
Η αστική τάξη στήριξε ανοιχτά τη δικτατορία με τον Μποδοσάκη, την Εθνική Τράπεζα, την Τράπεζα Αθηνών, την «Πάουερ», τον Λαναρά, την Εταιρεία Λιπασμάτων του Κανελλόπουλου, τους καπνέμπορους και την ΑΓΕΤ Ηρακλής στην πρώτη γραμμή.
Εκπρόσωποι των κεφαλαιοκρατών μάλιστα συμμετείχαν από υπουργικές θέσεις στη δικτατορία. Ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος για παράδειγμα, ιδιοκτήτης της ΑΓΕΤ Ηρακλής και Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων και Βιοτεχνών έγινε υπουργός Εθνικής Οικονομίας. Διάφορα στελέχη της Εθνικής Τράπεζας έγιναν επίσης υπουργοί.
Υπολογίζεται πως στη περίοδο της δικτατορίας, το ποσοστό του βιομηχανικού κέρδους έφτανε το 25%, ενώ το ποσοστό της υπεραξίας στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας έφτανε στα 400%.
Στην έκδοση του υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού της δικτατορίας «Απολογισμός μιας διετίας» αναφέρονται τα εξής όσον αφορά τα οφέλη που προσέφερε η 4η Αυγούστου στους εφοπλιστές: «Οι εφοπλισταί, πεπεισμένοι επί την επιβολήν του νέου κράτους, ερρίφθησαν με όλας των τας δυνάμεις εις τον τραχύν αγώνα του διεθνούς ναυτιλιακού συναγωνισμού, προσφέροντας ολόκληρον τον ιδρώτα και τον κόπον των και διαθέτοντες τον τελευταίον οβολόν των υπέρ της αναπτύξεως της Ναυτιλίας μας, βέβαιοι όντες ότι κόπος, ίδρως και χρήμα θα επροστατεύετο από την εθνικήν κυβέρνησιν κατά τρόπον αποτελεσματικόν. Κατενόησαν, ευθύς αμέσως ότι οιονδήποτε “άνοιγμά των” δεν επρόκειτο να ανατραπή, ούτε από τας εσωτερικάς μας ανωμαλίας, ούτε από τας σπασμωδικότητας και την προσωρινότητα των κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων. Ετσι, με ασφαλισμένα, θα ελέγομεν, τα νώτα, ερρίφθησαν προς τον διεθνή αγώνα των».
Πράγματι και σύμφωνα με στοιχεία που δίνουν η ίδιοι οι φασίστες της 4ης Αυγούστου, σε μόλις δύο χρόνια τα κέρδη των εφοπλιστών αυξήθηκαν κατά 100%!
Στην ίδια έκδοση, περιγράφεται πόσο «ευεργετική» για το Χρηματιστήριο Αθηνών ήταν η επιβολή της δικτατορίας: «Η Μεταβολή της 4ηςΑυγούστου εγένετο ενθουσιωδώς δεκτή εις το Χρηματιστήριον, όπου αμέσως ο ψυχολογικός παράγων εβελτιώθη και αι τιμαί έδειξαν σαφώς καλύτερας τάσεις εις όλας τας αξίας. Η αποκατάστασις ενός ομαλού ρυθμού εις την καθόλου οικονομικήν ζωήν της Χώρας, η τόνωσις του αισθήματος της ασφάλειας και της τάξεως και η γενική συναίσθησις της υπάρξεως ενός Κράτους σταθερώς κατευθυνομένου προς ωρισμένον σκοπόν, εμψυχώνουν τας συναλλαγάς, το δε μέχρι τούδε περίφοβον Κεφάλαιον εξέρχεται της κρύπτης του και αρχίζει να ενδιαφέρεται διά τας καλάς αξίας και κατά κύριον λόγον διά τας κρατικάς τοιαύτας».
Πάλι με στοιχεία της ίδιας της δικτατορίας, προκύπτει η μεγάλη αύξηση των τιμών των μετοχών σε ελάχιστο χρόνο. Το 1937 για παράδειγμα, η τιμή της μετοχής της «Εθνικής Τράπεζας» αυξήθηκε κατά 12%, της «Τράπεζας Αθηνών» κατά 37%, της «Ατλας» κατά 256,6% ενώ το «γενικόν, κατά μέσον όρον, ποσοστό αυξήσεως ανέρχεται εις 68,8%». Υπογραμμίζονταν επίσης, πως η αύξηση αυτή μέχρι τον Ιούνη του ’38 ήταν ακόμα μεγαλύτερη.
