Στις 18 Σεπτέμβρη δολοφονείται στο Κερατσίνι ο αντιφασίστας μουσικός Παύλος Φύσσας (Killah P) από μαχαιριές που δέχτηκε στην καρδιά, σε ενέδρα που έστησαν στην παρέα του τα ναζιστικά καθάρματα της χρυσής αυγής, και ενώ το γεγονός παρακολουθούν αστυνομικοί της ομάδας ΔΙΑΣ.
Τι είναι αυτό που όπλισε και αποθράσυνε μια συμμορία δολοφόνων; Η συνεργασία, η προστασία και η ασυλία που σταθερά και για χρόνια της παρείχαν οι επίσημοι κατασταλτικοί μηχανισμοί, η αστυνομία και η «δικαιοσύνη», την ίδια στιγμή που με λύσσα προσπαθούν να συντρίψουν οποιαδήποτε μορφή αντίστασης στο κράτος, τα αφεντικά και τους φασίστες λακέδες τους. Με λίγα λόγια, το γεγονός ότι πρόκειται για συμμορία παρακρατικών. Ούτε μάθαμε σήμερα για πρώτη φορά ούτε θα ξεχάσουμε τις εκατοντάδες αποσιωπημένες φασιστικές επιθέσεις στο φτωχότερο κομμάτι της εργατικής τάξης, σε πρόσφυγες και μετανάστες, σε σπίτια, στο δρόμο, σε λαϊκές αγορές ή στη δουλειά τους, που πραγματοποιήθηκαν είτε με τη συνοδεία είτε με την κάλυψη αστυνομικών δυνάμεων (όπως στο κέντρο της Αθήνας, στον Αγ. Παντελεήμονα κ.α.). Δεν ξεχνάμε τη δολοφονία του Σαχτζάτ Λουκμάν στα Πετράλωνα, τον βάναυσο ξυλοδαρμό των αιγύπτιων ψαράδων στο Πέραμα, τις χαρακιές στο πρόσωπο δεκατετράχρονου παιδιού από το Αφγανιστάν. Δεν ξεχνάμε τις δεκάδες θρασύδειλες επιθέσεις σε καταλήψεις, σε αυτοδιαχειριζόμενους χώρους και στέκια γειτονιάς, τις μαχαιριές σε αναρχικούς, αριστερούς και αντιφασίστες αγωνιστές, τη δράση των νεοναζιστών στο πλευρό των ΜΑΤ σε διαδηλώσεις – που όχι απλώς συγκαλύφθηκαν, αλλά ενθαρρύνθηκαν από τις αρχές. Δεν ξεχνάμε την ενέδρα σε συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη και τις απειλές που έχουν εκτοξεύσει οι νεοναζί για λογαριασμό των εφοπλιστών, όπως και για λογαριασμό της καναδικής πολυεθνικής Eldorado και του μεγαλοεργολάβου Μπόμπολα στα μεταλλεία της Χαλκιδικής. Το γεγονός ότι μερικοί μπάτσοι και νεοναζί διώκονται σήμερα για ένα μέρος της εγκληματικής τους δράσης που ήταν αποδεδειγμένη για χρόνια αποδεικνύει μόνο το μέγεθος της συνενοχής και της εποπτείας του κράτους σε αυτά τα εγκλήματα.
Γιατί οι φασίστες χτυπούν εκεί που τους υποδεικνύει η ίδια η κρατική πολιτική, τα συμφέροντα των αφεντικών και η καθεστωτική προπαγάνδα των ΜΜΕ: ενάντια στο αγριότερα εκμεταλλευόμενο τμήμα της κοινωνίας και ενάντια στα κινήματα, που διακηρυγμένα βρίσκονται στο στόχαστρο της κρατικής καταστολής. Η στοχοποίηση έχει γίνει από τα πλέον επίσημα κυβερνητικά χείλη, αφήνοντας τις φασιστικές συμμορίες να δρουν επικουρικά στα σχέδια του κράτους και των αφεντικών. Δεν ξεχνάμε ότι έναν μόλις χρόνο πριν, ο πρωθυπουργός εξήγγειλε επιχειρήσεις ενάντια στους φτωχούς και τους αγωνιζόμενους (τους «λαθρομετανάστες», τους «συνδικαλιστές» και τους «κουκουλοφόρους» στη δική του γλώσσα) για την απρόσκοπτη επιβολή της μνημονιακής λεηλασίας. Και αυτό ακριβώς είναι το αυστηρό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται οι νεοναζί: Παράλληλα με τα αστυνομικά πογκρόμ του «Ξένιου Δία», τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα βασανιστήρια σε αστυνομικά τμήματα (όπως εκείνα που υπέστη ο Μοχάμετ Καμράν στο ΑΤ Νίκαιας με αποτέλεσμα το θάνατό του), τους πυροβολισμούς επιστατών ενάντια σε ξένους εργάτες γης στη Μανωλάδα, τους ρατσιστικούς νόμους. Παράλληλα με το κρατικό κυνήγι εναντίον οροθετικών γυναικών, άστεγων και Ρομά… Παράλληλα με τις απολύσεις, την εργοδοτική τρομοκρατία, την επιστράτευση απεργών. Παράλληλα με την καταστολή των διαδηλώσεων, τις συνεχιζόμενες εισβολές σε πολιτικούς-κοινωνικούς χώρους αγώνα (καταλήψεις και στέκια), τις συλλήψεις και τα βασανιστήρια αγωνιστών (σε γενικές απεργίες, τοπικές αντιστάσεις ή αντιφασιστικές δράσεις, όπως στη μοτοπορεία το φθινόπωρο του 2012). Γιατί η χρυσή αυγή δεν είναι απλώς μία εγκληματική συμμορία, είναι η συμμορία που εξέθρεψε το ίδιο το κράτος.