Η δικτατορία ενδυνάμωσε τις διασυνδέσεις του ελληνικού καπιταλισμού με το ξένο κεφάλαιο. Μια από τις πρώτες πράξεις της δικτατορίας ήταν να συμφωνήσει με τους δανειστές της χώρας (Αγγλικό τραπεζικό κεφάλαιο – Χάμπρο, κατά κύριο λόγο) την αύξηση του τοκοχρεολύσιου για τα έτη 1935-37 σε 40% από 30% που πλήρωναν οι προηγούμενες αστικές κυβερνήσεις, ενώ αργότερα, το 1940 το τοκοχρεολύσιο έφτασε στο 43%.
Αποκαλυπτικά επίσης για τα προνόμια που απολάμβανε το αγγλικό κεφάλαιο είναι όσα έγραφε ο Μεταξάς σε μια επιστολή του στον πρεσβευτή της Ελλάδας στο Λονδίνο: «Αι μόναι προνομιακαί επιχειρήσεις εν Ελλάδι είναι αι Αγγλικαί».
Ενα ακόμα από τα «εθνικά» κατορθώματα της 4ηςΑυγούστου, ήταν η παραχώρηση της εκμετάλλευσης των νερών του ποταμού Αχελώου στις αμερικάνικες εταιρείες Hugh Cooper and Co Inc και Chemical Construction Corporation. Η σύμβαση προσέφερε απίστευτα προνόμια στην εταιρεία που έφτιαξαν τα δυο αμερικάνικα μονοπώλια και θα διαρκούσε μέχρι τις 31.12.2010!! Μπορούσε μάλιστα να ανανεωθεί άλλα 25 χρόνια! Τελικά λόγω του πολέμου, η σύμβαση δεν πρόλαβε να εκτελεστεί.
Απ’ την πρώτη κιόλας νύχτα, η 4η Αυγούστου στράφηκε ενάντια στο λαό και το κίνημά του, και φυσικά ενάντια στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης, το ΚΚΕ, με εκατοντάδες συλλήψεις. Ηταν μόνο η αρχή. Η 4η Αυγούστου εγκαθίδρυσε ένα κράτος άγριας ταξικής βίας, αστυνομοκρατίας και χαφιεδισμού, βασανιστηρίων, φυλακών και εξοριών. Χιλιάδες φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν ανάμεσά τους πολλά στελέχη του ΚΚΕ και μεταξύ αυτών και ο Νίκος Ζαχαριάδης, ΓΓ της ΚΕ του.
Τότε ιδρύθηκε το κάτεργο της Ακροναυπλίας, ενώ ανάμεσα σ’ αυτούς που δολοφόνησε η 4η Αυγούστου ήταν ο Χρήστος Μαλτέζος, Γραμματέας της ΟΚΝΕ, ο Μήτσος Μαρουκάκης, δημοσιογράφος του «Ριζοσπάστη», ο Νίκος Βαλιανάτος, ο δάσκαλος Σταυρίδης.
Με την πολιτική της επίσης, παρά τις σχετικές διακηρύξεις για την πρόνοια για τις «ενδεείς τάξεις», δυνάμωσε την εκμετάλλευση, το χαράτσωμα του λαού.
Ακρως ενδεικτικά της ακραίας ταξικής ανισότητας και της φτώχειας του λαού είναι τα στοιχεία των εισοδημάτων κατά οικογένεια το 1938. 630.000 οικογένειες δηλαδή το 39% του πληθυσμού της χώρας είχαν ετήσιο εισόδημα 18.727 δραχμές. 632.768 οικογένειες, το 38,44% του πληθυσμού είχαν εισόδημα 36.275 δραχμές. Υπολογίζονταν δε πως για κάπως άνετη ζωή χρειάζονταν τουλάχιστον 60.000 δραχμές. Την ίδια ώρα που ο λαός ήταν σε εξαθλίωση, υπήρχαν μια χούφτα στην κυριολεξία οικογένειες, 900 όλες και όλες, το 0,05% του πληθυσμού που είχε ετήσιο εισόδημα 2.125.000 δραχμές!