Μέσα σε συνθήκες βαθιάς πολιτικής και οικονομικής κρίσης, ιδιαίτερα μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, και αντιμέτωπο με τις μαζικές κινητοποιήσεις των επόμενων χρόνων ενάντια στη φτώχεια και την εξαθλίωση, το καθεστώς επέλεξε να πριμοδοτήσει τη δολοφονική συμμορία της χρυσής αυγής με όλα τα μέσα, ως εργαλείο στο πλαίσιο μιας ευρύτερης αντι-εξεγερτικής και αντεπαναστατικής στρατηγικής, με δύο στόχους: Την τρομοκράτηση των πολιτικών του αντιπάλων από τις ναζιστικές ομάδες κρούσης, καθώς επίσης και τη συσπείρωση των πιο αντιδραστικών στοιχείων του πληθυσμού γύρω από τα ναζιστικά αποβράσματα και τη στρατολόγηση ενός μέρους του στη μισαλλοδοξία, το ρατσισμό, στην εμπέδωση του ολοκληρωτισμού και της βίας απέναντι στους ταξικά αδύναμους, ώστε να διαχυθεί ο κοινωνικός εκφασισμός, να στοχοποιηθούν οι παρίες για τα δεινά που επιφέρει η πολιτική του κράτους και των αφεντικών, και να μείνουν στο απυρόβλητο οι ισχυροί.
Αυτοί λοιπόν που όπλισαν τον νεοναζί δολοφόνο του Παύλου Φύσσα, οι πολιτικοί πάτρωνες των φασιστών με τη βοήθεια των έμμισθων λακέδων τους στα ΜΜΕ, παριστάνουν τους έκπληκτους και εμφανίζονται ως τιμωροί που θα αποδώσουν δικαιοσύνη. Θέλοντας να καταπνίξουν την οργή για αυτή τη δολοφονία που δεν μπορούσε πλέον να συγκαλυφθεί και που έκανε ορατή τη συνενοχή τους, επιχειρούν να καθηλώσουν την κοινωνία στο ρόλο του θεατή μιας δήθεν θεσμικής αντιμετώπισης των ναζιστών και να ανακτήσουν κοινωνική νομιμοποίηση.
Είναι αλήθεια ότι η δολοφονία του Παύλου Φύσσα επιδρά στις συνειδήσεις των αγωνιζόμενων, και σε εκείνο το ευρύτερο κομμάτι της κοινωνίας που δεν αποδέχεται τον εκφασισμό, με τρόπο και συνέπειες που το καθεστώς θέλει να ελέγξει. Είναι επίσης αλήθεια ότι η απόσπαση της εκλογικής πελατείας της χρυσής αυγής αποτελεί ζητούμενο για ένα κομμάτι του πολιτικού συστήματος. Ωστόσο, οι προσχεδιασμένες συλλήψεις ορισμένων από τους αρχιτραμπούκους της συμμορίας (των οποίων η δολοφονική δράση είναι πασίγνωστη εδώ και χρόνια) όπως και η πολιτική επένδυση που έγινε σε αυτές δεν ήταν μια αμυντική κίνηση του κράτους. Εντάσσονται σε μια επιθετική κίνηση στο πλαίσιο της ανασυγκρότησής του, στην κατεύθυνση του σύγχρονου ολοκληρωτισμού. Αντανακλούν επίσης τη συνεχή διαπάλη στο εσωτερικό του συστήματος ανάμεσα σε εκείνη την τάση που σκέφτεται ακόμα το ενδεχόμενο μιας πολιτικής διαχείρισης με τη χρυσή αυγή και σε εκείνη την τάση που προσβλέπει στην πολιτική της περιθωριοποίηση – δηλαδή στη συρρίκνωση ή την απομάκρυνσή της από την κεντρική πολιτική σκηνή και την παραμονή της μόνο στο επίπεδο των ομάδων κρούσης. Και αυτή η διαπάλη πήρε πολύ σύντομα τη μορφή ενδοοικογενειακών συγκρούσεων μέσα στους κόλπους του κράτους και των μηχανισμών του σε σχέση με το πώς εξυπηρετούνται καλύτερα τα κοινά τους συμφέροντα, με αποτέλεσμα άλλοι παρακρατικοί τραμπούκοι να αφήνονται ελεύθεροι και άλλοι να πετιούνται στη φυλακή σαν στυμμένες λεμονόκουπες.
Η συμμορία της χρυσής αυγής δεν είναι παρά το αναλώσιμο δεκανίκι, η εφεδρεία ενός συστήματος σε κρίση, και το ίδιο το σύστημα χρησιμοποιεί την -αμφίβολης έκβασης- «δίωξή» της για τους ίδιους λόγους που την ανέθρεψε: για να τρομοκρατήσει τις κοινωνικές και ταξικές αντιστάσεις. Σήμερα, επιδεικνύεται πρόσκαιρα και πάνω σε ορισμένους παρακρατικούς λακέδες η «πυγμή της δημοκρατίας», με σκοπό να αντληθεί συναίνεση απέναντι στη χρήση ενός κατασταλτικού οπλοστασίου που προορίζεται για τους αγωνιζόμενους. Η προσπάθεια κοινωνικής νομιμοποίησης του τρομονόμου, των παρακολουθήσεων, των μέτρων έκτακτης ανάγκης στο όνομα μίας δήθεν καταπολέμησης των ναζί συνδυάζεται με τη ρητορική περί «δύο άκρων», η οποία επιχειρεί να ταυτίσει τους παρακρατικούς φονιάδες με τον κόσμο της αντίστασης. Οι κρατικοί αξιωματούχοι δεν διστάζουν να καπηλευτούν το αίμα ενός νεκρού αντιφασίστα και να επικαλεστούν μια δήθεν κάθαρση από φασιστικούς θύλακες για να εμπεδωθεί το κρατικό μονοπώλιο της βίας και να εντείνουν την καταστολή των κοινωνικών αγώνων στο όνομα της δημοκρατίας. Σ’ αυτό το πλαίσιο χτύπησαν από την αρχή με τα ΜΑΤ τις αντιφασιστικές πορείες στο Κερατσίνι (όπου ένας διαδηλωτής έχασε την όρασή του από έκρηξη δακρυγόνου), στη Νίκαια, τη Δάφνη (όπου αστυνομικός εκτός υπηρεσίας πυροβόλησε προς το μέρος των συγκεντρωμένων), τη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, την Κοζάνη κ.α., συνέλαβαν και έσυραν στα δικαστήρια αντιφασίστες. Σ’ αυτό το πλαίσιο εφαρμόζουν σήμερα τον τρομονόμο απέναντι στους αγωνιζόμενους κατοίκους της Χαλκιδικής.
Τον φασισμό δεν θα τον αντιμετωπίσει το κράτος, γιατί ο φασισμός απορρέει από το ίδιο το κράτος. Γιατί ο φασισμός δεν είναι απλά οι νεοναζί, αλλά ο ίδιος ο κρατικός ολοκληρωτισμός.
Τον φασισμό δεν θα τον νικήσει η ψήφος σε μια εναλλακτική πολιτική διαχείριση του συστήματος όπως μας υπόσχεται η καθεστωτική αριστερά, που προσπαθεί να αποτρέψει και να χειραγωγήσει τους κοινωνικούς αγώνες, καλώντας τους καταπιεσμένους να εναποθέσουν την επίλυση των κοινωνικών και ταξικών αντιθέσεων στους θεσμούς, να εμπιστευτούν το πολιτικό σύστημα, τη «δικαιοσύνη» κ.λπ.
Τον φασισμό θα τον συντρίψουν οι πλατιές, οριζόντιες, αντιθεσμικές κοινωνικές και ταξικές αντιστάσεις. Τον φασισμό θα τον συντρίψουμε στα οδοφράγματα, στους δρόμους, στις γειτονιές, στις πλατείες, στα σχολεία, στους χώρους δουλειάς. Θα τον συντρίψει η αλληλεγγύη μεταξύ των καταπιεσμένων, η αυτοοργάνωση των εργαζόμενων, των άνεργων, των μαθητών, ντόπιων και ξένων, και ο κοινός μας αγώνας για μια κοινωνία ισότητας και ελευθερίας. Για να στείλουμε το κράτος, τα αφεντικά και τους φασίστες στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.
Αναρχική Συλλογικότητα «Κύκλος της Φωτιάς»