Στα χρόνια της 4ης Αυγούστου, επιβλήθηκαν στο λαό περίπου 3 δισεκατομμύρια νέοι φόροι! Η ακρίβεια ήταν τόσο μεγάλη που ο Μεταξάς αναγκάστηκε να ανακοινώνει τη σύσταση Επιτροπής για την καταπολέμηση των αιτίων «που προκαλούν αδικαιολογήτως υπερτίμησιν ειδών πρώτης ανάγκης».
Ετσι οι όποιες αυξήσεις δόθηκαν εξανεμίστηκαν. Υπολογίζεται ότι ενώ μεταξύ 1935-1940, οι μισθοί αυξήθηκαν κατά 50%, η πραγματική αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων δεν ξεπερνούσε το 5%. Οι υποχρεωτικές άλλωστε συλλογικές συμβάσεις, που η δικτατορία διαφήμιζε ως φιλεργατική πολιτική, ελάχιστα προσέφεραν στους εργαζομένους λόγω της αναστολής των συνδικαλιστικών ελευθεριών και της απαγόρευσης των απεργιών.
Στο στόχαστρο της 4ης Αυγούστου μπήκε ιδιαίτερα η νεολαία, την οποία προσπάθησε να εξαπονδρίσει και μυήσει στα σάπια «ιδεώδη» του φασισμού και του «Γ’ Ελληνικού Πολιτισμού» μέσω της ΕΟΝ. Την ώρα που το καθεστώς ξόδευε εκατομμύρια για τα κουστουμάκια, τις φιέστες και τους μισθούς των στελεχών της ΕΟΝ αύξησε τα διάφορα δίδακτρα και χαράτσια στην εκπαίδευση ενώ αυξανόταν κάθε χρόνο ο αριθμός των παιδιών που εγκατέλειπαν την εκπαίδευση, περιορίστηκε ο αριθμός των εισακτέων στα ανώτατα ιδρύματα, μειώθηκαν τα κονδύλια για την Παιδεία.
Η δικτατορία απ’ την αρχή ισχυρίστηκε πως θα αντιμετώπιζε τη διαφθορά των κομμάτων και τη φαυλοκρατία. Η αλήθεια είναι ότι και η ίδια υπήρξε καθεστώς σκανδάλων, διαφθοράς και φαυλοκρατίας. Και δε θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά στο έδαφος του καπιταλισμού, που γεννά και θρέφει τέτοια φαινόμενα. Αξίζει να παραθέσουμε μερικά ενδεικτικά παραδείγματα από την «αντιμετώπιση» της διαφθοράς από τους φασίστες της 4ης Αυγούστου.
Πριν ακόμα τη δικτατορία, είχαν αποκαλυφθεί διάφορα σκάνδαλα στον Δήμο Αθηναίων, όταν Δήμαρχος ήταν ο Κ. Κοτζιάς. Προκειμένου, να μη διωχθεί ποινικά ο Κοτζιάς, ο Μεταξάς τον έκανε Υπουργό! Ο Μεταξάς επίσης διόρισε καθηγητές Πανεπιστημίου και τους δυο γαμπρούς του!
Μεγάλες ρεμούλες έγιναν και στη «ΓΣΕΕ», ενώ εκατομμύρια ξοδεύονταν και στους εργατοπατέρες. Τότε καθιερώθηκε και η σύνταξη των «συνδικαλιστών» – εργατοπατέρων.
Ισως, το μεγαλύτερο άντρο της διαφθοράς, ήταν το «καμάρι» του δικτάτορα, η φασιστική οργάνωση νεολαίας, η ΕΟΝ. Ως και τα δέματα για τους φαντάρους που πολεμούσαν στα βουνά της Πίνδου πουλούσαν και μοιράζονταν οι διάφοροι βαθμοφόροι της ΕΟΝ.
Τέλος, ο Ι. Διάκος, στενός συνεργάτης του Μεταξά, φεύγοντας από την Ελλάδα μετά την εισβολή των Γερμανών είχε αρπάξει μαζί του 805 χρυσές λίρες Αγγλίας, 147 χρυσά γαλλικά εικοσοφράγκα, πάνω από 2 κιλά χρυσό, 686 χρυσές λίρες Αγγλίας, 5.700 δολάρια, 100 λίρες Αιγύπτου και 15 εκατομμύρια δραχμές σε πεντοχίλιαρα!
Πηγές:
– Ριζοστάστης, H δικτατορία της 4ης Αυγούστου
– Ριζοσπάστης, Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936